Συγκινητική παρουσιάζεται, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή. Ἕνας ἄνθρωπος εὑρίσκεται στήν πιό ἀξιολύπητη θέση. Τυφλός καί ἐπαίτης.
Πτωχός, πού περιμένει κάποια ὑλική βοήθεια ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ τίποτε ἄλλο δέν μποροῦν νά τοῦ προσφέρουν. Μά νά ! Αὐτή τή φορά περνᾶ Ἐκεῖνος, «πού ζωή καί φῶς αἰώνιον εἶναι». Ο Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Δαυΐδ. Καί ὁ τυφλός φωνάζει μέ ὅλη του τή δύναμη, μέ ὅση φωνή τοῦ ἀπέμεινε ἀκόμη στά κουρασμένα του στήθη: «Ἐλέησόν με»! Καί ἡ θεραπεία συντελεῖται. Τό φῶς, στό θεϊκό πρόσταγμα, γεμίζει τά ἄδεια του μάτια. Καί ὁ τυφλός ἀναβλέπει.
Α΄. Ἀλλά ἡ θεραπεία αὐτή, ἐκτός ἀπό τό ὅτι εἶναι ἕνα ἀδιαμφισβήτητο γεγονός, πού φανερώνει τήν ἀνεξάντλητη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἀνθρώπινη δυστυχία, γιά ὅσους συνήθισαν νά βλέπουν πίσω ἀπό τά ἱστορικά γεγονότα καί κάποιο βαθύτερο νόημα, εἶναι καί ἕνας ὑποβλητικός συμβολισμός. Ἀλήθεια!... Βλέποντας κανείς νοερά τόν σημερινό τυφλό,πόσο μπορεῖ νά τόν θεωρήσῃ σάν ἕνα σύμβολο θλιβερό τῆς σημερινῆς δυστυχισμένης ἀνθρωπότητας. Τῆς κοινωνίας, πού ἀνεξάρτητα τόπου καί χρόνου, παραπαίει καί κλυδωνίζεται μέσα στό πέλαγος τῆς ἁμαρτωλότητας, τῆς κακίας, τῆς διαφθορᾶς, τῆς ἰδεολογικῆς συγχύσεως καί τῆς ἀγωνίας τοῦ «πολιτισμένου» ἀνθρώπου. Τοῦ ἀνθρώπου, πού μέσα στίς τόσες καί τόσες ἀνέσεις, νοιώθει τόν ἑαυτό του τόσο μόνο, τόσον ἀνασφαλῆ, τόσον ἀνήσυχο. Καί ὅμως! Ὁ σημερινός τυφλός στέκεται μπροστά μας σάν τό ἰδανικώτερο παράδειγμα. Μόνο κοντά στό Χριστό εὑρίσκει τήν λύτρωση του, τήν σωματική καί τήν ψυχική. Κι ἄν οἱ ἄλλοι τόν ἐπιτιμοῦσαν καί τόν μάλωναν ἐκεῖνος, ἐπίμονα καί τολμηρά, «πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν: Υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Κι ἄν οἱ ἄλλοι τόν ἔδιωχναν, ἐκεῖνος μέ ἀσταθῆ, ἔστω, βήματα, μά μέ σταθερή ψυχή καί ἀμετάκλητη ἀπόφαση προχώρησε κοντά στό Χριστό.
Β΄. «Χριστιανέ ἀδελφέ! Ἄν καμιά φορά τύχῃ νά ἀκούσῃς ἤ νά διαβάσῃς πώς εἶσαι παιδί τῆς ὕλης, καί πώς τίποτε τό πνευματικό δέν ὑπάρχει μέσα σου, ἤ πώς πάνω ἀπό τό κεφάλι σου δέν ὑπάρχει καμιά Ὑπέρτατη Δύναμη, στήν Ὁποία νά χρεωστῇς τήν ὕπαρξί σου καί νά ἀφιερώνῃς τή σκέψη σου, μήν πλανηθῇς. Ἄνοιξε τό θεϊκό βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἐκεῖ στήν πρώτη σελίδα θά διαπιστώσῃς πώς δέν εἶσαι ἐξέλιξη τοῦ σκουληκιοῦ, μά ἐκλεκτό δημιούργημα τῆς πιό Μεγάλης Σοφίας. Καί ὅπως θεϊκή εἶναι ἡ προέλευσή σου, θείκό πρέπει νά εἶναι καί τό κατάντημά σου. «Ἀπό Θεοῦ καί εἰς Θεόν».
