«Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός»! Ἦλθε ὁ Θεὸς στή γῆ! Ἔγινε ἄνθρωπος! Περπάτησε στούς δρόμους μας! Μπῆκε στὰ σπίτια μας! Συνέφαγε μαζί μας. Συνεκάθησε στούς γάμους μας! Συνέτρεξε στὸν πόνο καί τό πένθος μας ὅταν χάσαμε τοὺς δικούς μας, ἀνέστησε τὸν γυιό μας, τὴν θυγατέρα μας, τὸν ἀδελφό μας! Χόρτασε τὴν πείνα μας καὶ ἀνακούφισε τὴν δίψα μας ἀπὸ τὸν «μεσημβρινὸ καύσωνα» μὲ τὰ ζείδωρα λόγια Του. Θεράπευσε τὶς ἀρρώστιες καί τά πάθη μας. Δάκρυσε μαζί μας στὴν θλίψι μας! Σφούγγισε τὰ δάκρυά μας, «μὴ κλαῖε» (Λουκ. 3’, 13) εἶπε στήν χήρα τῆς Ναΐν. Συγχώρησε τὶς ἁμαρτίες μας, «ἀφέωνται σοι αἱ ἁμαρτίαι σου»! (Ματθ. θ’, 2) εἶπε στόν παραλυτικό. Συμπάθησε τὶς ἀδυναμίες μας, «οὐδὲ ἐγὼ σὲ κατακρίνω» (Ἰω. η’, 11) εἶπε παρηγορῶντας τήν ἁμαρτωλό. Μᾶς δίδαξε τί θὰ πεῖ ταπείνωσι καὶ τί θὰ πεῖ ἀγάπη. Ἔψεξε τὴν ἁμαρτία ὡς αἰτία τοῦ χωρισμοῦ μας ἀπὸ τὸν Θεό καί πηγή κάθε κακοῦ. Κατέκρινε τὴν ὑποκρισία ὡς ἔκφραση ζωῆς, ὅταν ἐξεφώνησε τὰ ἕνδεκα ἐκεῖνα τρομακτικὰ «οὐαί». Ἀποδέχθηκε τὴν εὐγνωμοσύνη τοῦ ἀλλογενοῦς καὶ στηλίτευσε τὴν ἀχαριστία. Διακαῶς ἀναμένει τὴν ἐπιστροφή τῶν «ἀσώτων» παιδιῶν Του στὸ πατρικὸ σπίτι ὡς φιλεύσπλαγχνος πατέρας. Ἔζησε τὴν ἀγωνία ὅταν προσευχόμενος πρίν τό πάθος «ἐγένετο δὲ ὁ ἱδρὼς αὐτοῦ ὡσεὶ θρόμβοι αἵματος καταβαίνοντες ἐπὶ τὴν γῆν» (Λουκ. κβ’, 44). Τόσο οἰκεῖος μας ἔγινε, ὥστε τὴν μία καὶ μοναδικὴ ἐμπειρία τοῦ καθενὸς ἀπό ᾿μας, τὴν ἐμπειρία τοῦ θανάτου, τὴν γεύθηκε μόνος Του καί γιά ὅλους μας ἀλλά καί μὲ τὴν θέλησί Του, καὶ μὲ αὐτὸν Του τόν θάνατο ἐπάτησε τὸν θάνατο καὶ «ἐχαρίσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον».
Καί γεννιέται τό κρίσιμο ἐρώτημα: Ἀλήθεια αὐτόν τόν Θεό πού καταδέχεται νά εἶναι γιά πάντα μαζί μας γιατί Τὸν ἐγκαταλείψαμε; Γιατί Του στρέψαμε τὰ νῶτα μας σάν τὸν νεανίσκο τοῦ Εὐαγγελίου, πού εἶχε «κτήματα πολλὰ» (Ματθ. ιθ’, 22);
«Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεὸς» ἀδελφοί μου, καὶ ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς, δυστυχῶς, μένει τρομακτικὰ «μόνος», βυθισμένος στὴν ἀπελπισία πού οἱ μέρες πού διανύουμε συντείνουν στὴν μεγιστοποίηση αὐτῆς τῆς θλιβερῆς πραγματικότητας μὲ ἀπρόβλεπτα ἀποτελέσματα.
«Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεὸς», καὶ ὅμως ἀβεβαιότης παντοῦ, γύρω μας θλίψι. Αὐτά τά συναισθήματα κατακλύζουν τὶς ψυχές μας καὶ δάκρυα νοτίζουν τὰ μάτια μας.
