apfilipposgrammatikous.blogspot.com
Η έκτη Κυριακή από το Πάσχα, η Κυριακή του τυφλού όπως είναι γνωστότερη, είναι αφιερωμένη, μεταξύ των άλλων, και στους Αγίους της Αιτωλοακαρνανίας. Πράγματι: ο νομός αυτός είναι ένας από τους σημαντικότερους νομούς της πατρίδος μας. Είναι δηλαδή ένας μεγάλος νομός, τόσο ως προς το γεωγραφικό του μέγεθος, όσο και ως προς το πνευματικό του ανάστημα, αφού έχει αναδείξει έναν λαμπρό χορό αγίων. Στον τόπο αυτό έλαμψαν αστέρες της ελληνορθόδοξης χριστιανικής πίστεως και παραδόσεως μας. Ακτινοβόλησαν άνθρωποι που μαρτύρησαν ή ασκήθηκαν, δίνοντας την ψυχή και το σώμα τους για τον Θεάνθρωπο Χριστό μας. Έτσι κατανοείται το πώς η γη της Αιτωλοακαρνανίας, διαποτισμένη από το αίμα Μαρτύρων ή από τους ασκητικούς ιδρώτες Οσίων, είναι ένας πνευματικά ευλογημένος τόπος. .Η περιοχή τής Αιτωλοακαρνανίας είναι μιά ευλογημένη καί αγιοτόκος περιοχή, στήν οποία γεννήθηκαν, ανδρώθηκαν καί αγίασαν πολλοί Άγιοι τής Εκκλησίας.
Η Αιτωλοακαρνανία καμαρώνει γιά όλους αυτούς τούς Αγίους της, οι οποίοι πότισαν τήν γή της μέ τά ασκητικά δάκρυα, τό μαρτυρικό τους αίμα καί τήν αγίασαν μέ τήν ευλογημένη ζωή καί παρουσία τους. Καυχάται εν Κυρίω γιά τούς ανθρώπους αυτούς πού τίμησαν τό όνομα καί τήν ιδιότητα τού ανθρώπου καθώς ξεφεύγοντας από τά γήινα καί φθαρτά πόθησαν τά ουράνια, τά παραδεισένια. Αγάπησαν πάνω απ' όλα καί περισσότερο από οποιονδήποτε τόν Θεό.Κάποιοι από αυτούς γεννήθηκαν καί αγίασαν σέ αυτόν τόν τόπο, ενώ άλλοι μπορεί νά ήταν απλώς περαστικοί από εδώ. Νά έζησαν λίγα ή περισσότερα χρόνια στήν περιοχή. Τούς τιμούμε κι αυτούς καί ως δικούς μας Αγίους, αφού οι Άγιοι δέν ανήκουν σέ έναν τόπο είναι παγκόσμιοι.
Οι Άγιοι είναι η παρηγοριά, τό στήριγμα καί τό καύχημά μας. Είναι καί κάτι ακόμα. Τά σωστά πρότυπά μας, γιά όσους επιθυμούμε νά είμαστε όχι απλώς αληθινοί άνθρωποι, αλλά καί κάτι παραπάνω. Νά είμαστε συνάνθρωποι καί νά καταλήξουμε νά γίνουμε κατά χάριν θεάνθρωποι.Ας αναφερθούμε πάρα πολύ σύντομα σε καθένα άγιο ξεχωριστά, από όσους έδρασαν στην αγιοφόρο γη της Αιτωλοακαρνανίας, προσφέροντας ζηλευτό πνευματικό έργο.
Α) Ο Όσιος Βάρβαρος ο Πενταπολίτης.
Έζησε τον 8ο μ.Χ. αιώνα. Καταγόταν από την Αίγυπτο, και ήταν αρχικά ληστής. Ύστερα όμως από τις αλλεπάλληλες προσευχές των χριστιανών γονέων του, από άγριος κουρσάρος μετατράπηκε σε έναν ακάματο ασκητή! Ο Άγιος Βάρβαρος διέμενε στον Τρύφο του Ξηρομέρου, αλυσοδεμένος, γιατί έκρινε πώς έτσι υποτάσσει το πνεύμα του, με το να δένει το σώμα του. Από αυτό το χωριό της Αιτωλοακαρνανίας, τον Τρύφο, ο Άγιος αναχώρησε προς τον Κύριό του, κατόπιν σκληρής ασκήσεως.
Β) Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Βλάσιος, ο εν Σκλαβαίνοις.
Είναι νεοφανής, και λίγα δυστυχώς είναι τα στοιχεία για τον οσιακό βίο του. Σύμφωνα με τους συναξαριστές της Αγιοτάτης Εκκλησίας μας, μαρτύρησε το 1006 μ.Χ.
Γ) Ο Όσιος Ανδρέας, ο Ερημίτης.
Ο Άγιος Ανδρέας έζησε τον 13ο μ.Χ. αιώνα και η καταγωγή του ήταν από την Ήπειρο. Ο Ανδρέας νυμφεύεται σε ώριμη ηλικία, και αποκτά απογόνους. Όμως το πνεύμα του ασκητισμού δεν τον αφήνει σε ησυχία και τον οδηγεί στο να εγκαταλείψει την οικογένειά του και γενικά την εγκόσμια ζωή του, και μάλιστα, να πορευθεί προς την σκληρή άσκηση. Ανυπομονούσε πότε να ασκηθεί, έτσι ώστε να ζήσει την πραγματική επικοινωνία με τον Θεό. Γι’ αυτόν τον λόγο και έζησε σε μια σπηλιά του χωριού Χαλκιόπουλοι. Στον χώρο του σπηλαίου ο παντοδύναμος Θεός, αποφασίζει και του «παίρνει» την οσιακή ψυχή του, αφού σημειώθηκαν πάμπολα θαύματα κατά την ώρα που ο Άγιος εγκατέλειπε την επίγεια ζωή για την αιώνια.
