Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη των μεγάλων Πατέρων της, όπως ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, υπενθυμίζοντάς μας ότι αυτές οι σπουδαίες προσωπικότητες δεν λειτούργησαν με γνώμονα της επιτυχίας τους τον εαυτό τους και το χάρισμά τους, αλλά την μίμηση του Αρχιποίμενος Χριστού. Θέλει αληθινή ταπείνωση για έναν άνθρωπο να βγάλει από τον εαυτό του την ατομική προοπτική και ικανότητα ως βάση για την πορεία του και να επιλέξει την μίμηση κάποιου προτύπου. Ίσως κάποιοι να παρατηρήσουν ότι όταν μιμείται κάποιος έναν άνθρωπο, τότε δεν του δίδονται οι δυνατότητες να αναπτύξει τα δικά του προσόντα, αλλά παραμένει προσκολλημένος στο πρότυπό του, με αποτέλεσμα να μην είναι ελεύθερος. Το παράδοξο όμως για τους Πατέρες της Εκκλησίας είναι ότι δεν μιμούνται έναν άνθρωπο, αλλά τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό. Και μέσα από αυτή την μίμηση ο άνθρωπος εναποθέτοντας την ελευθερία του στα χέρια του προτύπου του, την αποκτά ως αντίδωρο αληθινής αγάπης. Όποιος δεν έχει θέλημα και κάνει θέλημά του το θέλημα του Θεού, στην ουσία πραγματοποιεί το θέλημά του, γιατί άφησε να γίνεται πράξη το θέλημα του Θεού που το εμπιστεύθηκε για δικό του και ζει τη χαρά της κατά Θεόν ελευθερίας.
Η μίμηση του Χριστού πηγάζει από την επιλογή του ανθρώπου να έχει σχέση μαζί Του. Και είναι οντολογική αυτή η σχέση, η οποία έχει ως χαρακτηριστικά εκείνα της αρχιερωσύνης του Χριστού, που δεν είναι επίκτητα, αλλά ενυπάρχουν στο Χριστό εξαιτίας της κοινωνίας της ανθρώπινης φύσης με τη θεία. Ο Απόστολος Παύλος, μάλιστα, παραθέτει ορισμένα χαρακτηριστικά αυτής της αρχιερωσύνης (Εβρ. 7,26), που αποτελούν τη βάση της μίμησης και για τον άνθρωπο.
Ο Χριστός είναι όσιος αρχιερέας. Αυτό σημαίνει ότι έχει ως χαρακτηριστικό του την αγιότητα. Δεν μπορεί να τον κατηγορήσει κανείς για αμαρτία, για στοιχείο ζωής που τον χωρίζει από τον Θεό-Πατέρα. Ο άνθρωπος αρχιερέας από μόνος του δεν μπορεί να είναι όσιος, με την έννοια ότι έχει να πολεμήσει με τις επιθέσεις των παθών και του διαβόλου, χαρακτηριστικό του εγωκεντρικού θελήματος και της μη αυτονόητης κοινωνίας κατά φύσιν με το Θεό, η οποία είναι ζητούμενο της ύπαρξης και κατά χάριν δωρεά και ιδίωμα. Αυτόν τον δρόμο της αγιότητας ακολούθησαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Έχοντας στην ύπαρξή τους διαρκή την αίσθηση της μετάνοιας, ακόμη και για τον ελάχιστο λογισμό τους, είλκυσαν την χάρη του Θεού και διατήρησαν την αρχιερωσύνη τους αγία, για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν ήταν δική τους κατάκτηση, αλλά δωρεά του Θεού εν τη Εκκλησία. Μετάνοια και ασκητικότητα είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Ο Χριστός είναι άκακος αρχιερέας. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει για εμπάθεια, για χρήση της ιδιότητας προς ίδιον όφελος. Συγχώρεσε και τους εχθρούς Του, τους αμφισβητίες της υπόστασής Του, όλους εκείνους που αρνήθηκαν τη χάρη Του. Και αυτή η συγγνώμη παρατείνεται εις τους αιώνας. Απομένει σε όσους στάθηκαν και στέκονται απέναντι να την εκτιμήσουν και να την αποδεχτούν, για να γίνουν παιδιά του Αρχιποίμενος. Ο άνθρωπος αρχιερέας, με τη βοήθεια του Χριστού, της πίστης και της ζωής της Εκκλησίας, επιλέγει κι αυτός την αγάπη που γίνεται θυσία, αλλά και τη συγχωρητικότητα προς όποιον τον βλάπτει, τον αμφισβητεί, αρνείται την αποστολή του, τον κάνει να υποφέρει ως άνθρωπος. Δεν επιλέγει τι συμφέρει τον ίδιο, αλλά θυσιάζει την ζωή του υπέρ του