Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
῾Η πιό κατανυκτική περίοδος τῆς ᾽Εκκλησίας μας θεωρεῖται ὅτι εἶναι ἡ Μεγάλη Σαρακοστή. Διότι κατ᾽ αὐτήν προκαλεῖται ὁ πιστός νά ἀπεμπλακεῖ ἀπό ὁτιδήποτε τόν δεσμεύει μέ τό ἁμαρτωλό φρόνημα καί νά ἀνοίξει τά φτερά του στόν χῶρο τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Κι ἐπειδή ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἤδη μᾶς ἔχει δοθεῖ στήν καρδιά μας διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος - ῾ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν᾽ κατά τόν Κύριο (Λουκ. 17, 21) - ἡ προσπάθεια τοῦ χριστιανοῦ, ἰδίως τήν περίοδο αὐτή, ἔγκειται στήν ἐν μετανοίᾳ στροφή μέσα στόν ἑαυτό του καί τήν εὕρεση ἐκεῖ τῆς ἤδη ὑπάρχουσας χάρης. Ἡ εὕρεση αὐτή συνιστᾶ καί τή χαρά τοῦ πιστοῦ, ἡ ὁποία ταυτίζεται μέ τήν ἐν Χριστῷ βίωση τῆς ᾽Αναστάσεως. ῎Ετσι ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν προβάλλεται ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας παρά ὡς γεγονός πού καλεῖ σέ προσωπική μετοχή καί πού ἔδαφος καρποφορίας του ἔχει τήν καρδιά τοῦ μετανοημένου ἀνθρώπου. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ κατανοεῖται καί ὡς ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου.
Γιά τήν διπλή αὐτή διάσταση τῆς ᾽Αναστάσεως - ᾽Ανάσταση Χριστοῦ καί ἀνάσταση ἀνθρώπου – θά κάνουμε λόγο στήν συνέχεια, ἀφορμώμενοι ἀπό ἕναν διάλογο ἑνός βεβαιωμένα ἀναστημένου ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας, τοῦ ἐσχάτως ἀνακηρυχθέντος ἁγίου Γέροντα Πορφυρίου, μέ τόν μακαριστό πιά καθηγητή τῆς Καρδιολογίας στό Πανεπιστήμιο ᾽Αθηνῶν Γεώργιο Παπαζάχο.
῾Γ. Π.: Μιά φορά πῆγα στόν Γέροντα μετά τήν ᾽Ανάσταση. Μόλις μέ εἶδε μοῦ εἶπε:
- ῎Ασε βρέ τό καρδιογράφημα σήμερα. Σήμερα εἶναι ᾽Ανάσταση. Κάθησε νά σοῦ πῶ. Ξέρεις τό τροπάριο πού λέει ῾θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν᾽;
- Τό ξέρω, Γέροντα.
- Πέστο.
῎Αρχισα νά τό λέω. ῞Οταν τελείωσα, μοῦ εἶπε:
- Τό κατάλαβες;
- Τό κατάλαβα.
Πετάγεται τότε ἀπό τό κρεβάτι του καί μοῦ λέει:
- Τίποτε δέν κατάλαβες. Τό εἶπες σάν βιαστικός ψάλτης. Τί μπορεῖ νά κατάλαβες ἀπ᾽ αὐτό; Ξέρεις τί σημαίνει ῾θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ἅδου τήν καθαίρεσιν᾽; Σημαίνει ὅτι ἐκεῖ πού εἴμαστε καταδικασμένοι γιά τόν αἰώνιο θάνατο, ὁ Θεός μᾶς πῆρε καί μᾶς ἔβγαλε ἀπέναντι, στήν αἰώνια ζωή, γεφυρώνοντας ἔτσι ἕνα χάσμα αἰώνων. Αἰῶνες ὁλόκληρους ὁ κόσμος δέν μποροῦσε νά περάσει στήν σωτηρία.
Κατάλαβες λοιπόν τί ἔκανε ὁ Χριστός; Ποιός μποροῦσε νά νεκρώσει τόν θάνατο; Κανένας. Μόνο ὁ Χριστός μας. Καί τώρα ἑορτάζομεν ῾ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν᾽ καί ῾σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιον᾽. Ξέρεις τί θά πεῖ ῾σκιρτῶντες᾽; Θά πεῖ χοροπηδώντας. ῎Εχεις δεῖ τά κατσικάκια ἔξω στά χωράφια, μαζί μέ τήν μητέρα τους, πού πηδᾶνε καί πίνουν λίγο γάλα ἀπό τήν μητέρα τους καί ξαναπηδᾶνε; Αὐτό εἶναι τό σκίρτημα. ᾽Εμεῖς οἱ χριστιανοί θά ἔπρεπε νά ψάλλουμε τό ῾Χριστός ᾽Ανέστη᾽ καί νά σκιρτοῦμε, νά χοροπηδοῦμε. ῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν᾽. Δέν ὑπάρχει χαρά μεγαλύτερη ἀπ᾽ αὐτή.
Μοῦ ἔδωσε καί μιά συμβουλή σχετικά μ᾽ αὐτό τό τροπάριο:
- ῞Οταν ἔχεις ἀθυμία, ὅταν εἶσαι στενοχωρημένος γιά ὁποιοδήποτε λόγο, κάθησε καί πές ἀργά αὐτό τό τροπάριο. Συγκέντρωσε τόν νοῦ σου σ᾽ αὐτά πού λέει τό τροπάριο. Κι ἅμα δέν ἀλλάξει ἀμέσως ἡ διάθεσή σου, ἔλα νά μοῦ τό πεῖς.
