Αρχιμανδρίτης Συμεών Βενετσιάνος
Τιμούμε τον μήνα αυτό τη μνήμη των Τριών Οικουμενικών Διδασκάλων και Ιεραρχών, των προστατών και εφόρων της παιδείας τού γένους μας. Πανηγυρική Θεία
Λειτουργία την ημέρα εκείνη με τη συμμετοχή(;) των μαθητών, εκδηλώσεις τιμής για τους εκπαιδευτικούς, για εκείνους που αγωνίζονται φιλότιμα στο σχολείο να διδάξουν στη νέα γενιά αρετή και μόρφωση, το κάλλος της ψυχής και την ομορφιά της γνώσης.
Τιμούμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, των προστατών της παιδείας του γένους μας. Όμως, έχει νόημα σήμερα αυτός ο εορτασμός, σε καιρούς που επικρατεί ένας τεράστιος προβληματισμός γύρω από τα θέματα της παιδείας μας; Έχει νόημα αυτός ο εορτασμός στη νεοελληνική κοινωνία μας, με νωπά στη μνήμη μας τα τελευταία δραματικά γεγονότα, που ζήσαμε έντονα, που είδαμε στις οθόνες των τηλεοράσεών μας, που μας απογοήτευσαν και μας προβλημάτισαν σε μέγιστο βαθμό; Ή μήπως στον γενικότερο αποπροσανατολισμό μας, φαντάζει η εορτή απλώς ως μία φολκλορική φιέστα, χωρίς νόημα και ουσιαστικό περιεχόμενο, που μας έρχεται μάλιστα από το πολύ μακρινό μακρινό παρελθόν, καθώς οι Τρεις μεγάλοι της Εκκλησίας μας Πατέρες έζησαν πριν από 17 αιώνες τουλάχιστον; Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της μετανεωτερικότητας, στην κοινωνία των νέων ταχυτήτων του Διαδικτύου και της σύγχρονης τεχνολογίας, σ’ έναν καινούριο κόσμο που ανατέλλει χάρις στα επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας, μπορεί να έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών;
Η απάντηση για εκείνους που σπουδάζουν την κρισιμότητα των καιρών μας δεν μπορεί παρά να είναι: ναι! Έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών γιατί σιγά σιγά χάνουμε το νόημα της παιδείας, και εάν χάσουμε το νόημα της παιδείας τότε έχουμε χάσει και το νόημα της ζωής μας. Δεν αξίζει πια να υπάρχουμε! Χρειαζόμαστε τον Βασίλειο, τον Γρηγόριο και τον Χρυσόστομο Ιωάννη για να μας θυμίσουν και πάλι πως ο αληθινός προορισμός της παιδείας δεν μπορεί παρά να είναι αυτό που εκείνοι βίωσαν και μας παρέδωσαν: ο συνδυασμός της γνώσης με την αρετή, αποβλέποντας σε μία σύνολη ολοκλήρωση του ανθρώπου! Γιατί εκείνος που κατέχει μόνο τη γνώση αλλά όχι και την αρετή αποδεικνύεται εν τέλει επιζήμιος για την ανθρωπότητα. Γιατί η γνώση μόνης της χωρίς την αρετή κατασκευάζει τις «έξυπνες» βόμβες και με χειρουργική -τάχα- ακρίβεια καταστρέφει ζωές και πολιτισμούς –τα ζήσαμε και τα ζούμε με τον πλέον τραγικό τρόπο! Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή δημιούργησε δύο παγκόσμιους πολέμους και ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή αφαιρεί ζωτικής σημασίας όργανα από τα φτωχά παιδάκια της νότιας Αμερικής και της Αφρικής και τα μεταμοσχεύει σε πλούσιους δυτικοευρωπαίους και αμερικανούς. Όλα τούτα τα διενήργησαν επιστήμονες, που είχαν γεμάτο το μυαλό αλλά άδεια την καρδιά. Γι’ αυτό και επιμένουμε: Γνώση, ναι, μεγάλο αγαθό, αλλά μαζί με την αρετή, γιατί χωρίς αυτήν η παιδεία από ευλογία γίνεται κατάρα για το ανθρώπινο γένος.
Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήταν τυχαίοι. Ήσαν πανεπιστήμονες. Δεν γνώριζαν μόνο θεολογία, αλλά κατέστησαν γνώστες πολλών επιστημών της εποχής τους, σπουδάζοντας στα πιο φημισμένα κέντρα. Ο Βασίλειος ήταν μεταξύ άλλων χειρουργός και αστρονόμος, ο Γρηγόριος έλαβε πανεπιστημιακή έδρα στην Αθήνα ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, δίδαξε για δύο μόνο χρόνια και έφυγε για την πατρίδα του στον Πόντο, για να γνωρίσει την ασκητική ζωή, ο δε επιφανής ρήτορας Λιβάνιος -ο οποίος ήταν ειδωλολάτρης- όταν στα τέλη της ζωής του ρωτήθηκε για το πρόσωπο που θα μπορούσε να τον διαδεχθεί ως καθηγητής στη σχολή του απάντησε ότι θα όριζε ως διάδοχό του τον Χρυσόστομο, αν δεν τον είχαν κερδίσει οι χριστιανοί.
Τι συνδύασαν λοιπόν οι Τρεις; Τη γνώση με το ασκητικό ήθος. Έκαμαν την παιδεία ζήτημα ζωής και αυτό ακριβώς μας πρόσφεραν: μια παιδεία που σέβεται τον άνθρωπο, μια παιδεία για τον άνθρωπο, μια παιδεία που υπηρετεί τον άνθρωπο και δεν τον σκλαβώνει. Μια παιδεία που μεταμορφώνει και δεν παραμορφώνει τον άνθρωπο. Μια παιδεία όπου κυριαρχεί το χάρισμα, η αγάπη, η ανεκτικότητα, η ανακάλυψη της αληθινής κλίσης κάθε μαθητή, ας τολμήσουμε να το ονειρευτούμε: μια παιδεία που προκαλεί χαρά και ικανοποίηση, μια παιδεία που υπηρετείται από τον ιερό πόθο του δάσκαλου και τον συγκλονισμό του μαθητή.
Θα πει κανείς: όλα αυτά είναι πολύ ωραία, αλλά αποτελούν όνειρα θερινής -ή και χειμερινής- νυκτός. Κι όμως, η πρόταση των Τριών Ιεραρχών για την παιδεία είναι αφάνταστα πρωτοποριακή, ακόμη και για την εποχή μας. Λέγει ο Χρυσόστομος: «Τα παιδιά δεν πρέπει να διδάσκονται όσα θέλει ο δάσκαλος, αλλά όσα οι μαθητές είναι ικανοί να αφομοιώσουν». Γι’ αυτό και –κατά τον Γρηγόριο- ο δάσκαλος πρέπει εγκαίρως να διακρίνει τις κλίσεις των μαθητών του και να υποδεικνύει στους εφήβους ποιους κλάδους και ποια επαγγέλματα να ακολουθήσουν. Για να το πετύχει αυτό ο δάσκαλος, και γενικά για να πετύχει στο έργο του, πρέπει –κατά τον Βασίλειο- ο δάσκαλος να έχει γνώσεις της ψυχολογίας τού ανθρώπου, να μελετά τις θείες Γραφές, να είναι ακέραιος στο χαρακτήρα, και να έχει τελικά κάτι θεϊκό μέσα του: να έχει το χάρισμα της διδασκαλίας». Διότι «ου πάντες διδάσκαλοι».
Η παιδεία, για τούς Τρεις Οικουμενικούς Πατέρες, δεν είναι ένας τομέας της ζωής μας, αλλά ολόκληρη η ζωή μας. Γι' αυτό το λόγο δεν μπορούν να συλλάβουν αλλιώς το νόημα της παιδείας παρά μόνο μέσω του προσώπου του Χριστού, που είναι ολόκληρη η ζωή. Στην πράξη η παιδεία είναι δρόμος γιά τη ζωή, γιά τον Χριστό καί είναι κατάργηση του θανάτου.
