Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Η Παγκόσμια Οργάνωση των Σωματείων Προγεννητικής Αγωγής ΟΜΑΕΠ

Πρόσφατα έφτασαν στην Ιερά Μητρόπολή μας καταγγελίες ευσεβών πιστών για την ύπαρξη και τη δράση στον Πειραιά παραρτήματος μιάς διεθνούς οργάνωσης με την επωνυμία «Παγ­κό­σμια Ορ­γά­νω­ση των Σω­μα­τεί­ων Προ­γεν­νη­τι­κής Α­γω­γής, ΟΜΑΕΠ». Οι καταγγελίες αναφέρονται σε δοξασίες και πρακτικές της οργάνωσης, αντίθετες με την Ορθόδοξη Χριστιανική μας πίστη. Μάλιστα, όπως μας πληροφόρησαν, απηχούν, νεοεποχίτικες και αποκρυφιστικές αντιλήψεις. Για την ενημέρωση των ορθοδόξων πιστών της μητροπολιτικής μας περιφέρειας κρίναμε σκόπιμο να παραθέσουμε επιστολή του κ. Γεράσιμου Βλάχου, Κοινωνικού Λειτουργού, ο οποίος έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με την ύπαρξη και τη λειτουργία της ως άνω οργανώσεως, και η οποία είχε αποδέκτη τη Γραμματεία γυναικείων Θεμάτων του πολιτικού κόμματος της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ.

Προς τη Γραμματεία Γυναικείων Θεμάτων της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Υπ’ όψιν κ. Κατερίνας Παπακώστα-Σιδηροπούλου.
Θέμα: Προγεννητική Αγωγή;
Το προσωπείο.
Παγ­κο­σμί­α... Ελ­λη­νί­δα («ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 31/8/2006).

Η Παγ­κό­σμια Ορ­γά­νω­ση ι­δρύ­θη­κε το 1991 με­τα­ξύ των 6 τό­τε πρώ­των ευ­ρω­πα­ϊ­κών σω­μα­τεί­ων (η Ελ­λά­δα, ι­δρυ­τι­κό μέ­λος) και έ­χει ή­δη ε­πι­τε­λέ­σει πλού­σιο εκ­παι­δευ­τι­κό έρ­γο υ­πό την προ­ε­δρί­α της ι­δρυ­τι­κής προ­έ­δρου, γαλ­λί­δας εκ­παι­δευ­τι­κού κυ­ρί­ας Marie-Andree Bertin. Έ­χει ορ­γα­νώ­σει 5 παγ­κο­σμί­α συ­νέ­δρια για την οι­κο­γέ­νεια (το 1993, στη Γρα­νά­δα Ι­σπα­νί­ας, το 1994 στην Α­θή­να, το 1997 στη Ρώ­μη, το 2001 στο Κα­ρά­κας και το 2004 στην Α­θή­να), ό­που παγ­κο­σμί­ου φή­μης ε­ρευ­νη­τές ε­πι­στή­μο­νες έ­χουν το­νί­σει με σπου­δαί­ες α­να­κοι­νώ­σεις τους την ύ­ψι­στη ση­μα­σί­α του γο­νε­ϊ­κού ρό­λου.

Βα­σι­κός στό­χος της ελ­λη­νι­κής προ­ε­δρί­ας εί­ναι να κα­λυ­φθεί έ­να με­γά­λο κε­νό της ση­με­ρι­νής παι­δεί­ας: η προ­ε­τοι­μα­σί­α των νέ­ων για τη γο­νε­ϊ­κό­τη­τα -με ε­πι­στη­μο­νι­κή σχε­τι­κή ε­νη­μέ­ρω­ση, α­πό τη Δευ­τε­ρο­βάθ­μια Εκ­παί­δευ­ση και με προ­σέγ­γι­ση, αν­τί­στοι­χη προς τη νο­η­τι­κή α­νά­πτυ­ξη των παι­δι­ών και α­πό την Πρω­το­βάθ­μια α­κό­μη Εκ­παί­δευ­ση.

Η αλήθεια.

1. Ι­στο­ρι­κά στοι­χεί­α.

Η ε­ται­ρεί­α αυ­τή ι­δρύ­θη­κε τον Δε­κέμ­βριο του 1989 με σκο­πό την α­γω­γή της εγ­κύ­ου γυ­ναί­κας και του μέλλοντος πα­τέ­ρα “να προ­ε­τοι­μά­σουν την νέ­α ζωή”. Η ε­ται­ρεί­α εί­ναι μέ­λος της “Παγ­κό­σμιας Ορ­γά­νω­σης, της Έ­νω­σης των Σω­μα­τεί­ων Προ­γεν­νη­τι­κής Α­γω­γής”.

2. Η φι­λο­σο­φί­α της Προ­γεν­νη­τι­κής α­γω­γής.

Βα­σι­κή θέ­ση της ε­ται­ρεί­ας εί­ναι, ό­τι η σκέ­ψη ταυ­τί­ζε­ται με την πρά­ξη. Ε­δώ πρό­κει­ται για την σκέ­ψη και την νο­η­τι­κή κα­τά­στα­ση της εγ­κύ­ου γυ­ναί­κας, η ο­ποί­α με την σκέ­ψη της δι­α­πλάσ­σει και μορ­φο­ποι­εί την μελ­λον­τι­κή ζωή των παι­δι­ών σε ό­λες τις η­λι­κί­ες των. Έ­τσι η ε­ται­ρεί­α υ­πό­σχε­ται τη δη­μι­ουρ­γί­α αν­θρώ­που, σύμ­φω­να με τις ε­πι­θυ­μί­ες κυ­ρί­ως της μη­τέ­ρας.

Η μέλ­λου­σα Μη­τέ­ρα εί­ναι “η Μορ­φο­ποι­ός Δύναμη”. Με τις ει­κό­νες που βλέ­πει, αλ­λά και με τη “νο­η­τι­κή ει­κό­να” που σχη­μα­τί­ζει στην φαν­τα­σί­α της, α­να­πτύσ­σει αυ­τή τη “μορ­φο­ποι­ό δύ­να­μη” και τη “δύ­να­μη υ­λο­ποί­η­σης σχη­μα­τι­σμού” της νο­η­τι­κής της ει­κό­νας (Ι­ω­άν­να Μα­ρή, Προ­γεν­νη­τι­κή Α­γωγή. Προ­ε­τοι­μα­σί­α της Νέας Ζω­ής: Το κλει­δί για μί­α νέ­α γε­νιά Υ­γι­ή, Ευ­τυ­χι­σμέ­νη, Δη­μι­ουρ­γι­κή! Α­θή­να 1995/ Το κλει­δί, σ. 12).

Κα­τά την Μα­ρή “το έμ­βρυ­ο έ­χει μνή­μη και α­πο­μνη­μο­νεύ­ει, εγ­γρά­φον­τας στα κύτ­τα­ρά του τις σκέ­ψεις της μη­τέ­ρας του, τα μη­νύ­μα­τα που ε­κεί­νη του στέλ­νει, τη στά­ση της στη ζωή, τη νο­ο­τρο­πί­α της, την ποι­ό­τη­τα της ύ­παρ­ξής της (Ι­ω­άν­να Μα­ρή, Προγεννητική Α­γωγή. Προ­ε­τοι­μα­σί­α της Νέας Ζω­ής. Η Μη­τρό­τη­τα αρ­χί­ζει α­πό την σύλ­λη­ψη/ Η μη­τρό­τη­τα, σ. 7).

Η “νο­η­τι­κή ει­κό­να” που η μη­τέ­ρα σχη­μα­τί­ζει με την φαν­τα­σί­α της, “ε­πη­ρε­ά­ζει α­πό­λυ­τα το έμ­βρυ­ο”, λέ­γει η Μα­ρή και κα­τα­λή­γει: “Το συμ­πέ­ρα­σμα εί­ναι ό­τι η έγ­κυ­ος γυ­ναί­κα εί­ναι στην εγ­κυ­μο­σύ­νη της παν­το­δύ­να­μη πά­νω στο σχηματιζόμενο έμ­βρυ­ο, δι­ό­τι το ε­πη­ρε­ά­ζει με την τρι­πλή της υ­πό­στα­ση: α) Με τη φυ­σι­κή... β) Με την ψυ­χι­κή... γ) Με την νο­η­τι­κή της υ­πό­στα­ση, α­φού η ει­κό­να που σχη­μα­τί­ζει για το παι­δί της και γε­νι­κά κά­θε σκέ­ψη της, η νο­ο­τρο­πί­α της γε­νι­κό­τε­ρα, οι ι­δέ­ες της για τη ζωή, έ­χουν μί­α ά­με­ση δι­α­πλα­στι­κή δύ­να­μη ε­πά­νω του. Α­φού οι σκέ­ψεις της εγ­γρά­φον­ται στην κυτ­τα­ρι­κή του μνή­μη, στους νευ­ρώ­νες των κυτ­τά­ρων του, και α­πο­τε­λούν “εν­τυ­πώ­μα­τα” μη­νύ­μα­τα ζω­ής μό­νι­μα χα­ραγ­μέ­να, α­λη­θι­νά προ­γράμ­μα­τα για την υ­πό­λοι­πη ζωή του”.

Σχολιάζοντας τις θέ­σεις αυ­τές πα­ρα­τη­ρού­με ό­τι η φυ­σι­κή και η ψυ­χι­κή υ­πό­στα­ση της εγ­κύ­ου σί­γου­ρα ε­πη­ρε­ά­ζει το έμ­βρυ­ο. Ό­μως αυ­τό που θε­ω­ρού­με α­συμ­βί­βα­στο με την Ορ­θό­δο­ξη πί­στη εί­ναι η α­πο­κρυ­φι­στι­κή δή­λω­ση ό­τι η νο­η­τι­κή υ­πό­στα­ση και η ει­κό­να που η μη­τέ­ρα σχη­μά­τι­σε για το παι­δί της έ­χουν δι­α­πλα­στι­κή δύ­να­μη στο παι­δί και προσ­δι­ο­ρί­ζουν τη ζωή του.

