π. Ραφαήλ Βουγιούκας
Σ’ ένα κομμάτι ξύλο χαράζω βασίλισσα
δυνατή και με την σκέψη μου
την οδηγώ νικηφόρα
μέσα από στρατούς ισχυρούς.
Σαν έρθει όμως η μαύρη συννεφιά
εγώ θα την κρύψω
σε πύργους λευκούς
σε πόρτες χρυσές.
Σαν έρθει η νυχτιά
θα γίνω ήλιος
λαμπρός να την φωτίζω.
Σε σκακιέρα την τοποθετώ
έτοιμη να επιτεθεί σε μαύρους φρουρούς,
σε μαύρους αξιωματικούς,
σε μαύρο βασιλιά.
Σαν έρθει όμως η μαύρη βροχή,
εγώ θα την κρύψω
σε πύργους λευκούς,
σε πόρτες χρυσές.
Σαν έρθει η χαραυγή
θα με βρει εκεί,
φως στο πυκνό σκοτάδι της…
δυνατή και με την σκέψη μου
την οδηγώ νικηφόρα
μέσα από στρατούς ισχυρούς.
Σαν έρθει όμως η μαύρη συννεφιά
εγώ θα την κρύψω
σε πύργους λευκούς
σε πόρτες χρυσές.
Σαν έρθει η νυχτιά
θα γίνω ήλιος
λαμπρός να την φωτίζω.
Σε σκακιέρα την τοποθετώ
έτοιμη να επιτεθεί σε μαύρους φρουρούς,
σε μαύρους αξιωματικούς,
σε μαύρο βασιλιά.
Σαν έρθει όμως η μαύρη βροχή,
εγώ θα την κρύψω
σε πύργους λευκούς,
σε πόρτες χρυσές.
Σαν έρθει η χαραυγή
θα με βρει εκεί,
φως στο πυκνό σκοτάδι της…