ποιμνίου του. Θυσία και συγγνώμη είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Ο Χριστός είναι αμίαντος αρχιερέας. Είναι δηλαδή αψεγάδιαστος και τέλειος. Αυτή η τελειότητα πηγάζει από την αγάπη και τη χαρά της κοινωνίας με τον Πατέρα, αλλά και την αγάπη και χαρά της κοινωνίας με την ανθρώπινη φύση που προσέλαβε, αλλά και τον άνθρωπο-πλησίον, δηλαδή το κάθε πρόσωπο, ακόμη και τους αντιθέτους, τους αδιάφορους, τους αδύναμους στην πίστη, όσους έχουν επιλέξει την αμαρτία. Ο άνθρωπος αρχιερέας, μέσα από την κοινωνία με το Χριστό, έχει την αίσθηση της αποστολής ως βάση της ζωής του και χαίρεται, ακόμη και με τους σταυρούς που σηκώνει χάριν των άλλων. Είναι η σχέση με το Χριστό που του δίδει χαρά και αγάπη και η οποία αίρει και την λύπη από τις κατά άνθρωπον πίκρες και απογοητεύσεις. Είναι η προσευχή ενώπιον του Θεού, η μελέτη, δηλαδή η πνευματική τροφή μέσα από το λόγο του Ευαγγελίου, η ασκητική ζωή, η αγάπη έναντι των ανθρώπων, που δεν καθηλώνει τον άνθρωπο αρχιερέα στην μετριότητα, αλλά τον κάνει διαρκώς να ανανεώνεται για να παραμείνει δεκτικός της αγάπης του Θεού. Αποστολή, χαρά και αγάπη είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Ο Χριστός είναι κεχωρισμένος των αμαρτωλών αρχιερέας και ανεβαίνει στον ουρανό. Είναι στη γη και ταυτόχρονα δεν έχει χωριστεί από τον Πατέρα και το Πνεύμα εν ουρανοίς. Είναι ανάμεσα στους αμαρτωλούς, αλλά δεν υποτάσσεται στην αμαρτία, δείχνοντας στους ανθρώπους την οδό της Βασιλείας του Θεού. Ο άνθρωπος αρχιερέας, μέσα από το χάρισμα και την κλήση του, αγωνίζεται να δώσει και στον εαυτό του και στο ποίμνιό του το βίωμα της ανόδου προς το Θεό, της εργασίας σ’ αυτή τη γη με την προοπτική της αιωνιότητας και τους καλεί στο όραμα της Βασιλείας που ήδη έχει έρθει εντός μας, με το λόγο και τα έργα. Κυρίως όμως με την πίστη ότι υπάρχει ελπίδα, που είναι ο Χριστός, ότι ο θάνατος δεν είναι το τέρμα, αλλά η αρχή της αιωνιότητας, ότι τα πάντα μπορούν να λειτουργήσουν με την προοπτική της ανόδου στο Θεό. Και, ταυτόχρονα, παραμένει ανυπότακτος στο φρόνημα της αμαρτίας και του συμβιβασμού του κόσμου. Άνοδος προς το Θεό της ύπαρξης και διάκριση από την αμαρτία και το κοσμικό φρόνημα είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Αυτή την πορεία χάραξε στη ζωή του ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Άνθρωπος μετανοίας και ασκητικότητας, άνθρωπος που παρά τους κόπους, τα βάσανα, τις εξορίες, την αμφισβήτηση, τόσο από τους συνεπισκόπους του στην Εκκλησία, όσο και από τους ισχυρούς της εξουσίας, θα δοξάζει το Θεό μέχρι το τέλος της ζωής του, συγχωρώντας όλους όσους τον ταλαιπώρησαν και τον οδήγησαν στο θάνατο, άνθρωπος που μιλούσε στο λαό του για το Θεό, για τη Γραφή, για το ήθος, την αρετή, τον πνευματικό αγώνα, ερμηνεύοντας τις Γραφές και καθοδηγώντας το ποίμνιό του στη Βασιλεία του Θεού κι αυτό με τη χαρά να πλημμυρίζει την ύπαρξή του, είτε είχε να απευθυνθεί στον ταπεινό νεωκόρο του ναού είτε σε χιλιάδες ακροατών, γιατί μιλούσε για το Χριστό που αγαπούσε, άνθρωπος που λειτουργούσε στη ζωή του, ανέβαινε στο Θεό και ανέβαζε και άλλους μαζί του, αλλά και άνθρωπος που διέκρινε την αμαρτία και το κακό και έθετε το όριο το οποίο έδειχνε τι θέλει ο Θεός και τι όχι, χωρίς φόβο για τη ζωή του, αναδείχτηκε μεγάλος Πατήρ της Εκκλησίας, Αρχιερεύς και Οικουμενικός Διδάσκαλος. Και καλούμαστε όλοι μας να μελετούμε το ήθος και τα γραπτά του, αλλά και να εμπνεόμαστε στη ζωή μας από το παράδειγμά του, ιδίως οι ποιμένες της Εκκλησίας.
