Σάββατο 16 Απριλίου 2011

Ίνα ίδωσιν τον Λάζαρον

Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Μετά την ανάσταση του Λαζάρου ο Χριστός θα πορευθεί στην Ιερουσαλήμ. Πριν όμως ξεκινήσει, θα φιλοξενηθεί στη Βηθανία, στο σπίτι του Λαζάρου. (Ιωάν. 12, 18) Εκεί η Μαρία, η αδελφή του φίλου του Χριστού, θα αλείψει τα πόδια Του με μύρο και θα σκανδαλίσει τον Ιούδα, ο οποίος θεώρησε μεγάλη την σπατάλη του μύρου για τα πόδια του διδασκάλου Του. Θα προτιμούσε να είχε δοθεί στους φτωχούς. Ήταν όμως καταχραστής των χρημάτων του κοινού ταμείου και ο Χριστός του ζήτησε να μην κρίνει την Μαρία για την πράξη της ευγνωμοσύνης προς το Χριστό, ο οποίος ανέστησε τον αδελφό της. «Πάντοτε θα έχετε τους φτωχούς μαζί σας. Εμένα όμως δεν θα με έχετε πάντοτε». Πλήθος ανθρώπων μαζεύτηκε στη Βηθανία για να δει το Χριστό, αλλά μαζί Του να δει και τον Λάζαρο. Το θαύμα προκαλεί θόρυβο. Κάνει τους ανθρώπους να θέλουν να μάθουν λεπτομέρειες. Οι πρωταγωνιστές τους γίνονται θέαμα για τους πολλούς. Και η νοοτροπία του θεάματος θα συνεχιστεί με την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, όπου θα μαζευτεί πλήθος κόσμου για να δει Αυτόν που ανέστησε τον Λάζαρο και που Τον θεωρούσαν ως τον Βασιλιά του Ισραήλ. Εκείνον που πίστευαν ότι θα τους αποκαθιστούσε εθνικά και θα τους έδινε την προτέρα δόξα τους. Και γι’ αυτό Τον υποδέχτηκαν με τα βαΐα των φοινίκων, όπως υποδέχονταν τους βασιλείς.
Και στα χρόνια του Χριστού, αλλά και κατά τη διάρκεια της πορείας του κόσμου, η ζωή γίνεται θέαμα κι ο άνθρωπος θεατής. Αρέσκεται να παραμένει στην κερκίδα. Να παρατηρεί τα έργα των άλλων, χωρίς να λαμβάνει μέρος σ’ αυτά. Να σχολιάζει, να συζητά, αλλά να μην συμμετέχει στην ουσία τους. Κι αυτό διότι η συμμετοχή απαιτεί θυσία. Ρίσκο. Να αναλάβει την ευθύνη ο άνθρωπος να προβληματιστεί, να αποδεχθεί το βαθύτερο νόημα των πραγμάτων. Να αλλάξει τη ζωή του. Οι Ιουδαίοι είδαν το θαύμα της ανάστασης του Λαζάρου. Ως θεατές όμως δεν προσέγγισαν αληθινά το Χριστό. Δεν διέγνωσαν την ουσία της αποστολής Του που ήταν να νικήσει τον θάνατο και να φανερώσει την κοινή ανάσταση. Παρέμειναν προσκολλημένοι στην εθνική τους επιθυμία να βρούνε έναν Μεσσία που θα τους αποκαθιστούσε την ελευθερία με το λόγο, την ορμή και την προσωπικότητά του, χωρίς να πολυκοπιάσουν οι ίδιοι. Σα να μπορεί να αλλάξει ο κόσμος χωρίς αγώνα.
Αυτή η νοοτροπία παραμένει μέχρι και σήμερα. Ίσως, μάλιστα, σήμερα ολόκληρη η ζωή μας να έχει γίνει ένα θέαμα, μία εικονική πραγματικότητα, όπου άλλοι αποφασίζουν κι εμείς αποδεχόμαστε παθητικά. Άλλοι διασκεδάζουν και αυτοπροβάλλονται ως πρότυπα κι εμείς περνούμε τον καιρό μας βλέποντάς τους και στηρίζοντάς τους οικονομικά, ως καταναλωτές του εικονικού κόσμου, των προϊόντων του, χωρίς να κρίνουμε τι ωφελεί αληθινά και τι όχι. Σ’ αυτή την μετατροπή της κοινωνίας σε εικόνα, άλλοτε, διαμαρτυρόμαστε, τοποθετούμαστε διαφορετικά, δείχνουμε ότι απορρίπτουμε, αλλά ελάχιστοι αναλαμβάνουμε τον κόπο να παλέψουμε να αλλάξει ο κόσμος μας. Δεν πιστεύουμε άλλωστε ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει. Έτσι, γινόμαστε θεατές του και απολαμβάνουμε ό,τι μας δίδει, χωρίς να κοπιάσουμε να το ερευνήσουμε και να παλέψουμε στη ζωή μας αληθινά να απορρίψουμε ό,τι δεν μας αναπαύει.
Ιδίως στην θρησκευτική ζωή αυτή η παθητικότητα, αυτή η επιλογή του να είμαστε θεατές, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ζητούμε θαύματα. Ζητούμε από το Θεό να μας ακούσει. Ζητούμε από τους άλλους να είναι καλοί και σωστοί, ιδίως από τους επισκόπους, τους ιερείς και τους μοναχούς, για να έχουμε το καλό παράδειγμα. Καταναλώνουμε ατέλειωτες ώρες κηρυγμάτων, τα οποία μας προτρέπουν να είμαστε καλοί και ενάρετοι άνθρωποι, να πιστεύουμε, να δείχνουμε καλή συμπεριφορά, να προσκολλώμαστε στη ζωή της Εκκλησίας και στα πρόσωπα των πνευματικών μας πατέρων γιατί εκείνοι γνωρίζουν το πώς θα σωθούμε και μετατρέπουμε την θρησκευτική μας ζωή σε θέαμα.
Έρχεται όμως ένας άλλος λόγος του Χριστού, ιδιαίτερα σκληρός, για να μας προσγειώσει στην πραγματικότητα: « ουκ έρχεται μετά παρατηρήσεως η Βασιλεία των ουρανών» (Λουκ. 17, 20), αλλά «βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11, 12). Δεν έχει νόημα να βλέπεις πού είναι η Εκκλησία και η Βασιλεία του Θεού, χωρίς να αγωνίζεσαι να την κατακτήσεις με τον κόπο σου και την εκζήτηση της σχέσης με το Χριστό. Δεν έχει νόημα να ζητωκραυγάζεις για τον Κύριο που εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα και να κρατάς τα βαΐα των φοινίκων ψηλά, όταν δεν μπορείς να διακρίνεις ποια είναι η αποστολή Του και πώς μπορείς να την οικειωθείς. Δεν έχει νόημα να βλέπεις τον αναστημένο Λάζαρο, αν εσύ δεν αγωνιστείς να οικειωθείς την ανάσταση από αυτόν τον κόσμο, μέσα από την αγάπη, την απλότητα, την ταπεινότητα, την σκέψη του Θεού.
Καθώς ξεκινά και πάλι η Μεγάλη Εβδομάδα ας αναρωτηθούμε τελικά, τουλάχιστον για την πνευματική μας πορεία, αν όχι και για την σύνολη ζωή μας, κατά πόσον θα επιλέξουμε να παραμείνουμε θεατές, καταναλωτές, παθητικοί αποδέκτες των μηνυμάτων του Χριστού και της Εκκλησίας, με κίνδυνο να περιμένουμε την επόμενη χρονιά, οπότε και πάλι για το καλό θα συνεχίσουμε αυτήν την πορεία, ή αν θα διαλέξουμε να ριψοκινδυνεύσουμε σχοινοβατώντας ανάμεσα στην απόρριψη των ανθρώπων γιατί αγωνιζόμαστε να αγαπήσουμε το Χριστό, γιατί θέλουμε να δώσουμε αίμα και να λάβουμε πνεύμα, γιατί ζητούμε την δική μας ανάσταση μετανοίας, αγάπης και αληθινής ελευθερίας, και στην εμπιστοσύνη στο Πρόσωπο του Κυρίου μας που ενίοτε μας αφήνει να νομίζουμε ότι είμαστε μόνοι στο σταυρό που σηκώνουμε, αν και πάντοτε Εκείνος γίνεται ο Κυρηναίος μας. Αλλά κι αν δεν μπορούμε να παλέψουμε, τουλάχιστον ας συναισθανθούμε την αδυναμία μας τελωνικά και ας αποτάξουμε την υποκρισία του Ιούδα, που έκρινε και απέρριπτε την αγάπη για τη δική του αυτοδικαίωση. Καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω.

themistoklismourtzanos.blogspot.com
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...