Δεν είναι πολύς καιρός πού βρεθήκαμε μια Κυριακή γιά λόγους προσωπικούς κοντά στους ασθενείς του Νοσοκομείου της πόλης μας. Ανάμεσα σ' αυτά πού τους μοιράσαμε, ήταν καί αντίδωρο άπό τήν εκκλησία. Μας συγκίνησε ή προθυμία όλων νά τό πάρουν. Καί με τί ευλάβεια!
Τόσο οι συνοδοί όσο καί οί ίδιοι οι ασθενείς, άρχισαν νά μας ομολογούν ότι αγαπούν τήν Εκκλησία, εκκλησιάζονται τακτικά, ενώ κάτω άπ' τό μαξιλάρι τους φυλάγουν τήν Καινή Διαθήκη.
Ακόμη, ότι ανάβουν μέρα-νύχτα τό καντήλι τους, κρατούν τή νηστεία της Τετάρτης καί της Παρασκευής, ή καί όσες άλλες ορίζει ή Εκκλησία. Ορισμένοι μάλιστα εκδήλωσαν τήν επιθυμία νά κοινωνήσουν στους θαλάμους τους, στό Νοσοκομείο. Όταν όμως ό πνευματικός, πού γι' αυτό τό σκοπό είχε έρθει εκείνη τήν ώρα, τους είπε ότι χρειάζεται μιά προετοιμασία με εξομολόγηση, ή τουλάχιστον νά υποσχεθούν ότι θά πάνε σε πνευματικό, όταν αναρρώσουν, οί περισσότεροι ασθενείς άρχισαν νά συμμαζεύονται...
Οί συνοδοί-συγγενείς ή καί οί ίδιοι οί άρρωστοι βιάστηκαν νά δικαιολογηθούν ότι δεν έκλεψαν, δε σκότωσαν, δέ συκοφάντησαν, δε χάλασαν προξενιά. Μία κυρία μόνο τόλμησε νά πει δημόσια ότι γιά οικονομικούς λόγους έκανε εκτρώσεις καί γι' αυτό τήν έκαιγε ή συνείδηση της, άλλα στό απόμακρο χωριό πού έμενε, όσο κι άν τό ήθελε, δέ μπόρεσε νά βρει εξομολόγο, και νά κατεβεί στην πόλη, δεν ήξερε νά κινηθεί.
Έτσι ζήτησε οδηγίες εκείνη τή στιγμή καί χάρηκε πάρα πολύ, πού θά μπορούσε επί τέλους ν' απαλλαγεί από τίς τύψεις καί τήν ενοχή. Άπ' τους άλλους ασθενείς ή καί τους οικείους τους ορισμένοι πρόλαβαν νά υποστηρίξουν ότι τά λένε μπροστά στην εικόνα καί δέ χρειάζονται πνευματικό.
Συγκλονιστικό πιό πέρα, στην εντατική, ήταν τό γεγονός ότι κάποιος υπερήλικας, πού περνούσε τίς τελευταίες στιγμές της ζωής του στήν γη, ζητούσε επίμονα νά εξομολογηθεί καί νά κοινωνήσει. Τί κρίμα όμως! Ό συνοδός του άρχισε νά διαμαρτύρεται γιά τήν παρουσία μας καί μας συνέστησε ν' απομακρυνθούμε γιά νά μή δημιουργήσει φασαρία.
Έτσι, όπως μάθαμε αργότερα, ό ασθενής έφυγε ανέτοιμος γιά τήν αιωνιότητα...
Φύγαμε ύστερα άπό ώρα άπ' τό Νοσοκομείο μέ βαθιούς καί ποικίλους προβληματισμούς.
Οί ασθενείς ενός τέτοιου ιδρύματος είναι ή σμικρογραφια τής κοινωνίας μας, της Χριστιανικής Ελληνικής, ή καί όποιας άλλης, πονεμένης καί θρησκεύουσας κοινωνίας, γιατί λίγο πολύ ό πόνος καί ή αρρώστια φέρνουν τόν άνθρωπο κοντά στό Θεό. Χαρήκαμε πού όλοι κατέθεσαν ότι προσεύχονται άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο στό Χριστό καί ιδιαίτερα στην Παναγία, στό σπίτι, στή δουλειά καί στό ναό.
