Ἀγαπητά μου τέκνα ἐν Κυρίῳ,
«Τείχισόν μου τάς φρένας, Σωτήρ μου, τό γάρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ».
Μέ τά παρακλητικά λόγια αὐτά,
ὁ συγγραφέας τοῦ Οἴκου τῆς σημερινῆς ἑορτῆς,
ἀπευθύνεται πρός τό Χριστό καί ζητεῖ,
νά τοῦ χορηγηθεῖ ἕνα τεῖχος προστασίας στό νοῦ του,
ἀπό τίς περιττές σκέψεις καί λογισμούς,
προκειμένου νά ἀνυμνήσει Αὐτήν, τήν Παναγίαν μας,
πού εἶναι τό τεῖχος τῆς προστασίας τοῦ κόσμου.
Τά τείχη εἶναι πάντοτε τά ὀχηρά μιᾶς πόλεως,
καί χωρίς ἰσχυρά τείχη, οἱ πόλεις παραδίδονται στούς ἐχθρούς.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, κατά παράλληλο τρόπο,
εἶναι τό ἰσχυρό τεῖχος, πού τόν προστατεύει,
ἀπό τίς ἐπιθέσεις καί προσβολές
τῶν ἀνιέρων καί πονηρῶν λογισμῶν.
Ἡ στροφή τοῦ νοῦ στό Θεό,
τόν χαριτώνει καί τόν κάνει καθαρό καί θεοφόρο,
μέ ἀποτέλεσμα ὁ Σωτήρ νά τειχίζει ὅλη τήν ὑπόστασή μας,
μέ κορυφαῖα κέντρα, τό νοῦ καί τήν καρδιά μας.
Ἡ πρώτη Εὔα ἄνοιξε τό δρόμο
τῆς ὑποδουλώσεως τῶν φρενῶν,
τοῦ νοῦ δηλαδή, στούς ἀντιθέους λογισμούς .
Ἡ Παναγία ὅμως θέτει τεῖχος στίς προσβολές καί γίνεται:
«προστασία τῶν χριστιανῶν»,
«τεῖχος καταφυγῆς»,
«τεῖχος ἀπροσμάχητον»,
«φρουρά ἀσφαλεστάτη»,
«πύργος ἀσφαλείας».
Οἱ δομές τοῦ κόσμου,
πολιτικές καί οἰκονομικές,
ὅπως διαπιστώνουμε καί μέσα ἀπό τήν παρούσα κρίση,
ἀπέδειξαν, πώς εἶναι ἀνίκανες, γιά νά δώσουν λύσεις,
προστασίας καί ἀσφαλείας,
στήν ἀγωνιώδη ἀναζήτηση τῶν λαῶν τῆς γῆς,
γιά τόν ἀβέβαιο καθημερινό βηματισμό στό παρόν,
καί φυσικά δέν μποροῦν νά ποῦν κάτι,
γιά τό σίγουρα τραγικό αὔριο,
πού χωρίς τό Χριστό ἔχει προοπτική του, μόνο τό θάνατο.
Κι’ ἔρχεται αὐτή ἡ ἑορτή, νά δώσει ἀπαντήσεις,
στό ἀβέβαιο παρόν καί στό τραγικό μέλλον.
Ἡ ζωή καί ἡ κοίμηση τῆς Θεοτόκου,
προβάλλουν πρακτικά τό δρόμο τῆς
ὑπερβάσεως, τῆς ἀγωνίας, γιά τό σήμερα καί τό αὔριο.
Ἡ προστασία τῆς Παναγίας,
κατά τόν Ἃγιο Ἰωάννη τό Δαμασκηνό,
καλύπτει ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος,
ἀπό τούς πρωτοπλάστους μέχρι σήμερα.
Στό δεύτερο λόγο του γιά τήν Κοίμηση,
μέ τρόπο παραστατικό,
περιγράφει τούς πρωτοπλάστους,
νά ἀπευθύνονται στήν Παναγία,
κατά τήν ὥρα τῆς ἐκδημίας Της,
μέ τούς ἀκόλουθους λόγους:
«Ἐσύ μακαρία, κόρη, τῆς παραβάσεώς μας, τά ἐπιτίμια ἔλυσες,
ἐσύ τά τοῦ θανάτου διέρρηξας δεσμά,
ἐμεῖς κλείσαμε τόν Παράδεισο,
καί φέραμε στόν κόσμο τά λυπηρά,
μαζί σου ἀπό τά λυπηρά ἐπανήλθαμε στά χαρούμενα».
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας ἐξετάζει
τή σχέση Χριστοῦ καί Θεοτόκου,
σχέση Μητέρας καί Υἱοῦ,
προκειμένου νά ἀντιληφθοῦμε καλύτερα,
τό γεγονός τῆς δικῆς μας ἑνώσεως, μέ τό Χριστό,
ὅταν κοινωνοῦμε τό Σῶμα καί τό Αἷμά Του.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶχε ἑνωθεῖ, πράγματι μέ τό Χριστό, ἀφοῦ ἔγινε τό ὄργανο τῆς δημιουργίας
τῆς ἀνθρώπινης φύσεως τοῦ Χριστοῦ.
Γιά τό λόγο αὐτό, τό Ἅγιο σῶμα Της
δέν ἦταν δυνατό νά δεχθεῖ τή φθορά. Ἔτσι, τρεῖς μέρες, μετά τήν Κοίμησή Της,
καί τό σῶμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μετατίθεται στόν Παράδεισο.
Ἡ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου,
ὅπως τήν ἑορτάζει καί τήν θεολογεῖ ἡ Ἑκκλησία,
προκαταλαμβάνει, τήν ἀνάσταση ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Αὐτή εἶναι καί ἡ προοπτική τῆς ζωῆς μας,
ἀφοῦ δέν ἀνίσταται μόνο ὁ Χριστός,
ἀλλά καί ὅσοι ἑνώθηκαν μαζί Του.
Τό γεγονός αὐτό ἀλλάζει ὅλη τή ζωή μας.
Ἡ ἐλπίδα μας εἶναι πλέον ὁ Χριστός
καί ὄχι τά φθαρτά συστήματα τοῦ κόσμου.
Αὐτή εἶναι καἰ ἡ θέση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ,
πού γράφει στόν πρῶτο λόγο του, γιά τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου:
«Ἐντεῦθεν οὐ θάνατον τήν ἱεράν σου μετάστασιν λέξομαι,
ἀλλά κοίμησιν ἤ ἐκδημίαν ἤ ἐνδημίαν εἰπεῖν οἰκειότερον.
Ἐκδημοῦσα γάρ τῶν τοῦ σώματος, ἐνδημεῖς πρός τά κρείττονα».
Καί προσθέτει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός:
«Ὁ Χριστός, μέ τήν ἀνάστασή Του, ἔγινε, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν.
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπινου γένους, θά γίνει κατά τούς ἐσχάτους
χρόνους, ὅταν ὁ Χριστός θά φανερωθεῖ καί πάλιν.
Ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάσταση τῆς Θεοτόκου,
εἶναι δηλωτικός σταθμός τῆς παγγενοῦς ἀναστάσεως».
Ὅπως γιὰ τὸ Χριστό,
ἔτσι καὶ γιὰ τὴν Παναγία, καὶ γιὰ τὸν κάθε πιστό,
ὁ θάνατος δὲν εἶναι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του,
δὲν εἶναι ἀφανισμός του, εἶναι κοίμηση καὶ ἀπαρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς.
ὅπως λέγεται καὶ σὲ ὕμνο τῆς ἑορτῆς: «θνήσκουσα, σὺν τῷ Υἱῷ ἐγείρεται διαιωνίζουσα»,
Πεθαίνοντας δηλαδή, ἀνασταίνεται καὶ ζεῖ αἰώνια μὲ τὸν Υἱό της. Ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς, πού ζεῖ μὲ πίστη στὸ Χριστὸ εἰσέρχεται σὲ μία νέα προοπτικὴ ἀθάνατης ζωῆς.
Εὔχομαι σέ ὅλους σας, νά ζήσουμε
αὐτὸ πού βίωσε ἡ Θεοτόκος,
καί βιώνεται ἀπό κάθε πιστὸ,
πού δέχεται καὶ ἐφαρμόζει στὴ ζωὴ του,
τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ,
καὶ μιμεῖται τὴν ταπείνωσή Της .