Δ) Ο Όσιος Δαυίδ, ο οποίος ήκμασε στα μέσα του 16ου μ.Χ. αιώνος.
Αυτός ο Άγιος έδρασε κυρίως στο παραθαλάσσιο μέρος της Ναυπάκτου, ως υποτακτικός του τότε μητροπολίτου Ναυπάκτου και Άρτης Ακακίου. Αφού λοιπόν χειροτονήθηκε διάκονος και έπειτα αρχιμανδρίτης, καθίσταται ηγούμενος στο μοναστήρι της Παναγίας της Βαρνάκοβας, που βρίσκεται έξω από την Ναύπακτο. Είχε την δυνατότητα να διδάσκει έμπρακτα την αρετή, καθώς επίσης να επιτελεί εντυπωσιακά θαύματα. Ως Όσιος έλαμψε, διότι κατόρθωσε, Χάριτι Θεία, να χαράξει μια υπέρλαμπρη και απαστράπτουσα πνευματική πορεία, εξ αιτίας της αρίστης μορφώσεώς του και των καλλιεργημένων αρετών του. Μόνος του, αντιμετωπίζοντας δυσκολίες, κατορθώνει να κτίσει μοναστήρι στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Εύβοια, αφού άφησε την Βαρνάκοβα. Ύστερα από ασκητικό βίο, προβλέπει την προς Κύριον εκδημία του και αποβιώνει ειρηνικά.
Ε) Οι Άγιοι αδελφοί Συμεών και Θεόδωρος, κτήτορες της ιστορικής Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου.
Γεννήθηκαν στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνος. Ο βίος τους ήταν ασκητικός και οσιακός, καθώς αγωνίσθηκαν ψυχικά και πνευματικά για τη μετάδοση του Ευαγγελίου. Προσπάθησαν να μεταλαμπαδεύσουν την άσβεστη φλόγα του Θείου Κηρύγματος στην Αιτωλοακαρνανία και έπειτα «εκοιμήθησαν» ειρηνικά.
ΣΤ) Ο Όσιος Ευγένιος ο Αιτωλός.
Γεννήθηκε το 1597 στο Μέγα Δένδρο του Θέρμου. Από νέος μόνασε στην σεβάσμια Ιερά Μονή της Παναγίας του Βλοχού, καθώς και στην Ιερά Μονή Ξηροποτάμου του Αγίου Όρους, όπου εκεί έλαβε και την πρώτη μόρφωση. Μετά δε από ένα χρονικό διάστημα χειροτονήθηκε διάκονος στο ονομαστό μοναστήρι της Τατάρνας, και πρεσβύτερος στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Επιπλέον σπουδάζει Θεολογία σε εκλεκτά πανεπιστήμια της εποχής. Σκοπός του είναι να «διαφωτίσει» το γένος που ήταν υποδουλωμένο στους Τούρκους. Γι’ αυτό μένει άγρυπνος, ώστε να απελευθερώσει τους Ρωμιούς από το σκότος της αμάθειας και για να τους μεταδώσει την ορθοδοξία και την ορθοπραξία. Έτσι περιέρχεται όλη την Αιτωλοακαρνανία, εκπληρώνοντας όλους τους σκοπούς του. Ο Μέγας Διδάσκαλος του Γένους, καθώς τον αποκαλούν όλοι οι συναξαριστές, κοιμήθηκε οσιακώς το 1682.
Ζ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Βραχωρίτης ή ο εξ Οθωμανών.
Κι αυτός ο Άγιος Νεομάρτυς του Χριστού έχει καταταγεί στους περίδοξους Αθλητές της πίστεώς μας. Γεννήθηκε στην Κόνιτσα της Ηπείρου, από γονείς Μουσουλμάνους, και μάλιστα, από πατέρα «ιερωμένο» στο Ισλάμ. Όταν ήταν 20 ετών, αναλαμβάνει υπηρεσία ως πιστός ακόλουθος ενός Δερβίση στο Βραχώρι της Αιτωλίας, οπότε και αρχίζει η δράση του Αγίου. Στο Βραχώρι, (το σημερινό Αγρίνιο) αρχίζει δειλά δειλά να αποκαλύπτει τα χριστιανικά του συναισθήματα, τα οποία, ως τότε, έκρυβε μέσα στην πολύτιμη ψυχή του. Αγαπούσε την Ορθοδοξία κατά βάθος, και για αυτό «πετάει» τα ενδύματα του Μουσουλμάνου, και ντύνεται τα ενδύματα του Ρωμιού. Από αυτό το σημείο αρχίζει και η ορθόδοξη χριστιανική ζωή του, που εγκαινιάζεται με το Άγιο Βάπτισμα που δέχεται, ονομαζόμενος Ιωάννης πλέον, ενώ έως τότε ήταν γνωστός ως Χασάν. Το παλικάρι μεταβαίνει στο ωραίο νησί της Ιθάκης, όπου και βαπτίζεται. Έπειτα επανέρχεται στην Αιτωλία και συγκεκριμένα στο χωριό Μαχαλάς, (δεν γυρίζει δηλ. στο Βραχώρι), αφού κινδύνευε η ίδια του η ζωή. Στο Μαχαλά (σημερινές Φυτείες) διάγει μια ταπεινή ζωή, εργάζεται ως αγροφύλακας, ενώ νυμφεύεται επίσης Ορθόδοξη Ρωμιά. Όμως ο πατέρας του μαθαίνει για την νέα – αλλαγμένη ζωή του και στέλνει αντιπροσώπους του ώστε να τον μεταπείσουν να αλλαξοπιστήσει, μα ο Ιωάννης τους διώχνει. Κατόπιν, συλλαμβάνεται από τον Μουσελίμι της περιοχής, στον οποίο διατρανώνει την αγάπη του για τον λυτρωτή του Χριστό. Επακόλουθο της ομολογίας του αυτής, είναι τα Μαρτύρια που υφίσταται! Στο τέλος οι Τούρκοι τον κρεμούν σε ένα δένδρο (πλάτανο ίσως), που βρίσκεται και σώζεται ευτυχώς έως σήμερα στον περίβολο του Ιερού ναού του Αγίου Δημητρίου του Αγρινίου.
