Ξεκίνησε σήμερα το 5ο Διεθνές Συνέδριο Ορθοδόξων Ψυχοθεραπευτών, με θέμα «Ψυχοθεραπεία και Ποιμαντική: Αποκαλύψεις της ύπαρξης», το οποίο φιλοξενείται από την Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος,
στο Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας, από 27 έως 30/9/2012.
στο Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας, από 27 έως 30/9/2012.
Στην εναρκτήρια τελετή αναγνώσθηκαν οι Χαιρετισμοί του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίουκαι του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών & Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου. Στον Χαιρετισμό του ο Παναγιώτατος, μεταξύ άλλων, σημείωσε: «Η Επιστήμη δεν ημπορεί να υποκαταστήση την Εκκλησίαν. Αι επιστημονικαί γνώσεις δεν ημπορούν να υποκαταστήσουν την Χάριν του Αγίου Πνεύματος, ήτις έρχεται εις τον άνθρωπον διά του αδιαλείπτου πνευματικού αγώνος και διά των Μυστηρίων της Εκκλησίας μας και τον αναγεννά ψυχικώς. Το άνοιγμα και η εμπιστοσύνη του ψυχικώς πάσχοντος εις τον ψυχοθεραπευτήν δεν ημπορή να υποκαταστήση την εξομολόγησιν, ήτις παρέχει εις αυτόν όχι μόνον μίαν προσωρινήν ψυχικήν ανακούφισιν, διά της εξαγορεύσεως των αμαρτιών ή των προβλημάτων του, αλλά την οριστικήν απαλλαγήν εξ αυτών, εάν βεβαίως πραγματοποιείται με ειλικρινή μετάνοιαν, ήτοι αλλαγήν νοός... Επιστημονική βοήθεια ήτις παρέχεται χωρίς την συναίσθησιν ότι ο άνθρωπος αποτελεί ψυχοσωματικήν οντότητα και κατοικητήριον του Αγίου Πνεύματος και ότι πρέπει να καθαρθή διά να έθη εντός αυτού και να σκηνώση ο μόνος αληθής και αγαθός Παράκλητος, δεν δύναται μόνη να επιβοηθήση τον άνθρωπον όστις εμπιστεύεται έναν επιστήμονα. Ο συνδυασμός της επιστημονικής γνώσεως προς την πνευματική ζωήν της Εκκλησίας, δύναται να επιφέρει σημαντικά αποτελέσματα...»
Στον Χαιρετισμό του ο Μακαριώτατος κ. Ιερώνυμος επεσήμανε:«Ἠταν πάντοτε πεποίθησή μας πως, όταν πρόκειται για θέματα που αφορούν τη διακονία του ανθρώπου σε ζητήματα που η Εκκλησία έχει καθήκον να μεριμνήσει παντί τρόπω και σθένει και συγχρόνως, η επιστήμη προβληματίζεται για τα ίδια ζητήματα σοβαρά και υπεύθυνα, τότε ο ειλικρινής και απροκατάληπτος διάλογος και η μετά λόγου γνώσεως συνεργασία αποτελούν καθήκον και αναγκαιότητα. Και είναι αυτής ποιότητας ο διάλογος προαπαιτούμενο για τη γόνιμη συνάντηση της επιστήμης που καλείται να «εκκλησιαστεί» με την Εκκλησία, που καλείται να προσλάβει τον κόσμο και να τον μεταμορφώσει...»
Ακολούθησε ο Χαιρετισμός του Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου, ο οποίος σημείωσε τα εξής: «Έχοντας απέναντί της έναν άνθρωπο, διαφορετικό από εκείνον του μεσαιωνικού κοσμοειδώλου, η ποιμαίνουσα Εκκλησία καλείται να συναντήσει και συγχωρήσει τον άνθρωπο που είναι εγκλωβισμένος στα πιεστικά δεσμά μιας αγχωτικής, συχνά πλασματικής, πραγματικότητας, η οποία του γεννά πολλές ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, του δημιουργεί ενοχές και ψυχολογικά τραύματα, που όχι μόνο είναι συχνά πρωτόγνωρα, αλλά απαιτούν εξειδικευμένη αντιμετώπιση. Αυτό το νέο μοντέλο ανθρωπολογικής διαμεσολάβησης, όπως προσφέρεται από το χώρο των επιστημών της ψυχικής υγείας, είναι που το ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας οφείλει να γνωρίσει και να οικειοποιηθεί, αν θέλει να εξακολουθεί να παίζει κάποιο, μάλιστα σημαντικό, ρόλο στην ζωή του ανθρώπου και της κοινωνίας, και όχι απλά και μόνο να νομίζει ότι παίζει.