Μέ πατρικές ἑόρτιες εὐχές, ἐν Κυρίῳ,
Ὁ Ἐπίσκοπος καί Ποιμενάρχης Σας
† Ο ΓΛΥΦΑΔΑΣ,
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ, ΒΟΥΛΑΣ, ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ ΚΑΙ ΒΑΡΗΣ
ΠΑΥΛΟΣ ὁ Α΄
«Τείχισόν μου τάς φρένας, Σωτήρ μου, τό γάρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ».
Μέ τά παρακλητικά λόγια αὐτά,
ὁ συγγραφέας τοῦ Οἴκου τῆς σημερινῆς ἑορτῆς,
ἀπευθύνεται πρός τό Χριστό καί ζητεῖ,
νά τοῦ χορηγηθεῖ ἕνα τεῖχος προστασίας στό νοῦ του,
ἀπό τίς περιττές σκέψεις καί λογισμούς,
προκειμένου νά ἀνυμνήσει Αὐτήν, τήν Παναγίαν μας,
πού εἶναι τό τεῖχος τῆς προστασίας τοῦ κόσμου.
Τά τείχη εἶναι πάντοτε τά ὀχηρά μιᾶς πόλεως,
καί χωρίς ἰσχυρά τείχη, οἱ πόλεις παραδίδονται στούς ἐχθρούς.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, κατά παράλληλο τρόπο,
εἶναι τό ἰσχυρό τεῖχος, πού τόν προστατεύει,
ἀπό τίς ἐπιθέσεις καί προσβολές
τῶν ἀνιέρων καί πονηρῶν λογισμῶν.
Ἡ στροφή τοῦ νοῦ στό Θεό,
τόν χαριτώνει καί τόν κάνει καθαρό καί θεοφόρο,
μέ ἀποτέλεσμα ὁ Σωτήρ νά τειχίζει ὅλη τήν ὑπόστασή μας,
μέ κορυφαῖα κέντρα, τό νοῦ καί τήν καρδιά μας.
Ἡ πρώτη Εὔα ἄνοιξε τό δρόμο
τῆς ὑποδουλώσεως τῶν φρενῶν,
τοῦ νοῦ δηλαδή, στούς ἀντιθέους λογισμούς .
Ἡ Παναγία ὅμως θέτει τεῖχος στίς προσβολές καί γίνεται:
«προστασία τῶν χριστιανῶν»,
«τεῖχος καταφυγῆς»,
«τεῖχος ἀπροσμάχητον»,
«φρουρά ἀσφαλεστάτη»,
«πύργος ἀσφαλείας».
Οἱ δομές τοῦ κόσμου,
πολιτικές καί οἰκονομικές,
ὅπως διαπιστώνουμε καί μέσα ἀπό τήν παρούσα κρίση,
ἀπέδειξαν, πώς εἶναι ἀνίκανες, γιά νά δώσουν λύσεις,
προστασίας καί ἀσφαλείας,
στήν ἀγωνιώδη ἀναζήτηση τῶν λαῶν τῆς γῆς,
γιά τόν ἀβέβαιο καθημερινό βηματισμό στό παρόν,
καί φυσικά δέν μποροῦν νά ποῦν κάτι,
γιά τό σίγουρα τραγικό αὔριο,
πού χωρίς τό Χριστό ἔχει προοπτική του, μόνο τό θάνατο.
Κι’ ἔρχεται αὐτή ἡ ἑορτή, νά δώσει ἀπαντήσεις,
στό ἀβέβαιο παρόν καί στό τραγικό μέλλον.
Ἡ ζωή καί ἡ κοίμηση τῆς Θεοτόκου,
προβάλλουν πρακτικά τό δρόμο τῆς
ὑπερβάσεως, τῆς ἀγωνίας, γιά τό σήμερα καί τό αὔριο.
Ἡ προστασία τῆς Παναγίας,
κατά τόν Ἃγιο Ἰωάννη τό Δαμασκηνό,
καλύπτει ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος,
ἀπό τούς πρωτοπλάστους μέχρι σήμερα.
