Εν όψη της μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου πραγματοποιήθηκε ομιλία υπό του Ποντίου, αποστράτου αξιωματικού του Ελληνικού στρατού, κ. Σάββα Καλεντερίδη στη Χριστιανική Εστία Λαμίας. Μία ομιλία η οποία συγκίνησε τόσο για τα μαρτύρια που υπέστησαν οι αδελφοί μας Πόντιοι, όσο και για την ακράδαντη πίστη των. Παραθέτουμε μικρή περίληψη για να λάβουν γνώση του θέματος και οι αναγνώστες της ιστοσελίδας μας.
Το σχέδιο
Χαράζει η ανατολή του 20ού αιώνα και οι λαοί της Βαλκανικής οραματίζονται ένα ελπιδοφόρο μέλλον χωρίς τον Οθωμανό δυνάστη πάνω από τις κεφαλές τους.
Την ίδια περίοδο, οι Νεότουρκοι αρχίζουν να σχεδιάζουν ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Τη δημιουργία μιας νέας Τουρκίας στα εδάφη της Ανατολής, ‘αποκαθαρμένης’ από τους χριστιανικούς και τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς,
Το σχέδιο συζητείται στα μυστικά συνέδρια των Νεοτούρκων που διεξάγονται στη Θεσσαλονίκη το 1908, 1909 1910 και 1911 και προβλέπει την απομάκρυνση του χριστιανικού πληθυσμού από τα εδάφη της Μικράς Ασίας ακόμα και με τη χρήση βίας, για να δημιουργηθεί εκεί το νέο τουρκικό κράτος.
Στο τελευταίο συνέδριό τους, αυτό του 1911, οι Νεότουρκοι λαμβάνουν την εξής απόφαση:
“Η Τουρκία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα, όπου η μωαμεθανική θρησκεία και οι μωαμεθανικές αντιλήψεις θα κυριαρχούν και κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα θα καταπνίγεται… Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η πλήρης οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την πειθώ. Άρα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένοπλη βία… Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί. Κάθε μορφή αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης θα θεωρείται προδοσία προς την τουρκική αυτοκρατορία.”
Σε μυστική σύσκεψη των Νεοτούρκων υπό την προεδρία του Ταλαάτ Πασά, ο δρ. Σακίρ Μπεχαεντίν αναφέρει τα εξής:
“Τα έθνη που απέμειναν από παλιά στην Αυτοκρατορία μας, μοιάζουν με ξένα και βλαβερά χόρτα που πρέπει να ξεριζωθούν. Να ξεκαθαρίσουμε τη γη μας. Αυτός άλλωστε είναι και ο σκοπός της επανάστασής μας.”
Στην ίδια σύσκεψη ο δρ. Ναζίμ λέει:
“…Θέλω να ζήσει ο Τούρκος. Και θέλω να ζήσει μόνο σ αυτά τα εδάφη και να είναι ανεξάρτητος. Εκτός των Τούρκων όλα τα άλλα στοιχεία να εξοντωθούν, άσχετα σε ποια θρησκεία ή πίστη ανήκουν. Αυτή η χώρα πρέπει να καθαρίσει από τα ξένα στοιχεία. Οι Τούρκοι πρέπει να κάνουν την εκκαθάριση.”
Η εφαρμογή του Σχεδίου
Το σχέδιο τίθεται σε εφαρμογή το 1914, με το Μεγάλο Διωγμό, οπότε -υποτίθεται για ‘λόγους ασφαλείας’- εκτοπίζονται και χάνουν τη ζωή τους πολλές δεκάδες χιλιάδες Έλληνες της Θράκης και των παραλίων.
Ακολουθεί η Γενοκτονία 1,5 εκατομμυρίου Αρμενίων, το 1915, και το έγκλημα ολοκληρώνεται στη συνέχεια και μέχρι το 1923, με τη Γενοκτονία από 353 χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου και περισσότερο από ενός εκατομμυρίου Ελλήνων της Θράκης και της Μικράς Ασίας.
Μερικές από τις μαρτυρίες ξένων διπλωματών
Σε έγγραφο του Αυστριακού υπουργού εξωτερικών για τους διωγμούς των Ελλήνων, που απευθύνεται προς τον ομόλογό του στο Βερολίνο, αναφέρονται τα εξής:
“Η πολιτική των Τούρκων είναι μέσω μιας γενικευμένης καταδίωξης του ελληνικού στοιχείου, να εξοντώσει τους Έλληνες ως εχθρούς του Κράτους, όπως πριν τους Αρμένιους.
Οι Τούρκοι εφαρμόζουν τακτική εκτόπισης των πληθυσμών, δίχως διάκριση και δυνατότητα επιβίωσης, απ’ τις ακτές στο εσωτερικό της χώρας, ώστε οι εκτοπιζόμενοι να είναι εκτεθειμένοι στην αθλιότητα και τον θάνατο από πείνα.
Τα εγκαταλειπόμενα σπίτια των εξοριζομένων λεηλατούνται από τα τούρκικα τάγματα τιμωρίας ή καίονται και καταστρέφονται.
Και όλα τα άλλα μέτρα τα οποία εις τους διωγμούς των Αρμενίων ευρίσκοντο εις ημερησίαν διάταξιν, επαναλαμβάνονται τώρα εναντίον των Ελλήνων.”
Ο μαρκήσιος Παλαβιτσίνι γράφει τον Ιανουάριο του 1918:
“Είναι σαφές ότι οι εκτοπισμοί του ελληνικού στοιχείου δεν υπαγορεύονται ουδαμώς από στρατιωτικούς λόγους και επιδιώκουν κακώς εννοουμένως πολιτικούς σκοπούς.”
Την ίδια περίοδο ο Αυστριακός πρόξενος της μαρτυρικής Αμισού, Κβιατόφσκι, αναφέρει στους προϊσταμένους του τα εξής:
“Όπως επανειλημμένως ετόνισα, θεωρώ τον εκτοπισμόν των Ελλήνων της ποντιακής παραλίας εν τω πλαισίω της εκτελέσεως του προγράμματος των Νεοτούρκων, το οποίον επιδιώκει την εξασθένησιν του Χριστιανικού στοιχείου ως μίαν καταστροφήν μεγίστης απηχήσεως, ήτις θα έχη εις την Ευρώπην ζωηρότερον αντίκτυπον από τας αγριότητας εναντίον των Αρμενίων”.
Το 1921 ο Βρετανός Αρμοστής της Κωνσταντινούπολης, ενημερώνει εγγράφως τον Υπουργό Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας:
“Οι Τούρκοι φαίνεται ότι δρουν βάσει προμελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων…
Όλοι οι άνδρες ηλικίας άνω των 15 ετών της περιφερείας Τραπεζούντος και της ενδοχώρας εκτοπίστηκαν στα τάγματα εργασίας του Ερζερούμ, Καρς και Σαρήκαμις.”
Δικαστήρια Ανεξαρτησίας Αμάσειας
Βρισκόμαστε στο 1921.
Το νεόκοπο κεμαλικό καθεστώς, για να ολοκληρώσει το έγκλημα, σχεδιάζει την εξολόθρευση της οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας του Ελληνισμού του Πόντου.
Στα πλαίσια του σχεδιασμού αυτού, ιδρύει τα περιβόητα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας, στα οποία οδηγούνται όλα τα ηγετικά στελέχη των Ελλήνων του Πόντου.
Έτσι η Αμάσεια από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1921 γίνεται τόπος εγκλεισμού και θανάτου.
Για πέντε μήνες το τρελοκομείο της πόλης μετατρέπεται σε φυλακή.
Πολλοί από τους συλληφθέντες πεθαίνουν κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού.
Όπως μας πληροφορεί ο εκ Πόντου διανοούμενος και συγγραφέας Γεώργιος Κανδηλάπτης:
«Το δικαστήριο στήνεται με πρόφαση την καταδίωξη των δημιουργών του Ποντιακού ζητήματος, αλλά ουσιαστικά με σκοπό την καταστροφή του άνθους των ομογενών του Πόντου, δηλαδή των εμπόρων, δικηγόρων, γιατρών, φαρμακοποιών, δασκάλων, ιερέων, δημοσιογράφων».
Μαρτυρίες μελοθανάτων
Επιστολή μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας
Κυριακή, 7 Σεπτεμβρίου 1921
Γλυκυτάτη μου Κλειώ
Σήμερον ετελέσθη εν τη φυλακή λειτουργία και εκοινωνήσαμε όλοι, περί τους 100 από διάφορα μέρη.
Έχει αποφασισθεί ο δια της κρεμάλας θάνατος.
Αύριον θα πηγαίνουν οι 60, μεταξύ αυτών οι 5 Τραπεζούντιοι και θα γίνει ο δι' αγχόνης θάνατος.
Την Τρίτην δεν θα είμεθα εν ζωή, ο Θεός να μας αξιώσει τους ουρανούς και σε σας να δώσει ευλογίαν και υπομονήν και άλλο κακόν να μη δοκιμάσητε.
Όταν θα μάθετε το λυπηρόν γεγονός να μη χαλάσετε τον κόσμον, να έχετε υπομονή.
Τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν.
Ας σε βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρεις εσύ.
Ο αγαπητός μου Θεόδωρος ας αναλαμβάνει πατρικά καθήκοντα και να μην αδικήσει κανένα από τα παιδιά.
Τον Γέργον να φροντίσει να τελειώσει το σχολείον και να γίνει καλός πολίτης.
Τον Γιάννην ας τον έχει μαζί του στη δουλειά.
Από τα μικρά, τον Παναγιώτη να στείλεις στο σχολείο, την Βαλεντίνην να την μάθης ραπτικήν.
Την Φωφών να μη χωρίζεσαι ενόσω ζεις.
Εις τον Στάθιον τας ευχάς μου και την υποχρέωσιν όπως χωρίς αμοιβήν διεκπεραιώσει όλας τα οικογενειακάς μου υποθέσεις που θα του αναθέσητε.
Ο παπα Συμεών ας με μνημονεύσει ενόσω ζη.
Να δώσης 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μέριμναν, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον.
Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδελφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι.
Αντίο βαίνω προς τον πατέρα και συγχωρήσατέ μου
ο υμέτερος
Αλ. Γ. Ακριτίδης
Επιστολή Γεωργίου Κακουλίδη προς τη σύζυγό του Κυριακή
Γράφτηκε στη φυλακή της Αμάσειας, μια ημέρα πριν τον απαγχονισμό του
Αγαπητή μου Κυριακή:
Πλησιάζει το τέλος μας, ο θάνατος περιίπταται των κεφαλών μας.
Χθες ενενήκοντα πέντε Αμισηνοί και Παφραίοι κατεδικάσθησαν εις θάνατον δι' αγχόνης, εκ των οποίων οι περισσότεροι ήσαν το άνθος των άνω πόλεων, επιστήμονες, έμποροι, τραπεζίται, τυχόντες πάσης ηλικίας - ώστε και εις ημάς το ίδιον θα συμβή.
Μήπως είμεθα ένοχοι;
Το μόνο που εκάμαμεν ήτο ότι εβοηθούμεν τα ορφανά και τους πτωχούς πρόσφυγας και εφροντίζαμεν όπως επανέλθουν εις τας εστίας των.
Όταν λάβης αυτήν την επιστολήν μου, γλυκειά μου Κυριακή και γλυκύτατά μου τέκνα, δεν θα υπάρχω πλέον, δεν θα επανίδω πλέον την γλυκείαν σου μορφήν και των τέκνων μας.
Αγαπητή μου, εις τον βίον μου υπέφερα, υπέφερες και συ - την στιγμήν, καθ' ην θα αναπαυόμεθα, φευ! αποχωριζόμεθα.
Χαίρετε, αγαπητή μου, και υγιαίνετε, φρόντισε δια την υγείαν σου, δια να μπορείς ν' αναθρέψης, όπως πρέπει, τα τέκνα μας, να γίνουν καλοί πολίτες.
Όπως σου έγραφα, εάν ενθυμείσαι, εάν αποθάνω, θα γίνης εσύ άνδρας, να μπορής να φέρης το βάρος το οποίον σου αφήνω.
Φίλησε την θυγατέραν μου Δέσποινα, τους υιούς μου Χάρην, Θεοδωράκην, Βάσον, Παναγιώτην, Κωστάκην και Λευτεράκην.
Ο δυστυχής εγώ δεν θα σας επανίδω εις τον κόσμον τον επίγειον, αλλά εκ του ουρανίου κόσμου, όπου θα ευρίσκωμαι, θα σας επιβλέπω ευτυχής.
Φιλώ τους αδελφούς μου Νικόλαον, Ηλίαν, τας αδελφάς μου Ευανθίαν και Κυριακήν, τους γαμβρούς μου Γιάγκον και Σωκράτην.
Επίσης τους αδελφούς σου Νικολάκην, Παναγήν και Αντώνην και πάντας τους συγγενείς και φίλους
Σας φιλώ με άπειρα φιλήματα. Υγιαίνετε! Γεώργιος Κακουλίδης»
Επιστολή μελλοθάνατου Ματθαίου Κωφίδη, βουλευτής Τραπεζούντας
15 Σεπτεμβρίου 1921
Φυλακαί Τιμαρχανέ – Αμασείας
Φιλτάτη Ουρανία
Χθες ημέραν της Σταυροπροσκυνήσεως επαρουσιάσθην εις το δικαστήριον Ιστικλάλ, καμίαν ελπίδα δεν έχω πλέον.
Σήμερον θα δοθή η απόφασις η οποία βεβαίως θα είναι καταδικαστική.
Σας αφίνω υγείαν και εις την προστασίαν του Παναγάθου, περιττά τα πολλά λόγια.
Θάρρος και εγκαρτέρησις και ελπίς επί Κύριον, δια να ημπορέσης το κατά δύναμιν να σηκώσης το βαρύ φορτίον σου.
Σας γλυκοφιλώ όλους
Ο Ματθαίος σου
Υ.Γ. Εις τα φίλτατα την ευχήν μου, καλήν πρόοδον και καλήν διαγωγήν όπως η ψυχή μου και μακρόθεν αγάλλεται.
Επιστολή Αντωνίου Τζινόγλου
Διευθυντού του ΓραφείουΠροσφύγων εν Αμισώ
Φυλακές Αμάσειας
Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 1921
Σεβαστοί μου γονείς, προσφιλής μου σύζυγος, τέκνα μου αγαπητά, λοιποί συγγενείς και φίλοι.
Κατεδικάσθην αθώος ων εις θάνατον, ήτο θέλημα Θεού, διά τούτο και εγώ δεν λυπούμαι, και σεις μη λυπηθήτε.
Έχω πίστιν, ότι θα συναντηθούμε εις την άλλην ζωήν.
Σας στέλλω τον χαιρετισμό και την αγάπη μου. Εν όσω ζείτε να με μνημονεύετε.
Αντιόπη, ο θεός δε με ηξίωσε να γηροκομήσω τους γονείς μας, το έργον τούτο το αφήνω μόνον εις σε.
Δια σε και δια τα τέκνα μας είμαι βέβαιος ότι θα φροντίσει ο καλός Θεός. Να μη λυπηθής και αγανακτήσεις εναντίον του θελήματος του Θεού.
Εάν επιζήσετε της καταιγίδος αυτής, να πάτε στους γονείς μας κοντά και να γράψεις δε και στον Φώτιον και τον Χρύσανθον την παράκλησίν μου, όπως λάβουσιν υπό την μέριμνάν των την Ιουλίαν και την Χρυσάνθην.
Τη βεργέτα και το ωρολόγι μου παρέδωσα εις τον κ. Π. Βαλιούλην να σε φέρει.
Τα ρούχα μου θα διαμοιρασθούν εδώ.
Πήρα την τελευταία σου επιστολήν και είμαι ήσυχος εν τη φυλακή.
Εξομολογήθην, εγένετο λειτουργία και εκοινώνησα. Θα αποθάνω ήσυχος και ατάραχος.
Επιθυμώ να μη κλαύσητε πολύ.
Ο Θεός μαζί σας
Σας φιλώ όλους εκ ψυχής
Ο ιδικός σας
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΤΖΙΝΟΓΛΟΥ
Επίλογος
H ομιλία αυτή ήταν αφιερωμένη στα θύματα της Γενοκτονίας που διέπραξαν οι Τούρκοι από το 1914 μέχρι το 1923 εναντίον των Ελλήνων, των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των λοιπών μη μουσουλμανικών πληθυσμών της Ανατολής.
Επικεντρώθηκε στη Γενοκτονία του Ελληνισμού του Πόντου και στην περίπτωση των μελοθανάτων, που απέστειλαν επιστολές στους οικείους τους, λίγες ημέρες πριν οδηγηθούν στην αγχόνη, μετά από μια δίκη παρωδία στα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας της μαρτυρικής Αμάσειας, το 1921.
Η ομιλία και οι εκδηλώσεις μνήμης που γίντονται για τη Γενοκτονία, δεν στοχεύουν στην αναμόχλευση και τη διαιώνιση του μίσους.
