Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

Στην αγκαλιά της Ουγκάντα - Ιεραποστολικό οδοιπορικό

Κλιμάκιο κληρικών και ιατρών του Συλλόγου Εξωτερικής και Εσωτερικής Ιεραποστολής "Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος" που εδρεύει στον Πειραιά, επισκέφθηκε την Ουγκάντα για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην τοπική Ορθόδοξη Ιεραποστολή

η οποία δραστηριοποιείται υπό τον Σεβ. Μητροπολίτη κ. Ιωνά.
Στο κλιμάκιο συμμετείχαν οι Πρτωτοπρεσβύτεροι π. Βασίλειος Τσιμούρης και π. Σπυρίδων Τσιμούρης, ο Καρδιολόγος κ. Κωνσταντίνος Ερρίπης και ο Οδοντίατρος κ. Λεωνίδας Ανοιχτομάτης.

Δημοσιεύουμε σκέψεις από το ιεραποστολικό οδοιπορικό  του κ. Κωνσταντίνου Ερρίπη.

ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΚΑΝΤΑ
Και εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί
ΗΜΕΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ

Το λίκνισμα των επιβατών ήδη άρχισε κάτω από την μουσική υπόκρουση της πετρελαιομηχανής του καταταλαιπωρημένου Βαν, όπως κατεβαίνει από την κορυφή του λοφίσκου για να βρει τη λεωφόρο. Απίστευτο! Πρώτη συμμετοχή μου στην Ορθόδοξη Ιεραποστολή στην Ουγκάντα, ένα όνειρο της νιότης που πραγματοποιείται στα γεράματα αλλά ποτέ δεν είναι αργά, το αργά πάντοτε είναι καλλίτερο του ποτέ. Mission Orthodox Church.




Οδηγός ένας ντόπιος από την Ουγκάντα, φαίνεται έμπειρος και αρκετά συντηρητικός αλλά ας μη λέμε μεγάλες κουβέντες προτού τελειώσει το ταξίδι. Συνοδηγός, με το χαρακτηριστικό ράσο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, την άσπρη επιβλητική γενειάδα και την πολιά κεφαλή ο παπά Βασίλης, σήμα κατατεθέν της αποστολής μας, το πιο επίσημο διαπιστευτήριο για τα μπλόκα της αστυνομίας που δεν θα είναι σπάνια. Την πίσω σειρά των καθισμάτων την μοιράζεται ο ντόπιος γιατρός στα αριστερά με μία μεγάλη σακ βουαγιάζ δεξιά του και δύο τεράστιες χαρτόκουτες γεμάτες με φάρμακα απίστευτης ποικιλίας από αυτά που δίνουμε στην ελονοσία, στις παρασιτώσεις και στον τυφοειδή πυρετό, μέχρι τις καραμέλες, το πιο δραστικό φάρμακο, όπως θα αποδειχθεί στην πορεία της ημέρας. Ακριβώς από πίσω ο παπά Σπύρος, στην επόμενη σειρά οι δύο γιατροί, εγώ με τον οδοντίατρο τον Λεωνίδα και πίσω τελευταίοι ο πατήρ Πατρίκιος, ένας νεαρός Ουγκαντέζος ιερέας και μία συμπατριώτισσά του νοσοκόμα, η οποία θα μας βοηθήσει στην χορήγηση των φαρμάκων.
Ο χωματόδρομος είναι σε τέτοια κατάσταση που δεν επιτρέπει στο αυτοκίνητο να τρέξει περισσότερο από ένα ώριμο άνδρα που προχωρεί γρήγορα. Δεν έχουμε απομακρυνθεί παρά ελάχιστα μέτρα από τον τόπο εκκίνησης, που ήταν ο μητροπολιτικός ναός. Τώρα περνάμε μπροστά από τις “επαύλεις”, που έχουν παραχωρηθεί από την αρχιεπισκοπή στις οικογένειες των κληρικών. Δωμάτια ασοβάτιστα, ένα για την κάθε οικογένεια, 16 τετραγωνικά μέτρα περίπου το καθένα, μέσα στο οποίο ζει ο παπάς, η παπαδιά και τα 4 έως έξι παιδιά τους! Οι δύο από τις τρεις παπαδιές πλένουν έξω τα ρούχα σε μία πλαστική λεκάνη, ένα κοριτσάκι τρίβει επάνω σε μία πέτρα ένα κρεμώδες υλικό ανάμικτο με φιστίκια, για να παρασκευάσει φυστικοβούτυρο και τα υπόλοιπα μικρά, όλα με τα κεφάλια κουρεμένα, άπλυτα (χαρακτηριστική η έλλειψη νερού σε όλη τη χώρα), με ρουχαλάκια σε μεγέθη άσχετα με την ανάπτυξη του σώματός τους, σχισμένα και λερωμένα, και βέβαια ξυπόλυτα. Ένας πολύχρωμος κόκορας περνά άφοβα ανάμεσά τους σαν να ήταν της παρέας των, πηγαίνει λίγο πιο πέρα στα σκουπίδια και αρχίζει να σκαλίζει, προτού πάνε εκεί τα παιδιά, για να παίξουν και αυτά. Η δυστυχία, κάτι αναμενόμενο, δεν βρήκε χώρο να ζωγραφιστεί στα πρόσωπά τους, είναι όλα χαρούμενα και μας χαιρετούν.
Η κατάσταση του δρόμου έχει χειροτερέψει, αν και δεν θέλουμε πολύ ακόμη για να βγούμε στη λεωφόρο. Οι βροχές τού έχουν δημιουργήσει ένα επίμηκες ρήγμα, στο οποίο, εάν βυθισθεί ο τροχός του αυτοκινήτου, δεν βγαίνει από εκεί μέσα παρά με γερανό. Έτσι η αναγκαστική πορεία του είναι οφιοειδής και γίνεται αιτία μαζί με τις λακκούβες να λικνιζόμαστε όλοι πέρα δώθε σε ένα ιερό χορό, τον οποίο θεωρούμε προοίμιο της όλης ιεροτελεστίας, η οποία θα επακολουθήσει στο υπόλοιπο της ημέρας. Χορεύουμε λοιπόν εκόντες άκοντες, όλη η Αφρική χορεύει, δεν μπορούμε να αποτελέσουμε εμείς εξαίρεση. Τρία χαρακτηριστικά έχει η Αφρική, το τραγούδι, το χορό και το χρώμα. Κόκκινο το χρώμα της γης, τόσο κόκκινο που δεν ξέρω εάν άλλη ήπειρος το έχει χρωματίσει έτσι, και πράσινο στην γύρω φύση. Σε αυτόν λοιπόν τον στενό δρόμο, που είναι μάλιστα και διπλής κατεύθυνσης, βρίσκονται τα περισσότερα μαγαζιά της περιοχής. Όλα σχεδόν με εμβαδόν περί τα 10 τετραγωνικά μέτρα, με τοίχους από σανίδες στραβά καρφωμένες που χάσκουν αναμεταξύ τους, με τσίγκους σκουριασμένους και στραπατσαρισμένους για οροφή και με προϊόντα που δεν ξεπερνούν τα 5-6 κιλά, εάν πρόκειται για μανάβικο ή το ένα τεμάχιο κρέατος, εάν μιλάμε για χασάπικο , και αυτό κρεμασμένο έξω και εκτεθειμένο στις μύγες, οι οποίες το γεύονται πρώτες ….και το αξιολογούν ποιοτικά!