Ὅταν πάλι σοῦ εἰποῦν, ὅτι ὁ ἠθικός νόμος εἶναι μιά σκέτη ἀπάτη, μήν παρασυρθῃς. Διάβασε τό ἱ. Εὐαγγέλιο κάι ἐκεῖ στίς ὑπέροχες σελίδες του θά πεισθῇς, ὅτι, παρά τήν ἐπικράτηση στόν κόσμο τόσων ἀντινομιῶν ὁ θεῖος Νόμος θά παραμείνῃ μέ αἰώνιο καί ἀδιάσειστο κῦρος. Ἤ ὅταν σέ βαβαιώνουν, ὅτι ὁ οὐρανός, πρός τόν ὁποῖο στρέφεις ἐναγώνια τά βλέμματά σου σέ δύσκολες στιγμές στήν ἠθική σου ζωή, εἶναι ἕνας χῶρος ἀνεξερεύνητος καί πώς ἄν ὑπάρχῃ κάποιος Ἄγνωστος εἶναι ζήτημα ἄν συγκινῆται μέ τά θερμά σου δάκρυα, μήν καταποντισθῇς στόν ἀπύθμενο βυθό τῆς ἀπελπισίας. Φέρε τήν σκέψη σου στό σημερινό τυφλό, πού μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Μεγάλου Ὀνόματος ἐπέτυχε τήν λύτρωση. Καί σκέψου πώς ὁ βαρύς σταυρός τοῦ Γολγοθᾶ ἔκαμε τούς τελῶνες Εὐαγγελιστές, τίς πόρνες ἁγίες, καί τούς διῶκτες τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ μεγαλομάρτυρες.
Κι ἄν τύχῃ, τέλος, νά εὑρεθοῦν ἄνθρωποι, πού θά προσπαθήσουν νά σέ πείσουν, πώς ἡ ἐπίζηλη εἴτε ἀθλία ψυχή σου κάποτε θά ἀντιμετωπίσῃ τό θλιβερό συναπάντημα τοῦ θανάτου καί σάν μοναδικό της ἀπομεινάρι θά ἀφήσῃ μόνο λίγο χῶμα, πρίν κρημνισθῇς σ’αὐτή τήν τρομερή ψυχκή ἄβυσσο, πρόλαβε νά στρέψῃς τήν σκέψη σου σ’ Ἐκεῖνον, πού τοποθέτησε τή ψυχή σου πιό πάνω κι’ἀπό ὅλους τούς θησαυρούς τοῦ σύμπαντος καί θυμίσου, πώς γι’αὐτήν ἔχυσε τό πανάγιόν αἷμα Του καί μέσα ἀπ’αὐτό ἄσπιλη καί ἐξαγνισμένη περιμένει νά τήν παραλάβῃ, γιά νά τήν θεώσῃ κοντά Του!
Ἀδελφοί μου! Ἄν ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν ἀπερισκεψία, τήν ἄγνοια ἤ τήν ἀχαριστία του ἐλησμόνησε καί ἐγκατέλειψε τόν Θεόν, ὁ Θεός ποτέ δέν ἐλησμόνησε καί δέν ἐγκατέλειψε τόν ἄνθρωπο. Ἔχει πάντα ἀνοικτή τήν ἄπειρη καί ἀγαθόδωρη ἀγκαλιά Του καί περιμένει τόν παραστρατημένο καί τόν πλανημένο, γιά νά τόν ξανακάνῃ, σάν τόν ἄσωτο, δικό Του, ἀγαπημένο καί τιμημένο παιδί. Ἀμήν.