Η δικαιοσύνη στη ζωή μας είναι εξισορρόπιση όλων των δυνάμεων μας και ευθυγράμμισή τους με την εικόνα του Θεού. Κι αυτό είναι ζωή. Δεν έχουμε δικαίωμα να βλέπουμε τους Τρεις Ιεράρχες μόνο σαν αρχιερείς, μόνο σαν ασκητές, μόνο σαν ανθρώπους, μόνο σαν επιστήμονες, μόνο σαν κοινωνικούς εργάτες, μόνο σαν δασκάλους, μόνο σαν τιμητές της ανθρώπινης αδικίας και αδυναμίας. Είναι όλα αυτά ταυτόχρονα. Είναι χριστοκήρυκες που, βιώνοντας τη ζωή της Εκκλησίας του Χριστού, συνέλαβαν μέσα στον προσωπικό τους αγώνα το δράμα του ανθρώπου και βοήθησαν να ξερριζωθεί η αιτία του κακού, ο θάνατος: "Ούτω προς ύψος την βροτών πάσαν φύσιν, εκ της χθονός φέρουσι τοις τούτων λόγοις " (Συναξάρι των αγίων).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θεωρεί "την παίδευσιν των παρ' ημίν αγαθών είναι το πρώτον". "Αυτό τουλάχιστον θα δέχονταν όσοι, λέει, έχουν νού". "Και εννοώ" συμπληρώνει, "παίδευσιν", την σοφία όχι "τω λόγω λαμπρυνομένη" αλλά "των έργων ελεγχομένη".
Βασική επιδίωξη επομένως της παιδείας είναι η σωτηρία και το κάλλος των θείων πραγμάτων, που μόνο με το νου συλλαμβάνονται" καθώς ομολογεί πάλι ο Άγιος Γρηγόριος. Εδώ δεν πρόκειται για ιδεαλιστική θεμελίωση του νοήματος της παιδείας. Με τη φράση αυτή θεμελιώνει θεωρητικά κάτι που προσπαθεί να βιώσει εμπειρικά μέσα στη ζωή. Πώς δηλ., η ολοκλήρωση (σωτηρία) του ανθρώπου μέσα απ' την ομορφιά, τον έρωτα για τα θεία πράγματα που υπάρχουν στον κόσμο και που μόνο ο ανθρώπινος νους κατορθώνει, είναι ο στόχος της παιδείας.
Οι θέσεις τών τριών μεγάλων πνευματικών μορφών και διδασκάλων της ορθόδοξης θεολογίας ήταν προϊόν μιας βαθύτερης ειλικρινούς βιωματικής κατάφασης προς τον Θεό, πρώτα και πάνω απ' όλα, προς τον άνθρωπο, το τέλειο δημιούργημα του Θεού, προς το πνεύμα, που κατ' εξοχήν συνδέει τον άνθρωπο με τον Δημιουργό του, και προς την καλλιέργεια του πνεύματος μέσα από τα διδάγματα της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, αλλά και με την κατάκτηση της γνώσης και την άσκηση της κρίσης καί της γλωσσικής έκφρασης ακόμη, η ὁποία - για τους τρεις μεγάλους διανοητές Χριστιανούς - περνάει μέσα από την ελληνική παιδεία και τα ελληνικά κείμενα. Έτσι, «στη διδασκαλία των Μεγάλων αυτών Πατέρων η ορθολογική σκέψη της Δύσης συνδυάσθηκε και συμφιλιώθηκε με την ορθοδοξία της Ανατολής και με την αποκάλυψη της χριστιανικής αλήθειας στον ανατολικό χώρο, ενώ ο οικουμενικός χαρακτήρας της χριστιανικής πίστης κάλυψε και καλύπτει Ανατολή και Δύση».
Εορτάζουμε λοιπόν περίλαμπρα την εορτή των Τριών μεγίστων φωστήρων της Τρισηλίου Θεότητος. Τιμούμε τα πάγχρυσα αυτά στόματα τού ελληνικού και χριστιανικού λόγου, που κατά τόν υμνογράφο τους, κατάρδευσαν όλη την οικουμένη με νάματα θεογνωσίας. Αρκεί μόνο να τους τιμούμε; Νομίζω ότι επιβάλλεται και να τους ακούμε! Σε καιρούς δύσκολους και οριακούς σαν τους τωρινούς, όπου οι αξίες και οι αρχές κλυδωνίζονται, καθένας μας έχει ανάγκη οδηγού και πυξίδας, για να μας φανερώνουν το δρόμο για να κρατήσουμε την ανθρωπιά μας και να προσεγγίσουμε την αρετή. Έχουμε ανάγκη αληθινών προτύπων σαν εκείνους τους Τρεις, που δεν ήταν μόνο «των λόγων εραστές», αλλά πρώτιστα ποιητές όσων πρέσβευαν και δίδασκαν. Η ημέρα της μνήμης τους ας αποτέλεσει την καλύτερη αφορμή για όλους μας για να γνωρίσουμε και να μελετήσουμε με προσοχή την προσωπικότητα και το έργο τους και στη συνέχεια να εφαρμόσουμε τα διδάγματά τους. Το απαιτούν οι καιροί μας. Το χρωστάμε στον εαυτό μας. Δεν πρέπει να το στερήσουμε από τα παιδιά μας.
