Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Γιατί όμως ο Χριστός έκανε αυτό το παράδοξο βήμα; Ήθελε να δείξει ότι ο νόμος που αποδοκίμαζε την συμπεριφορά των τελωνών, διότι νοίκιαζαν τους φόρους μιας περιοχής, εκμεταλλευόμενοι τη θέση τους και υφαρπάζοντας όχι μόνο τα νόμιμα, αλλά και περισσότερα από όσα έπρεπε πλουτίζοντας άνομα, δεν είχε ισχύ την περίοδο της χάριτος; Ότι ο ίδιος είχε έρθει για να εγκαθιδρύσει ένα νέο σύστημα αξιών, στο οποίο καλούνταν να προσαρμοστούν όσοι μέχρι τότε είχαν συνηθίσει σε άλλη θρησκευτική και πνευματική λογική; Ήθελε να προκαλέσει όλους εκείνους που προφανώς θα ήταν έτοιμοι να τον φιλοξενήσουν και να τους δείξει ότι Εκείνος είχε τον έλεγχο, μη δεσμευόμενος από κανέναν;
Ο Χριστός εισέρχεται στο σπίτι του αμαρτωλού γιατί διαβλέπει κάτι το οποίο δεν μπορούν να δούνε οι άλλοι: την μετάνοιά του. Ο Ζακχαίος εκφράζει την μετάνοιά του έμπρακτα. Νιώθει ευγνωμοσύνη προς το Χριστό που τον τιμά, ερχόμενος στο σπίτι του. Και είναι αυτή η επίσκεψη η αρχή μιας νέας ζωής. Η παρουσία του Χριστού μεταβάλλει τον τρόπο με τον οποίο ο Ζακχαίος βλέπει τον κόσμο και τη ζωή του. Δεν είναι το χρήμα και η εκμετάλλευση των άλλων με σκοπό την ζωή της ευμάρειας που πρυτανεύουν πλέον στην καρδιά του, αλλά η σχέση με το Θεό, που γίνεται διανομή των αγαθών, αποκατάσταση όσων εξαπάτησε και υφάρπαξε την περιουσία τους και προσανατολισμός της ζωής του στη διδασκαλία και την εφαρμογή των εντολών Εκείνου που τον επισκέπτεται. Γι’ αυτό και ο Χριστός θα σχολιάσει ενώπιον όλων όσων πριν έχουν γογγύσει εναντίον Του, ότι ο Ζακχαίος και η οικογένειά του-γιατί δεν είναι μόνο ο ίδιος που ξεκινά μια νέα πορεία, αλλά και όλοι οι οικείοι του- έχουν σωθεί. Ο Υιός του ανθρώπου ήρθε να αναζητήσει και να σώσει όλους όσους έχουν χάσει το δρόμο και τον προσανατολισμό τους προς το Θεό και το θέλημά Του.
Επομένως δεν είναι η κατάργηση του μωσαϊκού νόμου, η πρόκληση ή η εγκαθίδρυση ενός καινούριου συστήματος αξιών οι λόγοι για τους οποίους ο Χριστός εισέρχεται στο σπίτι του αμαρτωλού, αλλά για να επιδοκιμάσει την μετάνοιά του και να προτρέψει και όσους έχουν εμπιστοσύνη στην καθαρότητά τους, στον τρόπο θέασης του κόσμου ανάλογα με το πώς φαίνεται, στο «έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος», να δούνε την ψυχή τους, το εσώτερη ύπαρξή τους και να ελεγχθούν από το παράδειγμα του μετανοήσαντος. Κι αυτό είναι ένα μήνυμα για όλους μας, για κάθε εποχή.
