π. Βενέδικτος
Γιατί ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία;
Μήπως γιά νά «ἀνάψομε ἕνα κεράκι» ἤ νά κάνομε μερικές φορές τό σταυρό μας; Ὁπωσδήποτε, τό νά κάνομε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ εἶναι κάτι τό πολύ μεγάλο!
Ἀλλά ὁ ἐκκλησιασμός δέν εἶναι μόνο αὐτά. Εἶναι κάτι περισσότερο. Κάθε φορά πού μπαίνομε στήν Ἐκκλησία, νά ἀνεβαίνομε πνευματικά ἕνα σκαλάκι παραπάνω. Νά φεύγομε διορθωμένοι, ἀλλοιωμένοι. Μέ ὠφέλεια ψυχῆς. Μέ μιά ἀπόφαση πιό ὑψηλή, πιό γλυκειά, πιό θεάρεστη.
Ἀπόφαση νά προχωρήσομε ἀπό τήν κατάσταση πού βρισκόμαστε, σέ μιά καλύτερη πού ὀνομάζεται «ἀλλοίωση πρός τά κρείττονα». Μέ ἄλλα λόγια νά γίνομε ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς σάρκας, τοῦ κόσμου.
Νά ποθήσομε τήν καλωσύνη, τήν ἀγάπη καί τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ πού μᾶς ἁγιάζει.
Μή μοιάσομε στούς Ἑβραίους, πού ἀφοῦ μαζεύτηκαν γύρω ἀπό τόν Χριστό καί ἄκουσαν τόν λόγο Του καί χόρτασαν μέ τήν εὐλογία Του, ξαναγύρισαν στά ἴδια.
Μιά μέρα μετά τόν ἔβριζαν.
Λίγο ἀργότερα τά ξέχασαν ὅλα. Τόν σταύρωσαν...
Ἄλλα τά μέτρα τῶν ἀνθρώπων, ἄλλα τοῦ Θεοῦ
Ἀκούσαμε στό εὐαγγέλιο ὅτι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός βρισκόταν σ’ ἕνα ἔρημο τόπο. Γύρω Του συγκεντρώθηκαν χιλιάδες κόσμος καί τόν ἄκουγαν. Ὅταν βράδυασε, τοῦ εἶπαν οἱ μαθητές:
-Ἄφησε τούς ἀνθρώπους νά φύγουν. Νά πᾶνε νά φᾶνε κάτι. Εἶναι ὅλη μέρα νηστικοί.
-Δῶστέ τους σεῖς, εἶπε ὁ Χριστός.
Ἀποκρίθηκαν οἱ μαθητές:
-Δέν ἔχομε παρά πέντε ψωμιά καί δυό ψάρια. Τί νά κάνουν σέ τόσο λαό;
Ἔτσι λογαριάζουν τά μέτρα μας. Ἀλλά τά μέτρα τοῦ Θεοῦ πού δημιούργησε τά πάντα, εἶναι διαφορετικά...
Εὐλόγησε ὁ Χριστός τά ψωμιά καί τά ψάρια καί ἔφαγε καί χόρτασε ὅλος ἐκεῖνος ὁ λαός.
Πάντα κερδισμένοι
Κοντά στόν Χριστό εἴμαστε πάντα κερδισμένοι!
Καί μάλιστα, τόσο περισσότερο ὅσο πιό πολλές θυσίες κάνομε γι’ Αὐτόν. Κι’ ἄς μένουν πίσω τά δικά μας ἔργα.
Γι’ αὐτό περίσσευσαν δώδεκα κοφίνια ψωμιά καί ψάρια.
Δηλαδή πολύ περισσότερα ἀπό ὅτι εἶχαν οἱ μαθητές στήν ἀρχή. Ὁ Θεός εἶναι πατέρας. Δέν μᾶς ἀφήνει ἀνεπιμέλητους. Συγχρόνως μᾶς διδάσκει ὅτι ἔχομε καί ψυχή. Ὅτι πρέπει νά φροντίζομε καί γιά τήν αἰώνια ζωή. Καί ὅπως μᾶς δίνει τροφή γιά τό σῶμα, ἔτσι μᾶς δίνει καί γιά τήν ψυχή.
Ἀξίζει νά ἐπισημάνουμε τό γεγονός, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἄκουαν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ λησμονώντας τόν ἑαυτό τους καί τίς ἀνάγκες τους. Καταλάβαιναν ὅτι ὁ Χριστός ἔχει νά τούς δώσει κάτι πολύ σπουδαῖο.
Ποτέ μή ξεχνᾶμε, ὅτι ὅταν ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία λατρεύοντας καί προσκυνώντας τόν Κύριο, δέν ἐρχόμαστε νά τοῦ δώσουμε κάτι, ἀλλά νά τοῦ ζητήσομε καί νά πάρομε κάτι:
Τήν ἀγάπη Του καί τήν εὐλογία Του.
Ἀγάπη καί εὐλογία γιά τόν Θεό εἶναι τό ἴδιο πράγμα. Γιά ἕνα πατέρα, ἡ ἀγάπη του καί ἡ εὐλογία του –ἡ καλή του διάθεση- γιά τό παιδί του, εἶναι τό πρῶτο καί τό κύριο. Ἀλλά καί γιά τόν καθένα μας, ἡ ἀγάπη πού ἀπολαμβάνει ἀπό τούς ἄλλους εἶναι τό μεγαλύτερο καί τό οὐσιωδέστερο.