Ζούμε σε μια εποχή που δεν έχουμε ηγέτες. Αυτή η έλλειψη είναι ολοφάνερη στη νοοτροπία όλων των χώρων της κοινωνίας. Διαχειριστές έχουμε και ενίοτε και υπηρέτες αλλότριων ή ίδιων συμφερόντων. Μορφές όπως αυτή του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελούν πρότυπα μίμησης Χριστού, πρότυπα αφύπνισης και αλλαγής ζωής. Και αν οι ηγεσίες μας δεν μπορούν να εμπνευσθούν, ας τις φυλάξει ο καθένας από εμάς στην καρδιά του και ας τους μιμηθεί, μιμούμενος τελικά τον ίδιο το Χριστό, προς τον Οποίο καταδεικνύει η πατερική ζωή. Και ο Κύριος θα μας δείξει δρόμο και ελπίδα. Μεταμορφούμενοι μέσα από τη σχέση μας με το Χριστό, θα ελευθερωθούμε εντός μας. Από και πέρα δεν θα είναι δύσκολη και η εξωτερική ελευθερία από κάθε καταναγκασμό, κυριαρχία και επιβουλή.
Κλείνοντας, θα παραθέσουμε δύο λόγους του αγίου (σε μετάφραση Β. Χαρώνη και Ουρ . Λαναρά, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Ιωάννου Χρυσοστόμου, Αθήνα 1995, τόμος Γ’ , σελ. 78-83) που δείχνουν την ηθική κρίση, η οποία δε γνωρίζει εποχή, όταν οι άνθρωποι έχουν νοοτροπία που αφίσταται της σχέσης με το Χριστό, της μίμησης του Χριστού:
«Επιτρέπει ο Θεός να τραντάζεται η γη, αλλά δεν την καταστρέφει, σείει δυνατά τα πάντα με το σεισμό, αλλά δεν τα κατεδαφίζει, για να μας οδηγήσει στην μετάνοια. Τόσο μεγάλο είναι το πέλαγος της ευσπλαχνίας Του. Γιατί είδε να παραβαίνουμε τις εντολές Του και να Τον πικραίνουμε υπερβολικά. Είδε την επιθυμία μας να αρπάζουμε την ξένη περιουσία, είδε ότι χτίζαμε το ένα σπίτι κοντά στο άλλο και ότι επλησιάζαμε το ένα χωράφι κοντά στο άλλο, με σκοπό να κλέψουμε το διπλανό μας. Είδε ότι δεν ελεούσαμε τα ορφανά και αδιαφορούσαμε για τις χήρες. Είδε τους δασκάλους να κάνουν τα αντίθετα από εκείνα που εδίδασκαν. Είδε μαθητές να προσβάλουν τις σεμνές τελετές της Εκκλησίας με αταξίες που αρμόζουν σε θέατρα. Είδε να ζούμε μέσα στην κακία και να κινούμαστε από φθόνο. Είδε να προσθέτουμε στο φθόνο και την πονηρία. Είδε τις καταιγίδες της υποκρισίας να βυθίζουν σαν βάρκες τους απονήρευτους. Είδε να φονεύουμε σκόπιμα. Είδε ότι αδικούσαμε όσο μπορούσαμε περισσότερο. Είδε να ναυαγεί η αγάπη και να προκόβει η απάτη στο πέλαγος της ζωής. Είδε να αποσκιρτούμε από την αλήθεια και να καταφεύγουμε πρόθυμα στο ψέμα. Και για συνοψίσουμε, είδε να υπηρετούμε τον πλούτο και όχι τον Κύριο» (Εις άγιον Βάσσον, 1, MG 50, 721).
