Τοῦ ᾿Αρχιμανδρίτη
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΜΠΟΓΡΗ
῾Η εἴδηση τοῦ θανάτου τοῦ π. Μαρίνου, ἔφθασε γρήγορα ἐκεῖνο τό Αὐγουστιάτικο ἀπόγευμα κάνοντάς μας ὅλους κοινωνούς τοῦ γεγονότος γιά νά ἀποδεχθοῦμε τήν λύπη πού ἀπορρέει ἀπό αὐτό. Εἶχα τήν ἀνάγκη ἐκεῖνο τό βράδυ καί νά προσευχηθῶ καί νά θυμηθῶ. Νά σταθῶ στίς μνῆμες τῆς καρδιᾶς μου, στίς στιγμές τῆς ἀγαπητικῆς προσφορᾶς καί θυσίας πού ἔζησα μαζί του, ἦταν ὁ πρῶτος μου πνευματικός πατέρας, νά ξαναζωντανέψω τόν ἄνθρωπο πού στάθηκε πρότυπο ἱερατικῆς διακονίας, ἱεραποστολικῆςδράσεως, βιωματικῆς θεολογίας, χαρισματικῆς παρουσίας, τοῦ ἱερέα πού μᾶς ἐνέπνευσε γιά τήν εἴσοδό μας στήν ᾿Εκκλησία καί γιά τήν ἀνιδιοτελῆ προσφορά μας σ’ αὐτήν. Καί ἦταν ἀλήθεια τόσες οἱ μνῆμες τῆς σκέψης μά περισσότερες οἱ μνῆμες τῆς καρδιᾶς.
Θυμήθηκα τήν πρώτη συνειδητοποιημένη ἐμπειρία μαζί του, τότε πού σέ ἕναν φάκελλο εἶχα τήν φωτογραφία ἀπό τήν βάπτισή μου, καί εἶχα πάει νά τοῦ τήν δώσω, παίρνοντας μέρος στόν μικρό διαγωνισμό πού μᾶς εἶχε βάλει στό Κατηχητικό Σχολεῖο. «῞Οποιο παιδί ἔχω βαπτίσει νά μοῦ φέρει μία φωτογραφία ἀπό τήν βάπτισή του», μᾶς εἶχε πεῖ. Καί ἦταν μεγάλη ἡ χαρά μου ἀλλά καί ἡ εὐθύνη μου σέ μία σχέση πατρική, σχέση ζωῆς πού ξεκινοῦσε, καί ἄς μήν τό καταλάβαινα τότε, προσφέροντάς μου τόσο τίς πνευματικές χαρές καί ἐμπειρίες ἀλλά καί τίς στιγμές πού νοιώθαμε τόσο ἐγώ ἀλλά καί ἡ ὑπόλοιπη παρέα τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν μέσα ἀπό τήν κοινή ζωή μαζί του καί τό μοίρασμα τῶν πτυχῶν καί τῶν ὀνείρων μας.
Μικρά παιδιά τότε ὅλοι ἐμεῖς ἀπέναντι σέ μία παρουσία καί μία ξεχωριστή προσωπικότητα, πού τήν ἔκανε νά ξεχωρίζει, νά ἐμπνέει μέ σοβαρότητα καί ἦθος. Μέ συνέπεια στήν ζωή του, μέ ἀκρίβεια στίς δράσεις του τίς ποιμαντικές, μέ πατρική ἀγάπη κάθε φορά πού καταφεύγαμε γιά νά ἀκουμπήσουμε τόν πόνο μας, καί μέ ἐνθουσιασμό κάθε φορά πού ξεδιπλώναμε τά ὄνειρά μας. Νά γίνουμε κληρικοί. Νά ὑπηρετήσουμε τήν ᾿Εκκλησία. Νά διακονήσουμε τόν λαό. Καί ὅλα αὐτά ἦταν ἀποφάσεις ζωής γιατί ζούσαμε μαζί του ἕναν τρόπο ζωῆς πού μᾶς ὁδηγοῦσε ἐκεῖ.
῞Ολους ἐμᾶς μᾶς ἐνέπνευσε στήν κλήση μας γιά τήν ἐκκλησιαστική διακονία μας, ἡ μορφή τοῦ π. Μαρίνου, καθώς μορφώσαμε μέσα μας ὅλα ἐκεῖνα πού καθιστοῦν κάθε διάκονο τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ ἄξιο, ὅπως ἄξιος ἦταν καί ἐκεῖνος.