Ο Ζακχαίος, με τα σημερινά κριτήρια, θα λέγαμε ότι ήταν ένας εκκοσμικευμένος άνθρωπος. Ζούσε και εφάρμοζε το ήθος της εποχής και του πολιτισμού της. Στόχευε στα υλικά αγαθά, την εξουσία και την ατομική του αυτάρκεια, χωρίς να δίνει σημασία στο λόγο του Θεού και στο ότι αδικούσε τους συνανθρώπους του. Και μπορεί να είχε την αποδοκιμασία από την κοινή γνώμη, το σύστημα όμως του πολιτισμού εκείνης της εποχής του επέτρεπε να ζει κατ’ αυτόν τον τρόπο. Είχε διαγράψει το Θεό από την καθημερινότητά του και ζούσε κοσμικά. Φαίνεται όμως πως τελικά ο ίδιος δεν ήταν ευχαριστημένος. Για κάτι άλλο διψούσε. Καταλάβαινε ότι αλλού ήταν το νόημα. Και η παρουσία του προσώπου του Χριστού ανοίγει στην ψυχή του τον δρόμο που κατά βάθος ποθούσε. Πρώτη του κίνηση να ζητήσει να δει ποιος είναι ο Χριστός. Δεύτερη κίνησή του να ανέβει στην συκομορέα, παραθεωρώντας τόσο τη φυσική του αδυναμία όσο και τις πιθανές ειρωνείες του πλήθους και τον εξευτελισμό του λόγω του ότι ήταν γνωστός. Και τρίτη κίνηση να σπεύσει να ανταποκριθεί στην πρόσκληση του Χριστού και να ανοίξει το σπίτι του και την καρδιά του.
Η μετάνοια του Ζακχαίου δεν άλλαξε τον εκκοσμικευμένο τρόπο ζωής εκείνης της εποχής. Άλλαξε όμως τον ίδιο. Ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να οδηγήσει την ανθρωπότητα σε έναν κοινωνικό και ηθικό μετασχηματισμό, καθιστάμενος ο ηγέτης μιας αλλαγής που θα επιβαλλόταν άνωθεν. Ήρθε για να αναζητήσει και να σώσει τον κάθε αμαρτωλό, τον κάθε άνθρωπο που νιώθει ότι έχει χάσει το δρόμο του και θέλει νόημα και σκοπό στη ζωή του που θα υπερβαίνει το ήθος της αμαρτίας. Χωρίς να αρνείται την διδαχή προς όλους, ο Χριστός δείχνει ότι για το Θεό αυτό που έχει σημασία είναι ο καθένας μας προσωπικά. Κι εδώ έγκειται η μεγάλη ελπίδα. Ότι τελικά, ακόμη κι αν ο κόσμος παραμείνει στο ήθος της αμαρτίας, ο καθένας μας μπορεί να οδηγηθεί στη σωτηρία και την ίδια στιγμή, με τη σωτηρία του καθενός μας, και ο ίδιος ο κόσμος οδηγείται και αυτός προς την ελπίδα.
Η επίσκεψη του Χριστού στο σπίτι ενός αμαρτωλού τελώνη στην Ιεριχώ, του Ζακχαίου, αποτελεί μία ακόμη από τις ανατρεπτικές για τα αναμενόμενα της εποχής στην οποία ο Κύριός μας έδρασε κινήσεις. Σήμερα ίσως δεν θα είχε την ίδια βαρύτητα, γιατί οι κοινωνικές σχέσεις δεν προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση. Οι ξεχωριστοί συναγελάζονται εύκολα με εκείνους που παλαιότερα δεν θα τολμούσαν να πλησιάσουν. Μάλιστα δίδεται η εικόνα της διαπλοκής σ’ αυτές τις συνυπάρξεις.
Όμως στους χρόνους που ο Χριστός προχώρησε στην συγκεκριμένη κίνηση, χρειαζόταν ιδιαίτερη τόλμη. Ο αμαρτωλός άνθρωπος θεωρούνταν μιασμένος και ο άγιος δεν επιτρεπόταν να συγχρωτισθεί μ’ εκείνον. Αλλιώς αντιμετώπιζε την κατάκριση όλων όσων πορεύονταν με γνώμονα την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία από τον μωσαϊκό νόμο των συμπεριφορών και των συναναστροφών τους. Γι’ αυτό και στην κίνηση του Χριστού να εισέλθει στο σπίτι του Ζακχαίου η αντίδραση πάντων ήταν ο γογγυσμός «ότι παρά αμαρτωλώ ανδρί εισήλθε καταλύσαι» (Λουκ. 19,7). Δεν ήταν μόνο η αίσθηση ότι ήταν καθαροί από παραβιάσεις του νόμου που ωθούσε όσους είδαν το περιστατικό να γογγύσουν. Ήταν και η απορία πώς ήταν δυνατόν μια τέτοια ξεχωριστή προσωπικότητα, όπως θεωρούσαν το Χριστό, να κάνει ένα τέτοιο βήμα. Γι’ αυτό και η αντίδρασή τους ήταν ο γογγυσμός, η διαμαρτυρία, η αποδοκιμασία. Ένας Θεός να συμπεριφέρεται με τέτοιο τρόπο που να ανατρέπει τον νόμο που ο ίδιος είχε δώσει. Αυτό δεν το χωρούσε ο νους των ανθρώπων και μάλιστα των θρησκευόμενων εκείνης της εποχής.