Είναι περιγραφή και της εποχής μας ή όχι;
«Αλίμονο σε κείνους που λένε το κακό καλό και το καλό κακό. Σε κείνου που παρουσιάζουν το φως ως σκοτάδι και το σκοτάδι ως φως. Σε κείνους που προβάλλουν το γλυκό ως πικρό και το πικρό ως γλυκό. Θα αφαιρέσω λοιπόν, λέει ο Θεός, για την ανομία σας από ανάμεσά σας κάθε ισχυρό άνδρα και δυνατή γυναίκα και κάθε άνθρωπο πολεμιστή και δικαστή και κάθε προφήτη και άνθρωπο συνετό. Δεν είναι δε μικρό είδος οργής να στερηθούν και τις προφητείες. Μαζί δε με τον προφήτη, λέγει, θα αφαιρέσει και κάθε στοχαστή. Εδώ μου φαίνεται στοχαστή ονομάζει εκείνον που από τη μεγάλη του σύνεση και από την ίδια την πείρα των πραγμάτων, δίνει σοφές συμβουλές για τα μέλλοντα. Και θα αφαιρέσω ακόμη και κάθε έμπειρο πρεσβύτερο και πεντηκόνταρχο. Πρεσβύτερο δεν ονομάζει απλά αυτόν που έχει γεράσει, αλλά αυτόν που μαζί με τα άσπρα μαλλιά του διατηρεί και την πρέπουσα σύνεση. Και όταν λέει πεντηκόνταρχο εννοεί όλους τους άρχοντες. Και άρχοντας είναι αυτός που είναι εμπειρογνώμων και γνώστης πολλών και που γνωρίζει να διευθετεί με σύνεση όλες τις υποθέσεις της πόλεως. Και μαζί μ’ αυτούς θα αφαιρέσει και κάθε συνετό ακροατή. Γιατί αν αυτό απουσιάζει, ακόμη κι αν υπάρχουν όλα τα άλλα , τίποτε πλέον δεν υπάρχει στις πόλεις, κι αν κόμη υπάρχουν προφήτες, σύμβουλοι, άρχοντες, αν δεν υπάρχει κανένας που να μπορεί να ακούσει, όλα είναι άσκοπα και μάταια. Εγώ νομίζω ότι εδώ το ‘θα αφαιρέσω’ που λέει ο Θεός , το λέγει με τη σημασία του θα εγκαταλείψω και θα αφήσω , όπως ακριβώς λέει ο Απόστολος Παύλος: ‘τους εγκατέλειψε ο Θεός, ώστε να παραδοθούν σε νου ανίκανο να διακρίνει το ορθό’, όχι για να δείξει αυτό, ότι δηλαδή τους έριξε σε παράνοια, αλλά τους εγκατέλειψε και τους άφησε να είναι ανόητοι. Και θα τοποθετήσω σ’ αυτούς νεαρούς άρχοντες, λέει ο Θεός. Αυτό είναι χειρότερο και φοβερότερο από την αναρχία. Γιατί εκείνος που δεν έχει άρχοντα, έχει στερηθεί εκείνον που θα τον οδηγήσει, ενώ εκείνος που έχει κακό άρχοντα, έχει εκείνον που τον σπρώχνει στους γκρεμούς. Και θα επιτρέψω σε απατεώνες να τους εξουσιάσουν, λέει ο Θεός. Απατεώνες ονομάζει τους είρωνες, τους κόλακες, εκείνους που με τα γλυκά τους λόγια παραδίδουν τους ανθρώπους στο κακό και τον διάβολο. Και θα συμπλακεί ο λαός και ο ένας άνθρωπος θα ορμήσει εναντίον του άλλου και ο άλλος θα ορμήσει εναντίον του πλησίον του, λέει ο Θεός. Όπως ακριβώς δηλαδή αν τα ξύλα που συγκρατούν τις οικοδομές σαπίσουν ή αφαιρεθούν, κατ’ ανάγκην οι τοίχοι γκρεμίζονται, αφού τίποτε δεν υπάρχει που να τους συγκρατεί, έτσι και αυτοί για τους οποίους προηγουμένως μιλήσαμε, αφού αφαιρέθηκαν άρχοντες, σύμβουλοι, δικαστές και προφήτες, δεν υπήρχε τίποτε που να εμπόδιζε το λαό να διασπασθεί και να δημιουργηθεί μεγάλη σύγχυση. Θα αυθαδιάσει το παιδί προς το γέροντα και ο ανέντιμος προς τον έντιμο, λέει και πάλι ο Θεός. Γιατί όταν περιφρονούνται τα γηρατειά από τους νέους, οι δε ανάξιοι και αποδοκιμασμένοι περιφρονούν εκείνους, που προηγουμένως ήταν αξιοσέβαστοι, η πόλη αυτή δεν είναι δυνατόν να βρίσκεται σε καθόλου καλύτερη κατάσταση από εκείνη που καταφεύγει σε μάντεις» (Εις Ησαΐαν, κεφ. Γ’, 1,2,3,4, ΕΠΕ 8, 304-306-308-310-314-316-MG 56, 40-44).