Είναι μια πράξη ανάχωμα σε πολιτικές που οδηγούν σε νέες γενοκτονίες.
Είναι μια πράξη δικαίωσης των αδικοχαμένων νεκρών και λύτρωσης των λαών της περιοχής.
Είναι μια πράξη ευθύνης για τις γενιές που θάρθουν.
Το σχέδιο
Χαράζει η ανατολή του 20ού αιώνα και οι λαοί της Βαλκανικής οραματίζονται ένα ελπιδοφόρο μέλλον χωρίς τον Οθωμανό δυνάστη πάνω από τις κεφαλές τους.
Την ίδια περίοδο, οι Νεότουρκοι αρχίζουν να σχεδιάζουν ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Τη δημιουργία μιας νέας Τουρκίας στα εδάφη της Ανατολής, ‘αποκαθαρμένης’ από τους χριστιανικούς και τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς,
Το σχέδιο συζητείται στα μυστικά συνέδρια των Νεοτούρκων που διεξάγονται στη Θεσσαλονίκη το 1908, 1909 1910 και 1911 και προβλέπει την απομάκρυνση του χριστιανικού πληθυσμού από τα εδάφη της Μικράς Ασίας ακόμα και με τη χρήση βίας, για να δημιουργηθεί εκεί το νέο τουρκικό κράτος.
Στο τελευταίο συνέδριό τους, αυτό του 1911, οι Νεότουρκοι λαμβάνουν την εξής απόφαση:
“Η Τουρκία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα, όπου η μωαμεθανική θρησκεία και οι μωαμεθανικές αντιλήψεις θα κυριαρχούν και κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα θα καταπνίγεται… Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η πλήρης οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την πειθώ. Άρα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένοπλη βία… Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί. Κάθε μορφή αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης θα θεωρείται προδοσία προς την τουρκική αυτοκρατορία.”
Σε μυστική σύσκεψη των Νεοτούρκων υπό την προεδρία του Ταλαάτ Πασά, ο δρ. Σακίρ Μπεχαεντίν αναφέρει τα εξής:
“Τα έθνη που απέμειναν από παλιά στην Αυτοκρατορία μας, μοιάζουν με ξένα και βλαβερά χόρτα που πρέπει να ξεριζωθούν. Να ξεκαθαρίσουμε τη γη μας. Αυτός άλλωστε είναι και ο σκοπός της επανάστασής μας.”
Στην ίδια σύσκεψη ο δρ. Ναζίμ λέει:
“…Θέλω να ζήσει ο Τούρκος. Και θέλω να ζήσει μόνο σ αυτά τα εδάφη και να είναι ανεξάρτητος. Εκτός των Τούρκων όλα τα άλλα στοιχεία να εξοντωθούν, άσχετα σε ποια θρησκεία ή πίστη ανήκουν. Αυτή η χώρα πρέπει να καθαρίσει από τα ξένα στοιχεία. Οι Τούρκοι πρέπει να κάνουν την εκκαθάριση.”
Η εφαρμογή του Σχεδίου
Το σχέδιο τίθεται σε εφαρμογή το 1914, με το Μεγάλο Διωγμό, οπότε -υποτίθεται για ‘λόγους ασφαλείας’- εκτοπίζονται και χάνουν τη ζωή τους πολλές δεκάδες χιλιάδες Έλληνες της Θράκης και των παραλίων.
Ακολουθεί η Γενοκτονία 1,5 εκατομμυρίου Αρμενίων, το 1915, και το έγκλημα ολοκληρώνεται στη συνέχεια και μέχρι το 1923, με τη Γενοκτονία από 353 χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου και περισσότερο από ενός εκατομμυρίου Ελλήνων της Θράκης και της Μικράς Ασίας.
Μερικές από τις μαρτυρίες ξένων διπλωματών
Σε έγγραφο του Αυστριακού υπουργού εξωτερικών για τους διωγμούς των Ελλήνων, που απευθύνεται προς τον ομόλογό του στο Βερολίνο, αναφέρονται τα εξής:
“Η πολιτική των Τούρκων είναι μέσω μιας γενικευμένης καταδίωξης του ελληνικού στοιχείου, να εξοντώσει τους Έλληνες ως εχθρούς του Κράτους, όπως πριν τους Αρμένιους.
Οι Τούρκοι εφαρμόζουν τακτική εκτόπισης των πληθυσμών, δίχως διάκριση και δυνατότητα επιβίωσης, απ’ τις ακτές στο εσωτερικό της χώρας, ώστε οι εκτοπιζόμενοι να είναι εκτεθειμένοι στην αθλιότητα και τον θάνατο από πείνα.
Τα εγκαταλειπόμενα σπίτια των εξοριζομένων λεηλατούνται από τα τούρκικα τάγματα τιμωρίας ή καίονται και καταστρέφονται.
Και όλα τα άλλα μέτρα τα οποία εις τους διωγμούς των Αρμενίων ευρίσκοντο εις ημερησίαν διάταξιν, επαναλαμβάνονται τώρα εναντίον των Ελλήνων.”
Ο μαρκήσιος Παλαβιτσίνι γράφει τον Ιανουάριο του 1918:
“Είναι σαφές ότι οι εκτοπισμοί του ελληνικού στοιχείου δεν υπαγορεύονται ουδαμώς από στρατιωτικούς λόγους και επιδιώκουν κακώς εννοουμένως πολιτικούς σκοπούς.”
Την ίδια περίοδο ο Αυστριακός πρόξενος της μαρτυρικής Αμισού, Κβιατόφσκι, αναφέρει στους προϊσταμένους του τα εξής:
“Όπως επανειλημμένως ετόνισα, θεωρώ τον εκτοπισμόν των Ελλήνων της ποντιακής παραλίας εν τω πλαισίω της εκτελέσεως του προγράμματος των Νεοτούρκων, το οποίον επιδιώκει την εξασθένησιν του Χριστιανικού στοιχείου ως μίαν καταστροφήν μεγίστης απηχήσεως, ήτις θα έχη εις την Ευρώπην ζωηρότερον αντίκτυπον από τας αγριότητας εναντίον των Αρμενίων”.
Το 1921 ο Βρετανός Αρμοστής της Κωνσταντινούπολης, ενημερώνει εγγράφως τον Υπουργό Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας:
“Οι Τούρκοι φαίνεται ότι δρουν βάσει προμελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων…
Όλοι οι άνδρες ηλικίας άνω των 15 ετών της περιφερείας Τραπεζούντος και της ενδοχώρας εκτοπίστηκαν στα τάγματα εργασίας του Ερζερούμ, Καρς και Σαρήκαμις.”
Δικαστήρια Ανεξαρτησίας Αμάσειας
Βρισκόμαστε στο 1921.
Το νεόκοπο κεμαλικό καθεστώς, για να ολοκληρώσει το έγκλημα, σχεδιάζει την εξολόθρευση της οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας του Ελληνισμού του Πόντου.
Στα πλαίσια του σχεδιασμού αυτού, ιδρύει τα περιβόητα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας, στα οποία οδηγούνται όλα τα ηγετικά στελέχη των Ελλήνων του Πόντου.
Έτσι η Αμάσεια από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1921 γίνεται τόπος εγκλεισμού και θανάτου.
Για πέντε μήνες το τρελοκομείο της πόλης μετατρέπεται σε φυλακή.
Πολλοί από τους συλληφθέντες πεθαίνουν κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού.
Όπως μας πληροφορεί ο εκ Πόντου διανοούμενος και συγγραφέας Γεώργιος Κανδηλάπτης:
«Το δικαστήριο στήνεται με πρόφαση την καταδίωξη των δημιουργών του Ποντιακού ζητήματος, αλλά ουσιαστικά με σκοπό την καταστροφή του άνθους των ομογενών του Πόντου, δηλαδή των εμπόρων, δικηγόρων, γιατρών, φαρμακοποιών, δασκάλων, ιερέων, δημοσιογράφων».
Μαρτυρίες μελοθανάτων
Επιστολή μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας
Κυριακή, 7 Σεπτεμβρίου 1921
Γλυκυτάτη μου Κλειώ
Σήμερον ετελέσθη εν τη φυλακή λειτουργία και εκοινωνήσαμε όλοι, περί τους 100 από διάφορα μέρη.
Έχει αποφασισθεί ο δια της κρεμάλας θάνατος.
Αύριον θα πηγαίνουν οι 60, μεταξύ αυτών οι 5 Τραπεζούντιοι και θα γίνει ο δι' αγχόνης θάνατος.
Την Τρίτην δεν θα είμεθα εν ζωή, ο Θεός να μας αξιώσει τους ουρανούς και σε σας να δώσει ευλογίαν και υπομονήν και άλλο κακόν να μη δοκιμάσητε.
Όταν θα μάθετε το λυπηρόν γεγονός να μη χαλάσετε τον κόσμον, να έχετε υπομονή.
Τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν.
Ας σε βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρεις εσύ.
Ο αγαπητός μου Θεόδωρος ας αναλαμβάνει πατρικά καθήκοντα και να μην αδικήσει κανένα από τα παιδιά.
Τον Γέργον να φροντίσει να τελειώσει το σχολείον και να γίνει καλός πολίτης.
Τον Γιάννην ας τον έχει μαζί του στη δουλειά.
Από τα μικρά, τον Παναγιώτη να στείλεις στο σχολείο, την Βαλεντίνην να την μάθης ραπτικήν.
Την Φωφών να μη χωρίζεσαι ενόσω ζεις.
Εις τον Στάθιον τας ευχάς μου και την υποχρέωσιν όπως χωρίς αμοιβήν διεκπεραιώσει όλας τα οικογενειακάς μου υποθέσεις που θα του αναθέσητε.
Ο παπα Συμεών ας με μνημονεύσει ενόσω ζη.
Να δώσης 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μέριμναν, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον.
Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδελφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι.
Αντίο βαίνω προς τον πατέρα και συγχωρήσατέ μου
ο υμέτερος
Αλ. Γ. Ακριτίδης
Επιστολή Γεωργίου Κακουλίδη προς τη σύζυγό του Κυριακή
Γράφτηκε στη φυλακή της Αμάσειας, μια ημέρα πριν τον απαγχονισμό του
Αγαπητή μου Κυριακή:
Πλησιάζει το τέλος μας, ο θάνατος περιίπταται των κεφαλών μας.
Χθες ενενήκοντα πέντε Αμισηνοί και Παφραίοι κατεδικάσθησαν εις θάνατον δι' αγχόνης, εκ των οποίων οι περισσότεροι ήσαν το άνθος των άνω πόλεων, επιστήμονες, έμποροι, τραπεζίται, τυχόντες πάσης ηλικίας - ώστε και εις ημάς το ίδιον θα συμβή.
Μήπως είμεθα ένοχοι;
Το μόνο που εκάμαμεν ήτο ότι εβοηθούμεν τα ορφανά και τους πτωχούς πρόσφυγας και εφροντίζαμεν όπως επανέλθουν εις τας εστίας των.
Όταν λάβης αυτήν την επιστολήν μου, γλυκειά μου Κυριακή και γλυκύτατά μου τέκνα, δεν θα υπάρχω πλέον, δεν θα επανίδω πλέον την γλυκείαν σου μορφήν και των τέκνων μας.
Αγαπητή μου, εις τον βίον μου υπέφερα, υπέφερες και συ - την στιγμήν, καθ' ην θα αναπαυόμεθα, φευ! αποχωριζόμεθα.
Χαίρετε, αγαπητή μου, και υγιαίνετε, φρόντισε δια την υγείαν σου, δια να μπορείς ν' αναθρέψης, όπως πρέπει, τα τέκνα μας, να γίνουν καλοί πολίτες.
Όπως σου έγραφα, εάν ενθυμείσαι, εάν αποθάνω, θα γίνης εσύ άνδρας, να μπορής να φέρης το βάρος το οποίον σου αφήνω.
Φίλησε την θυγατέραν μου Δέσποινα, τους υιούς μου Χάρην, Θεοδωράκην, Βάσον, Παναγιώτην, Κωστάκην και Λευτεράκην.
Ο δυστυχής εγώ δεν θα σας επανίδω εις τον κόσμον τον επίγειον, αλλά εκ του ουρανίου κόσμου, όπου θα ευρίσκωμαι, θα σας επιβλέπω ευτυχής.
Φιλώ τους αδελφούς μου Νικόλαον, Ηλίαν, τας αδελφάς μου Ευανθίαν και Κυριακήν, τους γαμβρούς μου Γιάγκον και Σωκράτην.
