Του Αριστείδη Βικέτου
Υπάρχει η λανθασμένη εντύπωση ότι οι τίτλοι και τα αξιώματα δίνουν αξία στον άνθρωπο. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. Οι άνθρωποι, που φέρουν τίτλους και αξιώματα, δίνουν ανάλογα με το ήθος, την ποιότητα και την ευγένεια τους αξία σε αυτά. Ένα πρότυπο αυτής της κατηγορίας ανθρώπων είναι ο Άρχων πρωτοψάλτης της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Λεωνίδας Αστέρης, δηλαδή ο πρωτοψάλτης στον δεξιό χορό του πανσέπτου πατριαρχικού ναού του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι. Διακονεί με αυταπάρνηση και ένθεο ζήλο το Φανάρι για 29 χρόνια , περισσότερα από όσα βρίσκεται στον Οικουμενικό Θρόνο ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος και πρέπει να είναι ο μακροβιότερος πρωτοψάλτης , μετά τον μεγάλο Ιάκωβο Ναυπλιώτη. Ως πρωτοψάλτης ανέβηκε στο δεξιό αναλόγιο του πατριαρχικού ναού κατά την Θεία Λειτουργία της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, 14 Σεπτεμβρίου 1984, χοροστατούντος του αοιδίμου Οικουμενικού Πατριάρχη Δημητρίου.
«Μετά των αγαπώντων την Μουσικήν συναναστρέφου αδόλως, οι κακοί ουκ έχουσιν άσματα! Πάρε την ευχή της μάνας σου και τράβα στο βουνό!»Αυτά τα δύο γνωμικά είχε και έχει ως κανόνα της ζωής του ο Λεωνίδας Αστέρης.
Ο Άρχων πρωτοψάλτης Λεωνίδας Αστέρης γεννήθηκε στην πάλαι ποτέ μεγαλώνυμη Κοινότητα του Γαλατά Κωνσταντινουπόλεως το 1936, όπου και άρχισε την μουσική του σταδιοδρομία πεντάχρονος στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου ως Κανονάρχης. Μαθήτευσε παρά του καλλιφώνου και μύστου της παραδόσεως αειμνήστου πρωτοψάλτου της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Παναγιώτου Κωνσταντινίδου.
Δεκαετής και δεκατριετής προσελήφθη από τον Άρχοντα λαμπαδάριο Θρασύβουλο Στανίτσα και από τον Άρχοντα πρωτοψάλτη Κωνσταντίνο Πρίγγον στον Πατριαρχικόν Ναό.
Από το 1963 έως το 1979 ήταν πρωτοψάλτης της Ιεράς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων. Από το 1979 έως το 1984 έψαλεν εις τον Ιερόν Ναόν του Αγίου Δημητρίου Ταταούλων ως πρωτοψάλτης της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινούπολης.
Ο Λεωνίδας Αστέρης είναι απόφοιτος του Ωδείου Λυρικής Σκηνής και Τέχνης και πρωταγωνιστής της Λυρικής Κωνσταντινουπόλεως από το 1969 μέχρι σήμερα. Ερμηνεύσε πάμπολλα έργα του γερμανικού και ιταλικού ρεπερτορίου. Επίσης , σπούδασε στην Μοζάρτιον Σχολήν της πόλεως Σάλσμπουργκ σε μεγάλους διδασκάλους του άσματος (Σράϊρερ, Ντίσκαου). Βραβεεύθηκε σε διαγωνισμό με το Βραβείο Καρλ Ορφ με την προσωπικήν του συναυλία στον τον Ναόν του Αγίου Βλασίου (Saint Blasius Kirche). Διδάσκει από τριετίας στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας το ζωτικόν για τους ιεροψάλτας μάθημα, την ορθοφωνίαν και τεχνικήν καλοφωνίας.
«Το Φανάριον είναι μια Σχολή», δηλώνει στον «Φ» ο Λεωνίδας Αστέρης. Αναφορικά με τη θέση του Άρχοντα πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, όπως αποκαλείται ο Οικουμενικό Πατριαρχείο, μας είπε: « Για όποιον έχει επίγνωση της θέσης και του καθήκοντος, είναι βέβαια, ένα φορτίο, το οποίο προσπαθούμε να το συνεχίσουμε, δηλαδή την παράδοση της μουσικής μας όσο μπορούμε αναλλοίωτη, αυτά δηλαδή που πήραμε και ακούσαμε από τους δασκάλους. Όλα αυτά θέλουνε καθημερινά ξανά μελέτη και ξανά μελέτη. Προετοιμασία και ξανά προετοιμασία».
