Του Ηλία Λιαμή, δρ Θεολογίας, Αρχισυντάκτη της ιστοσελίδας
Πάσχα σε καιρούς κρίσης
Καλέ μου φίλε, Καλή μου φίλη,
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!
Κάποτε η ευχή, ή μάλλον το δοξαστικό
αυτό άγγελμα, άντεχε σαράντα μέρες. Στις μέρες μας, με το ζόρι βγάζει την εβδομάδα. Κι ας τοποθετεί η Εκκλησία μας την Κυριακή του Πάσχα, κέντρο του λειτουργικού της κύκλου. Κι ας καλούν οι Πατέρες μας να θέσουμε την Ανάσταση του Κυρίου, κέντρο του κύκλου της ζωής μας.
Καυχόμαστε συχνά, πώς ανήκουμε σ’ έναν λαό, που ξέρει να γιορτάζει το Πάσχα. Κι όμως!
Λένε πως ο αληθινός χαρακτήρας του ανθρώπου φαίνεται την ώρα μιας σύγκρουσης, ενός καυγά. Έτσι και ’μείς, τώρα που αγγίξαμε την ώρα της δυσκολίας, την ώρα της σύγκρουσης με μια επώδυνη πραγματικότητα, το αληθινό μας πρόσωπο, όλο μας το ψυχικό και πνευματικό βιος, το κληρονομημένο από παλιά-παλιά, θα μπει στη ζυγαριά και θ’ αναμετρηθεί με θεριό μέγα, την περιβόητη και αδηφάγο Κρίση.
Είναι πολλές οι φορές, που, ως Έλληνες, παινευτήκαμε για τις διαφορές μας με άλλους λαούς. Υψώσαμε τα μπαϊράκια του φιλότιμου, της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς και κοιτάξαμε στα μάτια, ίσως και με κάποια αλαζονεία, λαούς με δύναμη, με μηχανές και λίρες πολλές στα σεντούκια τους. Μόνο που ξεχάσαμε, πως όλα αυτά τα πολύτιμα τζοβαϊρικά μας δεν ήταν σκέρτσα των κυττάρων, αλλά ακριβοπληρωμένοι καρποί ζυμώσεων αιώνων, ζυμώσεων κοινωνικών, πολιτιστικών, ιστορικών και πνευματικών, κυρίως όμως καρποί κόπων, αγώνων και θυσιών. Ο λαός μας, για χιλιάδες χρόνια, έζησε πάντοτε στο «ανάμεσα». Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, ανάμεσα σε αυτοκρατορίες, ανάμεσα σε φιλοσοφικά και θρησκευτικά ρεύματα, μέχρι και ανάμεσα σε δύο τεκτονικές πλάκες, που κάθε λεπτό συγκρούονται και μας ταρακουνάνε.
Έτσι μάθαμε να ζούμε. Πάντοτε με το ενδεχόμενο της πλήρους ανατροπής της καθημερινότητάς μας. Με τον φόβο των πειρατών, που σε μια νύχτα θα αφήσουν πίσω τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής, αποκαΐδια. Με την αγωνία ενός σεισμού, που θα γκρεμίσει τον μικρόκοσμό μας. Με την προσμονή του γιου και του άντρα, που πολεμούν. Αλλά και με την απόγνωση της προδοσίας, που πάντα κατάφερνε πιο πολλά και από τα πιο άγρια στίφη.
Μάθαμε να ζούμε, αναζητώντας την απαντοχή και την ελπίδα πέρα από τα προφανή. Πάντα σε σύγκρουση με τη λογική των κατακτητών, πάντα καταδικασμένοι από τα πολιτικά και οικονομικά σενάρια των διπλωματών. Πάντα ένα αιωνόβιο δέντρο στα έγκατα της ιστορίας, περιτριγυρισμένο από καλικαντζάρους, να πριονάνε, να πριονάνε, μέχρι να θέλει μια τσεκουριά να γκρεμιστεί, και πάντα, πάντα κάτι, κάποιος, να το σώζει.