Καί πράγματι τό ἔχω δοκιμάσει, κύριε ᾽Ιωαννίδη. Σκέφτομαι τούς στίχους τοῦ τροπαρίου καί λέω στόν ἑαυτό μου: ῾Τί προβλήματα ἔχεις; ᾽Εδῶ ὁ Χριστός ἀνέστη. Δέν ὑπάρχουν προβλήματα᾽.
Κλ. ᾽Ιωαννίδης: Αὐτή τήν ἀναστάσιμη χαρά μᾶς μετέδιδε πάντοτε ὁ Γέρων.
Γ. Π.: Καί φεύγαμε γεμᾶτοι᾽.
(᾽Από τό βιβλίο τοῦ Κλ. ᾽Ιωαννίδη: ῾Σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες, σελ. 80-81).
1. Πάσχα: ἡ μεγαλύτερη ἑορτή τῆς ᾽Ορθόδοξης ᾽Εκκλησίας.
Πολύ συχνά ἀκούγεται ὅτι τά Χριστούγεννα εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἑορτή τῆς ᾽Εκκλησίας. ῾Μητρόπολιν τῶν ἑορτῶν᾽ ἄλλωστε τήν χαρακτηρίζουν οἱ Πατέρες καί Διδάσκαλοί της. Κι ὥς ἕνα βαθμό τοῦτο εἶναι σωστό. ῾Η Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό θεμέλιο τῆς πίστεώς μας: μέ τήν ἐνανθρώπησή Του σωθήκαμε καί ἑνωθήκαμε μέ τόν Θεό. ῞Ομως, μεγαλύτερη ἑορτή κι ἀπό τά Χριστούγεννα θεωρεῖται ἡ ᾽Ανάσταη τοῦ Κυρίου, γιατί μέ αὐτήν ἀποκτᾶ νόημα καί ἡ Γέννηση καί γίνεται πράξη ὁ σκοπός τοῦ ἐρχομοῦ Του στήν γῆ: ἡ νίκη κατά τοῦ θανάτου καί ἡ εὕρεση τῆς ἀληθινῆς ζωῆς.
῾῎Αν ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀναστηθεῖ - κατά τήν νεοελληνική ἀπόδοση τῶν λόγων τοῦ ἀποστόλου – τότε τό κήρυγμά μας εἶναι χωρίς νόημα, τό ἴδιο καί ἡ πίστη μας. Κι ἀκόμα παρουσιαζόμαστε ψευδομάρτυρες ἀπέναντι στόν Θεό, ἀφοῦ εἴπαμε γι᾽ αὐτόν ὅτι ἀνέστησε τόν Χριστό ἐνῶ δέν τόν ἀνέστησε, ἄν βέβαια δεχτεῖ κανείς πώς οἱ νεκροί δέν ἀνασταίνονται. Γιατί ἄν οἱ νεκροί δέν ἀνασταίνονται, τότε οὔτε ὁ Χριστός ἔχει ἀναστηθεῖ. Κι ἄν ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, ἡ πίστη σας εἶναι χωρίς περιεχόμενο. Ζεῖτε ἀκόμα μέσα στίς ἁμαρτίες σας᾽ (Α´ Κορ. 15, 14-17).
῎Ετσι ἡ Γέννηση παραπέμπει στό Πάσχα καί τό Πάσχα θεωρεῖται ὡς συνέχεια καί ἀποκορύφωμα τῆς Γέννησης. ῞Ολα στήν ζωή τοῦ Χριστοῦ ἄλλωστε παρουσιάζονται ἑνοποιημένα, ἐνῶ τό τέλος (ἡ ᾽Ανάσταση) ἀποκαλύπτει καί τή σημασία τῆς ἀρχῆς (τῆς Γέννησης). ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὡς ἑξῆς ἐπισημαίνει τήν παραπάνω ἀλήθεια στόν 45ο λόγο του, πού εἶναι ἀφιερωμένος στό Πάσχα.
῾Πάσχα τοῦ Κυρίου, Πάσχα, καί πάλι θά πῶ Πάσχα, πρός τιμή τῆς ῾Αγίας Τριάδος. Αὐτή εἶναι ἡ γιορτή τῶν γιορτῶν καί τό πανηγύρι τῶν πανηγυριῶν, πού ξεπερνᾶ τόσο πολύ ὅλες τίς ἄλλες, ὄχι μόνο τίς ἀνθρώπινες καί ἀπ᾽ τά κάτω προερχόμενες, ἀλλ᾽ ἀκόμη τίς γιορτές τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ καί αὐτές πού τελοῦνται πρός τιμήν Του, ὅσο ξεπερνᾶ ὁ ἥλιος τούς ἀστέρες᾽.
2. ῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν...᾽.
