KAΛOKAIPI TOY 1922. Η προδοσία είχε ολοκληρωθεί. Οι φαρισαίοι της εποχής και ο ανθελληνικός όχλος είπε στις Μεγάλες Δυνάμεις, που έπαιζαν το ρόλο του Πόντιου Πιλάτου, για τον Μικρασιατικό Ελληνισμό "Σταυρωθήτω". Ο λίβας επέπεσε στην Ιωνία και ήταν πια φανερό ότι τα λυχνάρια των Εκκλησιών της ήταν έτοιμα να σβήσουν...
...Με χίλιες δυο δυσκολίες έφτασαν στη Σμύρνη, όπου επικρατούσε μια αλλοφροσύνη. Άνθρωποι τρέχαν από δω κι από κει, ενώ έπεφταν πυροβολισμοί και οι τσέτες είχαν
αρχίσει το πλιάτσικο και να βάζουν φωτιά στις συνοικίες των Ελλήνων...
...Μια ολόκληρη εβδομάδα, γεμάτη αγωνία πέρασαν στο νεκροταφείο. Για νερό, φαγητό και τις ανάγκες τους, ούτε λόγος. Κι όμως άντεξαν. Μια μέρα άκουσαν κάποιον να φωνάζει:
- Στα πλοία για να σωθούμε! Οι τσέτες καίνε τις συνοικίες των Ελλήνων και των Αρενίων! Θέλουν να μας κάψουν ζωντανούς, ή να μας σφάξουν όταν βγούμε από εδώ για να σωθούμε.
Όλοι εξαντλημένοι από την αγωνία, την κούραση, την αφαγία τόσων ημερών ξετρύπωσαν από τους τάφους και με όσες δυνάμεις τους είχαν απομείνει κινήθηκαν προς την προκυμαία. Η απελπισία, η αγωνία του θανάτου, η προσπάθεια να μείνουν ζωντανοί ήταν αποτυπωμένες σε όλους. Ο ένας μπορούσε να πατήσει τον άλλο αν έτσι νόμιζε ότι θα σωθεί. Και εκεί, στην παραλία, η Αγγελική έχασε την Ευαγγελία. Οι φωτιές που άναψαν μεθοδευμένα οι Τούρκοι και το ποδοβολητό των των ανθρώπων, που έκαμε τη γη να τρέμει, της πήγαν τον πανικό στα ουράνια...
...ΚΑΤΑΦΟΡΤΟ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΑΠΟ τη Σμύρνη πλησίαζε στον Πειραιά. Ξημέρωνε και ο ουρανός είχε πάρει το ροδαλό του χρώμα, λες πως ντρεπόταν για τα βάσανα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Η κυρά Βασιλεία, η κυρά παπαδιά είχε λαγοκοιμηθεί σε μια γωνιά, έχοντας στην αγκαλιά της τα τρία της παιδιά. Το μυαλό της στριφογύριζε και όλο σκεφτόταν, το σπίτι στη Μαγνησία, το αμπέλι, τον παπά Γέλειπε, την Αγγελική, που την είχε για χαμένη, και όσο τα σκεφτόταν τόσο τα δάκρυα δεν σταματούσαν να κυλάνε στα μάγουλα της...
90 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
...Με χίλιες δυο δυσκολίες έφτασαν στη Σμύρνη, όπου επικρατούσε μια αλλοφροσύνη. Άνθρωποι τρέχαν από δω κι από κει, ενώ έπεφταν πυροβολισμοί και οι τσέτες είχαν
αρχίσει το πλιάτσικο και να βάζουν φωτιά στις συνοικίες των Ελλήνων...
...Μια ολόκληρη εβδομάδα, γεμάτη αγωνία πέρασαν στο νεκροταφείο. Για νερό, φαγητό και τις ανάγκες τους, ούτε λόγος. Κι όμως άντεξαν. Μια μέρα άκουσαν κάποιον να φωνάζει:
- Στα πλοία για να σωθούμε! Οι τσέτες καίνε τις συνοικίες των Ελλήνων και των Αρενίων! Θέλουν να μας κάψουν ζωντανούς, ή να μας σφάξουν όταν βγούμε από εδώ για να σωθούμε.
Όλοι εξαντλημένοι από την αγωνία, την κούραση, την αφαγία τόσων ημερών ξετρύπωσαν από τους τάφους και με όσες δυνάμεις τους είχαν απομείνει κινήθηκαν προς την προκυμαία. Η απελπισία, η αγωνία του θανάτου, η προσπάθεια να μείνουν ζωντανοί ήταν αποτυπωμένες σε όλους. Ο ένας μπορούσε να πατήσει τον άλλο αν έτσι νόμιζε ότι θα σωθεί. Και εκεί, στην παραλία, η Αγγελική έχασε την Ευαγγελία. Οι φωτιές που άναψαν μεθοδευμένα οι Τούρκοι και το ποδοβολητό των των ανθρώπων, που έκαμε τη γη να τρέμει, της πήγαν τον πανικό στα ουράνια...
...ΚΑΤΑΦΟΡΤΟ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΑΠΟ τη Σμύρνη πλησίαζε στον Πειραιά. Ξημέρωνε και ο ουρανός είχε πάρει το ροδαλό του χρώμα, λες πως ντρεπόταν για τα βάσανα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Η κυρά Βασιλεία, η κυρά παπαδιά είχε λαγοκοιμηθεί σε μια γωνιά, έχοντας στην αγκαλιά της τα τρία της παιδιά. Το μυαλό της στριφογύριζε και όλο σκεφτόταν, το σπίτι στη Μαγνησία, το αμπέλι, τον παπά Γέλειπε, την Αγγελική, που την είχε για χαμένη, και όσο τα σκεφτόταν τόσο τα δάκρυα δεν σταματούσαν να κυλάνε στα μάγουλα της...
90 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Κυκλοφορείται από τις εκδόσεις «ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ» (τηλ.: 210 9310605)