Καί πράγματι ενα αρκετά σταθερό ποσοστό τών χριστιανών εκκλησιάζονται, άν καί θά θέλαμε όλοι μας νά είμαστε πολύ περισσότεροι. Αναρωτιέται όμως κανείς, ύστερα άπό αυτή τήν επίσκεψη, πόσοι άπό μας συμμετέχουμε στή μυστηριακή ζωή τής Εκκλησίας, γιά νά πάρουμε Πνεύμα Άγιο;
Φτάνει ή προσευχή, ό Εκκλησιασμός καί οι νηστείες με τά αντίδωρα, γιά νά έχουμε ως χριστιανοί τους καρπούς τοϋ Αγίου Πνεύματος, πού είναι: «...αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη, αγαθότητα, πίστη, πραότητα, εγκρ άτεια» (Γαλ. 5, 22-23);
Μήπως επειδή μας λείπει αυτή ή πνευματικότητα, οργιάζουν οι ξέφρενοι έρωτες της νεότητας, ή μνησικακία, ό φθόνος, οι φιλονικίες, ή οργή, οι φόνοι, οι κακίες γενικά, οι εκτρώσεις, ή μιζέρια ή ψυχική, ή έλλειψη χαράς καί ειρήνης, τό άγχος, ή απελπισία; Γιά νά συνεννοούμαστε όμως μέ τους αναγνώστες, ας άναφερθούμε, έστω για λίγο, στή μυστηριακή ζωή τού πιστού.
Τά μυστήρια της Εκκλησίας μας είναι επτά: τό βάπτισμα, τό χρίσμα, ή εξομολόγηση, ή θεία Ευχαριστία, ό γάμος, ή ιεροσύνη, τό ευχέλαιο.
Άπ' αυτά τά τέσσερα πρώτα, είναι υποχρεωτικά, τά άλλα προαιρετικά. Δέν νοείται δηλαδή αληθινός χριστιανός όποιος δέ βαφτίζεται (τό χρίσμα γίνεται μαζί μέ τό βάπτισμα), δέν Εξομολογείται καί μάλιστα τακτικά, καί δέν κοινωνεί. Άπό τά προαιρετικά επιβάλλεται νά κάνει τό γάμο του στην Εκκλησία, ή ιεροσύνη νά έχει κανονική διαδοχή καί τό ευχέλαιο νά γίνεται, όταν ή κατάσταση της υγείας του, πνευματικής καί σωματικής, τό απαιτεί. Όσον άφορα τό βάπτισμα, πρέπει νά ξέρουμε ότι, επειδή επικράτησε ο νηπιοβαπτισμός, ό ανάδοχος (ό νονός) αναλαμβάνει ορισμένες υποχρεώσεις έναντι τού Θεού καί τού βαφτισιμιού του. Κι αυτές είναι ή κατήχηση καί ή καθοδήγηση τού μικρού, ώστε νά είναι κοντά στό Χριστό καί τήν Εκκλησία.
Ό νονός καί ή νονά δέν υπάρχουν γιά νά γεμίζουν μόνο μέ δώρα τά βαφτιστήρια τους στά γενέθλια τους, ή στίς μεγάλες γιορτές. Κι αυτά ίσως ως ενα βαθμό, αλλά προέχει ή μύηση των παιδιών στό πνεύμα τοϋ Ευαγγελίου. Νομίζουμε όμως ότι τό μυστήριο αυτό κατάντησε ενα τυπικό καί κοσμικό γεγονός. Ή αγωνία τών συμμετεχόντων είναι πώς θά επιδείξουν τίς σάρκες τους μέ προκλητικό ντύσιμο καί μέσα στό ναό καί κατά τήν ώρα τοϋ μυστηρίου, αδιαφορώντας γιά τή σοβαρότητα του καί τήν ιερότητα τοϋ χώρου καί πώς θά έχουν τήν καλύτερη εμφάνιση, χωρίς προσευχή βέβαια γιά τό βαφτιζόμενο, αφού επικρατεί θόρυβος καί κουτσομπολιό.