Ίσως τελικά δεν είναι τυχαίο το ότι έχουμε στερηθεί ηγέτες σε όλους τους χώρους και πρέπει να ξαναδούμε τις πνευματικές ρίζες της κρίσης. Ο άγιος πάντως μας προτρέπει σε μετάνοια και υπέρβαση της ανομίας μας. Ας τον ακούσουμε.
Η μίμηση του Χριστού πηγάζει από την επιλογή του ανθρώπου να έχει σχέση μαζί Του. Και είναι οντολογική αυτή η σχέση, η οποία έχει ως χαρακτηριστικά εκείνα της αρχιερωσύνης του Χριστού, που δεν είναι επίκτητα, αλλά ενυπάρχουν στο Χριστό εξαιτίας της κοινωνίας της ανθρώπινης φύσης με τη θεία. Ο Απόστολος Παύλος, μάλιστα, παραθέτει ορισμένα χαρακτηριστικά αυτής της αρχιερωσύνης (Εβρ. 7,26), που αποτελούν τη βάση της μίμησης και για τον άνθρωπο.
Ο Χριστός είναι όσιος αρχιερέας. Αυτό σημαίνει ότι έχει ως χαρακτηριστικό του την αγιότητα. Δεν μπορεί να τον κατηγορήσει κανείς για αμαρτία, για στοιχείο ζωής που τον χωρίζει από τον Θεό-Πατέρα. Ο άνθρωπος αρχιερέας από μόνος του δεν μπορεί να είναι όσιος, με την έννοια ότι έχει να πολεμήσει με τις επιθέσεις των παθών και του διαβόλου, χαρακτηριστικό του εγωκεντρικού θελήματος και της μη αυτονόητης κοινωνίας κατά φύσιν με το Θεό, η οποία είναι ζητούμενο της ύπαρξης και κατά χάριν δωρεά και ιδίωμα. Αυτόν τον δρόμο της αγιότητας ακολούθησαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Έχοντας στην ύπαρξή τους διαρκή την αίσθηση της μετάνοιας, ακόμη και για τον ελάχιστο λογισμό τους, είλκυσαν την χάρη του Θεού και διατήρησαν την αρχιερωσύνη τους αγία, για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν ήταν δική τους κατάκτηση, αλλά δωρεά του Θεού εν τη Εκκλησία. Μετάνοια και ασκητικότητα είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Ο Χριστός είναι άκακος αρχιερέας. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει για εμπάθεια, για χρήση της ιδιότητας προς ίδιον όφελος. Συγχώρεσε και τους εχθρούς Του, τους αμφισβητίες της υπόστασής Του, όλους εκείνους που αρνήθηκαν τη χάρη Του. Και αυτή η συγγνώμη παρατείνεται εις τους αιώνας. Απομένει σε όσους στάθηκαν και στέκονται απέναντι να την εκτιμήσουν και να την αποδεχτούν, για να γίνουν παιδιά του Αρχιποίμενος. Ο άνθρωπος αρχιερέας, με τη βοήθεια του Χριστού, της πίστης και της ζωής της Εκκλησίας, επιλέγει κι αυτός την αγάπη που γίνεται θυσία, αλλά και τη συγχωρητικότητα προς όποιον τον βλάπτει, τον αμφισβητεί, αρνείται την αποστολή του, τον κάνει να υποφέρει ως άνθρωπος. Δεν επιλέγει τι συμφέρει τον ίδιο, αλλά θυσιάζει την ζωή του υπέρ του ποιμνίου του. Θυσία και συγγνώμη είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Ο Χριστός είναι αμίαντος αρχιερέας. Είναι δηλαδή αψεγάδιαστος και τέλειος. Αυτή η τελειότητα πηγάζει από την αγάπη και τη χαρά της κοινωνίας με τον Πατέρα, αλλά και την αγάπη και χαρά της κοινωνίας με την ανθρώπινη φύση που προσέλαβε, αλλά και τον άνθρωπο-πλησίον, δηλαδή το κάθε πρόσωπο, ακόμη και τους αντιθέτους, τους αδιάφορους, τους αδύναμους στην πίστη, όσους έχουν επιλέξει την αμαρτία. Ο άνθρωπος αρχιερέας, μέσα