Δεν αρκεστήκαμε στη ροή των περιστάσεων. Μπορεί και να κουραστήκαμε από τα σκαμπανεβάσματα της μοίρας και να αναζητήσαμε το μεδούλι της αλήθειας. Θαυμάσαμε σα μικρά παιδιά Παρατηρήσαμε, μελετήσαμε, στοχαστήκαμε, ανάψαμε μια φλόγα λογικής, που διαπερνά τα φαινόμενα, την είπαμε φιλοσοφία και τη μοιράσαμε στην οικουμένη, να κάψει τα ξόανα. Και δε διστάσαμε, όταν πιο πέρα το μυαλό δεν μπόρεσε να φτάσει, να κάνουμε βωμό σε άγνωστο Θεό και να τον καρτεράμε.
Κι όταν αυτός ο υπέρτατος Θεός εφάνη, τον αγκαλιάσαμε και τον ζυμώσαμε με τις ελπίδες και τα πάθη μας. Μόνο εμείς είχαμε το δικαίωμα να μιλήσουμε για πίστη. Γιατί τη λογική την εξαντλήσαμε μέχρι σταγόνα κι άνθρωπος δεν θα μπορούσε να μας πει πως την περιφρονήσαμε. Ήρθε ο αληθινός Θεός και αγαπήσαμε επάνω του τα πάντα. Τον δωρικό Του λόγο, την αγάπη Του για όλα τα πλάσματά Του με τον άνθρωπο πρώτο, το παράδειγμα, τη θυσία Του, μα πάνω απ’ όλα αγαπήσαμε το Πάσχα Του. Γιατί Πάσχα σημαίνει πέρασμα και ’μείς πάντα ζούσαμε περνώντας ανάμεσα. Κάναμε το Πάσχα Του Πάσχα μας, γιατί μόνο εμείς μαθαίναμε για αιώνες, εκεί που όλα δείχνανε χαμένα και νεκρά, να αντικρίζουμε μια φλόγα, μια φωνή, να σκίζει την καταχνιά και να συναντάει τον ανοιχτό ουρανό.
Αλλάξαν οι καιροί. Κι όταν μας δέχτηκαν στο συμπόσιο των χορτασμένων, νομίσαμε πως βρήκαμε φως άλλο, πιο αληθινό. Νομίσαμε για αλήθειες τα νομίσματα και η χαρά μας πήρε τα σχήμα πλαστικής κάρτας και πολυμορφικού 4Χ4. Η γαστέρα και το υπογάστριο, που για αιώνες υποκλινόντουσαν με σεβασμό στο νου και την καρδιά, ξεθάρρεψαν κι από υποζύγια, γινήκανε καβαλαραίοι. Φουσκώσαμε μαζί τους, μέχρι που δεν χωράμε πια για να περάσουμε από τις πόρτες των αγαπημένων μας. Μόνοι, στο ίδιο σπίτι, σε χωριστά δωμάτια με οθόνες τεράστιες, κάναμε κόσμο μας και συντροφιά μας, δέσμες ηλεκτρονίων. Τα ψέματα φίλοι μας και φίλοι τους εμείς, πιο ψεύτικοι απ’ τα ψέματα.
Το Πάσχα είναι η αλήθεια, γιατί στη ζωή αυτή το πέρασμα απ’ τη χαρά στο πόνο και ανάποδα είναι η μόνη αλήθεια. Και το Πάσχα το αληθινό είναι πάλι εδώ. Είναι το μόνο που δε σε πρόδωσε, είναι το μόνο που δεν θα σου πάρει ούτε το σπίτι, ούτε τη ψυχή. Πίσω θα σου τα δώσει και τα δύο. Γιατί σπίτι σου είναι οι άνθρωποι, που έμαθες μόνο να τους κοστολογείς και η ψυχή σου, καταματωμένη και ξέπνοη, βρέθηκε φορτωμένη στους ώμους του Αγνώστου Θεού και θα ανηφορίσει ξανά για Γολγοθά. Μην απελπίζεσαι για τις πληγές. Λιγάκι υπομονή… και κρίση του εαυτού με ειλικρίνεια. Μη βιάζεσαι. Μην αδημονείς. Η επιστροφή θα διαρκέσει όσο ακριβώς χρειάζεται, για να εκτιμήσεις τη θανατίλα του τάφου που ζούσες και την γαλήνη ενός άλλου τάφου, με τον λίθο αποκυλισμένο από την αγάπη Του. Να μην καταδεχτείς, ούτε μεμψιμοιρίες, ούτε κραυγές, όπως οι αφελείς, που πάντα έχουν έτοιμους ενόχους. Κι όλοι οι βουλευτές να σταυρωθούν στο Σύνταγμα, την ψυχή σου πίσω δεν θα την πάρεις, εκτός αν δεις τον εαυτό σου σταυρωμένο στα δεξιά Του. Θυμήσου, θυμήσου ποιος είσαι και πώς έφτασες ως εδώ. Κι όταν θυμηθείς, θα Του ζητήσεις κι Εκείνου να σε θυμηθεί στη Βασιλεία Του. Δεν θα μπορέσει να αντισταθεί στο δακρυσμένο σου «Μνησθητί μου Κύριε». Στο δρόμο Του για μια πατρίδα άλλη, θέλει συνοδοιπόρους. Αν μείνεις μόνο να θρηνείς τα χαμένα κι αφήσεις να περνάει ο χρόνος χτυπώντας με την οργή τού εξαπατημένου τα ερείπια, θα Tου λείψεις. Μην Tου λείψεις. Γιατί κι εσύ θα λείψεις από τη γονατισμένη σου πατρίδα. Και σε χρειάζεται όσο ποτέ πατρίδα δε χρειάστηκε τα παιδιά της.
Όσο για το ιδιαίτερο μήνυμα της σημερινής ημέρας, θα σου πρότεινα, καθώς θα ξανασυναντηθούμε με τα παιδιά μας μετά από 15 μέρες, η πρώτη μας κουβέντα, ο πρώτος μας χαιρετισμός, να είναι τοΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! Και μάλιστα, όχι οι λέξεις καθ’ εαυτές, αλλά η, κατά δύναμιν, βιωμένη εμπειρία της αναστάσιμης χαράς, μιας χαράς πλημμυρισμένης από ελπίδα και ευγνωμοσύνη για μια Θεία αγάπη, πέρα από κάθε ανθρώπινη λογική και πέρα από κάθε ανθρώπινη δικαιοσύνη.
Θα ήθελα να σου προτείνω να φανταστείς την ψυχική και πνευματική διάθεση του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, την ώρα που η γραφίδα του χαράζει τον γεμάτο πανηγυρισμούς και αρχοντιάκατηχητικό λόγο του (αιώνιο μέτρο και πυξίδα κατήχησης), ένα κείμενο-ανοιχτή αγκαλιά, κατ’ εικόνα και ομοίωση της αγκαλιάς του αναστημένου Χριστού με τα πληγωμένα χέρια, υπενθύμιση διαρκής, πως μόνο η θυσιαστική αγάπη μπορεί να συμπονάει και ν’ αγκαλιάζει.
Θα πρότεινα, ανεξάρτητα από τη δομή του σημερινού μαθήματος που έχουμε επιλέξει, να μη χάσουμε την ευκαιρία να προσφέρουμε στα παιδιά αυτό το υπέροχο κείμενο, που ακούγεται μια φορά το χρόνο (βλ. στο τέλος τα κείμενα εμπλουτισμού). Δύσκολα βρίσκονται σε άλλο κείμενο συμπυκνωμένα,
• το νόημα και ο σκοπός της άσκησης, («Ο μόσχος πολύς, μηδείς εξέλθη πεινών. Πάντες απολαύσατε του συμποσίου της πίστεως˙ πάντες απολαύσατε του πλούτου της χρηστότητος»)
• η αποενοχοποίηση της ανθρώπινης αδυναμίας, («Μηδείς θρηνείτω πενίαν˙ εφάνη γάρ η κοινή Βασιλεία. Μηδείς οδυρέσθω πταίσματα˙ συγνώμη γάρ εκ του τάφου ανέτειλε»)
• η επιθυμία του Θεού να βρει σε κάθε άνθρωπο κάτι που θα του δώσει το δικαίωμα να τον ελκύσει στο πανηγύρι της χαράς, («φιλότιμος γαρ ων ο Δεσπότης, δέχεται τον έσχατον καθάπερ και τον πρώτον˙ αναπαύει τον της ενδεκάτης, ως τον εργασάμενον από της πρώτης˙ και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει˙ κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται˙ και τα έργα δέχεται και την γνώμην ασπάζεται˙ και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί»)
• το μήνυμα του θριάμβου της ζωής πάνω στον θάνατο. («Μηδείς φοβείσθω θάνατον˙ ηλευθέρωσε γάρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν, υπ' αυτού κατεχόμενος… Εσκύλευσε τον άδην ο κατελθών εις τον άδην. Επίκρανεν αυτόν, γευσάμενον της σαρκός αυτού»).
Παράλληλα, θα ήταν καλό να είχαν τα παιδιά μπροστά τους τηνεικόνα της Ανάστασης από τη Μονή της Χώρας, είτε σε προτζέκτορα, είτε σε μια εικονίτσα. Και μόνο μια συζήτηση γύρω από την εικόνα αυτή, με τον Χριστό να τραβά κυριολεκτικά τον Αδάμ και την Εύα από τον Άδη, θα αρκούσε για να αναδείξει όλο το Φως και τα νοήματα της Ανάστασης. Άλλωστε, τι καλύτερο πασχαλινό δωράκι τέτοια μέρα, για να μεταφέρουν σπίτι τους ένα διαφορετικό μήνυμα εν μέσω καιρών πάθους και κατήφειας! (βλ. στο τέλος τα κείμενα εμπλουτισμού).
Ας έρθουμε τώρα στην Ευαγγελική περικοπή από το 15ο και 16ο κεφάλαιο από το Ευαγγέλιο του Μάρκου, κείμενο εμποτισμένο από θεϊκές ενέργειες, πρωτόγνωρες για το ανθρώπινο γένος και από ανθρώπινες συμπεριφορές γεμάτες αγάπη για τον Χριστό και τόλμη απέναντι στους κινδύνους και την κοινωνική κατακραυγή, που πάντα ενεργοποιείται, όταν κάποιος ή κάποιοι επιλέξουν να ακολουθήσουν μια άλλη λογική, από εκείνην του κόσμου...
Ανάλυση του μαθήματος εδώ
Για τις υπόλοιπες βαθμίδες εδώ
αυτό άγγελμα, άντεχε σαράντα μέρες. Στις μέρες μας, με το ζόρι βγάζει την εβδομάδα. Κι ας τοποθετεί η Εκκλησία μας την Κυριακή του Πάσχα, κέντρο του λειτουργικού της κύκλου. Κι ας καλούν οι Πατέρες μας να θέσουμε την Ανάσταση του Κυρίου, κέντρο του κύκλου της ζωής μας.
Καυχόμαστε συχνά, πώς ανήκουμε σ’ έναν λαό, που ξέρει να γιορτάζει το Πάσχα. Κι όμως!
Λένε πως ο αληθινός χαρακτήρας του ανθρώπου φαίνεται την ώρα μιας σύγκρουσης, ενός καυγά. Έτσι και ’μείς, τώρα που αγγίξαμε την ώρα της δυσκολίας, την ώρα της σύγκρουσης με μια επώδυνη πραγματικότητα, το αληθινό μας πρόσωπο, όλο μας το ψυχικό και πνευματικό βιος, το κληρονομημένο από παλιά-παλιά, θα μπει στη ζυγαριά και θ’ αναμετρηθεί με θεριό μέγα, την περιβόητη και αδηφάγο Κρίση.
Είναι πολλές οι φορές, που, ως Έλληνες, παινευτήκαμε για τις διαφορές μας με άλλους λαούς. Υψώσαμε τα μπαϊράκια του φιλότιμου, της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς και κοιτάξαμε στα μάτια, ίσως και με κάποια αλαζονεία, λαούς με δύναμη, με μηχανές και λίρες πολλές στα σεντούκια τους. Μόνο που ξεχάσαμε, πως όλα αυτά τα πολύτιμα τζοβαϊρικά μας δεν ήταν σκέρτσα των κυττάρων, αλλά ακριβοπληρωμένοι καρποί ζυμώσεων αιώνων, ζυμώσεων κοινωνικών, πολιτιστικών, ιστορικών και πνευματικών, κυρίως όμως καρποί κόπων, αγώνων και θυσιών. Ο λαός μας, για χιλιάδες χρόνια, έζησε πάντοτε στο «ανάμεσα». Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, ανάμεσα σε αυτοκρατορίες, ανάμεσα σε φιλοσοφικά και θρησκευτικά ρεύματα, μέχρι και ανάμεσα σε δύο τεκτονικές πλάκες, που κάθε λεπτό συγκρούονται και μας ταρακουνάνε.
Έτσι μάθαμε να ζούμε. Πάντοτε με το ενδεχόμενο της πλήρους ανατροπής της καθημερινότητάς μας. Με τον φόβο των πειρατών, που σε μια νύχτα θα αφήσουν πίσω τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής, αποκαΐδια. Με την αγωνία ενός σεισμού, που θα γκρεμίσει τον μικρόκοσμό μας. Με την προσμονή του γιου και του άντρα, που πολεμούν. Αλλά και με την απόγνωση της προδοσίας, που πάντα κατάφερνε πιο πολλά και από τα πιο άγρια στίφη.
Μάθαμε να ζούμε, αναζητώντας την απαντοχή και την ελπίδα πέρα από τα προφανή. Πάντα σε σύγκρουση με τη λογική των κατακτητών, πάντα καταδικασμένοι από τα πολιτικά και οικονομικά σενάρια των διπλωματών. Πάντα ένα αιωνόβιο δέντρο στα έγκατα της ιστορίας, περιτριγυρισμένο από καλικαντζάρους, να πριονάνε, να πριονάνε, μέχρι να θέλει μια τσεκουριά να γκρεμιστεί, και πάντα, πάντα κάτι, κάποιος, να το σώζει.
Δεν αρκεστήκαμε στη ροή των περιστάσεων. Μπορεί και να κουραστήκαμε από τα σκαμπανεβάσματα της μοίρας και να αναζητήσαμε το μεδούλι της αλήθειας. Θαυμάσαμε σα μικρά παιδιά Παρατηρήσαμε, μελετήσαμε, στοχαστήκαμε, ανάψαμε μια φλόγα λογικής, που διαπερνά τα φαινόμενα, την είπαμε φιλοσοφία και τη μοιράσαμε στην οικουμένη, να κάψει τα ξόανα. Και δε διστάσαμε, όταν πιο πέρα το μυαλό δεν μπόρεσε να φτάσει, να κάνουμε βωμό σε άγνωστο Θεό και να τον καρτεράμε.
Κι όταν αυτός ο υπέρτατος Θεός εφάνη, τον αγκαλιάσαμε και τον ζυμώσαμε με τις ελπίδες και τα πάθη μας. Μόνο εμείς είχαμε το δικαίωμα να μιλήσουμε για πίστη. Γιατί τη λογική την εξαντλήσαμε μέχρι σταγόνα κι άνθρωπος δεν θα μπορούσε να μας πει πως την περιφρονήσαμε. Ήρθε ο αληθινός Θεός και αγαπήσαμε επάνω του τα πάντα. Τον δωρικό Του λόγο, την αγάπη Του για όλα τα πλάσματά Του με τον άνθρωπο πρώτο, το παράδειγμα, τη θυσία Του, μα πάνω απ’ όλα αγαπήσαμε το Πάσχα Του. Γιατί Πάσχα σημαίνει πέρασμα και ’μείς πάντα ζούσαμε περνώντας ανάμεσα. Κάναμε το Πάσχα Του Πάσχα μας, γιατί μόνο εμείς μαθαίναμε για αιώνες, εκεί που όλα δείχνανε χαμένα και νεκρά, να αντικρίζουμε μια φλόγα, μια φωνή, να σκίζει την καταχνιά και να συναντάει τον ανοιχτό ουρανό.
Αλλάξαν οι καιροί. Κι όταν μας δέχτηκαν στο συμπόσιο των χορτασμένων, νομίσαμε πως βρήκαμε φως άλλο, πιο αληθινό. Νομίσαμε για αλήθειες τα νομίσματα και η χαρά μας πήρε τα σχήμα πλαστικής κάρτας και πολυμορφικού 4Χ4. Η γαστέρα και το υπογάστριο, που για αιώνες υποκλινόντουσαν με σεβασμό στο νου και την καρδιά, ξεθάρρεψαν κι από υποζύγια, γινήκανε καβαλαραίοι. Φουσκώσαμε μαζί τους, μέχρι που δεν χωράμε πια για να περάσουμε από τις πόρτες των αγαπημένων μας. Μόνοι, στο ίδιο σπίτι, σε χωριστά δωμάτια με οθόνες τεράστιες, κάναμε κόσμο μας και συντροφιά μας, δέσμες ηλεκτρονίων. Τα ψέματα φίλοι μας και φίλοι τους εμείς, πιο ψεύτικοι απ’ τα ψέματα.
Το Πάσχα είναι η αλήθεια, γιατί στη ζωή αυτή το πέρασμα απ’ τη χαρά στο πόνο και ανάποδα είναι η μόνη αλήθεια. Και το Πάσχα το αληθινό είναι πάλι εδώ. Είναι το μόνο που δε σε πρόδωσε, είναι το μόνο που δεν θα σου πάρει ούτε το σπίτι, ούτε τη ψυχή. Πίσω θα σου τα δώσει και τα δύο. Γιατί σπίτι σου είναι οι άνθρωποι, που έμαθες μόνο να τους κοστολογείς και η ψυχή σου, καταματωμένη και ξέπνοη, βρέθηκε φορτωμένη στους ώμους του Αγνώστου Θεού και θα ανηφορίσει ξανά για Γολγοθά. Μην απελπίζεσαι για τις πληγές. Λιγάκι υπομονή… και κρίση του εαυτού με ειλικρίνεια. Μη βιάζεσαι. Μην αδημονείς. Η επιστροφή θα διαρκέσει όσο ακριβώς χρειάζεται, για να εκτιμήσεις τη θανατίλα του τάφου που ζούσες και την γαλήνη ενός άλλου τάφου, με τον λίθο αποκυλισμένο από την αγάπη Του. Να μην καταδεχτείς, ούτε μεμψιμοιρίες, ούτε κραυγές, όπως οι αφελείς, που πάντα έχουν έτοιμους ενόχους. Κι όλοι οι βουλευτές να σταυρωθούν στο Σύνταγμα, την ψυχή σου πίσω δεν θα την πάρεις, εκτός αν δεις τον εαυτό σου σταυρωμένο στα δεξιά Του. Θυμήσου, θυμήσου ποιος είσαι και πώς έφτασες ως εδώ. Κι όταν θυμηθείς, θα Του ζητήσεις κι Εκείνου να σε θυμηθεί στη Βασιλεία Του. Δεν θα μπορέσει να αντισταθεί στο δακρυσμένο σου «Μνησθητί μου Κύριε». Στο δρόμο Του για μια πατρίδα άλλη, θέλει συνοδοιπόρους. Αν μείνεις μόνο να θρηνείς τα χαμένα κι αφήσεις να περνάει ο χρόνος χτυπώντας με την οργή τού εξαπατημένου τα ερείπια, θα Tου λείψεις. Μην Tου λείψεις. Γιατί κι εσύ θα λείψεις από τη γονατισμένη σου πατρίδα. Και σε χρειάζεται όσο ποτέ πατρίδα δε χρειάστηκε τα παιδιά της.
Όσο για το ιδιαίτερο μήνυμα της σημερινής ημέρας, θα σου πρότεινα, καθώς θα ξανασυναντηθούμε με τα παιδιά μας μετά από 15 μέρες, η πρώτη μας κουβέντα, ο πρώτος μας χαιρετισμός, να είναι τοΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! Και μάλιστα, όχι οι λέξεις καθ’ εαυτές, αλλά η, κατά δύναμιν, βιωμένη εμπειρία της αναστάσιμης χαράς, μιας χαράς πλημμυρισμένης από ελπίδα και ευγνωμοσύνη για μια Θεία αγάπη, πέρα από κάθε ανθρώπινη λογική και πέρα από κάθε ανθρώπινη δικαιοσύνη.
Θα ήθελα να σου προτείνω να φανταστείς την ψυχική και πνευματική διάθεση του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, την ώρα που η γραφίδα του χαράζει τον γεμάτο πανηγυρισμούς και αρχοντιάκατηχητικό λόγο του (αιώνιο μέτρο και πυξίδα κατήχησης), ένα κείμενο-ανοιχτή αγκαλιά, κατ’ εικόνα και ομοίωση της αγκαλιάς του αναστημένου Χριστού με τα πληγωμένα χέρια, υπενθύμιση διαρκής, πως μόνο η θυσιαστική αγάπη μπορεί να συμπονάει και ν’ αγκαλιάζει.
Θα πρότεινα, ανεξάρτητα από τη δομή του σημερινού μαθήματος που έχουμε επιλέξει, να μη χάσουμε την ευκαιρία να προσφέρουμε στα παιδιά αυτό το υπέροχο κείμενο, που ακούγεται μια φορά το χρόνο (βλ. στο τέλος τα κείμενα εμπλουτισμού). Δύσκολα βρίσκονται σε άλλο κείμενο συμπυκνωμένα,
• το νόημα και ο σκοπός της άσκησης, («Ο μόσχος πολύς, μηδείς εξέλθη πεινών. Πάντες απολαύσατε του συμποσίου της πίστεως˙ πάντες απολαύσατε του πλούτου της χρηστότητος»)
• η αποενοχοποίηση της ανθρώπινης αδυναμίας, («Μηδείς θρηνείτω πενίαν˙ εφάνη γάρ η κοινή Βασιλεία. Μηδείς οδυρέσθω πταίσματα˙ συγνώμη γάρ εκ του τάφου ανέτειλε»)
• η επιθυμία του Θεού να βρει σε κάθε άνθρωπο κάτι που θα του δώσει το δικαίωμα να τον ελκύσει στο πανηγύρι της χαράς, («φιλότιμος γαρ ων ο Δεσπότης, δέχεται τον έσχατον καθάπερ και τον πρώτον˙ αναπαύει τον της ενδεκάτης, ως τον εργασάμενον από της πρώτης˙ και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει˙ κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται˙ και τα έργα δέχεται και την γνώμην ασπάζεται˙ και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί»)
• το μήνυμα του θριάμβου της ζωής πάνω στον θάνατο. («Μηδείς φοβείσθω θάνατον˙ ηλευθέρωσε γάρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν, υπ' αυτού κατεχόμενος… Εσκύλευσε τον άδην ο κατελθών εις τον άδην. Επίκρανεν αυτόν, γευσάμενον της σαρκός αυτού»).
Παράλληλα, θα ήταν καλό να είχαν τα παιδιά μπροστά τους τηνεικόνα της Ανάστασης από τη Μονή της Χώρας, είτε σε προτζέκτορα, είτε σε μια εικονίτσα. Και μόνο μια συζήτηση γύρω από την εικόνα αυτή, με τον Χριστό να τραβά κυριολεκτικά τον Αδάμ και την Εύα από τον Άδη, θα αρκούσε για να αναδείξει όλο το Φως και τα νοήματα της Ανάστασης. Άλλωστε, τι καλύτερο πασχαλινό δωράκι τέτοια μέρα, για να μεταφέρουν σπίτι τους ένα διαφορετικό μήνυμα εν μέσω καιρών πάθους και κατήφειας! (βλ. στο τέλος τα κείμενα εμπλουτισμού).
Ας έρθουμε τώρα στην Ευαγγελική περικοπή από το 15ο και 16ο κεφάλαιο από το Ευαγγέλιο του Μάρκου, κείμενο εμποτισμένο από θεϊκές ενέργειες, πρωτόγνωρες για το ανθρώπινο γένος και από ανθρώπινες συμπεριφορές γεμάτες αγάπη για τον Χριστό και τόλμη απέναντι στους κινδύνους και την κοινωνική κατακραυγή, που πάντα ενεργοποιείται, όταν κάποιος ή κάποιοι επιλέξουν να ακολουθήσουν μια άλλη λογική, από εκείνην του κόσμου...
Ανάλυση του μαθήματος εδώ
Για τις υπόλοιπες βαθμίδες εδώ