«Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ…» (Λουκ. β΄,11)
Τέκνα τοῦ Γεννηθέντος Σωτῆρος Χριστοῦ, ἀγαπητά καί περιπόθητα!
Χαρμόσυνο καί ἀφυπνιστικό ἀκούσθηκε τή νύχτα τῆς Γεννήσεως τό λυτρωτικό μήνυμα ἀπό τά χείλη τῶν ἀγγέλων. «Ἰδού γάρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην ἥτις ἔσται παντί τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ…» (Λουκ. β΄, 10-11).
Οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ἀνήγγειλαν στούς ποιμένες καί σέ ὅλο
τόν κόσμο βέβαια, ὅτι ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου γιά νά ἐκπληρωθοῦν οἱ λόγοι τῶν προφητῶν τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλά καί οἱ χρησμοί ὅλων τῶν λαῶν τῆς γῆς, οἱ ὁποῖοι περίμεναν μέ ἀγωνία τόν Λυτρωτή καί Σωτῆρα ὅλου τοῦ κόσμου. Kυριαρχοῦσε ὁ πόθος γιά μιά ἀλλαγή καί λύτρωσι.
τόν κόσμο βέβαια, ὅτι ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου γιά νά ἐκπληρωθοῦν οἱ λόγοι τῶν προφητῶν τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλά καί οἱ χρησμοί ὅλων τῶν λαῶν τῆς γῆς, οἱ ὁποῖοι περίμεναν μέ ἀγωνία τόν Λυτρωτή καί Σωτῆρα ὅλου τοῦ κόσμου. Kυριαρχοῦσε ὁ πόθος γιά μιά ἀλλαγή καί λύτρωσι.
Ἀπό παντοῦ ἐκφραζόταν ἡ ἐλπίδα ὅτι θά ἔλθῃ ὁ δυνατός, ὁ σοφός, ὁ ἅγιος ὁ ὁποῖος θά συντρίψῃ τό κακό, θά φωτίσῃ τόν κόσμο καί θά ἀπαλλάξῃ τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τά δεινά πού τήν μάστιζαν, θά τήν ἐλευθερώσῃ ἀπό τήν ἄβυσσο στήν ὁποία τήν κατεκρήμνισε ἡ ἀποστασία.
Πολλοί θέλησαν εἴτε μέ τήν φιλοσοφία τους, εἴτε μέ τήν ἐπιστήμη τους, εἴτε μέ τήν ψευτοθεότητά τους καί τόσα ἄλλα, νά σώσουν τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τήν κατάπτωσι καί τή φθορά ἀλλά δέν τό κατόρθωσαν.
«Ἧλθε ὅμως τό πλήρωμα τοῦ χρόνου… καί ὁ Θεός Πατήρ ἐξαπέστειλε τόν Υἱόν Αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός..» (Γαλ. δ΄, 4).
Ὁ ἄπειρος Θεός, ὁ Δημιουργός τῶν πάντων, ὁ Ἕνας τῆς Ἁγίας Τριάδος, μέσα ἀπό τά πανάγια σπλάχνα τῆς Παναγίας κόρης τῆς Ναζαρέτ, Μαριάμ, γεννήθηκε ὡς βρέφος ἀδύναμο στή μικρή πόλι τῆς Ἰουδαίας, τή Βηθλεέμ.
Ἐκείνη τή νύχτα τῆς Γεννήσεως ἔληξε τό δράμα τῆς ἀνθρωπότητος, οἱ χιλιετίες τῆς ἀναμονῆς ἔφθασαν στό τέλος τους.
Αὐτή ἡ φανέρωσι τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο μας καί στή ζωή μας, ἡ άληθινή καί πραγματική εἰσαγωγή του ὡς ἀνθρώπου στήν οἰκουμένη (Ἑβρ. ι΄, 6), ἔφερε τή σωτηρία καί τή λύτρωσι τοῦ κόσμου.