Περιεχόμενο ἀκριβῶς τῆς ἑορτῆς τῆς ᾽Αναστάσεως εἶναι ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου. Τό ἀναστάσιμο τροπάριο πού μνημόνευε ὁ ἅγιος Πορφύριος, ἐπισημαίνει τήν πραγματικότητα: ῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ῞Αδου τήν καθαίρεσιν...᾽. ῾Ο θάνατος εἰσῆλθε στήν ἀνθρωπότητα μέ τήν ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου. ῾Διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος᾽ (Ρωμ. 5, 12). Γιατί ἡ ἁμαρτία ὡς ἐπανάσταση κατά τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ἀπομακρύνει ἀπό ᾽Εκεῖνον πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς. ῎Ετσι ὁ ἄνθρωπος βίωσε πρῶτα τόν θάνατο στό πνευματικό ἐπίπεδο - ἔχασε τή ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό – καί ὕστερα καί στό σωματικό, λόγω τῆς στενῆς σχέσεως ψυχῆς καί σώματος. ῾Ο θάνατος λοιπόν ἦταν τό τίμημα γιά τόν ἄνθρωπο τῆς κακῆς χρήσεως τῆς ἐλευθερίας του. ᾽Ενῶ εἶχε δημιουργηθεῖ μέ τήν προοπτική τῆς ἀθανασίας, ἄν παρέμενε σέ ἁρμονική ἐν ὑπακοῇ σχέση μέ τόν Θεό Πατέρα, λόγω τῆς ἀνυπακοῆς του καί τῆς ὑποδούλωσής του στήν ἁμαρτία ἔφερε τόν θάνατο.
῾Ο Χριστός ἦλθε στόν κόσμο ἀκριβῶς ῾ἵνα ζωήν ἔχωσιν (οἱ ἄνθρωποι) καί περισσόν ἔχωσιν᾽ (᾽Ιωάν. 10,10). Δέν ἦλθε γιά νά φέρει στόν κόσμο μία νέα ἴσως καί βελτιωμένη φιλοσοφία - ἀπό φιλοσοφίες καί ὡραῖες διδασκαλίες εἶχε χορτάσει ὁ κόσμος. ῏Ηλθε καί σήκωσε τό φράγμα τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τό ὁποῖο στέναζε ὁ ἄνθρωπος: ὁ Χριστός πάνω στόν Σταρό εἶναι ῾ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου᾽, καί γι᾽ αὐτό κατήργησε καί τό ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας, τόν θάνατο. Τόν πνευματικό θάνατο καταρχάς, ἀφοῦ συμφιλίωσε καί πάλι τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, καί βεβαίως καί τόν σωματικό ἔπειτα, ἀνασταίνοντας τόν ἑαυτό Του καί διά τοῦ ἑαυτοῦ Του καί ὅλους τούς πιστούς σέ Αὐτόν, τῆς ἐποχῆς Του καί κάθε ἐποχῆς. Τήν ἀλήθεια αὐτή τή βλέπουμε ἀνάγλυφα καί στήν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς ᾽Αναστάσεως: ὁ Κύριος ῾πατάει᾽ τόν θάνατο, ἀνασταίνεται μέσα στό φῶς τῆς θεϊκῆς Του δόξας καί δυνάμεως καί ῾τραβάει᾽ ἀπό τόν ἅδη, τόν χῶρο τῶν νεκρῶν, τόν ᾽Αδάμ καί τήν Εὔα ὡς ἐκπροσώπους τῆς ἀνθρωπότητος.
῎Ετσι ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ νίκη τῆς ζωῆς κατά τοῦ θανάτου, ἀφενός ἀποτελεῖ τήν ἄλλη ὄψη τοῦ Σταυροῦ Του, ἀφετέρου συνιστᾶ καί τήν ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ἤδη ὁ πνευματικός θάνατος ἀπό τή ζωή αὐτή ἔχει καταργηθεῖ. ῾Ο πιστός ἄνθρωπος ζεῖ ἀπό τώρα ἀναστημένος, δηλαδή συμφιλιωμένος μέ τόν Θεό, ἐνῶ προσδοκᾶ μέ χαρά καί τό ξεπέρασμα τοῦ σωματικοῦ θανάτου, πού θά γίνει πραγματικότητα μέ τόν ἐρχομό καί πάλι τοῦ Χριστοῦ στή Δευτέρα Του Παρουσία. ῾Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν᾽ κατά τό σύμβολο τῆς πίστεως.
Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων κάθε ἐποχῆς ἐπιβεβαιώνει τά παραπάνω: νιώθουν ὅτι δέν ὑπάρχει πιά θάνατος. ῾Η παρουσία τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ συνέχει τήν ζωή τους καί γι᾽ αὐτό ἡ μόνιμη ἐπωδός τους σέ κάθε λόγο τους εἶναι τό ῾Χριστός ᾽Ανέστη᾽! Γνωρίζουμε γιά παράδειγμα ὅτι ὁ χαιρετισμός τοῦ ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ ὅλο τόν χρόνο ἦταν τό ῾Χριστός ᾽Ανέστη, χαρά μου!᾽, ἐνῶ, γιά νά μνημονεύσουμε καί πάλι τόν Γέροντα Πορφύριο, ὅταν ρωτήθηκε ὁ ἴδιος ἀπό κάποιον γιατρό τί συμβαίνει μέ τόν θάνατο, ἀπάντησε μέ χαμόγελο: μά δέν ὑπάρχει θάνατος! Γιά τούς ἁγίους λοιπόν ὁ θάνατος ἔχει καταργηθεῖ ἐν Χριστῷ, ἐνῶ ὁ σωματικός θάνατος κατανοεῖται ὡς ἡ θύρα, ἀπό τήν ὁποία εἰσέρχεται κανείς στήν ἀτελεύτητη ζωή.