Η) Όσιος Ιάκωβος ο Νεομάρτυς και οι τρεις μαθητές του, Ιάκωβος, Διονύσιος και Θεωνάς.
Όλοι έζησαν στις αρχές του 16ου αιώνος μ.Χ. Ο Όσιος Ιάκωβος γεννήθηκε σε ένα χωριό της Καστοριάς από ορθόδοξη χριστιανική οικογένεια. Εργάσθηκε ως κτηνοτρόφος, αλλά επειδή απόκτησε πλούτο, ο αγαπημένος αδελφός του τον φθόνησε. Όμως για να μην έλθουν σε διάσταση οι σχέσεις των δύο αδελφών, ο Ιάκωβος καταφεύγει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συνεχίζει την ζωή του ασκώντας το ίδιο επάγγελμα, επιτυγχάνοντας να αποκτήσει τεράστιο πλούτο, τον οποίο μοιράζει στους πτωχούς, αφού πρώτα είχε εξομολογηθεί στον Πατριάρχη. Έπειτα μεταβαίνει στο Άγιον Όρος και συγκεκριμένα στη μονή Δοχειαρίου, όπου και κείρεται μοναχός. Εκεί διακρίθηκε μεταξύ των άλλων, και ως αληθινός δάσκαλος της αρετής, αφού κατάφερε να αποκτήσει έξι μαθητές, οι οποίοι τον συνοδεύουν καθώς ο Άγιος εγκαταλείπει το «Περιβόλι της Παναγίας», και μεταβαίνει στην Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου της Δερβέκιστας, κοντά στην Ναύπακτο. Εκεί συκοφαντήθηκε ατυχώς από τους Τούρκους ότι δήθεν παρασύρει τους χριστιανούς κατά της βαρβαρικής εξουσίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συλληφθεί και αυτός και οι μαθητές του, Ιάκωβος ο διάκονος, Διονύσιος μοναχός, και Θεωνάς. Επακολούθησε η φυλάκισή τους από τον Μπέη των Τρικάλων. Μετά την παραμονή τους σε κράτηση επί 40 ημέρες, στάλθηκαν στον Σουλτάνο Σελίμ της Θράκης. Ο Σουλτάνος τους πίεζε να αλλαξοπιστήσουν, αλλά αυτοί παρέμεναν ακλόνητοι στην πίστη τους, και γι’ αυτό και τους βασάνισαν σκληρά. Στο τέλος, όλους τους απαγχόνισαν εξ αιτίας της άσβεστης φλόγας της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεώς τους.
Θ) Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Λάμπρος, Θεόδωρος και έτερος ανώνυμος.
Και οι τρεις είναι γόνοι της Πελοποννήσου, για επαγγελματικούς όμως λόγους εγκαταστάθηκαν στα Ιωάννινα. Με την πάροδο των ετών, αποφάσισαν να μεταβούν και στην πατρίδα τους τον Μοριά. Έτσι ξεκίνησαν, και πρώτα έφθασαν στο Βραχώρι, σημερινό Αγρίνιο. Για να το προσπεράσουν όμως, έπρεπε να πληρώσουν υπέρογκους φόρους στους Τούρκους, αφού αυτοί ήταν ραγιάδες. Για να μην πληρώσουν λοιπόν, μεταμφιέζονται σε Τούρκους και τα καταφέρνουν. Έπειτα από την επιτυχία του σχεδίου τους, αποφασίζουν να διανυκτερεύσουν σε ένα σπίτι εντός της πόλεως. Όμως ενώ αυτοί ξέφυγαν, οι Τούρκοι έστειλαν έναν δικό τους, να τους βρει και να τους ζητήσει πληροφορίες σχετικά με τα Γιάννενα.
Ο Τούρκος απεσταλμένος όμως, όταν έφθασε στο σπίτι όπου είχαν καταλύσει οι τρεις έμποροι, δεν μπήκε μέσα αμέσως. Κάθισε έξω και κρυφάκουγε τι έλεγαν μεταξύ τους οι Ρωμιοί. Εκείνη την ώρα έλεγαν λοιπόν πως κατόρθωσαν με ένα «σελάμ» να γλιτώσουν τα χρήματά τους από το φόρο. Μόλις όμως άκουσε αυτό ο απεσταλμένος – κατάσκοπος, αντιλήφθηκε ότι οι τρεις ήταν χριστιανοί που τους εξαπάτησαν. Τότε οι άλλοι Τούρκοι έτρεξαν σαν θηρία ανήμερα και απέκλεισαν το εν λόγω κατάλυμα. Άρπαξαν τους Μάρτυρες και τους έσερναν στους δρόμους της πόλεως.