Γιατί όμως ο Χριστός έκανε αυτό το παράδοξο βήμα; Ήθελε να δείξει ότι ο νόμος που αποδοκίμαζε την συμπεριφορά των τελωνών, διότι νοίκιαζαν τους φόρους μιας περιοχής, εκμεταλλευόμενοι τη θέση τους και υφαρπάζοντας όχι μόνο τα νόμιμα, αλλά και περισσότερα από όσα έπρεπε πλουτίζοντας άνομα, δεν είχε ισχύ την περίοδο της χάριτος; Ότι ο ίδιος είχε έρθει για να εγκαθιδρύσει ένα νέο σύστημα αξιών, στο οποίο καλούνταν να προσαρμοστούν όσοι μέχρι τότε είχαν συνηθίσει σε άλλη θρησκευτική και πνευματική λογική; Ήθελε να προκαλέσει όλους εκείνους που προφανώς θα ήταν έτοιμοι να τον φιλοξενήσουν και να τους δείξει ότι Εκείνος είχε τον έλεγχο, μη δεσμευόμενος από κανέναν;
Ο Χριστός εισέρχεται στο σπίτι του αμαρτωλού γιατί διαβλέπει κάτι το οποίο δεν μπορούν να δούνε οι άλλοι: την μετάνοιά του. Ο Ζακχαίος εκφράζει την μετάνοιά του έμπρακτα. Νιώθει ευγνωμοσύνη προς το Χριστό που τον τιμά, ερχόμενος στο σπίτι του. Και είναι αυτή η επίσκεψη η αρχή μιας νέας ζωής. Η παρουσία του Χριστού μεταβάλλει τον τρόπο με τον οποίο ο Ζακχαίος βλέπει τον κόσμο και τη ζωή του. Δεν είναι το χρήμα και η εκμετάλλευση των άλλων με σκοπό την ζωή της ευμάρειας που πρυτανεύουν πλέον στην καρδιά του, αλλά η σχέση με το Θεό, που γίνεται διανομή των αγαθών, αποκατάσταση όσων εξαπάτησε και υφάρπαξε την περιουσία τους και προσανατολισμός της ζωής του στη διδασκαλία και την εφαρμογή των εντολών Εκείνου που τον επισκέπτεται. Γι’ αυτό και ο Χριστός θα σχολιάσει ενώπιον όλων όσων πριν έχουν γογγύσει εναντίον Του, ότι ο Ζακχαίος και η οικογένειά του-γιατί δεν είναι μόνο ο ίδιος που ξεκινά μια νέα πορεία, αλλά και όλοι οι οικείοι του- έχουν σωθεί. Ο Υιός του ανθρώπου ήρθε να αναζητήσει και να σώσει όλους όσους έχουν χάσει το δρόμο και τον προσανατολισμό τους προς το Θεό και το θέλημά Του.
Επομένως δεν είναι η κατάργηση του μωσαϊκού νόμου, η πρόκληση ή η εγκαθίδρυση ενός καινούριου συστήματος αξιών οι λόγοι για τους οποίους ο Χριστός εισέρχεται στο σπίτι του αμαρτωλού, αλλά για να επιδοκιμάσει την μετάνοιά του και να προτρέψει και όσους έχουν εμπιστοσύνη στην καθαρότητά τους, στον τρόπο θέασης του κόσμου ανάλογα με το πώς φαίνεται, στο «έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος», να δούνε την ψυχή τους, το εσώτερη ύπαρξή τους και να ελεγχθούν από το παράδειγμα του μετανοήσαντος. Κι αυτό είναι ένα μήνυμα για όλους μας, για κάθε εποχή.
