Η Β’ Στάσις των Χαιρετισμών μετά του Κανόνος του Ακαθίστου Ύμνου εψάλη την Παρασκευήν, 5ην /18ην Μαρτίου 2011, εις την Ιεράν Μονήν της Μεταμορφώσεως, εις την πόλιν Ραμαλλαν της Παλαιστινιακής Αρχής, προεξάρχοντος της Α.Θ.Μ. του Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συνοδεύοντος του Προέδρου των Οικονομικών, Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου κ. Μεθοδίου, και άλλων Αγιοταφιτών Πατέρων.
Η εν τη πόλει ταύτη Ρωμαιο-Ορθόδοξος Κοινότης του Πατριαρχείου, αριθμούσα περί τας 6.000 χιλιάδας πιστών, τυγχάνει μία των μεγάλων Κοινοτήτων του Πατριαρχείου, της οποίας προΐσταται ως Πατριαρχικός Επίτροπος ο εκ του Χωρίου των Ποιμένων καταγόμενος και μέλος της Αγίας και Ιεράς Συνόδου Αγιοταφίτης Αρχιμανδρίτης Γαλακτίων.
Πολλοί των πιστών τούτων του Πατριαρχείου προσέτρεξαν αθρόοι εις την κατανυκτικήν ακολουθίαν του Ακαθίστου και ήκουσαν και τον θεολογικόν Πατριαρχικόν λόγον, έχοντα ελληνιστί ως έπεται:
«Άγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη ειπείν τη Θεοτόκω το, Χαίρε κλίμαξ επουράνιε δι’ ης κατέβη ο Θεός. Χαίρε γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν».
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί.
Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον Μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Τόσον πολύ ήγάπησεν ο Θεός τον κόσμον των ανθρώπων, που έζη εις την αμαρτίαν, ώστε παρέδωκεν εις θάνατον, τον μονάκριβον Υιόν Του, δια να μη χαθή εις αιώνιον θάνατον, καθένας που πιστεύει εις αυτόν αλλά να έχη ζωήν αιώνιον, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής).
Το απ’ αιώνος κεκρυμμένον μυστήριον της απείρου αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπον απεκαλύφθη εις ημάς, αγαπητοί μου αδελφοί, εν τω προσώπω του σαρκωθέντος Θεού Λόγου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δια της αειπαρθένου Μαρίας, η οποία εγένετο συνεργός του θείου τούτου μυστηρίου. Δια τούτο η αγία ημών Εκκλησία εξόχως και πρεπόντως τιμά το πρόσωπον της Παναγίας κατά το στάδιον της ευλογημένης νηστείας της Αγίας Τεσσαρακοστής.
Το ιδίωμα αλλά και μοναδικόν προνόμιον που προσέλαβε ποτέ γυναίκα εις την παγκόσμιον ιστορίαν είναι η προσωνυμία της Παρθένου Μαρίας, Θεοτόκος. Θεοτόκον και ουχί Χριστοτόκον ωνόμασε και θεολογικώς απέδειξεν ότι ανεδείχθη δια του Αγίου Πνεύματος η Παρθένος Μαρία ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «οι δε Θεοτόκον ονομάζουσι την Αγίαν Παρθένον ένα τε είναι φασιν Υιόν και Χριστόν και Κύριον τέλειον εν θεότητι, τέλειον εν ανθρωπότητι».
Εξ άλλου η πλέον σημαντική και περιεκτική ονομασία εις την Παρθένον Μαρία είναι ακριβώς η της Θεοτόκου, δηλονότι της Μητρός του Θεού. Με αυτήν την ονομασίαν απευθύνεται ο υμνωδός της Εκκλησίας ικετευτικώς υπέρ ημών εις την Παναγίαν: «τους σους υμνολόγους Θεοτόκε, η ζώσα και άφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον…». Και τούτο διότι κατά τον Άγιον Ιωάννην τον Δαμασκηνόν, «Τούτο το όνομα άπαν το μυστήριον της οικονομίας συνίστησι. Ει γαρ Θεοτόκος η γεννήσασα, πάντως Θεός ο εξ αυτής γεννηθείς, πάντως δε και άνθρωπος. Πως γαρ αν εκ γυναικός γεννηθείη Θεός ο προ αιώνων έχων την ύπαρξιν, ει μη άνθρωπος γέγονεν; Ο γαρ υιός ανθρώπου άνθρωπος δηλονότι. Ει δε αυτός ο γεννηθείς εκ γυναικός Θεός εστιν, εις εστι δηλονότι ο εκ Θεού Πατρός γεννηθείς εκ γυναικός Θεός εστιν, εις εστι δηλονότι ο εκ Θεού Πατρός γεννηθείς κατά την θείαν και άναρχον ουσίαν και επ’ εσχάτων των χρόνων εκ της Παρθένου τεχθείς κατά την ηργμένην και υπό χρόνον ουσίαν ήτοι την ανθρωπίνην.
Με άλλα λόγια, αυτό το όνομα συνθέτει ολόκληρον το μυστήριον της οικονομίας. Αν λοιπόν αυτή που γέννησε είναι Θεοτόκος, οπωσδήπoτε είναι Θεός και Αυτός που γεννήθηκε απ’ αυτήν οπωσδήποτε και άνθρωπος. Γιατί πως θα μπορούσε να γεννηθή από γυναίκα Θεός, που έχει την ύπαρξιν πριν από τους αιώνες, αν δεν έγινε άνθρωπος; Αν πάλι αυτός, που γεννήθηκε από γυναίκα είναι Θεός, ένας είναι βέβαια και αυτός που γεννήθηκε από τον Θεόν Πατέρα κατά την θείαν και άναρχον ουσίαν και τελευταία από την Παρθένον κατά την ουσίαν, που έχει αρχήν και είναι υπό χρόνον, δηλαδή την ανθρωπίνην.
Και είναι περιεκτική η ονομασία Θεοτόκος, διότι εις το πρόσωπον της Παρθένου Μαρίας επληρώθη τα υπό του μεγαλοφωνωτάτου Προφήτου Ησαΐου λεχθέντα: «Δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον∙ ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ», (Ησ. 7, 14) Και… «ότι παιδίον εγεννήθη ημίν υιός και εδόθη ημίν… και καλείται το όνομα αυτού μεγάλης βουλής άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος», (Ησ. 9,6).
Η Θεοτόκος και αειπάρθενος Μαρία, με άλλα λόγια, αγαπητοί μου, καθίσταται το δοχείον του Αγίου Πνεύματος κατά τον ευαγγελιστήν Λουκάν: «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι. Διο και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού», (Λουκ. 1, 35). Ο δε Υιός του Θεού δηλονότι «ο μεγάλης βουλής Άγγελος» εκ του και δια του δοχείου του Αγίου Πνεύματος την Παρθένον Μαρίαν σωματούμενος γίνεται και Υιός του ανθρώπου, «ο Εμμανουήλ».
Να λοιπόν διατί η Παρθένος Μαρία αποκαλείται Θεοτόκος αλλά και κλίμαξ (σκάλα) επουράνιος, δι’ής κατέβη ο Θεός επί γης, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος (Φιλιπ. Ζ’, 7-8).
Γέφυρα δε μετάγουσα (μεταφέρουσα) τους εκ γης (τους ανθρώπους) προς ουρανόν εις την δόξαν της βοασιλείας των ουρανών, εις την δόξαν εις την οποίαν συμμετέχει, δηλαδή την δόξαν του Υιού και Θεού αυτής «και εν τη θεία δόξη σου στεφάνων δόξης αξίωσον τους υμνούντας σε Θεοτόκε», λέγει ο υμνωδός.
Η Παρθένος Μαρία, Αγαπητοί μου αδελφοί, ως η φυσική, αλλά και πνευματική κλίμαξ και γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου, ουρανίου και επιγείου κόσμου, αποτελεί το αυθεντικόν πρότυπον της κοινής ανθρωπίνης ημών φύσεως, της αξιωθείσης δια της χάριτος του Αγίου Πνεύματος της κοινωνίας της θείας δόξης.
Η δε θεία δόξα δεν είναι άλλο τι από την ελευθερίαν της δουλείας του σκότους του αιώνος τούτου, δηλαδή του θανάτου της αμαρτάς δια της αναστάσεως του Χριστού.
Η Παναγία Θεοτόκος μετέχουσα εις την δόξαν του Υιού και Θεού αυτής, μετέχει κάι της αναστάσεως αυτού. Δια τούτο λοιπόν η Αγία ημών Εκκλησία δια των θεοπνεύστων υμνωδών αυτής απευθύνεται στην Παναγία ζητούσα την μεσιτείαν και την πρεσβείαν αυτής εις τον Υιόν της, ίνα καταστήση και ημάς δια του καιρού της Αγίας νηστείας και μετανοίας της μεγάλης Τεσσαρακοστής αξίους της κοινωνίας της αναστάσεως και της δόξης του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Αμήν». (και αραβιστί ως έπεται, βλ. ηλεκτρονικόν σύνδεσμον: http://www.jp-newsgate.net/ar/2011/03/18/419/)
Μετά τήν λήξιν της ἀκολουθίας ο Μακαριώτατος ἐπεσκέφθη τό «Νάντι» – Λέσχην των Ὀρθοδόξων, εἰς τήν ὁποίαν ήκουσε παρά των Ἱερέων, των Ἐπιτρόπων του Προέδρου, του «Νάντι», της Νεολαίας καί άλλων προβλήματα αὐτών καί ἐπρότεινε λύσεις εἰς αὐτά.