“Στο νο­η­τι­κό ε­πί­πε­δο, η μέλ­λου­σα μη­τέ­ρα μπο­ρεί να κά­νει μί­α ο­λό­κλη­ρη ερ­γα­σί­α με την φαν­τα­σί­α της. Η ει­κό­να που πλά­θει (και που ε­πι­θυ­μεί) για το παι­δί της έ­χει μί­α με­γά­λη δι­α­πλα­στι­κή δύ­να­μη...

Αν φαν­τά­ζε­ται το παι­δί της σαν ε­νή­λι­κο, σ ό­λες τις η­λι­κί­ες, υ­γι­ή, ό­μορ­φο, ευ­τυ­χι­σμέ­νο, δη­μι­ουρ­γι­κό, ευ­γε­νή, με­γα­λει­ώ­δη, δί­και­ο, τί­μιο, σο­φό, θαυ­μά­σιο, α­φι­ε­ρω­μέ­νο σε έρ­γο προ­σφο­ράς προς τους συνανθρώπους του... Αυ­τή η ει­κό­να που σχη­μα­τί­ζει γι αυ­τό, θα το κα­θο­δη­γεί αρ­γό­τε­ρα στη ζωή του, δι­ό­τι εγ­γρά­φε­ται στο υ­πο­συ­νεί­δη­το του παι­διού...

Η ελ­λη­νι­κή πα­ρά­δο­ση έ­δι­νε με­γά­λη ση­μα­σί­α στα χρώ­μα­τα που φο­ρού­σε η εγκυμονούσα. Της ή­ταν αυ­στη­ρά α­πα­γο­ρευ­μέ­νο κά­θε μαύ­ρο, γκρί­ζο η κα­φε­τί, σκού­ρο χρώ­μα. Δεν έ­πρε­πε, ού­τε στο με­σο­φό­ρι της να φο­ρέ­σει μαύ­ρο! Ε­νώ της συ­νι­στού­σαν το ά­σπρο και τα φω­τει­νά χρώ­μα­τα της ί­ρι­δος, τα φω­τει­νά χρώ­μα­τα του ου­ρα­νί­ου τό­ξου, αυ­τά στα ο­ποί­α οι α­κτί­νες του ή­λιου μπο­ρούν να α­να­λυ­θούν α­νά­με­σα σ’ έ­να πρί­σμα, σ’ έ­να κρυ­σταλ­λά­κι με γω­νί­ες, η σ’ έ­να δι­α­μάν­τι... Αυ­τά τα ό­μορ­φα χρώ­μα­τα, κα­θα­ρά, χω­ρίς α­να­μί­ξεις του μαύ­ρου και του γκρί­ζου, η έγ­κυ­ος πρέ­πει να φο­ρά­ει ε­πά­νω της, αλ­λά και να στο­λί­σει μ αυ­τά το σπί­τι της, βά­ζον­τας έ­να τραπεζομάντιλο η έ­να α­πλό χα­ρού­με­νο ντι­βα­νο­κά­λυμ­μα, που μπο­ρούν ν’ αλ­λά­ξουν ό­λη την χρω­μα­τι­κή α­τμό­σφαι­ρα του σπι­τιού της” (Η μη­τρό­τη­τα, σ. 11 και σ. 9).

Κα­τά την ε­ται­ρεί­α αυ­τή, “η πρώ­τη η­θι­κή, ψυ­χι­κή και πνευ­μα­τι­κή α­γω­γή του αν­θρώ­που προ­έρ­χε­ται προ­γεν­νη­τι­κά, με­σ’ α­πό τα πα­νί­σχυ­ρα πρώ­τα εν­τυ­πώ­μα­τα των βι­ω­μά­των, των σκέ­ψε­ων και των συ­ναι­σθη­μά­των της μέλ­λου­σας μη­τέ­ρας, του μέλ­λον­τα πα­τέ­ρα, στην α­πα­λή κυτ­τα­ρι­κή μνή­μη του εμ­βρύ­ου” (Το κλει­δί, σ. 6-7).

“Αν θέ­λεις ν’ α­πο­κτή­σεις παι­δί ό­μορ­φο, να θαυ­μά­ζεις τα ό­μορ­φα παι­διά, τούς ό­μορ­φους αν­θρώ­πους, τα ό­μορ­φα το­πί­α... να φο­ράς ά­σπρα η φω­τει­νά χρώ­μα­τα” (Το κλει­δί, σ. 6). “Σκέ­ψου, φαν­τά­σου το παι­δί σου σαν ε­νή­λι­κο, σ’ ό­λες τις η­λι­κί­ες, υ­γι­ές, ό­μορ­φο, ευ­τυ­χι­σμέ­νο... σο­φό, θαυ­μά­σιο άν­θρω­πο... Το μω­ρό σου τρέ­φε­ται... με τις ει­κό­νες, τα ο­ρά­μα­τα που πλά­θεις γι’ αυ­τό...”. “Πλά­σε το παι­δί σου φω­τει­νό! Θα γί­νει αν το ζη­τή­σεις” (Το κλει­δί, σ. 22).

Τα πάν­τα λοι­πόν στη ζωή του αν­θρώ­που προσ­δι­ο­ρί­ζον­ται α­πό την σκέ­ψη και τη νο­η­τι­κή ει­κό­να, που σχη­μα­τί­ζει με την φαν­τα­σί­α της η μη­τέ­ρα κα­τά την προ­γεν­νη­τι­κή περίοδο. Ε­πο­μέ­νως η ε­λευ­θε­ρί­α του α­τό­μου πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται και α­σφα­λώς η προ­σω­πι­κή ευ­θύ­νη του για ό­ποι­α συμ­πε­ρι­φο­ρά:

Έ­τσι, η ο­μο­φυ­λο­φι­λί­α ο­φεί­λε­ται κα­τά την αν­τί­λη­ψη αυ­τή “στην μη α­πο­δο­χή του φύ­λου α­πό την μη­τέ­ρα (που ε­πι­θυ­μού­σε κο­ρι­τσά­κι ε­νώ εί­χε α­γό­ρι μέ­σα της)”. Η ε­πι­θυ­μί­α της εγ­κύ­ου για κο­ρί­τσι, ε­νώ εί­χε α­γό­ρι, δη­λα­δή η σκέ­ψη της, η νο­η­τι­κή της κα­τά­στα­ση, “δί­νει στο α­γο­ρά­κι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό θηλυπρέπειας και η ε­πι­θυ­μί­α της για α­γο­ρά­κι ε­νώ εί­χε κο­ρι­τσά­κι, δί­νει στο κο­ρι­τσά­κι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά α­γο­ρο­κό­ρι­τσου” (Το κλει­δί, σ. 11).

Η κί­νη­ση ε­πι­κα­λεί­ται τούς αρ­χαί­ους έλ­λη­νες φι­λο­σό­φους, για να υ­πο­γραμ­μί­σει ό­τι η εγ­κλη­μα­τι­κό­τη­τα α­πο­δι­δό­ταν “στις αρ­νη­τι­κές σκέ­ψεις της μη­τέ­ρας μέ­σα στη μή­τρα”! Ε­πί­σης στις αν­τι­λή­ψεις των Κι­νέ­ζων πριν 1000 χρό­νια, κα­τά τις ο­ποί­ες οι εγ­κυ­μο­νού­σες α­πο­σύ­ρον­ταν σ' ει­δι­κά προετοιμασμένα οι­κή­μα­τα” (Η μη­τρό­τη­τα, σ. 4).

Η Μα­ρή χρη­σι­μο­ποι­εί μά­λι­στα έ­να α­νέκ­δο­το Κι­νέ­ζου αυ­το­κρά­το­ρα για να υ­πο­γραμ­μί­σει ό­τι η κα­τάλ­λη­λη παι­δα­γω­γί­α, για την α­γω­γή των παι­δι­ών, πρέ­πει να κα­λεί­ται ό­χι με­τά τη γέν­νη­ση, αλ­λά πριν α­πό αυ­τήν! (Η μη­τρό­τη­τα, σ. 4-5).

Α­πό ό­σα εκ­θέ­σα­με α­πο­δει­κνύ­ε­ται ό­τι θε­μέ­λιο της φι­λο­σο­φί­ας της κί­νη­σης εί­ναι η λε­γό­με­νη “θε­τι­κή σκέ­ψη”, η ο­ποί­α κυ­ρια­ρχεί στον α­πο­κρυ­φι­σμό, σε γκουρουϊστικές και άλ­λες ο­μά­δες. Ό­πως έ­χει α­πο­δει­χθεί, η δο­ξα­σί­α αυ­τή α­κυ­ρώ­νει ο­λό­κλη­ρη την εν χρό­νω ελ­πί­δα (βλ. Α. Α­λε­βι­ζο­πού­λου, Αυ­το­γνω­σί­α, Αυ­το­πραγ­μά­τω­ση, Σω­τη­ρί­α. “Η δύ­να­μη της σκέ­ψης” στο φως της χρι­στι­α­νι­κής πί­στης, Α­θή­να 1991).