Λέμε: «ὁ λόγος σου μέ χόρτασε, τό φαΐ σου φᾶτο». Ὅταν μᾶς ἀντιμετωπίζουν μέ ἀγάπη, οὔτε περιποίηση θέλομε, οὔτε φαγητό, οὔτε ποτό, οὔτε τίποτε. Ἡ ἀγάπη γεμίζει τήν καρδιά.
Καί ὅταν γεμίσει ἡ καρδιά, γεμίζει ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος. Ἐρχόμαστε λοιπόν στήν Ἐκκλησία νά ἀπολαύσομε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού ἐκδηλώνεται μέ πολλούς τρόπους.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνας
Οἱ Ἰουδαῖοι, ἀφοῦ εἶδαν τό παράδοξο θαῦμα, ἔπρεπε νά καταλάβουν, ὅτι ἀνάμεσά τους βρίσκεται ὁ Θεός. Παντοδύναμος, γεμᾶτος εὐσπλαγχνία, χάρη, στοργή. Ὅτι ἐνδιαφέρεται γιά τήν ψυχή μας, ἀλλά καί γιά τήν τροφή μας.
Καί ὅτι μέσα ἀπό τό φαγητό πού Αὐτός μᾶς δίνει, φωτίζει τήν ψυχή μας. Γιατί ὅταν γευόμαστε ἀπό τά δῶρα τοῦ Χριστοῦ, δέν πρέπει νά μένομε στό γεμάτο στομάχι, ἀλλά νά φωτίζεται στή συνέχεια ὁ νοῦς καί ἡ ψυχή. Τότε ἔχομε πνευματική σύνεση. Τότε βλέπομε σωστά καί ἐξηγοῦμε σωστά.
Ἡ τοποθέτηση: ἄλλο κοιλιά, ἄλλο καρδιά, ἄλλο νοῦς, εἶναι ἐντελῶς λανθασμένη. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι «ἕνα» ἀπό τά νύχια μέχρι τήν κορυφή. Καί πρέπει σ’ ὁλόκληρο τό σῶμα μας, νά κατοικεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ὀφείλομε νά τό βλέπομε καί νά τό κυβερνᾶμε ἀπό τά νύχια μέχρι τήν κεφαλή μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει, ὅτι ὁλόκληρο τό σῶμα μας πρέπει νά εἶναι γεμᾶτο ἀπό χάρη Θεοῦ καί ἀπό Πνεῦμα Θεοῦ. Δέν εἶναι σωστό νά τό χωρίζομε σέ διαμερίσματα, ἄλλα δοσμένα στόν Χριστό καί ἄλλα στήν ἁμαρτία.
Ποιό ψωμί προτιμᾶμε
Ἀλλά ἄς ἐπανέλθομε στό ἀνάγνωσμα. Σάν τί νά θέλει νά μᾶς πεῖ ὁ Χριστός μέ τοῦτο τό θαῦμα Του;
Σκεφτήκαμε τί κρύβει ἕνα σπυράκι σιτάρι; Τί θρεπτικές οὐσίες ἔχει; Ὅταν τό τρῶμε παίρνομε τίς ἀπαραίτητες οὐσίες καί ζοῦμε. Δηλαδή ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ, δίνει στόν κόσμο ζωή.
Μήπως ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ νά στρέψομε τήν προσοχή μας στήν οὐσία; Ὄχι στήν διασκέδαση. Στήν οὐσία.
Γιά τό σῶμα, εἶναι οὐσιαστικό νά τρέφεται. Δέν πρόκειται γιά τέρψη ἀλλά γιά ἀνάγκη· γιά ὠφελιμότητα. Καί ὠφελιμότητα δέν εἶναι νἄχεις ὅτι θέλεις, ἀλλά ὅτι εἶναι χρήσιμο. Γιά σένα καί τούς ἄλλους.
Εἶπε ὁ Χριστός:
«Ὑπάρχει καί ἕνα ἄλλο ψωμί. Σπουδαιότερο ἀπό αὐτό πού ξέρετε. Αὐτό πού τρῶτε, πάει στήν κοιλιά. Σᾶς χορταίνει γιά λίγο. Βοηθᾶ στή ζωή, στήν εὐρρωστία, στήν δραστηριότητα.
Τό ἄλλο ψωμί, δέν βγαίνει ἀπό τή γῆ. Μά εἶναι χιλιάδες φορές ὠφελιμότερο γιά τόν ἄνθρωπο. Πόσο; Ὅσο εἶναι ἀνώτερος ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ. Αὐτό τό ψωμί κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό. Εἶναι ἡ σάρκα μου -ἡ σάρκα τοῦ Χριστοῦ- πού δίνει στόν κόσμο τήν ἀληθινή ζωή»...
Τήν ἔλαβε ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Καί ἔπειτα ξεχύθηκε ἡ χάρη Του, τό ἔλεός Του καί ἡ διδασκαλία Του σ’ ὅλο τόν κόσμο.