Ήδη ταξιδεύουμε στην εθνική οδό, δρόμο διπλής κατεύθυνσης με μία λουρίδα κυκλοφορίας δεξιά κα μία αριστερά. Η οδήγηση είναι κατά το αγγλικό σύστημα από αριστερά, κάτι που σε μπερδεύει ιδιαίτερα κάθε φορά που ένα αυτοκίνητο ερχόμενο από την αντίθετη κατεύθυνση προσπερνά ένα άλλο και νομίζεις, ότι βρίσκεσαι σε λάθος λωρίδα. Αυτοκίνητα λίγα ιαπωνικά και τα περισσότερα κινέζικα, φορτηγά ελάχιστα και αυτά όχι γνωστών εταιρειών (ένα δύο σουηδικά είδα μέχρι τώρα), και ταξί όλα πανομοιότυπα, βαν, μάρκας τογιότα των 8 θέσεων που έχουν γίνει των 12, με αποτέλεσμα να μη χωράς να καθίσεις και οι ανωμαλίες του δρόμου να μεταφέρονται όλες στα γόνατά σου. Λεωφορεία δεν υπάρχουν, δεν κυκλοφορεί κανένα σε ολόκληρη τη χώρα. Κάπνα και μυρωδιά καμένου πετρελαίου παντού. Οι μηχανές των αυτοκινήτων όλες εγκαταλελειμμένες χωρίς service, οι τρόμπες πετρελαίου όλες αρρύθμιστες, με αποτέλεσμα το καυσαέριο στην εθνική οδό να είναι ότι η ομίχλη στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες.
Μόλις στρίψαμε και προχωράμε πάλι σε κόκκινο χωματόδρομο. Εδώ δεν μετράς την απόσταση με τα χιλιόμετρα αλλά με τις ώρες που θα χρειασθείς για να φθάσεις. Σε αυτούς τους δρόμους δεν μπορείς να προβλέψεις με ποια ταχύτητα θα ταξιδέψεις. Υπάρχουν όμως και τα απρόοπτα. Μία νταλίκα έχει πέσει στην άκρη του δρόμου και ένας γερανός που επιχειρεί να την ανασύρει, έχουν κλείσει το δρόμο. Ο οδηγός μας δεν προβληματίζεται καθόλου. Έμπειρος όπως είναι, κόβει δεξιά, περνάει μέσα από τα χωράφια και από τις εισόδους των σπιτιών σαν να είναι οικιακό ζώο, σκαρφαλώνει στο κράσπεδο του δρόμου, και την ώρα που το ακατόρθωτο φαίνεται κάτι απλό, κολλάει και αυτός στο δρόμο με τους δύο μπροστινούς τροχούς του αυτοκινήτου του να κρέμονται στον αέρα. Το παιχνίδι αλλάζει τώρα μορφή. Όλοι έξω για να μαζέψουμε πέτρες και να τις βάλουμε κάτω από τους μπροστινούς τροχούς, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς όχι όλοι. Αρκετοί από εμάς αντί να κουβαλάμε πέτρες χαζεύουμε με τα παιδιά που μαζεύονται γύρω μας. Λες και τα γεννάει η γη, από πέντε έξι γίνονται δέκα έξι, είκοσι έξι, τριάντα έξι και βάλε. Ένας παιδόκοσμος μας περιτριγυρίζει και επειδή δεν γνωρίζουμε την γλώσσα τους ούτε αυτά την δική μας, το μόνο μέσο συνεννόησης είναι η καραμέλα. Χούφτες από καραμέλες δίνονται στα μικρά άπλυτα χεράκια και μόλις έρχονται σε επαφή με το στόμα, δένεται η φιλία μας με ένα αθώο πλατύ χαμόγελο, με μάτια στρογγυλά μεγάλα ορθάνοιχτα που εστιάζουν επάνω μας και με ένα πλησίασμα αυθόρμητο, όπως γίνεται με γνωστούς σου που έχεις να τους δεις καιρό. Μετά τις καραμέλες ακολουθούν φωτογραφίες, πλήθος από φωτογραφίες, και οι μικροί να ποζάρουν ευτυχισμένοι, τύφλα να’ χουν τα μανεκέν. Να ποζάρουν με τέτοια προθυμία, ενώ γνωρίζουν ότι δεν θα τις δουν ποτέ!
Η επόμενη φάση αφιερώνεται στο αυτοκίνητο που έχει ξεχασθεί. Όλοι τώρα κουβαλάμε πέτρες, κληρικοί, γιατροί, νοσοκόμα και τα παιδιά. Όλοι τώρα σπρώχνουμε το αυτοκίνητο, για να ξεκολλήσει από την γη που το έχει σφιχταγκαλιάσει. Αλλά σπρώχνουμε με τέτοια προθυμία, με τέτοιο μένος, ώστε ξεκολλά τόσο εύκολα που δεν το περίμενε κανείς μας, με αποτέλεσμα να πέσουν όλοι οι μικροί κάτω και από πάνω τους εμείς. Αυτό ήταν και το απρόσμενο σφιχταγκάλιασμα του αποχωρισμού μας. Ήδη χανόμαστε στο βάθος του δρόμου και οι μικροί μας χαιρετούν ακόμη.
Φτάσαμε στο χωριό. Οι ασθενείς όλοι καθισμένοι στο πεζούλι που περιβάλλει το κτήριο του σχολείου. Οι μαθητές και οι μαθήτριες ντυμένοι όλοι στα μπλε και άσπρα. Μία συγκίνηση ηλεκτρίζει το κορμί μας. Εδώ στα βάθη της Αφρικής δεν έρχεσαι να ιδρύσεις Ελληνικό προξενείο ούτε σκοπός σου είναι να διαδόσεις τα ελληνικά ήθη και έθιμα αλλά δεν παύεις να εκπροσωπείς ένα λαό, ένα πολιτισμό. Και ο άλλος, αυτός που δέχεται την δωρεά σου, δεν μένει ασυγκίνητος, σε θεωρεί αδελφό του και ανταποκρίνεται φιλοφρόνως. Όταν δεν υπάρχει εκμετάλλευση, όταν δεν υπάρχει δόλος, τα πάντα γίνονται εν αγάπη, τα πάντα επιτρέπονται.



Τώρα όλοι μέσα στην αίθουσα, σκοτεινή όπως είναι σχεδόν όλες λόγω των μικρών ανοιγμάτων παρά το άπλετο φως της Αφρικής, με απέριττα ξύλινα καθίσματα και με πάτωμα το έδαφος της μητέρας γης, όπως το έπλασε ο παντοδύναμος, χωρίς καν να έχει λειανθεί, με χωμάτινους σωρούς στο βάθος και στα πλάγια. Ο διευθυντής του σχολείου διαβάζει ένα ευχαριστήριο λόγο, που φαίνεται ότι επί ημέρες ολόκληρες τον προετοίμαζε και μετά από αυτόν τα παιδιά αρχίζουν το τραγούδι. Αλλά στην Αφρική βρισκόμαστε, το πρώτο τραγούδι το λένε ακίνητα και τα επόμενα ψευτοχορεύοντας. Είπαμε Αφρική ίσον τραγούδι, χρώμα, χορός. Το χρώμα το περιόρισαν για χάρη μας στο μπλε και άσπρο.