από την κοινωνία με το Χριστό, έχει την αίσθηση της αποστολής ως βάση της ζωής του και χαίρεται, ακόμη και με τους σταυρούς που σηκώνει χάριν των άλλων. Είναι η σχέση με το Χριστό που του δίδει χαρά και αγάπη και η οποία αίρει και την λύπη από τις κατά άνθρωπον πίκρες και απογοητεύσεις. Είναι η προσευχή ενώπιον του Θεού, η μελέτη, δηλαδή η πνευματική τροφή μέσα από το λόγο του Ευαγγελίου, η ασκητική ζωή, η αγάπη έναντι των ανθρώπων, που δεν καθηλώνει τον άνθρωπο αρχιερέα στην μετριότητα, αλλά τον κάνει διαρκώς να ανανεώνεται για να παραμείνει δεκτικός της αγάπης του Θεού. Αποστολή, χαρά και αγάπη είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Ο Χριστός είναι κεχωρισμένος των αμαρτωλών αρχιερέας και ανεβαίνει στον ουρανό. Είναι στη γη και ταυτόχρονα δεν έχει χωριστεί από τον Πατέρα και το Πνεύμα εν ουρανοίς. Είναι ανάμεσα στους αμαρτωλούς, αλλά δεν υποτάσσεται στην αμαρτία, δείχνοντας στους ανθρώπους την οδό της Βασιλείας του Θεού. Ο άνθρωπος αρχιερέας, μέσα από το χάρισμα και την κλήση του, αγωνίζεται να δώσει και στον εαυτό του και στο ποίμνιό του το βίωμα της ανόδου προς το Θεό, της εργασίας σ’ αυτή τη γη με την προοπτική της αιωνιότητας και τους καλεί στο όραμα της Βασιλείας που ήδη έχει έρθει εντός μας, με το λόγο και τα έργα. Κυρίως όμως με την πίστη ότι υπάρχει ελπίδα, που είναι ο Χριστός, ότι ο θάνατος δεν είναι το τέρμα, αλλά η αρχή της αιωνιότητας, ότι τα πάντα μπορούν να λειτουργήσουν με την προοπτική της ανόδου στο Θεό. Και, ταυτόχρονα, παραμένει ανυπότακτος στο φρόνημα της αμαρτίας και του συμβιβασμού του κόσμου. Άνοδος προς το Θεό της ύπαρξης και διάκριση από την αμαρτία και το κοσμικό φρόνημα είναι οι δρόμοι της μίμησης του Χριστού.
Αυτή την πορεία χάραξε στη ζωή του ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Άνθρωπος μετανοίας και ασκητικότητας, άνθρωπος που παρά τους κόπους, τα βάσανα, τις εξορίες, την αμφισβήτηση, τόσο από τους συνεπισκόπους του στην Εκκλησία, όσο και από τους ισχυρούς της εξουσίας, θα δοξάζει το Θεό μέχρι το τέλος της ζωής του, συγχωρώντας όλους όσους τον ταλαιπώρησαν και τον οδήγησαν στο θάνατο, άνθρωπος που μιλούσε στο λαό του για το Θεό, για τη Γραφή, για το ήθος, την αρετή, τον πνευματικό αγώνα, ερμηνεύοντας τις Γραφές και καθοδηγώντας το ποίμνιό του στη Βασιλεία του Θεού κι αυτό με τη χαρά να πλημμυρίζει την ύπαρξή του, είτε είχε να απευθυνθεί στον ταπεινό νεωκόρο του ναού είτε σε χιλιάδες ακροατών, γιατί μιλούσε για το Χριστό που αγαπούσε, άνθρωπος που λειτουργούσε στη ζωή του, ανέβαινε στο Θεό και ανέβαζε και άλλους μαζί του, αλλά και άνθρωπος που διέκρινε την αμαρτία και το κακό και έθετε το όριο το οποίο έδειχνε τι θέλει ο Θεός και τι όχι, χωρίς φόβο για τη ζωή του, αναδείχτηκε μεγάλος Πατήρ της Εκκλησίας, Αρχιερεύς και Οικουμενικός Διδάσκαλος. Και καλούμαστε όλοι μας να μελετούμε το ήθος και τα γραπτά του, αλλά και να εμπνεόμαστε στη ζωή μας από το παράδειγμά του, ιδίως οι ποιμένες της Εκκλησίας.