Έτσι, σέρνοντας και δέρνοντας, τους έφεραν μπροστά στο Κριτήριο. Ύστερα από πέντε ημέρες ανακρίσεων και βασανισμών, ο Κατής και ο Κωνσταντινουπολίτης Μουσελίμης συμφώνησαν να θανατωθούν και οι τρεις Μάρτυρες, αφού επέμεναν να σέβονται τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Τους πήραν τότε οι δήμιοι για να τους κρεμάσουν. Τον έναν τον οδήγησαν στον πλάτανο, που ήταν κοντά στο τζαρσί (διοικητήριο), στην περιοχή της σημερινής οδού Σκόπα, (περίπου στην πλατεία που οι ντόπιοι ονομάζουν τρία φανάρια). Εκεί «πέταξαν» στο δένδρο την κρεμάλα και τον απαγχόνισαν. Τον άλλον, τον μετέφεραν έξω ακριβώς από τον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου, (ναός ο οποίος βρίσκεται και σήμερα στο ίδιο σημείο). Εκεί τον κρέμασαν στον πλάτανο που υπήρχε έξω από τον Ναό. Ίσως μάλιστα πρόκειται για τον ίδιο πλάτανο στον οποίο μαρτύρησε έπειτα από 40 χρόνια και ο Άγιος Ιωάννης ο εν Βραχωρίω αθλήσας. Τον τρίτο Μάρτυρα τον εκτέλεσαν στην τότε άκρη – είσοδο της πόλεως του Βραχωρίου, εκεί που σήμερα βρίσκεται η οδός Δ. Σταϊκου. Έτσι οι τρεις Νεομάρτυρες ετελειώθησαν γενναιόφρονα και μαρτυρικά.
Ι) Ο Άγιος Εθνοϊερομάρτυρας Κοσμάς ο Αιτωλός.
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός γεννήθηκε στο χωριό Μέγα Δένδρο της περιοχής Θέρμου της Αιτωλοακαρνανίας. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και προπάντων ζηλωτές ορθόδοξοι χριστιανοί. Σε ηλικία είκοσι ετών μεταβαίνει στο Άγιον Όρος, προκειμένου να φοιτήσει στο εκεί νεοσύστατο σχολείο της Ιεράς μονής Βατοπεδίου. Μετά την αποφοίτησή του, εντάχθηκε στην Μονή Φιλοθέου όπου εκάρρη μοναχός και κατόπιν ιερομόναχος. Ο Άγιος όμως είχε στόχο να διδάξει τα άγια «Γράμματα» στους σκλαβωμένους Ρωμιούς οι οποίοι απ’ το σκοτάδι της αμάθειας, κινδύνευαν να απωλέσουν και Πίστη και πατρίδα. Αφού πήρε την άδεια του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, άρχισε το ιεραποστολικό του έργο σε όλη σχεδόν την υπόδουλη Ρωμανία. Απ’ όπου περνούσε, έκτιζε εκκλησιές και σχολεία, ενώ πλήθη λαού συνέρρεαν για να ακούσουν λόγο Θεού, ώστε να «γεμίσουν» την καρδιά τους με Χριστό και Ελλάδα. Τέλος, συκοφαντήθηκε από τους Εβραίους στους Τούρκους και τον απαγχόνισαν στα χώματα της Β. Ηπείρου. Μια από τις πολλές του σοφές ρήσεις που πρέπει να εγκολπωθούμε είναι «Χριστός και Ελλάδα σας χρειάζονται».
