Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Η «Χρυσή Αυγή» και οι πρόσφυγες του ‘22

Του Βλάση Αγτζίδη, Ιστορικού
Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά φαινόμενα της εποχής που βιώνει η σημερινή Ελλάδα είναι η εμφάνιση –για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία- ενός νεοναζιστικού κόμματος, το οποίο επιχειρεί να καλύψει υπαρκτά κενά καλλιεργώντας ένα νέο λαϊκισμό, βασισμένο σε πρωτόγονα ένστικτα, καλύπτοντας τη νεοναζιστική ιδεολογική του προέλευση –όπως προκύπτει από τα βασικά αρχικά κείμενα της οργάνωσης. Παράλληλα, προέρχεται από τον πιο σκληρό αντιπροσφυγικό και τουρκοφιλικό πυρήνα της (Επίστρατοι, Λαϊκό Κόμμα-Μοναρχία, Μεταξάς, Χούντα), που είχε εμφανιστεί στην Ελλάδα από την εποχή του Διχασμού.
Η παρουσία και η εδραίωση του νεοναζιστικού κόμματος στα πολιτικά πράγματα,  ευνοείται από:
-την οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας,
-την ύπαρξη ενός κλεπτοκρατικού πολιτικού συστήματος,
-το λαϊκισμό των μεταπολιτευτικών δυνάμεων που ιδιοτελώς εκμεταλλεύτηκαν τον πόθο του ελληνικού λαού για οικονομική και πολιτική αλλαγή,
-την ανυπαρξία αξιόλογων και αξιόπιστων ισχυρών οικονομικών στρωμάτων,
-την ενσωμάτωση μεγάλου μέρους της Αριστεράς στο μεταπολιτευτικό σύστημα και την αποκοπή της από τις λαϊκές ανάγκες και ανησυχίες,
-τις ανεπάρκειες της Ευρώπης να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες της ευρωπαϊκής περιφέρειας.

Η «Χρυσή Αυγή», οι Ναζί και ο Αδόλφος Χίτλερ
Ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία που διαφοροποιεί τη «Χρυσή Αυγή» από τα παραδοσιακά ακροδεξιά σχήματα, είναι οι ιδεολογικές της αναφορές στη ναζιστική Γερμανία, σε επιφανείς ναζί αλλά και στον Αδόλφο Χίτλερ. Στα βασικά κείμενα του Μιχαλολιάκου που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό της οργάνωσης σε ανύποπτες εποχές προβάλλουν φυσικά και αβίαστα οι ιδεολογικές βάσεις της οργάνωσης. Τα στοιχεία αυτά έχουν ήδη δημοσιευτεί στο διαδίκτυο, έχουν τύχει ευρύτατης δημοσιότητας, έχουν προκαλέσει μεγάλες συζητήσεις  και έχουν αποκαλύψει την πραγματική φύση της «Χρυσής Αυγής».

Αποκαλυπτικό είναι ένα εξώφυλλο του περιοδικού τους (Ιούλιος 1991) που βασίζεται σε μια «ηρωική» ναζιστική αφίσα εποχής, όπου  ο νεαρός των SS φορώντας περιβραχιόνιο με τη σβάστικα σαλπίζει με μια σάλπιγγα από την οποία κρέμεται μια σημαία με τη σβάστικα, υπό το παγερό βλέμμα του κλασικού ναζιστικού αετού.

Επίσης, το βασικό σύμβολο της «Χρυσής Αυγής» πριν την καταχρηστική προβολή του αρχαιοελληνικού μαίανδρου ήταν το «Wolfsangel», ένα από τα βασικά ναζιστικά σύμβολα που δημιούργησε
 ο γενικός αρχηγός των SS Heinrich Himmler για να χρησιμοποιηθεί ως σύμβολο της μυστικής παραστρατιωτικής οργάνωσης «Werwolf».

Ο θρήνος του Μιχαλολιάκου και της οργάνωσής του για την ήττα των Ναζί το 1945 έχει αποτυπωθεί με πολύ συγκεκριμένα άρθρα στο περιοδικό τους, όπως και οι τελικοί τους στόχοι. Χαρακτηριστικό είναι το σχήμα με το οποίο προσεγγίζει τον Αδόλφο Χίτλερ. Τον θεωρεί ως τον προφήτη ενός νέου κόσμου που θα έρθει με όχημα «αυτούς», δηλαδή τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι αγωνιζόμενοι για τη «Νέα Τάξη Πραγμάτων» θα πραγματώνουν το όραμα του Αδόλφου Χίτλερ (Ιανουάριος 1987). Όσον αφορά τη ναζιστική επίθεση κατά της Ελλάδας, στα αφιερώματα που κάνουν καταγγέλλουν κυρίως την«αγγλόδουλη και σιωνιστική» πολιτική της Ελλάδας, καθώς και την μη ανταπόκρισή της στις γερμανικές προτάσεις ουδετερότητας, τονίζουν τη «φιλεύσπλαχνη» στάση των Γερμανών κατακτητών και εμμέσως αιτιολογούν με πονηριά τα εγκλήματα που προκάλεσαν κατά του άμαχου πληθυσμού ως«Κατακτητές ήταν, πόλεμο είχαμε, ήταν επόμενο να συμβούν όλα αυτά».
Μια ακραία στάση των ηγετών της οργάνωσης είναι η πρόσληψη της ναζιστική ήττας του 1945 από τους συμμάχους. Η ήττα αυτή θεωρείται και ήττα της «Χρυσής Αυγής». Όταν αναφέρονται στην χρονιά αυτή χρησιμοποιούν τον όρο «μοιραίο 1945» για να περιγράψουν την ήττα του Χίτλερ. Η πολιτική προοπτική που φαίνεται να αποδέχονται είναι η μελλοντική ολοκλήρωση του χιτλερικού οράματος. Χαρακτηριστικός είναι ο τίτλος σε άρθρο τους (Ιούλιος ’82): «Χίτλερ για χίλια χρόνια».

Ο ίδιος ο Μιχαλολιάκος θα γράψει τον Ιούλιο του ‘91: «…πρέπει να αρχίσουμε χτυπώντας το κακό στη ρίζα του, γυρίζοντας στο μοιραίο εκείνο 1945… θα συνεχίσουμε την προσπάθεια για μια ανάστροφη πορεία της ιστορίας από το μοιραίο εκείνο 1945».
Ένα καλό ποντιακό ιστολόγιο (Π&Α) υπό τον τίτλο «Οι Γκρίζοι Λύκοι είναι εδώ» έγραψε για το φαινόμενο αυτό : «Η αποθράσυνση των Νεο-ναζί είναι πλέον γεγονός.  Οργανώνονται με παραστρατιωτικό τρόπο και πιστεύουν ότι αυτοί είναι αποκλειστικά οι διάδοχοι και οι εγγυητές της Αρίας φυλής των ΕΛ. Οι ηγέτες των νεο-ναζί, αξιοποιώντας τις ανοχές και τις ελλείψεις της δημοκρατικής κοινωνίας, τα κοινωνικά αδιέξοδα, την αδιαφορία της Αριστεράς για υπαρκτά ζητήματα, παρεμβαίνουν. Εκμεταλλεύονται ολιγόμυαλους και τους μετατρέπουν σε  Μονάδες Εφόδου…»

Ναζισμός, Νεότουρκοι και γερμανική Δεξιά
Είναι πολύ σημαντικό να διευκρινιστεί η προέλευση του Ναζισμού από τη γερμανική Δεξιά και το πνεύμα του ρομαντισμού που είχε επικρατήσει. Ο Ναζισμός δεν εμφανίστηκε την επαύριο της στρατιωτικής ήττας και της οικονομικής κατάρρευσης της Γερμανίας καινοτομώντας σε ιδεολογικό κενό. Οι ρίζες του βρίσκονται στο ρομαντικό ιδεαλιστικό πνεύμα της Γερμανίας, που αναπτύχθηκε κατά τον 19ο αιώνα  σαν αντίδραση στο πνεύμα του γαλλικού Διαφωτισμού και σε γεωπολιτικό επίπεδο επέφερε τη μοιραία για όλη την Ανατολή Ostpolitik. Δηλαδή την προσπάθεια για γερμανική επέκταση στην καθ’ ημάς Ανατολή σε συνεργασία με τους ισλαμιστές Οθωμανούς στην αρχή και τους εθνικιστές Νεότουρκους στη συνέχεια.

