Η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε στον απόηχο του πολύ ενδιαφέροντος και επίκαιρου συνεδρίου, το οποίο συνδιοργάνωσαν το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών στο Βόλο, από 19-23 Ιουνίου 2011, και το οποίο μελέτησε με αξιόλογες εισηγήσεις το θέμα της παρουσίας και μαρτυρίας των χριστιανών στη Μέση Ανατολή. Η επίσκεψη συνέπεσε με την έναρξη των εργασιών της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ενώ όπως σημείωνε ο Παναγιώτατος στην απαντητική προς τον Σεβ. Δημητριάδος επιστολή του, η ημερομηνία της επισκέψεως επελέγη «επί τω τέλει της αναστροφής υμών και μετά των Ιερωτάτων Συνοδικών παρέδρων».
Την Κυριακή 3 Ιουλίου η αντιπροσωπεία της Ακαδημίας εκκλησιάστηκε στον Ι. Ναό της Παναγίας Κουμαριώτισσας Νιχωρίου στο Βόσπορο, όπου και έγινε εγκάρδια δεκτή από τα μέλη της εκεί εκκλησιαστικής κοινότητας, ενώ την Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011, η αντιπροσωπεία της Ακαδημίας επισκέφτηκε το Ζωγράφειο Γυμνάσιο-Λύκειο της Πόλης, όπου έγινε δεκτή και ξεναγήθηκε από τον Διευθυντή κ. Γιάννη Δεμιρτζόγλου. Ο Συντονιστής της Ακαδημίας Δρ Παντελής Καλαϊτζίδης πρόσφερε εξ ονόματος της Ακαδημίας μία πλήρη σειρά με τις εκδόσεις της για τη βιβλιοθήκη του Ζωγραφείου, ενώ μαζί με τον Διευθυντή του Ζωγράφειου κ. Γιάννη Δεμιρτζόγλου, παραχώρησαν τηλεφωνική συνέντευξη στο Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Ι. Μ. Δημητριάδος «Ορθόδοξη Μαρτυρία» Δημοσιογράφο κ. Νίκο Βαραλή. Στη συνέντευξη ο Διευθυντής του Ζωγραφείου παρουσίασε τα προβλήματα και τις προκλήσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη η ελληνική ομογένεια στην Κωνσταντινούπολη σήμερα, καθώς και τις προσπάθειες που καταβάλλονται ώστε να διατηρηθεί η παρουσία της Ρωμιοσύνης και της Ορθοδοξίας στην Πόλη, ενώ υπογράμμισε το συνεχές και άγρυπνο ενδιαφέρον του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου για την παιδεία των Ομογενών που παραμένουν εκεί.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας, τα μέλη της αντιπροσωπείας επισκέφθηκαν την Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου έγιναν δεκτά από τους εκεί υπευθύνους. Το γνωστό πρόβλημα της επαναλειτουργίας της Σχολής, συζητήθηκε ευρύτερα, δεδομένης της ύπαρξης συνεχών υποσχέσεων από την πλευρά της Τουρκίας και των ελάχιστων βημάτων που έχουν γίνει για την υλοποίηση και πραγμάτωση του οράματος αυτού. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, ο Συντονιστής της Ακαδημίας, τα μέλη του Δ.Σ. και οι συνεργάτες της Ακαδημίας, αφού ξεναγήθηκαν στους χώρους της Σχολής και στο καθολικό της Ι. Μονής, προσέφεραν στη βιβλιοθήκη της μια σειρά των εκδόσεων της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών κι ευχήθηκαν ολόψυχα να αποφέρουν σύντομα καρπούς οι προσπάθειες για την επαναλειτουργία της Σχολής.
Το μεσημέρι της Τρίτης 5 Ιουλίου 2011 ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος και ο π. Γρηγόριος Παπαθωμάς παρακάθησαν στην πατριαρχική τράπεζα, ενώ το απόγευμα της ίδιας ημέρας η αντιπροσωπεία της Ακαδημίας, με επικεφαλής τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο, έγινε δεκτή από την ΑΘΠ, τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχη, κ. κ. Βαρθολομαίο, παρουσία μελών της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου.