Η υπέρλαμπρη σύναξη των Αγίων της Αιτωλοακαρνανίας εορτάζεται πανηγυρικώς την ΣΤ’ Κυριακή μετά το Πάσχα (την Κυριακή του Τυφλού). Με την Χάρη του Τριαδικού Θεού, δόθηκε η ευκαιρία να αναφερθούμε στους αγίους της Αιτωλοακαρνανίας, μερικοί απ’ τους οποίους, παραμένουν ατυχώς άγνωστοι σε αρκετούς Ορθοδόξους αδελφούς. Γνωρίζοντας λοιπόν τους μάρτυρες που με ένθεο ζήλο και μεγάλο πόθο για το Σωτήρα Χριστό θυσιάστηκαν για Αυτόν, συνδεόμαστε με τους Αγίους, ενώ αναρριπίζεται μέσα μας η ευλάβεια και η διάθεση για θυσία υπέρ των Ιερών του Γένους μας. Μέσα από τους βίους των Αγίων μας, έχουμε την ευκαιρία να γίνουμε κοινωνοί των Θείων αρετών, οι οποίες πρέπει να διέπουν την ζωή μας σήμερα, προκειμένου να καταταγούμε τελικώς στην Αιώνιο Βασιλεία των Ουρανών. Έτσι, οι άγιοι ας αποτελέσουν παραδείγματα προς μίμηση, αλλά και ας μεσιτεύουν στον λυτρωτή Χριστό για όλους μας, και ιδιαιτέρως για τους σύγχρονους Αιτωλοακαρνάνες.Όσο και αν περνούν τα χρόνια, οι Άγιες αυτές μορφές θα στέκονται πάντα σαν ένα φωτεινό ορόσημο, σαν ένα μαγικό αστέρι, να μας δείχνουν το δρόμο του Εθνικού μας χρέους. Τότε, θα μας θυμίζουν τη διπλή μας λύτρωση από τα δεσμά της σκλαβιάς και της αμαρτίας. Ως Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί θα πρέπει να αναδεικνύουμε την Ιστορική Εκκλησιαστική συνέχεια της φυλής μας και να τη διδάσκουμε στα παιδιά μας. Οι Άγιοι είναι οι οδοδείκτες και οι τιμητές της ηθικής τάξης. Είναι οι αποδέκτες, οι εκφραστές και εκτελεστές των εντολών του Τριαδικού Θεού μας»
Η Αιτωλοακαρνανία καμαρώνει γιά όλους αυτούς τούς Αγίους της, οι οποίοι πότισαν τήν γή της μέ τά ασκητικά δάκρυα, τό μαρτυρικό τους αίμα καί τήν αγίασαν μέ τήν ευλογημένη ζωή καί παρουσία τους. Καυχάται εν Κυρίω γιά τούς ανθρώπους αυτούς πού τίμησαν τό όνομα καί τήν ιδιότητα τού ανθρώπου καθώς ξεφεύγοντας από τά γήινα καί φθαρτά πόθησαν τά ουράνια, τά παραδεισένια. Αγάπησαν πάνω απ' όλα καί περισσότερο από οποιονδήποτε τόν Θεό.Κάποιοι από αυτούς γεννήθηκαν καί αγίασαν σέ αυτόν τόν τόπο, ενώ άλλοι μπορεί νά ήταν απλώς περαστικοί από εδώ. Νά έζησαν λίγα ή περισσότερα χρόνια στήν περιοχή. Τούς τιμούμε κι αυτούς καί ως δικούς μας Αγίους, αφού οι Άγιοι δέν ανήκουν σέ έναν τόπο είναι παγκόσμιοι.
Οι Άγιοι είναι η παρηγοριά, τό στήριγμα καί τό καύχημά μας. Είναι καί κάτι ακόμα. Τά σωστά πρότυπά μας, γιά όσους επιθυμούμε νά είμαστε όχι απλώς αληθινοί άνθρωποι, αλλά καί κάτι παραπάνω. Νά είμαστε συνάνθρωποι καί νά καταλήξουμε νά γίνουμε κατά χάριν θεάνθρωποι.Ας αναφερθούμε πάρα πολύ σύντομα σε καθένα άγιο ξεχωριστά, από όσους έδρασαν στην αγιοφόρο γη της Αιτωλοακαρνανίας, προσφέροντας ζηλευτό πνευματικό έργο.
Α) Ο Όσιος Βάρβαρος ο Πενταπολίτης.
Έζησε τον 8ο μ.Χ. αιώνα. Καταγόταν από την Αίγυπτο, και ήταν αρχικά ληστής. Ύστερα όμως από τις αλλεπάλληλες προσευχές των χριστιανών γονέων του, από άγριος κουρσάρος μετατράπηκε σε έναν ακάματο ασκητή! Ο Άγιος Βάρβαρος διέμενε στον Τρύφο του Ξηρομέρου, αλυσοδεμένος, γιατί έκρινε πώς έτσι υποτάσσει το πνεύμα του, με το να δένει το σώμα του. Από αυτό το χωριό της Αιτωλοακαρνανίας, τον Τρύφο, ο Άγιος αναχώρησε προς τον Κύριό του, κατόπιν σκληρής ασκήσεως.
Β) Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Βλάσιος, ο εν Σκλαβαίνοις.
Είναι νεοφανής, και λίγα δυστυχώς είναι τα στοιχεία για τον οσιακό βίο του. Σύμφωνα με τους συναξαριστές της Αγιοτάτης Εκκλησίας μας, μαρτύρησε το 1006 μ.Χ.
Γ) Ο Όσιος Ανδρέας, ο Ερημίτης.
Ο Άγιος Ανδρέας έζησε τον 13ο μ.Χ. αιώνα και η καταγωγή του ήταν από την Ήπειρο. Ο Ανδρέας νυμφεύεται σε ώριμη ηλικία, και αποκτά απογόνους. Όμως το πνεύμα του ασκητισμού δεν τον αφήνει σε ησυχία και τον οδηγεί στο να εγκαταλείψει την οικογένειά του και γενικά την εγκόσμια ζωή του, και μάλιστα, να πορευθεί προς την σκληρή άσκηση. Ανυπομονούσε πότε να ασκηθεί, έτσι ώστε να ζήσει την πραγματική επικοινωνία με τον Θεό. Γι’ αυτόν τον λόγο και έζησε σε μια σπηλιά του χωριού Χαλκιόπουλοι. Στον χώρο του σπηλαίου ο παντοδύναμος Θεός, αποφασίζει και του «παίρνει» την οσιακή ψυχή του, αφού σημειώθηκαν πάμπολα θαύματα κατά την ώρα που ο Άγιος εγκατέλειπε την επίγεια ζωή για την αιώνια.
Δ) Ο Όσιος Δαυίδ, ο οποίος ήκμασε στα μέσα του 16ου μ.Χ. αιώνος.
