Αρχιμ. Εφραίμ Βατοπαιδινού
Για ένα τόσο μεγάλο και σοβαρό θέμα. όπως είναι η αρμονία των ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου και η ψυχική ειρήνη, είναι μάλλον επιβεβλημένο να επιστρέψουμε στους παλαιούς ερευνητές και σοφούς της Πατερικής φιλοσοφίας, οι οποίοι χρησιμοποίησαν ως βάση τις παρατηρήσεις των προγενεστέρων, αρχαίων, κυρίως Ελλήνων, φιλοσόφων. Ιδιαιτέρως όμως, μας μετέφεραν διά των γραπτών κειμένων την δική τους εμπειρία, αφού ανέλυσαν πρακτικά και σε βάθος το ανθρώπινο είναι και έφθασαν οι ίδιοι στο βίωμα της «υπέρ νουν ειρήνης» (βλ. Φιλιπ. 4,7), που έρχεται άνωθεν, όπως αναφέρει ο Κύριος: «ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμἰν» (Ιω. 14-27)·
Κατά τους σοφούς της Πατερικής φιλοσοφίας, οι δυνάμεις της ψυχής είναι τρεις· το λογιστικό, το επιθυμητικό και το θυμικό. Οι βασικές αυτές δυνάμεις της ψυχής λειτουργούν λογικά ή παράλογα, αρμονικά ή όχι, ανάλογα με την γνώση του κάθε άνθρωπου και τις καλές ή κακές επιλογές που κάνει, εφόσον όλοι οι άνθρωποι έχουμε κρίση και συνεχώς την χρησιμοποιούμε στις επιλογές μας. Από την φυσική χρήση των τριών δυνάμεων της ψυχής, που προαναφέραμε, προκύπτει η ψυχική αρμονία και πηγάζει η υπερφυσική ειρήνη, που δίνει μία γαλήνια μορφή στο πρόσωπο, θερμαίνει την καρδία και δίνει προσήνεια, χαρά και γλυκύτητα στην επικοινωνία με τον συνάνθρωπο.
Όταν στρέφουμε το βλέμμα μας σήμερα στην ρουτίνα της καθημερινής μας ζωής, συνήθως ακούμε το γνωστό· ότι η αγάπη δεν διέπει πια τις σχέσεις των ανθρώπων, αλλά μάλλον πλεονάζει η κακία. Μάλιστα κάποιες ανατολικές θρησκείες ανάγουν την κακία σε θεότητα, η οποία αντιμάχεται τον θεό του καλού. Σ’ αυτήν την ουσιαστική κρίση για την ψυχική αρμονία και ειρήνη, που αφορά την ορθή γνώση της λογιστικής δυνάμεως κάθε ψυχής, οι Πατέρες της Εκκλησίας απαντούν ότι το κακό καθ’ εαυτό είναι ανύπαρκτο.
Ολόκληρη η κτίση, ως δημιουργία, όταν γίνει αντικείμενο παρατηρήσεως και μελέτης, μαρτυρεί για το ότι έγινε «καλή λίαν» (βλ. Γέν. 1,31). Τα πάντα στην δημιουργία διέπει «η ανθρωπική αρχή», όπως ορίζουν οι επιστήμονες. Δηλαδή τα πάντα έγιναν για να μπορεί να υπάρξει ο άνθρωπος με την συγκεκριμένη μορφή ζωής, είτε εξετάζει κανείς τον μικρόκοσμο είτε τον μακρόκοσμο οι εποχές, οι βροχοπτώσεις, οι σχετικές με αυτά παραγωγές αγαθών από την γη, τα βασικά συστατικά της ζωής, οι νόμοι που διέπουν το ηλιακό μας σύστημα, οι νύκτες και ημέρες κ.ά. Γι’ αυτό στο σύμπαν δεν υπάρχει κακία, αλλά μάλλον ακολουθούνται νόμοι φυσικοί, που εξυπηρετούν την ζωή μας.
Αν εξετάσουμε, πώς και πότε εμφανίζεται η κακία και πώς επιδρά στις δυνάμεις της ψυχής, τότε θα διαπιστώσουμε ότι η κακία είναι αποκύημα της δυσαρμονίας στις ψυχές μας. Αυτή καταστρέφει την ψυχική ειρήνη του ανθρώπου. Αυτή δημιουργεί δυσάρεστο κλίμα στις σχέσεις του άμεσου κοινωνικού περιβάλλοντος και της οικογενείας και ευρύτερα των οποιονδήποτε άλλων σχέσεων.