Τελείωσαν τα ψέματα, ήλθε τώρα η σειρά των γιατρών. Δυσκολίες απρόβλεπτες, απίστευτες, δεν γνωρίζεις από πού να αρχίσεις, πώς να φερθείς. Κρεβάτι δεν υπάρχει για να εξετάσεις, οι πόρτες όλες ανοιχτές, το ίδιο και τα παράθυρα. Η εξέταση είναι κάτι που προξενεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον και μπορεί οποιοσδήποτε να την παρακολουθήσει. Οι ασθενείς εξετάζονται ντυμένοι και τα ακουστικά τα χώνεις μέσα στα ρούχα με το χέρι σου, όπως ρίχνεις την πετονιά για να ψαρέψεις. Η επικοινωνία μεταξύ γιατρού και ασθενούς καθίσταται έτσι απλούστατη ως προς το περιβάλλον αλλά δυσκολότατη ως προς την συνεννόηση. Ο ασθενής λέει το πρόβλημά του μιλώντας στη “σουαχίλι” διάλεκτο ή στα ουγκαντέζικα και απευθύνεται αναγκαστικά πρώτα στον δάσκαλο ή στον ιερέα, οι οποίοι παρίστανται υποχρεωτικά στην εξέταση, για να βοηθήσουν. Αυτοί κατόπιν στον γιατρό στα αγγλικά και ο γιατρός, επειδή την πρώτη τουλάχιστον ημέρα δεν μπορούσε εύκολα να κατανοήσει τα αγγλικά, έτσι όπως τα προφέρουν οι Αφρικανοί, ούτε βέβαια μπορούσε να υπερηφανευθεί για την τέλεια κατοχή της γλώσσας, απευθύνεται ή στον π. Βασίλειο ή στον π. Σπυρίδωνα που είναι άριστοι γνώστες της αγγλικής, για να τον βοηθήσουν. Κατόπιν το φαινόμενο αντιστρέφεται, ο γιατρός δίνει οδηγίες στον ιερέα ή στον δάσκαλο στα αγγλικά και αυτοί με την σειρά τους στον ομοεθνή τους ασθενή στην μητρική του γλώσσα. Χάος! Κάθε φορά που θα πρέπει να γράψεις συνταγή, είσαι υποχρεωμένος να σηκώνεσαι όρθιος, διότι καθιστός όπως βρίσκεσαι στην καρέκλα δεν φθάνεις το τραπεζάκι δίπλα σου, το οποίο είναι αρκετά ψηλό, κατασκευασμένο φαίνεται επίτηδες, για να διδάσκει ο δάσκαλος όρθιος. Πιεσόμετρο και ακουστικά δεν υπάρχουν. Τα τελευταία μεταφέρονται από τον Έλληνα γιατρό στον ντόπιο, ο οποίος φαίνεται τα έχει καταργήσει προ πολλού! Μεταφορέας ο παπα Σπύρος, ο γιος του παπα Βασίλη, άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Από την βοήθεια στους γιατρούς μέχρι σεμινάριο θεολογικό μαζί με τον πατέρα του στους ιερείς της Ουγκάντα και υποδειγματική θεία λειτουργία προς επιμόρφωσή τους.
Εντύπωση μας έκανε το δέος με το οποίο μας προσέγγιζαν οι μικροί μπόμπιρες. Μετά μας γνωστοποιήθηκε κάτι, που θα έπρεπε ίσως να το είχαμε υποθέσει και εμείς, ότι δηλαδή τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά έβλεπαν για πρώτη φορά λευκό άνθρωπο και μάλιστα με ακουστικά στο χέρι, παντελώς άγνωστο εργαλείο γι’ αυτούς. Φάρμακο; η καραμέλα. Ο μικρός που έμπαινε στο δωμάτιο του γιατρού με γουρλωμένα μάτια, με σύσπαση του προσώπου έτοιμος για κλάματα, όταν δεχόταν στα χέρια του την καραμέλα, λες και κρατούσε το μαγικό φίλτρο. Έχανε την επαφή με το περιβάλλον, έμπαινε σε ένα χώρο ευτυχίας και δεν αντιδρούσε σε τίποτα, έστω και εάν τον χειρουργούσες. Καμία φαρμακολογία, κανένα επιστημονικό ιατρικό σύγγραμμα δεν αναφέρει τις τρομερές ιδιότητες αυτού του φαρμάκου!
Ήδη έχουμε εξετάσει ο κάθε γιατρός από εκατόν πενήντα άτομα, πενήντα με εβδομήντα ο οδοντίατρος και η ώρα έχει πάει τέσσερις το απόγευμα. Επιτέλους εξετάζουμε τον τελευταίο. Λίγο οινόπνευμα στα χέρια, ένα απλό πλύσιμο με σαπούνι και να τσιμπήσουμε κάτι για μεσημεριανό, ότι μας προσφέρουν. Οινόπνευμα; αστεία λέτε; Μα!, ήλθαν και εξετάσθηκαν άτομα με σύφιλη, με ανοιχτές δερματικές πληγές, με εμπύρετα νοσήματα. Τέλος πάντων, φέρτε λίγο νερό και σαπούνι, ούτε αυτό υπάρχει; Τα χέρια πλύθηκαν με υγρά χαρτομάντιλα, αφού πρώτα πήγαμε στην τουαλέτα. Η πιο άνετη που είχα δει ποτέ μου, πίσω από τις μπανανιές και τα ζαχαροκάλαμα. Και εγώ περίμενα να πλυθώ στο νιπτήρα των αποχωρητηρίων! Το μεσημεριανό μέχρι να γυρίσω είχε ήδη φθάσει, μία μπανάνα για κάθε ένα από εμάς, κάτι που το δεχθήκαμε με ευχαρίστηση, αφού δεν θα χρειαζόταν να έλθουμε σε επαφή με αυτές τρώγοντάς τες. Ο κύριος που μας τις έφερε, φαίνεται ότι τις είχε μετρήσει και είχε διαπιστώσει ότι περίσσευε μία. Αμέσως λοιπόν μόλις ακούμπησε το δίσκο στο τραπέζι, προτού μας πει να φάμε, καθαρίζει την δική του, την τρώει στα γρήγορα και φεύγει!
Τελειώσαμε, τους αποχαιρετάμε όλους, μπαίνουμε όλοι στο “βανάκι” και ξεκινάμε. Δεν προβληματιζόμαστε καθόλου πού θα ακουμπήσουμε στο μικρό όχημά μας, τα πάντα μέσα εδώ είναι πιο βρώμικα από τα χέρια μας, κάτι που μας δημιουργεί ενδόμυχα μια περίεργη άνεση. Όλα στη ζωή είναι σχετικά! Επιστροφή τώρα από τους ίδιους δρόμους με παρόμοιες εντυπώσεις. Παντού πράσινο, όχι ψηλό που να σου πλακώνει την καρδιά, όλο μπανανιές και ζαχαροκάλαμα, μέχρι το πολύ 3-4 μέτρα ψηλά. Ένα δύο πηγάδια μέσα στη ζούγκλα και σειρά από γυναίκες με χρωματιστά πλαστικά μπιτόνια να τα γεμίζουν με νερό, φωλιές τερμιτών τεράστιες ύψους τριών, ακόμη και τεσσάρων μέτρων. Λίγο ακόμη ψηλότερες να γίνουν και θα καταντήσουν τα σπίτια των ιθαγενών να είναι χαμηλότερα από αυτά των μυρμηγκιών.