Αυτός ο Άγιος έδρασε κυρίως στο παραθαλάσσιο μέρος της Ναυπάκτου, ως υποτακτικός του τότε μητροπολίτου Ναυπάκτου και Άρτης Ακακίου. Αφού λοιπόν χειροτονήθηκε διάκονος και έπειτα αρχιμανδρίτης, καθίσταται ηγούμενος στο μοναστήρι της Παναγίας της Βαρνάκοβας, που βρίσκεται έξω από την Ναύπακτο. Είχε την δυνατότητα να διδάσκει έμπρακτα την αρετή, καθώς επίσης να επιτελεί εντυπωσιακά θαύματα. Ως Όσιος έλαμψε, διότι κατόρθωσε, Χάριτι Θεία, να χαράξει μια υπέρλαμπρη και απαστράπτουσα πνευματική πορεία, εξ αιτίας της αρίστης μορφώσεώς του και των καλλιεργημένων αρετών του. Μόνος του, αντιμετωπίζοντας δυσκολίες, κατορθώνει να κτίσει μοναστήρι στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Εύβοια, αφού άφησε την Βαρνάκοβα. Ύστερα από ασκητικό βίο, προβλέπει την προς Κύριον εκδημία του και αποβιώνει ειρηνικά.
Ε) Οι Άγιοι αδελφοί Συμεών και Θεόδωρος, κτήτορες της ιστορικής Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου.
Γεννήθηκαν στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνος. Ο βίος τους ήταν ασκητικός και οσιακός, καθώς αγωνίσθηκαν ψυχικά και πνευματικά για τη μετάδοση του Ευαγγελίου. Προσπάθησαν να μεταλαμπαδεύσουν την άσβεστη φλόγα του Θείου Κηρύγματος στην Αιτωλοακαρνανία και έπειτα «εκοιμήθησαν» ειρηνικά.
ΣΤ) Ο Όσιος Ευγένιος ο Αιτωλός.
Γεννήθηκε το 1597 στο Μέγα Δένδρο του Θέρμου. Από νέος μόνασε στην σεβάσμια Ιερά Μονή της Παναγίας του Βλοχού, καθώς και στην Ιερά Μονή Ξηροποτάμου του Αγίου Όρους, όπου εκεί έλαβε και την πρώτη μόρφωση. Μετά δε από ένα χρονικό διάστημα χειροτονήθηκε διάκονος στο ονομαστό μοναστήρι της Τατάρνας, και πρεσβύτερος στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Επιπλέον σπουδάζει Θεολογία σε εκλεκτά πανεπιστήμια της εποχής. Σκοπός του είναι να «διαφωτίσει» το γένος που ήταν υποδουλωμένο στους Τούρκους. Γι’ αυτό μένει άγρυπνος, ώστε να απελευθερώσει τους Ρωμιούς από το σκότος της αμάθειας και για να τους μεταδώσει την ορθοδοξία και την ορθοπραξία. Έτσι περιέρχεται όλη την Αιτωλοακαρνανία, εκπληρώνοντας όλους τους σκοπούς του. Ο Μέγας Διδάσκαλος του Γένους, καθώς τον αποκαλούν όλοι οι συναξαριστές, κοιμήθηκε οσιακώς το 1682.
Ζ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Βραχωρίτης ή ο εξ Οθωμανών.
Κι αυτός ο Άγιος Νεομάρτυς του Χριστού έχει καταταγεί στους περίδοξους Αθλητές της πίστεώς μας. Γεννήθηκε στην Κόνιτσα της Ηπείρου, από γονείς Μουσουλμάνους, και μάλιστα, από πατέρα «ιερωμένο» στο Ισλάμ. Όταν ήταν 20 ετών, αναλαμβάνει υπηρεσία ως πιστός ακόλουθος ενός Δερβίση στο Βραχώρι της Αιτωλίας, οπότε και αρχίζει η δράση του Αγίου. Στο Βραχώρι, (το σημερινό Αγρίνιο) αρχίζει δειλά δειλά να αποκαλύπτει τα χριστιανικά του συναισθήματα, τα οποία, ως τότε, έκρυβε μέσα στην πολύτιμη ψυχή του. Αγαπούσε την Ορθοδοξία κατά βάθος, και για αυτό «πετάει» τα ενδύματα του Μουσουλμάνου, και ντύνεται τα ενδύματα του Ρωμιού. Από αυτό το σημείο αρχίζει και η ορθόδοξη χριστιανική ζωή του, που εγκαινιάζεται με το Άγιο Βάπτισμα που δέχεται, ονομαζόμενος Ιωάννης πλέον, ενώ έως τότε ήταν γνωστός ως Χασάν. Το παλικάρι μεταβαίνει στο ωραίο νησί της Ιθάκης, όπου και βαπτίζεται. Έπειτα επανέρχεται στην Αιτωλία και συγκεκριμένα στο χωριό Μαχαλάς, (δεν γυρίζει δηλ. στο Βραχώρι), αφού κινδύνευε η ίδια του η ζωή. Στο Μαχαλά (σημερινές Φυτείες) διάγει μια ταπεινή ζωή, εργάζεται ως αγροφύλακας, ενώ νυμφεύεται επίσης Ορθόδοξη Ρωμιά. Όμως ο πατέρας του μαθαίνει για την νέα – αλλαγμένη ζωή του και στέλνει αντιπροσώπους του ώστε να τον μεταπείσουν να αλλαξοπιστήσει, μα ο Ιωάννης τους διώχνει. Κατόπιν, συλλαμβάνεται από τον Μουσελίμι της περιοχής, στον οποίο διατρανώνει την αγάπη του για τον λυτρωτή του Χριστό. Επακόλουθο της ομολογίας του αυτής, είναι τα Μαρτύρια που υφίσταται! Στο τέλος οι Τούρκοι τον κρεμούν σε ένα δένδρο (πλάτανο ίσως), που βρίσκεται και σώζεται ευτυχώς έως σήμερα στον περίβολο του Ιερού ναού του Αγίου Δημητρίου του Αγρινίου.