Η εμφάνιση της ανυπάρκτου κακίας δεν γίνεται αντιληπτή από άσοφες ψυχές, οι οποίες δεν έχουν εμπειρική γνώση της ειρήνης του Θεού, διότι δεν παρουσιάζεται ως κακία, αλλά ως σοφία και δικαιοσύνη για να απατήσει και πλανέσει την άπειρη ψυχή. Υπάρχουν βέβαια και ψυχές, οι οποίες έχουν τόσο πολύ πλέον αποκτήσει έξη της κακίας, ώστε να χαίρονται, που παραδίδουν τις ψυχικές τους δυνάμεις απευθείας στην υποδούλωσή τους.
Η γνώση του καλού και του κακού, όπως αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη, έχει δοθεί σε κάθε άνθρωπο και κάθε προσωπικότητα ακολουθεί τον δρόμο της επιλέγοντας το ένα ή το άλλο. Βοηθός της λογιστικής δυνάμεως της ψυχής, για την επίγνωση του καλού ή του κακού, έχει δοθεί από τον πανάγαθο πλάστη και Θεό, από μεν κατασκευής του ανθρώπου η συνείδηση, από δε της ενανθρωπήσεώς Του η προσωπικότητα και το φρόνημά Του, το οποίο και ο απόστολος Παύλος παροτρύνει να μιμούμεθα (βλ. Α΄ Κορ. 11,1). Ο Χριστός σε κάθε έκφραση της ζωής Του, ακόμα και στις δυσκολότερες για έναν άνθρωπο, δεν ανταπέδιδε κακό αντί κακού. Αλλά με ειρήνη και πραότητα, αν και ήταν τέλειος άνθρωπος, έδειχνε στην ανθρώπινη φύση μας, πως μπορεί να ομοιωθεί με τον απαθή αόρατο Θεό, ο οποίος είναι πρωτίστως Θεός ειρήνης και αγάπης προς πάντας και ως εκ τούτου και δικαιοσύνης.
Πριν εμφανισθεί ο Θεός, ως άνθρωπος, με τον Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης ενίσχυσε την ταλαιπωρημένη από κακία ανθρώπινη συνείδηση. Αργότερα με την προσωπική Του παρουσία έδειξε ότι μπορούμε να αρνηθούμε την κακία σε όλη της την έκταση και να αγαπήσουμε τον ενάρετο βίο. Επίσης έδειξε ότι είναι θέμα προσωπικής επιλογής, δηλαδή προαιρέσεως, η κάθε ενέργεια του ανθρώπου προς το καλό ή το κακό, εφόσον με την τήρηση της εντολής της αγάπης, αλλά και όλων των περιεκτικών εντολών, «ου κλέψεις, ου φονεύσεις, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου κ.λπ.» (βλ. Δευτ. 4,6-21), προήγαγε ανάμεσα στους ανθρώπους την ειρήνη και την αγάπη.
Την παράβαση των εντολών του Θεού επακολουθεί σύγχυση και ταραχή των ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου. Μετά την κλοπή, την μοιχεία κ.λπ. παρατηρείται διάσπαση της ενότητας και της αγάπης προς το πρόσωπο, που λυπήσαμε, έστω και αν το πρόσωπο αυτό δεν το γνωρίζει. Έτσι συσσωρεύονται ταραχή και παράλογα συναισθήματα στον άνθρωπο, που ενήργησε την κακία. Αν δεν υπάρξει μεταμέλεια και διόρθωση, ο άνθρωπος, που ενεργεί το κακό, φθείρει βαθύτατα την προσωπική του υπόσταση.
Η κακία και η πονηρία σήμερα θεωρούνται από πολλούς εξυπνάδα και τρόπος επιβιώσεως! Όμως πραγματικά έξυπνος και σοφός είναι αυτός που ήδη ζει από την ζωή αυτή μέρος της παραδείσιας ζωής, όπου βασιλεύουν η αγάπη, η ειρήνη και η μακαριότητα· και αυτός είναι ο ενάρετος, ο άγιος.
Ο τρόπος για να πετύχει κανείς την ομαλότητα και την αρμονία των ψυχικών του δυνάμεων και να περάσει ακολούθως, με την Χάρη του Χριστού, στην εμπειρία της «υπέρ νουν ειρήνης», που ο Ίδιος έφερε στην γη, είναι να ζει πάντοτε με βάση τα θεία προστάγματα, επικαλούμενος προς τούτο την θεία συνδρομή και βοήθεια.