Ὁ Χριστός, ἄλεσε τόν ἑαυτό Του μέ τόν Σταυρό καί τά Πάθη Του. Τόν ἔκανε ψωμί. Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, πρόσφερε αὐτό τόν «Ἄρτο ἀπό τόν οὐρανό» στούς μαθητές Του. Τούς εἶπε: «Λάβετε φάγετε τοῦτο ἐστι τό σῶμα μου, τό ὑπέρ ὑμῶν κλώμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν τήν αἰώνιον».
Αὐτός εἶναι «ὁ Ἄρτος τοῦ Θεοῦ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς». Καί ὅποιος τόν παίρνει λαμβάνει κάθαρση ψυχῆς καί σώματος, αἰώνια ζωή καί ἀνάσταση.
Εἶπε ὁ Χριστός:
«Ὅποιος τρώγει αὐτό πού δίνω, τό Σῶμα μου καί πίνει τό Αἷμα μου, ἐγώ θά τόν ἀναστήσω τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, γιά νά ἀπολαύσει τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».
Γιά νά κυβερνήσομε τήν ἐπίγεια ζωή μας, μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός λογικό καί ἐξυπνάδα.
Γιά νά κατευθύνομε τήν πορεία μας πρός τήν Βασιλεία Του, μᾶς δίνει τήν πίστη, τό θέλημά Του, τό λόγο Του.
Καί μᾶς λέγει: Τροφή γιά τήν ψυχή εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, καί πάνω ἀπό ὅλα τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του· πού μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτία καί μᾶς δίνει αἰώνια ζωή.
-Πόσες μέρες κάνεις χωρίς φαγητό;
-Ἡμέρες; Ἀστεῖα πράγματα!
Ἕνα μεσημέρι νά μείνομε νηστικοί, ποιός ἀκούει τά παράπονά μας...
Ὅμως, Θεία Κοινωνία, τροφή τῆς ψυχῆς σου, ἀπό ποτέ ἔχεις νά πάρεις; Μήπως κάποια χρόνια; Ὅταν διαμαρτύρεται ἡ κοιλιά χαλᾶμε τόν κόσμο. Ὅταν διαμαρτύρεται ἡ ψυχή καί ζητᾶ τό φάρμακο τῆς ἀθανασίας γιατί ἀδιαφοροῦμε;
Καμμιά ὀλιγωρία δέν δικαιολογεῖται. Νά φανοῦμε ἔξυπνοι στίς ἐπιλογές μας. Ὑπάρχει κάτι πολυτιμότερο ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ;
Ἄς ποῦμε τό «εὐχαριστῶ» μας
Ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ φεύγομε μέ δική μας κρίση, μέ δική μας γνώμη καί ἀπόφαση, μέ δική μας εὐθύνη, γι’ αὐτό καί μέ δική μας ἐνοχή. Καί ὅμως. Ἔρχεται ὁ Χριστός καί θυσιάζεται γιά μᾶς πάνω στό σταυρό. Μέ τό αἷμα Του μᾶς πλένει ἀπό τήν ἐνοχή καί τήν ἁμαρτία μας.
Ἔχομε λοιπόν χρέος, νά ἀναζητοῦμε τρόπους νά ἀγαπήσομε τόν Χριστό ὅλο καί πιό πολύ. Νά τοῦ προσφέρομε καί ἐμεῖς τήν ἀγάπη μας. Νά θέλομε νά εἴμαστε κοντά Του. Ἄς ἀρχίζομε πάντα ἀπό τά πιό ἁπλά. Τά στοιχειώδη. Παράδειγμα:
-Κυριακή σήμερα... Νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία;
-Τί νά κάνομε; Νά σταθοῦμε τόση ὥρα ὄρθιοι μετά μιά βδομάδα κοπιαστικῆς δουλειᾶς; Ἄς πᾶμε καλύτερα τήν ἐκδρομή μας.
Μέ τέτοιες τίς φίλαυτες σκέψεις, λέμε στόν Ἐπουράνιο Πατέρα μας:
-Δέν μοῦ χρειάζεσαι. Ἔχω καλύτερο τρόπο νά ἀξιοποιήσω τήν ζωή μου...
Ἄν ἀγαπούσαμε τόν Χριστό θά λέγαμε:
«Θεέ μου, σύ κατέβηκες ἀπό τόν οὐρανό γιά μένα. Θά κάνω καί ἐγώ μιά θυσία νά ἔλθω στήν Ἐκκλησία Σου, κοντά Σου. Νά Σοῦ πῶ ἕνα εὐχαριστῶ».
Τί ἀξίξει κάτι τέτοιο, μπροστά σ’ ὅσα ἔκανε ὁ Χριστός γιά μᾶς; Συγκρίνεται αὐτή ἡ θυσία μας, μέ ὅσα ὑπέμειναν οἱ ἅγιοι γιά τήν ἀγάπη Του;
Ἄλεσμα καί ψήσιμο
Ἄς προσέξομε μιά διδακτική ἱστορία: Ἕνας νεοσύλλεκτος, τραυματίστηκε βαρειά καί βρέθηκε στήν ἐντατική. Κρίσιμη ἡ κατάστασή του. Κάποια στιγμή συνῆλθε καί ζήτησε νά κοινωνήσει. «Νά πάρω τόν ἄρτο τῆς ζωῆς», ἔλεγε. Μετέλαβε καί εἶπε: «νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου Δέσποτα...»
Ἀλλά ὁ Θεός θέλησε νά ζήσει. Τόν ἔκανε καλά.
Ὅταν βλέπεις τέτοιο φρόνημα σ’ ἕνα δεκαοχτάχρονο παιδί, πόσο ἀναθεωρεῖς τίς τοποθετήσεις σου γιά τήν ἀξία:
• Τοῦ «ψωμιοῦ τῆς κοιλιᾶς», καί τοῦ «ψωμιοῦ τῆς καρδιᾶς».
• Τοῦ «ψωμιοῦ» πού δίνει ἡ γῆ, καί τοῦ «ψωμιοῦ» πού προσφέρει ὁ οὐρανός.
• Τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου, καί τῆς ζωῆς πού χαρίζει ὁ Χριστός.
Γιά νά γίνει τό σιτάρι ψωμί πρέπει νά ἀλεστεῖ, δηλαδή νά πάψει νἆναι σιτάρι. Καί νά ψηθεῖ. Ἔτσι γίνεται νόστιμο καί ἀνεκτό στήν κοιλιά.
Λέγει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος: «Σῖτός εἰμι καί δι’ ὀδόντων θηρίων ἀλήθομαι». Μυλόπετρα εἶναι τά δόντια τῶν θηρίων πού θά μέ φᾶνε.
Εὐχόταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός:
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Σύ, ὁ Θεός τῆς Δόξης, ἦλθες στόν κόσμο καί σταυρώθηκες γιά μένα τόν ἁμαρτωλό. Γιά νά μοῦ δείξεις τήν ἀγάπη Σου. Τό κατάλαβα καί σέ ἀγαπῶ. Θέλω καί ἐγώ νά σοῦ δείξω τήν ἀγάπη μου. Γι’ αὐτό, ἀξίωσέ μέ, ὅπως ἔχυσες σύ τό αἷμα σου γιά μένα, νά χύσω καί ἐγώ γιά χάρη Σου τό αἷμα μου. Ὅπως πέθανες Σύ γιά μένα, νά πεθάνω καί ἐγώ γιά Σένα».
Καί ἐμεῖς, νά εἴμαστε σιτάρι. Καί νά προσπαθοῦμε νά γινόμαστε ψωμί πού θά ἀρέσει στόν Χριστό. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά μᾶς φᾶνε τά θηρία. Ἀλλά πρέπει κάτι νά κάνομε...
Μήν ἀφήνομε τίς ἐπιθυμίες μας, νά μᾶς ὁδηγοῦν μακρυά ἀπό τόν Θεό.
Νά ἔχομε φρόνημα θυσίας, τήν ἀγάπη καί τήν καλωσύνη τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἀλέθεται ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι γίνεται ἀπό σιτάρι ψωμί, ἄξιος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Τά μεγάλα κουτάλια
Κάποιος παρακαλοῦσε τόν Θεό:
«Πατέρα μου οὐράνιε, δεῖξε μου τήν Βασιλεία Σου καί τήν κόλαση, νά ξέρω τί θά συναντήσω καί νά ἀγωνίζομαι πιό συνειδητά». Ὁ εὔσπλαγχνος Θεός τόν ἄκουσε καί ἔστειλε τόν προφήτη Ἠλία νά τόν ξεναγήσει.
Τόν πῆγε πρῶτα σ’ ἕνα μέρος, πού ἦταν ἕνα μεγάλο καζάνι μέ νόστιμο φαγητό. Γύρω κάθονταν πολλοί, σκελετωμένοι ἀπό τήν πεῖνα καί προσπαθοῦσαν νά φᾶνε. Μά τά κουτάλια τους ἦταν τεράστια. Ἀγωνίζονταν νά τά φέρουν στό στόμα, μά ἦταν ἀδύνατον.
Καί ἔμεναν νηστικοί. Σκελετωμένοι. Ταλαίπωροι.
-Νά ἡ κόλαση· τοῦ διευκρίνησε ὁ προφήτης.
Ἔπειτα, τόν πῆγε σέ ἕνα ἄλλο μέρος. Ἀκριβῶς τό ἴδιο σκηνικό. Μόνο πού ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι δέν ἦταν δυστυχεῖς καί πεινασμένοι, παρότι κι’ αὐτοί εἶχαν τά ἴδια τεράστια κουτάλια. Πῶς τά κατάφερναν; Ἔκαναν κάτι πολύ ἁπλό. Δέν κύτταζαν τόν ἑαυτό τους, μά ὁ καθένας φρόντιζε νά ταΐσει τόν ἄλλο. Καί ἦταν χαρούμενοι καί εὐτυχισμένοι μέ τή σκέψη τῆς προσφορᾶς. Καί φυσικά χορτάτοι.
Ἄλεσμα σημαίνει:
Τί θά δώσω. Τί θά προσφέρω. Ὄχι τί θά ἁρπάξω...
Νά ἀλέθομε τό σιτάρι τῆς ὑπάρξεώς μας, γιά νά γίνει σπονδή καί θυσία στόν Χριστό.
Νά ποθήσομε τόν οὐράνιο Ἄρτο.
Νά τόν λαμβάνομε, γιά νά ἔχομε αἰώνιο ζωή κοντά στόν Χριστό.
Καί τό ψωμί τῆς γῆς νά τό χρησιμοποιοῦμε ὄχι μόνο γιά τόν ἑαυτό μας ἀλλά καί γιά τούς ἄλλους. Ἀμήν.-
Μήπως γιά νά «ἀνάψομε ἕνα κεράκι» ἤ νά κάνομε μερικές φορές τό σταυρό μας; Ὁπωσδήποτε, τό νά κάνομε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ εἶναι κάτι τό πολύ μεγάλο!
Ἀλλά ὁ ἐκκλησιασμός δέν εἶναι μόνο αὐτά. Εἶναι κάτι περισσότερο. Κάθε φορά πού μπαίνομε στήν Ἐκκλησία, νά ἀνεβαίνομε πνευματικά ἕνα σκαλάκι παραπάνω. Νά φεύγομε διορθωμένοι, ἀλλοιωμένοι. Μέ ὠφέλεια ψυχῆς. Μέ μιά ἀπόφαση πιό ὑψηλή, πιό γλυκειά, πιό θεάρεστη.
Ἀπόφαση νά προχωρήσομε ἀπό τήν κατάσταση πού βρισκόμαστε, σέ μιά καλύτερη πού ὀνομάζεται «ἀλλοίωση πρός τά κρείττονα». Μέ ἄλλα λόγια νά γίνομε ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς σάρκας, τοῦ κόσμου.
Νά ποθήσομε τήν καλωσύνη, τήν ἀγάπη καί τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ πού μᾶς ἁγιάζει.
Μή μοιάσομε στούς Ἑβραίους, πού ἀφοῦ μαζεύτηκαν γύρω ἀπό τόν Χριστό καί ἄκουσαν τόν λόγο Του καί χόρτασαν μέ τήν εὐλογία Του, ξαναγύρισαν στά ἴδια.
Μιά μέρα μετά τόν ἔβριζαν.
Λίγο ἀργότερα τά ξέχασαν ὅλα. Τόν σταύρωσαν...
Ἄλλα τά μέτρα τῶν ἀνθρώπων, ἄλλα τοῦ Θεοῦ
Ἀκούσαμε στό εὐαγγέλιο ὅτι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός βρισκόταν σ’ ἕνα ἔρημο τόπο. Γύρω Του συγκεντρώθηκαν χιλιάδες κόσμος καί τόν ἄκουγαν. Ὅταν βράδυασε, τοῦ εἶπαν οἱ μαθητές:
-Ἄφησε τούς ἀνθρώπους νά φύγουν. Νά πᾶνε νά φᾶνε κάτι. Εἶναι ὅλη μέρα νηστικοί.
-Δῶστέ τους σεῖς, εἶπε ὁ Χριστός.
Ἀποκρίθηκαν οἱ μαθητές:
-Δέν ἔχομε παρά πέντε ψωμιά καί δυό ψάρια. Τί νά κάνουν σέ τόσο λαό;
Ἔτσι λογαριάζουν τά μέτρα μας. Ἀλλά τά μέτρα τοῦ Θεοῦ πού δημιούργησε τά πάντα, εἶναι διαφορετικά...
Εὐλόγησε ὁ Χριστός τά ψωμιά καί τά ψάρια καί ἔφαγε καί χόρτασε ὅλος ἐκεῖνος ὁ λαός.
Πάντα κερδισμένοι
Κοντά στόν Χριστό εἴμαστε πάντα κερδισμένοι!
Καί μάλιστα, τόσο περισσότερο ὅσο πιό πολλές θυσίες κάνομε γι’ Αὐτόν. Κι’ ἄς μένουν πίσω τά δικά μας ἔργα.
Γι’ αὐτό περίσσευσαν δώδεκα κοφίνια ψωμιά καί ψάρια.
Δηλαδή πολύ περισσότερα ἀπό ὅτι εἶχαν οἱ μαθητές στήν ἀρχή. Ὁ Θεός εἶναι πατέρας. Δέν μᾶς ἀφήνει ἀνεπιμέλητους. Συγχρόνως μᾶς διδάσκει ὅτι ἔχομε καί ψυχή. Ὅτι πρέπει νά φροντίζομε καί γιά τήν αἰώνια ζωή. Καί ὅπως μᾶς δίνει τροφή γιά τό σῶμα, ἔτσι μᾶς δίνει καί γιά τήν ψυχή.
Ἀξίζει νά ἐπισημάνουμε τό γεγονός, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἄκουαν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ λησμονώντας τόν ἑαυτό τους καί τίς ἀνάγκες τους. Καταλάβαιναν ὅτι ὁ Χριστός ἔχει νά τούς δώσει κάτι πολύ σπουδαῖο.
Ποτέ μή ξεχνᾶμε, ὅτι ὅταν ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία λατρεύοντας καί προσκυνώντας τόν Κύριο, δέν ἐρχόμαστε νά τοῦ δώσουμε κάτι, ἀλλά νά τοῦ ζητήσομε καί νά πάρομε κάτι:
Τήν ἀγάπη Του καί τήν εὐλογία Του.
Ἀγάπη καί εὐλογία γιά τόν Θεό εἶναι τό ἴδιο πράγμα. Γιά ἕνα πατέρα, ἡ ἀγάπη του καί ἡ εὐλογία του –ἡ καλή του διάθεση- γιά τό παιδί του, εἶναι τό πρῶτο καί τό κύριο. Ἀλλά καί γιά τόν καθένα μας, ἡ ἀγάπη πού ἀπολαμβάνει ἀπό τούς ἄλλους εἶναι τό μεγαλύτερο καί τό οὐσιωδέστερο.
Λέμε: «ὁ λόγος σου μέ χόρτασε, τό φαΐ σου φᾶτο». Ὅταν μᾶς ἀντιμετωπίζουν μέ ἀγάπη, οὔτε περιποίηση θέλομε, οὔτε φαγητό, οὔτε ποτό, οὔτε τίποτε. Ἡ ἀγάπη γεμίζει τήν καρδιά.
Καί ὅταν γεμίσει ἡ καρδιά, γεμίζει ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος. Ἐρχόμαστε λοιπόν στήν Ἐκκλησία νά ἀπολαύσομε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού ἐκδηλώνεται μέ πολλούς τρόπους.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνας
Οἱ Ἰουδαῖοι, ἀφοῦ εἶδαν τό παράδοξο θαῦμα, ἔπρεπε νά καταλάβουν, ὅτι ἀνάμεσά τους βρίσκεται ὁ Θεός. Παντοδύναμος, γεμᾶτος εὐσπλαγχνία, χάρη, στοργή. Ὅτι ἐνδιαφέρεται γιά τήν ψυχή μας, ἀλλά καί γιά τήν τροφή μας.
Καί ὅτι μέσα ἀπό τό φαγητό πού Αὐτός μᾶς δίνει, φωτίζει τήν ψυχή μας. Γιατί ὅταν γευόμαστε ἀπό τά δῶρα τοῦ Χριστοῦ, δέν πρέπει νά μένομε στό γεμάτο στομάχι, ἀλλά νά φωτίζεται στή συνέχεια ὁ νοῦς καί ἡ ψυχή. Τότε ἔχομε πνευματική σύνεση. Τότε βλέπομε σωστά καί ἐξηγοῦμε σωστά.
Ἡ τοποθέτηση: ἄλλο κοιλιά, ἄλλο καρδιά, ἄλλο νοῦς, εἶναι ἐντελῶς λανθασμένη. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι «ἕνα» ἀπό τά νύχια μέχρι τήν κορυφή. Καί πρέπει σ’ ὁλόκληρο τό σῶμα μας, νά κατοικεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ὀφείλομε νά τό βλέπομε καί νά τό κυβερνᾶμε ἀπό τά νύχια μέχρι τήν κεφαλή μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει, ὅτι ὁλόκληρο τό σῶμα μας πρέπει νά εἶναι γεμᾶτο ἀπό χάρη Θεοῦ καί ἀπό Πνεῦμα Θεοῦ. Δέν εἶναι σωστό νά τό χωρίζομε σέ διαμερίσματα, ἄλλα δοσμένα στόν Χριστό καί ἄλλα στήν ἁμαρτία.
Ποιό ψωμί προτιμᾶμε
Ἀλλά ἄς ἐπανέλθομε στό ἀνάγνωσμα. Σάν τί νά θέλει νά μᾶς πεῖ ὁ Χριστός μέ τοῦτο τό θαῦμα Του;
Σκεφτήκαμε τί κρύβει ἕνα σπυράκι σιτάρι; Τί θρεπτικές οὐσίες ἔχει; Ὅταν τό τρῶμε παίρνομε τίς ἀπαραίτητες οὐσίες καί ζοῦμε. Δηλαδή ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ, δίνει στόν κόσμο ζωή.
Μήπως ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ νά στρέψομε τήν προσοχή μας στήν οὐσία; Ὄχι στήν διασκέδαση. Στήν οὐσία.
Γιά τό σῶμα, εἶναι οὐσιαστικό νά τρέφεται. Δέν πρόκειται γιά τέρψη ἀλλά γιά ἀνάγκη· γιά ὠφελιμότητα. Καί ὠφελιμότητα δέν εἶναι νἄχεις ὅτι θέλεις, ἀλλά ὅτι εἶναι χρήσιμο. Γιά σένα καί τούς ἄλλους.
Εἶπε ὁ Χριστός:
«Ὑπάρχει καί ἕνα ἄλλο ψωμί. Σπουδαιότερο ἀπό αὐτό πού ξέρετε. Αὐτό πού τρῶτε, πάει στήν κοιλιά. Σᾶς χορταίνει γιά λίγο. Βοηθᾶ στή ζωή, στήν εὐρρωστία, στήν δραστηριότητα.
Τό ἄλλο ψωμί, δέν βγαίνει ἀπό τή γῆ. Μά εἶναι χιλιάδες φορές ὠφελιμότερο γιά τόν ἄνθρωπο. Πόσο; Ὅσο εἶναι ἀνώτερος ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ. Αὐτό τό ψωμί κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό. Εἶναι ἡ σάρκα μου -ἡ σάρκα τοῦ Χριστοῦ- πού δίνει στόν κόσμο τήν ἀληθινή ζωή»...
Τήν ἔλαβε ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Καί ἔπειτα ξεχύθηκε ἡ χάρη Του, τό ἔλεός Του καί ἡ διδασκαλία Του σ’ ὅλο τόν κόσμο.
Ὁ Χριστός, ἄλεσε τόν ἑαυτό Του μέ τόν Σταυρό καί τά Πάθη Του. Τόν ἔκανε ψωμί. Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, πρόσφερε αὐτό τόν «Ἄρτο ἀπό τόν οὐρανό» στούς μαθητές Του. Τούς εἶπε: «Λάβετε φάγετε τοῦτο ἐστι τό σῶμα μου, τό ὑπέρ ὑμῶν κλώμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν τήν αἰώνιον».
Αὐτός εἶναι «ὁ Ἄρτος τοῦ Θεοῦ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς». Καί ὅποιος τόν παίρνει λαμβάνει κάθαρση ψυχῆς καί σώματος, αἰώνια ζωή καί ἀνάσταση.
Εἶπε ὁ Χριστός:
«Ὅποιος τρώγει αὐτό πού δίνω, τό Σῶμα μου καί πίνει τό Αἷμα μου, ἐγώ θά τόν ἀναστήσω τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, γιά νά ἀπολαύσει τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».
Γιά νά κυβερνήσομε τήν ἐπίγεια ζωή μας, μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός λογικό καί ἐξυπνάδα.
Γιά νά κατευθύνομε τήν πορεία μας πρός τήν Βασιλεία Του, μᾶς δίνει τήν πίστη, τό θέλημά Του, τό λόγο Του.
Καί μᾶς λέγει: Τροφή γιά τήν ψυχή εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, καί πάνω ἀπό ὅλα τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του· πού μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτία καί μᾶς δίνει αἰώνια ζωή.
-Πόσες μέρες κάνεις χωρίς φαγητό;
-Ἡμέρες; Ἀστεῖα πράγματα!
Ἕνα μεσημέρι νά μείνομε νηστικοί, ποιός ἀκούει τά παράπονά μας...
Ὅμως, Θεία Κοινωνία, τροφή τῆς ψυχῆς σου, ἀπό ποτέ ἔχεις νά πάρεις; Μήπως κάποια χρόνια; Ὅταν διαμαρτύρεται ἡ κοιλιά χαλᾶμε τόν κόσμο. Ὅταν διαμαρτύρεται ἡ ψυχή καί ζητᾶ τό φάρμακο τῆς ἀθανασίας γιατί ἀδιαφοροῦμε;
Καμμιά ὀλιγωρία δέν δικαιολογεῖται. Νά φανοῦμε ἔξυπνοι στίς ἐπιλογές μας. Ὑπάρχει κάτι πολυτιμότερο ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ;
Ἄς ποῦμε τό «εὐχαριστῶ» μας
Ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ φεύγομε μέ δική μας κρίση, μέ δική μας γνώμη καί ἀπόφαση, μέ δική μας εὐθύνη, γι’ αὐτό καί μέ δική μας ἐνοχή. Καί ὅμως. Ἔρχεται ὁ Χριστός καί θυσιάζεται γιά μᾶς πάνω στό σταυρό. Μέ τό αἷμα Του μᾶς πλένει ἀπό τήν ἐνοχή καί τήν ἁμαρτία μας.
Ἔχομε λοιπόν χρέος, νά ἀναζητοῦμε τρόπους νά ἀγαπήσομε τόν Χριστό ὅλο καί πιό πολύ. Νά τοῦ προσφέρομε καί ἐμεῖς τήν ἀγάπη μας. Νά θέλομε νά εἴμαστε κοντά Του. Ἄς ἀρχίζομε πάντα ἀπό τά πιό ἁπλά. Τά στοιχειώδη. Παράδειγμα:
-Κυριακή σήμερα... Νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία;
-Τί νά κάνομε; Νά σταθοῦμε τόση ὥρα ὄρθιοι μετά μιά βδομάδα κοπιαστικῆς δουλειᾶς; Ἄς πᾶμε καλύτερα τήν ἐκδρομή μας.
Μέ τέτοιες τίς φίλαυτες σκέψεις, λέμε στόν Ἐπουράνιο Πατέρα μας:
-Δέν μοῦ χρειάζεσαι. Ἔχω καλύτερο τρόπο νά ἀξιοποιήσω τήν ζωή μου...
Ἄν ἀγαπούσαμε τόν Χριστό θά λέγαμε:
«Θεέ μου, σύ κατέβηκες ἀπό τόν οὐρανό γιά μένα. Θά κάνω καί ἐγώ μιά θυσία νά ἔλθω στήν Ἐκκλησία Σου, κοντά Σου. Νά Σοῦ πῶ ἕνα εὐχαριστῶ».
Τί ἀξίξει κάτι τέτοιο, μπροστά σ’ ὅσα ἔκανε ὁ Χριστός γιά μᾶς; Συγκρίνεται αὐτή ἡ θυσία μας, μέ ὅσα ὑπέμειναν οἱ ἅγιοι γιά τήν ἀγάπη Του;
Ἄλεσμα καί ψήσιμο
Ἄς προσέξομε μιά διδακτική ἱστορία: Ἕνας νεοσύλλεκτος, τραυματίστηκε βαρειά καί βρέθηκε στήν ἐντατική. Κρίσιμη ἡ κατάστασή του. Κάποια στιγμή συνῆλθε καί ζήτησε νά κοινωνήσει. «Νά πάρω τόν ἄρτο τῆς ζωῆς», ἔλεγε. Μετέλαβε καί εἶπε: «νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου Δέσποτα...»
Ἀλλά ὁ Θεός θέλησε νά ζήσει. Τόν ἔκανε καλά.