Η) Όσιος Ιάκωβος ο Νεομάρτυς και οι τρεις μαθητές του, Ιάκωβος, Διονύσιος και Θεωνάς.
Όλοι έζησαν στις αρχές του 16ου αιώνος μ.Χ. Ο Όσιος Ιάκωβος γεννήθηκε σε ένα χωριό της Καστοριάς από ορθόδοξη χριστιανική οικογένεια. Εργάσθηκε ως κτηνοτρόφος, αλλά επειδή απόκτησε πλούτο, ο αγαπημένος αδελφός του τον φθόνησε. Όμως για να μην έλθουν σε διάσταση οι σχέσεις των δύο αδελφών, ο Ιάκωβος καταφεύγει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συνεχίζει την ζωή του ασκώντας το ίδιο επάγγελμα, επιτυγχάνοντας να αποκτήσει τεράστιο πλούτο, τον οποίο μοιράζει στους πτωχούς, αφού πρώτα είχε εξομολογηθεί στον Πατριάρχη. Έπειτα μεταβαίνει στο Άγιον Όρος και συγκεκριμένα στη μονή Δοχειαρίου, όπου και κείρεται μοναχός. Εκεί διακρίθηκε μεταξύ των άλλων, και ως αληθινός δάσκαλος της αρετής, αφού κατάφερε να αποκτήσει έξι μαθητές, οι οποίοι τον συνοδεύουν καθώς ο Άγιος εγκαταλείπει το «Περιβόλι της Παναγίας», και μεταβαίνει στην Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου της Δερβέκιστας, κοντά στην Ναύπακτο. Εκεί συκοφαντήθηκε ατυχώς από τους Τούρκους ότι δήθεν παρασύρει τους χριστιανούς κατά της βαρβαρικής εξουσίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συλληφθεί και αυτός και οι μαθητές του, Ιάκωβος ο διάκονος, Διονύσιος μοναχός, και Θεωνάς. Επακολούθησε η φυλάκισή τους από τον Μπέη των Τρικάλων. Μετά την παραμονή τους σε κράτηση επί 40 ημέρες, στάλθηκαν στον Σουλτάνο Σελίμ της Θράκης. Ο Σουλτάνος τους πίεζε να αλλαξοπιστήσουν, αλλά αυτοί παρέμεναν ακλόνητοι στην πίστη τους, και γι’ αυτό και τους βασάνισαν σκληρά. Στο τέλος, όλους τους απαγχόνισαν εξ αιτίας της άσβεστης φλόγας της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεώς τους.
Θ) Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Λάμπρος, Θεόδωρος και έτερος ανώνυμος.
Και οι τρεις είναι γόνοι της Πελοποννήσου, για επαγγελματικούς όμως λόγους εγκαταστάθηκαν στα Ιωάννινα. Με την πάροδο των ετών, αποφάσισαν να μεταβούν και στην πατρίδα τους τον Μοριά. Έτσι ξεκίνησαν, και πρώτα έφθασαν στο Βραχώρι, σημερινό Αγρίνιο. Για να το προσπεράσουν όμως, έπρεπε να πληρώσουν υπέρογκους φόρους στους Τούρκους, αφού αυτοί ήταν ραγιάδες. Για να μην πληρώσουν λοιπόν, μεταμφιέζονται σε Τούρκους και τα καταφέρνουν. Έπειτα από την επιτυχία του σχεδίου τους, αποφασίζουν να διανυκτερεύσουν σε ένα σπίτι εντός της πόλεως. Όμως ενώ αυτοί ξέφυγαν, οι Τούρκοι έστειλαν έναν δικό τους, να τους βρει και να τους ζητήσει πληροφορίες σχετικά με τα Γιάννενα.
Ο Τούρκος απεσταλμένος όμως, όταν έφθασε στο σπίτι όπου είχαν καταλύσει οι τρεις έμποροι, δεν μπήκε μέσα αμέσως. Κάθισε έξω και κρυφάκουγε τι έλεγαν μεταξύ τους οι Ρωμιοί. Εκείνη την ώρα έλεγαν λοιπόν πως κατόρθωσαν με ένα «σελάμ» να γλιτώσουν τα χρήματά τους από το φόρο. Μόλις όμως άκουσε αυτό ο απεσταλμένος – κατάσκοπος, αντιλήφθηκε ότι οι τρεις ήταν χριστιανοί που τους εξαπάτησαν. Τότε οι άλλοι Τούρκοι έτρεξαν σαν θηρία ανήμερα και απέκλεισαν το εν λόγω κατάλυμα. Άρπαξαν τους Μάρτυρες και τους έσερναν στους δρόμους της πόλεως.
