(+) Επισκόπου Θεοφίλου Καναβού
Μητροπολίτου Γόρτυνος και μεγαλουπόλεως
Είχε βάλει στο νου του ο Γέροντας να επανέλθει στα παλαιά, για να δει την υπακοή του. Ζητούσε ευκαιρία και τη βρήκε. Τον είχε στείλει στην Άρτα από τη Ναύ πακτο μια φορά. Και εκείνος, όπως έκανε παλαιά, ξεκί νησε με τα πόδια και χωρίς παπούτσια. Είχε το σκοπό του. Περίμενε να πάρει τα παπούτσια του, όμως δεν τα πήρε. Μέρες περπατούσε για να πάει στην Άρτα, να κάνει τη
δουλειά και να γυρίσει πίσω. Ξεκουραζόταν κά που στην άκρη της πόλεως, όταν περνούσε από εκεί έ νας άρχοντας Χριστιανός. Είδε το Μοναχό κουρασμένο και χωρίς παπούτσια και τον σπλαχνίστηκε. Πήγε στο σπίτι του και του έφερε ένα ζευγάρι παπούτσια. Τα πή ρε, μάλλον για να τον ευχαριστήσει, και γύρισε στην Άρτα μ' αυτά.
δουλειά και να γυρίσει πίσω. Ξεκουραζόταν κά που στην άκρη της πόλεως, όταν περνούσε από εκεί έ νας άρχοντας Χριστιανός. Είδε το Μοναχό κουρασμένο και χωρίς παπούτσια και τον σπλαχνίστηκε. Πήγε στο σπίτι του και του έφερε ένα ζευγάρι παπούτσια. Τα πή ρε, μάλλον για να τον ευχαριστήσει, και γύρισε στην Άρτα μ' αυτά.
- Τι παπούτσια είναι αυτά Δαβίδ; Ήθελε να δει αν έχει τίποτε από την παλαιά υπακοή του.
- Γέροντα, όπως καθόμουνα για να ξεκουραστώ, έ νας καλός Χριστιανός με είδε κουρασμένο και με λυπή θηκε. Χωρίς να πάρω είδησι, τον είδα σε λίγο να μου φέρνει αυτά τα παπούτσια.
- Έτσι λοιπόν, ο καλός χριστιανός στον καλό Μο ναχό. Πήγαινε τα λοιπόν τώρα πίσω και έλα όπως έφυ γες από τη Ναύπακτο.
- Γέροντα συγχωρέστε με, να είναι ευλογημένο, αλλά γέροντα...
- Φύγε λοιπόν. Ακόμη είσαι στη Ναύπακτο;
Γύρισε έπειτα από ημερών πορεία. Δεν κάθησε που θενά και χωρίς παπούτσια έκανε το «πάνε και έλα».
www.egolpion.com