Πτωχός, πού περιμένει κάποια ὑλική βοήθεια ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ τίποτε ἄλλο δέν μποροῦν νά τοῦ προσφέρουν. Μά νά ! Αὐτή τή φορά περνᾶ Ἐκεῖνος, «πού ζωή καί φῶς αἰώνιον εἶναι». Ο Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Δαυΐδ. Καί ὁ τυφλός φωνάζει μέ ὅλη του τή δύναμη, μέ ὅση φωνή τοῦ ἀπέμεινε ἀκόμη στά κουρασμένα του στήθη: «Ἐλέησόν με»! Καί ἡ θεραπεία συντελεῖται. Τό φῶς, στό θεϊκό πρόσταγμα, γεμίζει τά ἄδεια του μάτια. Καί ὁ τυφλός ἀναβλέπει.
Α΄. Ἀλλά ἡ θεραπεία αὐτή, ἐκτός ἀπό τό ὅτι εἶναι ἕνα ἀδιαμφισβήτητο γεγονός, πού φανερώνει τήν ἀνεξάντλητη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἀνθρώπινη δυστυχία, γιά ὅσους συνήθισαν νά βλέπουν πίσω ἀπό τά ἱστορικά γεγονότα καί κάποιο βαθύτερο νόημα, εἶναι καί ἕνας ὑποβλητικός συμβολισμός. Ἀλήθεια!... Βλέποντας κανείς νοερά τόν σημερινό τυφλό,πόσο μπορεῖ νά τόν θεωρήσῃ σάν ἕνα σύμβολο θλιβερό τῆς σημερινῆς δυστυχισμένης ἀνθρωπότητας. Τῆς κοινωνίας, πού ἀνεξάρτητα τόπου καί χρόνου, παραπαίει καί κλυδωνίζεται μέσα στό πέλαγος τῆς ἁμαρτωλότητας, τῆς κακίας, τῆς διαφθορᾶς, τῆς ἰδεολογικῆς συγχύσεως καί τῆς ἀγωνίας τοῦ «πολιτισμένου» ἀνθρώπου. Τοῦ ἀνθρώπου, πού μέσα στίς τόσες καί τόσες ἀνέσεις, νοιώθει τόν ἑαυτό του τόσο μόνο, τόσον ἀνασφαλῆ, τόσον ἀνήσυχο. Καί ὅμως! Ὁ σημερινός τυφλός στέκεται μπροστά μας σάν τό ἰδανικώτερο παράδειγμα. Μόνο κοντά στό Χριστό εὑρίσκει τήν λύτρωση του, τήν σωματική καί τήν ψυχική. Κι ἄν οἱ ἄλλοι τόν ἐπιτιμοῦσαν καί τόν μάλωναν ἐκεῖνος, ἐπίμονα καί τολμηρά, «πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν: Υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Κι ἄν οἱ ἄλλοι τόν ἔδιωχναν, ἐκεῖνος μέ ἀσταθῆ, ἔστω, βήματα, μά μέ σταθερή ψυχή καί ἀμετάκλητη ἀπόφαση προχώρησε κοντά στό Χριστό.
Β΄. «Χριστιανέ ἀδελφέ! Ἄν καμιά φορά τύχῃ νά ἀκούσῃς ἤ νά διαβάσῃς πώς εἶσαι παιδί τῆς ὕλης, καί πώς τίποτε τό πνευματικό δέν ὑπάρχει μέσα σου, ἤ πώς πάνω ἀπό τό κεφάλι σου δέν ὑπάρχει καμιά Ὑπέρτατη Δύναμη, στήν Ὁποία νά χρεωστῇς τήν ὕπαρξί σου καί νά ἀφιερώνῃς τή σκέψη σου, μήν πλανηθῇς. Ἄνοιξε τό θεϊκό βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἐκεῖ στήν πρώτη σελίδα θά διαπιστώσῃς πώς δέν εἶσαι ἐξέλιξη τοῦ σκουληκιοῦ, μά ἐκλεκτό δημιούργημα τῆς πιό Μεγάλης Σοφίας. Καί ὅπως θεϊκή εἶναι ἡ προέλευσή σου, θείκό πρέπει νά εἶναι καί τό κατάντημά σου. «Ἀπό Θεοῦ καί εἰς Θεόν».