Έτσι, σέρνοντας και δέρνοντας, τους έφεραν μπροστά στο Κριτήριο. Ύστερα από πέντε ημέρες ανακρίσεων και βασανισμών, ο Κατής και ο Κωνσταντινουπολίτης Μουσελίμης συμφώνησαν να θανατωθούν και οι τρεις Μάρτυρες, αφού επέμεναν να σέβονται τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Τους πήραν τότε οι δήμιοι για να τους κρεμάσουν. Τον έναν τον οδήγησαν στον πλάτανο, που ήταν κοντά στο τζαρσί (διοικητήριο), στην περιοχή της σημερινής οδού Σκόπα, (περίπου στην πλατεία που οι ντόπιοι ονομάζουν τρία φανάρια). Εκεί «πέταξαν» στο δένδρο την κρεμάλα και τον απαγχόνισαν. Τον άλλον, τον μετέφεραν έξω ακριβώς από τον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου, (ναός ο οποίος βρίσκεται και σήμερα στο ίδιο σημείο). Εκεί τον κρέμασαν στον πλάτανο που υπήρχε έξω από τον Ναό. Ίσως μάλιστα πρόκειται για τον ίδιο πλάτανο στον οποίο μαρτύρησε έπειτα από 40 χρόνια και ο Άγιος Ιωάννης ο εν Βραχωρίω αθλήσας. Τον τρίτο Μάρτυρα τον εκτέλεσαν στην τότε άκρη – είσοδο της πόλεως του Βραχωρίου, εκεί που σήμερα βρίσκεται η οδός Δ. Σταϊκου. Έτσι οι τρεις Νεομάρτυρες ετελειώθησαν γενναιόφρονα και μαρτυρικά.
Ι) Ο Άγιος Εθνοϊερομάρτυρας Κοσμάς ο Αιτωλός.
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός γεννήθηκε στο χωριό Μέγα Δένδρο της περιοχής Θέρμου της Αιτωλοακαρνανίας. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και προπάντων ζηλωτές ορθόδοξοι χριστιανοί. Σε ηλικία είκοσι ετών μεταβαίνει στο Άγιον Όρος, προκειμένου να φοιτήσει στο εκεί νεοσύστατο σχολείο της Ιεράς μονής Βατοπεδίου. Μετά την αποφοίτησή του, εντάχθηκε στην Μονή Φιλοθέου όπου εκάρρη μοναχός και κατόπιν ιερομόναχος. Ο Άγιος όμως είχε στόχο να διδάξει τα άγια «Γράμματα» στους σκλαβωμένους Ρωμιούς οι οποίοι απ’ το σκοτάδι της αμάθειας, κινδύνευαν να απωλέσουν και Πίστη και πατρίδα. Αφού πήρε την άδεια του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, άρχισε το ιεραποστολικό του έργο σε όλη σχεδόν την υπόδουλη Ρωμανία. Απ’ όπου περνούσε, έκτιζε εκκλησιές και σχολεία, ενώ πλήθη λαού συνέρρεαν για να ακούσουν λόγο Θεού, ώστε να «γεμίσουν» την καρδιά τους με Χριστό και Ελλάδα. Τέλος, συκοφαντήθηκε από τους Εβραίους στους Τούρκους και τον απαγχόνισαν στα χώματα της Β. Ηπείρου. Μια από τις πολλές του σοφές ρήσεις που πρέπει να εγκολπωθούμε είναι «Χριστός και Ελλάδα σας χρειάζονται».
Η υπέρλαμπρη σύναξη των Αγίων της Αιτωλοακαρνανίας εορτάζεται πανηγυρικώς την ΣΤ’ Κυριακή μετά το Πάσχα (την Κυριακή του Τυφλού). Με την Χάρη του Τριαδικού Θεού, δόθηκε η ευκαιρία να αναφερθούμε στους αγίους της Αιτωλοακαρνανίας, μερικοί απ’ τους οποίους, παραμένουν ατυχώς άγνωστοι σε αρκετούς Ορθοδόξους αδελφούς. Γνωρίζοντας λοιπόν τους μάρτυρες που με ένθεο ζήλο και μεγάλο πόθο για το Σωτήρα Χριστό θυσιάστηκαν για Αυτόν, συνδεόμαστε με τους Αγίους, ενώ αναρριπίζεται μέσα μας η ευλάβεια και η διάθεση για θυσία υπέρ των Ιερών του Γένους μας. Μέσα από τους βίους των Αγίων μας, έχουμε την ευκαιρία να γίνουμε κοινωνοί των Θείων αρετών, οι οποίες πρέπει να διέπουν την ζωή μας σήμερα, προκειμένου να καταταγούμε τελικώς στην Αιώνιο Βασιλεία των Ουρανών. Έτσι, οι άγιοι ας αποτελέσουν παραδείγματα προς μίμηση, αλλά και ας μεσιτεύουν στον λυτρωτή Χριστό για όλους μας, και ιδιαιτέρως για τους σύγχρονους Αιτωλοακαρνάνες.Όσο και αν περνούν τα χρόνια, οι Άγιες αυτές μορφές θα στέκονται πάντα σαν ένα φωτεινό ορόσημο, σαν ένα μαγικό αστέρι, να μας δείχνουν το δρόμο του Εθνικού μας χρέους. Τότε, θα μας θυμίζουν τη διπλή μας λύτρωση από τα δεσμά της σκλαβιάς και της αμαρτίας. Ως Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί θα πρέπει να αναδεικνύουμε την Ιστορική Εκκλησιαστική συνέχεια της φυλής μας και να τη διδάσκουμε στα παιδιά μας. Οι Άγιοι είναι οι οδοδείκτες και οι τιμητές της ηθικής τάξης. Είναι οι αποδέκτες, οι εκφραστές και εκτελεστές των εντολών του Τριαδικού Θεού μας»