Καί τί δέν μᾶς προσέφερε ὁ Κύριος μέ τήν ἐνανθρώπησί Του! Μᾶς ἀπεκάλυψε τήν ἀληθινή πίστι. Μᾶς ἀπεκάλυψε τόν Τριαδικό Θεό μας. «Οἱ ἐν σκότει καί σκιᾷ… εὕρομεν τήν ἀλήθειαν» (δηλ. τήν ἀληθινή πίστι).
Ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἦταν βυθισμένη στήν εἰδωλολατρία. Τά πάντα λατρεύονταν ὡς θεοί, ἐκτός ἀπό τόν ἀληθινό Θεό. Μᾶς χάρισε τό ἀληθινό φῶς καί μᾶς ἔκανε Χριστιανούς. Μᾶς ἐλύτρωσε ἀπό τά δεσμά τοῦ διαβόλου, ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν αἰώνιο θάνατο. Μόνον ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἶπε στόν ἄνθρωπο: «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μάρκ. ζ΄, 47).
Ἦλθε ἀνάμεσά μας καί μᾶς ἔφερε τήν ἀληθινή, τήν μόνιμη εἰρήνη. Ὄχι τήν ἐπιφανειακή, τοῦ κόσμου τήν εἰρήνη. Μᾶς ἔφερε τή δική Του, τήν θεία, τήν ἐσωτερική εἰρήνη, ἀφοῦ μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν ρίζα τῆς ταραχῆς καί τήν πικρία τῆς ἁμαρτίας, συμφιλίωσε τό Θεό μέ τόν ἄνθρωπο, ἕνωσε τόν οὐρανό μέ τή γῆ.
Μᾶς δίδαξε τήν γνησία, τήν καθαρή, τήν ἀνόθευτη ἀγάπη. Ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τήν πραγματική του ἀξία, ἐξύψωσε τή γυναῖκα, ἐτίμησε τό παιδί ὡς ἀγγελική ὕπαρξι, ἐλευθέρωσε τό δοῦλο καί τόν τίμησε ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔδωσε στήν ἕνωσι ἀνδρός καί γυναικός μέσα στήν οἰκογένεια, ἱερό καί μυστηριακό χαρακτῆρα.
Κυρίως ὅμως, ὁ Θεός κατέβηκε μέχρι τόν ἄνθρωπο ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά ὑψωθῇ μέχρι τόν Θεό, ὁ Θεός μετέσχε τῆς δικῆς μας ἀνθρωπίνης φύσεως γιά νά μετάσχῃ ὁ ἄνθρωπος τῆς θείας.
«Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ…»!
Ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν ὅλα αὐτά, μπορεῖ κάποιος νά ἀκούσῃ τόν ἀκατάστατο λογισμό του καί νά ρωτήσῃ: Ἀφοῦ ὁ Χριστός ἔσωσε τόν κόσμο καί τοῦ χάρισε ὅλα αὐτά τά δῶρα, γιατί σήμερα ἡ κοινωνία μας δέν ζῆ τή χαρά, τήν εἰρήνη, τήν εὐτυχία; Γιατί, ἰδιαιτέρως στήν ἐποχή μας τόσο ἔντονα δοκιμάζεται ὁ κόσμος, ἡ πατρίδα μας;
Ἀγαπητοί, ὁ Χριστός μας ἔγινε ἄνθρωπος, μᾶς προσέφερε καί μᾶς προσφέρει τή σωτηρία. Ἐμεῖς ὅμως δέν Τόν πιστέψαμε, δέν Τόν ἀγαπήσαμε, δέν Τόν δεχθήκαμε.
Ἀναζητήσαμε φιλοσοφικά συστήματα, θεωρίες, ἰδεολογίες, ἐπιστημονικές ἀνακαλύψεις γιά νά ἐπιτύχουμε καί νά ἑδραιώσουμε τήν εἰρήνη, τή χαρά, τήν εὐημερία, τήν εὐτυχία. Μόνον μ’ αὐτά ὅμως - καί ἄς τό δεχθοῦμε - ἀποτύχαμε χωρίς Χριστό.