Ὅταν βλέπεις τέτοιο φρόνημα σ’ ἕνα δεκαοχτάχρονο παιδί, πόσο ἀναθεωρεῖς τίς τοποθετήσεις σου γιά τήν ἀξία:
• Τοῦ «ψωμιοῦ τῆς κοιλιᾶς», καί τοῦ «ψωμιοῦ τῆς καρδιᾶς».
• Τοῦ «ψωμιοῦ» πού δίνει ἡ γῆ, καί τοῦ «ψωμιοῦ» πού προσφέρει ὁ οὐρανός.
• Τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου, καί τῆς ζωῆς πού χαρίζει ὁ Χριστός.
Γιά νά γίνει τό σιτάρι ψωμί πρέπει νά ἀλεστεῖ, δηλαδή νά πάψει νἆναι σιτάρι. Καί νά ψηθεῖ. Ἔτσι γίνεται νόστιμο καί ἀνεκτό στήν κοιλιά.
Λέγει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος: «Σῖτός εἰμι καί δι’ ὀδόντων θηρίων ἀλήθομαι». Μυλόπετρα εἶναι τά δόντια τῶν θηρίων πού θά μέ φᾶνε.
Εὐχόταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός:
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Σύ, ὁ Θεός τῆς Δόξης, ἦλθες στόν κόσμο καί σταυρώθηκες γιά μένα τόν ἁμαρτωλό. Γιά νά μοῦ δείξεις τήν ἀγάπη Σου. Τό κατάλαβα καί σέ ἀγαπῶ. Θέλω καί ἐγώ νά σοῦ δείξω τήν ἀγάπη μου. Γι’ αὐτό, ἀξίωσέ μέ, ὅπως ἔχυσες σύ τό αἷμα σου γιά μένα, νά χύσω καί ἐγώ γιά χάρη Σου τό αἷμα μου. Ὅπως πέθανες Σύ γιά μένα, νά πεθάνω καί ἐγώ γιά Σένα».
Καί ἐμεῖς, νά εἴμαστε σιτάρι. Καί νά προσπαθοῦμε νά γινόμαστε ψωμί πού θά ἀρέσει στόν Χριστό. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά μᾶς φᾶνε τά θηρία. Ἀλλά πρέπει κάτι νά κάνομε...
Μήν ἀφήνομε τίς ἐπιθυμίες μας, νά μᾶς ὁδηγοῦν μακρυά ἀπό τόν Θεό.
Νά ἔχομε φρόνημα θυσίας, τήν ἀγάπη καί τήν καλωσύνη τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἀλέθεται ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι γίνεται ἀπό σιτάρι ψωμί, ἄξιος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Τά μεγάλα κουτάλια
Κάποιος παρακαλοῦσε τόν Θεό:
«Πατέρα μου οὐράνιε, δεῖξε μου τήν Βασιλεία Σου καί τήν κόλαση, νά ξέρω τί θά συναντήσω καί νά ἀγωνίζομαι πιό συνειδητά». Ὁ εὔσπλαγχνος Θεός τόν ἄκουσε καί ἔστειλε τόν προφήτη Ἠλία νά τόν ξεναγήσει.
Τόν πῆγε πρῶτα σ’ ἕνα μέρος, πού ἦταν ἕνα μεγάλο καζάνι μέ νόστιμο φαγητό. Γύρω κάθονταν πολλοί, σκελετωμένοι ἀπό τήν πεῖνα καί προσπαθοῦσαν νά φᾶνε. Μά τά κουτάλια τους ἦταν τεράστια. Ἀγωνίζονταν νά τά φέρουν στό στόμα, μά ἦταν ἀδύνατον.
Καί ἔμεναν νηστικοί. Σκελετωμένοι. Ταλαίπωροι.
-Νά ἡ κόλαση· τοῦ διευκρίνησε ὁ προφήτης.
Ἔπειτα, τόν πῆγε σέ ἕνα ἄλλο μέρος. Ἀκριβῶς τό ἴδιο σκηνικό. Μόνο πού ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι δέν ἦταν δυστυχεῖς καί πεινασμένοι, παρότι κι’ αὐτοί εἶχαν τά ἴδια τεράστια κουτάλια. Πῶς τά κατάφερναν; Ἔκαναν κάτι πολύ ἁπλό. Δέν κύτταζαν τόν ἑαυτό τους, μά ὁ καθένας φρόντιζε νά ταΐσει τόν ἄλλο. Καί ἦταν χαρούμενοι καί εὐτυχισμένοι μέ τή σκέψη τῆς προσφορᾶς. Καί φυσικά χορτάτοι.
Ἄλεσμα σημαίνει:
Τί θά δώσω. Τί θά προσφέρω. Ὄχι τί θά ἁρπάξω...
Νά ἀλέθομε τό σιτάρι τῆς ὑπάρξεώς μας, γιά νά γίνει σπονδή καί θυσία στόν Χριστό.
Νά ποθήσομε τόν οὐράνιο Ἄρτο.
Νά τόν λαμβάνομε, γιά νά ἔχομε αἰώνιο ζωή κοντά στόν Χριστό.
Καί τό ψωμί τῆς γῆς νά τό χρησιμοποιοῦμε ὄχι μόνο γιά τόν ἑαυτό μας ἀλλά καί γιά τούς ἄλλους. Ἀμήν.-