Κείμενο της Msc. Μαρίνας Αττάρτ
Σάββατο πρωί. Γενάρης μήνας .Ένας νέος κατεβαίνει βιαστικά τα σκαλιά της πολυκατοικίας του. Σταματάει το πρώτο ταξί που βρίσκει μπροστά του.-Στο Κοιμητήριο. Είστε ελεύθερος;
Ο οδηγός διστάζει να τον πάρει. Δεν το έχει για καλό η πρώτη κούρσα της ημέρας του να είναι το νεκροταφείο .Μέσα στην οικονομική κρίση όμως το ξεπερνά και τον δέχεται.
Ο νέος κοιτάζει διαρκώς το ρολόι του. Η περιέργεια του ταξιτζή είναι μεγαλύτερη από τις προλήψεις του και έτσι τον ρωτά.
-Έχασες κάποιον δικό σου;
-Ναι κάποιον πολύ δικό μου.
-Τώρα κοντά;
-Όχι πάει καιρός .Συγκεκριμένα στις 28 του μήνα θα κλείσει τρία χρόνια.
-Τρία χρόνια και ακόμα πας στο νεκροταφείο; Τι σου ήταν συγγενής;
-Όχι κάτι παραπάνω από συγγενής .
-Τότε θα ήταν φίλος σου;
-Όχι ,παραπάνω από φίλος. Ήταν πνευματικός πατέρας και καθοδηγητής μου.
Ο οδηγός παραξενεύεται από την απάντηση αυτή. Σε θρησκόληπτο έπεσα σκέφτεται. Με ύφος λοιπόν ειρωνικό δε διστάζει και του λέει:
-Καλά για έναν παπά κάνεις έτσι; Δεν αξίζει φίλε μου.
-Όλοι οι ιερείς αξίζουν και αυτός ο συγκεκριμένος ακόμη πιο πολύ.
-Γιατί ποιος ήταν αυτός ο παπάς και τι έχει προσφέρει;
Αυτήν την ερώτηση περίμενε ο νέος να του κάνει. Ήξερε να απαντήσει και χάρηκε που του δόθηκε αυτή η ευκαιρία .Έτσι με λόγο σταθερό του αποκρίνεται:
-Πρώτα-πρώτα ήταν ένας έξυπνος και μορφωμένος άνθρωπος. Είχε σπουδάσει Θεολογία και Νομική και είχε αριστεύσει στη Βυζαντινή μουσική καθώς και σε τέσσερις ξένες γλώσσες. Υπήρξε διδάκτωρ του Κανονικού Δικαίου και είχε δημοσιεύσει πάνω από 200 μελέτες αναφερόμενες σε θέματα επιστημονικά και θεολογικά.
Κατά δεύτερο αφιέρωσε όλη του τη ζωή του στην εκκλησία .Μόλις 22 ετών με πλήρη ωριμότητα σκέψης και κατασταλαγμένο νου εκάρη μοναχός, διάκονος και τέσσερα χρόνια αργότερα πρεσβύτερος. Επί εννέα χρόνια στην Παναγίτσα του Παλαιού Φαλήρου διακρίθηκε για τα κηρύγματα του, τη λειτουργική ζωή του, την πνευματική του δράση και την άμεση σχέση του με τη νεολαία.
Κατά τρίτον είχε διοικητικά χαρίσματα μοναδικά. Ήταν σαν να είχε γεννηθεί για να γίνει ηγέτης όχι μόνο της εκκλησίας αλλά ενός ολόκληρου λαού. Άξια έγινε στα 35 του χρόνια Μητροπολίτης Δημητριάδος. Εκεί χειροτόνησε 150 νέους κληρικούς και αναδιοργάνωσε όλη την εσωτερική δομή της μητρόπολης. Στα 24 χρόνια που έμεινε στο Βόλο ίδρυσε Σχολές Γονέων, Κέντρο Συμπαράστασης Οικογένειας και Εφήβων, ραδιοφωνικό σταθμό και εφημερίδα. Καθιέρωσε εβδομαδιαίες συνάξεις ιερέων, κύκλους Αγίας Γραφής, κατασκηνώσεις, φοιτητικά και νεανικά συνέδρια. Ίδρυσε την Ένωση Χριστιανών Επιστημόνων , την Χριστιανική Κοινωνική Ένωση κα δημιούργησε τα Σπίτια Γαλήνης του Χριστού για τους ηλικιωμένους και την Χριστιανική Αλληλεγγύη για τους πτωχούς.
Κατά τέταρτον υπήρξε εργασιομανής και αεικίνητος εργάτης της εκκλησίας. Όταν το 1998 ήρθε στη Αθήνα ως Αρχιεπίσκοπος τα γνωρίσματα του έγιναν αντιληπτά στους πάντες Τι να πρωτοθυμηθώ από τα έργα του; Ίδρυσε 14 ειδικές Συνοδικές Επιτροπές, το Ίδρυμα ψυχοκοινωνικής Αγωγής Διακονία, τη Στέγη Μητέρας, την Αλληλεγγύη και Γραφείο Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στις Βρυξέλλες. Καθιέρωσε την οικονομική ενίσχυση των τρίτεκνων οικογενειών της Θράκης και θέσπισε την ηλεκτρονική διαχείριση και την ψηφιακή επικοινωνία σε όλες τις ενορίες της Αρχιεπισκοπής.
Πάνω από όλα όμως και πέρα από όλα υπήρξε «ο δικός μας άνθρωπος». Ερχόταν στα σχολεία μας στην αρχή της χρονιάς και μας ενθουσίαζε με τα διδακτικά ανέκδοτα του .Κάθε Κυριακή τον βρίσκαμε σε κάποια ενορία και μας καθήλωνε με τα θεόπνευστα λόγια του Όπου κι αν τον συναντούσαμε με απλότητα μας πλησίαζε με το χαμόγελο του. Μας έδινε ελπίδα και δύναμη πίστης με την παραδειγματική ζωή του. Μας ενέπνεε με τις πάντα εύστοχες παρεμβάσεις του στα κοινωνικά δρώμενα του τόπου μας. Ακόμη και στο τέλος της ζωής του μας δίδαξε με τη λεβεντιά του και το ψυχικό σθένος που αντιμετώπισε την ασθένεια του.
Ήταν ένας άνθρωπος αξίας γιατί υπηρετούσε σε όλη του τη ζωή τις αξίες!
Εκείνη τη στιγμή φτάσανε στον προορισμό τους. Ο οδηγός πραγματικά είχε μείνει άφωνος. Κατάλαβε πόσο λάθος είχε κάνει. Προβληματισμένος και μετανιωμένος πριν να δώσει τα ρέστα στο νέο του λέει:
-Περίμενε φίλε μου να παρκάρω. Για το Χριστόδουλο αξίζει να έρθω κι εγώ μαζί σου…