Οι κούτες έχουν αδειάσει από φάρμακα αλλά έχουν ακόμη αρκετές καραμέλες. Δώσε βρε Κώστα και στους πίσω από μία καραμέλα, ήταν η φωνή του παπα Βασίλη. Οι πίσω ήταν ο π. Πατρίκιος και η νοσοκόμα. Εγώ δίστασα για λίγο αλλά μετά είδα με πόση λαχτάρα δέχτηκαν και οι δυο τους την καραμέλα, πόσα ευχαριστώ μας είπαν. Αδέλφια μας Ουγκαντέζοι, πόσο αδικημένοι είστε και ταυτόχρονα πόσο απλοί, πόσο ταπεινοί! Μακάρι το αίσθημα της υπεροχής μου, όταν σας πέταγα στη χούφτα αυτό το τιποτένιο πράγμα, να μπορούσε να κρυφτεί πίσω από τα ευγενή αυτά αισθήματά σας.
Η ημέρα είναι μεγάλη, αργεί να νυχτώσει. Καθ’ οδόν επισκεφθήκαμε τις εγκαταστάσεις του π. Ιωάννη. Δεν είναι δυνατόν κανείς να φαντασθεί τι θα μπορούσε να επιτύχει ένας άνθρωπος με την δραστηριότητά του, τον ζήλο, την αυταπάρνησή του αλλά και τις απαράμιλλες ικανότητές, με τις οποίες τον έχει προικίσει ο Θεός. Αυτά όμως για άλλη φορά, είναι πολύ αξιόλογα και θα ήταν άδικο να αναφερθούν εν συντομία.
Το βράδυ στο δείπνο, όπως και κάθε βράδυ, ο Μητροπολίτης Ιωνάς μας τιμά με την παρουσία του και αυτή δεν είναι απλώς τυπική. Μετά το φαγητό κάθεται επί μία δύο ώρες και συζητά μαζί μας. Το ύφος του απλό, τα ελληνικά του άπταιστα, (κατέχει δύο πτυχία του Πανεπιστημίου Αθηνών, της Θεολογικής και της Φιλοσοφικής), η συμπεριφορά του διακριτική, η ικανότητά του να κρίνει τον καθένα από τους συνεργάτες του με την πρώτη ματιά γνωστή, η πείρα του και οι σκληρές εμπειρίες του έχουν αποβεί οι καλλίτεροι δάσκαλοί του. Όλα αυτά τον καθιστούν αξιοσέβαστο άτομο και κυρίως αξιαγάπητο.
Σήμερα τέλος όλα. Όρθιοι μετά το δείπνο συμπροσευχόμαστε με τον ιεράρχη και κατόπιν κατευθυνόμαστε προς τους κοιτώνες μας. Για προφύλαξη από τα δείγματα των κουνουπιών, τουτέστιν από την ελονοσία, θα πρέπει να μπούμε κάτω από τις κουνουπιέρες από τούλι. Όσοι κοιμούνται εύκολα είναι οι τυχεροί. Οι νυκτόβιοι θα διαβάζουν επί ώρες κάτω από αυτές, πώς να γίνει αλλιώς; Την ημέρα θα παριστάνουν τον γιατρό και το βράδυ το κουφέτο μέσα στην μπομπονιέρα.






Και εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί
ΗΜΕΡΑ ΤΡΙΤΗ 20 – 5 -2011

Ένα εξαίσιο αφρικάνικο πρωινό, ήσυχο, γεμάτο χρώματα και φως. Η ώρα είναι περίπου επτά, πολύ νωρίς ακόμη για να αρχίσει το ημερήσιο πρόγραμμα. Το δωμάτιο που φιλοξενούμαι απλό, με δύο κρεββάτια και δύο καρέκλες τα μόνα του έπιπλα, δεν έχει την δύναμη να με κρατήσει κοντά του. Έξω όμως καραδοκεί ο μέγιστος κίνδυνος, τα κουνούπια που έχουν μέσα στο αίμα τους την ελονοσία, και είναι πρόθυμα να σου την μεταδώσουν χωρίς να σε ρωτήσουν και χωρίς να σε λυπηθούν. Μας έχουν προειδοποιήσει οι ντόπιοι, ότι η εξόρμησή τους γίνεται κυρίως δύο φορές την ημέρα, στις έξι με επτά το πρωί και την ίδια ώρα το απόγευμα. Όχι ότι την υπόλοιπη ημέρα είσαι κατοχυρωμένος, αλλά αυτές τις ώρες θα πρέπει να αποφεύγεις κατά το δυνατόν να εκτίθεσαι στον κίνδυνο, εάν δεν υπάρχει μεγάλη ανάγκη. Δύο βήματα πίσω και ξανακάθομαι στην καρέκλα, όπως ακριβώς και χθες αλλά η ώρα δεν περνά εύκολα ούτε και ευχάριστα. Για να ακριβολογούμε μάλιστα, ακόμη και μέσα στο δωμάτιο δεν είσαι εξασφαλισμένος 100%, εάν δεν μπεις κάτω από την κουνουπιέρα. Και τότε έρχεται η μεγάλη απόφαση, δεν θα παραστήσω τη νύφη πρωί πρωί, θα βγω έξω. Αλείφομαι με autan, φοράω πουκάμισο με μακριά μανίκια και ανοίγω την πόρτα κρατώντας την πλαστική πολυθρόνα που βρισκόταν μέσα.
Ήδη κάθομαι και απολαμβάνω την πρωινή δροσιά. Τα κουνούπια, απ’ ότι φαίνεται, δεν καταδέχθηκαν να με επισκεφθούν, εκτός εάν το έκαναν τόσο διακριτικά χωρίς να το αισθανθώ, θα έχουν οπωσδήποτε προοδεύσει αρκετά και αυτά , όπως οι άνθρωποι, το κακό θα το κάνουν τόσο ήπια, τόσο όμορφα, τόσο ύπουλα, που δεν θα το καταλαβαίνει κανείς. Τα καταλύματα των επισκεπτών έχουν κτισθεί κυκλικά και μαζί με την τραπεζαρία σχηματίζουν ένα πλήρη κύκλο με ένα ανοικτό αίθριο στη μέση φυτεμένο με γκαζόν, το μόνο χόρτο δημιουργημένο από ανθρώπινο χέρι σε όλη την γύρω περιοχή. Δύο τεράστια άλμπατρος, πουλιά όσο μία μεγάλη γαλοπούλα, κάθονται στην στέγη και υποκαθιστούν τα αγάλματα που λείπουν παντελώς σε αυτό το τόσο φτωχό περιβάλλον. Μία πρωινή δροσερή αύρα χαϊδεύει φιλικά το πρόσωπό μου, όχι κάτι το ασυνήθιστο εδώ που βρισκόμαστε. Η Ουγκάντα βρίσκεται πολύ κοντά στον Ισημερινό με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν εδώ εποχές και οι ημέρες να είναι ίσες με τις νύχτες καθ’ όλην την διάρκεια του έτους. Ένα αιώνιο ήπιο καλοκαίρι επικρατεί παντού, του οποίου την ηρεμία σχίζουν σχεδόν καθημερινά οι κεραυνοί με τις ξαφνικές καταιγίδες, που κατεβάζουν αφάνταστες ποσότητες νερού σε αυτή την χώρα που αιώνες τώρα διψά και δεν έχει να πλυθεί. Μία τέτοια καταιγίδα την ζήσαμε χθες το βράδυ κοντά τα μεσάνυχτα. Ήταν τόσο το νερό που έπεφτε, που νόμιζες ότι θα υποχωρήσει κάτω από το βάρος του η στέγη του κτηρίου που μέναμε, η δε θέα από το παράθυρο σού άφηνε την εντύπωση ότι βρισκόσουν μέσα σε ενυδρείο.