Τό ζητούμενο πιά μετά τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου καί τήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ Του ἔργου στόν κόσμο εἶναι ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου σέ ᾽Εκεῖνον καί ἡ μετοχή καί ἡ κοινωνία στήν ζωή Του, πού ἐπιτυγχάνεται μέσα στήν ᾽Εκκλησία διά τῶν μυστηρίων, ἰδίως τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καί τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Διότι ναί μέν ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ προσφέρεται καί ὡς ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ὅμως ἀπαιτεῖται καί ἡ δική του συγκατάθεση καί ἀποδοχή. ῎Αν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀνταποκριθεῖ στήν κλήση τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ, ὁ θάνατος, πνευματικός καί σωματικός, θά συνεχίσει νά καταδυναστεύει τήν ζωή του.
3. Καινή ἐν Χριστῷ ζωή.
῾Η συμμετοχή τοῦ ἀνθρώπου στήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ σημαίνει, εἴπαμε, τήν κατάργηση ἀπό τή ζωή αὐτή τοῦ πνευματικοῦ θανάτου, τῆς ἀποκοπῆς ἀπό τόν Θεό. ῾Ο ἄνθρωπος ζεῖ ἀναστημένος, δηλαδή συμφιλιωμένος μέ τόν Θεό, μέ τόν συνάνθρωπό του, μέ τόν ἑαυτό του, μέ τή φύση ὅλη. Μέ ἄλλα λόγια ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος ζεῖ μιά καινούργια ζωή, τήν ἐν Χριστῷ ζωή. ῾Εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις᾽, ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Β´ Κορ. 5, 17). Πρόκειται γιά τήν πραγματικότητα πού σημειώνει καί πάλι τό παραπάνω ἀναστάσιμο τροπάριο: ῾...ἄλλη βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν (ἑορτάζομεν)᾽. Μέ τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ δηλαδή γιορτάζουμε τό ξεκίνημα μίας ἄλλης ζωής, τῆς αἰώνιας, ἡ ὁποίας ὅμως ἔχει τίς ἀπαρχές της ἤδη στή ζωή αὐτή, στό βαθμό πού πιστεύει κανείς στόν Χριστό.
Περιεχόμενο τῆς ἀναστημένης νέας ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Διότι ῾ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί᾽ (Α´ ᾽Ιωάν. 4, 16) καί ὁ Χριστός τήν ἀγάπη φανέρωσε μέ ὅλη τήν πορεία τῆς ζωῆς Του. ῎Ετσι ὁ χριστιανός ὅσο ἀγαπᾶ, τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό του, τόσο καί γεύεται τήν αἰώνια ζωή, ἐνῶ νιώθει νά ξεπερνᾶ τόν θάνατο, τόν ὁποῖο σταλάζει μέσα του ὁ ἐγωϊσμός τῆς ἁμαρτίας.
Σχηματικά θά λέγαμε ὅτι ἡ νέα ἐν Χριστῷ ζωή τοῦ χριστιανοῦ ἔχει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: τήν π ί σ τ η στόν Χριστό, τήν ἀ γ ά π η πρός τόν συνάνθρωπο, τήν ἐ λ π ί δ α στόν ῾καί πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης᾽ Χριστό. ῾Νυνί δέ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τά τρία ταῦτα. Μείζων δέ τούτων ἡ ἀγάπη᾽ (Α´ Κορ. 13, 13).
4. ῾καί σκιρτῶντες τιμῶμεν τόν αἴτιον᾽.
Ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό περιεχόμενο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς πού ἔφερε ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ, προκαλεῖ στόν πιστό κύματα χαρᾶς καί δοξολογίας πρός τόν Θεό. ῾Ο πιστός χαίρει καί δοξάζει τόν Θεό ἐν Χριστῷ, γιατί ὁ μεγαλύτερος καί ῾ἔσχατος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου᾽ (Α´ Κορ. 15, 26), ὁ θάνατος, καταργήθηκε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ χαρά τοῦ χριστιανοῦ δέν εἶναι κάτι τό παροδικό. Δέν πρόκειται δηλαδή γιά ἐφήμερες αἰσθησιακές χαρές πού συνήθως συνοδεύονται ἀπό θλίψη καί ἐσωτερικό κενό. ῾Η χαρά τοῦ χριστιανοῦ εἶναι βαθειά, μόνιμη καί ἀναφαίρετη. Διότι ἦλθε ὡς τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐγκατοίκησης τοῦ Χριστοῦ στό βάθος τῆς καρδιᾶς του. ῾Καί τήν χαράν ὑμῶν οὐδείς αἴρει ἀφ᾽ ὑμῶν᾽ (᾽Ιωάν. 16, 22). ῾Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε᾽ (Φιλ. 4,4).
῎Ετσι ἡ ᾽Ανάσταση δέν ἀφήνει περιθώρια θλίψεως, μελαγχολίας καί ἀπογοητεύσεως – τά συμπτώματα τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. ᾽Αντιθέτως κινητοποιεῖ πάντοτε τόν πιστό νά σηκώνεται ἀπό ὁποιαδήποτε πτώση καί θλίψη του καί νά βλέπει μέ αἰσιοδοξία τή ζωή. ῾῞Οταν ἔχεις ἀθυμία, ὅταν εἶσαι στενοχωρημένος γιά ὁποιοδήποτε λόγο, κάθησε καί πές ἀργά αὐτό τροπάριο...Κι ἅμα δέν ἀλλάξει ἀμέσως ἡ διάθεσή σου, ἔλα νά μοῦ τό πεῖς᾽.