Φοβερό πώς εξελίχτηκε έτσι τό μυστήριο! Πώς ξεκίνησε καί πού έφτασε!
Ό γάμος τά ίδια, χωρίς τόν ελάχιστο σεβασμό στην ώρα της ακολουθίας, έκτος καί αν φωνάξει κι επιβάλει τήν ησυχία ό ιερέας άπό τό μικρόφωνο. Κι αν τόν ακούσουμε καί τότε. Όσο γιά τήν Εξομολόγηση καί τή θεία Κοινωνία εδώ είναι ό βαθύτερος προβληματισμός.
Άκουσα ιερέα νά παραπονιέται μέ πόνο:
«Ξέρω τους ενορίτες μου. Πηγαίνω στά σπίτια τους καί διαπιστώνω πώς οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, αδιαφορούν γιά τήν Εξομολόγηση. Τήν θεωρούν πολύ περιττή, αφού κάνουν όλα τά άλλα καί έχουν καί τακτικό εκκλησιασμό»
Άλλος πάλι πνευματικός, άπό τήν εμπειρία του, εξομολογώντας καί ετοιμοθάνατους, καταθέτει ότι ή εξομολόγηση τοϋ 80% αυτών τών ανθρώπων είναι ανειλικρινής. Κι είναι φυσικό όταν γίνεται μόνο μία φορά, καί μάλιστα τήν τελευταία ώρα της ζωής τους.
Πώς μετά από λίγο θά στηθεί ή ψυχή έτσι μπροστά στό φοβερό βήμα τού Χριστού;
Στεκόμαστε επίσης γιά λίγο καί στίς δικαιολογίες γιά τήν εξομολόγηση, πού ακούσαμε καί στό Νοσοκομείο: δέν έκλεψα, δέ σκότωσα, δέ συκοφάντησα, δέν πρόδωσα τό στεφάνι μου, ή εξομολογούμαι τά αμαρτήματα μου μπροστά στην εικόνα… Νομίζουμε ότι όλα αυτά, επειδή ή εξομολόγηση απαιτεί ταπείνωση καί μάλιστα πολλή καί ό διάβολος άπό τήν άλλη μας πολεμάει λυσσωδώς, είναι προφάσεις.
Όποιος κάνει πνευματική ακτινοσκόπηση διαβάζοντας τό λόγο τού Θεού όχι μία, άλλα απειράριθμες μικρές καί μεγάλες αμαρτίες θ' ανακαλύψει. Όσο γιά τήν Εξομολόγηση στην εικόνα, απορρίπτεται άπ' τό Θεό καί την Έκκλησία. Οί πρωτόπλαστοι κλήθηκαν άπ' τό Θεό νά ομολογήσουν μπροστά Του τήν αμαρτία τους. Άλλο άν αυτοί τό απέφυγαν μέ δικαιολογίες. Τήν ίδια απαίτηση έχει καί τώρα άπό τους ανθρώπους: νά ομολογούν τίς πτώσεις τους μπροστά σ' αυτούς πού Τόν αντιπροσωπεύουν: τους πνευματικούς.
Έτσι μέ τό μυστήριο της εξομολόγησης, πού θέσπισε o ίδιος ό Χριστός, θά παίρνουν τήν άφεση, τή χάρη καί τά κατάλληλα πνευματικά φάρμακα μέ τίς συστάσεις τού ιερέα (πράγμα πού δεν μπορεί να κάνει μια άφωνη εικόνα). Καί στό άλλο μυστήριο, ας σταθούμε, στή θεία Κοινωνία, ή Ευχαριστία, όπως αλλιώς λέγεται, πού είναι ή μετάληψη τού σώματος καί τού αίματος τού Κυρίου.
Ελάχιστοι χριστιανοί κοινωνούν τακτικά καί μέ ανάλογη προετοιμασία. Οί άλλοι, πού σκανδαλίζονται κιόλας γι' αυτό, σχολιάζουν μέ περιφρόνηση λέγοντας:
«…νερό (ή σούπα) τό κατάντησαν; Εμείς μάθαμε άπό τους παππούδες μας νά κοινωνούμε τρεις φορές τό χρόνο. Χριστούγεννα, Πάσχα καί της Παναγίας…» Τότε πού κοινωνούν οί περισσότεροι καί παρατηρείται γι' αυτό μεγάλος συνωστισμός. Αλλά και τότε, πόσοι πάμε ύστερα άπό μετάνοια καί εξομολόγηση; Νηστεία δέν αμφιβάλλει κανείς ότι κάνουμε.
Μήπως όμως θά ήταν προτιμότερο νά βάλουμε στην πρώτη γραμμή τή μετάνοια μέ αλλαγή τοϋ τρόπου της ζωής μας καί μετά τή νηστεία, άν καί χρειάζεται κι αυτή εξίσου ίσως; Όσο γιά τό πόσες φορές πρέπει νά κοινωνούμε άς σκεφτούμε ότι ή Έκκλησία μας ετοιμάζει ευχαριστιακό τραπέζι κάθε Κυριακή καί όλες τίς καθημερινές γιορτές. Αλλιώς θά ετοίμαζε Θεία Κοινωνία κι αυτή, μόνο τρεις φορές τό χρόνο! Άρα, και με την λογική αυτή να πάμε, απορρίπτεται ή πεποίθησή μας αυτή.
Συμπέρασμα: Οί νεοέλληνες χριστιανοί αφήσαμε τή συνειδητή μυστηριακή ζωή καί κολλήσαμε μόνο στον εκκλησιασμό, τίς νηστείες καί τήν τυπική παρακολούθηση ορισμένων μυστηρίων. Έτσι καταντήσαμε χλιαροί, ψόφιοι, νεκροί και πεθαμένοι πνευματικά, ή σχεδόν αχρίστιανοι.
Διώξαμε τόν Παράκλητο Κύριο, τό Πνεύμα τό Άγιο, άπ' τήν ψυχή μας κι ο Χριστός, μάς έγινε γι' αυτό ό μεγάλος γνωστός άγνωστος. Πόσο πιό ανάλαφρες όμως θά νιώθαμε τίς δοκιμασίες της ζωής καί τά προβλήματα μας, άν συνδεόμασταν μέ τό εξομολογητήριο καί τή θεία Κοινωνία! Πόσο πιο πολύ θά πιστεύαμε στην αίωνιότητα καί δέ θά μέναμε κολλημένοι στή ζωή της γής χωρίς ελπίδα.
Πολλοί λίγοι τότε θά έφευγαν γιά τήν αιωνία χώρα ανέτοιμοι καί αμετανόητοι... Πόσοι μέ λίγα λόγια δέ θά έχαναν τή σωτηρία τους.Ό Θεός άς μας λυπηθεί κι άς μας φωτίσει ν' αξιοποιήσουμε τά ιαματικά φάρμακα πού μας έδωσε ή ενανθρώπηση καί ή θυσία τού Υιού Του καί πού είναι τά μυστήρια τής Εκκλησίας μας.
Εμείς, από τήν άλλη πλευρά τώρα, άς προσπαθήσουμε, προσερχόμενοι μέ ειλικρινή καί ευγνώμονα διάθεση σε όλα αυτά τα μυστήρια καί κάνοντας κι ό,τι άλλο ή Έκκλησία μας όρισε, ώστε νά πετύχουμε τή λύτρωση καί τήν υγεία τής ψυχής μας. Αμήν.
Φοίβη
περιοδικό Όσιος Νικάνωρ»-Γρεβενά, Ιούλιος 2010