Με λύπη διαπιστώνει ότι πολλοί ψάλτες σήμερα, στην Ελλάδα και αλλού, αρχίζουν με τη σκέψη της αυτοπροβολής του προσώπου τους.
Σύμφωνα με ένα παλιό συνεργάτη του τον Μιλτιάδη Παππά ο Λεωνίδας Αστέρης θαυμάζεται ακόμη και από τους Τούρκους καλλιτέχνες, τραγουδώντας μάλιστα τουρκικά τραγούδια, αλλά με το οικείο συναίσθημα. Πώς να ξεχάσει κάποιος, αναφέρει, ο Παππάς τον περίφημο Κιανί Καρατζά, ο οποίος τυφλός, ων, όταν μετά από την απόδοση του ύμνου Άνωθεν οι Προφήται από τον άρχοντα στην Αγία Ειρήνη, (σ.σ: χρησιμοποιείται ως χώρος συναυλιών ) έσπευσε να του φιλήσει το χέρι; Αυτό για τους γνωρίζοντες, είναι η ύψιστη ένδειξη τιμής σε καλλιτέχνη και μάλιστα από αντίστοιχο ευρείας φήμης και αποδοχής».
Στο ερώτημα τι χαρακτηρίζει το πατριαρχικό ύφος του ψάλλειν ο Λεωνίδας Αστέρης απαντά ότι: δεν είναι μίμηση κάποιου πρωτοψάλτου φωνητικά, που μας άρεσε για να τον μιμηθούμε απόλυτα, διότι, εξηγεί, δεν έχει σχέση με τη φωνή. Το ύφος έχει σχέση με τον τρόπο παρουσίασης και εκτέλεσης των μαθημάτων των παλαιών δασκάλων και πρωτοψαλτών.
«Το πατριαρχικού ύφος βασίζεται στην εκτέλεση, στην παρουσίαση των μουσικών κειμένων και όχι στη μίμηση της φωνής», τονίζει και προσθέτει, δηλαδή: η μη μίμηση, η σωστή εκτέλεση των μουσικών κειμένων με την απαιτούμενη ευφράδεια, η σωστή απαγγελία, ο καλός τονισμός, γιατί το κύριο είναι ο λόγος. Η μουσική, επισημαίνει, είναι μια επένδυση, η οποία πρέπει να είναι κατάλληλη στον ωραίο τον λόγο.
Ο Λεωνίδας Αστέρης αναφέρει ότι στον Πατριαρχικό Ναό και στην Πόλη ψάλλουν βασιζόμενοι σε όλους τους παλαιούς διδασκάλους, ακόμα και τους προ της Αλώσεως, όπως ο Ιωάννης Κλαδάς, ο Ιωάννης Κουκουζέλης, και με τις ερμηνείες των τριών διδασκάλων νεώτερων δασκάλων του Χουρμούζιου Χαρτοφύλακος το 1820, του Γρηγορίου Πρωτοψάλτη και του μεγάλου Χρυσάνθου, ο οποίος μετέπειτα έγινε Επίσκοπος.
Εσείς που κατατάσσετε μουσικά τον εαυτό σας, τη δική σας φωνή;
Στην εκκλησιαστική μουσική, λέει στον «Φ» ο Λεωνίδας Αστέρης δεν υπάρχουν άριες, υπάρχει λατρευτική μουσική. «Υπάρχει το κείμενο που πρέπει να το προσέξεις, να το τονίσεις σωστά. Δεν χρειάζονται κορόνες πολλές, όπως στη Λυρική Σκηνή».
Γνώστης της λυρικής τέχνης αναφέρει ότι αυτή υποστηρίζει άλλα ψυχικά φαινόμενα: τον έρωτα, την αγάπη. Η εκκλησιαστική μουσική και ιδιαίτερα η βυζαντινή «υπηρετεί την προσευχή, την κατάνυξη», σημειώνει.
Ο Λεωνίδας Αστέρης χαρακτηρίζει τον Πατριάρχη Δημήριο, με τον οποίο ξεκίνησε ως πρωτοψάλτης στο Πατριαρχείο, « πράο, ταπεινό, ιεράρχη με βαθιά πίστη» Και ο προκάτοχός ο Αθηναγόρας και ο διάδοχός του σημερινός Πατριάρχης Βαρθολομαίος είναι, σύμφωνα με τον πρωτοψάλτη, « ο καθένας για την εποχή που υπηρετούν οι πλέον άξιοι». Συμφωνώ, αναφέρει, με αυτό, που λένε και γράφουν πολλοί, ότι ο νυν Πατριάρχης σε σχέση με τους προκατόχους του έδωσε ένα άλλο αέρα στο Φανάρι, ανέδειξε το Φανάρι και ιδίως με δραστηριότητες στο εξωτερικό. Πρόβαλε πολύ το Φανάρι. «Είναι πολύ δραστήριος. Μακάρι ο Θεός να τον έχει καλά να μπορέσει να συνεχίσει, γιατί ακολουθεί ένα πρόγραμμα πολύ σκληρό από το πρωί μέχρι το βράδυ και είναι σε μια ηλικία 72 ετών και πρέπει να προσέξει να συνεχίσει την Πατριαρχία του», υποδεικνύει ο Λεωνίδας Αστέρης.
Πριν κλείσουμε την συνομιλία μας τον ρώτησα σε ποιά εκκλησία είναι το όνειρο και η επιθυμία του να ψάλει. «Έψαλλα σε πολλές εκκλησίες στο εξωτερικό. Αυτό τώρα, που με ενδιαφέρει, είναι ο η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, η Αγιά Σοφιά».
Ο Άρχων πρωτοψάλτης Λεωνίδας Αστέρης γεννήθηκε στην πάλαι ποτέ μεγαλώνυμη Κοινότητα του Γαλατά Κωνσταντινουπόλεως το 1936, όπου και άρχισε την μουσική του σταδιοδρομία πεντάχρονος στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου ως Κανονάρχης. Μαθήτευσε παρά του καλλιφώνου και μύστου της παραδόσεως αειμνήστου πρωτοψάλτου της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Παναγιώτου Κωνσταντινίδου.
Δεκαετής και δεκατριετής προσελήφθη από τον Άρχοντα λαμπαδάριο Θρασύβουλο Στανίτσα και από τον Άρχοντα πρωτοψάλτη Κωνσταντίνο Πρίγγον στον Πατριαρχικόν Ναό.
Από το 1963 έως το 1979 ήταν πρωτοψάλτης της Ιεράς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων. Από το 1979 έως το 1984 έψαλεν εις τον Ιερόν Ναόν του Αγίου Δημητρίου Ταταούλων ως πρωτοψάλτης της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινούπολης.
Ο Λεωνίδας Αστέρης είναι απόφοιτος του Ωδείου Λυρικής Σκηνής και Τέχνης και πρωταγωνιστής της Λυρικής Κωνσταντινουπόλεως από το 1969 μέχρι σήμερα. Ερμηνεύσε πάμπολλα έργα του γερμανικού και ιταλικού ρεπερτορίου. Επίσης , σπούδασε στην Μοζάρτιον Σχολήν της πόλεως Σάλσμπουργκ σε μεγάλους διδασκάλους του άσματος (Σράϊρερ, Ντίσκαου). Βραβεεύθηκε σε διαγωνισμό με το Βραβείο Καρλ Ορφ με την προσωπικήν του συναυλία στον τον Ναόν του Αγίου Βλασίου (Saint Blasius Kirche). Διδάσκει από τριετίας στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας το ζωτικόν για τους ιεροψάλτας μάθημα, την ορθοφωνίαν και τεχνικήν καλοφωνίας.
«Το Φανάριον είναι μια Σχολή», δηλώνει στον «Φ» ο Λεωνίδας Αστέρης. Αναφορικά με τη θέση του Άρχοντα πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, όπως αποκαλείται ο Οικουμενικό Πατριαρχείο, μας είπε: « Για όποιον έχει επίγνωση της θέσης και του καθήκοντος, είναι βέβαια, ένα φορτίο, το οποίο προσπαθούμε να το συνεχίσουμε, δηλαδή την παράδοση της μουσικής μας όσο μπορούμε αναλλοίωτη, αυτά δηλαδή που πήραμε και ακούσαμε από τους δασκάλους. Όλα αυτά θέλουνε καθημερινά ξανά μελέτη και ξανά μελέτη. Προετοιμασία και ξανά προετοιμασία».
Σύμφωνα με ένα παλιό συνεργάτη του τον Μιλτιάδη Παππά ο Λεωνίδας Αστέρης θαυμάζεται ακόμη και από τους Τούρκους καλλιτέχνες, τραγουδώντας μάλιστα τουρκικά τραγούδια, αλλά με το οικείο συναίσθημα. Πώς να ξεχάσει κάποιος, αναφέρει, ο Παππάς τον περίφημο Κιανί Καρατζά, ο οποίος τυφλός, ων, όταν μετά από την απόδοση του ύμνου Άνωθεν οι Προφήται από τον άρχοντα στην Αγία Ειρήνη, (σ.σ: χρησιμοποιείται ως χώρος συναυλιών ) έσπευσε να του φιλήσει το χέρι; Αυτό για τους γνωρίζοντες, είναι η ύψιστη ένδειξη τιμής σε καλλιτέχνη και μάλιστα από αντίστοιχο ευρείας φήμης και αποδοχής».