[...]. Γενικότερα στην χριστιανική άσκηση, από τους αδαείς δίνεται περισσότερο έμφαση στην κοπιώδη σωματική άσκηση, κυρίως της νηστείας, της αγρυπνίας και των κακοπαθειών, που έχουν σχέση με το σώμα. Στην πραγματικότητα όμως, η χριστιανική άσκηση είναι άσκηση εξυγιάνσεως των εμπαθών εσωτερικών κινήσεων. Ανάλογα δε με την ψυχική και σωματική αντοχή, αλλά και την αντίδραση, που ίσως παρουσιάζεται εξαιτίας των παλαιών κακών συνηθειών, προστίθεται η κατά δύναμιν άσκηση του σώματος. Για να ξεκινήσει κανείς την χριστιανική άσκηση των αρετών, είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσει την ουσιαστική ψυχική βλάβη και διαταραχή, που προήλθε από την υποχώρηση στην ποικιλόμορφη κακία και την παράλογη αμαρτία στην «λίαν καλώς» δημιουργημένη από τον Θεό ψυχή του. Όταν ο άνθρωπος συλλάβει λίγο ή πολύ το πρόβλημα αυτό, επιθυμεί να αλλάξει τρόπο ζωής. Η αλλαγή αυτή στον χώρο της Εκκλησίας ονομάζεται μετάνοια. Μετάνοια δηλαδή είναι η μεταστροφή του νου στην φυσιολογική του θέση και βάση του και η επαναφορά του από τα κάτω και χείριστα προς τον Θεό και τα άριστα.
Η προαίρεση βέβαια για την απώθηση της κακίας από την ψυχή ανήκει στον άνθρωπο. Όμως αυτός που μετανοεί, δεν θα αργήσει να εξακριβώσει, μόνος του, ότι είναι αδύνατο να αντισταθεί με τις πτωχές του δυνάμεις στην δύναμη των αμαρτωλών παθών, που έχουν συσσωρευθεί, όσο καιρό δεν ασχολιόταν με τις αρετές, αλλά με τις αμαρτίες. Και τότε ζητεί από τον Θεό με έμπονη προσευχή την δύναμη να αντιστρατευθεί στις κακές συνήθειες, που απέκτησε. Ο αγώνας αυτός είναι νοερός και πολύ ουσιαστικός για την κάθαρση της ψυχής από την αμαρτία, ώστε ο άνθρωπος να γευθεί την «υπέρ νουν» ειρήνη του Θεού, που εμφανίζεται στην ψυχή όταν μισήσει και βδελυχθεί κάθε μορφής κακία.
(Αρχιμ. Εφραίμ Βατοπαιδινού, Καθηγουμένου Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, «Αθωνική παρουσία», Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 20, Άγ. Όρος 2012, σ. 167-173)
Κατά τους σοφούς της Πατερικής φιλοσοφίας, οι δυνάμεις της ψυχής είναι τρεις· το λογιστικό, το επιθυμητικό και το θυμικό. Οι βασικές αυτές δυνάμεις της ψυχής λειτουργούν λογικά ή παράλογα, αρμονικά ή όχι, ανάλογα με την γνώση του κάθε άνθρωπου και τις καλές ή κακές επιλογές που κάνει, εφόσον όλοι οι άνθρωποι έχουμε κρίση και συνεχώς την χρησιμοποιούμε στις επιλογές μας. Από την φυσική χρήση των τριών δυνάμεων της ψυχής, που προαναφέραμε, προκύπτει η ψυχική αρμονία και πηγάζει η υπερφυσική ειρήνη, που δίνει μία γαλήνια μορφή στο πρόσωπο, θερμαίνει την καρδία και δίνει προσήνεια, χαρά και γλυκύτητα στην επικοινωνία με τον συνάνθρωπο.
Όταν στρέφουμε το βλέμμα μας σήμερα στην ρουτίνα της καθημερινής μας ζωής, συνήθως ακούμε το γνωστό· ότι η αγάπη δεν διέπει πια τις σχέσεις των ανθρώπων, αλλά μάλλον πλεονάζει η κακία. Μάλιστα κάποιες ανατολικές θρησκείες ανάγουν την κακία σε θεότητα, η οποία αντιμάχεται τον θεό του καλού. Σ’ αυτήν την ουσιαστική κρίση για την ψυχική αρμονία και ειρήνη, που αφορά την ορθή γνώση της λογιστικής δυνάμεως κάθε ψυχής, οι Πατέρες της Εκκλησίας απαντούν ότι το κακό καθ’ εαυτό είναι ανύπαρκτο.