Καλημέρα. Χαιρετισμός στα ελληνικά από ένα ντόπιο, κάτι που χωρίς να το θέλεις σε κάνει να συγκινείσαι. Καλημέρα, ανταποκρίνομαι και εγώ υπομειδιώντας. Είναι ένας νέος καμιά τριανταριά χρονών με ροζ πουκάμισο, τον οποίο είχαμε γνωρίσει χθες, χωρίς να είμαι και τόσο σίγουρος. Έρχεται προς το μέρος μου αλλά επειδή δεν με είδε και πολύ διαχυτικό, έχει ήδη στρίψει και φεύγει. Λάζαρε εσύ; Μάλιστα, και αυτό στα ελληνικά. Πράγματι είναι ο Λάζαρος, αυτόν που είχε υποψιασθεί ο Μητροπολίτης ως υπαίτιο μιας μικροκλοπής που έγινε το προηγούμενο βράδυ, αλλά όπως θα αποδειχθεί εκ των υστέρων ο άνθρωπος είναι αθώος. Τρομοκρατημένος ο Λάζαρος γυρίζει μέσα στην αυλή και δεν έχει ησυχία, περιμένει από εμένα να του απευθύνω έστω ένα λόγο, έστω μία επίπληξη για να βρει το δικαίωμα να απολογηθεί μέχρις ότου έλθει ο Μητροπολίτης αλλά η συμπεριφορά μου, χωρίς εγώ να το καταλάβω, τον απογοήτευσε. Μετανοιωμένος γύρισα το κεφάλι μου να τον προλάβω προτού απομακρυνθεί από κοντά μου αλλά ο δυστυχής Λάζαρος … το έχει προβλέψει, βρίσκεται δίπλα μου και περιμένει γονατιστός μέχρι να του απευθύνω τον λόγο. Σοκαρίστηκα, δεν περίμενα τέτοια συμπεριφορά. Σηκώνομαι αμέσως, τον πιάνω από τον ώμο και προχωρούμε φιλικά μέχρι την εξώπορτα του κτηριακού συγκροτήματος.
Εν τω μεταξύ έχει ξυπνήσει και ο παπα Βασίλης και παρέα τώρα βγαίνουμε για μια βολτούλα μέχρι να ετοιμαστούν και οι άλλοι. Φθάνουμε έξω από τον ναό, ο οποίος βρίσκεται στην κορυφή του μικρού λοφίσκου που δεσπόζει στον χώρο της Αρχιεπισκοπής. Λοξά αριστερά, όπως βρίσκεται κανείς μπροστά από την είσοδό του, αρχίζει ο κατηφορικός δρομάκος που περνά μπροστά από τα σπίτια των ιερέων. Ένα δωμάτιο για κάθε ιερατική οικογένεια με πλήθος από παιδιά εκάστη, ένα δωμάτιο ασοβάτιστο, με ένα τεράστιο σκαλοπάτι μπροστά που το έχει μεγαλώσει το νεροφάγωμα του δρόμου αλλά δωμάτιο που διαθέτει ηλεκτρικό φως, κάτι που στερούνται τα γύρω σπίτια. Οι δύο από τις τρεις παπαδιές που στεγάζονται στα τρία αυτά δωμάτια βρίσκονται έξω με τα παιδιά τους. Η μία πλένει ρούχα μέσα σε μία πλαστική λεκάνη αλλά μόλις αντικρίζει τον παπα Βασίλη πέφτει στα γόνατα και κατευθύνεται προς το μέρος του, για να του φιλήσει το χέρι. Η κατάπληξή μου στην τόση ευσέβεια και συνάμα ταπείνωση της παπαδιάς μπροστά στον ιερέα μετατράπηκε σε έκπληξη και αμηχανία, όταν την είδα να συνεχίζει γονατιστή να έρχεται και προς εμένα για να με χαιρετίσει. Της δίνω βέβαια το χέρι για να μη την προσβάλω και αμέσως απομακρύνομαι, πλησιάζω τον π. Βασίλειο, κάθομαι μαζί του στο πεζούλι του σπιτιού και αρχίζουμε να παίζουμε με τα παιδιά.
Δεύτερο γονάτισμα λοιπόν, και αυτό σε διάστημα λίγης ώρας, αλλά το νοιώσαμε σαν κτύπημα στο πρόσωπο. Η αντίδρασή μας ήταν ευγενική, έδειχνε όμως ότι τουλάχιστον μας ξένισε μια τέτοιου είδους συμπεριφορά. Μετά από αυτά τα περιστατικά άρχισα χωρίς καλά καλά να το καταλαβαίνω να παρατηρώ καλλίτερα τα πράγματα και να διαβλέπω μέσα τους στοιχεία και κατάλοιπα που έχουν μείνει από το παρελθόν στο υποσυνείδητο αυτών των ανθρώπων. Το τέρας της αποικιοκρατίας ζούσε ακόμη, το θηρίο της καταπίεσης των συνανθρώπων μας ήταν ακόμη ζωντανό, όσο και αν δεν θέλαμε να το πιστέψουμε! Τα αδέλφια μας οι Ουγκαντέζοι έχουν ένα δέος απέναντι στον λευκό Ευρωπαίο που το εκφράζουν με αυτή την συμπεριφορά τους. Δεν είναι τυχαίο, το ότι δεν γονατίζουν μπροστά σε κανένα ομοεθνή τους, δεν είναι τυχαίο το ότι δεν ντρέπονται να φαίνονται γονατιστοί μπροστά σε ένα λευκό στα μάτια των ομοεθνών τους! Η καταπίεση την οποία έχουν υποστεί οι προηγούμενες γενεές έχει διαποτίσει την ψυχή τους και ο τρόμος τον οποίο έχουν εμποιήσει στους παππούδες και τους γονείς τους οι αποκαλούμενοι πολιτισμένοι και χριστιανοί λευκοί, δεν έχει ξεριζωθεί ακόμη από τις ψυχές τους. Η προσφορά μας λοιπόν δεν θα είναι τόσο απλή όσο υπολογίζαμε, έχουμε να αντιμετωπίσουμε σοβαρότερα και πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα που παρουσιάστηκαν έξαφνα μπροστά μας
Η ολιγόλεπτη παραμονή μας εκεί, το παίξιμο με τα παιδιά, οι καραμέλες που τα κεράσαμε και η συζήτηση με τις παπαδιές άμβλυναν τις οξείες προηγούμενες εντυπώσεις και δημιούργησαν το απαραίτητο ηθικό ισοζύγιο που μας επέτρεψε να αποχωρήσουμε σαν φίλοι και όχι σαν ανώτεροι προς κατώτερους. Το αμάξι ήδη έχει φθάσει και βρίσκεται παρκαρισμένο έξω από το προαύλιο της Εκκλησίας. Δυστυχώς σήμερα θα χωρισθούμε οι ιερείς από τους γιατρούς, οι πρώτοι θα μιλήσουν στους κληρικούς της Μητρόπολης και εμείς θα πάμε στα χωριά. Η δουλειά μας να γίνει σωστά και όχι ότι μας ευχαριστεί περισσότερο, αλλά σαν κάτι να μας φταίει. Τη λύση την δίνει ο παπα Βασίλης κόβοντας το πρόβλημα με το μαχαίρι. Κώστα, εάν συμφωνείς και εσύ και ο Λεωνίδας, προτείνω να μας περιμένετε να τελειώσουμε την ομιλία στους ιερείς και μετά να φύγουμε όλοι μαζί για τα χωριά, ότι καλλίτερο για όλους.
Μέσα στο ναό τώρα ένα διαφορετικό περιβάλλον, μία άλλη εικόνα που γεννά πλήθος νέων εντυπώσεων. Ησυχία απόλυτη, ελάχιστος φωτισμός, προσέλευση λίγων και εκλεκτών. Μέχρι να αρχίσει η ομιλία εστιάζεις σε μερικά επουσιώδη, που μερικές φορές σου μιλούν πιο άμεσα. Δεξιά όπως εισέρχεσαι βρίσκεται το παγκάρι με τα κεριά, ποια κεριά όμως; Καμιά δεκαριά και αυτά το ένα πιο στραβό από το άλλο! Αριστερά ένας επιτάφιος, ύφασμα κεντημένο, με το όνομα του δωρητού γραμμένο με τόσο μεγάλα γράμματα, που είσαι σίγουρος ότι ο πιστός αυτός που τον δώρισε, βρήκε τον τρόπο να πληρωθεί άμεσα και με το παραπάνω! Στο βάθος δεξιά μία κολυμβήθρα σε κανονικό μέγεθος και μία άλλη τεράστια, σήμα κατατεθέν ότι βρισκόμαστε σε περιοχή, όπου γίνονται και βαπτίσεις ενηλίκων.
Ησυχία τώρα, άρχισε η ομιλία. Ο π. Βασίλειος διαβάζει ελληνικά και βιώνει την μεγάλη χαρά να έχει δίπλα του ιερέα τον γιο του για να τα μεταφράζει στα αγγλικά. Λίγο ακατανόητο αυτό για αρκετούς που γνωρίζουν πόσο καλά κατέχει την αγγλική γλώσσα αλλά η απάντηση δεν άργησε να δοθεί σε όλους. Ο π. Βασίλειος δεν θα μπορούσε να εκφράσει τόσο καλά στα αγγλικά όλα αυτά τα σπουδαία που ανάφερε, εάν δεν είχε τον π. Σπυρίδωνα να του τα μεταφέρει όχι μόνο σωστά στην ξένη γλώσσα αλλά τις περισσότερες φορές βελτιωμένα και εκφρασμένα με δόκιμους θεολογικούς όρους. Η αποδοχή από τους ιθαγενείς ιερείς είναι κάτι πάρα πάνω από το αναμενόμενο. Αρκετοί κρατούν σημειώσεις, μερικοί θέτουν σεμνά ερωτήσεις και ο πιο αξιόλογος, ο καθηγητής τους ο π. Ιωάννης, δεν μιλά καθόλου. Καθηγητής στην Σχολή του Τιμίου Σταυρού στην Βοστώνη επί εξαετία, τα παράτησε όλα και ήλθε με την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην πατρίδα του, θυσία στο βωμό της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουγκάντα. Άκουσε συνεπαρμένος την ομιλία, και αυτός ο σοφός άνθρωπος είχε την διάκριση και την ταπείνωση να μη θέσει κανένα ερώτημα, να μην κάνει καμία προσθήκη, κανένα σχόλιο, τιμή όλα αυτά και σεβασμός προς τους Έλληνες ιερείς και ταυτόχρονα τιμή και στον ίδιο για την ανωτερότητα του χαρακτήρα του και το πολιτιστικό του επίπεδο.
Ήδη ταξιδεύουμε και το εσωτερικό και εξωτερικό τοπίο είναι ήδη γνωστό, λες και βρισκόμαστε μήνες εδώ πέρα, τι απλή που είναι η ζωή! To οκταθέσιο βαν που έχει το θράσος να παρουσιάζεται σαν δωδεκαθέσιο δεν σκοτίζεται για την άνεσή μας, πολλώ μάλλον για τις συνθήκες υγιεινής που επικρατούν μέσα σε αυτό. Οι χωματόδρομοι χαραγμένοι από τα νερά της βροχής, μία κοσμοπλημμύρα στις κατά τόπους αγορές επί της εθνικής οδού, τα ζώα δίπλα στους ανθρώπους και οι κάθε είδους τροφές να πουλιούνται μέσα στη σκόνη και χωρίς συσκευασία, λέξη ακόμα άγνωστη στις αγορές της Ουγκάντα. Και πάλι μπροστά μας το χωριό, ένα χωριό που από λεπτότητα μας έκρυψε και αυτό τα σπίτια μέσα στη ζούγκλα και μας άφησε να καμαρώνουμε μόνο το σχολείο και πιο κάτω στο βάθος την Εκκλησία.
Οι ασθενείς περιμένουν στωικά σε μία αίθουσα του σχολείου καθισμένοι στο πάτωμα. Κανένας τους δεν είναι ανήσυχος, αν και περιμένουν ώρες. Τα μωρά που θα δημιουργούσαν πρόβλημα έχουν τακτοποιηθεί, όλα τρώνε το μεσημεριανό στην ώρα τους. Οι μανάδες έχουν βγάλει το στήθος τους και τα ταΐζουν κανονικά. Και αρχίζει πάλι η εξέταση με τον ίδιο ρυθμό, με την ίδια τεχνική και με την ίδια βοήθεια των ντόπιων και των δικών μας. Τα γάντια που φοράμε κατά την εξέταση των ασθενών αντικαθιστούν το νερό και το σαπούνι, η γωνιά του δωματίου έχει ήδη καταστήσει αχρείαστο τον σκουπιδοτενεκέ, που έχει εγκατασταθεί μόνο στα γραφεία της πόλης και αρνείται να κάνει την εμφάνισή του στα χωριά. Πού θα τα πετάξω αυτά Κώστα; Πίσω σου είναι ο σκουπιδοτενεκές παπα Βασίλη, πρόσεχε όμως να πέσουν μέσα! Το σκωπτικό με τον αυτοσαρκασμό είναι η φιλοσοφία της ζωής. Η εξέταση συνεχίζεται και συλλαμβάνω τον παπα Σπύρο να θέλει να μου πάρει την τέχνη, έχει μάθει να γράφει συνταγές και λίγο θέλει να εξετάζει κιόλας τους ασθενείς, αλλά δεν θα του κάνω την χάρη!