Βασικό ρόλο στην τελική διαμόρφωση της ναζιστικής ιδεολογίας -όπως και της νεοτουρκικής βεβαίως σε πολύ απλοϊκότερη εκδοχή- έχουν οι απόψεις του Νίτσε. Στη ναζιστική ρητορική εντάσσεται ο θαυμασμός του Νίτσε για τη σκληρότητα, τη δύναμη, τον υπεράνθρωπο, όπως και η λατρεία του για τον ανώτερο άνθρωπο που συμβαδίζει με την επιθυμία εξαφάνισης των ξεπεσμένων φύλων. Ακριβώς αυτά αποτελούν και τον πυρήνα της ιδεολογίας της «Χρυσής 
Αυγής».  Πρωτόλεια εκδοχή της ναζιστικής κοσμοθεωρίας υπήρξε η άποψη του  Ziya Gökalp, ιδεολογικού πατέρα του τουρκικού εθνικισμού, ο οποίος καλούσε για τον τερματισμό της «ψευδαίσθησης περί ισότητας μουσουλμάνων και χριστιανών». Ο ίδιος περιέγραφε στο περιοδικό «Yeni Hayat» τo 1911 το νέο άνθρωπο της νεοτουρκικής Νέας Τάξης: «Οι Τούρκοι ήταν οι “υπεράνθρωποι” που είχε φανταστεί ο Γερμανός φιλόσοφος Nietzsche… Από την τουρκότητα θα γεννηθεί η νέα ζωή…»

Αυτή η σχέση των φυλετικών απόψεων νεοτουρκισμού και ναζισμού περιγράφεται άριστα σε κείμενο που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο: «Όπως τους Εβραίους οι Ναζί τους θεωρούσαν υπανθρώπους (“σαν τις κατσαρίδες“) που έπρεπε να τους εξοντώσουν ….και τους εξόντωσαν, έτσι και ‘μας οι Νεότουρκοι μας θεωρούσαν ως “τα βλαβερά χόρτα που έπρεπε να ξεριζωθούν“…. και μας ξερίζωσαν!!!»
Η πολιτική της γερμανικής Δεξιάς στη πραγματικότητα εντάσσεται σε μια προαστική προσπάθεια κυριαρχίας των  τοπικών φεουδαρχών και γαιοκτημόνων και στο σημείο αυτό συναντά και συμπορεύεται με το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα, το οποίο επίσης είχε προαστικά, αντιεκσυγχρονιστικά και φεουδαρχικά χαρακτηριστικά και βάσιζε την πολιτική του σε έναν ακραίο ρατσιστικό λόγο κατά των χριστιανικών κοινοτήτων της Ανατολής επιδιώκοντας την καταστροφή των αστικών στρωμάτων και την ιδιοποίηση του πλούτου που αυτά είχαν παράγει.
Αυτή ήταν η ιστορική βάση που με καταλύτη τις μεταπολεμικές εξελίξεις οδήγησε στην εμφάνιση του Ναζισμού. Η προπαγάνδα του Χίτλερ βασιζόταν σε κώδικες με τους οποίους οι γερμανικές μάζες ήταν απολύτως συμφιλιωμένες. Ο φυλετισμός που βρήκε το αποκορύφωμά του στη ναζιστική ρητορική ενυπήρχε στην κουλτούρα της γερμανικής Δεξιάς.

Κρύβοντας το αληθινό πρόσωπο
Η πονηριά των ηγετών της νεοναζιστικής οργάνωσης της «Χρυσής Αυγής» και η δίψα για εξουσία τους οδηγεί σήμερα στην προσπάθεια υιοθέτησης ενός παραπλανητικού ψεύτικου μανδύα, που ουδόλως ανταποκρίνεται στη πραγματική φύση τους. Για παράδειγμα: Ο φιλορθόδοξος λόγος , που θα εκφραστεί με διάφορες δηλώσεις αλλά και με τις γνωστές εκδηλώσεις κατά του θεατρικού έργου «Corpus Christi», καλύπτει τον πραγματικό τους σκληρό αντικληρικαλισμό και παγανισμό. Σε κάποιες στιγμές ειλικρίνειας ο παγανισμός τους μετατρέπεται και σε σατανισμό, όπως στο άρθρο της 5ης Ιουνίου 2000 με τίτλο «Ο Λευκός Εωσφόρος του 21ου αιώνα”,  που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της νεολαίας τους («Αντεπίθεση») όπου ο Μιχαλολιάκος με έναν παραληρηματικό λόγο υμνεί τον…Εωσφόρο. Γράφει:«Μέσα στο παρηκμασμένο σκοτάδι… μια αιχμηρή-κοφτή γραμμή φωτός! Ο Ανίκητος Ήλιος! Ο Εωσφόρος! Αυτός που φέρνει το Λευκό Φώς την Αυγή κάθε χιλιετία».
Επίσης, η αγαπημένη μουσική έκφραση στελεχών της οργάνωσης είναι η αιρετική μουσική black metal που έχει έντονα αντιχριστιανικά και σατανιστικά στοιχεία. Το βασικό στέλεχος του σατανιστικών τάσεων μουσικού συγκροτήματος«Naer Mataron» Γιώργος Γερμένης, που επελέγη  από τον ίδιο τον «αρχηγό» και διορίστηκε στην Κεντρική Επιτροπή της «Χρυσής Αυγής» με προσωπική απόφαση του Νίκου Μιχαλολιάκου, δηλώνει ευθαρσώς ότι «το black metal είναι αντιχριστιανικό και παγανιστικό όσον αφορά την μουσική και αναζητά την κατάργηση του χριστιανικού συστήματος και την δημιουργία ενός καινούργιου».
Ο βουλευτής πλέον Γ. Γερμενής, που έχει το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Kaiadas» ετοιμάζει ήδη με το συγκρότημά του το νέο του άλμπουμ που έχει ως τίτλο «Ζήτω ο θάνατος».

Στην ίδια γραμμή της απόκρυψης των πραγματικών θέσεων, κινούνται και όσον αφορά τη φιλοναζιστική θεώρηση της ιστορίας προβάλλοντας και χρησιμοποιώντας ως προπέτασμα καπνού έναν ιδεαλιστικό ελληνικό εθνικιστικό λόγο, που υποκριτικά ενσωματώνει κάθε πραγματική ανησυχία για τα εθνικά ζητήματα και επίσης υποκριτικά εκφράζει την απογοήτευση κάποιων ομάδων του πληθυσμού για την περιθωριοποίηση και την περιφρόνηση που τους επιφύλαξαν οι διάφορες ελίτ του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Με τον ίδιο τρόπο, αναπτύσσουν έναν φιλο-προσφυγικό λόγο που μιλά για τη Γενοκτονία στον Πόντο και σ’ όλη την Ανατολή, για τη σφαγή της Σμύρνης, για τηΜικρασιατική Καταστροφήγια τις σταλινικές διώξεις.
Βέβαια, το πόσο έχουν τη δυνατότητα να μιλήσουν πραγματικά και επί της ουσίας για τα ζητήματα αυτά θα το αναπτύξουμε στη συνέχεια.
Η άποψη της «Χρυσής Αυγής» για Πόντο-Μικρά Ασία
Οι ιδρυτές της οργάνωσης αυτής, προερχόμενοι πολιτικά από το χώρο της ακροδεξιάς, διαμορφώθηκαν κυρίως με  φιλομεταξικές και φιλοχουντικές αξίες. Τα του ελληνισμού της καθ’ ημάς Ανατολής φαίνεται ότι άρχισαν να τους απασχολούν στο πλαίσιο ενός ακραίου σωβινιστικού λόγου και στη συνέχεια για εξυπηρέτηση των πελατειακών 
αναγκών και στρατολόγησης νέων μελών. Ουδέποτε έως σήμερα κατάφεραν να αρθρώσουν ένα λόγο που αποτύπωνε τα πραγματικά προβλήματα της διαχείρισης της Μικρασιατικής Πρόκλησης και έδινε ίχνη κατανόησης των αναγκών των ελληνικών πληθυσμών της Ανατολής. Ίσως το σημαντικότερο κείμενο  της οργάνωσης είναι αυτό που έγραψε το υπ’ αριθμ. 2 στέλεχός και συνιδρυτής της,  ο θεωρούμενος ως ο  «Γκέρινγκ της Χρυσής Αυγής» Χρήστος Παππάς, ο οποίος «χαρακτηρίστηκε από τους συναδέλφους του βουλευτές ως «η πιο σκοτεινή μορφή που πέρασε ποτέ από το Κοινοβούλιο».