Χωρίς ὑπερβολή ὁ ἐν Χριστῷ ἀναστημένος ἄνθρωπος κυριαρχεῖται ἀπό τά δύο αὐτά ῾παράδοξα᾽: ἀπό βαθειά προσήλωση καί ἀγάπη πρός τόν Χριστό καί ἀπό μεγάλη χαρά. ῾...καί σκιρτῶντες τιμῶμεν τόν αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν Πατέρων, Θεόν καί ὑπερένδοξον᾽. Γίνεται δηλαδή ἀπό τή ζωή αὐτή ὁ πιστός ἕνας μικρός Χριστός.
῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ῞Αδου τήν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν, καί σκιρτῶντες τιμῶμεν τόν αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν Πατέρων, Θεόν καί ὑπερένδοξον᾽.
(᾽Αναστάσιμο τροπάριο ἑβδόμης (ζ´) ὠδῆς τοῦ κανόνος τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα).
Γιά τήν διπλή αὐτή διάσταση τῆς ᾽Αναστάσεως - ᾽Ανάσταση Χριστοῦ καί ἀνάσταση ἀνθρώπου – θά κάνουμε λόγο στήν συνέχεια, ἀφορμώμενοι ἀπό ἕναν διάλογο ἑνός βεβαιωμένα ἀναστημένου ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας, τοῦ ἐσχάτως ἀνακηρυχθέντος ἁγίου Γέροντα Πορφυρίου, μέ τόν μακαριστό πιά καθηγητή τῆς Καρδιολογίας στό Πανεπιστήμιο ᾽Αθηνῶν Γεώργιο Παπαζάχο.
῾Γ. Π.: Μιά φορά πῆγα στόν Γέροντα μετά τήν ᾽Ανάσταση. Μόλις μέ εἶδε μοῦ εἶπε:
- ῎Ασε βρέ τό καρδιογράφημα σήμερα. Σήμερα εἶναι ᾽Ανάσταση. Κάθησε νά σοῦ πῶ. Ξέρεις τό τροπάριο πού λέει ῾θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν᾽;
- Τό ξέρω, Γέροντα.
- Πέστο.
῎Αρχισα νά τό λέω. ῞Οταν τελείωσα, μοῦ εἶπε:
- Τό κατάλαβες;
- Τό κατάλαβα.
Πετάγεται τότε ἀπό τό κρεβάτι του καί μοῦ λέει:
- Τίποτε δέν κατάλαβες. Τό εἶπες σάν βιαστικός ψάλτης. Τί μπορεῖ νά κατάλαβες ἀπ᾽ αὐτό; Ξέρεις τί σημαίνει ῾θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ἅδου τήν καθαίρεσιν᾽; Σημαίνει ὅτι ἐκεῖ πού εἴμαστε καταδικασμένοι γιά τόν αἰώνιο θάνατο, ὁ Θεός μᾶς πῆρε καί μᾶς ἔβγαλε ἀπέναντι, στήν αἰώνια ζωή, γεφυρώνοντας ἔτσι ἕνα χάσμα αἰώνων. Αἰῶνες ὁλόκληρους ὁ κόσμος δέν μποροῦσε νά περάσει στήν σωτηρία.
Κατάλαβες λοιπόν τί ἔκανε ὁ Χριστός; Ποιός μποροῦσε νά νεκρώσει τόν θάνατο; Κανένας. Μόνο ὁ Χριστός μας. Καί τώρα ἑορτάζομεν ῾ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν᾽ καί ῾σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιον᾽. Ξέρεις τί θά πεῖ ῾σκιρτῶντες᾽; Θά πεῖ χοροπηδώντας. ῎Εχεις δεῖ τά κατσικάκια ἔξω στά χωράφια, μαζί μέ τήν μητέρα τους, πού πηδᾶνε καί πίνουν λίγο γάλα ἀπό τήν μητέρα τους καί ξαναπηδᾶνε; Αὐτό εἶναι τό σκίρτημα. ᾽Εμεῖς οἱ χριστιανοί θά ἔπρεπε νά ψάλλουμε τό ῾Χριστός ᾽Ανέστη᾽ καί νά σκιρτοῦμε, νά χοροπηδοῦμε. ῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν᾽. Δέν ὑπάρχει χαρά μεγαλύτερη ἀπ᾽ αὐτή.
Μοῦ ἔδωσε καί μιά συμβουλή σχετικά μ᾽ αὐτό τό τροπάριο:
- ῞Οταν ἔχεις ἀθυμία, ὅταν εἶσαι στενοχωρημένος γιά ὁποιοδήποτε λόγο, κάθησε καί πές ἀργά αὐτό τό τροπάριο. Συγκέντρωσε τόν νοῦ σου σ᾽ αὐτά πού λέει τό τροπάριο. Κι ἅμα δέν ἀλλάξει ἀμέσως ἡ διάθεσή σου, ἔλα νά μοῦ τό πεῖς.
Καί πράγματι τό ἔχω δοκιμάσει, κύριε ᾽Ιωαννίδη. Σκέφτομαι τούς στίχους τοῦ τροπαρίου καί λέω στόν ἑαυτό μου: ῾Τί προβλήματα ἔχεις; ᾽Εδῶ ὁ Χριστός ἀνέστη. Δέν ὑπάρχουν προβλήματα᾽.
Κλ. ᾽Ιωαννίδης: Αὐτή τήν ἀναστάσιμη χαρά μᾶς μετέδιδε πάντοτε ὁ Γέρων.
Γ. Π.: Καί φεύγαμε γεμᾶτοι᾽.