Μία μητέρα κρατάει δύο μικρά στην αγκαλιά της, δύο τριών ετών. Τα εξετάζω και μας δίνει να καταλάβουμε ότι θέλει και η ίδια να εξετασθεί, καμία αντίρρηση. Ένα κοριτσάκι όμως μπροστά μου, οκτώ δέκα χρονών, δείχνει σαν να μην έχει ολόκληρα τα πόδια, είναι πολύ κοντό για την ηλικία του αλλά κανονικά ανεπτυγμένο, περιμένει δε στωικότατα να έλθει η σειρά του για να εξετασθεί. Του κάνω αμέσως νόημα να πλησιάσει και το βλέπω να με προσεγγίζει γονατιστό! Το τρίτο γονάτισμα μέσα σε μία ημέρα, γι’ αυτό το έβλεπα τόσο κοντό! Τίποτε πια δεν με κρατάει, παραμερίζω όλους τους άλλους και το παίρνω κοντά μου. Το κρατώ δίπλα μου την ώρα που εξετάζω τους υπόλοιπους και αυτό ζει τώρα ένα όνειρο. Τα μωρά δεν καταλαβαίνουν τι θα πει λευκός και η συμπεριφορά τους είναι αυθόρμητη, οι μεγάλοι όμως τον έχουν αισθανθεί στο πετσί τους μέσω των βιωμάτων των προγόνων τους και τα στίγματα της απρεπούς συμπεριφοράς του τα φέρουν ακόμη στο υποσυνείδητό τους, η μικρή όμως; Δεν ξέρει πώς να φερθεί, πάντως κάτι έχει καταλάβει και αυτή, ότι δηλαδή θα πρέπει να στέκεται με δέος μπροστά στους ανθρώπους που έχουν διαφορετικό χρώμα από αυτούς, έστω δυστυχώς και αν αυτοί είναι χριστιανοί. Σήμερα όμως έμαθε κάτι σπουδαίο, ότι αυτοί την αγαπούν, ότι αυτοί την δέχονται κοντά σαν να είναι παιδί τους, ότι αυτά που λένε τα πιστεύουν και τα τηρούν πρώτα οι ίδιοι. Η αίσθηση της μικρής αυτής ότι βρίσκεται στην αγκαλιά του λευκού Έλληνα γιατρού, έστω και ας μη την ακουμπά, του ανθρώπου που είναι τόσο διαφορετικός από αυτήν αλλά την αγαπά σαν να είναι παιδί του, αυτή η αίσθηση ίσως μείνει για πάντα στην ψυχή της. Μη μας φαίνεται περίεργο, οι περισσότεροι έβλεπαν λευκό άνθρωπο για πρώτη φορά στην ζωή τους. Οι μισοί από αυτούς σήμερα περπάτησαν δύο ώρες δρόμο μέσα στη ζούγκλα κουβαλώντας τα μωρά τους στην πλάτη άρρωστα, με πυρετό, όταν έμαθαν ότι ήλθαν στα μέρη τους Έλληνες γιατροί!
Όσο ευμετάβλητος είναι ο μικρός, τόσο ο μεγάλος είναι επιφυλακτικός και δύσπιστος, και δίκαιο έχει. Μία αξεπέραστη δυσκολία είναι η αναπάντεχη συμπεριφορά του απέναντί μας, συμπεριφορά η οποία δεν υποκρύπτει περιφρόνηση ούτε βέβαια και φόβο αλλά εκφράζει το δέος προς τον λευκό ξένο άνθρωπο, όπως ακριβώς τον εκφράζει και το γονάτισμα. Βλέπεις χαρακτηριστικά τον ηλικιωμένο ή τον νέο και την νέα να μιλούν πρόσωπο προς πρόσωπο με τον δάσκαλο ή τον ιερέα που λειτουργεί σαν μεταφραστής τους, βλέπεις την έκφραση του προσώπου και των δύο να μαρτυρεί αγάπη, κατανόηση και συμπόνια, βλέπεις και νεαρές γυναίκες να μη διστάζουν να ξεκουμπώσουν το φουστάνι τους παρουσία των άλλων για να εξετασθούν, αλλά τι δεν βλέπεις; Το βλέμμα τους να διασταυρώνεται με αυτό του λευκού γιατρού! Είναι κάτι που μας τρελαίνει. Όσες προσπάθειες και αν καταβάλουμε τίποτε δεν κατορθώνουμε, εκτός από μία δύο περιπτώσεις. Πολλούς, άνδρες βέβαια, αναγκάζομαι να τους πιάνω από το σαγόνι, για να στρέφω το πρόσωπό τους προς εμένα και να τους αναγκάζω έτσι να με κοιτάζουν κατά πρόσωπο. Και πάλι κανένα αποτέλεσμα, το κεφάλι γυρίζει χωρίς αντίσταση αλλά το βλέμμα παραμένει προσηλωμένο στο σημείο που το είχαν στυλώσει προηγουμένως. Δεν είναι δυνατόν κανένας τους να διανοηθεί, ότι θα μπορούσε να μιλάει στον λευκό γιατρό με την ίδια άνεση που μιλάει στον ομοεθνή του, έστω και αν αυτός ο γιατρός είναι χριστιανός και υποτίθεται ότι είναι αδελφός τους ισότιμος κατά πάντα.
Τελικά ο πάγος σπάει, είναι ένας νεαρός γύρω στα είκοσι πέντε. Ήλθε με την αίσθηση ότι πάσχει από δέκα νοσήματα και είναι όλα ψυχοσωματικά, πράγμα που του το εξηγούμε. Γέρνω όσο μπορώ για να με δει κατά πρόσωπο αλλά αυτός κοιτάζει συνεχώς κάτω, τον πιάνω από το σαγόνι και του στρίβω το κεφάλι προς εμένα αλλά το βλέμμα του έχει καρφωθεί στην πρώτη του θέση. Ευτυχώς γνωρίζει αρκετά αγγλικά, λίγο περισσότερα από εμένα! Του πιάνω λοιπόν το χέρι, τον ταρακουνώ ολόκληρο και τον ρωτώ έντονα: Τελικά θέλεις φάρμακα για την αρρώστια σου; Yes doctor, είναι η αυθόρμητη απάντησή του. Πάρε τα λοιπόν και φύγε. Του ανοίγω τη χούφτα και του βάζω μέσα τρεις τέσσερις καραμέλες. Αυτό ήταν. Όταν τις βλέπει υποχωρούν αυτόματα όλες οι αντιστάσεις. Ο νεαρός με βλέπει κατά πρόσωπο, γελά και φεύγοντας μας χαιρετά χαρούμενος όλους. Ήταν μία απροσδόκητη θεραπεία, μία επιτυχία που την χαρήκαμε όλοι μας, ένα άλλο επίπεδο επικοινωνίας, μία σκληρή επίγνωση των αφάνταστων δυσκολιών που υποκρύπτονται πίσω από κάθε φαινομενικά απλή εξέταση αλλά και μία ευχάριστη εμπειρία των αγαθών αποτελεσμάτων που μπορεί να έχουν οι προσπάθειές μας, όταν είναι καρπός αγάπης.