Επίσης τους αδελφούς σου Νικολάκην, Παναγήν και Αντώνην και πάντας τους συγγενείς και φίλους
Σας φιλώ με άπειρα φιλήματα. Υγιαίνετε! Γεώργιος Κακουλίδης»
Επιστολή μελλοθάνατου Ματθαίου Κωφίδη, βουλευτής Τραπεζούντας
15 Σεπτεμβρίου 1921
Φυλακαί Τιμαρχανέ – Αμασείας
Φιλτάτη Ουρανία
Χθες ημέραν της Σταυροπροσκυνήσεως επαρουσιάσθην εις το δικαστήριον Ιστικλάλ, καμίαν ελπίδα δεν έχω πλέον.
Σήμερον θα δοθή η απόφασις η οποία βεβαίως θα είναι καταδικαστική.
Σας αφίνω υγείαν και εις την προστασίαν του Παναγάθου, περιττά τα πολλά λόγια.
Θάρρος και εγκαρτέρησις και ελπίς επί Κύριον, δια να ημπορέσης το κατά δύναμιν να σηκώσης το βαρύ φορτίον σου.
Σας γλυκοφιλώ όλους
Ο Ματθαίος σου
Υ.Γ. Εις τα φίλτατα την ευχήν μου, καλήν πρόοδον και καλήν διαγωγήν όπως η ψυχή μου και μακρόθεν αγάλλεται.
Επιστολή Αντωνίου Τζινόγλου
Διευθυντού του ΓραφείουΠροσφύγων εν Αμισώ
Φυλακές Αμάσειας
Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 1921
Σεβαστοί μου γονείς, προσφιλής μου σύζυγος, τέκνα μου αγαπητά, λοιποί συγγενείς και φίλοι.
Κατεδικάσθην αθώος ων εις θάνατον, ήτο θέλημα Θεού, διά τούτο και εγώ δεν λυπούμαι, και σεις μη λυπηθήτε.
Έχω πίστιν, ότι θα συναντηθούμε εις την άλλην ζωήν.
Σας στέλλω τον χαιρετισμό και την αγάπη μου. Εν όσω ζείτε να με μνημονεύετε.
Αντιόπη, ο θεός δε με ηξίωσε να γηροκομήσω τους γονείς μας, το έργον τούτο το αφήνω μόνον εις σε.
Δια σε και δια τα τέκνα μας είμαι βέβαιος ότι θα φροντίσει ο καλός Θεός. Να μη λυπηθής και αγανακτήσεις εναντίον του θελήματος του Θεού.
Εάν επιζήσετε της καταιγίδος αυτής, να πάτε στους γονείς μας κοντά και να γράψεις δε και στον Φώτιον και τον Χρύσανθον την παράκλησίν μου, όπως λάβουσιν υπό την μέριμνάν των την Ιουλίαν και την Χρυσάνθην.
Τη βεργέτα και το ωρολόγι μου παρέδωσα εις τον κ. Π. Βαλιούλην να σε φέρει.
Τα ρούχα μου θα διαμοιρασθούν εδώ.
Πήρα την τελευταία σου επιστολήν και είμαι ήσυχος εν τη φυλακή.
Εξομολογήθην, εγένετο λειτουργία και εκοινώνησα. Θα αποθάνω ήσυχος και ατάραχος.
Επιθυμώ να μη κλαύσητε πολύ.
Ο Θεός μαζί σας
Σας φιλώ όλους εκ ψυχής
Ο ιδικός σας
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΤΖΙΝΟΓΛΟΥ
Επίλογος
H ομιλία αυτή ήταν αφιερωμένη στα θύματα της Γενοκτονίας που διέπραξαν οι Τούρκοι από το 1914 μέχρι το 1923 εναντίον των Ελλήνων, των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των λοιπών μη μουσουλμανικών πληθυσμών της Ανατολής.
Επικεντρώθηκε στη Γενοκτονία του Ελληνισμού του Πόντου και στην περίπτωση των μελοθανάτων, που απέστειλαν επιστολές στους οικείους τους, λίγες ημέρες πριν οδηγηθούν στην αγχόνη, μετά από μια δίκη παρωδία στα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας της μαρτυρικής Αμάσειας, το 1921.
Η ομιλία και οι εκδηλώσεις μνήμης που γίντονται για τη Γενοκτονία, δεν στοχεύουν στην αναμόχλευση και τη διαιώνιση του μίσους.
Είναι μια πράξη ανάχωμα σε πολιτικές που οδηγούν σε νέες γενοκτονίες.
Είναι μια πράξη δικαίωσης των αδικοχαμένων νεκρών και λύτρωσης των λαών της περιοχής.
Είναι μια πράξη ευθύνης για τις γενιές που θάρθουν.