Το μεσημέρι της Τρίτης 5 Ιουλίου 2011 ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος και ο π. Γρηγόριος Παπαθωμάς παρακάθησαν στην πατριαρχική τράπεζα, ενώ το απόγευμα της ίδιας ημέρας η αντιπροσωπεία της Ακαδημίας, με επικεφαλής τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο, έγινε δεκτή από την ΑΘΠ, τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχη, κ. κ. Βαρθολομαίο, παρουσία μελών της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος στην προσφώνησή του προς τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη, αφού υπογράμμισε τον στενότατο σύνδεσμο Εκκλησίας και θεολογίας και επισήμανε την ανάγκη υπάρξεως ενός ζωντανού και ανοικτού θεολογικού εργαστηρίου, που, χωρίς να είναι ο άμβωνας της Εκκλησίας, θα θέτει το στοχασμό, τα πορίσματα και την εν γένει διαλογική του δραστηριότητα υπ’ όψιν της ποιμαίνουσας Εκκλησίας προκειμένου αυτά να συμβάλουν στην επικαιροποίηση του ευαγγελικού μηνύματος, τόνισε μεταξύ άλλων: «Η παρουσία αντιπροσωπείας της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών σήμερον ενταύθα, εις το ιερόν, και εν ταυτώ σταυρικόν κέντρον της Ορθοδοξίας, περιποιεί μεγάλη τιμή και ενέχει ιδιαιτέραν σημασίαν, αφενός μεν διότι όχι μόνον η Εκκλησία της Ελλάδος αλλά και η καθ΄ όλου Ορθόδοξος Εκκλησία δρέπει τους καρπούς της επιστημονικής δραστηριότητος της Ακαδημίας, ως και Υμείς Παναγιώτατε επισημαίνετε τούτο το γεγονός εις το αποσταλέν μήνυμά Σας επί τη ενάρξει του προσφάτου Διεθνούς συνεδρίου της Ακαδημίας δια τους χριστιανούς εις την Μέσην Ανατολήν· και αφετέρου, διότι και η καθ΄ ημάς Ακαδημία διακονεί τον διάλογον και την εν Χριστώ καταλλαγήν, εις τα οποία το Οικουμενικόν μας Πατριαρχείον πρωτοστατεί υπό την πεπνυμένην ηγεσίαν της Υμετέρας χαρισματικής Παναγιότητος».
Στη συνέχεια ο Συντονιστής της Ακαδημίας Δρ Παντελής Καλαϊτζίδης, αφού παρουσίασε εν συντομία το επιτελεσθέν έργο, τους στόχους και τους μελλοντικούς σχεδιασμούς της Ακαδημίας, μίλησε για το πρόσφατο συνέδριο για τους χριστιανούς της Μέσης Ανατολής αναφέροντας ότι οι 30 περίπου εισηγητές (θεολόγοι, κοινωνικοί επιστήμονες, πολιτικοί και εκπρόσωποι Εκκλησιών) που συγκεντρώθηκαν στο Βόλο από τις 19 έως τις 23 Ιουνίου 2011, παρακάλεσαν τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο και τα στελέχη της Ακαδημίας κατά την επίσκεψή τους στο Οικουμενικό Πατριαρχείο να μεταφέρουν στον Παναγιώτατο τα πορίσματα και τις συζητήσεις του συνεδρίου, καθώς και την προθυμία και διαθεσιμότητα των εισηγητών και των ειδικών επιστημόνων να βοηθήσουν με όποιον τρόπο κρίνει το Ιερό Κέντρο της Ορθοδοξίας καταλληλότερο στην αρτιότερη και επιτυχέστερη διοργάνωση της επικείμενης Συνάξεως των Ορθοδόξων Πατριαρχών και Προκαθημένων της Ανατολής στο Φανάρι.