Ἐπιλήσμονες καί ἀγνώμονες, περιφρονοῦμε καί σήμερα τόν Νηπιάσαντα Κύριο, πορευόμαστε μέ ὁδηγό μόνο τό θέλημά μας, ἄν καί λεγόμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Νοθεύσαμε τό δόγμα, ἐκκοσμικεύσαμε τό χριστοκεντρικό μας ἦθος, προδίδουμε τήν ἁγία ἐκκλησιαστική μας παράδοσι, ἀλλοιώνουμε τήν διδαχή τῶν Πατέρων μας, δέν ἐπιτρέπουμε στόν Σωτῆρα Χριστό νά ὁδηγήσῃ τή ζωή μας.
Ὁ νεοπλουτισμός, ὁ ἐγωκεντρισμός, ἡ ἔξαρσι τοῦ συμφέροντος, ἡ ὑποδούλωσι στίς ἡδονές τῆς σαρκός μέχρι τῆς κτηνώδους διαστροφῆς, μᾶς ἀποξένωσαν ἀπό τή χάρι καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ μας.
Τί κρῖμα ἀλήθεια! Αὐτός ὁ κόσμος μας, ὁ πολιτισμένος καί τάχα ἔξυπνος, ἀρνεῖται καί ὑποφέρει, σφαδάζει, συντρίβεται, χάνεται. Καί ζητάει λυτρωτή, σωτῆρα, ὅπως ἡ πρό Χριστοῦ ἀνθρωπότητα.
Ὑπάρχει ἀλήθεια ἐλπίδα σωτηρίας; Δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχει!
Σήμερα Χριστούγεννα, ἅς θελήσουμε νά δεχθοῦμε τήν ἀλήθεια. «Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον, Σωτήρ».
Ἐφ’ ὅσον θά ἐπιμένουμε νά ἀπομακρύνουμε τόν Γεννηθέντα Σωτῆρα ἀπό τήν καρδιά μας, ἀπό τήν οἰκογένειά μας, ἀπό τήν παιδεία μας, ἀπό τήν πατρίδα μας, ρακένδυτοι, ἐξαθλιωμένοι, δοῦλοι τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, θά εἴμαστε καί ὑποτελεῖς στά φοβερά πάθη μας, θά φιλοξενοῦμε πάντοτε μέσα μας τήν ἀγωνία, τή δυστυχία καί τό σπουδαιότερο, θά πορευόμαστε μέ τήν ἁμαρτωλότητά μας στήν αἰώνια ἀπώλεια.
Γι’ αὐτό ὅσο κι ἄν ἡ ζόφωσι τῶν ἡμερῶν μας καί τῶν σκοτισμένων ὑπευθύνων καί ἀνευθύνων θέλει νά ἀποκρύψῃ τό θεῖο Βρέφος ἀπό τούς ἀνθρώπους, θέλει νά σκοτώσῃ τήν πίστι μας, τήν ἀγάπη μας γιά τόν Σωτῆρα μας Χριστό, ἐμεῖς ἄς ἀνοίξωμε τήν καρδιά μας σήμερα, γιά νά γεννηθῇ καί νά μείνῃ μόνιμα μέσα μας.
Ἕνα εἶναι τό σωτήριο φάρμακο: Ἡ προσωπική μας μετάνοια, ἡ συνειδητή μετάνοια ὅλων τῶν Ἑλλήνων, ἡ ἐπιστροφή μας στή Βηθλεέμ.
Ὅπως ἔφερε μέ τήν ἐνανθρώπησί Του ὁ Κύριος τή σωτηρία, ἔτσι καί σήμερα θά φέρῃ καί στήν πατρίδα μας, στήν οἰκογένειά μας, στόν καθένα μας τή λύτρωσι.
Εὔχομαι πατρικά, αὐτά τά Χριστούγεννα νά εἶναι ἀληθινά καί σωτήρια γιά ὅλους μας.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