Ο Ζακχαίος, με τα σημερινά κριτήρια, θα λέγαμε ότι ήταν ένας εκκοσμικευμένος άνθρωπος. Ζούσε και εφάρμοζε το ήθος της εποχής και του πολιτισμού της. Στόχευε στα υλικά αγαθά, την εξουσία και την ατομική του αυτάρκεια, χωρίς να δίνει σημασία στο λόγο του Θεού και στο ότι αδικούσε τους συνανθρώπους του. Και μπορεί να είχε την αποδοκιμασία από την κοινή γνώμη, το σύστημα όμως του πολιτισμού εκείνης της εποχής του επέτρεπε να ζει κατ’ αυτόν τον τρόπο. Είχε διαγράψει το Θεό από την καθημερινότητά του και ζούσε κοσμικά. Φαίνεται όμως πως τελικά ο ίδιος δεν ήταν ευχαριστημένος. Για κάτι άλλο διψούσε. Καταλάβαινε ότι αλλού ήταν το νόημα. Και η παρουσία του προσώπου του Χριστού ανοίγει στην ψυχή του τον δρόμο που κατά βάθος ποθούσε. Πρώτη του κίνηση να ζητήσει να δει ποιος είναι ο Χριστός. Δεύτερη κίνησή του να ανέβει στην συκομορέα, παραθεωρώντας τόσο τη φυσική του αδυναμία όσο και τις πιθανές ειρωνείες του πλήθους και τον εξευτελισμό του λόγω του ότι ήταν γνωστός. Και τρίτη κίνηση να σπεύσει να ανταποκριθεί στην πρόσκληση του Χριστού και να ανοίξει το σπίτι του και την καρδιά του.
Η μετάνοια του Ζακχαίου δεν άλλαξε τον εκκοσμικευμένο τρόπο ζωής εκείνης της εποχής. Άλλαξε όμως τον ίδιο. Ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να οδηγήσει την ανθρωπότητα σε έναν κοινωνικό και ηθικό μετασχηματισμό, καθιστάμενος ο ηγέτης μιας αλλαγής που θα επιβαλλόταν άνωθεν. Ήρθε για να αναζητήσει και να σώσει τον κάθε αμαρτωλό, τον κάθε άνθρωπο που νιώθει ότι έχει χάσει το δρόμο του και θέλει νόημα και σκοπό στη ζωή του που θα υπερβαίνει το ήθος της αμαρτίας. Χωρίς να αρνείται την διδαχή προς όλους, ο Χριστός δείχνει ότι για το Θεό αυτό που έχει σημασία είναι ο καθένας μας προσωπικά. Κι εδώ έγκειται η μεγάλη ελπίδα. Ότι τελικά, ακόμη κι αν ο κόσμος παραμείνει στο ήθος της αμαρτίας, ο καθένας μας μπορεί να οδηγηθεί στη σωτηρία και την ίδια στιγμή, με τη σωτηρία του καθενός μας, και ο ίδιος ο κόσμος οδηγείται και αυτός προς την ελπίδα.
Εξακολουθούμε σήμερα να ζούμε σε μια εκκοσμικευμένη εποχή. Χαρακτηριστικό της η απουσία του Χριστού από τις καρδιές των πολλών ή η διαστρέβλωση της οδού της αγάπης και της σωτηρίας που ο Κύριος κηρύττει για τον καθένα μας στο όνομα της καθαρότητας και της πιστής εξωτερικής τήρησης του νόμου.
Η μετάνοια του Ζακχαίου μας δείχνει ότι όταν καταλάβουμε πως ο τρόπος ζωής χωρίς το Χριστό δε δίνει νόημα και ζητήσουμε το πρόσωπό Του, Εκείνος μπορεί να μας δώσει με την παρουσία Του την ευκαιρία της αναγέννησής μας. Και η αναγέννηση οδηγεί και τους οικείους μας, αλλά και όσους έχουν καλή προαίρεση, στο μοίρασμα της νέας ζωής, που συνεπάγεται την αποκατάσταση των αδικιών, την ελεημοσύνη και την κοινωνία με το Θεό. Ο Χριστός της Εκκλησίας λοιπόν ήταν και θα είναι η απάντηση στην εκκοσμίκευση, αλλά και στην ψευδαίσθηση της θρησκευτικής καθαρότητας που βάζουν εμπόδια στον δρόμο προς την Βασιλεία του Θεού.
Πηγή εδώ