Στο ερώτημα τι χαρακτηρίζει το πατριαρχικό ύφος του ψάλλειν ο Λεωνίδας Αστέρης απαντά ότι: δεν είναι μίμηση κάποιου πρωτοψάλτου φωνητικά, που μας άρεσε για να τον μιμηθούμε απόλυτα, διότι, εξηγεί, δεν έχει σχέση με τη φωνή. Το ύφος έχει σχέση με τον τρόπο παρουσίασης και εκτέλεσης των μαθημάτων των παλαιών δασκάλων και πρωτοψαλτών.
«Το πατριαρχικού ύφος βασίζεται στην εκτέλεση, στην παρουσίαση των μουσικών κειμένων και όχι στη μίμηση της φωνής», τονίζει και προσθέτει, δηλαδή: η μη μίμηση, η σωστή εκτέλεση των μουσικών κειμένων με την απαιτούμενη ευφράδεια, η σωστή απαγγελία, ο καλός τονισμός, γιατί το κύριο είναι ο λόγος. Η μουσική, επισημαίνει, είναι μια επένδυση, η οποία πρέπει να είναι κατάλληλη στον ωραίο τον λόγο.
Ο Λεωνίδας Αστέρης αναφέρει ότι στον Πατριαρχικό Ναό και στην Πόλη ψάλλουν βασιζόμενοι σε όλους τους παλαιούς διδασκάλους, ακόμα και τους προ της Αλώσεως, όπως ο Ιωάννης Κλαδάς, ο Ιωάννης Κουκουζέλης, και με τις ερμηνείες των τριών διδασκάλων νεώτερων δασκάλων του Χουρμούζιου Χαρτοφύλακος το 1820, του Γρηγορίου Πρωτοψάλτη και του μεγάλου Χρυσάνθου, ο οποίος μετέπειτα έγινε Επίσκοπος.
Εσείς που κατατάσσετε μουσικά τον εαυτό σας, τη δική σας φωνή;
Στην εκκλησιαστική μουσική, λέει στον «Φ» ο Λεωνίδας Αστέρης δεν υπάρχουν άριες, υπάρχει λατρευτική μουσική. «Υπάρχει το κείμενο που πρέπει να το προσέξεις, να το τονίσεις σωστά. Δεν χρειάζονται κορόνες πολλές, όπως στη Λυρική Σκηνή».
Γνώστης της λυρικής τέχνης αναφέρει ότι αυτή υποστηρίζει άλλα ψυχικά φαινόμενα: τον έρωτα, την αγάπη. Η εκκλησιαστική μουσική και ιδιαίτερα η βυζαντινή «υπηρετεί την προσευχή, την κατάνυξη», σημειώνει.
Ο Λεωνίδας Αστέρης χαρακτηρίζει τον Πατριάρχη Δημήριο, με τον οποίο ξεκίνησε ως πρωτοψάλτης στο Πατριαρχείο, « πράο, ταπεινό, ιεράρχη με βαθιά πίστη» Και ο προκάτοχός ο Αθηναγόρας και ο διάδοχός του σημερινός Πατριάρχης Βαρθολομαίος είναι, σύμφωνα με τον πρωτοψάλτη, « ο καθένας για την εποχή που υπηρετούν οι πλέον άξιοι». Συμφωνώ, αναφέρει, με αυτό, που λένε και γράφουν πολλοί, ότι ο νυν Πατριάρχης σε σχέση με τους προκατόχους του έδωσε ένα άλλο αέρα στο Φανάρι, ανέδειξε το Φανάρι και ιδίως με δραστηριότητες στο εξωτερικό. Πρόβαλε πολύ το Φανάρι. «Είναι πολύ δραστήριος. Μακάρι ο Θεός να τον έχει καλά να μπορέσει να συνεχίσει, γιατί ακολουθεί ένα πρόγραμμα πολύ σκληρό από το πρωί μέχρι το βράδυ και είναι σε μια ηλικία 72 ετών και πρέπει να προσέξει να συνεχίσει την Πατριαρχία του», υποδεικνύει ο Λεωνίδας Αστέρης.
Πριν κλείσουμε την συνομιλία μας τον ρώτησα σε ποιά εκκλησία είναι το όνειρο και η επιθυμία του να ψάλει. «Έψαλλα σε πολλές εκκλησίες στο εξωτερικό. Αυτό τώρα, που με ενδιαφέρει, είναι ο η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, η Αγιά Σοφιά».
Πηγή εδώ