(᾽Από τό βιβλίο τοῦ Κλ. ᾽Ιωαννίδη: ῾Σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες, σελ. 80-81).
1. Πάσχα: ἡ μεγαλύτερη ἑορτή τῆς ᾽Ορθόδοξης ᾽Εκκλησίας.
Πολύ συχνά ἀκούγεται ὅτι τά Χριστούγεννα εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἑορτή τῆς ᾽Εκκλησίας. ῾Μητρόπολιν τῶν ἑορτῶν᾽ ἄλλωστε τήν χαρακτηρίζουν οἱ Πατέρες καί Διδάσκαλοί της. Κι ὥς ἕνα βαθμό τοῦτο εἶναι σωστό. ῾Η Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό θεμέλιο τῆς πίστεώς μας: μέ τήν ἐνανθρώπησή Του σωθήκαμε καί ἑνωθήκαμε μέ τόν Θεό. ῞Ομως, μεγαλύτερη ἑορτή κι ἀπό τά Χριστούγεννα θεωρεῖται ἡ ᾽Ανάσταη τοῦ Κυρίου, γιατί μέ αὐτήν ἀποκτᾶ νόημα καί ἡ Γέννηση καί γίνεται πράξη ὁ σκοπός τοῦ ἐρχομοῦ Του στήν γῆ: ἡ νίκη κατά τοῦ θανάτου καί ἡ εὕρεση τῆς ἀληθινῆς ζωῆς.
῾῎Αν ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀναστηθεῖ - κατά τήν νεοελληνική ἀπόδοση τῶν λόγων τοῦ ἀποστόλου – τότε τό κήρυγμά μας εἶναι χωρίς νόημα, τό ἴδιο καί ἡ πίστη μας. Κι ἀκόμα παρουσιαζόμαστε ψευδομάρτυρες ἀπέναντι στόν Θεό, ἀφοῦ εἴπαμε γι᾽ αὐτόν ὅτι ἀνέστησε τόν Χριστό ἐνῶ δέν τόν ἀνέστησε, ἄν βέβαια δεχτεῖ κανείς πώς οἱ νεκροί δέν ἀνασταίνονται. Γιατί ἄν οἱ νεκροί δέν ἀνασταίνονται, τότε οὔτε ὁ Χριστός ἔχει ἀναστηθεῖ. Κι ἄν ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, ἡ πίστη σας εἶναι χωρίς περιεχόμενο. Ζεῖτε ἀκόμα μέσα στίς ἁμαρτίες σας᾽ (Α´ Κορ. 15, 14-17).
῎Ετσι ἡ Γέννηση παραπέμπει στό Πάσχα καί τό Πάσχα θεωρεῖται ὡς συνέχεια καί ἀποκορύφωμα τῆς Γέννησης. ῞Ολα στήν ζωή τοῦ Χριστοῦ ἄλλωστε παρουσιάζονται ἑνοποιημένα, ἐνῶ τό τέλος (ἡ ᾽Ανάσταση) ἀποκαλύπτει καί τή σημασία τῆς ἀρχῆς (τῆς Γέννησης). ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὡς ἑξῆς ἐπισημαίνει τήν παραπάνω ἀλήθεια στόν 45ο λόγο του, πού εἶναι ἀφιερωμένος στό Πάσχα.
῾Πάσχα τοῦ Κυρίου, Πάσχα, καί πάλι θά πῶ Πάσχα, πρός τιμή τῆς ῾Αγίας Τριάδος. Αὐτή εἶναι ἡ γιορτή τῶν γιορτῶν καί τό πανηγύρι τῶν πανηγυριῶν, πού ξεπερνᾶ τόσο πολύ ὅλες τίς ἄλλες, ὄχι μόνο τίς ἀνθρώπινες καί ἀπ᾽ τά κάτω προερχόμενες, ἀλλ᾽ ἀκόμη τίς γιορτές τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ καί αὐτές πού τελοῦνται πρός τιμήν Του, ὅσο ξεπερνᾶ ὁ ἥλιος τούς ἀστέρες᾽.
2. ῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν...᾽.
Περιεχόμενο ἀκριβῶς τῆς ἑορτῆς τῆς ᾽Αναστάσεως εἶναι ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου. Τό ἀναστάσιμο τροπάριο πού μνημόνευε ὁ ἅγιος Πορφύριος, ἐπισημαίνει τήν πραγματικότητα: ῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ῞Αδου τήν καθαίρεσιν...᾽. ῾Ο θάνατος εἰσῆλθε στήν ἀνθρωπότητα μέ τήν ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου. ῾Διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος᾽ (Ρωμ. 5, 12). Γιατί ἡ ἁμαρτία ὡς ἐπανάσταση κατά τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ἀπομακρύνει ἀπό ᾽Εκεῖνον πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς. ῎Ετσι ὁ ἄνθρωπος βίωσε πρῶτα τόν θάνατο στό πνευματικό ἐπίπεδο - ἔχασε τή ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό – καί ὕστερα καί στό σωματικό, λόγω τῆς στενῆς σχέσεως ψυχῆς καί σώματος. ῾Ο θάνατος λοιπόν ἦταν τό τίμημα γιά τόν ἄνθρωπο τῆς κακῆς χρήσεως τῆς ἐλευθερίας του. ᾽Ενῶ εἶχε δημιουργηθεῖ μέ τήν προοπτική τῆς ἀθανασίας, ἄν παρέμενε σέ ἁρμονική ἐν ὑπακοῇ σχέση μέ τόν Θεό Πατέρα, λόγω τῆς ἀνυπακοῆς του καί τῆς ὑποδούλωσής του στήν ἁμαρτία ἔφερε τόν θάνατο.