Αναφερόμενος στη συνέχεια ο κ. Καλαϊτζίδης στο ευρύτερο έργο της Ακαδημίας επεσήμανε ότι: «Όλα αυτά τα έτη η Ακαδημία – ένας φορέας εκκλησιαστικός και θεολογικός – λειτούργησε κριτικά και διαλογικά τόσο προς την θύραθεν κοσμική διανόηση, όσο και προς την θεσμική Εκκλησία και την ακαδημαϊκή θεολογία. Η κριτική, όμως, και προφητική της λειτουργία δεν έγινε πάντα κατανοητή, πολλές φορές δυστυχώς παρερμηνεύθηκε και συκοφαντήθηκε. Είναι πιθανόν στην πορεία μας αυτή να έγιναν λάθη ή και παραλείψεις. Κανείς από εμάς τους ορθοδόξους δεν διεκδικεί το αλάθητον. Η Ακαδημία, όμως, ανοίχτηκε στην κοινωνία των πολιτών και των προβληματιζόμενων πιστών, επιζήτησε το διάλογο και την επικοινωνία μαζί τους, ελπίζοντας αφενός να ξεπεράσει η θεολογία την αποξένωσή της από το εκκλησιαστικό σώμα, και αφετέρου να βγει η θεολογία από την ιδιότυπη περιχαράκωση που συχνά τη χαρακτηρίζει, από την αδυναμία διαλόγου με τη διανόηση και το σύγχρονο κόσμο. Έτσι με τις μικρές της δυνάμεις, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών συνέβαλε κατά το δυνατόν στην ανανέωση του θεολογικού λόγου και της θεολογικής σκέψης τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ευρύτερο ορθόδοξο χώρο. Επανέφερε στο επίκεντρο της θεολογικής συζήτησης την εσχατολογική ταυτότητα της Εκκλησίας· επιχείρησε, για πρώτη μάλλον φορά στον ορθόδοξο κόσμο, το συστηματικό διάλογο Ορθοδοξίας και νεωτερικότητας, κρίνοντας μάλιστα την τελευταία όχι με τα κριτήρια της πρωτολογίας, αλλά υπό το φως μιας εσχατολογικά προσανατολισμένης θεολογίας· η ίδια θεολογική προοπτική ενέπνευσε και την απόπειρά της να συζητήσει ζητήματα ανανέωσης και μεταρρύθμισης στην Ορθοδοξία· καταπιάστηκε επίσης με θέματα φύλου και πολιτικής θεολογίας, ξαναθυμίζοντας τον βαθύτατα χριστολογικό, και όχι εκκοσμικευμένο ή απλώς κοινωνικό, χαρακτήρα αυτών των στρατεύσεων· επισήμανε τις παγίδες της ανιστορικής προσέγγισης της Παράδοσης και των Πατέρων και έθεσε το ερώτημα της συναφειακής ανάγνωσής τους· επιχείρησε μια συστηματική κριτική τόσο του εκκλησιαστικού εθνικισμού όσο και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, φωτίζοντας θεολογικά τα αδιέξοδα τους· αποπειράθηκε μια κριτική αναμέτρηση με τη σημαντική για τα ελληνικά δεδομένα θεολογική γενιά του ’60· κατέδειξε τα αδιέξοδα του αντιδυτικισμού, ενώ επιχείρησε μια νέα, νηφάλια προσέγγιση της σχέσης Ορθοδοξίας και Διαφωτισμού· ξεκίνησε το διάλογο με το Ισλάμ, όπως και με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, γινόμενη μάλιστα συχνά στόχος των εν Ελλάδι ακραίων ζηλωτικών και φονταμενταλιστικών ομάδων που αρνούνται το διάλογο με το σύγχρονο κόσμο και που έχουν για όραμά τους μια εσωστρεφή, πολιορκημένη και διαρκώς αμυνόμενη Ορθοδοξία, που ούτε στα κείμενα ούτε στην Παράδοση ούτε στη σημερινή πράξη της ανά την οικουμένη Ορθοδοξίας βρίσκει ερείσματα. Μιμούμενη τα δικά σας ανοίγματα, Παναγιώτατε, η Ακαδημία επιδίωξε και πέτυχε τη συνεργασία με δεκάδες φορείς εντός και εκτός