Τι να πρωτοπείς, πού να εστιάσεις περισσότερο, τι να καταγράψεις στην μνήμη σου σαν το πλέον σημαντικό; Εδώ έρχονται τα πάνω κάτω, εδώ τα ασήμαντα αποδεικνύονται πιο σημαντικά, εδώ τα δευτερεύοντα κλέβουν καθημερινά την παράσταση, οι κλασσικές συμπεριφορές ανατρέπονται, οι δοκιμασμένες θεραπείες αποδεικνύονται ανεπαρκείς, οι διανθρώπινες σχέσεις περνούν αναγκαστικά μέσα από το φίλτρο της συμπεριφοράς των προγόνων μας! Πόσο λοιπόν πιο ενδιαφέροντα είναι τα πράγματα από αυτά που περιμέναμε να δούμε, πόσο πιο απλά μας τα είχανε περιγράψει; Πόσο μεγάλη υποχρέωση έχει ο πιστός που έρχεται να προσφέρει, να δει μέσα από την επιφάνεια το βάθος των πραγμάτων, να μαζέψει τις σκόρπιες πεταμένες λέξεις και να φτιάξει πρόταση, να αφουγκρασθεί τον στεναγμό των αδελφών συνανθρώπων του και να συνθέσει ύμνο;
Φεύγουμε, πέρασε η ώρα, ήδη έχουμε αργήσει πολύ, τι ώρα θα γυρίσουμε; Κοιτάζω τον παπα Βασίλη σαν χαζός, την ώρα που μου μιλάει, μπαίνω τελευταίος στο βανάκι , κάθομαι δίπλα στο συνάδελφο τον Λεωνίδα που και αυτός ξεθεωμένος από την κούραση έχει ήδη χαλαρώσει και αναχωρούμε για το χωριό του πατρός Πατρικίου. Δεν έχουμε δικαίωμα να του το αρνηθούμε, δεν θα χάσουμε πολύ χρόνο εκεί, οι ενορίτες του ήταν αυτοί που από λάθος βάδισαν επί δύο ώρες μέσα στην ζούγκλα για να έλθουν να εξετασθούν στο άλλο χωριό. Λάθος συνεννόηση, όχι εκ μέρους μας αλλά τι να το κάνεις, το κακό έχει γίνει. Τώρα θα πάμε να δούμε απλώς την εκκλησία του. Στην ουσία η μετάβασή μας εκεί έχει σαν σκοπό να του προσδώσει κύρος, γιατί όπως μας έλεγε, κανένας σχεδόν δεν πατά στην εκκλησία παρά τις προσπάθειές του και τα παρακάλια του. Εκ λόγων συμπαθείας και μόνο αναγκαστήκαμε να τον ρωτήσουμε: Είναι πολύ μικρή η εκκλησία σου πάτερ Πατρίκιε, μήπως είναι ακόμη ημιτελής, κάποιο πρόβλημα πρέπει να έχει για να μην έρχονται. Και η απάντηση: Δεν έχει ακόμα αρχίσει να κτίζεται, έχω δέσει μία τέντα σε τέσσερα δένδρα για να κάθονται από κάτω! Και πρίν προλάβουμε να κάνουμε την επόμενη ερώτηση: αλλά τώρα ο αέρας μου έσκισε και την τέντα. Μετά από αυτό, τι να ρωτήσεις, να γελάσεις, να θαυμάσεις ή να κλάψεις!
Για να μην πολυλογούμε, πήγαμε τελικά στον τόπο της εκκλησίας για να δούμε τουλάχιστον τα δένδρα, πάνω στα οποία είχε στηριχθεί η τέντα αλλά δυστυχώς αυτή δεν είχε προσδεθεί σε δένδρα παρά σε χοντρά κλαδιά μπηγμένα στο έδαφος! Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο είχε σχισθεί. Δεν άντεξα, βλέπω τον παπα Βασίλη να βηματίζει ανάμεσα στους τέσσερις πασσάλους που οριοθετούσαν την εκκλησία: παπα Βασίλη να σε βγάλω μία αναμνηστική φωτογραφία τώρα που βρίσκεσαι μέσα στο ναό; Με αυτά που μου λες βρε Κώστα, πώς θες να κρατηθώ, έλα τράβα γρήγορα να μη σου χαλάσω το χατίρι. Ναι, αλλά λίγο πιο δω, να μην έχεις τα νώτα σου στο ιερό! Τελικά, όπως καταλαβαίνει κανείς η φωτογραφία δεν βγήκε όπως θάπρεπε. Τα γεγονότα είναι τόσο σοβαρά που εγγίζουν τα όρια του κωμικού. Ένας παπάς μέσα στη ζούγκλα που τον έστειλε ο επίσκοπος χωρίς τίποτα, παλεύει να στήσει εκκλησία και αγωνίζεται να συγκεντρώσει ένα δύο πιστούς, για να δημιουργήσει ενορία. Και όμως, όσο και να γελάμε, αυτή είναι η πραγματική εκκλησία. Έχει τον άδολο ιερέα της και έχει τους ελάχιστους πιστούς της: “Όπου εισίν δύο ή τρεις συνηγμένοι εν τω ονόματί μου εκεί ειμί εγώ εν μέσω αυτών.” Ο Χριστός όταν καλούσε τους Μαθητές του δεν είχε κανένα οικοδόμημα, ο Φίλιππος όταν καλούσε τον Ναθαναήλ να γνωρίσει τον Μεσσία δεν τον οδήγησε σε ένα μεγαλοπρεπή ναό, τον πήγε και αυτός κοντά στον Ιησού έξω στο δρόμο, όπως ο π. Πατρίκιος τους πιστούς του, ο Φίλιππος δεν είναι γνωστός μεταξύ των Μαθητών για κανένα άλλον από τις χιλιάδες που οδήγησε στον Χριστό παρά μόνο για τον Ναθαναήλ.
Τι ντροπή μπροστά στον π. Πατρίκιο! Πόσο αχάριστοι, πόσο άπληστοι, πόσο ματαιόδοξοι είμαστε! Αλλά και πόσο αδικαιολόγητοι θα είμαστε από εδώ και εμπρός. Ένα τούβλο να του στείλουμε ο καθένας μας, χτίζουμε ένα τοίχο του ναού του, ώστε όταν ανοίγει ο Θεός τους καταρράκτες του ουρανού και στέλνει τις καταιγίδες, να έχει αυτός και οι πιστοί του μία γωνιά κάτω από την καινούργια τέντα, για να σταθούν μέχρι να κοπάσει η βροχή. Εάν ποτέ ανακηρυχθεί άγιος, τότε που δεν θα ζει βέβαια κανένας μας, θα είναι γνωστός στους αγγλόφωνους ομοεθνείς του ως Tent Priest (ο παπα Τέντας) και η εκκλησία του ως Tent Church (Εκκλησία της Τέντας). Του το είπαμε αυτό και χάρηκε, ώστε όταν θα το ακούσει καμιά φορά, να μην νομίσει ότι τον κοροϊδεύουμε. Η ζωή είναι πεπερασμένη, οι δυνατότητες του ανθρώπου όχι άπειρες, το άκρως τραγικό εγγίζει τα όρια του αστείου, το ακατανόητα ταπεινό ενέχει μέσα του το μεγαλειώδες, ενώ το εξεζητημένα πολύπλοκο λιώνει κάτω από το ανυπόδητο πέλμα του πτωχού τω πνεύματι.
Τελικά πάτερ Πατρίκιε δεν μας είπατε, πού πρέπει να λατρεύουμε τον Θεόν; στον ναό της Ιερουσαλήμ, στο όρος Γαριζείν ή στους μεγαλοπρεπείς ναούς της Ελλάδας μας με τα χρυσοποίκιλτα τέμπλα και τα πολυτελή άμφια του ιερατείου; “Πνεύμα ο Θεός”, δάσκαλε, “και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν” (Ιωάν. δ’, 24).
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...