Ένας από τους Τρεις, ο Χρυσόστομος Ιωάννης έγραφε «Όταν τα αρχέτυπα ηφάνισται, τότε ουδέ οι νέοι γἰνονται θαυμαστοί». Μπορούμε λοιπόν να σταματήσουμε να ρίχνουμε τον λίθο του αναθέματος στο αντίγραφο, αμνηστεύοντας το πρωτότυπο; Το πρόβλημα της σημερινής νεολαίας είναι να απεγκλωβιστεί από εμάς, από τις μηδενιστικές πρακτικές που εν πολλοίς διδάσκουμε. Κι εμείς να διδαχθούμε πολλά από την έννοια της μετάνοιας, πού σημαίνει αλλαγή τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής, υιοθετώντας νέους δρόμους ανάταξης, έναν εκκλησιαστικότερο τρόπο ζωής που εγγυάται την αυθεντικότητα της έκφρασης και τη γνησιότητα της ποιότητας.
Και τέλος, όπου εμείς δεν μπορούμε πια να κάνουμε τίποτε άλλο, ας αφήσουμε επιτέλους να μιλήσει λίγο και ο Θεός. Για να καταλάβουμε, εμείς πρώτοι, πως όταν η ζωή των νέων μας γίνει περισσότερο εκκλησιαστική, τότε θα γίνει λιγὀτερο αγχωτική. Ο Θεός είναι το πρότυπο της αγάπης. Ο Θεός είναι αγάπη. Αυτό που έχουν ανάγκη τα παιδιά, αυτό πού έχουμε ανάγκη εμείς, είναι να αφήσουμε στον Θεό περισσότερο χώρο στην καρδιά μας και στη ζωή μας. Ας το τολμήσουμε. Για τον εαυτό μας και τα παιδιά. Για το σήμερα και το αύριο. Αλλά και γι’ αυτήν την αιωνιότητα.
Λειτουργία την ημέρα εκείνη με τη συμμετοχή(;) των μαθητών, εκδηλώσεις τιμής για τους εκπαιδευτικούς, για εκείνους που αγωνίζονται φιλότιμα στο σχολείο να διδάξουν στη νέα γενιά αρετή και μόρφωση, το κάλλος της ψυχής και την ομορφιά της γνώσης.
Τιμούμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, των προστατών της παιδείας του γένους μας. Όμως, έχει νόημα σήμερα αυτός ο εορτασμός, σε καιρούς που επικρατεί ένας τεράστιος προβληματισμός γύρω από τα θέματα της παιδείας μας; Έχει νόημα αυτός ο εορτασμός στη νεοελληνική κοινωνία μας, με νωπά στη μνήμη μας τα τελευταία δραματικά γεγονότα, που ζήσαμε έντονα, που είδαμε στις οθόνες των τηλεοράσεών μας, που μας απογοήτευσαν και μας προβλημάτισαν σε μέγιστο βαθμό; Ή μήπως στον γενικότερο αποπροσανατολισμό μας, φαντάζει η εορτή απλώς ως μία φολκλορική φιέστα, χωρίς νόημα και ουσιαστικό περιεχόμενο, που μας έρχεται μάλιστα από το πολύ μακρινό μακρινό παρελθόν, καθώς οι Τρεις μεγάλοι της Εκκλησίας μας Πατέρες έζησαν πριν από 17 αιώνες τουλάχιστον; Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της μετανεωτερικότητας, στην κοινωνία των νέων ταχυτήτων του Διαδικτύου και της σύγχρονης τεχνολογίας, σ’ έναν καινούριο κόσμο που ανατέλλει χάρις στα επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας, μπορεί να έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών;
Η απάντηση για εκείνους που σπουδάζουν την κρισιμότητα των καιρών μας δεν μπορεί παρά να είναι: ναι! Έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών γιατί σιγά σιγά χάνουμε το νόημα της παιδείας, και εάν χάσουμε το νόημα της παιδείας τότε έχουμε χάσει και το νόημα της ζωής μας. Δεν αξίζει πια να υπάρχουμε! Χρειαζόμαστε τον Βασίλειο, τον Γρηγόριο και τον Χρυσόστομο Ιωάννη για να μας θυμίσουν και πάλι πως ο αληθινός προορισμός της παιδείας δεν μπορεί παρά να είναι αυτό που εκείνοι βίωσαν και μας παρέδωσαν: ο συνδυασμός της γνώσης με την αρετή, αποβλέποντας σε μία σύνολη ολοκλήρωση του ανθρώπου! Γιατί εκείνος που κατέχει μόνο τη γνώση αλλά όχι και την αρετή αποδεικνύεται εν τέλει επιζήμιος για την ανθρωπότητα. Γιατί η γνώση μόνης της χωρίς την αρετή κατασκευάζει τις «έξυπνες» βόμβες και με χειρουργική -τάχα- ακρίβεια καταστρέφει ζωές και πολιτισμούς –τα ζήσαμε και τα ζούμε με τον πλέον τραγικό τρόπο! Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή δημιούργησε δύο παγκόσμιους πολέμους και ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή αφαιρεί ζωτικής σημασίας όργανα από τα φτωχά παιδάκια της νότιας Αμερικής και της Αφρικής και τα μεταμοσχεύει σε πλούσιους δυτικοευρωπαίους και αμερικανούς. Όλα τούτα τα διενήργησαν επιστήμονες, που είχαν γεμάτο το μυαλό αλλά άδεια την καρδιά. Γι’ αυτό και επιμένουμε: Γνώση, ναι, μεγάλο αγαθό, αλλά μαζί με την αρετή, γιατί χωρίς αυτήν η παιδεία από ευλογία γίνεται κατάρα για το ανθρώπινο γένος.
Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήταν τυχαίοι. Ήσαν πανεπιστήμονες. Δεν γνώριζαν μόνο θεολογία, αλλά κατέστησαν γνώστες πολλών επιστημών της εποχής τους, σπουδάζοντας στα πιο φημισμένα κέντρα. Ο Βασίλειος ήταν μεταξύ άλλων χειρουργός και αστρονόμος, ο Γρηγόριος έλαβε πανεπιστημιακή έδρα στην Αθήνα ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, δίδαξε για δύο μόνο χρόνια και έφυγε για την πατρίδα του στον Πόντο, για να γνωρίσει την ασκητική ζωή, ο δε επιφανής ρήτορας Λιβάνιος -ο οποίος ήταν ειδωλολάτρης- όταν στα τέλη της ζωής του ρωτήθηκε για το πρόσωπο που θα μπορούσε να τον διαδεχθεί ως καθηγητής στη σχολή του απάντησε ότι θα όριζε ως διάδοχό του τον Χρυσόστομο, αν δεν τον είχαν κερδίσει οι χριστιανοί.
Τι συνδύασαν λοιπόν οι Τρεις; Τη γνώση με το ασκητικό ήθος. Έκαμαν την παιδεία ζήτημα ζωής και αυτό ακριβώς μας πρόσφεραν: μια παιδεία που σέβεται τον άνθρωπο, μια παιδεία για τον άνθρωπο, μια παιδεία που υπηρετεί τον άνθρωπο και δεν τον σκλαβώνει. Μια παιδεία που μεταμορφώνει και δεν παραμορφώνει τον άνθρωπο. Μια παιδεία όπου κυριαρχεί το χάρισμα, η αγάπη, η ανεκτικότητα, η ανακάλυψη της αληθινής κλίσης κάθε μαθητή, ας τολμήσουμε να το ονειρευτούμε: μια παιδεία που προκαλεί χαρά και ικανοποίηση, μια παιδεία που υπηρετείται από τον ιερό πόθο του δάσκαλου και τον συγκλονισμό του μαθητή.
Θα πει κανείς: όλα αυτά είναι πολύ ωραία, αλλά αποτελούν όνειρα θερινής -ή και χειμερινής- νυκτός. Κι όμως, η πρόταση των Τριών Ιεραρχών για την παιδεία είναι αφάνταστα πρωτοποριακή, ακόμη και για την εποχή μας. Λέγει ο Χρυσόστομος: «Τα παιδιά δεν πρέπει να διδάσκονται όσα θέλει ο δάσκαλος, αλλά όσα οι μαθητές είναι ικανοί να αφομοιώσουν». Γι’ αυτό και –κατά τον Γρηγόριο- ο δάσκαλος πρέπει εγκαίρως να διακρίνει τις κλίσεις των μαθητών του και να υποδεικνύει στους εφήβους ποιους κλάδους και ποια επαγγέλματα να ακολουθήσουν. Για να το πετύχει αυτό ο δάσκαλος, και γενικά για να πετύχει στο έργο του, πρέπει –κατά τον Βασίλειο- ο δάσκαλος να έχει γνώσεις της ψυχολογίας τού ανθρώπου, να μελετά τις θείες Γραφές, να είναι ακέραιος στο χαρακτήρα, και να έχει τελικά κάτι θεϊκό μέσα του: να έχει το χάρισμα της διδασκαλίας». Διότι «ου πάντες διδάσκαλοι».
Η παιδεία, για τούς Τρεις Οικουμενικούς Πατέρες, δεν είναι ένας τομέας της ζωής μας, αλλά ολόκληρη η ζωή μας. Γι' αυτό το λόγο δεν μπορούν να συλλάβουν αλλιώς το νόημα της παιδείας παρά μόνο μέσω του προσώπου του Χριστού, που είναι ολόκληρη η ζωή. Στην πράξη η παιδεία είναι δρόμος γιά τη ζωή, γιά τον Χριστό καί είναι κατάργηση του θανάτου.
Η δικαιοσύνη στη ζωή μας είναι εξισορρόπιση όλων των δυνάμεων μας και ευθυγράμμισή τους με την εικόνα του Θεού. Κι αυτό είναι ζωή. Δεν έχουμε δικαίωμα να βλέπουμε τους Τρεις Ιεράρχες μόνο σαν αρχιερείς, μόνο σαν ασκητές, μόνο σαν ανθρώπους, μόνο σαν επιστήμονες, μόνο σαν κοινωνικούς εργάτες, μόνο σαν δασκάλους, μόνο σαν τιμητές της ανθρώπινης αδικίας και αδυναμίας. Είναι όλα αυτά ταυτόχρονα. Είναι χριστοκήρυκες που, βιώνοντας τη ζωή της Εκκλησίας του Χριστού, συνέλαβαν μέσα στον προσωπικό τους αγώνα το δράμα του ανθρώπου και βοήθησαν να ξερριζωθεί η αιτία του κακού, ο θάνατος: "Ούτω προς ύψος την βροτών πάσαν φύσιν, εκ της χθονός φέρουσι τοις τούτων λόγοις " (Συναξάρι των αγίων).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θεωρεί "την παίδευσιν των παρ' ημίν αγαθών είναι το πρώτον". "Αυτό τουλάχιστον θα δέχονταν όσοι, λέει, έχουν νού". "Και εννοώ" συμπληρώνει, "παίδευσιν", την σοφία όχι "τω λόγω λαμπρυνομένη" αλλά "των έργων ελεγχομένη".
Βασική επιδίωξη επομένως της παιδείας είναι η σωτηρία και το κάλλος των θείων πραγμάτων, που μόνο με το νου συλλαμβάνονται" καθώς ομολογεί πάλι ο Άγιος Γρηγόριος. Εδώ δεν πρόκειται για ιδεαλιστική θεμελίωση του νοήματος της παιδείας. Με τη φράση αυτή θεμελιώνει θεωρητικά κάτι που προσπαθεί να βιώσει εμπειρικά μέσα στη ζωή. Πώς δηλ., η ολοκλήρωση (σωτηρία) του ανθρώπου μέσα απ' την ομορφιά, τον έρωτα για τα θεία πράγματα που υπάρχουν στον κόσμο και που μόνο ο ανθρώπινος νους κατορθώνει, είναι ο στόχος της παιδείας.
Οι θέσεις τών τριών μεγάλων πνευματικών μορφών και διδασκάλων της ορθόδοξης θεολογίας ήταν προϊόν μιας βαθύτερης ειλικρινούς βιωματικής κατάφασης προς τον Θεό, πρώτα και πάνω απ' όλα, προς τον άνθρωπο, το τέλειο δημιούργημα του Θεού, προς το πνεύμα, που κατ' εξοχήν συνδέει τον άνθρωπο με τον Δημιουργό του, και προς την καλλιέργεια του πνεύματος μέσα από τα διδάγματα της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, αλλά και με την κατάκτηση της γνώσης και την άσκηση της κρίσης καί της γλωσσικής έκφρασης ακόμη, η ὁποία - για τους τρεις μεγάλους διανοητές Χριστιανούς - περνάει μέσα από την ελληνική παιδεία και τα ελληνικά κείμενα. Έτσι, «στη διδασκαλία των Μεγάλων αυτών Πατέρων η ορθολογική σκέψη της Δύσης συνδυάσθηκε και συμφιλιώθηκε με την ορθοδοξία της Ανατολής και με την αποκάλυψη της χριστιανικής αλήθειας στον ανατολικό χώρο, ενώ ο οικουμενικός χαρακτήρας της χριστιανικής πίστης κάλυψε και καλύπτει Ανατολή και Δύση».
Εορτάζουμε λοιπόν περίλαμπρα την εορτή των Τριών μεγίστων φωστήρων της Τρισηλίου Θεότητος. Τιμούμε τα πάγχρυσα αυτά στόματα τού ελληνικού και χριστιανικού λόγου, που κατά τόν υμνογράφο τους, κατάρδευσαν όλη την οικουμένη με νάματα θεογνωσίας. Αρκεί μόνο να τους τιμούμε; Νομίζω ότι επιβάλλεται και να τους ακούμε! Σε καιρούς δύσκολους και οριακούς σαν τους τωρινούς, όπου οι αξίες και οι αρχές κλυδωνίζονται, καθένας μας έχει ανάγκη οδηγού και πυξίδας, για να μας φανερώνουν το δρόμο για να κρατήσουμε την ανθρωπιά μας και να προσεγγίσουμε την αρετή. Έχουμε ανάγκη αληθινών προτύπων σαν εκείνους τους Τρεις, που δεν ήταν μόνο «των λόγων εραστές», αλλά πρώτιστα ποιητές όσων πρέσβευαν και δίδασκαν. Η ημέρα της μνήμης τους ας αποτέλεσει την καλύτερη αφορμή για όλους μας για να γνωρίσουμε και να μελετήσουμε με προσοχή την προσωπικότητα και το έργο τους και στη συνέχεια να εφαρμόσουμε τα διδάγματά τους. Το απαιτούν οι καιροί μας. Το χρωστάμε στον εαυτό μας. Δεν πρέπει να το στερήσουμε από τα παιδιά μας.
Ένας από τους Τρεις, ο Χρυσόστομος Ιωάννης έγραφε «Όταν τα αρχέτυπα ηφάνισται, τότε ουδέ οι νέοι γἰνονται θαυμαστοί». Μπορούμε λοιπόν να σταματήσουμε να ρίχνουμε τον λίθο του αναθέματος στο αντίγραφο, αμνηστεύοντας το πρωτότυπο; Το πρόβλημα της σημερινής νεολαίας είναι να απεγκλωβιστεί από εμάς, από τις μηδενιστικές πρακτικές που εν πολλοίς διδάσκουμε. Κι εμείς να διδαχθούμε πολλά από την έννοια της μετάνοιας, πού σημαίνει αλλαγή τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής, υιοθετώντας νέους δρόμους ανάταξης, έναν εκκλησιαστικότερο τρόπο ζωής που εγγυάται την αυθεντικότητα της έκφρασης και τη γνησιότητα της ποιότητας.
Και τέλος, όπου εμείς δεν μπορούμε πια να κάνουμε τίποτε άλλο, ας αφήσουμε επιτέλους να μιλήσει λίγο και ο Θεός. Για να καταλάβουμε, εμείς πρώτοι, πως όταν η ζωή των νέων μας γίνει περισσότερο εκκλησιαστική, τότε θα γίνει λιγὀτερο αγχωτική. Ο Θεός είναι το πρότυπο της αγάπης. Ο Θεός είναι αγάπη. Αυτό που έχουν ανάγκη τα παιδιά, αυτό πού έχουμε ανάγκη εμείς, είναι να αφήσουμε στον Θεό περισσότερο χώρο στην καρδιά μας και στη ζωή μας. Ας το τολμήσουμε. Για τον εαυτό μας και τα παιδιά. Για το σήμερα και το αύριο. Αλλά και γι’ αυτήν την αιωνιότητα.
Πηγή εδώ