Ελλάδος, μάλιστα δε από το ακαδημαϊκό έτος 2009-10, ξεκίνησε τη διοργάνωση συνεδρίων και εκδηλώσεων και έξω από τον ελλαδικό χώρο (Γαλλία, Ρουμανία, Βουλγαρία, κλπ), δίνοντας έτσι μαρτυρία για το σφρίγος και τον ανανεωμένο δυναμισμό της ελληνόφωνης θεολογίας». Κατέληξε δε απευθυνόμενος προς τον Παναγιώτατο με τα παρακάτω λόγια: «Χαιρόμαστε και νιώθουμε ιδιαίτερη τιμή και ευλογία, Παναγιώτατε, καθώς η σημερινή υποδοχή της Ακαδημίας στην έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο Φανάρι, δείχνει πως εκτιμάτε το έργο και την προσφορά της, πως έχετε την ευαισθησία να αντιλαμβάνεστε την αναγκαιότητα ενός λόγου θεολογικού ριζωμένου στην παράδοση, αλλά και ανανεωμένου και ανοιχτού στις προκλήσεις των καιρών».
Στην αντιφώνησή του ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ευχαρίστησε καταρχήν τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο και τα στελέχη της Ακαδημίας για την επίσκεψή τους στο Φανάρι και επανέλαβε την έκφραση της πατριαρχικής ευαρέσκειας και της εμπιστοσύνης με την οποία περιβάλλεται τόσο ο θεσμός όσο και τα πρόσωπα που υπηρετούν στην Ακαδημία. Υπενθύμισε εν συνεχεία την πλούσια θεολογική προσφορά της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών στον ελληνικό αλλά και στον διορθόδοξο χώρο, ενώ δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει τόσο τους υφιστάμενους δεσμούς ανάμεσα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Ακαδημία όσο και την βαθύτερη κοινότητα πνεύματος που διακρίνει τους δύο θεσμούς. Τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως Μητέρα Εκκλησία, στηρίζει πνευματικώς κάθε πρωτοπόρα προσπάθεια που συμβάλει και προωθεί το διάλογο της θεολογίας με το σύγχρονο κόσμο, τα προβλήματα και τις προκλήσεις του, ιδιαίτερα όταν αυτή η προσπάθεια συνδυάζει τη θεολογική σπουδή και έρευνα με το εκκλησιαστικό ήθος και βίωμα. Αναφέρθηκε επίσης ο Παναγιώτατος στην αντιφώνησή του στο πρόσφατο συνέδριο της Ακαδημίας για τους χριστιανούς στη Μέση Ανατολή το οποίο και χαρακτήρισε ως «πρόδρομο» της Συνάξεως των Ορθοδόξων Πατριαρχών και Προκαθημένων της Ανατολής που με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα λάβει χώρα στο Φανάρι τέλος Αυγούστου-αρχές Σεπτεμβρίου. Μοιράστηκε ακόμη με τους παρευρισκόμενους ο Παναγιώτατος την ελπίδα και προσμονή του πως σύντομα θα επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, προσβλέποντας στην μελλοντική της συνεργασία με την Ακαδημία του Βόλου. Επαίνεσε δε τον Σεβ. Δημητριάδος και τα στελέχη της Ακαδημίας για την προσήλωση τους στο ανανεωτικό θεολογικό όραμα που υπηρετούν, αντιπαρερχόμενοι σεμνοπρεπώς τις επιθέσεις των ακραίων συντηρητικών κύκλων, των ίδιων κύκλων που έχουν μονίμως στο στόχαστρό τους το έργο και τις δράσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και ανανέωσε την στήριξη και την εμπιστοσύνη που το Πατριαρχείο και ο ίδιος προσωπικώς παρέχουν στην Ακαδημία, επευλογώντας το έργο της στο οποίο στηρίζονται πολλές και χρηστές ελπίδες.