Επομένως, εάν ο άνθρωπος βρίσκεται σήμερα, όπως φαίνεται, στο επίκεντρο του προβληματισμού του θεολογικού λόγου αλλά και της ποιμαντικής πράξης, καθίσταται επιβεβλημένη ανάγκη, ειδικά σε καιρούς χαλεπούς, η στενή συνάντηση και συνεργασία της ποιμαντικής θεολογίας με τις επιστήμες του ανθρώπου, και ειδικά την ψυχολογία, την ψυχανάλυση, την ψυχοθεραπεία κλπ. Κατανοώντας ότι ο άνθρωπος ζει πλέον σε έναν κόσμο, όπου οι συνθήκες είναι τελείως διαφορετικές απ' ότι παλαιότερα, ζητήματα που παλαιότερα εθεωρούντο ξένα, αδιάφορα ή ακόμη και "ταμπού" για την ποιμαντική πράξη (όπως λ.χ. ο έρωτας και η σεξουαλικότητα) ή ποικίλα καινούργια προβλήματα, που αναφύονται μέσα στο οικογενειακό, εργασιακό και άλλο περιβάλλον και αφορούν στις διαπροσωπικές σχέσεις, στο νόημα της ζωής, τα βιώματα των ανθρώπων δεν μπορούν πλέον να αφήνουν απαθείς τους ποιμένες μας, εάν επιθυμούμε να διακονήσουμε τον συγκεκριμένο άνθρωπο, να σηκώσουμε το σταυρό του, στην πράξη και όχι απλά στα όμορφα λόγια, προκειμένου να τον βοηθήσουμε να επανακτήσει την εσωτερική του ισορροπία και την αρμόζουσα θέση του στον κοινωνικό περίγυρο. Η ποιμαντική πράξη της Εκκλησίας μας οφείλει, εμπνεόμενη τελικά από τα διδάγματα και τις κατακτήσεις της θεολογικής αναγέννησης (γεγονός που δεν έχει συντελεστεί ακόμη στο βαθμό που θα μπορούσε) να αναπτύξει μια προσωποκεντρική ποιμαντική θεώρηση του ανθρώπου, όπου ο άλλος θα αντιμετωπίζεται πέραν των συχνά διαιρετικών ιδιοτήτων του φύλου, της φυλής, της τάξης κλπ., πέραν των κατηγοριών του αμαρτωλού και του καθαρού, που συχνά φορτώνουν τους πιστούς μας με ανυπέρβλητα ψυχολογικά τραύματα και εμπόδια. Αυτή η ποιμαντική πρακτική θα τον αντιμετωπίζει, λοιπόν, ως μοναδικό και ανεπανάληπτο πρόσωπο, απέναντι στο οποίο ο ποιμένας έχει απόλυτη ευθύνη και ρόλο να διαδραματίσει, ζητώντας ή απαιτώντας συχνά και την αρωγή των ψυχοθεραπευτών...»
Επομένως, εάν ο άνθρωπος βρίσκεται σήμερα, όπως φαίνεται, στο επίκεντρο του προβληματισμού του θεολογικού λόγου αλλά και της ποιμαντικής πράξης, καθίσταται επιβεβλημένη ανάγκη, ειδικά σε καιρούς χαλεπούς, η στενή συνάντηση και συνεργασία της ποιμαντικής θεολογίας με τις επιστήμες του ανθρώπου, και ειδικά την ψυχολογία, την ψυχανάλυση, την ψυχοθεραπεία κλπ. Κατανοώντας ότι ο άνθρωπος ζει πλέον σε έναν κόσμο, όπου οι συνθήκες είναι τελείως διαφορετικές απ' ότι παλαιότερα, ζητήματα που παλαιότερα εθεωρούντο ξένα, αδιάφορα ή ακόμη και "ταμπού" για την ποιμαντική πράξη (όπως λ.χ. ο έρωτας και η σεξουαλικότητα) ή ποικίλα καινούργια προβλήματα, που αναφύονται μέσα στο οικογενειακό, εργασιακό και άλλο περιβάλλον και αφορούν στις διαπροσωπικές σχέσεις, στο νόημα της ζωής, τα βιώματα των ανθρώπων δεν μπορούν πλέον να αφήνουν απαθείς τους ποιμένες μας, εάν επιθυμούμε να διακονήσουμε τον συγκεκριμένο άνθρωπο, να σηκώσουμε το σταυρό του, στην πράξη και όχι απλά στα όμορφα λόγια, προκειμένου να τον βοηθήσουμε να επανακτήσει την εσωτερική του ισορροπία και την αρμόζουσα θέση του στον κοινωνικό περίγυρο. Η ποιμαντική πράξη της Εκκλησίας μας οφείλει, εμπνεόμενη τελικά από τα διδάγματα και τις κατακτήσεις της θεολογικής αναγέννησης (γεγονός που δεν έχει συντελεστεί ακόμη στο βαθμό που θα μπορούσε) να αναπτύξει μια προσωποκεντρική ποιμαντική θεώρηση του ανθρώπου, όπου ο άλλος θα αντιμετωπίζεται πέραν των συχνά διαιρετικών ιδιοτήτων του φύλου, της φυλής, της τάξης κλπ., πέραν των κατηγοριών του αμαρτωλού και του καθαρού, που συχνά φορτώνουν τους πιστούς μας με ανυπέρβλητα ψυχολογικά τραύματα και εμπόδια. Αυτή η ποιμαντική πρακτική θα τον αντιμετωπίζει, λοιπόν, ως μοναδικό και ανεπανάληπτο πρόσωπο, απέναντι στο οποίο ο ποιμένας έχει απόλυτη ευθύνη και ρόλο να διαδραματίσει, ζητώντας ή απαιτώντας συχνά και την αρωγή των ψυχοθεραπευτών...»