Ολόκληρη η κτίση, ως δημιουργία, όταν γίνει αντικείμενο παρατηρήσεως και μελέτης, μαρτυρεί για το ότι έγινε «καλή λίαν» (βλ. Γέν. 1,31). Τα πάντα στην δημιουργία διέπει «η ανθρωπική αρχή», όπως ορίζουν οι επιστήμονες. Δηλαδή τα πάντα έγιναν για να μπορεί να υπάρξει ο άνθρωπος με την συγκεκριμένη μορφή ζωής, είτε εξετάζει κανείς τον μικρόκοσμο είτε τον μακρόκοσμο οι εποχές, οι βροχοπτώσεις, οι σχετικές με αυτά παραγωγές αγαθών από την γη, τα βασικά συστατικά της ζωής, οι νόμοι που διέπουν το ηλιακό μας σύστημα, οι νύκτες και ημέρες κ.ά. Γι’ αυτό στο σύμπαν δεν υπάρχει κακία, αλλά μάλλον ακολουθούνται νόμοι φυσικοί, που εξυπηρετούν την ζωή μας.
Αν εξετάσουμε, πώς και πότε εμφανίζεται η κακία και πώς επιδρά στις δυνάμεις της ψυχής, τότε θα διαπιστώσουμε ότι η κακία είναι αποκύημα της δυσαρμονίας στις ψυχές μας. Αυτή καταστρέφει την ψυχική ειρήνη του ανθρώπου. Αυτή δημιουργεί δυσάρεστο κλίμα στις σχέσεις του άμεσου κοινωνικού περιβάλλοντος και της οικογενείας και ευρύτερα των οποιονδήποτε άλλων σχέσεων.
Η εμφάνιση της ανυπάρκτου κακίας δεν γίνεται αντιληπτή από άσοφες ψυχές, οι οποίες δεν έχουν εμπειρική γνώση της ειρήνης του Θεού, διότι δεν παρουσιάζεται ως κακία, αλλά ως σοφία και δικαιοσύνη για να απατήσει και πλανέσει την άπειρη ψυχή. Υπάρχουν βέβαια και ψυχές, οι οποίες έχουν τόσο πολύ πλέον αποκτήσει έξη της κακίας, ώστε να χαίρονται, που παραδίδουν τις ψυχικές τους δυνάμεις απευθείας στην υποδούλωσή τους.
Η γνώση του καλού και του κακού, όπως αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη, έχει δοθεί σε κάθε άνθρωπο και κάθε προσωπικότητα ακολουθεί τον δρόμο της επιλέγοντας το ένα ή το άλλο. Βοηθός της λογιστικής δυνάμεως της ψυχής, για την επίγνωση του καλού ή του κακού, έχει δοθεί από τον πανάγαθο πλάστη και Θεό, από μεν κατασκευής του ανθρώπου η συνείδηση, από δε της ενανθρωπήσεώς Του η προσωπικότητα και το φρόνημά Του, το οποίο και ο απόστολος Παύλος παροτρύνει να μιμούμεθα (βλ. Α΄ Κορ. 11,1). Ο Χριστός σε κάθε έκφραση της ζωής Του, ακόμα και στις δυσκολότερες για έναν άνθρωπο, δεν ανταπέδιδε κακό αντί κακού. Αλλά με ειρήνη και πραότητα, αν και ήταν τέλειος άνθρωπος, έδειχνε στην ανθρώπινη φύση μας, πως μπορεί να ομοιωθεί με τον απαθή αόρατο Θεό, ο οποίος είναι πρωτίστως Θεός ειρήνης και αγάπης προς πάντας και ως εκ τούτου και δικαιοσύνης.
Πριν εμφανισθεί ο Θεός, ως άνθρωπος, με τον Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης ενίσχυσε την ταλαιπωρημένη από κακία ανθρώπινη συνείδηση. Αργότερα με την προσωπική Του παρουσία έδειξε ότι μπορούμε να αρνηθούμε την κακία σε όλη της την έκταση και να αγαπήσουμε τον ενάρετο βίο. Επίσης έδειξε ότι είναι θέμα προσωπικής επιλογής, δηλαδή προαιρέσεως, η κάθε ενέργεια του ανθρώπου προς το καλό ή το κακό, εφόσον με την τήρηση της εντολής της αγάπης, αλλά και όλων των περιεκτικών εντολών, «ου κλέψεις, ου φονεύσεις, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου κ.λπ.» (βλ. Δευτ. 4,6-21), προήγαγε ανάμεσα στους ανθρώπους την ειρήνη και την αγάπη.
