1. Ερώτηση: Σεβασμιώτατε, η τρέχουσα περίοδος χαρακτηρίζεται ως μία από τίς χειρότερες τών τελευταίων ετών τόσο από πλευράς διαβίωσης όσο καί ηθικών αξιών. Οικονομική κρίση, φτώχεια, περικοπές.. μέ αποτέλεσμα χιλιάδες οικογένειες νά βρίσκωνται σέ απόγνωση. Πολλοί λένε ότι τό Ελληνικό κράτος καταρρέει.. Τί θά μάς σώση άραγε;
Απάντηση: Δέν είμαι βέβαιος ότι είναι η χειρότερη περίοδος τών τελευταίων ετών, γιατί εμείς οι μεγαλύτεροι περάσαμε καί άλλες δύσκολες περιόδους. Όταν ήμουν στό Δημοτικό καί τό Γυμνάσιο η οικογένειά μου βρισκόταν σέ δεινή οικονομική κατάσταση. Σπούδασα στήν Θεολογική Σχολή εργαζόμενος, γιατί δέν είχα καμμία οικονομική βοήθεια από τό σπίτι μου. Οι γονείς μου ήταν πολύ καλοί Χριστιανοί, μάς αγαπούσαν, αλλά δέν είχαν τίς οικονομικές δυνατότητες νά μέ σπουδάσουν. Όμως περάσαμε όλες αυτές τίς δυσκολίες καί δοξάζω τόν Θεό. Επίσης, παλαιότεροι καί νεώτεροι περάσαμε από πολέμους, κακουχίες, πείνα, εμφυλίους σπαραγμούς, δικτατορίες κλπ.
Πάντως, ο λαός μας έχει πολλές πνευματικές αντιστάσεις, έχει πίστη στόν Θεό, υπομονή, ξέρει νά προσεύχεται, νά εμπιστεύεται τήν Εκκλησία, νά εκκλησιάζεται καί νά ελπίζη στήν αγάπη τού Θεού. Τελικά, αυτό πού συνέβη τά τελευταία χρόνια είναι μιά αποστασία από τόν Θεό, τήν Εκκλησία, τίς παραδόσεις, μιά εκκοσμικευμένη ζωή πού συνδέεται μέ τήν ευδαιμονία, τήν αισθησιοκρατία. Μάθαμε νά ζούμε μέ ευμάρεια, γι’ αυτό μάς κακοφαίνεται τώρα πού χάσαμε μερικές υλικές απολαύσεις. Αλλά τελικά φαίνεται ότι όλη αυτή η οικονομική ευμάρεια ήταν πλασματική, ήταν μιά «φούσκα» πού έσπασε, ήταν μιά πλούσια ζωή μέ δανεικά. Αυτό ήταν λάθος.
Βεβαίως, σήμερα πολλοί υποφέρουν γιατί ζούν στά όρια τής φτώχειας. Τό περιγράψατε ωραία στήν τοποθέτησή σας. Η μείωση τών μισθών είναι ένα μεγάλο πρόβλημα, αφού οι οικογενειάρχες δέν μπορούν νά βοηθήσουν τά παιδιά τους στό νά ζήσουν καί νά σπουδάσουν. Όμως, τό μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ανεργία τών νέων ανθρώπων. Είναι τρομερό νά είσαι νέος, νά έχης όρεξη γιά εργασία, νά έχης πτυχία, νά είσαι ταλαντούχος, καί νά μή μπορής νά εργασθής!
Αυτήν τήν δύσκολη περίοδο θά μάς βοηθήση η πίστη στόν Θεό, η υπομονή, η ψυχραιμία καί βεβαίως μπορεί νά μάς βοηθήση η Εκκλησία, μέ τήν όλη ζωή πού διαθέτει.
2. Ερώτηση: Ακούγεται κατά καιρούς ότι η Εκκλησία δέν στάθηκε στό ύψος τών περιστάσεων προκειμένου νά δώση ένα χέρι βοηθείας στούς αναξιοπαθούντες πού σήμερα αυξάνονται ραγδαία λόγω κρίσης. Δεδομένου ότι ο φτωχός δέν έχει ανάγκη μόνο τό φαγητό. Τί λέτε;
Απάντηση: Δέν είμαι βέβαιος ότι είναι η χειρότερη περίοδος τών τελευταίων ετών, γιατί εμείς οι μεγαλύτεροι περάσαμε καί άλλες δύσκολες περιόδους. Όταν ήμουν στό Δημοτικό καί τό Γυμνάσιο η οικογένειά μου βρισκόταν σέ δεινή οικονομική κατάσταση. Σπούδασα στήν Θεολογική Σχολή εργαζόμενος, γιατί δέν είχα καμμία οικονομική βοήθεια από τό σπίτι μου. Οι γονείς μου ήταν πολύ καλοί Χριστιανοί, μάς αγαπούσαν, αλλά δέν είχαν τίς οικονομικές δυνατότητες νά μέ σπουδάσουν. Όμως περάσαμε όλες αυτές τίς δυσκολίες καί δοξάζω τόν Θεό. Επίσης, παλαιότεροι καί νεώτεροι περάσαμε από πολέμους, κακουχίες, πείνα, εμφυλίους σπαραγμούς, δικτατορίες κλπ.
Πάντως, ο λαός μας έχει πολλές πνευματικές αντιστάσεις, έχει πίστη στόν Θεό, υπομονή, ξέρει νά προσεύχεται, νά εμπιστεύεται τήν Εκκλησία, νά εκκλησιάζεται καί νά ελπίζη στήν αγάπη τού Θεού. Τελικά, αυτό πού συνέβη τά τελευταία χρόνια είναι μιά αποστασία από τόν Θεό, τήν Εκκλησία, τίς παραδόσεις, μιά εκκοσμικευμένη ζωή πού συνδέεται μέ τήν ευδαιμονία, τήν αισθησιοκρατία. Μάθαμε νά ζούμε μέ ευμάρεια, γι’ αυτό μάς κακοφαίνεται τώρα πού χάσαμε μερικές υλικές απολαύσεις. Αλλά τελικά φαίνεται ότι όλη αυτή η οικονομική ευμάρεια ήταν πλασματική, ήταν μιά «φούσκα» πού έσπασε, ήταν μιά πλούσια ζωή μέ δανεικά. Αυτό ήταν λάθος.
Βεβαίως, σήμερα πολλοί υποφέρουν γιατί ζούν στά όρια τής φτώχειας. Τό περιγράψατε ωραία στήν τοποθέτησή σας. Η μείωση τών μισθών είναι ένα μεγάλο πρόβλημα, αφού οι οικογενειάρχες δέν μπορούν νά βοηθήσουν τά παιδιά τους στό νά ζήσουν καί νά σπουδάσουν. Όμως, τό μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ανεργία τών νέων ανθρώπων. Είναι τρομερό νά είσαι νέος, νά έχης όρεξη γιά εργασία, νά έχης πτυχία, νά είσαι ταλαντούχος, καί νά μή μπορής νά εργασθής!
Αυτήν τήν δύσκολη περίοδο θά μάς βοηθήση η πίστη στόν Θεό, η υπομονή, η ψυχραιμία καί βεβαίως μπορεί νά μάς βοηθήση η Εκκλησία, μέ τήν όλη ζωή πού διαθέτει.