Ποῦ πηγαίνεις κόσμε «ἀκόσμητε»; Ποῦ βαδίζεις ἄνθρωπε ἀνερμάτιστε; Ποῦ ἀναζητᾶς τὴν γιατρειά σου; Ποῦ τὴν χαρά; Ποῦ τὴν ἐλπίδα; Ποῦ τόν πλουτισμό; Ποῦ γυρεύεις τὴν εἰρήνη; Ποῦ ἀποζητᾶς τὴν εὐτυχία σου;
Μακρυὰ ἀπὸ τὸν Χριστό;
Δὲν βλέπεις ὅτι δὲν ἀντέχεις;
Δὲν συνειδητοποιεῖς ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ Τὸν ἀγνοεῖς ἀκόμη;
Χριστούγεννα 2011!
Ἐπέστρεψε καὶ πάλι κοντὰ Του. Τρέξε ταπεινὸς προσκυνητὴς στὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Πᾶρε φῶς ἀπὸ τὸ φῶς Του, χαρὰ ἀπὸ τὴ χαρὰ Του, εἰρήνη ἀπὸ τὴν εἰρήνη Του, ἀγάπη ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του. Ἀναρρίπισε στίς στάχτες τῆς ἀποτυχίας τὴν ἐλπίδα. Ἀναζωπύρωσε τὴν πίστι σου σ᾿ Αὐτὸν καὶ ἄφησέ Τον καὶ σήμερα καὶ γιὰ πάντα νά μπεῖ στήν ζωή σου, νὰ περπατήσει καὶ πάλι στοὺς δρόμους σου, νὰ μπεῖ στὸ σπίτι σου, νὰ σκηνώσει στὴν καρδιά σου! Ὅσοι τὸ ἔκαναν στό διάβα τῶν αἰώνων ἔμαθαν ὅτι «ζοῦν». Τόν γνώρισαν ὡς «θαυμαστὸ σύμβουλο» γι᾿ αὐτό ἀκολούθησαν τὶς συμβουλὲς Του καὶ δὲν πλανήθηκαν. Γνώρισαν τὴν ἀλήθεια καὶ ἀπόκτησαν «τὸ φῶς τῆς ζωῆς».
«Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός», ὡς «ἄρχων εἰρήνης», ἀφοῦ ἀποκατάστησε τὴν σχέσι τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου μετὰ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς «καταργήσας καὶ ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν» (Ἐφεσ. β’, 16) ὥστε εἰρηνεύοντες μαζὶ Του καί μέ τόν συνάνθρωπό μας νὰ ἐπιβεβαιώνεται ὁ Ἀγγελικός ὕμνος: «… ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. β’, 14) καί μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολό μας νὰ μποροῦμε νά διακηρύττουμε «ὁ Χριστὸς ἐστὶν ἡ εἰρήνη ἡμῶν» (Ἐφεσ. β’, 14)!
«Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός», ὡς «Θεός, ἰσχυρός, ἐξουσιαστής», γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ «συμμαχία» μαζὶ Του ᾿μᾶς κάνει καὶ μᾶς δυνατούς, δίνοντάς μας τὴν ἐξουσία «τοῦ πατεῖν ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ» (Λουκ. ι’, 19), καί ἔτσι νὰ μποροῦμε νὰ ψάλλουμε «ἰσχυκότες ἡττᾶσθε ὅτι μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός»!
Μ᾿ αὐτές τίς σκέψεις πού ἀποτελοῦν σήμερα τίς μόνες «χριστοφόρες» ἐλπίδες τοῦ κόσμου, ἄς ἀποβάλουμε, τὸν φόβο, τὴν λύπη, τὴν ἀγωνία, τόν πόνο, τήν ἀπογοήτευση, τήν μελαγχολία, τήν κατάθλιψη καὶ ἂς φροντίσουμε, «ἔργῳ καί λόγῳ» ὁ Θεὸς νὰ μὴ μείνει ἁπλά μόνο μαζί μας, ἀλλὰ καὶ μέσα μας καί δυνατά «πάσας τὰς ἡμέρας» (Ματθ. κη’, 20) τῆς ζωῆς μας, ὅτι «μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός»..!
Μέ τήν ἀγάπη τοῦ Γεννηθέντος Χριστοῦ μας
σᾶς κατασπάζομαι στοργικά καί εὔχομαι γιά τήν προκοπή Σας
Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