῾Ο Χριστός ἦλθε στόν κόσμο ἀκριβῶς ῾ἵνα ζωήν ἔχωσιν (οἱ ἄνθρωποι) καί περισσόν ἔχωσιν᾽ (᾽Ιωάν. 10,10). Δέν ἦλθε γιά νά φέρει στόν κόσμο μία νέα ἴσως καί βελτιωμένη φιλοσοφία - ἀπό φιλοσοφίες καί ὡραῖες διδασκαλίες εἶχε χορτάσει ὁ κόσμος. ῏Ηλθε καί σήκωσε τό φράγμα τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τό ὁποῖο στέναζε ὁ ἄνθρωπος: ὁ Χριστός πάνω στόν Σταρό εἶναι ῾ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου᾽, καί γι᾽ αὐτό κατήργησε καί τό ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας, τόν θάνατο. Τόν πνευματικό θάνατο καταρχάς, ἀφοῦ συμφιλίωσε καί πάλι τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, καί βεβαίως καί τόν σωματικό ἔπειτα, ἀνασταίνοντας τόν ἑαυτό Του καί διά τοῦ ἑαυτοῦ Του καί ὅλους τούς πιστούς σέ Αὐτόν, τῆς ἐποχῆς Του καί κάθε ἐποχῆς. Τήν ἀλήθεια αὐτή τή βλέπουμε ἀνάγλυφα καί στήν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς ᾽Αναστάσεως: ὁ Κύριος ῾πατάει᾽ τόν θάνατο, ἀνασταίνεται μέσα στό φῶς τῆς θεϊκῆς Του δόξας καί δυνάμεως καί ῾τραβάει᾽ ἀπό τόν ἅδη, τόν χῶρο τῶν νεκρῶν, τόν ᾽Αδάμ καί τήν Εὔα ὡς ἐκπροσώπους τῆς ἀνθρωπότητος.
῎Ετσι ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ νίκη τῆς ζωῆς κατά τοῦ θανάτου, ἀφενός ἀποτελεῖ τήν ἄλλη ὄψη τοῦ Σταυροῦ Του, ἀφετέρου συνιστᾶ καί τήν ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ἤδη ὁ πνευματικός θάνατος ἀπό τή ζωή αὐτή ἔχει καταργηθεῖ. ῾Ο πιστός ἄνθρωπος ζεῖ ἀπό τώρα ἀναστημένος, δηλαδή συμφιλιωμένος μέ τόν Θεό, ἐνῶ προσδοκᾶ μέ χαρά καί τό ξεπέρασμα τοῦ σωματικοῦ θανάτου, πού θά γίνει πραγματικότητα μέ τόν ἐρχομό καί πάλι τοῦ Χριστοῦ στή Δευτέρα Του Παρουσία. ῾Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν᾽ κατά τό σύμβολο τῆς πίστεως.
Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων κάθε ἐποχῆς ἐπιβεβαιώνει τά παραπάνω: νιώθουν ὅτι δέν ὑπάρχει πιά θάνατος. ῾Η παρουσία τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ συνέχει τήν ζωή τους καί γι᾽ αὐτό ἡ μόνιμη ἐπωδός τους σέ κάθε λόγο τους εἶναι τό ῾Χριστός ᾽Ανέστη᾽! Γνωρίζουμε γιά παράδειγμα ὅτι ὁ χαιρετισμός τοῦ ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ ὅλο τόν χρόνο ἦταν τό ῾Χριστός ᾽Ανέστη, χαρά μου!᾽, ἐνῶ, γιά νά μνημονεύσουμε καί πάλι τόν Γέροντα Πορφύριο, ὅταν ρωτήθηκε ὁ ἴδιος ἀπό κάποιον γιατρό τί συμβαίνει μέ τόν θάνατο, ἀπάντησε μέ χαμόγελο: μά δέν ὑπάρχει θάνατος! Γιά τούς ἁγίους λοιπόν ὁ θάνατος ἔχει καταργηθεῖ ἐν Χριστῷ, ἐνῶ ὁ σωματικός θάνατος κατανοεῖται ὡς ἡ θύρα, ἀπό τήν ὁποία εἰσέρχεται κανείς στήν ἀτελεύτητη ζωή.
Τό ζητούμενο πιά μετά τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου καί τήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ Του ἔργου στόν κόσμο εἶναι ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου σέ ᾽Εκεῖνον καί ἡ μετοχή καί ἡ κοινωνία στήν ζωή Του, πού ἐπιτυγχάνεται μέσα στήν ᾽Εκκλησία διά τῶν μυστηρίων, ἰδίως τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καί τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Διότι ναί μέν ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ προσφέρεται καί ὡς ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ὅμως ἀπαιτεῖται καί ἡ δική του συγκατάθεση καί ἀποδοχή. ῎Αν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀνταποκριθεῖ στήν κλήση τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ, ὁ θάνατος, πνευματικός καί σωματικός, θά συνεχίσει νά καταδυναστεύει τήν ζωή του.
3. Καινή ἐν Χριστῷ ζωή.