2. Ερώτηση: Ακούγεται κατά καιρούς ότι η Εκκλησία δέν στάθηκε στό ύψος τών περιστάσεων προκειμένου νά δώση ένα χέρι βοηθείας στούς αναξιοπαθούντες πού σήμερα αυξάνονται ραγδαία λόγω κρίσης. Δεδομένου ότι ο φτωχός δέν έχει ανάγκη μόνο τό φαγητό. Τί λέτε;
Απάντηση: Αυτό δέν είναι σωστό, έστω καί άν λέγεται από μερικούς. Η Εκκλησία μέ τήν όλη οργανωτική διάρθρωσή της λειτουργεί ως θεραπευτική Κοινότητα πού ενδιαφέρεται γιά τήν πνευματική καί ψυχική υγεία τών ανθρώπων, αλλά καί γιά τίς οικονομικές ανάγκες τους. Είναι ο μεγαλύτερος φιλανθρωπικός-προνοιακός φορέας τής Χώρας μας. Από διάφορα βιβλία πού εκδόθηκαν, αλλά καί στοιχεία πού έχει η Ιερά Σύνοδος στήν διάθεσή της, φαίνεται ότι η Εκκλησία διαθέτει περίπου επτακόσια πενήντα (750) Ιδρύματα πού προσφέρουν βοήθεια στόν λαό καί πέρυσι ξοδεύθηκε τό φανερό καί καταγεγραμμένο ποσό τών εκατό εκατομμυρίων ευρώ γιά έργα πρόνοιας καί φιλανθρωπίας. Καί αυτό πρέπει νά αυξηθή στίς ημέρες μας γιά νά βοηθήσουμε ακόμη περισσότερο τούς ανθρώπους.
Αυτό βέβαια τό φιλανθρωπικό έργο πρέπει νά τό δούμε μέσα από δύο προϋποθέσεις.
Η μία ότι η Εκκλησία δέν είναι «Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας», δέν είναι αυτός ο πρώτος καί αποκλειστικός σκοπός της. Τό Κράτος, κατά λόγο δικαιοσύνης, είναι αρμόδιο νά ενδιαφέρεται γιά τίς οικονομικές ανάγκες τών ανθρώπων καί κακώς πού δέν τό κάνει όπως πρέπει. Οι άνθρωποι δέν θέλουν ελεημοσύνη, αλλά δικαιοσύνη, θέλουν δουλειά γιά νά βγάζουν τόν επιούσιο άρτο μέ τόν ιδρώτα τους. Δέν είναι δυνατόν τό Κράτος νά απεκδύεται τίς ευθύνες του καί νά τά φορτώνη σέ άλλους Οργανισμούς καί στήν Εκκλησία.
Η άλλη προϋπόθεση είναι ότι ο βαθύτερος σκοπός τής Εκκλησίας είναι η πνευματική βοήθεια στόν λαό. Τό είπατε πολύ καλά στήν τοποθέτησή σας. «Ο φτωχός δέν έχει ανάγκη μόνο από φαγητό». Ο Χριστός είπε: «ουκ επ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος Θεού» (Ματθ. δ', 4). Έτσι, η Εκκλησία πρέπει νά προσφέρη πνευματική τροφή στούς ανθρώπους πού πεινούν καί διψούν γιά τήν δικαιοσύνη τού Θεού, τήν εσωτερική ειρήνη, τήν πνευματική ελευθερία, τήν απόκτηση νοήματος γιά τήν ζωή καί τήν αντιμετώπιση τού θανάτου. Είναι αυτά τά λεγόμενα υπαρξιακά ερωτήματα πού απασχολούν τούς νέους, τούς μεσήλικας καί τούς ηλικιωμένους, δηλαδή τί είναι η ζωή, τί είναι ο θάνατος, γιατί καί πώς θά ζούν, πώς θά πεθάνουν.
Σήμερα αναπτύσσεται η υπαρξιακή φιλοσοφία καί η υπαρξιακή ψυχολογία, γιά νά αντιμετωπισθούν αυτά τά ερωτήματα. Έτσι, η Εκκλησία μέ τήν θεολογία της, τήν λατρεία της καί τήν ποιμαντική της διακονία μπορεί νά βοηθήση αποτελεσματικά στό θέμα αυτό, πλούσιους καί πτωχούς, εργαζομένους καί ανέργους, έχοντες καί μή έχοντες. Η κατάθλιψη καί η απελπισία κτυπάει παντού καί όλες τίς κατηγορίες τών ανθρώπων. Ο Χριστός ήλθε στόν κόσμο γιά νά νικήση τόν θάνατο, τόν διάβολο, τήν αμαρτία καί αυτό τό μήνυμα διακηρύσσει η Εκκλησία καί αυτήν τήν ζωή προσφέρει στούς ανθρώπους. Επειδή, όμως, ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή καί σώμα γι’ αυτό η Εκκλησία ενδιαφέρεται καί γιά τά δύο, κατά κύριο λόγο γιά τά πνευματικά ζητήματα.
Εμείς, πάντως, πρέπει νά μάθουμε νά ζητάμε από τό Κράτος αυτό πού μπορεί νά μάς δώση καί από τήν Εκκλησία αυτό πού μπορεί νά μάς προσφέρη, καί όχι νά συγχέουμε τίς αρμοδιότητες, δηλαδή νά ζητάμε από τό Κράτος αυτό πού δίνει η Εκκλησία καί από τήν Εκκλησία αυτό πού πρέπει νά λάβουμε από τό Κράτος.
3. Ερώτηση: Η «κρίση» τών ηθικών αξιών πιστεύετε ότι συνέβαλε καθοριστικά στά πάσης φύσεως προβλήματα πού καλείται νά αντιμετωπίση ο Έλληνας;
Απάντηση: Φυσικά οι λεγόμενες «ηθικές αξίες» προκάλεσαν τήν κρίση, γιατί μιά ζωή χωρίς «ηθικές αξίες» καί αρχές, καταλήγει στήν αρχή «ο θάνατός σου η ζωή μου», «δίχως Θεό όλα επιτρέπονται». Τότε δημιουργείται ένας αμοραλισμός, ένας οπορτουνισμός, μιά απαξίωση τών άλλων καί τελικά μιά αλλοτρίωση δική μας. Όταν ο άνθρωπος γίνεται αιχμάλωτος μιάς ιδέας, καί μάλιστα φανταστικής ή απάνθρωπης, τότε θέτει μέσα στήν ζωή του τό σπέρμα τής καταστροφής.
Αυτό έδειξε ο Ντοστογιέφσκι σέ όλα τά έργα του. Ο υπεράνθρωπος τού Νίτσε, πού μεταξύ τών άλλων διακατεχόταν από τήν αρχή ότι «ο Θεός απέθανε» καί τίς αρχές τού ανελέητου πόθου τής εξουσίας, τής ζωής χωρίς ηθική, τής αναλγησίας στόν πόνο τών άλλων, οδήγησε στόν τρομερό δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο καί τό τρελλό λουτρό αίματος πού χύθηκε σέ όλη τήν ανθρωπότητα. Κάτω από κάθε τραγωδία κρύβεται μιά απάνθρωπη ιδεολογία, μιά κτηνώδης «ηθική».
Όμως πιστεύω ότι γιά μάς τούς Χριστιανούς τά σύγχρονα προβλήματα δέν είναι θέμα ηθικών αξιών, αλλά αρνήσεως νά τηρήσουμε τίς εντολές τού Χριστού, πού αναφέρονται στήν ολιγάρκεια, τήν κατά Θεόν πτωχεία, τήν αγάπη πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον, τήν αποδέσμευση από τόν μαμωνά. Τελικά, τό πρόβλημα πού προέκυψε, καί θά προκύπτη πάντα, είναι η έλλειψη ασκητικής. Στήν Εκκλησία δέν μιλάμε απλώς γιά ηθική, βάσει μιάς φιλοσοφικής δεοντολογίας, αλλά γιά ασκητική. Άν όλοι μάθουμε νά αρκούμαστε στά αναγκαία γιά τήν ζωή μας, άν μάθουμε νά εξαρτούμε τήν ζωή μας όχι από τό έχειν, αλλά από τό είναι, άν δώσουμε βαρύτητα στόν εσωτερικό εαυτό μας καί λύσουμε τό υπαρξιακό κενό, πού υπάρχει μέσα μας, τότε θά λύσουμε καί πολλά άλλα εξωτερικά προβλήματα πού μάς απασχολούν.
Έτσι, η απομάκρυνση από αυτές τίς βασικές αρχές τής Παράδοσής μας μάς οδήγησαν έως εδώ. Τουλάχιστον άς ανακάμψουμε, άς μετανοήσουμε, άς αλλάξουμε νού, δηλαδή άς στρέψουμε τόν νού μας στόν Θεό καί άς επαναλάβουμε τήν προσευχή τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά: «φώτισόν μου τό σκότος».
4. Ερώτηση: Οι άνθρωποι πού σάς επισκέπτονται τί είδος προβλήματα σάς θέτουν; Τί τούς «βασανίζει» περισσότερο καί τί τούς νουθετείτε νά κάνουν;
Απάντηση: Η Εκκλησία, όπως πάντα, είναι τό μόνο καταφύγιο-«αποκούμπι» στίς ευχάριστες καί δυσάρεστες στιγμές τής ζωής μας. Έχουμε από τά μικρά μας χρόνια προσωπική σχέση μέ τήν Εκκλησία. Μοιάζουμε, όπως έλεγε ένας αγιορείτης, σάν τά μικρά παιδιά πού παίζουν όλη τήν ημέρα έξω από τό σπίτι μέ τά χώματα, λερώνονται, αλλά όταν βραδυάζη καί τά φωνάζει η μητέρα τους, μπαίνουν στό σπίτι γιά νά αναπαυθούν, νά πλυθούν, νά φάγουν καί νά ξεκουρασθούν.
Αυτή είναι η Εκκλησία μας, είναι η μητρική αγκαλιά ακόμη καί γιά τά πιό ατίθασα παιδιά της, είναι η πατρική μας οικογένεια, τό πατρικό μας σπίτι. Είναι η πνευματική μας μήτρα πού μάς ζωογονεί, αρκεί νά μή σπάσουμε τόν ομφάλιο λώρο πού μάς συνδέει μαζί της. Όταν όλοι μάς απογοητεύουν, μάς πληγώνουν, μάς στενοχωρούν, η Εκκλησία μάς ζεσταίνει καί μάς παρηγορεί.
Καί σέ αυτές τίς δύσκολες ώρες πολλοί άνθρωποι έρχονται στά Γραφεία, στούς Ναούς. Ανοίγουν τήν καρδιά τους καί λένε τόν πόνο τους. Μερικές φορές κλαίνε καί διαμαρτύρονται, όπως τά παιδιά πού είναι πληγωμένα καί όταν συναντούν τήν μάνα τους πέφτουν στήν αγκαλιά της καί κλαίνε ή ακόμη καί ξεσπούν εναντίον της, ωσάν αυτή νά ευθύνεται γιά όσα περνούν. Καί εμείς, όπως η υπομονητική μάνα, απευθύνουμε παρακλητικούς λόγους, αφού τότε ο πονεμένος άνθρωπος θέλει ένα χάδι, έναν τρυφερό λόγο, μιά παρήγορη φωνή, καί στήν συνέχεια τούς βοηθάμε όσο μπορούμε καί στά κοινωνικά τους προβλήματα.
Βεβαίως, τούς συγχρόνους ανθρώπους βασανίζει η ανεργία καί η έλλειψη τών αναγκαίων γιά νά συντηρήσουν τήν οικογένειά τους. Αλλά κυρίως τούς βασανίζει η αδιαφορία τών άλλων, τών εχόντων καί κατεχόντων, η μή χρηστή διαχείρηση τών κοινών γιά τά οποία ευθύνονται, η αδράνεια νά ελέγχουν τά οικονομικά τής Χώρας. Ερωτούν: Γιατί αυτοί πού μάς διοικούσαν νά μή φροντίζουν γιά τήν οικονομία τής Χώρας, γιατί νά μήν είναι ειλικρινείς μέ τόν λαό, γιατί νά αφήσουν νά αδειάσουν τά ταμεία τού Κράτους; Πώς είναι δυνατόν τό Κράτος νά εισπράττη φόρους από τόν λαό 54 δισ. ευρώ, πού ουσιαστικά είναι ανταποδοτικοί, καί από αυτά νά δίνη τά 47 δισ. ευρώ γιά τούς τόκους πού οφείλει, οπότε νά ζούμε μόνο μέ 7 δισ. ευρώ; Ποιός ευθύνεται γι’ αυτήν τήν συμφορά; Γιατί άδειασαν τά ασφαλιστικά ταμεία; Ποιός ευθύνεται γι’ αυτό;
Αυτά καί άλλα πολλά λένε. Εμείς, πάντως, προσπαθούμε νά ανορθώσουμε τούς ανθρώπους ψυχολογικά καί πνευματικά, προσπαθούμε νά νοηματοδοτήσουμε τόν βίο τους, νά τούς κάνουμε νά συνειδητοποιήσουν ότι οι βασικές τους ανάγκες είναι κυρίως οι πνευματικές, αυτές στήν πραγματικότητα αναζητούν, έστω κι άν δέν τό καταλαβαίνουν. Φυσικά, κάνουμε ό,τι μπορούμε γιά νά τούς απαλύνουμε τόν πόνο από τήν οικονομική ανέχεια. Προσπαθούμε νά διοργανώσουμε τίς Ενορίες καί τούς «Συνδέσμους Αγάπης» γιά νά βοηθήσουν. Συμβουλεύω τούς οικογενειάρχες τουλάχιστον νά μαγειρεύουν μερικές μερίδες φαγητού περισσότερο από ό,τι έκαναν προηγουμένως, γιά νά τίς δίνουν σέ όσους έχουν ανάγκη στήν γειτονιά τους. Κάτι είναι καί αυτό.
5. Ερώτηση: Τό Τριώδιο είναι μιά ευκαιρία γιά τόν Χριστιανό νά κάνη ένα νέο ξεκίνημα στήν ζωή του;
Απάντηση: Έχετε δίκαιο όταν αναφέρεσθε στήν περίοδο τού Τριωδίου, μιά κατ’ εξοχήν πνευματική περίοδο, περίοδο μετανοίας, προσευχής καί αναθεώρησης πολλών πραγμάτων.
Μέ τήν έναρξη τού Τριωδίου αρχίζει μιά περίοδος πού φθάνει μέχρι τό Πάσχα καί από εκεί μέχρι τήν εορτή τών Αγίων Πάντων. Μάς δίνεται η δυνατότητα νά δούμε όλη τήν παγκόσμια ιστορία, πού άρχισε μέ τήν δημιουργία τού ανθρώπου, τήν πτώση του, τήν ενανθρώπηση τού Χριστού, τήν Σταύρωση καί Ανάστασή Του, τήν Πεντηκοστή καί τόν αγιασμό-θέωση τού ανθρώπου. Αυτή είναι στήν πραγματικότητα η εκκλησιαστική ιστορία, η οποία μάς δείχνει πώς μπορούμε νά εισέλθουμε στό Αγιολόγιο τής Εκκλησίας καί νά εορτάζουμε καί εμείς προσωπικά τήν εορτή τών Αγίων Πάντων.
Αυτή η παγκόσμια καί εκκλησιαστική ιστορία πρέπει νά γίνη καί προσωπική μας ιστορία πού εκτυλίσσεται στόν χώρο τής καρδιάς, μέ τίς πτώσεις καί τίς αναστάσεις, μέ τίς σταυρώσεις καί τίς απαρνήσεις, μέ τά πάθη καί τήν θεραπεία τους, μέ τήν προδοσία καί τήν αγάπη τού Νυμφίου, μέ τήν κάθοδο στόν Άδη καί τήν έγερση από τό μνήμα τής απελπισίας, μέ τήν απόγνωση καί τήν χαρά τής εμφανίσεως τού αναστάντος Χριστού, μέ τήν αναμονή καί τήν έλευση τού Αγίου Πνεύματος καί πολλά άλλα.
Αυτά είναι τά δικά μας πανηγύρια, δηλαδή είναι η προσπάθεια νά βγάζουμε τίς μάσκες τής υποκρισίας καί νά αποκτήσουμε τήν κατά Θεόν απλότητα, τό νά μεθέξουμε τού μυστηρίου τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως τού Χριστού.
6. Ερώτηση: Πώς σχολιάζετε τά όσα είπε πρόσφατα ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ περί μασωνίας καί εβραίων;
Απάντηση: Ποτέ δέν σχολιάζω απόψεις άλλων Αρχιερέων, πολύ δέ περισσότερο τίς απόψεις τού Σεβ. Μητροπολίτου Πειραιώς Σεραφείμ, ο οποίος γενικά διακρίνεται γιά τό ομολογιακό πνεύμα, τήν ειλικρίνεια καί τόν αυθορμητισμό του.
Πάντως, μού δίνετε τήν αφορμή νά πώ τήν άποψή μου γιά τό γεγονός ότι πολλοί, μεταξύ αυτών καί ο ομιλών, κάνουν τήν διάκριση μεταξύ θρησκείας καί Εκκλησίας.
Η θρησκεία στηρίζεται στήν μαγεία, τήν δεισιδαιμονία καί τόν μυστικισμό. Συνήθως οι άνθρωποι πού ανήκουν σέ μιά θρησκεία πιστεύουν σέ έναν ιδεατό, ανύπαρκτο, φανταστικό Θεό καί ουσιαστικά αυτό είναι αθεΐα, γιατί η πίστη σέ έναν Θεό πού δέν υπάρχει είναι αθεϊστική. Μιά τέτοια πίστη διαστρέφει τόν διανοητικό καί νοερό κόσμο τής ψυχής, δημιουργεί μίση, εχθρότητες, αντιπαλότητες καί εξάπτει τόν φονταμενταλισμό, τόν φανατισμό. Πρόκειται γιά μιά ψυχική, σωματική καί κοινωνική διαστροφή.
Αντίθετα, η Εκκλησία είναι μιά Κοινότητα πού πιστεύει καί λατρεύει έναν ζωντανό, υπαρκτό Θεό καί οι άνθρωποι μέσα σέ αυτήν αποκτούν αίσθηση τής υπάρξεώς Του, μέ τήν κάθαρση τής καρδιάς, τόν φωτισμό τού νού καί τήν θέωση. Η Εκκλησία είναι τό Σώμα τού Χριστού. Αυτή η εν Χριστώ κοινότητα είναι οικογένεια πού διατηρεί πραγματικές σχέσεις μέ τόν Θεό καί τόν άνθρωπο, είναι πνευματικό θεραπευτήριο πού θεραπεύει τόν πνευματικά ασθενή άνθρωπο.
Στήν Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκεται καί βιώνεται η εμπειρία τών Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων καί η αγωνιστικότητα τών μαρτύρων καί τών ασκητών. Μάλιστα, οι Αποστολικοί Πατέρες καί οι Πατέρες τού 4ου αιώνος διατύπωσαν τήν Αποκάλυψη τού Χριστού μέ τήν εβραϊκή καί ελληνική σκέψη, διέσωσαν τό καλύτερο πού συνάντησαν σέ αυτούς τούς πολιτισμούς. Έτσι, ο Χριστιανισμός παρουσιάσθηκε στήν ιστορία ως τό «τρίτο γένος», δηλαδή δέν έχει ούτε εβραϊκή ούτε ελληνική σκέψη, αλλά κάτι νέο. Έτσι, η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι υπερεθνική καί εναντίον κάθε εθνοφυλετισμού, ο οποίος έχει καταδικασθή από τήν Σύνοδο τού 1872 στήν Κωνσταντινούπολη ως αίρεση.
Όσοι έχουν περάσει μέσα από τήν λαίλαπα τών καταστροφικών θρησκειών καί σεκτών καί όσοι ζούν πραγματικά μέσα στήν Εκκλησία ως κοινότητα, οικογένεια καί θεραπευτήριο καταλαβαίνουν τήν διαφορά μεταξύ θρησκείας καί Εκκλησίας. Δέν μπορεί κανείς νά τό εξηγήση αυτό μέ λογικά επιχειρήματα. Ισχύει η αρχή: «Έρχου καί ίδε», «γεύσασθε καί ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος», «σχολάσατε καί γνώτε».
Πρέπει δέ νά τονίσω ότι, όταν διάφορες πολιτικές, οικονομικές ή εθνικιστικές δυνάμεις εκμεταλλεύωνται τίς θρησκείες, τότε αναφύονται χειρότερα προβλήματα, βασανίζονται πιό πολύ οι άνθρωποι καί οι κοινωνίες. Είναι τό ίδιο όταν οι λεγόμενες «Χριστιανοδημοκρατικές ή σοσιαλιστικές κομματικές παρατάξεις» εκμεταλλεύωνται τά όντως επαναστατικά λόγια τού Χριστού καί κάνουν τόν Χριστιανισμό ιδεολογία μέ πολιτικούς σκοπούς, οπότε αφυδατώνεται η αλήθεια τού Χριστού.
Έτσι, σεβόμαστε τίς θρησκείες καί τίς λατρείες τους, έστω κι άν δέν συμφωνούμε μέ αυτές, αλλά αρνούμαστε τούς ποικιλόμορφους καί επικίνδυνους «-ισμούς» πού εκμεταλλεύονται πολιτικά, κοινωνικά καί οικονομικά τά θρησκευτικά συναισθήματα τών ανθρώπων καί επιβάλλουν ποικιλώνυμες καί ποικιλότροπες δικτατορίες στό όνομα τού οποιουδήποτε Θεού.
7. Ερώτηση: Ο κόσμος μάς ρωτάει συχνά, μορφές όπως οι γέροντες Παΐσιος καί Πορφύριος υπάρχουν σήμερα;
Απάντηση: Ευτυχώς πού γνωρίσαμε τούς φωτισμένους όντως Γέροντες, τούς πατέρες Παΐσιο καί Πορφύριο καί άλλες σύγχρονες πατερικές μορφές, πού μάς έδειξαν τί είναι η Εκκλησία καί πώς αναδεικνύει ο Θεός, διά τής Εκκλησίας, τούς φίλους Του. Πολλοί από μάς αισθάνθηκαν κοντά τους τήν αγάπη τού Θεού. Αυτοί οι Γέροντες παρηγόρησαν χιλιάδες ανθρώπους καί μάλιστα σέ πολλές περιπτώσεις ανέπαυσαν τά πιό ατίθασα παιδιά τού Θεού. Πρέπει όμως νά φανούμε αντάξιοι αυτής τής δωρεάς.
Πάντως, εφ’ όσον υπάρχει ο Θεός καί η Εκκλησία, υπάρχουν πάντα τέτοιες άγιες μορφές. Όπως είπα προηγουμένως, οι άγιοι είναι γεννήματα τής Εκκλησίας, πέρασαν μέσα από τόν Σταυρό καί τήν Ανάσταση τού Χριστού, τήν Πεντηκοστή καί δίνουν τήν μαρτυρία τής νέας ζωής πού έφερε στόν κόσμο ο Θεός.
Αλλοίμονον άν δέν υπάρχουν καί σήμερα τέτοιες μορφές. Είναι σάν νά θεωρούμε ότι έπαυσε νά υπάρχη η Εκκλησία ή είναι στείρα καί δέν γεννά. Η αλήθεια είναι ότι, όταν θά παύσουν νά υπάρχουν άγιοι, τότε θά γίνη η Δευτέρα Παρουσία τού Χριστού.
Στό Άγιον Όρος υπάρχουν καί σήμερα πολλοί ευλογημένοι μοναχοί πού δοξάζουν τόν Θεό καί δοξάζονται από Αυτόν. Τό Άγιον Όρος εξακολουθεί νά είναι ένα μεγάλο φώς, πού, όταν τό βλέπουν, όσοι δέν διαθέτουν κατάλληλη όραση, τυφλώνονται καί νομίζουν ότι φταίνε οι μοναχοί πού μένουν εκεί. Αλλά καί εκτός τού Αγίου Όρους, στά Μοναστήρια καί τίς κοινωνίες υπάρχουν ευλογημένα παιδιά τού Θεού καί τής Εκκλησίας, πού φωτίζουν όσους καταλαβαίνουν καί έχουν ανάγκη.
Τό πρόβλημα είναι ότι δέν βλέπουμε εμείς τούς αγίους, δέν τούς αισθανόμαστε, δέν οσφραινόμαστε τήν παρουσία τους. Αυτό γίνεται γιατί δέν έχουμε αναζητήσεις υψηλές, δέν διαθέτουμε πνευματικές αισθήσεις γιά νά τούς αναγνωρίσουμε καί νά τούς ψηλαφήσουμε. Εφαρμόζεται καί σέ αυτήν τήν περίπτωση ο λόγος τού Χριστού: «Πάς γάρ ο αιτών λαμβάνει καί ο ζητών ευρίσκει καί τώ κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ. ζ', 8). Όσοι αναζητούν πραγματικά τόν Θεό καί τούς Αγίους, θά τούς συναντήσουν οπωσδήποτε, μάλλον αυτοί οι ίδιοι οι σύγχρονοι επιζώντες άγιοι θά πάνε γιά νά τούς βρούν καί νά τούς γεμίσουν μέ τά δώρα τού Θεού. Τέτοιος είναι ο δικός μας Θεός. Έρχεται μυστικά, τού αρέσει νά ανατρέπη όλα τά λογικά προγράμματα, φανερώνει τήν αγάπη Του, δυνατά, ξαφνικά καί εκπληκτικά σέ όσους πονούν καί Τόν αναζητούν. Μεθάει νηφάλια αυτούς πού αναζητούν «τόν καλόν οίνον», τό δυνατό κρασί.
(Δημοσιεύθηκε στό ηλεκτρονικό Περιοδικό –agioritikovima.gr– Φεβρουάριος 2011)
Αυτό βέβαια τό φιλανθρωπικό έργο πρέπει νά τό δούμε μέσα από δύο προϋποθέσεις.
Η μία ότι η Εκκλησία δέν είναι «Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας», δέν είναι αυτός ο πρώτος καί αποκλειστικός σκοπός της. Τό Κράτος, κατά λόγο δικαιοσύνης, είναι αρμόδιο νά ενδιαφέρεται γιά τίς οικονομικές ανάγκες τών ανθρώπων καί κακώς πού δέν τό κάνει όπως πρέπει. Οι άνθρωποι δέν θέλουν ελεημοσύνη, αλλά δικαιοσύνη, θέλουν δουλειά γιά νά βγάζουν τόν επιούσιο άρτο μέ τόν ιδρώτα τους. Δέν είναι δυνατόν τό Κράτος νά απεκδύεται τίς ευθύνες του καί νά τά φορτώνη σέ άλλους Οργανισμούς καί στήν Εκκλησία.
Η άλλη προϋπόθεση είναι ότι ο βαθύτερος σκοπός τής Εκκλησίας είναι η πνευματική βοήθεια στόν λαό. Τό είπατε πολύ καλά στήν τοποθέτησή σας. «Ο φτωχός δέν έχει ανάγκη μόνο από φαγητό». Ο Χριστός είπε: «ουκ επ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος Θεού» (Ματθ. δ', 4). Έτσι, η Εκκλησία πρέπει νά προσφέρη πνευματική τροφή στούς ανθρώπους πού πεινούν καί διψούν γιά τήν δικαιοσύνη τού Θεού, τήν εσωτερική ειρήνη, τήν πνευματική ελευθερία, τήν απόκτηση νοήματος γιά τήν ζωή καί τήν αντιμετώπιση τού θανάτου. Είναι αυτά τά λεγόμενα υπαρξιακά ερωτήματα πού απασχολούν τούς νέους, τούς μεσήλικας καί τούς ηλικιωμένους, δηλαδή τί είναι η ζωή, τί είναι ο θάνατος, γιατί καί πώς θά ζούν, πώς θά πεθάνουν.
Σήμερα αναπτύσσεται η υπαρξιακή φιλοσοφία καί η υπαρξιακή ψυχολογία, γιά νά αντιμετωπισθούν αυτά τά ερωτήματα. Έτσι, η Εκκλησία μέ τήν θεολογία της, τήν λατρεία της καί τήν ποιμαντική της διακονία μπορεί νά βοηθήση αποτελεσματικά στό θέμα αυτό, πλούσιους καί πτωχούς, εργαζομένους καί ανέργους, έχοντες καί μή έχοντες. Η κατάθλιψη καί η απελπισία κτυπάει παντού καί όλες τίς κατηγορίες τών ανθρώπων. Ο Χριστός ήλθε στόν κόσμο γιά νά νικήση τόν θάνατο, τόν διάβολο, τήν αμαρτία καί αυτό τό μήνυμα διακηρύσσει η Εκκλησία καί αυτήν τήν ζωή προσφέρει στούς ανθρώπους. Επειδή, όμως, ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή καί σώμα γι’ αυτό η Εκκλησία ενδιαφέρεται καί γιά τά δύο, κατά κύριο λόγο γιά τά πνευματικά ζητήματα.
Εμείς, πάντως, πρέπει νά μάθουμε νά ζητάμε από τό Κράτος αυτό πού μπορεί νά μάς δώση καί από τήν Εκκλησία αυτό πού μπορεί νά μάς προσφέρη, καί όχι νά συγχέουμε τίς αρμοδιότητες, δηλαδή νά ζητάμε από τό Κράτος αυτό πού δίνει η Εκκλησία καί από τήν Εκκλησία αυτό πού πρέπει νά λάβουμε από τό Κράτος.
3. Ερώτηση: Η «κρίση» τών ηθικών αξιών πιστεύετε ότι συνέβαλε καθοριστικά στά πάσης φύσεως προβλήματα πού καλείται νά αντιμετωπίση ο Έλληνας;
Απάντηση: Φυσικά οι λεγόμενες «ηθικές αξίες» προκάλεσαν τήν κρίση, γιατί μιά ζωή χωρίς «ηθικές αξίες» καί αρχές, καταλήγει στήν αρχή «ο θάνατός σου η ζωή μου», «δίχως Θεό όλα επιτρέπονται». Τότε δημιουργείται ένας αμοραλισμός, ένας οπορτουνισμός, μιά απαξίωση τών άλλων καί τελικά μιά αλλοτρίωση δική μας. Όταν ο άνθρωπος γίνεται αιχμάλωτος μιάς ιδέας, καί μάλιστα φανταστικής ή απάνθρωπης, τότε θέτει μέσα στήν ζωή του τό σπέρμα τής καταστροφής.
Αυτό έδειξε ο Ντοστογιέφσκι σέ όλα τά έργα του. Ο υπεράνθρωπος τού Νίτσε, πού μεταξύ τών άλλων διακατεχόταν από τήν αρχή ότι «ο Θεός απέθανε» καί τίς αρχές τού ανελέητου πόθου τής εξουσίας, τής ζωής χωρίς ηθική, τής αναλγησίας στόν πόνο τών άλλων, οδήγησε στόν τρομερό δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο καί τό τρελλό λουτρό αίματος πού χύθηκε σέ όλη τήν ανθρωπότητα. Κάτω από κάθε τραγωδία κρύβεται μιά απάνθρωπη ιδεολογία, μιά κτηνώδης «ηθική».
Όμως πιστεύω ότι γιά μάς τούς Χριστιανούς τά σύγχρονα προβλήματα δέν είναι θέμα ηθικών αξιών, αλλά αρνήσεως νά τηρήσουμε τίς εντολές τού Χριστού, πού αναφέρονται στήν ολιγάρκεια, τήν κατά Θεόν πτωχεία, τήν αγάπη πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον, τήν αποδέσμευση από τόν μαμωνά. Τελικά, τό πρόβλημα πού προέκυψε, καί θά προκύπτη πάντα, είναι η έλλειψη ασκητικής. Στήν Εκκλησία δέν μιλάμε απλώς γιά ηθική, βάσει μιάς φιλοσοφικής δεοντολογίας, αλλά γιά ασκητική. Άν όλοι μάθουμε νά αρκούμαστε στά αναγκαία γιά τήν ζωή μας, άν μάθουμε νά εξαρτούμε τήν ζωή μας όχι από τό έχειν, αλλά από τό είναι, άν δώσουμε βαρύτητα στόν εσωτερικό εαυτό μας καί λύσουμε τό υπαρξιακό κενό, πού υπάρχει μέσα μας, τότε θά λύσουμε καί πολλά άλλα εξωτερικά προβλήματα πού μάς απασχολούν.
Έτσι, η απομάκρυνση από αυτές τίς βασικές αρχές τής Παράδοσής μας μάς οδήγησαν έως εδώ. Τουλάχιστον άς ανακάμψουμε, άς μετανοήσουμε, άς αλλάξουμε νού, δηλαδή άς στρέψουμε τόν νού μας στόν Θεό καί άς επαναλάβουμε τήν προσευχή τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά: «φώτισόν μου τό σκότος».
4. Ερώτηση: Οι άνθρωποι πού σάς επισκέπτονται τί είδος προβλήματα σάς θέτουν; Τί τούς «βασανίζει» περισσότερο καί τί τούς νουθετείτε νά κάνουν;
Απάντηση: Η Εκκλησία, όπως πάντα, είναι τό μόνο καταφύγιο-«αποκούμπι» στίς ευχάριστες καί δυσάρεστες στιγμές τής ζωής μας. Έχουμε από τά μικρά μας χρόνια προσωπική σχέση μέ τήν Εκκλησία. Μοιάζουμε, όπως έλεγε ένας αγιορείτης, σάν τά μικρά παιδιά πού παίζουν όλη τήν ημέρα έξω από τό σπίτι μέ τά χώματα, λερώνονται, αλλά όταν βραδυάζη καί τά φωνάζει η μητέρα τους, μπαίνουν στό σπίτι γιά νά αναπαυθούν, νά πλυθούν, νά φάγουν καί νά ξεκουρασθούν.
Αυτή είναι η Εκκλησία μας, είναι η μητρική αγκαλιά ακόμη καί γιά τά πιό ατίθασα παιδιά της, είναι η πατρική μας οικογένεια, τό πατρικό μας σπίτι. Είναι η πνευματική μας μήτρα πού μάς ζωογονεί, αρκεί νά μή σπάσουμε τόν ομφάλιο λώρο πού μάς συνδέει μαζί της. Όταν όλοι μάς απογοητεύουν, μάς πληγώνουν, μάς στενοχωρούν, η Εκκλησία μάς ζεσταίνει καί μάς παρηγορεί.
Καί σέ αυτές τίς δύσκολες ώρες πολλοί άνθρωποι έρχονται στά Γραφεία, στούς Ναούς. Ανοίγουν τήν καρδιά τους καί λένε τόν πόνο τους. Μερικές φορές κλαίνε καί διαμαρτύρονται, όπως τά παιδιά πού είναι πληγωμένα καί όταν συναντούν τήν μάνα τους πέφτουν στήν αγκαλιά της καί κλαίνε ή ακόμη καί ξεσπούν εναντίον της, ωσάν αυτή νά ευθύνεται γιά όσα περνούν. Καί εμείς, όπως η υπομονητική μάνα, απευθύνουμε παρακλητικούς λόγους, αφού τότε ο πονεμένος άνθρωπος θέλει ένα χάδι, έναν τρυφερό λόγο, μιά παρήγορη φωνή, καί στήν συνέχεια τούς βοηθάμε όσο μπορούμε καί στά κοινωνικά τους προβλήματα.
Βεβαίως, τούς συγχρόνους ανθρώπους βασανίζει η ανεργία καί η έλλειψη τών αναγκαίων γιά νά συντηρήσουν τήν οικογένειά τους. Αλλά κυρίως τούς βασανίζει η αδιαφορία τών άλλων, τών εχόντων καί κατεχόντων, η μή χρηστή διαχείρηση τών κοινών γιά τά οποία ευθύνονται, η αδράνεια νά ελέγχουν τά οικονομικά τής Χώρας. Ερωτούν: Γιατί αυτοί πού μάς διοικούσαν νά μή φροντίζουν γιά τήν οικονομία τής Χώρας, γιατί νά μήν είναι ειλικρινείς μέ τόν λαό, γιατί νά αφήσουν νά αδειάσουν τά ταμεία τού Κράτους; Πώς είναι δυνατόν τό Κράτος νά εισπράττη φόρους από τόν λαό 54 δισ. ευρώ, πού ουσιαστικά είναι ανταποδοτικοί, καί από αυτά νά δίνη τά 47 δισ. ευρώ γιά τούς τόκους πού οφείλει, οπότε νά ζούμε μόνο μέ 7 δισ. ευρώ; Ποιός ευθύνεται γι’ αυτήν τήν συμφορά; Γιατί άδειασαν τά ασφαλιστικά ταμεία; Ποιός ευθύνεται γι’ αυτό;
Αυτά καί άλλα πολλά λένε. Εμείς, πάντως, προσπαθούμε νά ανορθώσουμε τούς ανθρώπους ψυχολογικά καί πνευματικά, προσπαθούμε νά νοηματοδοτήσουμε τόν βίο τους, νά τούς κάνουμε νά συνειδητοποιήσουν ότι οι βασικές τους ανάγκες είναι κυρίως οι πνευματικές, αυτές στήν πραγματικότητα αναζητούν, έστω κι άν δέν τό καταλαβαίνουν. Φυσικά, κάνουμε ό,τι μπορούμε γιά νά τούς απαλύνουμε τόν πόνο από τήν οικονομική ανέχεια. Προσπαθούμε νά διοργανώσουμε τίς Ενορίες καί τούς «Συνδέσμους Αγάπης» γιά νά βοηθήσουν. Συμβουλεύω τούς οικογενειάρχες τουλάχιστον νά μαγειρεύουν μερικές μερίδες φαγητού περισσότερο από ό,τι έκαναν προηγουμένως, γιά νά τίς δίνουν σέ όσους έχουν ανάγκη στήν γειτονιά τους. Κάτι είναι καί αυτό.
5. Ερώτηση: Τό Τριώδιο είναι μιά ευκαιρία γιά τόν Χριστιανό νά κάνη ένα νέο ξεκίνημα στήν ζωή του;
Απάντηση: Έχετε δίκαιο όταν αναφέρεσθε στήν περίοδο τού Τριωδίου, μιά κατ’ εξοχήν πνευματική περίοδο, περίοδο μετανοίας, προσευχής καί αναθεώρησης πολλών πραγμάτων.
Μέ τήν έναρξη τού Τριωδίου αρχίζει μιά περίοδος πού φθάνει μέχρι τό Πάσχα καί από εκεί μέχρι τήν εορτή τών Αγίων Πάντων. Μάς δίνεται η δυνατότητα νά δούμε όλη τήν παγκόσμια ιστορία, πού άρχισε μέ τήν δημιουργία τού ανθρώπου, τήν πτώση του, τήν ενανθρώπηση τού Χριστού, τήν Σταύρωση καί Ανάστασή Του, τήν Πεντηκοστή καί τόν αγιασμό-θέωση τού ανθρώπου. Αυτή είναι στήν πραγματικότητα η εκκλησιαστική ιστορία, η οποία μάς δείχνει πώς μπορούμε νά εισέλθουμε στό Αγιολόγιο τής Εκκλησίας καί νά εορτάζουμε καί εμείς προσωπικά τήν εορτή τών Αγίων Πάντων.
Αυτή η παγκόσμια καί εκκλησιαστική ιστορία πρέπει νά γίνη καί προσωπική μας ιστορία πού εκτυλίσσεται στόν χώρο τής καρδιάς, μέ τίς πτώσεις καί τίς αναστάσεις, μέ τίς σταυρώσεις καί τίς απαρνήσεις, μέ τά πάθη καί τήν θεραπεία τους, μέ τήν προδοσία καί τήν αγάπη τού Νυμφίου, μέ τήν κάθοδο στόν Άδη καί τήν έγερση από τό μνήμα τής απελπισίας, μέ τήν απόγνωση καί τήν χαρά τής εμφανίσεως τού αναστάντος Χριστού, μέ τήν αναμονή καί τήν έλευση τού Αγίου Πνεύματος καί πολλά άλλα.
Αυτά είναι τά δικά μας πανηγύρια, δηλαδή είναι η προσπάθεια νά βγάζουμε τίς μάσκες τής υποκρισίας καί νά αποκτήσουμε τήν κατά Θεόν απλότητα, τό νά μεθέξουμε τού μυστηρίου τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως τού Χριστού.
6. Ερώτηση: Πώς σχολιάζετε τά όσα είπε πρόσφατα ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ περί μασωνίας καί εβραίων;
Απάντηση: Ποτέ δέν σχολιάζω απόψεις άλλων Αρχιερέων, πολύ δέ περισσότερο τίς απόψεις τού Σεβ. Μητροπολίτου Πειραιώς Σεραφείμ, ο οποίος γενικά διακρίνεται γιά τό ομολογιακό πνεύμα, τήν ειλικρίνεια καί τόν αυθορμητισμό του.
Πάντως, μού δίνετε τήν αφορμή νά πώ τήν άποψή μου γιά τό γεγονός ότι πολλοί, μεταξύ αυτών καί ο ομιλών, κάνουν τήν διάκριση μεταξύ θρησκείας καί Εκκλησίας.
Η θρησκεία στηρίζεται στήν μαγεία, τήν δεισιδαιμονία καί τόν μυστικισμό. Συνήθως οι άνθρωποι πού ανήκουν σέ μιά θρησκεία πιστεύουν σέ έναν ιδεατό, ανύπαρκτο, φανταστικό Θεό καί ουσιαστικά αυτό είναι αθεΐα, γιατί η πίστη σέ έναν Θεό πού δέν υπάρχει είναι αθεϊστική. Μιά τέτοια πίστη διαστρέφει τόν διανοητικό καί νοερό κόσμο τής ψυχής, δημιουργεί μίση, εχθρότητες, αντιπαλότητες καί εξάπτει τόν φονταμενταλισμό, τόν φανατισμό. Πρόκειται γιά μιά ψυχική, σωματική καί κοινωνική διαστροφή.
Αντίθετα, η Εκκλησία είναι μιά Κοινότητα πού πιστεύει καί λατρεύει έναν ζωντανό, υπαρκτό Θεό καί οι άνθρωποι μέσα σέ αυτήν αποκτούν αίσθηση τής υπάρξεώς Του, μέ τήν κάθαρση τής καρδιάς, τόν φωτισμό τού νού καί τήν θέωση. Η Εκκλησία είναι τό Σώμα τού Χριστού. Αυτή η εν Χριστώ κοινότητα είναι οικογένεια πού διατηρεί πραγματικές σχέσεις μέ τόν Θεό καί τόν άνθρωπο, είναι πνευματικό θεραπευτήριο πού θεραπεύει τόν πνευματικά ασθενή άνθρωπο.
Στήν Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκεται καί βιώνεται η εμπειρία τών Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων καί η αγωνιστικότητα τών μαρτύρων καί τών ασκητών. Μάλιστα, οι Αποστολικοί Πατέρες καί οι Πατέρες τού 4ου αιώνος διατύπωσαν τήν Αποκάλυψη τού Χριστού μέ τήν εβραϊκή καί ελληνική σκέψη, διέσωσαν τό καλύτερο πού συνάντησαν σέ αυτούς τούς πολιτισμούς. Έτσι, ο Χριστιανισμός παρουσιάσθηκε στήν ιστορία ως τό «τρίτο γένος», δηλαδή δέν έχει ούτε εβραϊκή ούτε ελληνική σκέψη, αλλά κάτι νέο. Έτσι, η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι υπερεθνική καί εναντίον κάθε εθνοφυλετισμού, ο οποίος έχει καταδικασθή από τήν Σύνοδο τού 1872 στήν Κωνσταντινούπολη ως αίρεση.
Όσοι έχουν περάσει μέσα από τήν λαίλαπα τών καταστροφικών θρησκειών καί σεκτών καί όσοι ζούν πραγματικά μέσα στήν Εκκλησία ως κοινότητα, οικογένεια καί θεραπευτήριο καταλαβαίνουν τήν διαφορά μεταξύ θρησκείας καί Εκκλησίας. Δέν μπορεί κανείς νά τό εξηγήση αυτό μέ λογικά επιχειρήματα. Ισχύει η αρχή: «Έρχου καί ίδε», «γεύσασθε καί ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος», «σχολάσατε καί γνώτε».
Πρέπει δέ νά τονίσω ότι, όταν διάφορες πολιτικές, οικονομικές ή εθνικιστικές δυνάμεις εκμεταλλεύωνται τίς θρησκείες, τότε αναφύονται χειρότερα προβλήματα, βασανίζονται πιό πολύ οι άνθρωποι καί οι κοινωνίες. Είναι τό ίδιο όταν οι λεγόμενες «Χριστιανοδημοκρατικές ή σοσιαλιστικές κομματικές παρατάξεις» εκμεταλλεύωνται τά όντως επαναστατικά λόγια τού Χριστού καί κάνουν τόν Χριστιανισμό ιδεολογία μέ πολιτικούς σκοπούς, οπότε αφυδατώνεται η αλήθεια τού Χριστού.
Έτσι, σεβόμαστε τίς θρησκείες καί τίς λατρείες τους, έστω κι άν δέν συμφωνούμε μέ αυτές, αλλά αρνούμαστε τούς ποικιλόμορφους καί επικίνδυνους «-ισμούς» πού εκμεταλλεύονται πολιτικά, κοινωνικά καί οικονομικά τά θρησκευτικά συναισθήματα τών ανθρώπων καί επιβάλλουν ποικιλώνυμες καί ποικιλότροπες δικτατορίες στό όνομα τού οποιουδήποτε Θεού.
7. Ερώτηση: Ο κόσμος μάς ρωτάει συχνά, μορφές όπως οι γέροντες Παΐσιος καί Πορφύριος υπάρχουν σήμερα;
Απάντηση: Ευτυχώς πού γνωρίσαμε τούς φωτισμένους όντως Γέροντες, τούς πατέρες Παΐσιο καί Πορφύριο καί άλλες σύγχρονες πατερικές μορφές, πού μάς έδειξαν τί είναι η Εκκλησία καί πώς αναδεικνύει ο Θεός, διά τής Εκκλησίας, τούς φίλους Του. Πολλοί από μάς αισθάνθηκαν κοντά τους τήν αγάπη τού Θεού. Αυτοί οι Γέροντες παρηγόρησαν χιλιάδες ανθρώπους καί μάλιστα σέ πολλές περιπτώσεις ανέπαυσαν τά πιό ατίθασα παιδιά τού Θεού. Πρέπει όμως νά φανούμε αντάξιοι αυτής τής δωρεάς.
Πάντως, εφ’ όσον υπάρχει ο Θεός καί η Εκκλησία, υπάρχουν πάντα τέτοιες άγιες μορφές. Όπως είπα προηγουμένως, οι άγιοι είναι γεννήματα τής Εκκλησίας, πέρασαν μέσα από τόν Σταυρό καί τήν Ανάσταση τού Χριστού, τήν Πεντηκοστή καί δίνουν τήν μαρτυρία τής νέας ζωής πού έφερε στόν κόσμο ο Θεός.
Αλλοίμονον άν δέν υπάρχουν καί σήμερα τέτοιες μορφές. Είναι σάν νά θεωρούμε ότι έπαυσε νά υπάρχη η Εκκλησία ή είναι στείρα καί δέν γεννά. Η αλήθεια είναι ότι, όταν θά παύσουν νά υπάρχουν άγιοι, τότε θά γίνη η Δευτέρα Παρουσία τού Χριστού.
Στό Άγιον Όρος υπάρχουν καί σήμερα πολλοί ευλογημένοι μοναχοί πού δοξάζουν τόν Θεό καί δοξάζονται από Αυτόν. Τό Άγιον Όρος εξακολουθεί νά είναι ένα μεγάλο φώς, πού, όταν τό βλέπουν, όσοι δέν διαθέτουν κατάλληλη όραση, τυφλώνονται καί νομίζουν ότι φταίνε οι μοναχοί πού μένουν εκεί. Αλλά καί εκτός τού Αγίου Όρους, στά Μοναστήρια καί τίς κοινωνίες υπάρχουν ευλογημένα παιδιά τού Θεού καί τής Εκκλησίας, πού φωτίζουν όσους καταλαβαίνουν καί έχουν ανάγκη.
Τό πρόβλημα είναι ότι δέν βλέπουμε εμείς τούς αγίους, δέν τούς αισθανόμαστε, δέν οσφραινόμαστε τήν παρουσία τους. Αυτό γίνεται γιατί δέν έχουμε αναζητήσεις υψηλές, δέν διαθέτουμε πνευματικές αισθήσεις γιά νά τούς αναγνωρίσουμε καί νά τούς ψηλαφήσουμε. Εφαρμόζεται καί σέ αυτήν τήν περίπτωση ο λόγος τού Χριστού: «Πάς γάρ ο αιτών λαμβάνει καί ο ζητών ευρίσκει καί τώ κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ. ζ', 8). Όσοι αναζητούν πραγματικά τόν Θεό καί τούς Αγίους, θά τούς συναντήσουν οπωσδήποτε, μάλλον αυτοί οι ίδιοι οι σύγχρονοι επιζώντες άγιοι θά πάνε γιά νά τούς βρούν καί νά τούς γεμίσουν μέ τά δώρα τού Θεού. Τέτοιος είναι ο δικός μας Θεός. Έρχεται μυστικά, τού αρέσει νά ανατρέπη όλα τά λογικά προγράμματα, φανερώνει τήν αγάπη Του, δυνατά, ξαφνικά καί εκπληκτικά σέ όσους πονούν καί Τόν αναζητούν. Μεθάει νηφάλια αυτούς πού αναζητούν «τόν καλόν οίνον», τό δυνατό κρασί.
(Δημοσιεύθηκε στό ηλεκτρονικό Περιοδικό –agioritikovima.gr– Φεβρουάριος 2011)