Από τις μικρές λεπτομέρειες του αφιερωματικού του κειμένου για τη Μικρασιατική Καταστροφή μπορεί να διακρίνει ο μελετητής την κύρια οπτική και τις βασικές απόψεις. Χαρακτηριστική είναι η πρόταση: «Η μη στήριξη της ελληνικής προσπάθειας για το χτύπημα του εχθρού από το ντόπιο στοιχείο, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά όσους μπορούσαν να φέρουν όπλα. Το 1919 οι Μικρασιάτες υπεδέχοντο θριαμβικά τον Ελληνικό Στρατό και το 1922 κατηρρούντο με την ίδια θέρμη τους πρώην ελευθερωτές των.»
Κατ’ αρχάς αντιδιαστέλλεται η «ελληνική προσπάθεια» από το «ντόπιο στοιχείο», το οποίο δεν φαίνεται σύμφωνα με τον Παππά, να έχει κάποια ιδιαίτερη εθνική ταυτότητα. Η θέση του ως προς τους Μικρασιάτες καθορίζεται από μια ξεκάθαρη υποτιμητική και αρνητική  αντίληψη και διακρίνεται για την καθαρή στάση αντιπαλότητας, όπου «έλληνας» είναι μόνο ο ελλαδικός στρατιώτης. Ο Παππάς αγνοεί τελείως, ή δεν ενδιαφέρεται καθόλου, για τα πραγματικά συναισθήματα του μικρασιατικού ελληνισμού, δεν άκουσε ποτέ για την καταστολή και την καταπίεση που δέχτηκαν από την Ελληνική Αρμοστεία, ούτε φαίνεται να πληροφορήθηκε για την απελευθερωτική του διάθεση η οποία εκφράστηκε με δύο τρόπους: με την ένταξη πλήθους αντρών ως εθελοντών στον ελληνικό στρατό και με την προσπάθεια ανεξαρτησίας της Ιωνίας και τη δημιουργία ντόπιου μικρασιατικού στρατού. Το μόνο του μέλημα φαίνεται ότι είναι να επιβεβαιώσει την ακροδεξιά άποψη που πρώτος διατύπωσε κυνικά ο μέντοράς του, ο Κώστας Πλεύρης. Ότι δηλαδή οι Μικρασιάτες δεν αγωνίστηκαν και άρα αυτοί φταίνε για την ήττα.
Στην ίδια γραμμή, ο Χρήστος Παππας αποσιωπά και το μεγαλειώδες αντάρτικο ελληνικό κίνημα του μικρασιατικού Βορρά, το γνωστό «ποντιακό αντάρτικο», το οποίο εγκαταλείφθηκε πλήρως στο έλεος των τουρκικών εθνικιστικών στρατευμάτων, κυρίως από τη μοναρχική κυβέρνηση που διαδέχτηκε το Βενιζέλο (Νοέμβρης του ΄20). Γι αυτούς τους  ένοχους κυβερνήτες που επέφεραν με την πολιτική τους τη Μικρασιατική Καταστροφή, η θέση του Χρήστου Παππά, όπως και της «Χρυσής Αυγής» είναι ότι ήταν αθώοι και απλώς εξιλαστήρια θύματα:«Ενενήντα  χρόνια μετά δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη για την καταστροφή του 1922. Ακόμα και οι πιο φανατικοί φιλελεύθεροι και δημοκρατικοί ιστορικοί συναινούν ότι οι εξ που τυφεκίστηκαν στο Γουδί ήσαν τα εξιλαστήρια θύματα.»
Βέβαια τις ίδιες ακραίες αντιπροσφυγικές, αντιποντιακές και αντιμικρασιατικές απόψεις για τις ευθύνες της ήττας διατυπώνουν δημοσίως και κάποιοι άλλοι ακραίοι συντηρητικοί κύκλοι, προσφυγικής καταγωγής, οι οποίοι κατάφεραν να αδρανοποιήσουν την ΠΟΕ (Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδας) τη στιγμή μιας πρόσφατης μεγάλης ιδεολογικής σύγκρουσης: όταν οι απόγονοι των Εξ απ’ τους ενόχους μαζί με έναν εσμό φανατικών φιλομοναρχικών και φιλομεταξικών, επανέφεραν στο προσκήνιο τις παλιές αντιδραστικές παλλαιοελλαδίτικες απόψεις διεκδικώντας την αθώωση των ενόχων της Μικρασιατικής Καταστροφής και της ολοκληρωτικής εγκατάλειψης του Πόντου. Δηλαδή την «αθώωση» αυτών, που με τα εσκεμμένα εγκληματικά τους λάθη προκάλεσαν την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου τον Αύγουστο του 1922 και παρέδωσαν αφοπλισμένους, συνειδητά και κυνικά, τους ελληνικούς και αρμενικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας στους τσέτες του Μουσταφά Κεμάλ, ενώ είχαν αγνοήσει προηγουμένως πλήρως τους Ποντίους, στους οποίους δεν είχαν αποστείλει ούτε μία σφαίρα για ενίσχυση.
Ο Πόντος, η Ιωνία και η γερμανική Δεξιά
Αυτό που έχει ενδιαφέρον να δούμε είναι ποιες ήταν οι επιπτώσεις της πολιτικής της γερμανικής Δεξιάς στο Ζήτημα της Ανατολής, δηλαδή στο Ελληνικό Ζήτημα (Ιωνία, Πόντος, Ανατολική Θράκη) καθώς και στο Αρμενικό. Όπως επίσης και ποιες ήταν οι συνέπειες στον ελληνισμό (Ελλάδα και πρόσφυγες του ’22) από τη μεσοπολεμική εμφάνιση του Ναζισμού,  που γεννήθηκε από τα σπλάχνα της ηττημένης μετά τον Α’ παγκόσμιο Πόλεμο και αποτελεί τη βάση της ιδεολογικής συγκρότησης της «Χρυσής Αυγής».
Κατ’ αρχάς, οι ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες των Γερμανών για το χώρο της Μικράς Ασίας είχαν διαμορφωθεί από τις απαρχές της συγκρότησης της γερμανικής εθνικής ιδεολογίας. Χαρακτηριστικό είναι το βιβλίο του δρ. Κέρκερ (Dr. Kerker) το οποίο εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1867 και έφερε τον αποκαλυπτικότατο τίτλο«Μικρά Ασία, περιοχή αποίκησης των Γερμανων» (“KleinAsien.SiedlungsgebietDeutschen”). Όμως μόνο προς τα τέλη του 19ου αιώνα η προοπτική αυτή μετατρέπεται σε πολιτική της Γερμανίας του Κάϊζερ και  οδηγεί στη συμμαχία με τους Οθωμανούς στην αρχή και τους Νεότουρκους στη συνέχεια.

Ο γερμανικός παράγοντας ήταν αυτός που συνέβαλε καθοριστικά στην ικανοποίηση των νεοτουρκικών συμφε ρόντων. Οι Γερμανοί είχαν τεράστια οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα στην Τουρκία. Έλπιζαν ότι με μια ισχυρή Τουρκία θα ανταγωνίζονταν καλύτερα τους Βρετανούς. Η Τουρκία έγινε το πιο σημαντικό πεδίο δράσης του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Κινητήρια δύναμη ήταν οι γερμανικές τράπεζες, οι οποίες είχαν κολοσσιαίες επιχειρήσεις στην Ασία. Η γερμανική πολιτική κορυφώθηκε μετά τους βαλκανικούς πολέμους, όταν οι Γερμανοί προσπάθησαν να φανατίσουν τις τουρκικές μάζες και να τις στρέψουν εναντίον των χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα γερμανικό βιβλίο που έφερε στο φως ο Κ. Φωτιάδης. Το βιβλίο του Φράνς Κόολερ (Franz Kohler) με τίτλο «Η νέα Τριπλή Συμμαχία» (DerneueDreibund) εκδόθηκε το 1915 στο Μόναχο και περιέγραφε με σαφήνεια τις επιδιώξεις του γερμανικού ιμπεριαλισμού: “… τα μικρασιατικά εδάφη είναι η λύση. Εκεί θα μεγαλουργήσουμε εκτοπίζοντας το συναγωνισμό των άλλων λαών εξ αιτίας του υπέρτερου πολιτισμού και της οικονομικής ζωής που θα συγκεντρωθεί στα χέρια μας… Τους φίλους μας θα αναζητήσουμε ανάμεσα σ’ εκείνους τους λαούς που έχουν μ’ εμάς κοινούς εχθρούς. Η κοινή εχθρότητα πρέπει να είναι ο πρώτος  και κύριος συνεκτικός δεσμός. Η σύμπτωση δε των οικονομικών συμφερόντων θα καταστήσει το δεσμό αυτό άρρηκτο.”

Φαίνεται ότι οι Γερμανοί στη διαδικασία κρατικής τους συγκρότησης λειτούργησαν καταλυτικά, πυροδότησαν τον ακραίο τουρκικό εθνικισμό και καλλιέργησαν το ρατσισμό κατά των Ελλήνων, των Αρμενίων και των υπόλοιπων χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από τα τέλη του 19ου αιώνα αποφάσισαν ότι στην επικείμενη ανακατανομή εδαφών και πρώτων υλών θα συνεργαστούν με το απολυταρχικό οθωμανικό Ισλάμ. Έτσι αναδιοργάνωσαν τον οθωμανικό στρατό και εκπαίδευσαν Οθωμανούς αξιωματικούς στους οποίους εμφύσησαν το μιλιταριστικό και ρατσιστικό πνεύμα με αποτέλεσμα τη συγκρότηση των Νεότουρκων.
            Στη συνέχεια, και ειδικά μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, καλλιέργησαν την ιδέα του εθνικού ξεκαθαρίσματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τους χριστιανούς έχοντας στο νου τους ότι οι Γερμανοί θα αποικήσουν τη Μικρά Ασία και θα αποτελέσουν τη νέα ιθύνουσα κοινωνική τάξη. Σ’ αυτό το πλαίσιο υποκίνησαν το μεγάλο οικονομικό πογκρόμ κατά των Ελλήνων σ’ όλη την έκταση της νεοτουρκικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ένας από τους πατέρες του τουρκικού εθνικισμού, ο Ζιγιά Γκιοκάλπ (Ziya Gökalp) πρότεινε ανοιχτά την υπέρβαση της χαλαρής, πολυεθνικής 
και θρησκευτικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη μετατροπή των ομάδων που ζούσαν σ’ αυτήν σ’ ένα συμπαγές ομοιόμορφο τουρκικό σώμα (compact body). Ο Τούρκος ιστορικός Taner Aksam στο βιβλίο του  «A Shameful Act» (Μια επαίσχυντη πράξη)υποστηρίζει ότι ο Gökalp, επηρεασμένος από τον γερμανικό εθνικισμό, διαμόρφωσε ένα θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο παρείχε την ιδεολογική βάση για την επίδειξη της συγκεκριμένης βίαιης πολιτικής συμπεριφοράς. Αλλά και οι Γερμανοί από τη δική τους πλευρά προσπάθησαν να φανατίσουν τις καθυστερημένες μουσουλμανικές μάζες, καλλιεργώντας εντέχνως το μίσος κατά των  «γκιαούρηδων», δηλαδή των χριστιανών και εβραίων κατοίκων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.  Σε μια προκήρυξη που κυκλοφόρησε η «Γερμανική Τράπεζα της Παλαιστίνης»  -όπως παρατίθεται από την Διδώ Σωτηρίου στο βιβλίο της «Ματωμένα χώματα»- είναι : «Αν πεινούμε και υποφέρουμε εμείς οι Τούρκοι, αιτία είναι οι γκιαούρηδες που στα χέρια τους κρατούν τον πλούτο μας και το εμπόριό μας. Ως πότε θα ανεχόμαστε τις προκλήσεις τους. Μποϋκοτάρετε τα προϊόντα τους. Σταματήστε κάθε δοσοληψία μαζί τους. Τι τη θέλετε τη φιλία τους; Ποιο το όφελος να συναδελφώνεστε και να τους προσφέρετε με τόση ειλικρίνεια την αγάπη και τον πλούτο μας…»

Την περίοδο αυτή και κυρίως με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, υλοποιήθηκε η, από το 1911 ειλημμένη, απόφαση των Οθωμανών για οριστική λύση του εθνικού προβλήματος της αυτοκρατορίας με τη φυσική εξόντωση των γηγενών εθνοτήτων. Οι διώξεις υπήρξαν έμπνευση των Γερμανών. Οι εκτοπίσεις από την Ανατολική Θράκη και την Ιωνία το 1914, έγιναν με γερμανική προτροπή και με  πρόσχημα την απομάκρυνση «εχθρικών πληθυσμών» απ’ τα στενά, σε μια εποχή που η Ελλάδα διατηρούσε φιλογερμανική ουδετερότητα.
Και την επόμενη χρονιά, όταν έγινε η μεγάλη γενοκτονία των Αρμενίων οι Γερμανοί σύμμαχοι των Νεότουρκων παρέμειναν παθητικοί παρατηρητές.
Η γερμανική πολιτική στην Ελλάδα και η ανοχή των Γενοκτονιών
Την ίδια στιγμή η γερμανική κατασκοπεία στην Ελλάδα μέσω της επιρροής του στα Ανάκτορα λόγω της Γερμανίδας βασίλισσας Σοφίας που ήταν αδελφή του Κάιζερ και κυρίως του  Ιωάννη Μεταξά (στο Γενικό Επιτελείο Στρατού), Γεωργίου Στρέιτ (υπουργού Εξωτερικών), ο Δημήτριος Γούναρης, πέτυχε την ουδετεροποίηση της Ελλάδας με την 
έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο άνθρωπος που είχε το σημαντικότερο ρόλο στην υποστήριξη της γερμανικής πολιτικής ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος διαφωνούσε για την συμμετοχή της της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων  (Ημερολόγιο, τόμ. 2,σελ. 315-337) και ήταν από το 1915 απόλυτα αντίθετος στην Μικρασιατική Εκστρατεία, την οποία θεωρούσε ότι αν γινόταν θα ήταν ιμπεριαλιστική-αποικιοκρατική (Ημερολόγιο, τόμ. 2 σελ. 383-439).

Η φιλογερμανική ομάδα, με μεθοδευμένη παρέμβαση οδήγησαν σ’ ένα ιδιότυπο βασιλικό πραξικόπημα κατά του πρωθυπουργού Ελ.Βενιζέλου οδηγώντας τη χώρα σε μια σκληρή εσωτερική εμφύλια σύγκρουση που την αποδυνάμωσε στο διεθνές πεδίο και  μείωσε κατά πολύ τα οφέλη που θα μπορούσε να έχει από την τελική νίκη των συμμάχων κατά των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία, Αυστορουγγαρία, νεοτουρκική Οθ. Αυτοκρατορία κ.ά)
Οι εκτιμήσεις διαφόρων παραγόντων για συνέργεια των Γερμανών στη Γενοκτονία είναι γεγονός. Ο μάλλον φιλότουρκος Γάλλος αντιπλοίαρχος Ρολέν (Rollin), σ’ έκθεσή του προς το γαλλικό Γενικό Επιτελείο Ναυτικού στις 9 Φεβρουαρίου 1919, αναφέρει: “Οι νεότουρκοι σε συνεργασία με τους Γερμανούς φανέρωσαν τους στόχους τους. Απέβαλαν τη μάσκα… Από τις αρχές του 1914 υπό την καθοδήγηση του Γερμανού αρχιστρατήγου LimanVonSanders άρχισαν συστηματικοί διωγμοί και εξορίες… Μεθοδική επιχείρηση εξαφάνισης του ελληνικού στοιχείου… Υπό το πρόσχημα στρατιωτικής επιταγής οι διωγμοί μεταβλήθηκαν σ’ εκατόμβες… Χιλιάδες εξοντώθηκαν στα περίφημα Αμελέ ταμπουρού”.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρονται στο βιβλίο που εκδόθηκε στη Νέα Υόρκη το 1918 και είχε τον τίτλο: «Ambassador MorgenthauStory” (H ιστορία του πρέσβυ Μοργκεντάου) : «Ένας Αρμένιος μου είπε ότι είχε παρακολουθήσει μια διάλεξη από γνωστό Γερμανό καθηγητή του οποίου το κύριο σημείο της ομιλίας ήταν  ότι σε όλη την ιστορία τους οι Τούρκοι είχαν κάνει ένα μεγάλο λάθος με το να είναι πολύ φιλεύσπλαχνοι προς τους μη-
genocide_grecs-photo--2
τουρκικούς πληθυσμούς. Και υποστήριζε ότι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί η ευημερία της Αυτοκρατορίας, ήταν να ενεργήσει χωρίς συναισθηματισμό προς όλες τις εθνότητες και τις φυλές που δεν εντάσσονται στα σχέδια των Τούρκων.»

Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας στην καθ’ ημάς Ανατολή κατά των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσυροχαλδαίων πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ η Ελλάδα βρισκόταν αδρανοποιημένη από τον γερμανικό παράγοντα. Στο τέλος του Πολέμου θα επιχειρηθεί η καταγραφή των αποτελεσμάτων αυτής της πολιτικής. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα εκδώσει το 1919 τον απολογισμό με τίτλο «Μαύρη Βίβλος διωγμών και μαρτυριών του εν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918)»
Την ανάμιξη της γερμανικής Δεξιάς στη Γενοκτονία των χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας από τους Νεότουρκους παρουσίασε ο Μιχαήλ Ροδάς στο βιβλίο του «Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας». Αναφερόμενος στην α’ φάση της Γενοκτονίας (1914-1918) γράφει μεταξύ των άλλων: «Εάν ήτο δυνατόν, καθ’ ήν στιγμήν ευρίσκετο ο Γερμανός στρατηγός εις την Μικρασιατικήν παραλίαν, ν’ ακούσει τας αράς και τα αναθέματα των ρακένδυτων και πεινασμένων προσφύγων, θα επληροφορείτο ότι δύο φυλάς αναθεματίζουν ημέραν και νύκταν, γονατιστοί και αιμόφυρτοι, την ΤΟΥΡΚΙΑΝ και την ΓΕΡΜΑΝΙΑΝ». απολογισμό με τίτλο «Μαύρη Βίβλος διωγμών και μαρτυριών του εν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918)».


(Γερμανική Αριστερά) VS(γερμανική Δεξιά+Νεότουρκοι)
Τελείως αντίθετα με την πολιτική της γερμανικής Δεξιάς -που είχε επιλέξει την προνομιακή συμμαχία με τους Νεότουρκους και είχε υποθάλψει τις Γενοκτονίες των χριστιανικών πληθυσμών- βρέθηκε η γερμανική Αριστερά.
Στη συγκεκριμένη  γερμανική πολιτική που η υλοποίησή της  προϋπόθεταν την εξόντωση των πληθυσμών εκείνων που ενίσχυαν τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αναφέρεται καθαρά η Ρόζα Λούξεμπουργκ στο κείμενό της που είχε τίτλο “Το πρόγραμμα ακεραιότητας της Τουρκίας”. Γράφει ότι η Γερμανία, στις 8 Νοεμβρίου 1898 στην οθωμανοκρατούμενη Δαμασκό, σε μια γιορταστική εκδήλωση έδωσε όρκο “… κάτω από τον ίσκιο του μεγάλου Saladin να προστατεύει και να διαφυλάττει το μωαμεθανικό κόσμο και την πράσινη σημαία του προφήτη”. Θεωρεί όμως ότι: “Η αναλαμβανόμενη από τη Γερμανία προσπάθεια “αναγέννησης” της Τουρκίας ήταν μια καθαρή τεχνική προσπάθεια γαλβανισμού ενός πτώματος.”

Η Λούξεμπουργκ γνωρίζει πολύ καλά ότι σε ταξικό επίπεδο η σύγκρουση είναι μεταξύ των προοδευτικών αστικών στρωμάτων των χριστιανικών, κυρίως, λαών και των εθνικιστών στρατιωτικών και γι αυτό καλεί το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα να στηρίξει τα χριστιανικά κινήματα της Αυτοκρατορίας: «…Η σημερινή μας θέση στο Ανατολικό Ζήτημα είναι να αποδεχτούμε τη διαδικασία διάλυσης της Τουρκίας ως μια υπαρκτή πραγματικότητα και να μην κάνουμε σκέψη ότι θα μπορούσε ή θα έπρεπε κανείς να τη σταματήσει και να εκδηλώσουμε στους αγώνες για αυτοδιάθεση των χριστιανικών εθνών την απεριόριστη συμπαράστασή μας.»
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ υποστήριζε ότι η Τουρκία δεν μπορούσε να αναγεννηθεί σαν σύνολο γιατί αποτελούνταν από διαφορετικές χώρες. Στο άρθρο της «Οι αγώνες στην Τουρκία και η σοσιαλδημοκρατία», κατέληγε με τη διαπίστωση: «Η Τουρκία δεν μπορεί να αναγεννηθεί σαν σύνολο γιατί αποτελείται από διαφορετικές χώρες. Κανένα υλικό συμφέρον, καμιά κοινή εξέλιξη που θα μπορούσε να τις συνδέσει δεν είχε δημιουργηθεί! Αντίθετα, η καταπίεση και η αθλιότητα της κοινής υπαγωγής στο τουρκικό κράτος γίνονται όλο και μεγαλύτερες! Έτσι δημιουργήθηκε μια φυσική τάση των διαφόρων εθνοτήτων να αποσπασθούν από το σύνολο και να αναζητήσουν μέσα από μια αυτόνομη ύπαρξη το δρόμο για μια καλύτερη κοινωνική εξέλιξη. Η κρίση της ιστορίας για την Τουρκία είχε βγει: βάδιζε πια προς την διάλυση…»

Μπορούμε να ανακεφαλαιώσουμε για τη σχέση Νεότουρκων και Ναζί λέγοντας ότι:  H απόφαση των Νεοτούρκων του 1911, σηματοδοτεί την εμφάνιση μιας νέας μεθοδολογίας στη σύγχρονη ιστορία. Ένα κόμμα εξουσίας αποφασίζει ανοιχτά και επισήμως να ασκήσει βία κατά όσων υπηκόων του δεν πληρούν ορισμένες από τις πολιτισμικές προϋποθέσεις που αυτό αυθαιρέτως θέτει. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, οι διώξεις και οι σφαγές στη προνεωτερική εποχή οφείλονταν σε μια ενστικτώδη, αυθόρμητη εκδήλωση του θρησκευτικού –κυρίως- συναισθήματος υπεροχής. Η πολιτική των Νεοτούρκων εκφράζει τη νέα μεθοδολογία του εθνικισμού, ο οποίος ψυχρά και υπολογισμένα επιλέγει το θύμα και εκπονεί συγκεκριμένες στρατηγικές με στόχο την εξόντωσή του.  Αυτό το άγνωστο πολιτικό και ιδεολογικό πλαίσιο εντάσσει την πολιτική των Νεοτούρκων στην κατηγορία εκείνη που θα γίνει γνωστή στο σύγχρονο κόσμο με τους Ναζί και τη μελετημένη εξόντωση των Εβραίων. Αυτή ακριβώς η μέθοδος των Ναζί -που θα γίνει γνωστή με τον ελληνικό όρο  «Ολοκαύτωμα»- δηλώνει την ψυχρή και αποφασισμένη πολιτική «…για να καθαρίσουν την κοινωνία από ό,τι θεωρούσαν βρώμικο και άρρωστο, να την κάνουν τελεία, καθαρή και υγιή. Το ολοκαύτωμα ήταν ένα πείραμα καθαριότητας. Ήθελαν την αγνή άσπιλη, αμόλυντη τελεία κοινωνία, ένα όνειρο καθαρότητας…..» Στη νεοτουρκική περίπτωση, στη θέση των Εβραίων βρέθηκαν οι χριστιανικές ομάδες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Αρμένιοι, οι Έλληνες της Ανατολής, οι Ασσύριοι, οι Αραμαίοι…
Λατρεύοντας τον Ιωάννη Μεταξά
Μια από τις βασικές ηγετικές φυσιογνωμίες της νεότερης Ελλάδας που αποδέχεται και προβάλλει η «Χρυσή Αυγή» είναι ο δικτάτορας (1936-1941) Ι. Μεταξάς. Ειδικά αναδεικνύει το «Όχι» στους Ιταλούς εισβολείς για να παρουσιάσει το μοναδικό πατριωτικό φρόνημα. Ότι ο Μεταξάς είπε το ‘ΟΧΙ” στη φασιστική Ιταλία γιατί ήταν “πατριώτης” και “μεγάλος ηγέτης”, που έβαζε τα συμφέροντα του λαού του πάνω από την ιδεολογία του και τους φίλους του. Στο σημείο αυτό εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο τη σχετική μυθολογία για το «Όχι» που έχει καλλιεργηθεί συστηματικά από διάφορα κέντρα.
Όμως αυτός είναι άλλος ένας από τους κυρίαρχους μύθους που καλλιεργείται είτε από άγνοια είτε εν πλήρει συνειδήσει, στην Ελλάδα. Είναι όμως έτσι;
Δικαιούται ο Μεταξάς να προβάλλεται με ένα τέτοιο φωτοστέφανο.
Άλλαξε τόσο πολύ ο Μεταξάς από το 1915, το 1922, το 1936 και το 1938;
-το 1915 είχε καταθέσει ένα Υπόμνημα προς τον φίλο του, μονάρχη της Ελλάδας Κωσταντίνο, με το οποίο εν μέσω Α΄Παγκοσμίου Πολέμου -και ως άνθρωπος των Γερμανών στην Ελλάδα- πρότεινε την φιλογερμανική ουδετερότητα με το επιχείρημα ότι η τελική νίκη θα ήταν των  Κεντρικών Δυνάμεων, δηλαδή των Γερμανών και των συμμάχων τους (Νεότουρκοι, Αυστριακοί, Βούλγαροι κ.λπ.) Στο ίδιο Υπόμνημα -με το οποίο ξεκινά ουσιαστικά ο μοιραίος Διχασμός- ανάφερε ότι οποιαδήποτε ελληνική παρέμβαση ή και σκέψη για ενσωμάτωση της Μικράς Ασίας θα συνιστούσε “αποικιοκρατική πράξη“ και η Ελλάδα θα μετατρεπόταν σε “αποικιοκρατική χώρα”. Την ίδια άποψη θα ενστερνιστεί για δικούς του λόγους το ΣΕΚΕ-ΚΚΕ το 1919 και θα επαναλαμβάνεται έως σήμερα ως μέγα επιχείρημα από διάφορους σταλινικούς και όχι μόνο, θαυμαστές  του νεοτουρκικού εθνικισμού και της κεμαλικής μιλιταριστικής Τουρκίας.
-το 1922, την  Άνοιξη,  δεν είχε δεχτεί την αρχιστρατηγεία του Μικρασιατικού Μετώπου μετά την αποπομπή του Παπούλα. Η ανάληψη της αρχιστρατηγείας από τον Μεταξά θα εξασφάλιζε την ύψιστη αμυντική δυνατότητα της ελληνικής πλευράς και θα απέτρεπε την τραγική κατάρρευση που επέφερε η διοίκηση Χατζανέστη. Η τελική Καταστροφή του Αυγούστου του ’22 και η τρομακτική σφαγή του χριστιανικού πληθυσμού που ακολούθησε από το νικητή Μουσταφά Κεμάλ, φέρει ΚΑΙ την σφραγίδα του Ιωάννη Μεταξά.
Η στάση του κρίθηκε ως αντεθνική από τους ιδεολογικούς του φίλους. Ο ομοϊδεάτης του Γεώργιος Βλάχος, εκδότης της Καθημερινής είχε αμφισβητήσει πλήρως τον πατριωτισμό του Μεταξά, γράφοντας στην στήλη του (25-8-22) ότι «περιμένει ως κόραξ την καταστροφήν, τον θάνατον, από τον οποίον πρόκειται να τραφεί η φιλοδοξία του». Και συνεχίζει: «Ενας ”κύριος” εισέρχεται εις την Σχολήν των Ευελπίδων, τρέφεται εκεί και εκπαιδεύεται δι’ εξόδων του Κράτους ……….»και καταλήγει ο Γεώργιος Βλάχος  «- Είμαι ο κ. Αντιστράτηγος. Θέλω να γίνω πρωθυπουργός… Έχω τα χαρτιά μου εντάξει : ”Τα έχω ειπή”  Αλλά η Ελλάς έχει εργασίαν, μαζεύει τα τέκνα της. Αν δεν είχε θα έπαιρνε την σκούπαν και θα του έλεγε εκεί , εις την Οδόν:  ΄΄Φύγε απ’ εδώ, Άνθρωπε μικρέ, που περίμενες να κατασκευάσης πρωθυπουργικόν φράκον από τα Ράκη. Φύγε από εδώ, ανυπότακτε στρατιώτα των αναγκών μου, αυτόκλητε κηδεμόνα της ατυχίας μου, τέκνον άχρηστον, άνθρωπε μηδέν΄΄. Αυτό θα έλεγε είς τον Αντιστράτηγον κ. Μεταξαν, δακρύουσα η Ελλάς, αν έστρεφε ποτέ προς τον κ. Μεταξάν η Ελλάς τα βλέμματα …»
-το 1936, στις 4 Αυγούστου, κηρύσσει πραξικόπημα. Στην Ελλάδα επικρατεί για πρώτη φορά ο ολοκληρωτισμός και ο ελληνικός λαός αντιμετωπίζεται ως “εχθρός” και τίθεται στο περιθώριο των εξελίξεων.
-το 1938, με αφορμή το θάνατο του Μουσταφά Κεμάλ,  μετονόμαζε προς τιμήν του Τούρκου δικτάτορα την Οδό Αποστόλου Παύλου στη Θεσσαλονίκη σε Οδό Κεμάλ Ατατούρκ και με το ελληνικό δημόσιο χρήμα αγόραζε από τον ιδιώτη που το κατείχε το  σπίτι όπου υποτίθεται ότι γεννήθηκε ο Κεμάλ και το  χάριζε στο τουρκικό κράτος.
Πέρα απ’ όλα αυτά, την καλύτερη απάντηση στο ερώτημα γιατί είπε ΟΧΙ   την έδωσε ο ίδιος ο Μεταξάς στις 30 Οκτωβρίου, όταν μίλησε στους συντάκτες του αθηναϊκού Τύπου. Τι ήταν αυτό λοιπόν που έκανε τον Μεταξά να πει το “ΟΧΙ” στους Ιταλούς φασίστες ομοϊδεάτες του; Γιατί ο Μεταξάς ιδεολογικά ήταν ομόφρων του φασισμού και του ναζισμού. Και επιπλέον ο ίδιος στο Ημερολόγιό του  αυτοπροβάλλεται ως ο υπέρτατος κάτοχος της ναζιστικής αλήθειας: «Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομμουνιστικό. Κράτος αντικοινοβουλευτικό. Κράτος ολοκληρωτικό……. Επομένως , αν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι αγωνίζονταν πραγματικά για την ιδεολογία που υψώσανε για σημαία έπρεπε να υποστηρίζουν παντού την Ελλάδα με όλη τους την δύναμη…» (Προσωπικό Ημερολόγιο του Ι. Μεταξά , τόμ. Δ. σελ 553).

Σύμφωνα με την άποψη του ιδίου το «ΟΧΙ» ήταν επιβεβλημένος μονόδρομος, εφόσον ο Χίτλερ του είχε δηλώσει σαφώς ότι ουδετερότητα της Ελλάδας, δηλαδή συμμαχία με τον Άξονα, θα σήμαινε ότι παραχωρείται η Ήπειρος έως και την Πρέβεζα στους Ιταλούς και η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη στους Βουλγάρους.
Βέβαια, όσον αφορά τις συναισθηματικού τύπου προσεγγίσεις είτε φιλομεταξικές, είτε αντιφασιστικές, είναι αποκαλυπτικές του κυρίαρχου μανιχαϊστικού νεοελληνικού τρόπου ανάγνωσης της ιστορίας. Και ακριβώς σ’ αυτού του επιπέδου την προσέγγιση –που είναι προσφιλής στη «Χρυσή Αυγή»- καλό είναι να υπενθυμίζεται ο βίος και η πολιτεία του επίμαχου ανδρός (Ιωάννης Μεταξάς) ο οποίος κουβαλά στις πλάτες του πολλές απ’ τις ευθύνες:
- ενός τρομακτικού Διχασμού (1915),
-μιας σκληρής αντι-μικρασιατικής στάσης,
-μιας μοναδικής Καταστροφής (1922),
-τη χωρίς αντίσταση παράδοση των χριστιανικών πληθυσμών της Ιωνίας στις κεμαλικές συμμορίες το Σεπτέμβρη του 1922 και στο τέλος
-μιας ακραίας φιλο-ατατουρκικής και αντιπροσφυγικής συμπεριφοράς καθ’ όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου που θα κορυφωθεί με την μετονομασία της Οδού Αποστόλου Παύλου σε Οδό Κεμάλ Ατατούρκ (1938)…..

Οι σταλινικές διώξεις στη νεοναζιστική ρητορική
Ένα από τα θέματα που φαίνεται να εντάσσει η «Χρυσή Αυγή» στην επιχειρηματολογία της είναι η αναφορά στις σταλινικές διώξεις που συνέβησαν στην ΕΣΣΔ κατά της ελληνικής σοβιετικής μειονότητας από την περίοδο 1937-38. Η πρόσφατη ενσωμάτωση στην επιχειρηματολογία της αυτού του ζητήματος φαίνεται να έχει δύο στόχους: αφενός να αποκαλύψει την πραγματική σταλινική παλινδρόμηση του ΚΚΕ και να τη χρησιμοποιήσει ώστε να απαξιώσει το κόμμα αυτό στα μάτια του ελληνικού λαού ταυτίζοντάς το με μια σκληρή τρομοκρατική και αντιλαϊκή πρακτική και αφετέρου να προσεταιριστεί τους Πόντιους νεοπρόσφυγες της σοβιετικής κατάρρευσης.
Η προπαγάνδα της νεοναζιστικής οργάνωσης βασίζεται σε πολύ απλοϊκά σχήματα που δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με τα πραγματικά γεγονότα, ούτε βέβαια με το ιστορικό πλαίσιο εντός του οποίου αυτά πραγματοποιήθηκαν.

Η μεγάλη αλλαγή που συνέβη το 1917 στη πανσλαβιστικής ιδεολογίας και πολιτικής  Ρωσική Αυτοκρατορία επηρέασε καθοριστικά τη ζωή των πολυάνθρωπων και ακμαζουσών ελληνικών παροικιών. Οι Έλληνες της Ρωσίας συμμετείχαν στα γεγονότα. Τους βλέπουμε να εντάσσονται σ’ όλες τις πολιτικές τάσεις και να εκφράζονται με έναν ιδιαιτέρως τολμηρό τρόπο για τα καθημερινά, αλλά και τα εθνικά τους ζητήματα. Με την πλήρη κυριαρχία των μπολσεβίκων εγκατέλειψαν το χώρο της παλιάς ρωσικής Αυτοκρατορίας όλοι όσοι ανήκαν σε διαφορετικές πολιτικές ομάδες. Μεταξύ αυτών και ο μεσνσεβίκος –δηλαδή δημοκράτης μαρξιστής, ήτοι σοσιαλδημοκράτης- Γιάννης Πασαλίδης, που αργότερα θα ιδρύσει το κόμμα της ΕΔΑ στην Ελλάδα.
Στην ΕΣΣΔ θα παραμείνουν δεκάδες χιλιάδες Έλληνες και θα διαμορφωθεί μια νέα ελληνική μπολσεβικική ηγεσία, η οποία θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να αναπτύξει πολιτισμικά και πολιτικά τις ελληνικές κοινότητες. Διαμορφώθηκε έτσι ένας σημαντικός και πολυάνθρωπος σοβιετικός ελληνισμός, πλήρως αυτονομημένος από την Ελλάδα και σε σύγκρουση με το ιδεολόγημα της “μητέρας-πατρίδας”. Ο  ελληνισμός αυτός συγκροτήθηκε τότε σ’ ένα ιδιαίτερο ελληνικό κέντρο, απέκτησε εσωτερική ζωή και ενδιαφέρουσες δομές, υπήρξε το καταφύγιο και το αποκούμπι των κυνηγημένων αριστερών από την “αστική Ελλάδα”, συνομίλησε ισότιμα με το σοβιετικό περιβάλλον,  υλοποίησε τις πλέον προχωρημένες ιδέες του ελληνικού δημοτικισμού (που σήμερα μας παραξενεύουν αρκετά).

Με βάση λοιπόν τα πραγματολογικά δεδομένα που έχουμε, κατανοούμε με σαφήνεια ότι το ελληνικό στοιχείο της Σοβιετικής Ένωσης συμμετείχε σε όλα τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν την περίοδο του μεσοπολέμου και βίωσε με τον πιο δραματικό τρόπο τις εγγενείς αδυναμίες του σοβιετικού συστήματος. Ανέπτυξε επί πλέον στο νέο περιβάλλον την επιτρεπτή για τη σοβιετική εξουσία προβληματική  για  τον πολιτισμό και διατύπωσε πολιτικά αιτήματα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός ιδιόμορφου ελληνικού σοβιετικού λόγου. Οι σοβιετικοί Έλληνες και η μπολσεβικική τους ηγεσία, αξιοποίησαν πλήρως τις δυνατότητες που έδινε η σοβιετική πολιτική αντίληψη για τα πολιτιστικά δικαιώματα των εθνών. Δημιουργήθηκαν 4 Αυτόνομες Σοβιετικές Ελληνικές Περιοχές (Gretsiski Rayion),  συγκροτήθηκε ένα εκτεταμένο εκπαιδευτικό δίκτυο που συμπεριλάμβανε ακόμα και Παιδαγωγικές Ακαδημίες, αναγεννήθηκε το ελληνικό θέατρο, παρουσιάστηκε μια εντυπωσιακή εκδοτική άνθιση με πλήθος ελληνόγλωσσων εφημερίδων και βιβλίων, που βασίστηκε στην ύπαρξη τριών κεντρικών ελληνικών τυπογραφείων (Μαριούπολη, Ροστόφ επί του Ντον, Σοχούμι).

Η αλλαγή της συμπεριφοράς της ηγεσίας δεν ήταν αποτέλεσμα της σοβιετοποίησης της παλιάς ρωσικής κοινωνίας, αλλά αποτέλεσμα μιας μεγάλης εσωτερικής αντεπανάστασης που έφερε στην εξουσία τον Στάλιν και την ομάδα του. Αναμφίβολα η λενινιστική αντίληψη εξουσίας και το μοντέλο-δομή του Κόμματος Νέου Τύπου που εφαρμόστηκε σε μια πανσοβιετική κλίμακα, διευκόλυνε την αναρίχηση του Στάλιν στην εξουσία. Όμως η τελική καταστροφή των ελληνικών σοβιετικών κοινοτήτων  προήλθε αποκλειστικά από το σταλινισμό. Οι 
Έλληνες της ΕΣΣΔ -μαζί με άλλες μικρές εθνικές μειονότητες- υπέστησαν από το 1937 πολιτιστική γενοκτονία. Με τις διώξεις του 1937-38 εξοντώθηκε το μεγαλύτερο μέρος της διανόησης και αποσαρθρώθηκε κοινωνική δομή των ελληνικών κοινοτήτων με τη μαζική και βίαιη μετατόπιση του ελληνικού στοιχείου του Καυκάσου στην Κεντρική Ασία. Αυτές ακριβώς οι σταλινικές διώξεις  εξαφάνισαν τα περισσότερα ίχνη του σοβιετικού ελληνικού πολιτισμού του Μεσοπολέμου.

Το εντυπωσιακό στοιχείο, πουαποκρύπτεται συστηματικά στην Ελλάδα και από το ΚΚΕ –διευκολύνοντας την πλαστογραφία που επιχειρεί η«Χρυσή Αυγή»- είναι ότι μεταξύ των Ελλήνων θυμάτων του σταλινισμού συμπεριλαμβάνεται και η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του ΚΚΕ που είχαν καταφύγει στην ΕΣΣΔ για να αποφύγουν τις αντικομμουνιστικές διώξεις που είχαν ξεκινήσει στην Ελλάδα από το 1928 με το Ιδιώνυμο και κορυφώθηκαν κατά την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά.

Η συμπεριφορά του μεταξικού και εμφυλιακού καθεστώτος
Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η αντιμετώπιση από τις ελλαδικές αρχές  των θυμάτων του σταλινισμού που επιχειρούσαν να διαφύγουν στην Ελλάδα ή των γυναικοπαίδων (25.000 άτομα περίπου)  που απέλασαν οι Σοβιετικοί το 1939. Ήδη από το 1928 η τότε ελληνική κυβέρνηση είχε απαγορεύσει την ομαδική κάθοδο των Ποντίων προσφύγων που είχαν εγκλωβιστεί στην ΕΣΣΔ, παρότι εντάσσονταν στη Συνθήκη Ανταλλαγής των Πληθυσμών που είχε υπογραφεί στη Λωζάννη.Το πρόσχημα τότε ήταν η αδυναμία της Ελλάδας να υποδεχτεί νέους πρόσφυγες και η υπόθεση ότι οι πρόσφυγες αυτοί εμφορούνταν από κομμουνιστικές ιδέες. Ο Μεταξάς συνέχισε την προηγούμενη πολιτική με την οποία απαγορευόταν να εκδίδονται για τους πρόσφυγες άδειες καθόδου (βίζες) στην Ελλάδα από την ελληνική πρεσβεία της Μόσχας- πλην ελάχιστων περιπτώσεων. Η συμπεριφορά αυτή επί της ουσίας συνιστούσε παραβίαση της Συνθήκης της Λοζάνης για τους πρόσφυγες. Η πολιτική αυτή των πάσης μορφής Eλλαδιτών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένου και του Μεταξά, εγκλώβισε στη Σοβιετική Ένωση, δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες από το μικρασιατικό Πόντο. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η ελληνική εθνότητα θρήνησε μεγάλο αριθμό  θυμάτων την περίοδο των μεγάλων σταλινικών διώξεων του 1937-1938, παρότι από τις αρχές του ’38 -ενώ είχαν ξεκινήσει οι μαζικές διώξεις-  λόγω των πιέσεων των προσφυγικών οργανώσεων στην  Ελλάδα είχαν αρχίσει να χορηγούνται άδειες εξόδου σ’ αυτούς που επιθυμούσαν να διαφύγουν.
Η μεταξική κυβέρνηση, που επί των ημερών της άρχισαν οι μεγάλες διώξεις κατά Ελλήνων υπηκόων που διαβιούσαν στην ΕΣΣΔ, δεν προέβη σε τέτοια διαβήματα διαμαρτυρίας που απαιτούσαν τα τραγικά γεγονότα, ούτε χρησιμοποίησε τις σταλινικές διώξεις ως αντικομμουνιστικό επιχείρημα στη σκληρή καταστολή που ασκούσε κατά των κομμουνιστών της Ελλάδας. Ουσιαστικά αποδέχτηκε και συγκάλυψε τις σταλινικές διώξεις.
Χαρακτηριστική είναι η συμπεριφορά προς τους πρόσφυγες του 1938-39. Δηλαδή προς τα 25.000 γυναικόπαιδα κυρίως, που απέλασαν στην Ελλάδα οι σταλινικές αρχές. Αναγκαστικά η μεταξική δικτατορία αποδέχτηκε τους απελαθέντες. Όπως θυμούνται οι πρόσφυγες αυτής της περιόδου, οι ελληνικές αρχές τους αντιμετώπιζαν ως ύποπτους. Το αποκορύφωμα αυτής της στάσης ήταν η υποχρεωτική απομάκρυνση, κατά τη διάρκεια του πολέμου με τον Άξονα, των “ρωσοπροσφύγων”, όπως τους αποκαλούσαν, από τη Χαλκίδα, όπου υπήρχε η στρατηγικής σημασίας γέφυρα. Οι πρόσφυγες αυτής της περιόδου ζούσαν σε άθλιες συνθήκες. Πολλοί διέμεναν αρχικά κάτω από στέγαστρα για καπνά. Η κρατική μέριμνα από το δικτατορικό καθεστώς ήταν ανύπαρκτη και οι πρόσφυγες περνούσαν βασανιστικά την πρώτη περίοδο. Ένα μεγάλο μέρος τους είχε αφήσει πίσω συλληφθέντες από το σταλινικό καθεστώς, για τους οποίους ουδεμία μέριμνα σε επίπεδο διπλωματικής παρέμβασης έδειξε το τότε αντικομμουνιστικό καθεστώς, παρόλες τις εκκλήσεις των προσφυγικών οργανώσεων να δραστηριοποιηθεί η ελληνική κυβέρνηση για να σωθούν οι “… χιλιάδες των φυλακισμένων συμπατριωτών”.
Ίσως η πιο χαρακτηριστική και αποκαλυπτική εικόνα για το πώς η ελληνική Δεξιά αντιμετώπισε τους Έλληνες ομογενείς της Σοβιετικής Ένωσης κατά την περίοδο των σταλινικών διώξεων, προέρχεται από τη σύσκεψη που έγινε το στο ελληνικό  Υπουργείο Εξωτερικών το Σεπτέμβριο του 1949, μετά τις μαζικές βίαιες εκτοπίσεις των χιλιάδων Ποντίων του Καυκάσου (Ελλήνων υπηκόων) στην Κεντρική Ασία.  Μια από τις ιδέες που κατατέθηκαν ως «Η μόνη πρακτική απομένουσα, οδός αύτη ενεργείας…» ήταν: «…δέον να καταβληθεί υστάτη προσπάθεια… παρά τη Γαλλική Κυβερνήσει ίνα χορηγήσει αύτη άδειαν να μεταφερθούν οι εις άλλας περιοχάς της Ρωσίας ευρισκόμενοι Έλληνες,  εις Μαρόκον
————————————————-

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...