῾Η συμμετοχή τοῦ ἀνθρώπου στήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ σημαίνει, εἴπαμε, τήν κατάργηση ἀπό τή ζωή αὐτή τοῦ πνευματικοῦ θανάτου, τῆς ἀποκοπῆς ἀπό τόν Θεό. ῾Ο ἄνθρωπος ζεῖ ἀναστημένος, δηλαδή συμφιλιωμένος μέ τόν Θεό, μέ τόν συνάνθρωπό του, μέ τόν ἑαυτό του, μέ τή φύση ὅλη. Μέ ἄλλα λόγια ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος ζεῖ μιά καινούργια ζωή, τήν ἐν Χριστῷ ζωή. ῾Εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις᾽, ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Β´ Κορ. 5, 17). Πρόκειται γιά τήν πραγματικότητα πού σημειώνει καί πάλι τό παραπάνω ἀναστάσιμο τροπάριο: ῾...ἄλλη βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν (ἑορτάζομεν)᾽. Μέ τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ δηλαδή γιορτάζουμε τό ξεκίνημα μίας ἄλλης ζωής, τῆς αἰώνιας, ἡ ὁποίας ὅμως ἔχει τίς ἀπαρχές της ἤδη στή ζωή αὐτή, στό βαθμό πού πιστεύει κανείς στόν Χριστό.
Περιεχόμενο τῆς ἀναστημένης νέας ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Διότι ῾ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί᾽ (Α´ ᾽Ιωάν. 4, 16) καί ὁ Χριστός τήν ἀγάπη φανέρωσε μέ ὅλη τήν πορεία τῆς ζωῆς Του. ῎Ετσι ὁ χριστιανός ὅσο ἀγαπᾶ, τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό του, τόσο καί γεύεται τήν αἰώνια ζωή, ἐνῶ νιώθει νά ξεπερνᾶ τόν θάνατο, τόν ὁποῖο σταλάζει μέσα του ὁ ἐγωϊσμός τῆς ἁμαρτίας.
Σχηματικά θά λέγαμε ὅτι ἡ νέα ἐν Χριστῷ ζωή τοῦ χριστιανοῦ ἔχει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: τήν π ί σ τ η στόν Χριστό, τήν ἀ γ ά π η πρός τόν συνάνθρωπο, τήν ἐ λ π ί δ α στόν ῾καί πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης᾽ Χριστό. ῾Νυνί δέ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τά τρία ταῦτα. Μείζων δέ τούτων ἡ ἀγάπη᾽ (Α´ Κορ. 13, 13).
4. ῾καί σκιρτῶντες τιμῶμεν τόν αἴτιον᾽.
Ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό περιεχόμενο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς πού ἔφερε ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ, προκαλεῖ στόν πιστό κύματα χαρᾶς καί δοξολογίας πρός τόν Θεό. ῾Ο πιστός χαίρει καί δοξάζει τόν Θεό ἐν Χριστῷ, γιατί ὁ μεγαλύτερος καί ῾ἔσχατος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου᾽ (Α´ Κορ. 15, 26), ὁ θάνατος, καταργήθηκε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ χαρά τοῦ χριστιανοῦ δέν εἶναι κάτι τό παροδικό. Δέν πρόκειται δηλαδή γιά ἐφήμερες αἰσθησιακές χαρές πού συνήθως συνοδεύονται ἀπό θλίψη καί ἐσωτερικό κενό. ῾Η χαρά τοῦ χριστιανοῦ εἶναι βαθειά, μόνιμη καί ἀναφαίρετη. Διότι ἦλθε ὡς τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐγκατοίκησης τοῦ Χριστοῦ στό βάθος τῆς καρδιᾶς του. ῾Καί τήν χαράν ὑμῶν οὐδείς αἴρει ἀφ᾽ ὑμῶν᾽ (᾽Ιωάν. 16, 22). ῾Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε᾽ (Φιλ. 4,4).
῎Ετσι ἡ ᾽Ανάσταση δέν ἀφήνει περιθώρια θλίψεως, μελαγχολίας καί ἀπογοητεύσεως – τά συμπτώματα τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. ᾽Αντιθέτως κινητοποιεῖ πάντοτε τόν πιστό νά σηκώνεται ἀπό ὁποιαδήποτε πτώση καί θλίψη του καί νά βλέπει μέ αἰσιοδοξία τή ζωή. ῾῞Οταν ἔχεις ἀθυμία, ὅταν εἶσαι στενοχωρημένος γιά ὁποιοδήποτε λόγο, κάθησε καί πές ἀργά αὐτό τροπάριο...Κι ἅμα δέν ἀλλάξει ἀμέσως ἡ διάθεσή σου, ἔλα νά μοῦ τό πεῖς᾽.
Χωρίς ὑπερβολή ὁ ἐν Χριστῷ ἀναστημένος ἄνθρωπος κυριαρχεῖται ἀπό τά δύο αὐτά ῾παράδοξα᾽: ἀπό βαθειά προσήλωση καί ἀγάπη πρός τόν Χριστό καί ἀπό μεγάλη χαρά. ῾...καί σκιρτῶντες τιμῶμεν τόν αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν Πατέρων, Θεόν καί ὑπερένδοξον᾽. Γίνεται δηλαδή ἀπό τή ζωή αὐτή ὁ πιστός ἕνας μικρός Χριστός.
῾Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ῞Αδου τήν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν, καί σκιρτῶντες τιμῶμεν τόν αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν Πατέρων, Θεόν καί ὑπερένδοξον᾽.
(᾽Αναστάσιμο τροπάριο ἑβδόμης (ζ´) ὠδῆς τοῦ κανόνος τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα).