Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Ωρα του λαλείν

Είναι γεγονός πασίδηλο ότι η χώρα µας διέρχεται τη µεγαλύτερη µεταπολεµικώς κρίση, και, δυστυχώς, οσηµέραι βυθίζεται όλο και περισσότερο στο τέλµα. Η κρίση είναι γενικευµένη. Είναι πρωτίστως κρίση οικονοµική, αλλά ταυτοχρόνως κρίση κοινωνική, κρίση αξιών και θεσµών.
Την ίδια ώρα, στην ευρύτερη περιοχή µας, επιχειρούνται κινήσεις που µπορεί να δηµιουργήσουν ευρύτερες γεωπολιτικές ανακατατάξεις και, συνεπώς, απαιτούν συνεχή εγρήγορση και επιδέξιους χειρισµούς από την πλευρά µας. Μέσα σε αυτήν την περιρρέουσα ατµόσφαιρα, σύµφωνα µε όσα επιτάσσουν οι κανόνες της Εκκλησίας, αλλά και οι νόµοι της Πολιτείας, συνέρχεται στην τακτική ετήσια συνέλευσή της, η Ι. Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η ανώτατη δηλ. εκκλησιαστική αρχή, το σώµα όλων των εν ενεργεία Μητροπολιτών. Και διαπορεί κανείς, όταν διαπιστώνει, ότι στα θέµατα της τρισέλιδης ηµερήσιας διατάξεως του ανώτατου αυτού διοικητικού οργάνου της Εκκλησίας µας, δεν περιλαµβάνεται τίποτε απολύτως που να έχει σχέση µε την κρίση που διέρχεται η κοινωνία µας. Αλλά δεν εκπλήσσεται! ∆ιότι η διοίκηση της Εκκλησίας, το τελευταίο διάστηµα, είναι απούσα από τις εξελίξεις. ∆εν έχει αρθρώσει λόγο, λόγο ουσιαστικό. ∆εν αρκούν οι διδακτικοί και παραµυθητικοί λόγοι, ούτε τα συσσίτια και γενικώς οι φιλανθρωπίες. ∆εν είναι πλέον η ώρα του σιγάν, έχει έρθει η ώρα του λαλείν. Προφανώς η διοίκηση της Εκκλησίας έχει κάνει κάποιες θεµελιώδεις επιλογές. Προτιµά να τηρεί ήπιους τόνους, να συστήνει υποµονή και καρτερία στο ποίµνιο, παραλλήλως όµως να διαπραγµατεύεται επιτηδείως µε την Πολιτεία και την εκάστοτε κυβέρνηση τη διατήρηση των κεκτηµένων της. Πρόσφατα χαρακτηριστικά παραδείγµατα, η εξαίρεση της Εκκλησίας και από τον φόρο για τα ακίνητα, που περιορίσθηκε τελικώς µόνον στους χώρους λατρείας, όσο και στο θέµα των νέων προσλήψεων... Και όµως! Ο πιστός λαός, που, ας µην έχουµε καµιά αµφιβολία, είναι πολύ περισσότερος από εκείνον που τακτικώς εκκλησιάζεται, και είναι εκείνος που, καίτοι δεν έχει σχέσεις µε τη διοικούσα Εκκλησία, βαθύτατα θρησκεύει, αναµένει και απαιτεί από την Εκκλησία του να δώσει εκείνη το παράδειγµα. Και το παράδειγµα θα ήταν να αρνηθεί την εξαίρεση και να προθυµοποιηθεί, πρώτη εκείνη, να συµβάλει στα βάρη που καλείται να καταβάλλει, δικαίως ή αδίκως, ακόµα και ο άνεργος και ο συνταξιούχος, ο µισθωτός και ο µεροκαµατιάρης, όλος ο χειµαζόµενος λαός µας. Εχω και άλλοτε υποστηρίξει και θα το επαναλάβω µε την ευκαιρία αυτή: Η Εκκλησία µακροπροθέσµως έχει όφελος να διαρρήξει αυτή πρώτη τις σχέσεις της µε την Πολιτεία, να απελευθερωθεί από τον ασφυκτικό και ενδεχοµένως θανατηφόρο εναγκαλισµό της, να πετάξει το δεκανίκι της κρατικής εξουσίας. Και να προέλθει ελευθέρως η ίδια σε αναδιάρθρωση τόσο των διοικητικών της δοµών, όσο και του τρόπου επιλογής του πάσης φύσεως προσωπικού της, εντάσσοντας οργανικά στη διοίκηση και τα λαϊκά µέλη της, που µαζί µε τον κλήρο είναι αναπόσπαστο µέρος του σώµατός Της. Σε αντίθετη περίπτωση, δεν θα πρέπει να θεωρείται απίθανο, ότι θα έρθει σύντοµα αντιµέτωπη µε αλλαγές, που θα της επιβληθούν έξωθεν και ίσως όχι µε ήπιο τρόπο. Ηδη τέθηκε το θέµα της µισθοδοσίας του κλήρου. Ηδη τέθηκε το θέµα της φορολογίας των ακινήτων. Εκκρεµεί ακόµη το θέµα της διαφιλονικούµενης µοναστηριακής περιουσίας. ∆εν θα αργήσουν να τεθούν, µέσα στη δηλητηριασµένη περιρρέουσα ατµόσφαιρα, ζητήµατα όπως το θέµα της εργασιακής εφεδρείας και για τους Εφηµερίους, µε το σκεπτικό πόσους Εφηµερίους χρειάζεται ένας ναός, και τι θα γίνει αν έχει πέντε, έξι ή οκτώ ταυτοχρόνως; Και πόσους εκκλησιαστικούς υπαλλήλους οφείλει να µισθοδοτεί το κράτος, όταν υπάρχουν και οι εκκλησιαστικοί υπάλληλοι που µισθοδοτούνται απευθείας από τα χιλιάδες νοµικά πρόσωπα της Εκκλησίας; Μήπως χρειάζεται να συγχωνευθούν και Eνορίες, όπως σχολεία και νοσοκοµεία, ή πόσες Μητροπόλεις αναγκαιούν, αφού όλα αυτά τα µορφώµατα είναι νοµικά πρόσωπα δηµόσιου δικαίου, δηλ. ανήκουν στον ευρύτερο δηµόσιο τοµέα, και, άρα, καλύπτονται από τον κρατικό προϋπολογισµό... Η διοικούσα Εκκλησία δεν µπορεί να µη διαβλέπει αυτά που µόλις αναφέρθηκαν. Και κάνει προφανώς τις επιλογές της. ∆εν επιθυµεί να δυσαρεστήσει κανέναν από τους κρατούντες. Τηρεί σιγή και συστήνει καρτερία και αποφυγή πανικού στο πλήρωµα της Εκκλησίας... Θεωρώ ότι η πολιτική αυτή επιλογή είναι κοντόφθαλµη και είναι δυνατόν µακροπρόθεσµα να οδηγήσει σε απρόβλεπτες εξελίξεις. Επειδή, όµως, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, ευελπιστώ ότι στη σύνθεση της Ιεραρχίας µετέχουν και πολλοί Αρχιερείς, οι οποίοι δεν επαναπαύονται στην ασφάλεια του σήµερα και φύσει και θέσει είναι ανήσυχοι για τις γενικότερες εξελίξεις που αφορούν στη χώρα µας. Ισως αυτοί, έστω την τελευταία στιγµή, θελήσουν να ανατρέψουν το κλίµα και να φέρουν προς συζήτηση ενώπιον της Ιεραρχίας, εκτός ηµερήσιας διατάξεως, καθ’ ο έχουν δικαίωµα επί τακτικής συνόδου, τα ζέοντα και πραγµατικά ζητήµατα που απασχολούν τον λαό µας και εποµένως και το πλήρωµα της Εκκλησίας µας. Και ίσως τότε, επιτέλους, η Εκκλησία αρθρώσει υπεύθυνο λόγο... Ο κ. Ιωάννης Μ. Κονιδάρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...