ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το 1916, ύστερα από 26 χρόνια περίπου παραμονης στους Αγίους Τόπους επέστρεψε στην Ελλάδα. Έτσι σφραγίζει μια ωραία ασκητική ζωή, πλήρη πνευματικης καρποφορίας. Έφυγε από την έρημο του Ιορδάνου, όπου ζουσε ως υψιπέτης αετός, τρεφόμενος ως πτηνό με μια κουταλιά βρεγμένο σιτάρι την ημέρα και νερό από τον ποταμό, διότι οι Άραβες πολεμουσαν τον ευλογημένο ερημικό βίο. Ευρισκόμενος στην Ελλάδα αναζητει νέα γη ασκήσεως. Κατά το έτος της επιστροφης του, φαίνεται ότι μετέβη στη νησο Πάτμο. Αφου παραμένει εκει επί 2 έτη, πηγαίνει στο Άγιον Όρος, απ΄όπου κατέρχεται στην Αθήνα για να αγοράσει υλικά αγιογραφίας. Κατά το διάστημα αυτό και μέχρι μεταβάσεώς του στην Αίγινα φαίνεται ότι μετέβη στο ξερονήσι Παραμπόλα και στην Ύδρα.
ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΤΑΙ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ ΣΤΗ ΑΙΓΙΝΑ
Στην Αθήνα συναντα υποτακτικό του Αγίου Νεκταρίου, ο οποιος τον πληροφορει ότι τον αναζητει. Απ΄αυτό συνάγεται ότι οι δύο άγιοι ειχαν προηγούμενη γνωριμία. Από την Αθήνα, λοιπόν, πηγαίνει στην Αίγινα, όπου διακονει τον άγιο Νεκτάριο μέχρι την κοίμησή του. Η μετά του αγίου Νεκταρίου συγκαταβίωσή του συνέβαλε πολύ στην περαιτέρω πνευματική πρόοδο του οσίου. Εγνώρισε την αυστηρά άσκηση του αγίου Νεκταρίου, τους πολέμους των μικρων ανθρώπων, αλλά και την αναμφισβήτητη αρετή του, την παροιμιώδη ταπείνωση και απλότητά του. Ειδε τη θεία κοίμησή του, η οποια εβεβαίωσε την ευαρέσκεια προς αυτόν του Παναγάθου Θεου με τα έκδηλα σημεια του αγίου μύρου και της ευωδίας, αλλά κυρίως της θαυματουργικης χάριτος. Εις την Αίγινα παραμένει μέχρι το έτος 1926. Αναχωρει για την Αθήνα, διότι στη Μονή προσέρχεται πολύς κόσμος και ο θόρυβος τον κουράζει. Στην Αθήνα συναντα τον Γεράσιμο Ζερβό, ο οποιος τον φιλοξενει στο σπίτι του και τον πείθει τελικά να μεταβει στην Κάλυμνο.Σ΄αυτή τη Μονή, της οποίας τυγχάνει κτίτορας, ειχε ασκητεύσει και ο ενάρετος και διορατικός Ιερομόναχος π. Ιερόθεος Κουρούνης. Ο θεσπέσιος αυτός λειτουργός του Υψίστου, προ της κοιμήσεώς του, παρηγορώντας τις λυπημένες αδελφές ειπεν: μετ΄ολίγον θα έλθη εδώ ανώτερός μου. Και πράγματι επαληθεύθηκαν τα λόγια του. Ο π. Σάββας, ευθύς μετά την εγκατάστασή του στην Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων, κτίζει με τη βοήθεια του Γεράσιμου Ζερβου τα επάνω κελλιά και αρχίζει μία έντονη πνευματική ζωή. Αγιογραφει, τελει τα θεια Μυστήρια και τις ιερές Ακολουθίες, εξομολογει, διδάσκει με το στόμα και το παράδειγμά του και βοηθει χηρες, ορφανά και φτωχούς. Ζει με ταπείνωση, άσκηση και προσφορά, ώστε το αγγελικό παράδειγμά του να ενθυμουνται με δάκρυα και συγκίνηση όσοι τον εγνώρισαν. Πάντοτε δε θα επικαλουνται με πίστη τη χάρη του στις ποικίλες δοκιμασίες της ζωης τους. Πρόθυμος όταν ζουσε, προθυμότατος μετά την κοίμησή του.