Ζούμε σε μια εποχή που δεν έχουμε ηγέτες. Αυτή η έλλειψη είναι ολοφάνερη στη νοοτροπία όλων των χώρων της κοινωνίας. Διαχειριστές έχουμε και ενίοτε και υπηρέτες αλλότριων ή ίδιων συμφερόντων. Μορφές όπως αυτή του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελούν πρότυπα μίμησης Χριστού, πρότυπα αφύπνισης και αλλαγής ζωής. Και αν οι ηγεσίες μας δεν μπορούν να εμπνευσθούν, ας τις φυλάξει ο καθένας από εμάς στην καρδιά του και ας τους μιμηθεί, μιμούμενος τελικά τον ίδιο το Χριστό, προς τον Οποίο καταδεικνύει η πατερική ζωή. Και ο Κύριος θα μας δείξει δρόμο και ελπίδα. Μεταμορφούμενοι μέσα από τη σχέση μας με το Χριστό, θα ελευθερωθούμε εντός μας. Από και πέρα δεν θα είναι δύσκολη και η εξωτερική ελευθερία από κάθε καταναγκασμό, κυριαρχία και επιβουλή.
Κλείνοντας, θα παραθέσουμε δύο λόγους του αγίου (σε μετάφραση Β. Χαρώνη και Ουρ . Λαναρά, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Ιωάννου Χρυσοστόμου, Αθήνα 1995, τόμος Γ’ , σελ. 78-83) που δείχνουν την ηθική κρίση, η οποία δε γνωρίζει εποχή, όταν οι άνθρωποι έχουν νοοτροπία που αφίσταται της σχέσης με το Χριστό, της μίμησης του Χριστού:
«Επιτρέπει ο Θεός να τραντάζεται η γη, αλλά δεν την καταστρέφει, σείει δυνατά τα πάντα με το σεισμό, αλλά δεν τα κατεδαφίζει, για να μας οδηγήσει στην μετάνοια. Τόσο μεγάλο είναι το πέλαγος της ευσπλαχνίας Του. Γιατί είδε να παραβαίνουμε τις εντολές Του και να Τον πικραίνουμε υπερβολικά. Είδε την επιθυμία μας να αρπάζουμε την ξένη περιουσία, είδε ότι χτίζαμε το ένα σπίτι κοντά στο άλλο και ότι επλησιάζαμε το ένα χωράφι κοντά στο άλλο, με σκοπό να κλέψουμε το διπλανό μας. Είδε ότι δεν ελεούσαμε τα ορφανά και αδιαφορούσαμε για τις χήρες. Είδε τους δασκάλους να κάνουν τα αντίθετα από εκείνα που εδίδασκαν. Είδε μαθητές να προσβάλουν τις σεμνές τελετές της Εκκλησίας με αταξίες που αρμόζουν σε θέατρα. Είδε να ζούμε μέσα στην κακία και να κινούμαστε από φθόνο. Είδε να προσθέτουμε στο φθόνο και την πονηρία. Είδε τις καταιγίδες της υποκρισίας να βυθίζουν σαν βάρκες τους απονήρευτους. Είδε να φονεύουμε σκόπιμα. Είδε ότι αδικούσαμε όσο μπορούσαμε περισσότερο. Είδε να ναυαγεί η αγάπη και να προκόβει η απάτη στο πέλαγος της ζωής. Είδε να αποσκιρτούμε από την αλήθεια και να καταφεύγουμε πρόθυμα στο ψέμα. Και για συνοψίσουμε, είδε να υπηρετούμε τον πλούτο και όχι τον Κύριο» (Εις άγιον Βάσσον, 1, MG 50, 721).