Το Συνέδριο χαιρέτισαν, επίσης, ο Δήμαρχος Βόλου κ. Πάνος Σκοτινιώτης, ο Πρόεδρος της Ψυχιατρικές Εταιρείας Ελλάδος, Καθηγητής του Α.Π.Θ. κ. Ιωάννης Γκιουζέπας, ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Γεώργιος Κλεφτάρας, καθώς επίσης και εκπρόσωποι της Ελληνικής Εταιρείας Συστημικής Ψυχοθεραπείας και της Ελληνικής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας.
Τις εργασίες του Συνεδρίου άνοιξε ο Πρόεδρος κ. Δημήτριος Καραγιάννης, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τόνισε: «Η Ορθόδοξη αναφορά μας αποκλείει όλες τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς στο να αντικρίζουμε κάθε άνθρωπο, οποιοδήποτε άνθρωπο, ως όντως ιερό πρόσωπο, δημιούργημα ενός προσωπικού Θεού. Η Ορθόδοξη αναφορά μας θεωρεί την ελευθερία του ανθρώπου να διαχειριστεί τη ζωή του, ως βασικό δεδομένο στη σχέση μας με τους θεραπευόμενούς μας. Η αναγκαιότητα της αρμονίας των ανθρωπίνων σχέσεων πραγματοποιείται σε μια διεργασία σεβασμού, αγάπης και ευχαριστίας. Η Ορθόδοξη αναφορά μας σχετίζεται με την δική μας ανεπάρκεια να αγαπούμε, όπως και όσο δικαιούμαστε. Σχετίζεται με την επιθυμία της υπέρβασης της βιολογικής υπόστασης και την απελευθέρωσή της. Η Ορθόδοξη αναφορά μας αφορά την δημιουργική πνοή που νιώθουμε στην ψυχοθεραπευτική επιστημονική εργασία μας, όταν κάποιες φορές επιτρέπουμε να γινόμαστε καλοί αγωγοί της Χάρης...».
Τις εργασίες του Συνεδρίου άνοιξε ο Πρόεδρος κ. Δημήτριος Καραγιάννης, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τόνισε: «Η Ορθόδοξη αναφορά μας αποκλείει όλες τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς στο να αντικρίζουμε κάθε άνθρωπο, οποιοδήποτε άνθρωπο, ως όντως ιερό πρόσωπο, δημιούργημα ενός προσωπικού Θεού. Η Ορθόδοξη αναφορά μας θεωρεί την ελευθερία του ανθρώπου να διαχειριστεί τη ζωή του, ως βασικό δεδομένο στη σχέση μας με τους θεραπευόμενούς μας. Η αναγκαιότητα της αρμονίας των ανθρωπίνων σχέσεων πραγματοποιείται σε μια διεργασία σεβασμού, αγάπης και ευχαριστίας. Η Ορθόδοξη αναφορά μας σχετίζεται με την δική μας ανεπάρκεια να αγαπούμε, όπως και όσο δικαιούμαστε. Σχετίζεται με την επιθυμία της υπέρβασης της βιολογικής υπόστασης και την απελευθέρωσή της. Η Ορθόδοξη αναφορά μας αφορά την δημιουργική πνοή που νιώθουμε στην ψυχοθεραπευτική επιστημονική εργασία μας, όταν κάποιες φορές επιτρέπουμε να γινόμαστε καλοί αγωγοί της Χάρης...».
Για να διαβάστε τους χαιρετισμούς πατήστε αντίστοιχα παρακάτω:
Τέλος , για να δείτε το πρόγραμμα, πατήστε εδώ.