Η Μα­ρή ε­πι­κα­λεί­ται την “αυ­θεν­τί­α” του α­πο­κρυ­φι­στή Omraam Mikhaël Aivanhov, “μεσ­σί­α” της “Παγ­κό­σμιας Λευ­κής Α­δελ­φό­τη­τας” και φαί­νε­ται ό­τι α­κο­λου­θεί τις δο­ξα­σί­ες του. Ο α­πο­κρυ­φι­στής αυ­τός συ­νι­στά στο κρά­τος να ορ­γα­νώ­σει “κτή­μα­τα” για έγ­κυ­ες γυ­ναί­κες, ό­που σε κα­τάλ­λη­λο πε­ρι­βάλ­λον θα πα­ρα­κο­λου­θούν “δι­α­φω­τι­στι­κές ο­μι­λί­ες”, ι­δι­αί­τε­ρα για το “τι ερ­γα­σί­α μπο­ρούν να κά­νουν με τις σκέ­ψεις και τα συ­ναι­σθή­μα­τά τους πά­νω στο παι­δί που θα γεν­νή­σουν”· η έγ­κυ­ος “έ­χει α­λη­θι­νή ι­κα­νό­τη­τα να “δι­α­πλά­θει” το έμ­βρυ­ο”, υ­πο­στη­ρί­ζει ο Aivanhov (Η μη­τρό­τη­τα, σ. 2).

Στα πλαί­σια της δρα­στη­ρι­ό­τη­τας της Παγ­κό­σμιας Λευ­κής Α­δελ­φό­τη­τας του Aivanhov δη­μι­ουρ­γή­θη­κε το 1990 η ορ­γά­νω­ση Un Lien pour la Paix, με έ­δρα το Novia Zivot (Βουλ­γα­ρί­α), με πρω­το­βου­λί­α του Phillipe Mailhebian και με σκο­πό την θρη­σκευ­τι­κή βο­ή­θεια κυ­ρί­ως σε εγ­κύ­ους, παι­διά και νέ­ες μη­τέ­ρες. Η κί­νη­ση εκ­δί­δει την ε­φη­με­ρί­δα Le Lien. Σ’ αυ­τή την κί­νη­ση α­νή­κει και η “Ε­φηρ­μο­σμέ­νη Συ­νεί­δη­ση και Οι­κο­νο­μί­α” (Consience et Economie appliquees - CEA).

Ειδικότερα, ι­δρύ­θη­κε η Action National pour L’ Education Prenabal (Ε­θνι­κή ε­ται­ρεί­α για Προ­γεν­νη­τι­κή Α­γω­γή - ANEP), με πρό­ε­δρο τον Andre Berkin. Σκο­πός εί­ναι “η βελ­τί­ω­ση και ε­ναρ­μό­νι­ση της φυ­σι­κής και ψυ­χι­κής α­νά­πτυ­ξης των παι­δι­ών, δια της προ­πα­ρα­σκευ­ής των μελ­λον­τι­κών γο­νέ­ων και ειδικότερα της μη­τέ­ρας κα­τά την πε­ρί­ο­δο της εγκυμοσύνης. Α­κρι­βέ­στε­ρα, να βο­η­θη­θούν οι έγ­κυ­ες να ζή­σουν μί­α πνευ­μα­τι­κή γαλ­βα­νο­πλα­στι­κή...” (Les Sectes en France, Vêä. Centre Roujer Ikor, σ. 30-31).

3. Η περί Θεού αντίληψη.

Στα έν­τυ­πα που με­λε­τή­σα­με η κί­νη­ση δεν κά­νει λό­γο για προ­σω­πι­κό Θεό. Δεν φαί­νε­ται να α­να­γνω­ρί­ζει τί­πο­τε άλ­λο α­πό τον “Ε­αυ­τό”.

Η Ι­ω­άν­να Μα­ρή, σε άρ­θρο της α­να­φέ­ρει:

“Ε­κτός ό­μως α­πό τις α­τέ­λει­ες έ­χου­με ό­λοι έ­να Υ­πέ­ρο­χο, Πάνσοφο, γε­μά­το Α­γά­πη, Δυ­να­μι­κό, Θαυ­μά­σιο Ε­αυ­τό! Και Αυ­τόν πρέ­πει να α­γα­πή­σου­με, σε Αυ­τόν πρέ­πει να πι­στέ­ψου­με... μό­νο πι­στεύ­ον­τάς τον θα του δώ­σου­με την δυ­να­τό­τη­τα να εκ­δη­λω­θεί και να σα­ρώ­σει ό­λες τις α­τέ­λει­ες!” (Ι­ων. Μα­ρή, Η Γέννηση του Χρι­στού, παι­δί και νέ­οι Γο­νείς, Δεκ. 1993, σ. 22).

Κα­τά την Μα­ρή φαί­νε­ται ό­τι ο “θε­ός” εκ­δη­λώ­νε­ται με την “θη­λυ­κό­τη­τα” της μη­τέ­ρας και την “Σο­φί­α” του πατέρα. “Η θη­λυ­κό­τη­τα” της μη­τέ­ρας λο­γί­ζε­ται “εκ­δή­λω­ση της θεί­ας Μη­τέ­ρας”, ε­νώ στο πρό­σω­πο του άν­δρα η γυ­ναί­κα πρέ­πει να θαυ­μά­ζει “τη Σο­φί­α, το Με­γα­λεί­ο, τη Δύναμη, τον Υ­πέ­ρο­χο Άν­δρα, στην πιο α­νώ­τε­ρη θεί­α εκ­δή­λω­σή του...” (Το κλει­δί, σ. 14).

Το ζή­τη­μα δι­α­φω­τί­ζε­ται κα­λύ­τε­ρα αν με­λε­τή­σει κα­νείς τις πε­ρί Χρι­στού αν­τι­λή­ψε­ως της Ι­ω­άν­νας Μα­ρή.

Σε άρ­θρο της με τίτ­λο “Η Γέννηση του Χρι­στού” ερ­μη­νεύ­ει το γε­γο­νός της γέν­νη­σης του Κυ­ρί­ου α­στρο­λο­γι­κά - α­πο­κρυ­φι­στι­κά. Γρά­φει:

“Την ί­δια η­μέ­ρα των Χρι­στου­γέν­νων, κά­θε χρό­νο, οι α­στρο­λό­γοι μας α­να­φέ­ρουν ό­τι στον ου­ρα­νό συμ­βαί­νει το ί­διο φαινό­με­νο. Ο Ήλιος (Χρι­στός), μπαί­νει στην Α­στε­ρι­σμό του Αι­γό­κε­ρω, που συν­δέ­ε­ται με τις σπη­λι­ές, την πε­ρι­συλ­λο­γή, τον ερ­χο­μό του χει­μώ­να, και ο α­στε­ρι­σμός της Παρ­θέ­νου α­νε­βαί­νει στον ο­ρί­ζον­τα, ε­νώ οι Ι­χθείς φαί­νον­ται στο άλ­λο ά­κρο του Ου­ρα­νού και ο Ωριών, με τα τρί­α α­στε­ρά­κια που συμ­βο­λί­ζουν, κα­τά τη λα­ϊ­κή πα­ρά­δο­σή τους τρεις μά­γους, φα­νε­ρώ­νον­ται στο κέν­τρο του ου­ρα­νού.

Οι α­στρο­λο­γι­κές αυ­τές ε­πιρ­ρο­ές εί­ναι, μας λέ­νε, ι­δι­αί­τε­ρα κα­τάλ­λη­λες για πε­ρι­συλ­λο­γή, για συγ­κέν­τρω­ση στον τρό­πο της ζω­ής μας, ώ­στε να α­φή­σου­με στην ά­κρη τον κα­τώ­τε­ρο ε­αυ­τό μας και να φέ­ρου­με μέ­σα μας τη βο­ή­θεια της Α­γνό­τη­τας (Παρ­θέ­νου) και της Θυ­σί­ας (Ι­χθείς), μί­α Γέννηση, τη γέν­νη­ση της Τριά­δας μέ­σα μας, Φω­τός, Ζε­στα­σιάς, Ζω­ής.” (Παι­δί και Γο­νείς, Δεκ. 1993, σ. 20-21). Το φως λοι­πόν, η ζε­στα­σιά και η ζωή γεννιόνται μέ­σα μας ως Τριά­δα!

Ε­δώ δεν πρό­κει­ται για την γέν­νη­ση του Ι­η­σού Χρι­στού, του α­πό Να­ζα­ρέτ της Γαλιλαίας, αλ­λά για την γέν­νη­ση του α­νώ­τε­ρου Ε­αυ­τού. Πρό­κει­ται για το Χρι­στό και για την Τριά­δα “μέ­σα μας”! Αυ­τό γί­νε­ται σα­φές στη συ­νέ­χεια:

“Ο Χρι­στός γεν­νή­θη­κε για να πι­στέ­ψου­με, βλέ­πον­τάς Τον, στη Θεί­α πλευ­ρά του ε­αυ­τού μας, στην ύ­παρ­ξη του α­νώ­τε­ρου Ε­γώ μας, αυ­τού του Ε­γώ που χρό­νια τώ­ρα το έ­χου­με πνιγ­μέ­νο, θλιμ­μέ­νο, κα­θώς μας πα­ρα­κο­λου­θεί να α­σχο­λού­μα­στε με χί­λια μύ­ρια α­σή­μαν­τα, αρ­νη­τι­κά, κα­τα­στρο­φι­κά πράγ­μα­τα, χω­ρίς να του α­φή­νου­με ού­τε μια τό­ση δα θε­σού­λα.

Και ό­μως, αν πι­στέ­ψου­με στον Χρι­στό που φέρ­νου­με ό­λοι μέ­σα μας, Αυ­τός θα φα­νε­ρω­θεί...” (σ. 21).

Για την Ι­ω­άν­να Μα­ρή φαί­νε­ται ό­τι δεν υ­πάρ­χει Θε­ός έ­ξω α­πό τον άν­θρω­πο η του­λά­χι­στον δεν γί­νε­ται λό­γος για έ­να τέ­τοι­ο Θεό. Το ό­λο μέ­λη­μα του αν­θρώ­που εί­ναι η “εκ­δή­λω­ση” αυ­τού του Ε­αυ­τού!