Είναι περιγραφή και της εποχής μας ή όχι;
«Αλίμονο σε κείνους που λένε το κακό καλό και το καλό κακό. Σε κείνου που παρουσιάζουν το φως ως σκοτάδι και το σκοτάδι ως φως. Σε κείνους που προβάλλουν το γλυκό ως πικρό και το πικρό ως γλυκό. Θα αφαιρέσω λοιπόν, λέει ο Θεός, για την ανομία σας από ανάμεσά σας κάθε ισχυρό άνδρα και δυνατή γυναίκα και κάθε άνθρωπο πολεμιστή και δικαστή και κάθε προφήτη και άνθρωπο συνετό. Δεν είναι δε μικρό είδος οργής να στερηθούν και τις προφητείες. Μαζί δε με τον προφήτη, λέγει, θα αφαιρέσει και κάθε στοχαστή. Εδώ μου φαίνεται στοχαστή ονομάζει εκείνον που από τη μεγάλη του σύνεση και από την ίδια την πείρα των πραγμάτων, δίνει σοφές συμβουλές για τα μέλλοντα. Και θα αφαιρέσω ακόμη και κάθε έμπειρο πρεσβύτερο και πεντηκόνταρχο. Πρεσβύτερο δεν ονομάζει απλά αυτόν που έχει γεράσει, αλλά αυτόν που μαζί με τα άσπρα μαλλιά του διατηρεί και την πρέπουσα σύνεση. Και όταν λέει πεντηκόνταρχο εννοεί όλους τους άρχοντες. Και άρχοντας είναι αυτός που είναι εμπειρογνώμων και γνώστης πολλών και που γνωρίζει να διευθετεί με σύνεση όλες τις υποθέσεις της πόλεως. Και μαζί μ’ αυτούς θα αφαιρέσει και κάθε συνετό ακροατή. Γιατί αν αυτό απουσιάζει, ακόμη κι αν υπάρχουν όλα τα άλλα , τίποτε πλέον δεν υπάρχει στις πόλεις, κι αν κόμη υπάρχουν προφήτες, σύμβουλοι, άρχοντες, αν δεν υπάρχει κανένας που να μπορεί να ακούσει, όλα είναι άσκοπα και μάταια. Εγώ νομίζω ότι εδώ το ‘θα αφαιρέσω’ που λέει ο Θεός , το λέγει με τη σημασία του θα εγκαταλείψω και θα αφήσω , όπως ακριβώς λέει ο Απόστολος Παύλος: ‘τους εγκατέλειψε ο Θεός, ώστε να παραδοθούν σε νου ανίκανο να διακρίνει το ορθό’, όχι για να δείξει αυτό, ότι δηλαδή τους έριξε σε παράνοια, αλλά τους εγκατέλειψε και τους άφησε να είναι ανόητοι. Και θα τοποθετήσω σ’ αυτούς νεαρούς άρχοντες, λέει ο Θεός. Αυτό είναι χειρότερο και φοβερότερο από την αναρχία. Γιατί εκείνος που δεν έχει άρχοντα, έχει στερηθεί εκείνον που θα τον οδηγήσει, ενώ εκείνος που έχει κακό άρχοντα, έχει εκείνον που τον σπρώχνει στους γκρεμούς. Και θα επιτρέψω σε απατεώνες να τους εξουσιάσουν, λέει ο Θεός. Απατεώνες ονομάζει τους είρωνες, τους κόλακες, εκείνους που με τα γλυκά τους λόγια παραδίδουν τους ανθρώπους στο κακό και τον διάβολο. Και θα συμπλακεί ο λαός και ο ένας άνθρωπος θα ορμήσει εναντίον του άλλου και ο άλλος θα ορμήσει εναντίον του πλησίον του, λέει ο Θεός. Όπως ακριβώς δηλαδή αν τα ξύλα που συγκρατούν τις οικοδομές σαπίσουν ή αφαιρεθούν, κατ’ ανάγκην οι τοίχοι γκρεμίζονται, αφού τίποτε δεν υπάρχει που να τους συγκρατεί, έτσι και αυτοί για τους οποίους προηγουμένως μιλήσαμε, αφού αφαιρέθηκαν άρχοντες, σύμβουλοι, δικαστές και προφήτες, δεν υπήρχε τίποτε που να εμπόδιζε το λαό να διασπασθεί και να δημιουργηθεί μεγάλη σύγχυση. Θα αυθαδιάσει το παιδί προς το γέροντα και ο ανέντιμος προς τον έντιμο, λέει και πάλι ο Θεός. Γιατί όταν περιφρονούνται τα γηρατειά από τους νέους, οι δε ανάξιοι και αποδοκιμασμένοι περιφρονούν εκείνους, που προηγουμένως ήταν αξιοσέβαστοι, η πόλη αυτή δεν είναι δυνατόν να βρίσκεται σε καθόλου καλύτερη κατάσταση από εκείνη που καταφεύγει σε μάντεις» (Εις Ησαΐαν, κεφ. Γ’, 1,2,3,4, ΕΠΕ 8, 304-306-308-310-314-316-MG 56, 40-44).
Ίσως τελικά δεν είναι τυχαίο το ότι έχουμε στερηθεί ηγέτες σε όλους τους χώρους και πρέπει να ξαναδούμε τις πνευματικές ρίζες της κρίσης. Ο άγιος πάντως μας προτρέπει σε μετάνοια και υπέρβαση της ανομίας μας. Ας τον ακούσουμε.