Στη συνέχεια ο λόγος εδόθη στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη (Ζηζιούλα), ο οποίος επανειλημμένως παρευρέθη σε συνέδρια της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών ως ομιλητής και προς τιμήν του οποίου η Ακαδημία θα διοργανώσει ειδική τελετή (υποδοχή ως εταίρου) και διεθνές συνέδριο τον ερχόμενο Οκτώβριο (28-30, 2011). Ο Σεβ. Περγάμου, αφού επαίνεσε το ανανεωτικό θεολογικό έργο της Ακαδημίας και εξέφρασε την πεποίθηση του ότι η προσφορά της θα καταγραφεί και θα εκτιμηθεί από τον ιστορικό του μέλλοντος, αναφέρθηκε στο σημαντικό ρόλο που καλείται να παίξει η Ορθοδοξία στον 21ο αιώνα, ενάντια στις τάσεις εσωστρέφειας και περιχαράκωσης, απαντώντας θεολογικά στα ποικίλα και επείγοντα σύγχρονα ερωτήματα και προκλήσεις, όπως για παράδειγμα αυτά της βιοηθικής. Κατά τον Σεβ. Περγάμου, η ορθόδοξη θεολογία, θεολογία οικουμενική και καθολική, δεν πρέπει να φοβάται το διάλογο, αλλά να διαλέγεται με παρρησία, προσφέροντας το δυναμικό και προφητικό της λόγο. Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, τόνισε ο Σεβ. Περγάμου κ. Ιωάννης, παρά την πολεμική που δέχεται, με τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις της έχει αποδείξει ότι αυτό είναι όχι μόνο αναγκαίο αλλά και εφικτό, ιδιαίτερα όταν αυτοί που υπηρετούν τη Θεολογία και την Εκκλησία του Χριστού έχουν πίστη, όραμα, βαθιά γνώση της βιβλικής και πατερικής παράδοσης και διάθεση να αρθρώσουν θεολογικό λόγο σύγχρονο και ανανεωτικό. Και το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι εν προκειμένω ο πιο φυσικός χώρος υποδοχής μιας τέτοιας θεολογίας, γιατί το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελεί την ενσάρκωση της οικουμενικότητας και καθολικότητας, ζει με το διάλογο γιατί αυτή είναι η φύση και η διακονία του. Και αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο η Ακαδημία του Βόλου συναντάται με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δίνει ελπίδες για την υπέρβαση της κρίσης που χαρακτηρίζει την ορθόδοξη θεολογία τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ορθόδοξο χώρο ευρύτερα.
Στη συνέχεια ο Συντονιστής της Ακαδημίας Δρ Παντελής Καλαϊτζίδης, αφού παρουσίασε εν συντομία το επιτελεσθέν έργο, τους στόχους και τους μελλοντικούς σχεδιασμούς της Ακαδημίας, μίλησε για το πρόσφατο συνέδριο για τους χριστιανούς της Μέσης Ανατολής αναφέροντας ότι οι 30 περίπου εισηγητές (θεολόγοι, κοινωνικοί επιστήμονες, πολιτικοί και εκπρόσωποι Εκκλησιών) που συγκεντρώθηκαν στο Βόλο από τις 19 έως τις 23 Ιουνίου 2011, παρακάλεσαν τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο και τα στελέχη της Ακαδημίας κατά την επίσκεψή τους στο Οικουμενικό Πατριαρχείο να μεταφέρουν στον Παναγιώτατο τα πορίσματα και τις συζητήσεις του συνεδρίου, καθώς και την προθυμία και διαθεσιμότητα των εισηγητών και των ειδικών επιστημόνων να βοηθήσουν με όποιον τρόπο κρίνει το Ιερό Κέντρο της Ορθοδοξίας καταλληλότερο στην αρτιότερη και επιτυχέστερη διοργάνωση της επικείμενης Συνάξεως των Ορθοδόξων Πατριαρχών και Προκαθημένων της Ανατολής στο Φανάρι.
Αναφερόμενος στη συνέχεια ο κ. Καλαϊτζίδης στο ευρύτερο έργο της Ακαδημίας επεσήμανε ότι: «Όλα αυτά τα έτη η Ακαδημία – ένας φορέας εκκλησιαστικός και θεολογικός – λειτούργησε κριτικά και διαλογικά τόσο προς την θύραθεν κοσμική διανόηση, όσο και προς την θεσμική Εκκλησία και την ακαδημαϊκή θεολογία. Η κριτική, όμως, και προφητική της λειτουργία δεν έγινε πάντα κατανοητή, πολλές φορές δυστυχώς παρερμηνεύθηκε και συκοφαντήθηκε. Είναι πιθανόν στην πορεία μας αυτή να έγιναν λάθη ή και παραλείψεις. Κανείς από εμάς τους ορθοδόξους δεν διεκδικεί το αλάθητον. Η Ακαδημία, όμως, ανοίχτηκε στην κοινωνία των πολιτών και των προβληματιζόμενων πιστών, επιζήτησε το διάλογο και την επικοινωνία μαζί τους, ελπίζοντας αφενός να ξεπεράσει η θεολογία την αποξένωσή της από το εκκλησιαστικό σώμα, και αφετέρου να βγει η θεολογία από την ιδιότυπη περιχαράκωση που συχνά τη χαρακτηρίζει, από την αδυναμία διαλόγου με τη διανόηση και το σύγχρονο κόσμο. Έτσι με τις μικρές της δυνάμεις, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών συνέβαλε κατά το δυνατόν στην ανανέωση του θεολογικού λόγου και της θεολογικής σκέψης τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ευρύτερο ορθόδοξο χώρο. Επανέφερε στο επίκεντρο της θεολογικής συζήτησης την εσχατολογική ταυτότητα της Εκκλησίας· επιχείρησε, για πρώτη μάλλον φορά στον ορθόδοξο κόσμο, το συστηματικό διάλογο Ορθοδοξίας και νεωτερικότητας, κρίνοντας μάλιστα την τελευταία όχι με τα κριτήρια της πρωτολογίας, αλλά υπό το φως μιας εσχατολογικά προσανατολισμένης θεολογίας· η ίδια θεολογική προοπτική ενέπνευσε και την απόπειρά της να συζητήσει ζητήματα ανανέωσης και μεταρρύθμισης στην Ορθοδοξία· καταπιάστηκε επίσης με θέματα φύλου και πολιτικής θεολογίας, ξαναθυμίζοντας τον βαθύτατα χριστολογικό, και όχι εκκοσμικευμένο ή απλώς κοινωνικό, χαρακτήρα αυτών των στρατεύσεων· επισήμανε τις παγίδες της ανιστορικής προσέγγισης της Παράδοσης και των Πατέρων και έθεσε το ερώτημα της συναφειακής ανάγνωσής τους· επιχείρησε μια συστηματική κριτική τόσο του εκκλησιαστικού εθνικισμού όσο και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, φωτίζοντας θεολογικά τα αδιέξοδα τους· αποπειράθηκε μια κριτική αναμέτρηση με τη σημαντική για τα ελληνικά δεδομένα θεολογική γενιά του ’60· κατέδειξε τα αδιέξοδα του αντιδυτικισμού, ενώ επιχείρησε μια νέα, νηφάλια προσέγγιση της σχέσης Ορθοδοξίας και Διαφωτισμού· ξεκίνησε το διάλογο με το Ισλάμ, όπως και με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, γινόμενη μάλιστα συχνά στόχος των εν Ελλάδι ακραίων ζηλωτικών και φονταμενταλιστικών ομάδων που αρνούνται το διάλογο με το σύγχρονο κόσμο και που έχουν για όραμά τους μια εσωστρεφή, πολιορκημένη και διαρκώς αμυνόμενη Ορθοδοξία, που ούτε στα κείμενα ούτε στην Παράδοση ούτε στη σημερινή πράξη της ανά την οικουμένη Ορθοδοξίας βρίσκει ερείσματα. Μιμούμενη τα δικά σας ανοίγματα, Παναγιώτατε, η Ακαδημία επιδίωξε και πέτυχε τη συνεργασία με δεκάδες φορείς εντός και εκτός Ελλάδος, μάλιστα δε από το ακαδημαϊκό έτος 2009-10, ξεκίνησε τη διοργάνωση συνεδρίων και εκδηλώσεων και έξω από τον ελλαδικό χώρο (Γαλλία, Ρουμανία, Βουλγαρία, κλπ), δίνοντας έτσι μαρτυρία για το σφρίγος και τον ανανεωμένο δυναμισμό της ελληνόφωνης θεολογίας». Κατέληξε δε απευθυνόμενος προς τον Παναγιώτατο με τα παρακάτω λόγια: «Χαιρόμαστε και νιώθουμε ιδιαίτερη τιμή και ευλογία, Παναγιώτατε, καθώς η σημερινή υποδοχή της Ακαδημίας στην έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο Φανάρι, δείχνει πως εκτιμάτε το έργο και την προσφορά της, πως έχετε την ευαισθησία να αντιλαμβάνεστε την αναγκαιότητα ενός λόγου θεολογικού ριζωμένου στην παράδοση, αλλά και ανανεωμένου και ανοιχτού στις προκλήσεις των καιρών».
Στην αντιφώνησή του ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ευχαρίστησε καταρχήν τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο και τα στελέχη της Ακαδημίας για την επίσκεψή τους στο Φανάρι και επανέλαβε την έκφραση της πατριαρχικής ευαρέσκειας και της εμπιστοσύνης με την οποία περιβάλλεται τόσο ο θεσμός όσο και τα πρόσωπα που υπηρετούν στην Ακαδημία. Υπενθύμισε εν συνεχεία την πλούσια θεολογική προσφορά της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών στον ελληνικό αλλά και στον διορθόδοξο χώρο, ενώ δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει τόσο τους υφιστάμενους δεσμούς ανάμεσα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Ακαδημία όσο και την βαθύτερη κοινότητα πνεύματος που διακρίνει τους δύο θεσμούς. Τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως Μητέρα Εκκλησία, στηρίζει πνευματικώς κάθε πρωτοπόρα προσπάθεια που συμβάλει και προωθεί το διάλογο της θεολογίας με το σύγχρονο κόσμο, τα προβλήματα και τις προκλήσεις του, ιδιαίτερα όταν αυτή η προσπάθεια συνδυάζει τη θεολογική σπουδή και έρευνα με το εκκλησιαστικό ήθος και βίωμα. Αναφέρθηκε επίσης ο Παναγιώτατος στην αντιφώνησή του στο πρόσφατο συνέδριο της Ακαδημίας για τους χριστιανούς στη Μέση Ανατολή το οποίο και χαρακτήρισε ως «πρόδρομο» της Συνάξεως των Ορθοδόξων Πατριαρχών και Προκαθημένων της Ανατολής που με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα λάβει χώρα στο Φανάρι τέλος Αυγούστου-αρχές Σεπτεμβρίου. Μοιράστηκε ακόμη με τους παρευρισκόμενους ο Παναγιώτατος την ελπίδα και προσμονή του πως σύντομα θα επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, προσβλέποντας στην μελλοντική της συνεργασία με την Ακαδημία του Βόλου. Επαίνεσε δε τον Σεβ. Δημητριάδος και τα στελέχη της Ακαδημίας για την προσήλωση τους στο ανανεωτικό θεολογικό όραμα που υπηρετούν, αντιπαρερχόμενοι σεμνοπρεπώς τις επιθέσεις των ακραίων συντηρητικών κύκλων, των ίδιων κύκλων που έχουν μονίμως στο στόχαστρό τους το έργο και τις δράσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και ανανέωσε την στήριξη και την εμπιστοσύνη που το Πατριαρχείο και ο ίδιος προσωπικώς παρέχουν στην Ακαδημία, επευλογώντας το έργο της στο οποίο στηρίζονται πολλές και χρηστές ελπίδες.
Στη συνέχεια ο λόγος εδόθη στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη (Ζηζιούλα), ο οποίος επανειλημμένως παρευρέθη σε συνέδρια της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών ως ομιλητής και προς τιμήν του οποίου η Ακαδημία θα διοργανώσει ειδική τελετή (υποδοχή ως εταίρου) και διεθνές συνέδριο τον ερχόμενο Οκτώβριο (28-30, 2011). Ο Σεβ. Περγάμου, αφού επαίνεσε το ανανεωτικό θεολογικό έργο της Ακαδημίας και εξέφρασε την πεποίθηση του ότι η προσφορά της θα καταγραφεί και θα εκτιμηθεί από τον ιστορικό του μέλλοντος, αναφέρθηκε στο σημαντικό ρόλο που καλείται να παίξει η Ορθοδοξία στον 21ο αιώνα, ενάντια στις τάσεις εσωστρέφειας και περιχαράκωσης, απαντώντας θεολογικά στα ποικίλα και επείγοντα σύγχρονα ερωτήματα και προκλήσεις, όπως για παράδειγμα αυτά της βιοηθικής. Κατά τον Σεβ. Περγάμου, η ορθόδοξη θεολογία, θεολογία οικουμενική και καθολική, δεν πρέπει να φοβάται το διάλογο, αλλά να διαλέγεται με παρρησία, προσφέροντας το δυναμικό και προφητικό της λόγο. Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, τόνισε ο Σεβ. Περγάμου κ. Ιωάννης, παρά την πολεμική που δέχεται, με τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις της έχει αποδείξει ότι αυτό είναι όχι μόνο αναγκαίο αλλά και εφικτό, ιδιαίτερα όταν αυτοί που υπηρετούν τη Θεολογία και την Εκκλησία του Χριστού έχουν πίστη, όραμα, βαθιά γνώση της βιβλικής και πατερικής παράδοσης και διάθεση να αρθρώσουν θεολογικό λόγο σύγχρονο και ανανεωτικό. Και το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι εν προκειμένω ο πιο φυσικός χώρος υποδοχής μιας τέτοιας θεολογίας, γιατί το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελεί την ενσάρκωση της οικουμενικότητας και καθολικότητας, ζει με το διάλογο γιατί αυτή είναι η φύση και η διακονία του. Και αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο η Ακαδημία του Βόλου συναντάται με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δίνει ελπίδες για την υπέρβαση της κρίσης που χαρακτηρίζει την ορθόδοξη θεολογία τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ορθόδοξο χώρο ευρύτερα.
Στο τέλος της συνάντησης μετά την εγκάρδια συζήτηση που ακολούθησε τις επίσημες προσφωνήσεις, αντηλλάγησαν δώρα μεταξύ της Ακαδημίας και του Παναγιωτάτου, ενώ οι επιστημονικοί συνεργάτες και τα μέλη του Δ. Σ. παρέδωσαν στον Παναγιώτατο και στους συνοδικούς αρχιερείς βιβλία και δημοσιεύματά τους. Χαρίστηκε επίσης στον Παναγιώτατο υδατογραφία της κ. Βάσως Γώγου (από την επιμορφωτική ομάδα της Ακαδημίας) με θέμα τον Άγγελο Κυρίου, πρωτότυπο έργο από το υλικό που χρησιμοποιήθηκε για τη διακόσμηση του βιβλίου Θρησκευτικών της Β΄ Γυμνασίου.