Ηταν επιεικής και εύσπλαγχνος στις αμαρτίες των άλλων, δεν ανεχόταν τη βλασφημία και την κατάκριση. Αυτά τα δύο πολύ τον ετάρασσαν. Η σκληρά άσκησή του του χάρισε την ευωδία του σώματός του, αλλά και την ασθένεια. Το πέρασμά του ηταν ευωδες. Αυτή η ευωδία θα εξέλθει και από το μνημα του κατά την εκταφή του. Όπως σ΄όλους τους ανθρώπους του Θεου, έτσι και από τον π. Σάββα δεν έλλειψε ο σκόλοψ τη σαρκί. Υπέφερε από προστάτη και σοβαρά κοιλιακή πάθηση. Για τον προστάτη έκανε εγχείρηση και θεραπεύτηκε. Όταν του έλεγαν να πάει στην Αθήνα να θεραπευθει και για το κοιλιακό νόσημα, απαντουσε: Αυτό, παιδί μου, θα μας σώση, τίποτε άλλο δεν κάναμε. Αυτό είναι το καλό που θα μας πάει στον Παράδεισο. Ο Θεός είναι μεγάλος. Ο π. Σάββας αγαπουσε όλους τους ανθρώπους και κατέβαλλε προσπάθεια για τη μετάνοιά τους και επιστροφή τους στον Χριστό. Η αγάπη του ηταν ειλικρινής και πηγαία. Ηταν δε αφιλοχρήματος. Ουδέποτε κρατουσε χρήματα. Από την αγιογραφία και τα μυστήρια ό,τι ελάμβανε τα έδινε στους πτωχούς, στις χηρες και τα ορφανά. Η ζωή του ηταν μία συνεχής κατάσταση αγίας υπακοης. Ενδεικτικό αυτου είναι και η υπακοή του να δεχθει κατά την περίοδο σοβαρας ασθενείας, ο ακρότατος αυτός ασκητής (στο Άγιον Όρος κατ΄εντολή του γέροντά του) τον 15 Αύγουστο κρέας πετεινου. Ο μακάριος, για κάθε πνευματικό πρόβλημα ελάμβανε άνωθεν την πληροφορία και έτσι βάδιζε επί του ασφαλους. Ειχε πολλούς πειρασμούς και χάλασε πολλές παγίδες του διαβόλου. Κάποτε, και συγκεκριμένα μία Καθαρά Δευτέρα, για να μη τελέσει τις ακολουθίες του, τον έκλεισε επί τρεις ημέρες στο κελλί του. Ηταν χαριτωμένος και ευλογημένος από τον Κύριο. Πραος, ανεξίκακος, άδολος, υπάκουος και πονετικός.Εδόξασε τον άγγελο στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Ηταν άγγελος και άνθρωπος και αντιστρόφως. Κατά τον τρόπο αυτό εκπλήρωσε τις ημέρες της επί γης πορείας του μέχρι της 7ης Απριλίου 1948, ότε παρέδωκε την αγία του ψυχή στον Κύριο. Περί το τέλος της ζωης του ευρίσκεται σε άκρα περισυλλογή και ιερά κατάνυξη. Επί τρεις ημέρες δεν εδέχθη ουδένα. Ευρίσκετο πλέον στο στάδιο της ιερας μεταστάσεώς του. Έδωκε τις τελευταιες συμβουλές και εζήτησε την εν Χριστω αγάπη και υπακοή. Όταν ο επιθανάτιος ρόγχος τον κατέλαβε και επί μακρόν συνεχίζετο, ξαφνικά λαμβάνει δυνάμεις, ενώνει τα μικρά ευλογημένα χέρια του και χειροκροτει επανειλημμένα, ενώ από τα χείλη του εξέρχονται οι τελευταιες ιερές φράσεις: Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος. Ηταν η βεβαίωση της θείας μεταφυσικης πορείας του. Ηταν το κύκνειο ασμα της θεοφιλους ζωης του. Την ώρα εκείνη ολίγες μόνον μοναχές περιέβαλαν μία αγία μορφή, έναν θαυμάσιο αγωνιστή της πίστεως και της ευσεβείας, έναν οικιστή του Παραδείσου...
agiazoni.gr