Την παράβαση των εντολών του Θεού επακολουθεί σύγχυση και ταραχή των ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου. Μετά την κλοπή, την μοιχεία κ.λπ. παρατηρείται διάσπαση της ενότητας και της αγάπης προς το πρόσωπο, που λυπήσαμε, έστω και αν το πρόσωπο αυτό δεν το γνωρίζει. Έτσι συσσωρεύονται ταραχή και παράλογα συναισθήματα στον άνθρωπο, που ενήργησε την κακία. Αν δεν υπάρξει μεταμέλεια και διόρθωση, ο άνθρωπος, που ενεργεί το κακό, φθείρει βαθύτατα την προσωπική του υπόσταση.
Η κακία και η πονηρία σήμερα θεωρούνται από πολλούς εξυπνάδα και τρόπος επιβιώσεως! Όμως πραγματικά έξυπνος και σοφός είναι αυτός που ήδη ζει από την ζωή αυτή μέρος της παραδείσιας ζωής, όπου βασιλεύουν η αγάπη, η ειρήνη και η μακαριότητα· και αυτός είναι ο ενάρετος, ο άγιος.
Ο τρόπος για να πετύχει κανείς την ομαλότητα και την αρμονία των ψυχικών του δυνάμεων και να περάσει ακολούθως, με την Χάρη του Χριστού, στην εμπειρία της «υπέρ νουν ειρήνης», που ο Ίδιος έφερε στην γη, είναι να ζει πάντοτε με βάση τα θεία προστάγματα, επικαλούμενος προς τούτο την θεία συνδρομή και βοήθεια.
[...]. Γενικότερα στην χριστιανική άσκηση, από τους αδαείς δίνεται περισσότερο έμφαση στην κοπιώδη σωματική άσκηση, κυρίως της νηστείας, της αγρυπνίας και των κακοπαθειών, που έχουν σχέση με το σώμα. Στην πραγματικότητα όμως, η χριστιανική άσκηση είναι άσκηση εξυγιάνσεως των εμπαθών εσωτερικών κινήσεων. Ανάλογα δε με την ψυχική και σωματική αντοχή, αλλά και την αντίδραση, που ίσως παρουσιάζεται εξαιτίας των παλαιών κακών συνηθειών, προστίθεται η κατά δύναμιν άσκηση του σώματος. Για να ξεκινήσει κανείς την χριστιανική άσκηση των αρετών, είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσει την ουσιαστική ψυχική βλάβη και διαταραχή, που προήλθε από την υποχώρηση στην ποικιλόμορφη κακία και την παράλογη αμαρτία στην «λίαν καλώς» δημιουργημένη από τον Θεό ψυχή του. Όταν ο άνθρωπος συλλάβει λίγο ή πολύ το πρόβλημα αυτό, επιθυμεί να αλλάξει τρόπο ζωής. Η αλλαγή αυτή στον χώρο της Εκκλησίας ονομάζεται μετάνοια. Μετάνοια δηλαδή είναι η μεταστροφή του νου στην φυσιολογική του θέση και βάση του και η επαναφορά του από τα κάτω και χείριστα προς τον Θεό και τα άριστα.
Η προαίρεση βέβαια για την απώθηση της κακίας από την ψυχή ανήκει στον άνθρωπο. Όμως αυτός που μετανοεί, δεν θα αργήσει να εξακριβώσει, μόνος του, ότι είναι αδύνατο να αντισταθεί με τις πτωχές του δυνάμεις στην δύναμη των αμαρτωλών παθών, που έχουν συσσωρευθεί, όσο καιρό δεν ασχολιόταν με τις αρετές, αλλά με τις αμαρτίες. Και τότε ζητεί από τον Θεό με έμπονη προσευχή την δύναμη να αντιστρατευθεί στις κακές συνήθειες, που απέκτησε. Ο αγώνας αυτός είναι νοερός και πολύ ουσιαστικός για την κάθαρση της ψυχής από την αμαρτία, ώστε ο άνθρωπος να γευθεί την «υπέρ νουν» ειρήνη του Θεού, που εμφανίζεται στην ψυχή όταν μισήσει και βδελυχθεί κάθε μορφής κακία.
(Αρχιμ. Εφραίμ Βατοπαιδινού, Καθηγουμένου Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, «Αθωνική παρουσία», Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 20, Άγ. Όρος 2012, σ. 167-173)
fdathanasiou.wordpress.com