Μᾶς ἐνέπνευσε ἡ καθαρότητα τῆς σχέσης του μέ τόν Θεό. Βρισκόταν μέ φόβο Θεοῦ πάντοτε μπροστά στό ῾Ιερό Θυσιαστήριο δείχνοντάς μας τήν εὐλαβῆ ἱεροπρέπεια. Μᾶς ἐνέπνευσε ἡ προσευχή του κάθε φορά πού προβλήματα ἤ ἐσωτερικές ἀνάγκες τοῦ ἔδειχναν τόν ἱερέα νά στέκεται γιά ὧρες προσευχόμενος μέχρι νά λάβει αὐτό πού ζητοῦσε. Μᾶς παρηγοροῦσε ἡ πνευματική του πατρότητα πού σέ ὅλους ἀνεξαιρέτως ἦταν πατέρας φιλόστοργος, ὄχι πάντα αὐστηρός, ἀλλά μέ μία ἐπιείκια πού μᾶς βασάνιζε. Μᾶς ἐξέπληττε ἡ βίωση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματός του καί ὄχι ἡ προσπάθεια δημιουργίας ὁμαδοποίησης ἀνθρώπων. Μᾶς ἐνθουσίαζε ἡ συνεργασία του μέ ὅλους στόν χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας χωρίς νά περιμένει ἀνταμοιβή ἤ νά ζητᾶ πρωτοκαθεδρία. Μᾶς ἐνέπνευσε ἡ ἀγάπη του γιά τό ποιμαντικό ἔργο τῆς ᾿Εκκλησίας πού ἦταν πάντα καρπός μίας καρδιᾶς πού καιγόταν καθώς δέν μποροῦσε νά ἀνεχθεῖ δίπλα τόν πόνο τοῦ συνανθρώπου. Πόσοι ἄνθρωποι δέν θυμοῦνται, τήν μέ ὁποιονδήποτε τρόπο προσφορά του! Μᾶς ἐνέπνευσε τό ἱεραποστολικό του φρόνημα τό ὁποῖο ἔγινε αἰτία νά συσπειρώνει δίπλα του δεκάδες συνεργάτες οἱ ὁποῖοι συνδιακονοῦσαν τίς διάφορες ἐκκλησιαστικές δραστηριότητες. Μᾶς ἐνέπνευσαν οἱ πρωτοποριακές πρωτοβουλίες του σέ μία ἐποχή πού μᾶλλον περίεργα κάποιοι ἴσως φαινόντουσαν νά βολεύονται σέ τοπικές διαδικασίες. Μᾶς συνέπαιρνε τέλος αὐτή ἡ ἀγάπη του πρός τόν Θεό τόν ὁποῖο καί θεωροῦσε ὅτι θά κρίνει μέ οἰκονομία τήν ζωή του καί τό ἔργο του καί δέν ἀπογοητευόταν. ᾿Εργαζόταν γιά τόν Χριστό. «᾿Εργοδότης σας εἶναι ὁ Θεός. Μήν περιμένετε ἀπό τούς ἀνθρώπους», μᾶς ἔλεγε. ῎Ετσι ἑδραίωνε μέσα μας τήν κλήση μας γιά τήν ἱερωσύνη ἤ τόν μοναχισμό ὑπενθυμίζοντάς μας νά δημιουργήσουμε μία σχέση ζωντανή μέ τόν Θεό πού δέν θά μᾶς ἀπελπίσει ποτέ.
Θεωρῶ τόν ἑαυτό μου εὐεργετημένο ἀπό τόν Θεό γιατί εἶχα τήν εὐλογία νά τεθῶ κάτω ἀπό τήν πνευματική του καθοδήγηση καί νά ἐμπνευσθῶ καί νά ἐμπνευσθοῦμε ὅλοι μας ἀπό τούς χτύπους τῆς ἱερατικῆς του καρδιᾶς. Μᾶς εἰσήγαγε στήν ἐκκλησιαστική πολιτεία καί στό θυσιαστικό πνεῦμα τῆς ἱερωσύνης. Τό πιό σημαντικά ὅμως εἶναι ὅτι ἐνέπνευσε καί βοήθησε μέσα ἀπό τήν διακονία τῆς προσφορᾶς καί τῆς εἰλικρινοῦς στάσεως τῆς ζωῆς του στήν κλήση του. Θά μπορούσαμε νά ἀναφερθοῦμε σέ πολλά περιστατικά τῆς ζωῆς του καί τῆς ἱερωσύνης του ἀλλά κρατοῦμε στό μυαλό μας τήν ἀγωνία του γιά τήν πνευματική πρόοδο τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας πού ὑπηρετοῦσε καί τήν πολύπλευρη ἐργατικότητά του. Κατανάλωσε τήν ζωή του στήν ᾿Εκκλησία ὥστε στήν συνέχεια νά ἐμπνεύσει τοῦτο τόν ρόλο σέ κάθε πνευματικό του παιδί πού ξεκινοῦσε νά διακονήσει τήν ᾿Εκκλησία μέ ἱεραποστολικό ζῆλο, μέ βαθειά πίστη καί εὐσέβεια καί εἰλικρινῆ ἀγάπη καί ἀφοσίωση πρός τήν ᾿Εκκλησία.
Στήν ἀπολογία του ἀπέναντι στόν Θεό τόν συνοδεύουν οἱ καρδιακές καί ὁλόψυχες προσευχές τῶν ἀρχιερέων, ἱερέων, ἱερομονάχων, μοναχῶν καί μοναζουσῶν πού προῆλθαν ἀπό τήν καρποφόρο καί ἐμπνευσμένη ἱερατική του διακονία.