Συμ­πε­ρα­σμα­τι­κά υ­πο­γραμ­μί­ζου­με ό­τι πρό­κει­ται για έ­να α­πο­κρυ­φι­στι­κό σύ­στη­μα αυ­το­σω­τη­ρί­ας, που στη­ρί­ζε­ται στη θε­ω­ρί­α της “θε­τι­κής σκέ­ψης” και στην ο­λι­στι­κή θε­ώ­ρη­ση του κό­σμου. Γι' αυ­τό θε­ω­ρή­θη­κε α­συμ­βί­βα­στη με την Ορ­θό­δο­ξη πί­στη.

Παγ­κό­σμια Λευ­κή Α­δελ­φό­τη­τα

Και η ορ­γά­νω­ση αυ­τή ι­σχυ­ρί­ζε­ται ό­τι κι­νεί­ται στο χρι­στι­α­νι­κό χώ­ρο και μά­λι­στα ό­τι α­πο­κα­λύ­πτει το βα­θύ­τε­ρο νό­η­μα της χρι­στι­α­νι­κής πί­στης. Οι αν­τι­λή­ψεις αυ­τές και οι θέ­σεις της σχε­τι­κά με την προ­γεν­νη­τι­κή α­γω­γή των γο­νέ­ων μας έ­δω­σε την α­φορ­μή να α­σχο­λη­θού­με και μ' αυ­τή την ορ­γά­νω­ση για να α­πο­δεί­ξου­με ό­τι εί­ναι α­συμ­βί­βα­στη με την ορθόδοξη πί­στη.

1. Ι­στο­ρι­κά στοι­χεί­α

Ι­δρυ­τής της κί­νη­σης (Fraternité Blanche Universelle) εί­ναι ο Βούλ­γα­ρος Omraam Mikhaël Aivanhov. Γεν­νή­θη­κε το 1900 στο Serbey της Βουλ­γα­ρί­ας. Το 1937 εγ­κα­τα­στά­θη­κε στη Γαλ­λί­α, ό­που έ­δρα­σε μέ­χρι το θά­να­τό του (1986).

Ι­σχυ­ρί­ζε­ται ό­τι ε­στά­λη α­πό τον πνευ­μα­τι­κό του Δάσκαλο, Βούλ­γα­ρο Peter Deunov. Δίδασκε ό­τι υ­πάρ­χει μί­α στοά “Με­γά­λων Μυ­στών”, που γνω­ρί­ζουν το πα­ρελ­θόν και το μέλ­λον της γης. Αυ­τά τα α­νώ­τα­τα όν­τα α­πο­τε­λούν την “Παγ­κό­σμια Α­δελ­φό­τη­τα της Αυ­γού­στας” (Auguste Fraternité Universelle).

Ε­δώ εν­νο­ού­με την Ι­ε­ραρ­χί­α όν­των ευ­ρι­σκό­με­νων σε δι­ά­φο­ρες βαθ­μί­δες α­να­πτύ­ξε­ως, ύ­στε­ρα α­πό ε­ξέ­λι­ξη μέ­σω α­πεί­ρων ε­κα­τομ­μυ­ρί­ων ε­τών πριν α­πό την αν­θρω­πό­τη­τα.

Η κί­νη­ση κά­νει λό­γο για Σε­ρα­φείμ, Χε­ρου­βείμ, Θρό­νους, Κυ­ρι­ό­τη­τες, Δυ­νά­μεις, Αρ­χές, Αρ­χαγ­γέ­λους, Αγ­γέ­λους... Στη 10η βαθ­μί­δα (τε­λευ­ταί­α) εί­ναι οι προ­χω­ρη­μέ­νες ψυ­χές και ό­λες μα­ζί α­πο­τε­λούν τον Με­γά­λο Κο­σμι­κό Άν­θρω­πο. Δεν πρό­κει­ται για μια ο­ρα­τή ορ­γά­νω­ση α­πό τούς αν­θρώ­πους, αλ­λά για μια σο­φή κοι­νό­τη­τα έ­ξω α­πό το δι­ε­φθαρ­μέ­νο πε­ρι­βάλ­λον που ζουν οι άν­θρω­ποι. Γι’ αυ­τό και η έ­δρα δεν βρί­σκε­ται σε έ­να μέ­ρος.

Πέρα α­πό τη Λευ­κή Α­δελ­φό­τη­τα υ­πάρ­χει και η “Μαύ­ρη Α­δελ­φό­τη­τα”, με κα­θο­ρι­σμέ­νο ρό­λο. Πάνω α­πό αυ­τές υ­πάρ­χει το L’ Ecole de Grands Fréres, που α­νή­κουν σε α­νώ­τε­ρη ι­ε­ραρ­χί­α και δι­ευ­θύ­νουν τη δρα­στη­ρι­ό­τη­τα των δύ­ο πρώ­των. Πρό­κει­ται για τούς Με­γά­λους Δα­σκά­λους της Παγ­κό­σμιας Α­δελ­φό­τη­τας, που κυ­βερ­νούν ο­λό­κλη­ρο το σύμ­παν (Jeanmarie Leduc/Didier de Plaige, Les Nouveaux Prophetes, Paris 1978, σ. 134-138).

Ο Aivanhov δη­μι­ούρ­γη­σε το 1938 στο Serves μί­α “Θε­ϊ­κή Σχο­λή”. Στις 15.2.1947 ί­δρυ­σε την “Παγ­κό­σμια Λευ­κή Α­δελ­φό­τη­τα”. Η κί­νη­ση γνω­ρί­ζει ση­μαν­τι­κή α­νά­πτυ­ξη στη Γαλ­λί­α α­πό το 1960. Το 1978 δη­μι­ουρ­γή­θη­κε στο Vaduz (Lichtenstein) το “ Fondation Tbéda Ouspeck Universelle” για την δι­ά­δο­ση της κί­νη­σης σ’ ό­λο τον κό­σμο (Les Sectes en Franmce, σελ. 27).

Δι­α­δό­θη­κε σε πολ­λές χώ­ρες του κό­σμου. Με το ί­διο ό­νο­μα υ­πάρ­χει μί­α ορ­γά­νω­ση στη Ρω­σί­α, που ό­μως δεν έ­χει σχέ­ση με τον Aivanhov. Κέν­τρο της κί­νη­σης εί­ναι το Fresis (Γαλ­λί­α).

Στην Ελ­λά­δα η κί­νη­ση έ­φθα­σε στη δε­κα­ε­τί­α του 1980. Το 1987 ι­δρύ­θη­κε η “Σχο­λή της Παγ­κό­σμιας Λευ­κής Α­δελ­φό­τη­τας” (Ecole de la Fraternité Blanche Univaserlle) και το 1988 η “Παγ­κό­σμια Λευ­κή Α­δελ­φό­τη­τα”, με έ­δρα το Πα­λαι­ό Φά­λη­ρο.

Στο κα­τα­στα­τι­κό (άρ­θρο 2) υ­πο­γραμ­μί­ζε­ται ό­τι “πο­λι­τι­κές και θρη­σκευ­τι­κές ε­πι­δι­ώ­ξεις και προ­ση­λυ­τί­σεις εί­ναι ξέ­νες προς τον σκο­πό του σω­μα­τεί­ου και α­πα­γο­ρεύ­ον­ται”. Το σω­μα­τεί­ο έ­χει ως σκο­πό “την καλ­λι­έρ­γεια των πνευ­μα­τι­κών α­ρε­τών του αν­θρώ­που που α­να­φέ­ρον­ται στη δι­ά­νοι­α, το συ­ναί­σθη­μα, τη βού­λη­ση”, “την ά­σκη­ση του σώ­μα­τος, την δι­ά­δο­ση των αρ­χών της α­δελ­φο­σύ­νης και ει­ρή­νης με­τα­ξύ των αν­θρώ­πων”!

Η κί­νη­ση στην Ελ­λά­δα δι­α­σπά­σθη­κε πριν 15 χρό­νια. Έ­τσι υ­πάρ­χει μί­α ορ­γά­νω­ση στον Πει­ραι­ά και άλ­λη στη Γλυ­φά­δα. Πέρα α­πό αυ­τές υ­πάρ­χουν ορ­γα­νώ­σεις στην Θεσ­σα­λο­νί­κη, στην Πάτρα και στη Λα­μί­α.

2. Μα­θη­τές - Ορ­γα­νώ­σεις

Στη κί­νη­ση υ­πάρ­χουν τρεις κα­τη­γο­ρί­ες μα­θη­τών: οι “α­κρο­α­τές”, με αλ­λη­λο­γρα­φί­α, μέ­λη με κάρ­τα.Υ­πάρ­χουν ε­κεί­νοι που ευ­και­ρια­κά πα­ρα­κο­λου­θούν τις εκ­δη­λώ­σεις της κί­νη­σης και οι άλ­λοι, που α­να­ζη­τούν κα­τα­φύ­γιο σε μί­α ο­μά­δα και που κα­τα­λή­γουν να την κά­νουν τρό­πο ζω­ής. Προ­σφέ­ρον­ται σ’ αυ­τούς πρα­κτι­κές “ε­ξα­γνι­σμού” και αρ­μο­νι­κής α­νά­πτυ­ξης, με τις ο­ποί­ες α­σκούν­ται στο σπί­τι τους και στα κέν­τρα της ορ­γά­νω­σης: Α­να­τέ­νι­ση και γι­όγ­κα του Η­λί­ου κα­τά την α­να­το­λή του Η­λί­ου, προ­κει­μέ­νου να γε­μί­σουν α­πό την ε­νέρ­γειά του. Γε­νι­κές α­σκή­σεις σε συν­δυα­σμό με ψαλ­μω­δί­ες, α­πα­γο­ρεύ­σεις (δι­ε­γερ­τι­κών, σε­ξου­α­λι­κών σχέ­σε­ων), χορ­το­φα­γι­κά γεύ­μα­τα, α­νά­λυ­ση των λό­γων του Δι­δα­σκά­λου ή α­κρό­α­ση μα­γνη­το­ται­νι­ών του, δι­α­λο­γι­σμός με βά­ση την σκέ­ψη του Δα­σκά­λου.

Άλ­λες ορ­γα­νώ­σεις στα πλαί­σια της κί­νη­σης του Aivanhov εί­ναι:

- Association Blanche Universelle, Centre Fraternité Denfin,

- EVERA (1985) ως Institut d’ Enseignement Biomedical et Philosophique (Α­ρω­μα­το­θε­ρα­πεί­α),

- Ερ­γα­στή­ρια Α­ρω­μα­το­λο­γί­ας Sunarom,

- Κέντρο Αι­σθη­τι­κής Νέα Ε­πο­χή,

- Εκ­δό­σεις Νέα Ζωή.

Μέλη της “Παγ­κό­σμιας Λευ­κής Α­δελ­φό­τη­τας” ί­δρυ­σαν το 1983 στο Quebec την Cité Ecologique de l’ Ere du Verseau. Πρό­κει­ται για ε­σω­τε­ρι­στι­κή Σχο­λή.

3. Δι­δα­σκα­λί­α

Ο Aivanhov ι­σχυ­ρί­ζε­ται ό­τι κα­τέ­χει μί­α μυ­στι­κή και ι­ε­ρή γνώ­ση α­πό κά­ποι­ον Θι­βε­τα­νό Δά­σκα­λο. Ο ί­διος και ο Δάσκαλός του ι­σχυ­ρί­ζον­ται ό­τι η “γνώ­ση” αυ­τή μπο­ρεί να α­πο­κα­λυ­φθεί μό­νο με μύ­η­ση, που προ­ο­ρί­ζε­ται μό­νο για ο­πα­δούς. Βρί­σκε­ται σε βι­βλί­α “α­πο­λύ­τως ά­γνω­στα στους κοι­νούς θνη­τούς και φυ­λαγ­μέ­να στις τέσσερις βι­βλι­ο­θή­κες του Σύμπαντος”.

Ο Deunov πί­στευ­ε ό­τι μί­α μι­κρή ο­μά­δα α­πό “ε­ξε­λιγ­μέ­νες αν­θρώ­πι­νες ψυ­χές”, της 10ης και τε­λευ­ταί­ας ε­ξε­λι­κτι­κής κλίμακας της “Παγ­κό­σμιας Α­δελ­φό­τη­τας της Αυ­γού­στας”, δη­λα­δή τε­λεί­ων όν­των, θα κα­τευ­θύ­νει ο­λό­κλη­ρο τον κό­σμο.

Κα­τά τον Aivanhov, στη ε­πο­χή του Υ­δρο­χό­ου εί­ναι α­πα­ραί­τη­το μί­α νέ­α τά­ξη πραγ­μά­των. Ο ί­διος λο­γί­ζε­ται “19ος Με­γά­λος Δάσκαλος της αν­θρω­πό­τη­τας” (Les Sectes en France, σ. 27, 28).

Πρό­κει­ται για σύ­στη­μα αυ­το­ε­ξέ­λι­ξης, που ε­νώ­νει θε­ο­σο­φι­κές και χρι­στι­α­νι­κές αν­τι­λή­ψεις με καβ­βα­λι­στι­κά και αλ­χη­μι­κά στοι­χεί­α.

Ι. Πε­ρί Θε­ού αν­τί­λη­ψη

Ο Aivanhov χρη­σι­μο­ποι­εί καβ­βα­λι­στι­κούς ό­ρους και πε­ρι­ε­χό­με­να. Κα­τά την καβ­βα­λι­στι­κή κο­σμο­θε­ω­ρί­α ο Θε­ός δεν εί­ναι “ά­με­σος δη­μι­ουρ­γός του κό­σμου. Ό­λα τα πράγ­μα­τα έ­χουν προ­έλ­θει α­πό την πρω­ταρ­χι­κή πη­γή, μέ­σω δι­α­δο­χι­κών εκ­πο­ρεύ­σε­ων”. Έ­τσι το σύμ­παν εί­ναι ο “εκ­δη­λω­μέ­νος Θε­ός” (Γ. Γου­έ­στκοτ, πα­ρα­πομ­πή: Α. Α­λε­βι­ζο­πού­λου, Ο α­πο­κρυ­φι­σμός στο φως της Ορ­θο­δο­ξί­ας, τεύ­χος β', Καβ­βά­λα, Α­θή­να 1994, σ. 37).

Οι Καβ­βα­λι­στές υ­πο­στη­ρί­ζουν ό­τι το σύμ­παν εί­ναι μί­α σκε­πτο­μορ­φή, που προ­βάλ­λε­ται α­πό το θε­ϊ­κό Νου” και εκ­φρά­ζε­ται με το Καβ­βα­λι­στι­κό Δέντρο” (D. Fortune, πα­ρα­πομ­πή: Α. Α­λε­βι­ζο­πού­λου, σ. 37). Πρό­κει­ται για έ­να ξε­δί­πλω­μα με τη δι­α­δι­κα­σί­α της “κατερχόμενης εκ­δή­λω­σης”. Κα­θε­μί­α α­πό τις δέ­κα εκ­δη­λώ­σεις πε­ρι­έ­χει σε λαν­θά­νου­σα κα­τά­στα­ση ό­λες τις ε­πό­με­νες και αν­τα­να­κλά ό­λες τις προ­η­γού­με­νες. Ο Aivanhov υ­πο­γραμ­μί­ζει πως “στο σε­φε­ρι­κό (Καβ­βα­λι­στι­κό) δέν­τρο καμία α­πό τις εκ­δη­λώ­σεις του Θε­ού δεν εί­ναι κα­τώ­τε­ρη α­πό την άλ­λη. Δεν υ­πάρ­χει δι­α­φο­ρά με­τα­ξύ των σε­φι­ρόθ πα­ρά μό­νο σ' ό,τι α­φο­ρά την ύ­λη της κα­θε­μιάς α­πό αυ­τές τις πε­ρι­ο­χές” (O. M. Aivanhov, Τα μυ­στή­ρια του Ι­ε­σόντ, Τόμος VII, εκδ. Prosveta, σ. 107).

“Ό­λη η δη­μι­ουρ­γί­α εί­ναι έρ­γο των δύ­ο αρ­χών αρ­σε­νι­κής και θη­λυ­κής, οι ο­ποί­ες εί­ναι η αν­τα­νά­κλα­ση, η ε­πα­νά­λη­ψη των δύ­ο με­γά­λων κο­σμι­κών δη­μι­ουρ­γι­κών αρ­χών που τις ο­νο­μά­ζου­με ο Ου­ρά­νιος Πα­τέ­ρας και η Θε­ϊ­κή Μη­τέ­ρα εί­ναι η πό­λω­ση μιας και μο­να­δι­κής αρ­χής, του Α­πό­λυ­του, του μη - Εκ­δη­λω­μέ­νου που η Καβ­βά­λα ο­νο­μά­ζει Ά­ϊν Σοφ Ά­ουρ: φως χω­ρίς τέ­λος. Παν­τού μέ­σα στη φύ­ση δε βλέ­πε­τε πα­ρά τις δύ­ο αρ­χές κά­τω α­πό δι­ά­φο­ρα σχή­μα­τα και δι­α­στά­σεις” (O. M. Aivanhov, Η ε­πι­στή­μη των δύ­ο Αρ­χών. Πνευ­μα­τι­κή γαλ­βα­νο­ποί­η­ση, εκδ. Prosveta 1983, σ. 14).

“Κάθε ον κα­θώς έ­χει την άλ­λη αρ­χή μέ­σα του, δεν μπο­ρεί να βρει το Θεό πα­ρά μό­νο δι­α­μέ­σου αυ­τής της άλ­λης αρ­χής. Γι' αυ­τό η γυ­ναί­κα βρί­σκει το Θεό δι­α­μέ­σου του άν­τρα, για­τί ο άν­τρας αν­τι­προ­σω­πεύ­ει την άλ­λη αρ­χή, και αυ­τή η αρ­χή εί­ναι που τη συν­δέ­ει με τον Ου­ρά­νιο Πα­τέ­ρα. Και ο άν­τρας δεν μπο­ρεί να βρει τη Θε­ό­τη­τα πα­ρά μό­νο δι­α­μέ­σου της θη­λυ­κής αρ­χής, εί­τε αυ­τή εί­ναι μί­α γυ­ναί­κα, εί­τε εί­ναι η ί­δια η φύ­ση (που εί­ναι μί­α θη­λυ­κή αρ­χή), ή η Θεί­α Μη­τέ­ρα” (Η ε­πι­στή­μη, σ. 35).

Έ­τσι ο γά­μος α­πο­τε­λεί έ­να “κο­σμι­κό φαι­νό­με­νο που γι­ορ­τά­ζε­ται πρώ­τ' α­π' ό­λα στον ύ­ψι­στο κό­σμο με­τα­ξύ του Ου­ρα­νί­ου Πα­τέ­ρα και της συ­ζύ­γου του, της θε­ϊ­κής Μη­τέ­ρας”. Σ’ αυ­τή την πο­λι­κό­τη­τα συ­νί­στα­ται το “κα­τ’ ει­κό­να θε­ού”, του αν­θρώ­που (Η ε­πι­στή­μη, σ. 41).

“Κα­τά την Καβ­βάλ­λα, ο Θε­ός έ­χει μί­α σύ­ζυ­γο, τη Σε­κί­να, που δεν εί­ναι τί­πο­τε άλ­λο πα­ρά αυ­τή η πεμ­πτου­σί­α η ο­ποί­α βγή­κε α­πό Αυ­τόν τον Ί­διο και πά­νω στην ο­ποί­α ερ­γά­ζε­ται για να δη­μι­ουρ­γεί τούς κό­σμους...”.

““Ό­λα ό­σα εί­ναι κά­τω εί­ναι σαν αυ­τά που εί­ναι ε­πά­νω”, εί­πε ο Ερ­μής ο Τρι­σμέ­γι­στος, δη­λα­δή αυ­τό που εί­ναι κά­τω, στους αν­θρώ­πους, εί­ναι σαν κι αυ­τό που εί­ναι ε­πά­νω, στον Ου­ρα­νό. Ό­λες οι εκ­δη­λώ­σεις μας έ­χουν το πρό­τυ­πό τους ε­πά­νω, στο θε­ϊ­κό κό­σμο. Φυ­σι­κά, τι εί­ναι ο Θε­ός, κα­νείς δεν το γνω­ρί­ζει. Εί­ναι το Α­πό­λυ­το, το Α­νεκ­δή­λω­το, δεν έ­χει ού­τε σώ­μα, ού­τε πα­ρου­σι­α­στι­κό. Ό­μως, ό­ταν θέ­λη­σε να εκ­δη­λω­θεί, να εκ­φρα­στεί στο αν­τι­κει­με­νι­κό κό­σμο, πο­λώ­θη­κε, και εί­ναι α­κρι­βώς χά­ρη σ' αυ­τή τη δι­πλή πό­λω­ση του πνεύ­μα­τος (ο σύ­ζυ­γος) και της ύ­λης (η σύ­ζυ­γος) που μπό­ρε­σε να δη­μι­ουρ­γή­σει: οι δύ­ο πό­λοι ε­πε­νέρ­γη­σαν ο έ­νας πά­νω στον άλ­λο και ό­λες αυ­τές οι “ε­νέρ­γει­ες” γέν­νη­σαν τον κό­σμο, ο­λό­κλη­ρο το σύμ­παν” (Η ε­πι­στή­μη, σ. 42).

II. Ο Ζων­τα­νός Δάσκαλος

Στην “Παγ­κό­σμια Λευ­κή Α­δελ­φό­τη­τα” βα­σι­κή ση­μα­σί­α έ­χει ο Δάσκα­λος.

Ο A­i­v­a­n­h­ov δι­α­κρί­νει τούς α­λη­θι­νούς Δα­σκά­λους, τούς “λευ­κούς μά­γους” α­πό τούς “κα­κούς μά­γους” (Τι εί­ναι έ­νας Πνευ­μα­τι­κός Δάσκαλος, εκδ. P­r­o­s­v­e­ta 1982, σ. 16-17).

“Για να εκ­πλη­ρώ­σει κα­νείς το έρ­γο του πνευ­μα­τι­κού ο­δη­γού, εί­ναι α­νάγ­κη να πά­ρει έ­να δί­πλω­μα” στον φυ­σι­κό κό­σμο, που ό­μως έ­χει αν­τι­στοι­χί­α στο πνευ­μα­τι­κό ε­πί­πε­δο (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 22).

Α­κό­μα και ο Ι­η­σούς, που λο­γί­ζε­ται έ­νας α­πό τούς πολ­λούς πνευ­μα­τι­κούς Δα­σκά­λους, δεν ήλ­θε τέ­λει­ος πά­νω στη γη· χρει­ά­στη­κε να εκ­παι­δευ­τεί και να δι­δα­χτεί και να κά­νει μί­α με­γά­λη ερ­γα­σί­α ε­ξα­γνι­σμού πριν να δε­χτεί το Ά­γιο Πνεύ­μα στην η­λι­κί­α των τριά­ντα ε­τών (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 24-25).

Σε άλ­λο ση­μεί­ο του ί­διου βι­βλί­ου ο “Α­λη­θι­νός Δάσκαλος” θέ­τει στο ί­διο ε­πί­πε­δο ε­ξέ­λι­ξης του Ι­η­σού, το Βού­δα, τον Κρίσ­να, τον Ζω­ρο­ά­στρη, τον Ερ­μή τον Τρι­σμέ­γι­στο, τον Μελ­χι­σε­δέκ. Ό­μως ό­λοι αυ­τοί δεν εί­ναι πλέ­ον “Ζων­τα­νοί Δάσκαλοι”. Η ε­ναρ­μό­νι­ση και “ταύ­τι­ση” με το Ζων­τα­νό Δάσκαλο “εί­ναι α­κό­μα κα­λύ­τε­ρη”, ο­δη­γεί δη­λα­δή σε α­νώ­τε­ρο ε­ξε­λι­κτι­κό ε­πί­πε­δο (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 179, 192). Πέρα α­πό αυ­τά, για το “Ζων­τα­νό Δάσκαλο”, “ο Χρι­στός εί­ναι σύμ­βο­λο του Υι­ού του Θε­ού που βρί­σκε­ται μέ­σα σε κά­θε ψυ­χή σαν έ­νας κρυμ­μέ­νος σπιν­θή­ρας. Ο άν­θρω­πος, συν­δε­ό­με­νος με την α­νώ­τε­ρή του ψυ­χή, συν­δέ­ε­ται με αυ­τή την αρ­χή του Χρι­στού που βρί­σκε­ται παν­τού, μέ­σα σε ό­λες τις ψυ­χές και δι­α­μέ­σου αυ­τής συν­δέ­ε­ται με το Θε­ό. Δεν μπο­ρεί­τε να πά­τε στο Θεό πα­ρά μό­νο δι­α­μέ­σου του α­νω­τέ­ρου Ε­γώ, α­φού εί­ναι αυ­τό που πε­ρι­έ­χει τα πάν­τα.­.­.” (Η ε­πι­στή­μη, σ. 34-35).

Φέροντας τον λό­γο στον ε­αυ­τό του ο A­i­v­a­n­h­ov λέ­ει: “Και ε­γώ, πι­στεύ­ε­τε ό­τι ή­μουν α­πό την παι­δι­κή μου η­λι­κί­α ό­πως εί­μαι σή­με­ρα; Όχι, κι ε­γώ χρό­νια και χρό­νια χρει­ά­στη­κε να κά­νω αυ­τή την ερ­γα­σί­α” (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 26).

Ό­ταν κα­νείς βρει τον α­λη­θι­νό Δάσκαλο, πρέ­πει να “συγ­χρο­νι­στεί” μα­ζί του. Ό­λοι πρέ­πει να εί­ναι “συγ­χρο­νι­σμέ­νοι” και σε “συμ­φω­νί­α με τις δο­νή­σεις μου, τις ι­δέ­ες μου, τις σκέ­ψεις μου.­.. Αν εί­μα­στε μα­ζί, αν εί­στε συν­δε­δε­μέ­νοι, συγ­χρο­νι­σμέ­νοι μ' ε­μέ­να, έ­χε­τε πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρες δυ­να­τό­τη­τες να συλ­λά­βε­τε τις σκέ­ψεις μου, να δε­χτεί­τε με­ρι­κά α­πό τα μό­ρια που στέλ­νον­ται στο δι­ά­στη­μα.­.­.” (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 197).

Ι­σχυ­ρί­ζε­ται ό­τι εί­ναι έ­νας “α­γω­γός” του “θε­ϊ­κού κό­σμου”, ώ­στε “να μπο­ρέ­σει να σας βο­η­θή­σει”. Ο “Ζων­τα­νός Δάσκαλος” μι­λά­ει και για α­γά­πη. Ό­μως κά­τω α­πό τον ό­ρο αυ­τό εν­νο­εί μί­α “συγ­χώ­νευ­ση”. Αυ­τό που συμ­βαί­νει ε­δώ δεν εί­ναι η α­νά­πτυ­ξη δι­α­προ­σω­πι­κών σχέ­σε­ων, αλ­λά η “εί­σο­δος” μέ­σα στο μα­θη­τή των ί­δι­ων “δο­νή­σε­ων” του Δα­σκά­λου! (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 183).

Ο A­i­v­a­n­h­ov ι­σχυ­ρί­ζε­ται ό­τι ερ­μη­νεύ­ει αυ­θεν­τι­κά τη δι­δα­σκα­λί­α του Χρι­στού· αυ­τό δεν το κά­νει η Εκ­κλη­σί­α! Με τις τε­χνι­κές της ορ­γά­νω­σης κα­τόρ­θω­σε “να μπει μέ­σα στο κε­φά­λι του Ι­η­σού” και άρ­χι­σε να κά­νει μί­α ερ­γα­σί­α “με τη φαν­τα­σί­α”. Έ­τσι φτιά­χνει με την σκέ­ψη του αυ­τό που δεν μπο­ρεί να ε­πι­τύ­χει στο φυ­σι­κό ε­πί­πε­δο! “Φαν­τα­ζό­μουν έ­τσι ό­τι ει­σχω­ρού­σα μέ­σα στη συ­νεί­δη­ση του Ι­η­σού και ό­τι έ­βλε­πα, αι­σθα­νό­μουν και σκε­φτό­μουν ό­πως ε­κεί­νος” (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 191).

Έ­τσι μό­νο μέ­σω του A­i­v­a­n­h­ov μπο­ρεί κα­νείς να έλ­θει στον θεό (ΠΔ, σ. 147-148). Ο μα­θη­τής πρέ­πει να εί­ναι “σε συμ­φω­νί­α με το Δάσκαλο”, για­τί και ο Δάσκαλος “εί­ναι ι­κα­νός να κά­νει να συγ­χρο­νι­στεί με την παγκόσμια ζωή, με τη θε­ϊ­κή ζωή” (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 149).

Ο A­i­v­a­n­h­ov ε­γεί­ρει α­πό­λυ­τη α­παί­τη­ση. Οι μα­θη­τές του πρέ­πει να τον ε­πι­λέ­ξουν ως Δάσκαλο, και να ταυ­τι­στούν μα­ζί του και με τη φι­λο­σο­φί­α του· “συγ­χρο­νι­στεί­τε με τη φι­λο­σο­φί­α που σας φέρ­νω, δι­α­φο­ρε­τι­κά, α­κό­μα κι αν μεί­νε­τε σ’ ό­λη τη ζωή σε μια Ε­σω­τε­ρι­κή Σχο­λή, δεν θα προ­χω­ρή­σε­τε” (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 150). “Η α­γά­πη ό­λων των πλα­νη­τών μα­ζί δεν μπο­ρεί να συγ­κρι­θεί με την α­πε­ραν­το­σύ­νη της α­γά­πης μου.­.­.” (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 159)

I­II. Το σχέ­διο για το μέλ­λον της αν­θρω­πό­τη­τας.

Ο A­i­v­a­n­h­ov υ­πο­γραμ­μί­ζει ό­τι δεν πι­στεύ­ει σε καμία παι­δα­γω­γι­κή θε­ω­ρί­α· “πι­στεύ­ω μό­νο στον τρό­πο που ζουν οι γο­νείς πριν και με­τά τη γέν­νη­ση των παι­δι­ών” (O­m­r­a­am M­i­k­h­a­ël A­i­v­a­n­h­ov, Έ­να σχέ­διο για το μέλ­λον της αν­θρω­πό­τη­τας, εκδ. P­r­o­s­v­e­ta 1989, σ. 13).

Το παι­δί που γεν­νι­έ­ται, προ­ϋ­πάρ­χει αν και εν­σαρ­κώ­νε­ται. Το μέλ­λον του ε­ξαρ­τά­ται α­πό την προ­ε­τοι­μα­σί­α των γο­νέ­ων ή­δη πριν α­πό την σύλ­λη­ψη, “για να μπο­ρέ­σουν να έλ­ξουν έ­να υ­πέρ­τα­το πνεύ­μα, για­τί μί­α α­νώ­τε­ρη ον­τό­τη­τα δεν δέ­χε­ται να εν­σαρ­κω­θεί κον­τά σε ά­το­μα που δεν έ­χουν φτά­σει σε κά­ποι­ο βαθ­μό α­γνό­τη­τας και κυ­ρι­αρ­χί­ας”. Το έρ­γο της εκ­παι­δεύ­σε­ως των γο­νέ­ων έ­χει αναλάβει η “Παγ­κό­σμια Λευ­κή Α­δελ­φό­τη­τα” (Έ­να σχέ­διο, σ. 21-22).

IV. Θε­τι­κή σκέ­ψη.

Κα­τά την αν­τί­λη­ψη του A­i­v­a­n­h­ov δεν χρει­ά­ζον­ται παι­δα­γω­γι­κές θε­ω­ρί­ες. Αυ­τό που χρειάζεται για τη μη­τέ­ρα εί­ναι να σκέ­πτε­ται και να α­πο­τυ­πώ­νει μέ­σα της την ει­κό­να του ι­δα­νι­κού παι­διού. “Μόνο αυ­τό που σκέ­φτε­ται, αυ­τό που αι­σθά­νε­ται μέ­σα της α­πο­τυ­πώ­νε­ται πά­νω του και με­τα­βι­βά­ζε­ται κλη­ρο­νο­μι­κά α­πό γε­νε­ά σε γε­νε­ά” (Έ­να σχέ­διο, σ. 24).

Το σπέρ­μα του πα­τέ­ρα “φέ­ρει ή­δη μέ­σα του το σχέ­διο του τι θα εί­ναι το παι­δί, τις ι­κα­νό­τη­τές του, τα χα­ρί­σμα­τά του η, αν­τί­θε­τα τα κε­νά του, τα εγ­κλή­μα­τά του”. Η μη­τέ­ρα, στο δι­ά­στη­μα των εν­νέ­α μη­νών “ερ­γά­ζε­ται πά­νω στο σπέρ­μα.­.. δη­μι­ουρ­γών­τας τις ευ­νο­ϊ­κές η τις δυ­σμε­νείς συν­θή­κες για την α­νά­πτυ­ξη των δι­α­φό­ρων χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών που πε­ρι­έ­χον­ται μέ­σα στο σπέρ­μα”. Αυ­τό γί­νε­ται με τις κα­τάλ­λη­λες σκέ­ψεις και ο­νο­μά­ζε­ται “πνευ­μα­τι­κή γαλ­βα­νο­πλα­στι­κή” (Έ­να σχέ­διο, σ. 25-26).

Δι­α­σα­φη­νί­ζον­τας το ό­ρο γαλ­βα­νο­ποί­η­ση, ο “Ζων­τα­νός Δάσκαλος” προ­τρέ­πει:

“Δι­α­λέξ­τε την ει­κό­να ε­νός τέ­λει­ου όν­τος η ε­νός υ­ψη­λού ι­δα­νι­κού και θα την το­πο­θε­τή­σε­τε στην καρ­διά σας, και θα δι­α­λο­γί­ζε­στε πά­νω σ' αυ­τή, θα την θαυ­μά­ζε­τε με λα­τρεί­α. Έ­τσι θα α­πο­κα­τα­στή­σε­τε το πνευ­μα­τι­κό ρεύ­μα το ο­ποί­ο θα θρέ­ψει αυ­τή την ει­κό­να με τα πιο ευ­γε­νή υ­λι­κά δι­α­λυ­μέ­να μέ­σα στην ψυ­χή σας. Και έ­τσι, πλη­σι­ά­ζον­τας ε­σω­τε­ρι­κά αυ­τή την ει­κό­να η αυ­τό το υ­ψη­λό ι­δα­νι­κό το ο­ποί­ο θαυ­μά­ζε­τε, θα συγ­κε­κρι­με­νο­ποι­εί­ται ό­λο και πε­ρισ­σό­τε­ρο μέ­σα σας” (Η ε­πι­στή­μη, σ. 23).

V. Αλ­χη­μεί­α.

Ο A­i­v­a­n­h­ov κι­νεί­ται ε­πί­σης στο χώ­ρο της πνευ­μα­τι­κής αλ­χη­μεί­ας (βλ. Α. Α­λε­βι­ζο­πού­λου, ο α­πο­κρυ­φι­σμός στο φως της Ορ­θο­δο­ξί­ας, τεύ­χος Γ' Αλ­χη­μεί­α, Α­θή­να 1995, σ. 59-61). Το αν­δρι­κό σπέρ­μα, λέ­γει, το­πο­θε­τεί­ται “στην κά­θο­δο”, δη­λα­δή στον κόλ­πο της μη­τέ­ρας. Μόλις η γυ­ναί­κα μεί­νει έγ­κυ­ος, “έ­να ρεύ­μα αρ­χί­ζει να κυ­κλο­φο­ρεί με­τα­ξύ του εγ­κε­φά­λου της (η ά­νο­δος) και του σπέρ­μα­τος (κά­θο­δος). Ό­μως ο εγ­κέ­φα­λος εί­ναι ε­νω­μέ­νος “με την Πη­γή της κο­σμι­κής ζωικής ε­νέρ­γειας, το θεό, α­π' ό­που δέ­χε­ται το ρεύ­μα και αυ­τό το ρεύ­μα κυ­κλο­φο­ρεί στη συ­νέ­χεια α­πό τον εγ­κέ­φα­λο στο έμ­βρυ­ο. Το πο­λύ­τι­μο “μέ­ταλ­λο” εί­ναι η θε­τι­κή σκέ­ψη:

Η μη­τέ­ρα πρέ­πει να κά­νει θε­τι­κές σκέ­ψεις και αυ­τές αν­τη­χούν με το πο­λύ­τι­μο μέ­ταλ­λο, που αν­ταλ­λάσ­σει το α­κα­τέρ­γα­στο υ­λι­κό (Έ­να σχέ­διο, σ. 28-29).

“Μόλις δε­χτεί το σπέρ­μα μέ­σα στον κόλ­πο της (στην κά­θο­δο), βά­ζει στο κε­φά­λι της (στην ά­νο­δο) μια πλά­κα χρυ­σού, δη­λα­δή τις πιο α­νώ­τε­ρες σκέ­ψεις και τα πιο α­νώ­τε­ρα συ­ναι­σθή­μα­τα. Η κυ­κλο­φο­ρί­α αρ­χί­ζει, και το αί­μα δι­α­τρέ­χει ό­λο το σώ­μα και φέρ­νει στο σπέρ­μα αυ­τό το α­νώ­τε­ρο μέ­ταλ­λο”· “Η μη­τέ­ρα μπο­ρεί να κά­νει με­γά­λα θαύ­μα­τα, για­τί έ­χει το κλει­δί των δυ­νά­με­ων της ζω­ής” (Έ­να σχέ­διο, σ. 30-31).

Οι γο­νείς δεν πρέ­πει να πα­ρα­λεί­πουν να μι­λούν “για το Δέντρο της Ζω­ής, για τις ου­ρά­νι­ες ι­ε­ραρ­χί­ες”, χω­ρίς αυ­τό να ση­μαί­νει ό­τι πρέ­πει να του α­πα­ριθ­μούν ό­λα τα “καβ­βα­λι­στι­κά ο­νό­μα­τα του σε­φι­ρο­θι­κού Δέντρου” (Έ­να σχέ­διο, σ. 121).

Σε ο­μι­λί­α του, ο A­i­v­a­n­h­ov, με θέ­μα: “Η σπου­δαι­ό­τη­τα της συγ­κέν­τρω­σης για τη δη­μι­ουρ­γί­α του πνευ­μα­τι­κού Λέιζερ” (Μπου­φάν 18.8.1985, πο­λυ­γρα­φη­μέ­νη) α­να­φέ­ρε­ται ό­τι ο Ερ­μής ο Τρι­σμέ­γι­στος ή­ταν “το πιο πνευ­μα­τι­κό ον και το πιο ι­σχυ­ρό στην Αί­γυ­πτο. Ήταν σχε­δόν μια θε­ό­τη­τα”· ο δη­μι­ουρ­γός του “Σμα­ρα­γδέ­νιου Πίνακα”, που έ­χει τέ­τοι­ο βά­θος, ώ­στε α­κό­μα και οι πιο με­γά­λοι αλ­χη­μι­στές δεν μπό­ρε­σαν να α­πο­κρυ­πτο­γρα­φή­σουν”. Ο πί­να­κας αυ­τός “δεί­χνει ό­τι εί­χε τη Γνώ­ση και των τρι­ών κό­σμων, του φυ­σι­κού κό­σμου, του α­στρι­κού κό­σμου και του νο­η­τι­κού κό­σμου”. Μόνο ο “Ζων­τα­νός Δάσκαλος” μπό­ρε­σε “να α­πο­κρυ­πτο­γρα­φή­σει πολ­λά πράγ­μα­τα στο φυ­σι­κό ε­πί­πε­δο”.

“Εάν ξέ­ρει κα­νείς, ό­τι υ­πάρ­χουν βαθ­μοί και βαθ­μοί να δι­α­σχί­σει και αν γνω­ρί­ζει πως να το κά­νει αυ­τό, ξε­περ­νά­ει τούς αν­θρώ­πους και γί­νε­ται υ­πε­ράν­θρω­πος και με­τά γί­νε­ται αγ­γε­λι­κό ον, αρ­χαγ­γε­λι­κό και τέ­λος θα εί­ναι μί­α θε­ό­τη­τα”.

VI. Δι­α­λο­γι­σμός.

Η “τε­χνι­κή” της ορ­γά­νω­σης εί­ναι ο δι­α­λο­γι­σμός. Ο A­i­v­a­n­h­ov κα­λεί τούς γο­νείς να εγ­κα­τα­λεί­ψουν κα­τά και­ρούς την οι­κο­γέ­νεια και να α­σχο­λη­θούν με το δι­α­λο­γι­σμό· “ί­σως μι­σή ώ­ρα, μί­α ώ­ρα,­.­.. ί­σως μί­α μέ­ρα η τρεις μή­νες” (έ­να σχέ­διο, σ.79). Σε άλ­λο ση­μεί­ο α­να­φέ­ρει ό­τι συγ­κι­νεί­ται να βλέ­πει κά­θε πρωί τις μη­τέ­ρες να φέρ­νουν τα μω­ρά τους “στο βρά­χο”. Δίνει τη συμ­βου­λή: Κα­θί­στε ή­συ­χα κά­που και α­πευ­θυν­θεί­τε σ’ αυ­τό: “Ε­σύ θη­σαυ­ρέ μου, α­γά­πη μου, φως μου.­.. θεέ μου, θέ­λω αυ­τό το παι­δί να γί­νει ο υ­πη­ρέ­της Σου”. Οι ε­πι­θυ­μί­ες της “κα­τα­γρά­φον­ται πά­νω στο αι­θε­ρι­κό, α­στρι­κό και νο­η­τι­κό σώ­μα του παι­διού.­.­.” (Έ­να σχέ­διο, σ. 78-79).

“Προσπαθήστε λοι­πόν να λού­ζε­τε το παι­δί σας με αυ­τές τις φω­τει­νές α­κτί­νες σε ό­λα τα κύτ­τα­ρα του σώ­μα­τός του.­.­.” (Έ­να σχέ­διο, σ. 82).

V­II. Με­τεν­σάρ­κω­ση.

Το σχέ­διο “για το μέλ­λον της αν­θρω­πό­τη­τας” προ­ϋ­πο­θέ­τει την πί­στη στην δο­ξα­σί­α του Κάρμα και της με­τεν­σάρ­κω­σης.

Με τις πρα­κτι­κές της κί­νη­σης πρέ­πει κα­νείς να α­νέλ­θει α­πό με­τεν­σάρ­κω­ση σε με­τεν­σάρ­κω­ση ό­λα τα ε­πί­πε­δα του καβ­βα­λι­στι­κού Δένδρου, ώ­σπου να ε­πι­στρέ­ψει στο α­νώ­τα­το ε­ξε­λι­κτι­κό ε­πί­πε­δο, στην α­νεκ­δή­λω­τη θε­ό­τη­τα.

Οι “Δάσκαλοι” α­πο­τε­λούν α­νώ­τε­ρα ε­ξε­λιγ­μέ­να όν­τα στο “Δένδρο της Ζω­ής”. Στο ε­πί­πε­δο του Δα­σκά­λου φθά­νει κα­νείς ύ­στε­ρα α­πό αυ­το­ε­ξέ­λι­ξη μέ­σω α­να­ρίθ­μη­των με­τεν­σαρ­κώ­σε­ων στην διά­ρκεια χι­λι­ε­τη­ρί­δων (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 13-15). “Α­πό εν­σάρ­κω­ση σε εν­σάρ­κω­ση, προ­σθέ­τει νέ­α πνευ­μα­τι­κά στοι­χεί­α, έ­ως την η­μέ­ρα που γί­νε­ται έ­νας α­λη­θι­νός α­γω­γός του φω­τός και των θε­ϊ­κών α­ρε­τών” (Τι εί­ναι έ­νας ΠΔ, σ. 15).

Ο “Ζων­τα­νός Δάσκαλος” μας λέ­ει: “ό­λα τα όν­τα που έ­χε­τε συ­ναν­τή­σει α­πό την αρ­χή των πολύπαθων εν­σαρ­κώ­σε­ών σας, οι σύ­ζυ­γοι, οι γυ­ναί­κες που εί­χα­τε, οι ε­ρα­στές η οι ε­ρω­μέ­νες, ό­λοι σας εγ­κα­τέ­λει­ψαν για­τί δεν ή­ταν για σας.­.. Το αν­θρώ­πι­νο ον συ­ναν­τά την α­δελ­φή ψυ­χή του δώ­δε­κα φο­ρές κα­τά τη διά­ρκεια ό­λων των με­τεν­σαρ­κώ­σε­ών του” (Η ε­πι­στή­μη, σ. 32).

Κα­τά τον A­i­v­a­n­h­ov η ψυ­χή του παι­διού, δη­λα­δή το πνευ­μα­τι­κό ον που εν­σαρ­κώ­νε­ται, “δεν ει­σχω­ρεί πα­ρά τη στιγ­μή της γέν­νη­σής του, με την πρώ­τη α­να­πνο­ή” (Έ­να σχέ­διο, σ. 35).

Αν­τί­θε­τα με ό,τι υ­πο­στη­ρί­ζει η Ι­ω­άν­να Μα­ρή, ο A­i­v­a­n­h­ov πα­ρα­δέ­χε­ται ό­τι η θε­ω­ρί­α του α­πορ­ρί­πτε­ται α­πό την “ε­πί­ση­μη ε­πι­στή­μη” (έ­να σχέ­διο, σ. 47).

Ό­σα εκ­θέ­σα­με α­πο­δει­κνύ­ουν ό­τι ο A­i­v­a­n­h­ov κι­νεί­ται έ­ξω α­πό τον χώ­ρο της χρι­στι­α­νι­κής πί­στης. Εί­ναι έ­να σύ­στη­μα αυ­το­πραγ­μά­τω­σης και αυ­το­σω­τη­ρί­ας. Ό­λα τα όν­τα και κά­θε τι που υ­πάρ­χει βρί­σκε­ται σε ε­νια­ία ε­ξε­λι­κτι­κή κλί­μα­κα . Α­κό­μη και ο Ι­η­σούς Χρι­στός δεν βρί­σκε­ται έ­ξω η πά­νω α­πό αυ­τήν την κλί­μα­κα.

Ο Ι­η­σούς Χρι­στός βρί­σκε­ται κά­που, εν­δι­ά­με­σα, στο ί­διο ε­πί­πε­δο με τούς δι­α­φό­ρους ι­δρυ­τές των θρη­σκει­ών. Αλ­λά σή­με­ρα δεν έ­χει την δυ­να­τό­τη­τα να προ­σφέ­ρει βο­ή­θεια. Την βο­ή­θεια προ­σέ­φε­ρε ο O­m­r­a­am M­i­k­h­a­ël A­i­v­a­n­h­ov, που στο με­τα­ξύ έ­παυ­σε να εί­ναι ο “ζων­τα­νός δά­σκα­λος” (πέ­θα­νε το 1986). Ό­μως μπο­ρεί κα­νείς και σή­με­ρα να βρει αυ­τή τη βο­ή­θεια στις ι­ε­ραρ­χι­κές δο­μές και στις τε­χνι­κές της ορ­γά­νω­σης, που μπαίνουν στη θέ­ση της πνευ­μα­τι­κής ζω­ής της Εκ­κλη­σί­ας.

Φιλικά
Γεράσιμος Βλάχος
Κοινωνικός Λειτουργός.

Κατόπιν αυτών συμβουλεύουμε τα ανδρόγυνα να προσέχουν και να επιλέγουν ως οικογενειακούς συμβούλους πρόσωπα με αποδεδειγμένη την προσήλωση τους στην ορθόδοξη πίστη και να αποφεύγουν πρόσωπα και ομάδες που δεν γνωρίζουν τον πνευματικό τους προσανατολισμό. Η εποχή μας χαρακτηρίζεται δυστυχώς από πρωτοφανή πνευματική σύγχυση και διάχυση των δοξασιών του αποκρυφιστικού κινήματος της «Νέας Εποχής».

Ο υπεύθυνος του Γραφείου Αιρέσεων και Παραθρησκειών
Αρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος.
Ο Γραμματέας Λάμπρος Σκόντζος
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...