Ὅταν πάλι σοῦ εἰποῦν, ὅτι ὁ ἠθικός νόμος εἶναι μιά σκέτη ἀπάτη, μήν παρασυρθῃς. Διάβασε τό ἱ. Εὐαγγέλιο κάι ἐκεῖ στίς ὑπέροχες σελίδες του θά πεισθῇς, ὅτι, παρά τήν ἐπικράτηση στόν κόσμο τόσων ἀντινομιῶν ὁ θεῖος Νόμος θά παραμείνῃ μέ αἰώνιο καί ἀδιάσειστο κῦρος. Ἤ ὅταν σέ βαβαιώνουν, ὅτι ὁ οὐρανός, πρός τόν ὁποῖο στρέφεις ἐναγώνια τά βλέμματά σου σέ δύσκολες στιγμές στήν ἠθική σου ζωή, εἶναι ἕνας χῶρος ἀνεξερεύνητος καί πώς ἄν ὑπάρχῃ κάποιος Ἄγνωστος εἶναι ζήτημα ἄν συγκινῆται μέ τά θερμά σου δάκρυα, μήν καταποντισθῇς στόν ἀπύθμενο βυθό τῆς ἀπελπισίας. Φέρε τήν σκέψη σου στό σημερινό τυφλό, πού μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Μεγάλου Ὀνόματος ἐπέτυχε τήν λύτρωση. Καί σκέψου πώς ὁ βαρύς σταυρός τοῦ Γολγοθᾶ ἔκαμε τούς τελῶνες Εὐαγγελιστές, τίς πόρνες ἁγίες, καί τούς διῶκτες τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ μεγαλομάρτυρες.
Κι ἄν τύχῃ, τέλος, νά εὑρεθοῦν ἄνθρωποι, πού θά προσπαθήσουν νά σέ πείσουν, πώς ἡ ἐπίζηλη εἴτε ἀθλία ψυχή σου κάποτε θά ἀντιμετωπίσῃ τό θλιβερό συναπάντημα τοῦ θανάτου καί σάν μοναδικό της ἀπομεινάρι θά ἀφήσῃ μόνο λίγο χῶμα, πρίν κρημνισθῇς σ’αὐτή τήν τρομερή ψυχκή ἄβυσσο, πρόλαβε νά στρέψῃς τήν σκέψη σου σ’ Ἐκεῖνον, πού τοποθέτησε τή ψυχή σου πιό πάνω κι’ἀπό ὅλους τούς θησαυρούς τοῦ σύμπαντος καί θυμίσου, πώς γι’αὐτήν ἔχυσε τό πανάγιόν αἷμα Του καί μέσα ἀπ’αὐτό ἄσπιλη καί ἐξαγνισμένη περιμένει νά τήν παραλάβῃ, γιά νά τήν θεώσῃ κοντά Του!
Ἀδελφοί μου! Ἄν ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν ἀπερισκεψία, τήν ἄγνοια ἤ τήν ἀχαριστία του ἐλησμόνησε καί ἐγκατέλειψε τόν Θεόν, ὁ Θεός ποτέ δέν ἐλησμόνησε καί δέν ἐγκατέλειψε τόν ἄνθρωπο. Ἔχει πάντα ἀνοικτή τήν ἄπειρη καί ἀγαθόδωρη ἀγκαλιά Του καί περιμένει τόν παραστρατημένο καί τόν πλανημένο, γιά νά τόν ξανακάνῃ, σάν τόν ἄσωτο, δικό Του, ἀγαπημένο καί τιμημένο παιδί. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου