Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Από το βιβλίο του π. Θεμιστοκλή Μουρτζανού "Η αγάπη είναι απλή μα θέλει κόπο" των εκδόσεων "ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ"
῾Η κοινωνία μας διακρίνεται ἀπό μία ἀντιφατική στάση ἔναντι τοῦ ἔρωτα. ᾿Από τήν μία τόν θεοποιεῖ καί τόν προβάλλει ὡς δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου καί ἀπό τήν ἄλλη τόν ὑποβαθμίζει στό σαρκικό ἐπίπεδο, τονίζει τήν ἐπιθυμία ὡς συστατικό του στοιχεῖο καί δέν διδάσκει τήν ἀγάπη ὡς κυρίαρχο συστατικό καί τελικό στόχο τοῦ ἔρωτα. Αὐτή ἡ ἰδεολογική ἀντίφαση ἔναντι τοῦ ἔρωτα πηγάζει ἴσως ἀπό καταπιεσμένες ψυχολογικές καταστάσεις, ἀπό θρησκευτικές φοβίες καί προκαταλήψεις, ἀλλά καί ἀπό τό γεγονός ὅτι σήμερα ἔχουμε θεοποιήσει ὄχι τήν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας, κάτι πού θά ἦταν κατανοητό, ἀλλά τήν ἔννοια τοῦ «δικαιώματος», κάτι πού ἀφήνει στό περιθώριο ὁποιαδήποτε ὁριοθέτηση. Γιατί, τελικά, τό πρόβλημα δέν εἶναι ἄν μποροῦμε, πρέπει, θέλουμε, ἐπιδιώκουμε τόν ἔρωτα, ἀλλά ποιό εἶναι τό περιεχόμενο πού τοῦ δίνουμε καί, κυρίως, ὡς ποῦ τόν ἀφήνουμε νά φτάσει.
Εἶμαι κληρικός. Μεγάλωσα σέ θρησκευτικό περιβάλλον τό ὁποῖο ἀσκοῦσε, στά πλαίσια τῆς παραδοσιακῆς οἰκογένειας καί τῆς κοινωνικῆς παρουσίας τῆς θρησκείας, μία ἰδιαίτερη πίεση στό θέμα τοῦ ἔρωτα. ῎Εβλεπα στήν ἐφηβεία μου τούς συμμαθητές μου καί τίς συμμαθήτριές μου νά ἐρωτεύονται ἐλεύθερα καί νά ἐκφράζουν τόν ἔρωτά τους, μόνο μέ τό σχετικό ἄγχος μήν χάσουν τήν ταμπέλα τοῦ «καλοῦ παιδιοῦ» ἤ νά μήν τό μάθουν οἱ γονεῖς ἤ νά μήν τούς ἐπηρεάσουν οἱ σχέσεις στήν πορεία τους πρός τό Πανεπιστήμιο καί τή ζωή. Κανείς ὅμως, πέρα ἀπό τίς ὅποιες τηλεοπτικές σειρές καί τίς λεγόμενες αἰσθηματικές ταινίες, δέν μᾶς εἶχε μιλήσει γιά τήν ἀγάπη. Γιά πολλούς, βέβαια, εἶναι ἀρκετό τό νά βλέπεις τήν ἀγάπη νά βιώνεται στό οἰκογενειακό σου περιβάλλον, μεταξύ τῶν γονέων, ἤ νά τήν ἐκφράζουν συγγενεῖς καί φίλοι πρός τό πρόσωπό σου. Καμιά φορά ἄλλωστε, τό βίωμα ἔχει περισσότερη ἀξία ἀπό ὅ,τι τά λόγια. ῾Ωστόσο, δέν μπορῶ νά ἀρνηθῶ ὅτι στήν καθημερινή ἐκκλησιαστική συμπεριφορά καί εὐσέβεια, οἱ ἔννοιες «ἔρωτας», περισσότερο, καί «ἀγάπη», λιγότερο, στίς ἀνθρώπινες σχέσεις ταυτίζονται μέ τόν θεσμό τοῦ γάμου καί ἐλάχιστα γίνεται οὐσιαστικός θετικός λόγος γι’ αὐτές στήν ἐφηβεία καί στήν νεότητα ἐν γένει στήν ἐφηβική καί νεανική ἡλικία. ῾Ο ἔρωτας θεωρεῖται ἤ ἀπαγορευμένη ὑπόθεση στά αὐστηρά περιβάλλοντα ἤ κάτι πού ἐπιβάλλεται ἀπό τούς ρυθμούς τῆς ζωῆς, μολονότι οἱ μεγαλύτεροι δέν θά ἤθελαν νά συμβεῖ, στούς μικρότερους.
Θυμᾶμαι ἀπό τήν ἐφηβεία μου ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι κάτι πού δέν γεννιέται ἐπειδή διαβάζεις γι’ αὐτόν ἤ ἐπειδή τόν προγραμματίζεις. Ξαφνικά ξυπνᾶς ἕνα πρωί καί στό μυαλό σου καί στήν σκέψη σου εἶναι κάποιο πρόσωπο, συνήθως τοῦ δικοῦ σου κοινωνικοῦ περιβάλλοντος. Εἶναι τό «ξύπνημα» τοῦ ἀνθρώπου, ἡ πορεία ἀπό τήν παιδικότητα στήν ὡρίμαση. Εἶναι μία ἀπολύτως φυσιολογική κατάσταση, πού τουλάχιστον ἐσωτερικά, δέν μπορεῖ κανείς νά περιορίσει τήν ἐμφάνισή της. Καί δέν ὑπάρχει κανένας λόγος. ῾Η ἀντίθετη στάση, χαρακτηριστικό ἠθικιστικῶν συμπεριφορῶν καί ἀντιλήψεων ξένων πρός τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ἀλλά καί τήν ψυχική ἐξέλιξη τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ ἔνδειξη συμπλεγματικῶν ἀνθρώπων. Μπορεῖ οἱ μεγαλύτεροι σέ ἡλικία ἄνθρωποι νά ἔζησαν καταπιεσμένες ἐφηβεῖες, νά ἀναρωτιόνταν γιά τίς σκέψεις καί τά συναισθήματά τους, νά προσπαθοῦσαν γιατί «ἔπρεπε» νά περιορίσουν τό «κακό» πού ξυπνοῦσε μέσα τους, νά διαφυλάξουν τόν ἑαυτό τους «ἄσπιλο καί ἀμόλυντο», μέ μοναδικό σκοπό νά γευτοῦν ὄχι τήν χαρά τοῦ ἔρωτα, ἀλλά τήν συγκατάβαση στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, τήν ὥρα τοῦ γάμου, καί μέ ἀποκλειστικό γνώμονα τήν παιδοποιία καί τήν καταξίωση στήν κοινωνία, αὐτά ὅμως δέν μαρτυροῦν ὑγιῆ στάση.
῾Η ἐποχή μας καυχᾶται γιά τήν σεξουαλική ἀπελευθέρωση πού ἔχει προσφέρει στόν κόσμο. Καυχᾶται γιά τό γεγονός ὅτι δέν καταπιέζονται τά αἰσθήματά μας, ἡ διάθεσή μας νά εἴμαστε κοντά μέ τόν ἄλλο, νά ἔχουμε ἐλευθερία σχέσεων. ῾Ωστόσο, ἡ ἀπενοχοποίηση ἀπό καταπιεσμένες καταστάσεις τοῦ περιβάλλοντος, ὅπου ὁ γάμος θεωροῦνταν ὁ μοναδικός χῶρος στόν ὁποῖο ἐπιτρέπονταν ἡ ἐρωτική ἱκανοποίηση, στήν οὐσία ἔχει ὁδηγήσει σέ πλήρη διαστρέβλωση τῆς ἀγάπης καί στήν ἀπουσία ὁρίων, πού ἰδιαίτερα γιά τούς ἐφήβους εἶναι ἀπαραίτητα.
Στά δικά μας περιβάλλοντα ἡ πρόταση πού κυριαρχοῦσε εἶναι «προσπάθησε νά μήν ἐρωτευτεῖς γιατί θά ἁμαρτήσεις σαρκικά. ῞Οποιος ἐρωτεύεται, κινδυνεύει νά χάσει τήν ἁγνότητα τοῦ σώματός του, καί ἑπομένως νά ἐμπέσει στήν πορνεία». ῾Επομένως, ἡ ὅποια συζήτηση γι’ αὐτό τό θέμα οὐσιαστικά δέν γινόταν. ῞Οταν μάλιστα ἡ ὕλη τῶν Θρησκευτικῶν στό σχολεῖο περιελάμβανε συζήτηση γιά τίς σχέσεις τῶν δυό φύλων στήν Γ´ Λυκείου, ὅταν δηλαδή ὁ έφηβος οὐσιαστικά ἔβγαινε ἀπό τήν ἐφηβεία του καί περνοῦσε στό στάδιο τῆς ἐνηλικίωσης, ἐνῶ στά κατηχητικά σχολεῖα ἡ ὅποια ἀναφορά ἦταν ἀφοριστική, γίνεται κατανοητό ὅτι μοναδική πηγή προβληματισμοῦ γιά ἕναν τέτοιο θέμα ἦταν οἱ φίλοι καί οἱ ἴδιες οἱ σχέσεις ὅταν συνέβαιναν ἤ, σπανιότερα, οἱ γονεῖς πού εἶχαν ἀνοιχτό νοῦ καί ἤθελαν νά προφυλάξουν τά παιδιά τους ἀπό τούς ὅποιους κινδύνους. Βέβαια, τά κορίτσια, ἔχουν ἕνα πλεονέκτημα, λόγω τῆς ἐμμήνου ρύσεως, ὁπότε καί ἡ μητέρα συνήθως ἀναγκάζεται νά πεῖ ὁρισμένα στοιχεῖα γιά τήν γενετήσια λειτουργία, χωρίς νά σημαίνει αὐτό πάντοτε ὅτι ὅλα τά θέματα συζητοῦνται.
Σέ ἀρκετά μεγάλο βαθμό ἡ ᾿Εκκλησία ἔχει εὐαισθητοποιηθεῖ περισσότερο στίς μέρες μας καί, ἄν μή τί ἄλλο, δέν ἀρνεῖται νά συζητήσει τό θέμα τοῦ ἔρωτα. ῾Υπάρχει βεβαίως ἡ δυσκολία τῆς προκατάληψης τῶν ἐκτός αὐτῆς, οἱ ὁποῖοι νομίζουν ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία ἐξακολουθεῖ νά λειτουργεῖ στήν λογική τῶν ἀπαγορεύσεων, στήν ἀφύσικη, κατ’ αὐτούς ἄρνηση τῶν προγαμιαίων σχέσεων καί σέ μία ἄνευ προηγουμένου θρησκευτική ἕως πουριτανική ὑποκρισία, πού περιλαμβάνεται στήν ἐτικέτα «ἡ ᾿Εκκλησία εἶναι ὁ φύλακας τῆς ἠθικῆς της κοινωνίας», ἄρα εἶναι αὐτή πού λέει ΟΧΙ σέ ὅλα πού ἔχουν νά κάνουν μέ τόν ἔρωτα καί τήν ἐφηβεία.
«Καί ποιός τήν ρωτάει;» θά μποροῦσε νά ἔρθει εὔλογα τό ἐρώτημα. Θά πρόσθετα· «Καί τί ἔγινε πού παλαιότερα ἡ ᾿Εκκλησία βροντοφώναζε τήν ἄρνησή της, τήν συντηρητικότητά της, διεκδικοῦσε ρόλο στήν ἐκπαίδευση καί ἀγωγή τῶν νέων; ῾Υπῆρχαν οὐσιαστικά ἀποτελέσματα;» Μήπως παλαιότερα δέν ἦταν ἰδιαίτερα αὐξημένος ὁ ἀριθμός τῶν ἐκτρώσεων, ἰδίως στήν ἐφηβεία; Μήπως δέν γίνονταν ζευγαρώματα παιδιῶν, ὄχι ἴσως μέσα στό σχολεῖο, ἀλλά ἐκτός; Μήπως δέν ὑπῆρχαν ἐρωτικά τραγούδια καί κινηματογράφοι πού λειτουργοῦσαν ἀποκλειστικά μέ ταινίες σεξουαλικοῦ περιεχομένου; Δέν θεωροῦνταν ἐνηλικίωση γιά τό ἀγόρι ὁ πατέρας του νά τό πάει σέ πορνεῖο γιά νά γευτεῖ τόν ἔρωτα καί νά γίνει «ἄντρας»; ῾Απλῶς, σήμερα καταργήσαμε τήν ὑποκρισία καί θριαμβεύει πλέον ἡ ἀσυδοσία.
῾Η ἐποχή μας ἀποϊεροποίησε τόν κόσμο καί τήν ζωή. Δέν θέλει νά σέβεται τίποτα στό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας. Εἶναι εὔλογη ἡ δυσαρέσκεια γιά τήν ἠθικιστική λειτουργία στό παρελθόν θεσμῶν ὅπως ἡ ᾿Εκκλησία, ἡ οἰκογένεια, ἡ δικαιοσύνη, ἀκόμη καί ἡ ἐκπαίδευση. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι αὐτοί οἱ θεσμοί δέν πρέπει νά θεωροῦνται ἱεροί γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. ῾Ιερός δέν σημαίνει μαγικός ἤ ἀνεξέλεγκτος. ῾Ιερός σημαίνει ἄξιος σεβασμοῦ. Καί ὁ σεβασμός δέν ἐπιβάλλεται ἀπό τόν νόμο. Διδάσκεται μέ τό παράδειγμα τῶν προηγούμενων γενεῶν. Εἶναι κανόνας τῆς παράδοσης. Εἶναι κανόνας τῆς ταυτότητας ἑνός λαοῦ, τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ του. Πολιτισμός χωρίς ἱερότητα εἶναι πολιτισμός καταδικασμένος στήν ἰσοπέδωση καί τήν ἐξαφάνιση.
῾Ιερότητα πάλι δέν σημαίνει ἄρνηση τῆς ἀλήθειας, ἀπουσία κριτικῆς. Τά πρόσωπα δέν ταυτίζονται μέ τούς θεσμούς. Τά λάθη τους, οἱ ἀποτυχίες τους, οἱ ἁμαρτίες τους εἶναι ἀναγκαῖο νά κρίνονται καί νά ἀντιμετωπίζονται κάτω ἀπό ἄπλετο φῶς. ᾿Οφείλουμε ὅμως νά διακρίνουμε τήν ἀληθινή ἀξία τοῦ θεσμοῦ, τήν σημασία πού ἡ λειτουργία του ἔχει γιά τήν ὁμαλή πορεία μιᾶς κοινωνίας στήν πρόοδο καί νά ἀντιδιαστείλουμε ὅποιες παρεκτροπές τῶν προσώπων, πού εἶναι αὐτονόητο ὅτι δέν ἐκφράζουν τό πνεῦμα ἐνός θεσμοῦ.
Σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στόν ἔρωτα, ἡ ἀποϊεροποίησή του καί ὁ ξεπεσμός του στό ἐπίπεδό της σαρκικῆς ἀπόλαυσης καί μόνο, ὀφείλεται στήν ἀποϊεροποίηση τοῦ ἀνθρώπινου σώματος. Τό σῶμα σήμερα θεωρεῖται κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου. Δέν θεωρεῖται ἄνθρωπος. Θεωρεῖται ὅτι ἀνήκει στό «ἔχειν» τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι στό «εἶναι» του. ῞Ο,τι ἔχω εἶναι δικό μου, τό κάνω ὅ,τι θέλω. ῎Αρα, μπορῶ νά τό χρησιμοποιήσω κατά τήν βούλησή μου, καί κυρίως, στήν λογική της ἱκανοποίησης τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Χαρακτηριστικές εἶναι οἱ δηλώσεις τῶν φεμινιστριῶν, οἱ ὁποῖες αὐτό ἀκριβῶς ἐπισημαίνουν, ἀκόμη καί γιά τήν ἐγκυμοσύνη. Τό σῶμα τούς ἀνήκει καί αὐτές θά κρίνουν ἄν θά πρέπει νά κρατήσουν ἕνα παιδί ἤ ὄχι.
Στό δικαίωμα αὐτό ἔρχεται νά συμβάλει ὁ φιλελευθερισμός καί ἡ μοντέρνα ἀστική δημοκρατία, ἡ ὁποία στήν οὐσία εἶναι κυριαρχία τῶν ὀλίγων πού ἔχουν στά χέρια τους τά ΜΜΕ, τήν διαχείριση τοῦ χρήματος, ἀλλά καί τήν δυνατότητα νά συνασπίζουν κοντά τους ἀνθρώπους πού κρίνουν μέ βάση τό συμφέρον τους. Γι’ αὐτό καί στήν σύγχρονη δημοκρατία ἡ συζήτηση περί ἠθικῆς εἶναι ἐντελῶς ὑποκριτική. Τό δόγμα «ὅλοι τό ἴδιο εἶναι» ἤ ἀλλιῶς, ὁ καβαφικός στίχος «Βλάπτουν καί οἱ τρεῖς τους τή Συρία τό ἴδιο» («῎Ας φρόντιζαν») μαρτυρεῖ ὅτι ἡ κοινωνία μας σήμερα δέν πορεύεται βάσει ἀρχῶν καί ἀξιῶν, ἀλλά βάσει τῶν ἀνθρώπινων ἰδιοτελειῶν. ῞Ολα εἶναι δικαίωμα τοῦ καθενός, ἀρκεῖ νά μή σέ συλλάβουν νά προκαλεῖς τό κοινό αἴσθημα, τό ὁποῖο κι αὐτό διαμορφώνεται. Κι ἐδῶ ἰσχύει ἕνας ἄλλος καβαφικός στίχος· «῎Αν ἤμουν ἀκαλαίσθητος κι ἄν μυστικά τό εἶχα προστάξει, θά ἔβγαζαν πρῶτο οἱ κόλακες καί τό κουτσό μου ἁμάξι» («Εὔνοια τοῦ ᾿Αλεξάνδρου Βάλα»). ῾Επομένως, ἡ συζήτηση δέν γίνεται γιά τήν οὐσία τῆς ἠθικῆς, δηλαδή γιά τό ἄν ὑπάρχει καλό ἤ κακό, σωστό ἤ λάθος, συνείδηση ἤ ὄχι, ἀλλά γιά τήν ἐπιφάνειά της. ῾Η δημοκρατία μας στηρίζεται στό «φαίνεσθαι» καί ὄχι στό «εἶναι».
῎Αρα, καί ἡ συζήτηση περί τοῦ ἔρωτα μένει ἀναγκαστικά στό ἐπίπεδο τοῦ «φαίνεσθαι». Σιωπηρά ἤ ξεκάθαρα ἔχουμε ἀποδεχτεῖ ὅτι ἔρωτας εἶναι ἡ σαρκική ἔκφραση ἐπιθυμίας τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλο καί ὄχι ἡ ἀρχή τῆς ἀγάπης.
Τό ἀνθρώπινο σῶμα δέν εἶναι ἱερό γιά τήν κοινωνία μας. ῾Η ᾿Εκκλησία θεωρεῖ τό σῶμα ναό τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, γιατί θεωρεῖ πώς ὁ ὅλος ἄνθρωπος εἶναι ναός τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Στό ἀνθρώπινο σῶμα κατοικεῖ ὁ Θεός διά τῆς Θείας Κοινωνίας, διδάσκει ἡ ᾿Εκκλησία. ῎Αρα, καί τό σῶμα εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ γιά νά ὑπάρξει ὁ ἄνθρωπος, ἀποτελεῖ συνδημιούργημα Θεοῦ καί ἀνθρώπου, καρπό ἀγάπης, πού ὀφείλουμε μέ ἀγάπη νά τοῦ φερόμαστε, μέ σεβασμό νά τό ἀντιμετωπίζουμε καί νά ζητοῦμε γι’ αὐτό ὄχι νά ὑποτάσσεται στήν ἐπιθυμία, ἀλλά νά συναντᾶ μέ χαρά τήν ζωή. Καί ἡ ἐλευθερία τοῦ σώματος πηγάζει ἀπό τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. ῞Οπως ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νά βάζει ὁ ἴδιος ὅρια στήν ἐλευθερία του, ἔτσι βάζει καί ὅρια στόν τρόπο πού τό σῶμα του βιώνει τήν ἐλευθερία. ᾿Αλλιῶς, θά ζούσαμε καί σέ μία ζούγκλα σωμάτων, ὄχι μόνο σέ ζούγκλα ἀνθρώπων.
Φαίνεται ὅμως πώς πλέον ὁδηγούμαστε σέ μία τέτοια ζούγκλα. Γιατί, καταργώντας τά ὅρια ἤ συμπνίγοντάς τα οὐσιαστικά μέχρι τό τέλος τῆς παιδικῆς ἡλικίας, στήν οὐσία ὁδηγούμαστε πρός τά ἐκεῖ. ᾿Ανήθικες καί παράνομες πράξεις καί καταστάσεις. Θεωροῦνται σήμερα μόνο ἡ παιδεραστία καί ὁ βιασμός. Δηλαδή ὅπου δέν ὑπάρχει ὁλοκληρωμένη ἱκανότητα διαχείρισης τῆς ἐλευθερίας, ὅπως στά παιδιά ἤ τούς ἀνθρώπους πού ὑποχρεώνονται σέ ἐρωτικές πράξεις παρά τή θέλησή τους. ῾Η ἐφηβεία ἔχει ἐξαιρεθεῖ ἀπό τόν χαρακτηρισμό «ἀνήθικος», «παράνομος», «ἀνίερος» σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στόν ἔρωτα. ᾿Επιφύλαξη ὑπάρχει μόνο ὅταν οἱ ἔφηβοι λειτουργοῦν ἐρωτικά μέ πολύ μεγαλύτερους στήν ἡλικία ἀνθρώπους. ῎Αν εἶναι κοντά στήν ἡλικία τους ἤ στήν ἴδια καί δέν ὑπάρχει φυσικός ἐξαναγκασμός, τότε ὅλα εἶναι δικαιώματα τῶν ἐφήβων.
Κάναμε ὅλη αὐτή τήν μεγάλη ἀναφορά, γιατί θέλουμε νά δείξουμε τήν ὑποκρισία τῆς κοινωνίας καί τῆς ἐποχῆς μας. Παλαιότερα, θεωρούσαμε ὑποκριτικά πώς δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχουμε ἐρωτικά σκιρτήματα στήν ἐφηβεία ἤ, ἄν τά ἀφήναμε νά ἐκδηλωθοῦν, κινδυνεύαμε νά ἁμαρτήσουμε καί νά χάσουμε τήν καθαρότητά μας, μέ ἀποτέλεσμα τόν προσωπικό, ἠθικό ἤ καί, ἐνίοτε, τόν κοινωνικό στιγματισμό. Σήμερα, φτάσαμε στό ἄλλο ἄκρο. ῞Ολα ἐπιτρέπονται καί εἶναι δικαίωμά μας, ἀρκεῖ νά τό θέλουμε καί νά προσέχουμε νά μήν κινδυνεύσει ἡ ὑγεία μας. ᾿Εξ οὗ καί ἡ μεγάλη διαφήμιση ὑπέρ τῶν προφυλακτικῶν.
Χωρίς νά θέλω νά εἶμαι ἀπόλυτος, φοβᾶμαι ὅτι στήν καταπιεσμένη πραγματικότητα πού μεγαλώναμε ἡ κινδυνολογία γιά τόν ἔρωτα διέσωζε κάποιον σεβασμό στήν ἱερότητά του καί, ἄν μή τί ἄλλο, ἀπευθυνόταν μέ περισσότερο σεβασμό στήν ἐλευθερία μας. ᾿Εμεῖς καλούμασταν νά ἐπιλέξουμε ἄν θά ἐκδηλώναμε τόν ἔρωτά μας ἤ ὄχι, καί, κυρίως, μᾶς ἀφηνόταν ἕνα περιθώριο νά λειτουργήσουν τά συναισθήματά μας, τά καρδιοχτύπια μας, ποθούσαμε, ἀλλά καί περιμέναμε ταυτόχρονα. Εἴχαμε γνώση τῶν συνεπειῶν τῶν ἐπιλογῶν μας καί λειτουργοῦσε τό αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς καί ἡ ἀνάγκη τῆς μετάνοιας.
Σήμερα, φοβᾶμαι πώς ἐνῶ οἱ ἔφηβοι λειτουργοῦν χωρίς ἰδιαίτερες πιέσεις στό θέμα τοῦ ἔρωτα, δέν ἔχουν πολλά περιθώρια ἐλευθερίας. ῞Ο,τι σοῦ δίδεται ὡς δικαίωμα, ἀναρωτιέσαι εὔλογα γιατί νά μήν τό ἐξασκήσεις. ῎Αν μάλιστα, γνωρίζεις ὅτι ὄχι μόνο δέν υφίστασαι καμία συνέπεια, ἀλλά καί γίνεσαι περισσότερο ἀποδεκτός ἀπό τούς ἄλλους συνομηλίκους σου, ὡς «γόης», «ἐπιτυχημένος ἐραστής», «κοῦκλος», «περιζήτητος» ἤ, ἁπλῶς, «νέος της ἐποχῆς σου», τότε ὁ πειρασμός γίνεται ἀκόμη πιό μεγάλος.
Τί μποροῦμε λοιπόν νά ποῦμε ὡς γονεῖς στά παιδιά μας σέ σχέση μέ τούς ἐφηβικούς ἔρωτες;
Κατ’ ἀρχάς θεωρῶ πώς εἶναι πολύ σπουδαῖο νά ἐνημερώσουμε τά παιδιά μας, θά ἔλεγα ἀπό τήν Δ´ - Ε´ Δημοτικοῦ ἀκόμη, δηλαδή ἀπό τήν προεφηβική ἡλικία, σχετικά μέ τίς διαφυλικές σχέσεις. Μέ ἁπλότητα, σοβαρότητα καί ἀγάπη νά τούς τονίσουμε ὅτι τό σῶμα τους εἶναι συστατικό στοιχεῖο τῆς ὕπαρξής τους καί ὅτι ὁ Θεός τό ἔχει εὐλογήσει, ὥστε νά μποροῦν νά ζοῦνε καί νά Τόν δοξάζουνε μέσα ἀπό αὐτό. ῞Οτι τούς δόθηκε γιά νά ἀγαποῦνε τόν συνάνθρωπο μέσα ἀπό τήν σκέψη, τήν καρδιά τους, τίς αἰσθήσεις τους, κάθε τί. ῞Οτι ὁ ἔρωτας δέν εἶναι ἁμαρτία καί κακό, ἀλλά εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Μόνο πού σέ ὅλα ὀφείλουμε νά βάζουμε κάποια ὅρια, ὄχι γιατί μ’ αὐτά κάτι θά ἀλλάξει ἀπό πλευρᾶς αἰσθήσεων, ἀλλά γιατί ὅλα ἀπαιτοῦν μία ὡριμότητα στή χρήση τους.
῞Οταν τά παιδιά μας μποῦνε στήν ἐφηβεία, νά ἐπιμείνουμε στήν ἀγάπη. 0 ἔρωτας εἶναι ἡ βάση τῆς ἀγάπης, ἀλλά χωρίς αὐτήν δέν ἔχει οὐσιαστικό νόημα. Νά τονίσουμε ὅτι ἡ θεοποίηση τῆς ἐπιθυμίας γιά τόν ἄλλο καί ἡ δυνατότητα ἱκανοποίησής της, δέν ἀφήνουν περιθώριο στά συναισθήματα νά ὡριμάσουν, νά δοῦμε ἄλλες πτυχές τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος μᾶς ἐνδιαφέρει. ῎Αν νοιάζεται, ἄν ἔχει ἐνδιαφέροντα στήν ζωή του, ἄν καλύπτει αὐτό πού θέλουμε, ἄν ἔχει τήν ὡριμότητα νά κουβεντιάσει μαζί μας, νά χαρεῖ τήν παρέα μας, νά μᾶς σεβαστεῖ. Τό ἴδιο καί ἀπό τήν δική μας πλευρά.
῞Ενα ἄλλο σημεῖο στό ὁποῖο πρέπει νά ἐπιμείνουμε εἶναι τό ὅτι ἔρωτας χωρίς εὐθύνη δέν μπορεί νά νοηθεῖ. ῾Η εὐθύνη δέν βρίσκεται μόνο στήν χρήση προφυλακτικῶν, ἀλλά στήν δυνατότητα νά μπορεῖς νά ζήσεις γιά τόν ἄλλο καί νά τοῦ προσφέρεις τόν ἑαυτό σου. Τό ἴδιο χρειάζεται νά συμβεῖ καί ἀπό τήν δική του πλευρά. Ζῶ γιά τόν ἄλλο σημαίνει ὅτι ἔχω τήν ἀνεξαρτησία νά τό κάνω, ἀπό τά μικρά καί καθημερινά πρακτικά πράγματα, ὅπως εἶναι ἡ δυνατότητα νά τοῦ παρέχω τροφή, ἐνδυμασία, κατοικία, μέχρι τά πιό σπουδαῖα, νά τόν καλύψω συναισθηματικά, νά τόν ἀνεχτῶ γιά τίς ἀδυναμίες του, νά τοῦ προσφέρω ἀσφάλεια. ῎Αν δέν ὑπάρχει ἁμοιβαιότητα σ’ αὐτά, τότε δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά ἔρωτα πραγματικό καί ὁλοκληρωμένο.
῾Η ἔννοια τοῦ χρόνου καί τῆς ὡριμότητας εἶναι ἐξίσου σπουδαία. 0 ἔφηβος χρειάζεται νά καταλάβει ὅτι ἡ ζωή εἶναι μπροστά του, ὅτι δέν θά πάθει τίποτε ἄν περιμένει προτοῦ συνάψει σχέση καί μάλιστα ὁλοκληρώσει καί σωματικά στά πλαίσια της. Νά κατανοήσει ὅτι ὑπάρχουν σπουδαιότερα στήν ἐποχή τῆς ἐφηβείας, πού εἶναι ἡ καταβολή κόπου, ὅπερ ἀπαιτεῖ συγκέντρωση δυνάμεων καί ἀφιέρωση, προκειμένου νά βρεῖ ὁ ἔφηβος τήν ταυτότητά του, νά προχωρήσει στό σχολεῖο καί στό Πανεπιστήμιο, νά κάνει κάτι γιά τόν ἑαυτό του, πού θά τόν βοηθήσει νά βρεῖ νόημα στήν ζωή του.
᾿Αλλά καί τό συναίσθημα παίζει ρόλο στήν ἐφηβεία. 0 ἔρωτας ἀπαιτεῖ συναισθηματικό δόσιμο. ῾Ο κίνδυνος τοῦ πληγώματος εἶναι μεγάλος. ῞Οπως ἐπίσης, καί ἡ ἀνωριμότητα πού συναντοῦν οἱ ἔφηβοι στό ἄλλο φύλο. ᾿Ιδίως οἱ κοπέλες πέφτουν θύματα τῆς ἐπιθυμίας τῶν ἀγοριῶν νά μεγαλώσουν, νά φανοῦν μάγκες, νά ἐπιδειχθοῦν ἔναντι τῶν φίλων τους ὅτι μποροῦν καί δέν εἶναι ἀνέραστοι καί ὅλα τά ἄλλα τά ὁποῖα χαρακτηρίζουν τήν ἐφηβεία. ᾿Επίσης, τῆς φοβίας ὅτι δέν εἶναι ἀρκετά ὄμορφες ὥστε νά προσελκύουν ἀγόρια, ἰδίως ἄν ἡ σωματική τους ἐμφάνιση ἀπέχει ἀπό αὐτό τό ὁποῖο λέμε «ἔχω πέραση». Αὐτό τίς κάνει σήμερα νά λειτουργοῦν ἐπιθετικά πρός τά ἀγόρια. Τό ἴδιο καί τά ἀγόρια πού ἔχουν ὡς πρώτη ἐρωτική ἐμπειρία τήν χυδαιότητα τοῦ πορνείου, πού καταστρέφει τήν αἴσθηση τῆς ἱερότητας καί τήν δύναμη καί τρυφερότητα τοῦ συναισθήματος.
῾Ως γονεῖς ὀφείλουμε νά κουβεντιάζουμε μέ τά παιδιά μας γιά τίς παρέες πού ἔχουν. Θά ἦταν σπουδαῖο μάλιστα ἄν παροτρύναμε τά παιδιά μας νά μᾶς γνωρίσουν τίς παρέες τους, ὄχι γιά νά τά ἐλέγξουμε, ἀλλά γιά νά δοῦμε τήν ποιότητά τους καί νά προσέξουμε πῶς ἀκριβῶς ἀντιδροῦν τά παιδιά σ’ αὐτές. Σπουδαῖο θά ἦταν νά γνωρίζαμε καί τούς γονεῖς τῶν φίλων τῶν παιδιῶν μας.
᾿Εδῶ παίζει ρόλο καί τό ἀξιακό σύστημα μέ τό ὁποῖο μεγαλώσαμε τά παιδιά μας. ῎Αν ξέρουν τά παιδιά μας ὅτι ἡ σχέση τῶν γονέων τους εἶναι σχέση γνήσιας ἀγάπης, ἀνοχῆς καί ὑπομονῆς. ῎Αν καταλαβαίνουν ὅτι ὁ γάμος δέν σκότωσε τόν ἔρωτά τους, ἀλλά τόν ἔκανε δημιουργική ἀγάπη, ζωή, χαρά. ῎Αν βιώνουν κέφι στήν οἰκογένεια, ζεστασιά, κοινή πορεία. Σπουδαῖο ὅμως εἶναι καί τό ἄν δείξαμε καί δείχνουμε ἀγάπη πρός αὐτά. ῎Αν τά ἀγκαλιάσαμε ἐγκαίρως στήν παιδική τους ἡλικία. ῎Αν παίξαμε μαζί τους. ῎Αν ξέρουν ὅτι τά ἀγαποῦμε καί εἶναι χορτάτα ἀπό τήν δική μας τήν ἀγάπη. ῎Αν τούς τό εἴπαμε καί τούς τό λέμε ὅτι τά ἀγαποῦμε. ῎Αν θέλουμε νά λειτουργοῦμε καί φιλικά μαζί τους καί νά ἐλέγχουμε τίς ἀντιδράσεις μας, ὥστε νά μήν ἐπαναστατοῦμε καί νευριάζουμε ὅταν μᾶς λένε κάτι πού δέν μᾶς ἀρέσει. Καί πρωτίστως, ἄν ἔχουμε τήν διάθεση νά τά ἀφήσουμε καί ἐλεύθερα καί δέν λειτουργοῦμε ὑπερπροστατευτικά ἔναντί τους, πού σημαίνει ὅτι δέν τά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη.
Πλαίσια καί κανόνες σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στίς ἐξόδους τους καί τήν συνέπεια στίς ὑποχρεώσεις πού ἔχουν τά παιδιά, βοηθοῦν ὥστε οἱ ἐφηβικοί ἔρωτες νά μήν γίνουν ἀφορμή ἐκτροχιασμοῦ τῶν παιδιῶν ἀπό τήν πορεία τους στήν ζωή καί ὑπονόμευσης τῶν δυνατοτήτων τους. Χωρίς νά εἴμαστε ὑπερβολικοί, ἄς συμφωνοῦμε ἀπό πρίν μέ τά παιδιά μας ποῦ θά εἶναι καί πότε θά γυρίσουν, τηρώντας ἐπακριβῶς τά ὡράρια καί ἐπιβάλλοντας ποινές ἐφαρμόσιμες, ὅπως στέρηση ἐξόδου γιά μία φορά, ἀφαίρεση τηλεφώνου γιά κάποιο διάστημα (ἐν ἐπιγνώσει θεωρῶ ὅτι τό κινητό μᾶλλον βλάπτει παρά ὠφελεῖ, τουλάχιστον μέχρι τό τέλος τοῦ Γυμνασίου), κλείσιμο τοῦ ὑπολογιστῆ, προσφορά ἐργασίας στό σπίτι καί συνεργασία μέ τόν ἐκπαιδευτικό, τόν ἱερέα, τόν γονέα τοῦ φίλου ἤ τῆς φίλης του παιδιοῦ μας.
῾Η παρουσία τοῦ πνευματικοῦ- ἱερέα στή ζωή τοῦ παιδιοῦ μας ἔχει ἀξία, ἰδίως στήν ἐφηβεία. ῾Ο πνευματικός δίνει μία πιό νηφάλια γιά τό παιδί γνώμη στά ὅποια ἐφηβικά του σκιρτήματα καί κυρίως, διατηρεῖ μία γέφυρα ἐμπιστοσύνης, τήν ὁποία πολλές φορές οἱ γονεῖς δέν ἔχουν τήν εὐκαιρία νά κρατήσουν, γιατί πονᾶνε λόγω τοῦ ὅτι εἶναι γονεῖς, γιά τυχόν ἀντίθετες μέ τίς ἐπιθυμίες τους συμπεριφορές τοῦ παιδιοῦ. Γι’ αὐτό ἀξίζει ἐγκαίρως νά βροῦμε γιά τά παιδιά μας πνευματικό, ὁ ὁποῖος νά μπορεῖ νά κατανοήσει τήν ψυχοσύνθεσή τους καί νά δείξει σ’ αὐτά ὅτι τά ἀγαπᾶ, ἀνεξαρτήτως τοῦ «ὀρθοῦ» ἤ τοῦ «λανθασμένου» τῆς συμπεριφορᾶς τους.
῾Η διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας γιά τόν γάμο καί τήν οἰκογένεια πρέπει νά διδάσκεται στά παιδιά. ῎Οχι στήν βάση τῆς τρομοκρατίας καί τῆς ἐνοχῆς. ᾿Αλλά στήν βάση τῆς ἱερότητας τῶν σχέσεων. ῞Οτι μία σχέση θά δώσει ζωή κι ἀγάπη στόν ἄνθρωπο, ἐφόσον ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ὄχι τυπικά, ἀλλά οὐσιαστικά. ῎Αν τά παιδιά μας πιστεύουν στόν Θεό, τότε θά προβληματισθοῦν καί θά ἀγωνιστοῦν νά κρατήσουν τήν ἱερότητα τοῦ σώματός τους, σκεπτόμενα τόν γάμο ὄχι ὡς λύτρωση τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν, ἀλλά ὡς ἔκφραση τῆς πραγματικῆς ἀγάπης πού γίνεται ζωή, χαρά καί δημιουργία.
Οἱ ἔφηβοι πού ἀσκοῦνται καί ἐγκρατεύονται σήμερα εἶναι ἥρωες καί, θά ἔλεγα, μάρτυρες. Οἱ γονεῖς πού μιλοῦν στά παιδιά τους γιά τόν πνευματικό ἀγώνα καί προσπαθοῦν νά τούς δώσουν μηνύματα στήριξης καί ἀγάπης, διά τῆς προσευχῆς καί τοῦ διαλόγου, πού δέν ἐνθαρρύνουν ἀνεξέλεγκτες σχέσεις, δέν τίς θεωροῦν δικαίωμα τῶν παιδιῶν τους, ἀλλά προνόμιο ἀγάπης καί ὑπομονῆς, ἐπιλογή ὡριμότητας καί ὄχι ἀποτέλεσμα τοῦ «ἔτσι κάνουν ὅλοι», θά κρατήσουν τά παιδιά τους. Κι ἐκεῖ πού δέν μποροῦν οἱ ἴδιοι, ἄς ἀφήσουν τόν Θεό. Ξέρει τελικά ᾿Εκεῖνος γιά ὅλους.
Εἶμαι κληρικός. Μεγάλωσα σέ θρησκευτικό περιβάλλον τό ὁποῖο ἀσκοῦσε, στά πλαίσια τῆς παραδοσιακῆς οἰκογένειας καί τῆς κοινωνικῆς παρουσίας τῆς θρησκείας, μία ἰδιαίτερη πίεση στό θέμα τοῦ ἔρωτα. ῎Εβλεπα στήν ἐφηβεία μου τούς συμμαθητές μου καί τίς συμμαθήτριές μου νά ἐρωτεύονται ἐλεύθερα καί νά ἐκφράζουν τόν ἔρωτά τους, μόνο μέ τό σχετικό ἄγχος μήν χάσουν τήν ταμπέλα τοῦ «καλοῦ παιδιοῦ» ἤ νά μήν τό μάθουν οἱ γονεῖς ἤ νά μήν τούς ἐπηρεάσουν οἱ σχέσεις στήν πορεία τους πρός τό Πανεπιστήμιο καί τή ζωή. Κανείς ὅμως, πέρα ἀπό τίς ὅποιες τηλεοπτικές σειρές καί τίς λεγόμενες αἰσθηματικές ταινίες, δέν μᾶς εἶχε μιλήσει γιά τήν ἀγάπη. Γιά πολλούς, βέβαια, εἶναι ἀρκετό τό νά βλέπεις τήν ἀγάπη νά βιώνεται στό οἰκογενειακό σου περιβάλλον, μεταξύ τῶν γονέων, ἤ νά τήν ἐκφράζουν συγγενεῖς καί φίλοι πρός τό πρόσωπό σου. Καμιά φορά ἄλλωστε, τό βίωμα ἔχει περισσότερη ἀξία ἀπό ὅ,τι τά λόγια. ῾Ωστόσο, δέν μπορῶ νά ἀρνηθῶ ὅτι στήν καθημερινή ἐκκλησιαστική συμπεριφορά καί εὐσέβεια, οἱ ἔννοιες «ἔρωτας», περισσότερο, καί «ἀγάπη», λιγότερο, στίς ἀνθρώπινες σχέσεις ταυτίζονται μέ τόν θεσμό τοῦ γάμου καί ἐλάχιστα γίνεται οὐσιαστικός θετικός λόγος γι’ αὐτές στήν ἐφηβεία καί στήν νεότητα ἐν γένει στήν ἐφηβική καί νεανική ἡλικία. ῾Ο ἔρωτας θεωρεῖται ἤ ἀπαγορευμένη ὑπόθεση στά αὐστηρά περιβάλλοντα ἤ κάτι πού ἐπιβάλλεται ἀπό τούς ρυθμούς τῆς ζωῆς, μολονότι οἱ μεγαλύτεροι δέν θά ἤθελαν νά συμβεῖ, στούς μικρότερους.
Θυμᾶμαι ἀπό τήν ἐφηβεία μου ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι κάτι πού δέν γεννιέται ἐπειδή διαβάζεις γι’ αὐτόν ἤ ἐπειδή τόν προγραμματίζεις. Ξαφνικά ξυπνᾶς ἕνα πρωί καί στό μυαλό σου καί στήν σκέψη σου εἶναι κάποιο πρόσωπο, συνήθως τοῦ δικοῦ σου κοινωνικοῦ περιβάλλοντος. Εἶναι τό «ξύπνημα» τοῦ ἀνθρώπου, ἡ πορεία ἀπό τήν παιδικότητα στήν ὡρίμαση. Εἶναι μία ἀπολύτως φυσιολογική κατάσταση, πού τουλάχιστον ἐσωτερικά, δέν μπορεῖ κανείς νά περιορίσει τήν ἐμφάνισή της. Καί δέν ὑπάρχει κανένας λόγος. ῾Η ἀντίθετη στάση, χαρακτηριστικό ἠθικιστικῶν συμπεριφορῶν καί ἀντιλήψεων ξένων πρός τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ἀλλά καί τήν ψυχική ἐξέλιξη τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ ἔνδειξη συμπλεγματικῶν ἀνθρώπων. Μπορεῖ οἱ μεγαλύτεροι σέ ἡλικία ἄνθρωποι νά ἔζησαν καταπιεσμένες ἐφηβεῖες, νά ἀναρωτιόνταν γιά τίς σκέψεις καί τά συναισθήματά τους, νά προσπαθοῦσαν γιατί «ἔπρεπε» νά περιορίσουν τό «κακό» πού ξυπνοῦσε μέσα τους, νά διαφυλάξουν τόν ἑαυτό τους «ἄσπιλο καί ἀμόλυντο», μέ μοναδικό σκοπό νά γευτοῦν ὄχι τήν χαρά τοῦ ἔρωτα, ἀλλά τήν συγκατάβαση στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, τήν ὥρα τοῦ γάμου, καί μέ ἀποκλειστικό γνώμονα τήν παιδοποιία καί τήν καταξίωση στήν κοινωνία, αὐτά ὅμως δέν μαρτυροῦν ὑγιῆ στάση.
῾Η ἐποχή μας καυχᾶται γιά τήν σεξουαλική ἀπελευθέρωση πού ἔχει προσφέρει στόν κόσμο. Καυχᾶται γιά τό γεγονός ὅτι δέν καταπιέζονται τά αἰσθήματά μας, ἡ διάθεσή μας νά εἴμαστε κοντά μέ τόν ἄλλο, νά ἔχουμε ἐλευθερία σχέσεων. ῾Ωστόσο, ἡ ἀπενοχοποίηση ἀπό καταπιεσμένες καταστάσεις τοῦ περιβάλλοντος, ὅπου ὁ γάμος θεωροῦνταν ὁ μοναδικός χῶρος στόν ὁποῖο ἐπιτρέπονταν ἡ ἐρωτική ἱκανοποίηση, στήν οὐσία ἔχει ὁδηγήσει σέ πλήρη διαστρέβλωση τῆς ἀγάπης καί στήν ἀπουσία ὁρίων, πού ἰδιαίτερα γιά τούς ἐφήβους εἶναι ἀπαραίτητα.
Στά δικά μας περιβάλλοντα ἡ πρόταση πού κυριαρχοῦσε εἶναι «προσπάθησε νά μήν ἐρωτευτεῖς γιατί θά ἁμαρτήσεις σαρκικά. ῞Οποιος ἐρωτεύεται, κινδυνεύει νά χάσει τήν ἁγνότητα τοῦ σώματός του, καί ἑπομένως νά ἐμπέσει στήν πορνεία». ῾Επομένως, ἡ ὅποια συζήτηση γι’ αὐτό τό θέμα οὐσιαστικά δέν γινόταν. ῞Οταν μάλιστα ἡ ὕλη τῶν Θρησκευτικῶν στό σχολεῖο περιελάμβανε συζήτηση γιά τίς σχέσεις τῶν δυό φύλων στήν Γ´ Λυκείου, ὅταν δηλαδή ὁ έφηβος οὐσιαστικά ἔβγαινε ἀπό τήν ἐφηβεία του καί περνοῦσε στό στάδιο τῆς ἐνηλικίωσης, ἐνῶ στά κατηχητικά σχολεῖα ἡ ὅποια ἀναφορά ἦταν ἀφοριστική, γίνεται κατανοητό ὅτι μοναδική πηγή προβληματισμοῦ γιά ἕναν τέτοιο θέμα ἦταν οἱ φίλοι καί οἱ ἴδιες οἱ σχέσεις ὅταν συνέβαιναν ἤ, σπανιότερα, οἱ γονεῖς πού εἶχαν ἀνοιχτό νοῦ καί ἤθελαν νά προφυλάξουν τά παιδιά τους ἀπό τούς ὅποιους κινδύνους. Βέβαια, τά κορίτσια, ἔχουν ἕνα πλεονέκτημα, λόγω τῆς ἐμμήνου ρύσεως, ὁπότε καί ἡ μητέρα συνήθως ἀναγκάζεται νά πεῖ ὁρισμένα στοιχεῖα γιά τήν γενετήσια λειτουργία, χωρίς νά σημαίνει αὐτό πάντοτε ὅτι ὅλα τά θέματα συζητοῦνται.
Σέ ἀρκετά μεγάλο βαθμό ἡ ᾿Εκκλησία ἔχει εὐαισθητοποιηθεῖ περισσότερο στίς μέρες μας καί, ἄν μή τί ἄλλο, δέν ἀρνεῖται νά συζητήσει τό θέμα τοῦ ἔρωτα. ῾Υπάρχει βεβαίως ἡ δυσκολία τῆς προκατάληψης τῶν ἐκτός αὐτῆς, οἱ ὁποῖοι νομίζουν ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία ἐξακολουθεῖ νά λειτουργεῖ στήν λογική τῶν ἀπαγορεύσεων, στήν ἀφύσικη, κατ’ αὐτούς ἄρνηση τῶν προγαμιαίων σχέσεων καί σέ μία ἄνευ προηγουμένου θρησκευτική ἕως πουριτανική ὑποκρισία, πού περιλαμβάνεται στήν ἐτικέτα «ἡ ᾿Εκκλησία εἶναι ὁ φύλακας τῆς ἠθικῆς της κοινωνίας», ἄρα εἶναι αὐτή πού λέει ΟΧΙ σέ ὅλα πού ἔχουν νά κάνουν μέ τόν ἔρωτα καί τήν ἐφηβεία.
«Καί ποιός τήν ρωτάει;» θά μποροῦσε νά ἔρθει εὔλογα τό ἐρώτημα. Θά πρόσθετα· «Καί τί ἔγινε πού παλαιότερα ἡ ᾿Εκκλησία βροντοφώναζε τήν ἄρνησή της, τήν συντηρητικότητά της, διεκδικοῦσε ρόλο στήν ἐκπαίδευση καί ἀγωγή τῶν νέων; ῾Υπῆρχαν οὐσιαστικά ἀποτελέσματα;» Μήπως παλαιότερα δέν ἦταν ἰδιαίτερα αὐξημένος ὁ ἀριθμός τῶν ἐκτρώσεων, ἰδίως στήν ἐφηβεία; Μήπως δέν γίνονταν ζευγαρώματα παιδιῶν, ὄχι ἴσως μέσα στό σχολεῖο, ἀλλά ἐκτός; Μήπως δέν ὑπῆρχαν ἐρωτικά τραγούδια καί κινηματογράφοι πού λειτουργοῦσαν ἀποκλειστικά μέ ταινίες σεξουαλικοῦ περιεχομένου; Δέν θεωροῦνταν ἐνηλικίωση γιά τό ἀγόρι ὁ πατέρας του νά τό πάει σέ πορνεῖο γιά νά γευτεῖ τόν ἔρωτα καί νά γίνει «ἄντρας»; ῾Απλῶς, σήμερα καταργήσαμε τήν ὑποκρισία καί θριαμβεύει πλέον ἡ ἀσυδοσία.
῾Η ἐποχή μας ἀποϊεροποίησε τόν κόσμο καί τήν ζωή. Δέν θέλει νά σέβεται τίποτα στό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας. Εἶναι εὔλογη ἡ δυσαρέσκεια γιά τήν ἠθικιστική λειτουργία στό παρελθόν θεσμῶν ὅπως ἡ ᾿Εκκλησία, ἡ οἰκογένεια, ἡ δικαιοσύνη, ἀκόμη καί ἡ ἐκπαίδευση. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι αὐτοί οἱ θεσμοί δέν πρέπει νά θεωροῦνται ἱεροί γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. ῾Ιερός δέν σημαίνει μαγικός ἤ ἀνεξέλεγκτος. ῾Ιερός σημαίνει ἄξιος σεβασμοῦ. Καί ὁ σεβασμός δέν ἐπιβάλλεται ἀπό τόν νόμο. Διδάσκεται μέ τό παράδειγμα τῶν προηγούμενων γενεῶν. Εἶναι κανόνας τῆς παράδοσης. Εἶναι κανόνας τῆς ταυτότητας ἑνός λαοῦ, τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ του. Πολιτισμός χωρίς ἱερότητα εἶναι πολιτισμός καταδικασμένος στήν ἰσοπέδωση καί τήν ἐξαφάνιση.
῾Ιερότητα πάλι δέν σημαίνει ἄρνηση τῆς ἀλήθειας, ἀπουσία κριτικῆς. Τά πρόσωπα δέν ταυτίζονται μέ τούς θεσμούς. Τά λάθη τους, οἱ ἀποτυχίες τους, οἱ ἁμαρτίες τους εἶναι ἀναγκαῖο νά κρίνονται καί νά ἀντιμετωπίζονται κάτω ἀπό ἄπλετο φῶς. ᾿Οφείλουμε ὅμως νά διακρίνουμε τήν ἀληθινή ἀξία τοῦ θεσμοῦ, τήν σημασία πού ἡ λειτουργία του ἔχει γιά τήν ὁμαλή πορεία μιᾶς κοινωνίας στήν πρόοδο καί νά ἀντιδιαστείλουμε ὅποιες παρεκτροπές τῶν προσώπων, πού εἶναι αὐτονόητο ὅτι δέν ἐκφράζουν τό πνεῦμα ἐνός θεσμοῦ.
Σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στόν ἔρωτα, ἡ ἀποϊεροποίησή του καί ὁ ξεπεσμός του στό ἐπίπεδό της σαρκικῆς ἀπόλαυσης καί μόνο, ὀφείλεται στήν ἀποϊεροποίηση τοῦ ἀνθρώπινου σώματος. Τό σῶμα σήμερα θεωρεῖται κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου. Δέν θεωρεῖται ἄνθρωπος. Θεωρεῖται ὅτι ἀνήκει στό «ἔχειν» τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι στό «εἶναι» του. ῞Ο,τι ἔχω εἶναι δικό μου, τό κάνω ὅ,τι θέλω. ῎Αρα, μπορῶ νά τό χρησιμοποιήσω κατά τήν βούλησή μου, καί κυρίως, στήν λογική της ἱκανοποίησης τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Χαρακτηριστικές εἶναι οἱ δηλώσεις τῶν φεμινιστριῶν, οἱ ὁποῖες αὐτό ἀκριβῶς ἐπισημαίνουν, ἀκόμη καί γιά τήν ἐγκυμοσύνη. Τό σῶμα τούς ἀνήκει καί αὐτές θά κρίνουν ἄν θά πρέπει νά κρατήσουν ἕνα παιδί ἤ ὄχι.
Στό δικαίωμα αὐτό ἔρχεται νά συμβάλει ὁ φιλελευθερισμός καί ἡ μοντέρνα ἀστική δημοκρατία, ἡ ὁποία στήν οὐσία εἶναι κυριαρχία τῶν ὀλίγων πού ἔχουν στά χέρια τους τά ΜΜΕ, τήν διαχείριση τοῦ χρήματος, ἀλλά καί τήν δυνατότητα νά συνασπίζουν κοντά τους ἀνθρώπους πού κρίνουν μέ βάση τό συμφέρον τους. Γι’ αὐτό καί στήν σύγχρονη δημοκρατία ἡ συζήτηση περί ἠθικῆς εἶναι ἐντελῶς ὑποκριτική. Τό δόγμα «ὅλοι τό ἴδιο εἶναι» ἤ ἀλλιῶς, ὁ καβαφικός στίχος «Βλάπτουν καί οἱ τρεῖς τους τή Συρία τό ἴδιο» («῎Ας φρόντιζαν») μαρτυρεῖ ὅτι ἡ κοινωνία μας σήμερα δέν πορεύεται βάσει ἀρχῶν καί ἀξιῶν, ἀλλά βάσει τῶν ἀνθρώπινων ἰδιοτελειῶν. ῞Ολα εἶναι δικαίωμα τοῦ καθενός, ἀρκεῖ νά μή σέ συλλάβουν νά προκαλεῖς τό κοινό αἴσθημα, τό ὁποῖο κι αὐτό διαμορφώνεται. Κι ἐδῶ ἰσχύει ἕνας ἄλλος καβαφικός στίχος· «῎Αν ἤμουν ἀκαλαίσθητος κι ἄν μυστικά τό εἶχα προστάξει, θά ἔβγαζαν πρῶτο οἱ κόλακες καί τό κουτσό μου ἁμάξι» («Εὔνοια τοῦ ᾿Αλεξάνδρου Βάλα»). ῾Επομένως, ἡ συζήτηση δέν γίνεται γιά τήν οὐσία τῆς ἠθικῆς, δηλαδή γιά τό ἄν ὑπάρχει καλό ἤ κακό, σωστό ἤ λάθος, συνείδηση ἤ ὄχι, ἀλλά γιά τήν ἐπιφάνειά της. ῾Η δημοκρατία μας στηρίζεται στό «φαίνεσθαι» καί ὄχι στό «εἶναι».
῎Αρα, καί ἡ συζήτηση περί τοῦ ἔρωτα μένει ἀναγκαστικά στό ἐπίπεδο τοῦ «φαίνεσθαι». Σιωπηρά ἤ ξεκάθαρα ἔχουμε ἀποδεχτεῖ ὅτι ἔρωτας εἶναι ἡ σαρκική ἔκφραση ἐπιθυμίας τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλο καί ὄχι ἡ ἀρχή τῆς ἀγάπης.
Τό ἀνθρώπινο σῶμα δέν εἶναι ἱερό γιά τήν κοινωνία μας. ῾Η ᾿Εκκλησία θεωρεῖ τό σῶμα ναό τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, γιατί θεωρεῖ πώς ὁ ὅλος ἄνθρωπος εἶναι ναός τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Στό ἀνθρώπινο σῶμα κατοικεῖ ὁ Θεός διά τῆς Θείας Κοινωνίας, διδάσκει ἡ ᾿Εκκλησία. ῎Αρα, καί τό σῶμα εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ γιά νά ὑπάρξει ὁ ἄνθρωπος, ἀποτελεῖ συνδημιούργημα Θεοῦ καί ἀνθρώπου, καρπό ἀγάπης, πού ὀφείλουμε μέ ἀγάπη νά τοῦ φερόμαστε, μέ σεβασμό νά τό ἀντιμετωπίζουμε καί νά ζητοῦμε γι’ αὐτό ὄχι νά ὑποτάσσεται στήν ἐπιθυμία, ἀλλά νά συναντᾶ μέ χαρά τήν ζωή. Καί ἡ ἐλευθερία τοῦ σώματος πηγάζει ἀπό τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. ῞Οπως ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νά βάζει ὁ ἴδιος ὅρια στήν ἐλευθερία του, ἔτσι βάζει καί ὅρια στόν τρόπο πού τό σῶμα του βιώνει τήν ἐλευθερία. ᾿Αλλιῶς, θά ζούσαμε καί σέ μία ζούγκλα σωμάτων, ὄχι μόνο σέ ζούγκλα ἀνθρώπων.
Φαίνεται ὅμως πώς πλέον ὁδηγούμαστε σέ μία τέτοια ζούγκλα. Γιατί, καταργώντας τά ὅρια ἤ συμπνίγοντάς τα οὐσιαστικά μέχρι τό τέλος τῆς παιδικῆς ἡλικίας, στήν οὐσία ὁδηγούμαστε πρός τά ἐκεῖ. ᾿Ανήθικες καί παράνομες πράξεις καί καταστάσεις. Θεωροῦνται σήμερα μόνο ἡ παιδεραστία καί ὁ βιασμός. Δηλαδή ὅπου δέν ὑπάρχει ὁλοκληρωμένη ἱκανότητα διαχείρισης τῆς ἐλευθερίας, ὅπως στά παιδιά ἤ τούς ἀνθρώπους πού ὑποχρεώνονται σέ ἐρωτικές πράξεις παρά τή θέλησή τους. ῾Η ἐφηβεία ἔχει ἐξαιρεθεῖ ἀπό τόν χαρακτηρισμό «ἀνήθικος», «παράνομος», «ἀνίερος» σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στόν ἔρωτα. ᾿Επιφύλαξη ὑπάρχει μόνο ὅταν οἱ ἔφηβοι λειτουργοῦν ἐρωτικά μέ πολύ μεγαλύτερους στήν ἡλικία ἀνθρώπους. ῎Αν εἶναι κοντά στήν ἡλικία τους ἤ στήν ἴδια καί δέν ὑπάρχει φυσικός ἐξαναγκασμός, τότε ὅλα εἶναι δικαιώματα τῶν ἐφήβων.
Κάναμε ὅλη αὐτή τήν μεγάλη ἀναφορά, γιατί θέλουμε νά δείξουμε τήν ὑποκρισία τῆς κοινωνίας καί τῆς ἐποχῆς μας. Παλαιότερα, θεωρούσαμε ὑποκριτικά πώς δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχουμε ἐρωτικά σκιρτήματα στήν ἐφηβεία ἤ, ἄν τά ἀφήναμε νά ἐκδηλωθοῦν, κινδυνεύαμε νά ἁμαρτήσουμε καί νά χάσουμε τήν καθαρότητά μας, μέ ἀποτέλεσμα τόν προσωπικό, ἠθικό ἤ καί, ἐνίοτε, τόν κοινωνικό στιγματισμό. Σήμερα, φτάσαμε στό ἄλλο ἄκρο. ῞Ολα ἐπιτρέπονται καί εἶναι δικαίωμά μας, ἀρκεῖ νά τό θέλουμε καί νά προσέχουμε νά μήν κινδυνεύσει ἡ ὑγεία μας. ᾿Εξ οὗ καί ἡ μεγάλη διαφήμιση ὑπέρ τῶν προφυλακτικῶν.
Χωρίς νά θέλω νά εἶμαι ἀπόλυτος, φοβᾶμαι ὅτι στήν καταπιεσμένη πραγματικότητα πού μεγαλώναμε ἡ κινδυνολογία γιά τόν ἔρωτα διέσωζε κάποιον σεβασμό στήν ἱερότητά του καί, ἄν μή τί ἄλλο, ἀπευθυνόταν μέ περισσότερο σεβασμό στήν ἐλευθερία μας. ᾿Εμεῖς καλούμασταν νά ἐπιλέξουμε ἄν θά ἐκδηλώναμε τόν ἔρωτά μας ἤ ὄχι, καί, κυρίως, μᾶς ἀφηνόταν ἕνα περιθώριο νά λειτουργήσουν τά συναισθήματά μας, τά καρδιοχτύπια μας, ποθούσαμε, ἀλλά καί περιμέναμε ταυτόχρονα. Εἴχαμε γνώση τῶν συνεπειῶν τῶν ἐπιλογῶν μας καί λειτουργοῦσε τό αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς καί ἡ ἀνάγκη τῆς μετάνοιας.
Σήμερα, φοβᾶμαι πώς ἐνῶ οἱ ἔφηβοι λειτουργοῦν χωρίς ἰδιαίτερες πιέσεις στό θέμα τοῦ ἔρωτα, δέν ἔχουν πολλά περιθώρια ἐλευθερίας. ῞Ο,τι σοῦ δίδεται ὡς δικαίωμα, ἀναρωτιέσαι εὔλογα γιατί νά μήν τό ἐξασκήσεις. ῎Αν μάλιστα, γνωρίζεις ὅτι ὄχι μόνο δέν υφίστασαι καμία συνέπεια, ἀλλά καί γίνεσαι περισσότερο ἀποδεκτός ἀπό τούς ἄλλους συνομηλίκους σου, ὡς «γόης», «ἐπιτυχημένος ἐραστής», «κοῦκλος», «περιζήτητος» ἤ, ἁπλῶς, «νέος της ἐποχῆς σου», τότε ὁ πειρασμός γίνεται ἀκόμη πιό μεγάλος.
Τί μποροῦμε λοιπόν νά ποῦμε ὡς γονεῖς στά παιδιά μας σέ σχέση μέ τούς ἐφηβικούς ἔρωτες;
Κατ’ ἀρχάς θεωρῶ πώς εἶναι πολύ σπουδαῖο νά ἐνημερώσουμε τά παιδιά μας, θά ἔλεγα ἀπό τήν Δ´ - Ε´ Δημοτικοῦ ἀκόμη, δηλαδή ἀπό τήν προεφηβική ἡλικία, σχετικά μέ τίς διαφυλικές σχέσεις. Μέ ἁπλότητα, σοβαρότητα καί ἀγάπη νά τούς τονίσουμε ὅτι τό σῶμα τους εἶναι συστατικό στοιχεῖο τῆς ὕπαρξής τους καί ὅτι ὁ Θεός τό ἔχει εὐλογήσει, ὥστε νά μποροῦν νά ζοῦνε καί νά Τόν δοξάζουνε μέσα ἀπό αὐτό. ῞Οτι τούς δόθηκε γιά νά ἀγαποῦνε τόν συνάνθρωπο μέσα ἀπό τήν σκέψη, τήν καρδιά τους, τίς αἰσθήσεις τους, κάθε τί. ῞Οτι ὁ ἔρωτας δέν εἶναι ἁμαρτία καί κακό, ἀλλά εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Μόνο πού σέ ὅλα ὀφείλουμε νά βάζουμε κάποια ὅρια, ὄχι γιατί μ’ αὐτά κάτι θά ἀλλάξει ἀπό πλευρᾶς αἰσθήσεων, ἀλλά γιατί ὅλα ἀπαιτοῦν μία ὡριμότητα στή χρήση τους.
῞Οταν τά παιδιά μας μποῦνε στήν ἐφηβεία, νά ἐπιμείνουμε στήν ἀγάπη. 0 ἔρωτας εἶναι ἡ βάση τῆς ἀγάπης, ἀλλά χωρίς αὐτήν δέν ἔχει οὐσιαστικό νόημα. Νά τονίσουμε ὅτι ἡ θεοποίηση τῆς ἐπιθυμίας γιά τόν ἄλλο καί ἡ δυνατότητα ἱκανοποίησής της, δέν ἀφήνουν περιθώριο στά συναισθήματα νά ὡριμάσουν, νά δοῦμε ἄλλες πτυχές τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος μᾶς ἐνδιαφέρει. ῎Αν νοιάζεται, ἄν ἔχει ἐνδιαφέροντα στήν ζωή του, ἄν καλύπτει αὐτό πού θέλουμε, ἄν ἔχει τήν ὡριμότητα νά κουβεντιάσει μαζί μας, νά χαρεῖ τήν παρέα μας, νά μᾶς σεβαστεῖ. Τό ἴδιο καί ἀπό τήν δική μας πλευρά.
῞Ενα ἄλλο σημεῖο στό ὁποῖο πρέπει νά ἐπιμείνουμε εἶναι τό ὅτι ἔρωτας χωρίς εὐθύνη δέν μπορεί νά νοηθεῖ. ῾Η εὐθύνη δέν βρίσκεται μόνο στήν χρήση προφυλακτικῶν, ἀλλά στήν δυνατότητα νά μπορεῖς νά ζήσεις γιά τόν ἄλλο καί νά τοῦ προσφέρεις τόν ἑαυτό σου. Τό ἴδιο χρειάζεται νά συμβεῖ καί ἀπό τήν δική του πλευρά. Ζῶ γιά τόν ἄλλο σημαίνει ὅτι ἔχω τήν ἀνεξαρτησία νά τό κάνω, ἀπό τά μικρά καί καθημερινά πρακτικά πράγματα, ὅπως εἶναι ἡ δυνατότητα νά τοῦ παρέχω τροφή, ἐνδυμασία, κατοικία, μέχρι τά πιό σπουδαῖα, νά τόν καλύψω συναισθηματικά, νά τόν ἀνεχτῶ γιά τίς ἀδυναμίες του, νά τοῦ προσφέρω ἀσφάλεια. ῎Αν δέν ὑπάρχει ἁμοιβαιότητα σ’ αὐτά, τότε δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά ἔρωτα πραγματικό καί ὁλοκληρωμένο.
῾Η ἔννοια τοῦ χρόνου καί τῆς ὡριμότητας εἶναι ἐξίσου σπουδαία. 0 ἔφηβος χρειάζεται νά καταλάβει ὅτι ἡ ζωή εἶναι μπροστά του, ὅτι δέν θά πάθει τίποτε ἄν περιμένει προτοῦ συνάψει σχέση καί μάλιστα ὁλοκληρώσει καί σωματικά στά πλαίσια της. Νά κατανοήσει ὅτι ὑπάρχουν σπουδαιότερα στήν ἐποχή τῆς ἐφηβείας, πού εἶναι ἡ καταβολή κόπου, ὅπερ ἀπαιτεῖ συγκέντρωση δυνάμεων καί ἀφιέρωση, προκειμένου νά βρεῖ ὁ ἔφηβος τήν ταυτότητά του, νά προχωρήσει στό σχολεῖο καί στό Πανεπιστήμιο, νά κάνει κάτι γιά τόν ἑαυτό του, πού θά τόν βοηθήσει νά βρεῖ νόημα στήν ζωή του.
᾿Αλλά καί τό συναίσθημα παίζει ρόλο στήν ἐφηβεία. 0 ἔρωτας ἀπαιτεῖ συναισθηματικό δόσιμο. ῾Ο κίνδυνος τοῦ πληγώματος εἶναι μεγάλος. ῞Οπως ἐπίσης, καί ἡ ἀνωριμότητα πού συναντοῦν οἱ ἔφηβοι στό ἄλλο φύλο. ᾿Ιδίως οἱ κοπέλες πέφτουν θύματα τῆς ἐπιθυμίας τῶν ἀγοριῶν νά μεγαλώσουν, νά φανοῦν μάγκες, νά ἐπιδειχθοῦν ἔναντι τῶν φίλων τους ὅτι μποροῦν καί δέν εἶναι ἀνέραστοι καί ὅλα τά ἄλλα τά ὁποῖα χαρακτηρίζουν τήν ἐφηβεία. ᾿Επίσης, τῆς φοβίας ὅτι δέν εἶναι ἀρκετά ὄμορφες ὥστε νά προσελκύουν ἀγόρια, ἰδίως ἄν ἡ σωματική τους ἐμφάνιση ἀπέχει ἀπό αὐτό τό ὁποῖο λέμε «ἔχω πέραση». Αὐτό τίς κάνει σήμερα νά λειτουργοῦν ἐπιθετικά πρός τά ἀγόρια. Τό ἴδιο καί τά ἀγόρια πού ἔχουν ὡς πρώτη ἐρωτική ἐμπειρία τήν χυδαιότητα τοῦ πορνείου, πού καταστρέφει τήν αἴσθηση τῆς ἱερότητας καί τήν δύναμη καί τρυφερότητα τοῦ συναισθήματος.
῾Ως γονεῖς ὀφείλουμε νά κουβεντιάζουμε μέ τά παιδιά μας γιά τίς παρέες πού ἔχουν. Θά ἦταν σπουδαῖο μάλιστα ἄν παροτρύναμε τά παιδιά μας νά μᾶς γνωρίσουν τίς παρέες τους, ὄχι γιά νά τά ἐλέγξουμε, ἀλλά γιά νά δοῦμε τήν ποιότητά τους καί νά προσέξουμε πῶς ἀκριβῶς ἀντιδροῦν τά παιδιά σ’ αὐτές. Σπουδαῖο θά ἦταν νά γνωρίζαμε καί τούς γονεῖς τῶν φίλων τῶν παιδιῶν μας.
᾿Εδῶ παίζει ρόλο καί τό ἀξιακό σύστημα μέ τό ὁποῖο μεγαλώσαμε τά παιδιά μας. ῎Αν ξέρουν τά παιδιά μας ὅτι ἡ σχέση τῶν γονέων τους εἶναι σχέση γνήσιας ἀγάπης, ἀνοχῆς καί ὑπομονῆς. ῎Αν καταλαβαίνουν ὅτι ὁ γάμος δέν σκότωσε τόν ἔρωτά τους, ἀλλά τόν ἔκανε δημιουργική ἀγάπη, ζωή, χαρά. ῎Αν βιώνουν κέφι στήν οἰκογένεια, ζεστασιά, κοινή πορεία. Σπουδαῖο ὅμως εἶναι καί τό ἄν δείξαμε καί δείχνουμε ἀγάπη πρός αὐτά. ῎Αν τά ἀγκαλιάσαμε ἐγκαίρως στήν παιδική τους ἡλικία. ῎Αν παίξαμε μαζί τους. ῎Αν ξέρουν ὅτι τά ἀγαποῦμε καί εἶναι χορτάτα ἀπό τήν δική μας τήν ἀγάπη. ῎Αν τούς τό εἴπαμε καί τούς τό λέμε ὅτι τά ἀγαποῦμε. ῎Αν θέλουμε νά λειτουργοῦμε καί φιλικά μαζί τους καί νά ἐλέγχουμε τίς ἀντιδράσεις μας, ὥστε νά μήν ἐπαναστατοῦμε καί νευριάζουμε ὅταν μᾶς λένε κάτι πού δέν μᾶς ἀρέσει. Καί πρωτίστως, ἄν ἔχουμε τήν διάθεση νά τά ἀφήσουμε καί ἐλεύθερα καί δέν λειτουργοῦμε ὑπερπροστατευτικά ἔναντί τους, πού σημαίνει ὅτι δέν τά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη.
Πλαίσια καί κανόνες σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στίς ἐξόδους τους καί τήν συνέπεια στίς ὑποχρεώσεις πού ἔχουν τά παιδιά, βοηθοῦν ὥστε οἱ ἐφηβικοί ἔρωτες νά μήν γίνουν ἀφορμή ἐκτροχιασμοῦ τῶν παιδιῶν ἀπό τήν πορεία τους στήν ζωή καί ὑπονόμευσης τῶν δυνατοτήτων τους. Χωρίς νά εἴμαστε ὑπερβολικοί, ἄς συμφωνοῦμε ἀπό πρίν μέ τά παιδιά μας ποῦ θά εἶναι καί πότε θά γυρίσουν, τηρώντας ἐπακριβῶς τά ὡράρια καί ἐπιβάλλοντας ποινές ἐφαρμόσιμες, ὅπως στέρηση ἐξόδου γιά μία φορά, ἀφαίρεση τηλεφώνου γιά κάποιο διάστημα (ἐν ἐπιγνώσει θεωρῶ ὅτι τό κινητό μᾶλλον βλάπτει παρά ὠφελεῖ, τουλάχιστον μέχρι τό τέλος τοῦ Γυμνασίου), κλείσιμο τοῦ ὑπολογιστῆ, προσφορά ἐργασίας στό σπίτι καί συνεργασία μέ τόν ἐκπαιδευτικό, τόν ἱερέα, τόν γονέα τοῦ φίλου ἤ τῆς φίλης του παιδιοῦ μας.
῾Η παρουσία τοῦ πνευματικοῦ- ἱερέα στή ζωή τοῦ παιδιοῦ μας ἔχει ἀξία, ἰδίως στήν ἐφηβεία. ῾Ο πνευματικός δίνει μία πιό νηφάλια γιά τό παιδί γνώμη στά ὅποια ἐφηβικά του σκιρτήματα καί κυρίως, διατηρεῖ μία γέφυρα ἐμπιστοσύνης, τήν ὁποία πολλές φορές οἱ γονεῖς δέν ἔχουν τήν εὐκαιρία νά κρατήσουν, γιατί πονᾶνε λόγω τοῦ ὅτι εἶναι γονεῖς, γιά τυχόν ἀντίθετες μέ τίς ἐπιθυμίες τους συμπεριφορές τοῦ παιδιοῦ. Γι’ αὐτό ἀξίζει ἐγκαίρως νά βροῦμε γιά τά παιδιά μας πνευματικό, ὁ ὁποῖος νά μπορεῖ νά κατανοήσει τήν ψυχοσύνθεσή τους καί νά δείξει σ’ αὐτά ὅτι τά ἀγαπᾶ, ἀνεξαρτήτως τοῦ «ὀρθοῦ» ἤ τοῦ «λανθασμένου» τῆς συμπεριφορᾶς τους.
῾Η διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας γιά τόν γάμο καί τήν οἰκογένεια πρέπει νά διδάσκεται στά παιδιά. ῎Οχι στήν βάση τῆς τρομοκρατίας καί τῆς ἐνοχῆς. ᾿Αλλά στήν βάση τῆς ἱερότητας τῶν σχέσεων. ῞Οτι μία σχέση θά δώσει ζωή κι ἀγάπη στόν ἄνθρωπο, ἐφόσον ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ὄχι τυπικά, ἀλλά οὐσιαστικά. ῎Αν τά παιδιά μας πιστεύουν στόν Θεό, τότε θά προβληματισθοῦν καί θά ἀγωνιστοῦν νά κρατήσουν τήν ἱερότητα τοῦ σώματός τους, σκεπτόμενα τόν γάμο ὄχι ὡς λύτρωση τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν, ἀλλά ὡς ἔκφραση τῆς πραγματικῆς ἀγάπης πού γίνεται ζωή, χαρά καί δημιουργία.
Οἱ ἔφηβοι πού ἀσκοῦνται καί ἐγκρατεύονται σήμερα εἶναι ἥρωες καί, θά ἔλεγα, μάρτυρες. Οἱ γονεῖς πού μιλοῦν στά παιδιά τους γιά τόν πνευματικό ἀγώνα καί προσπαθοῦν νά τούς δώσουν μηνύματα στήριξης καί ἀγάπης, διά τῆς προσευχῆς καί τοῦ διαλόγου, πού δέν ἐνθαρρύνουν ἀνεξέλεγκτες σχέσεις, δέν τίς θεωροῦν δικαίωμα τῶν παιδιῶν τους, ἀλλά προνόμιο ἀγάπης καί ὑπομονῆς, ἐπιλογή ὡριμότητας καί ὄχι ἀποτέλεσμα τοῦ «ἔτσι κάνουν ὅλοι», θά κρατήσουν τά παιδιά τους. Κι ἐκεῖ πού δέν μποροῦν οἱ ἴδιοι, ἄς ἀφήσουν τόν Θεό. Ξέρει τελικά ᾿Εκεῖνος γιά ὅλους.