Στό δεύτερο λόγο του γιά τήν Κοίμηση,
μέ τρόπο παραστατικό,
περιγράφει τούς πρωτοπλάστους,
νά ἀπευθύνονται στήν Παναγία,
κατά τήν ὥρα τῆς ἐκδημίας Της,
μέ τούς ἀκόλουθους λόγους:
«Ἐσύ μακαρία, κόρη, τῆς παραβάσεώς μας, τά ἐπιτίμια ἔλυσες,
ἐσύ τά τοῦ θανάτου διέρρηξας δεσμά,
ἐμεῖς κλείσαμε τόν Παράδεισο,
καί φέραμε στόν κόσμο τά λυπηρά,
μαζί σου ἀπό τά λυπηρά ἐπανήλθαμε στά χαρούμενα».
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας ἐξετάζει
τή σχέση Χριστοῦ καί Θεοτόκου,
σχέση Μητέρας καί Υἱοῦ,
προκειμένου νά ἀντιληφθοῦμε καλύτερα,
τό γεγονός τῆς δικῆς μας ἑνώσεως, μέ τό Χριστό,
ὅταν κοινωνοῦμε τό Σῶμα καί τό Αἷμά Του.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶχε ἑνωθεῖ, πράγματι μέ τό Χριστό, ἀφοῦ ἔγινε τό ὄργανο τῆς δημιουργίας
τῆς ἀνθρώπινης φύσεως τοῦ Χριστοῦ.
Γιά τό λόγο αὐτό, τό Ἅγιο σῶμα Της
δέν ἦταν δυνατό νά δεχθεῖ τή φθορά. Ἔτσι, τρεῖς μέρες, μετά τήν Κοίμησή Της,
καί τό σῶμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μετατίθεται στόν Παράδεισο.
Ἡ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου,
ὅπως τήν ἑορτάζει καί τήν θεολογεῖ ἡ Ἑκκλησία,
προκαταλαμβάνει, τήν ἀνάσταση ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Αὐτή εἶναι καί ἡ προοπτική τῆς ζωῆς μας,
ἀφοῦ δέν ἀνίσταται μόνο ὁ Χριστός,
ἀλλά καί ὅσοι ἑνώθηκαν μαζί Του.
Τό γεγονός αὐτό ἀλλάζει ὅλη τή ζωή μας.
Ἡ ἐλπίδα μας εἶναι πλέον ὁ Χριστός
καί ὄχι τά φθαρτά συστήματα τοῦ κόσμου.
Αὐτή εἶναι καἰ ἡ θέση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ,
πού γράφει στόν πρῶτο λόγο του, γιά τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου:
«Ἐντεῦθεν οὐ θάνατον τήν ἱεράν σου μετάστασιν λέξομαι,
ἀλλά κοίμησιν ἤ ἐκδημίαν ἤ ἐνδημίαν εἰπεῖν οἰκειότερον.
Ἐκδημοῦσα γάρ τῶν τοῦ σώματος, ἐνδημεῖς πρός τά κρείττονα».
Καί προσθέτει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός:
«Ὁ Χριστός, μέ τήν ἀνάστασή Του, ἔγινε, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν.
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπινου γένους, θά γίνει κατά τούς ἐσχάτους
χρόνους, ὅταν ὁ Χριστός θά φανερωθεῖ καί πάλιν.
Ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάσταση τῆς Θεοτόκου,
εἶναι δηλωτικός σταθμός τῆς παγγενοῦς ἀναστάσεως».
Ὅπως γιὰ τὸ Χριστό,
ἔτσι καὶ γιὰ τὴν Παναγία, καὶ γιὰ τὸν κάθε πιστό,
ὁ θάνατος δὲν εἶναι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του,
δὲν εἶναι ἀφανισμός του, εἶναι κοίμηση καὶ ἀπαρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς.
ὅπως λέγεται καὶ σὲ ὕμνο τῆς ἑορτῆς: «θνήσκουσα, σὺν τῷ Υἱῷ ἐγείρεται διαιωνίζουσα»,
Πεθαίνοντας δηλαδή, ἀνασταίνεται καὶ ζεῖ αἰώνια μὲ τὸν Υἱό της. Ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς, πού ζεῖ μὲ πίστη στὸ Χριστὸ εἰσέρχεται σὲ μία νέα προοπτικὴ ἀθάνατης ζωῆς.
Εὔχομαι σέ ὅλους σας, νά ζήσουμε
αὐτὸ πού βίωσε ἡ Θεοτόκος,
καί βιώνεται ἀπό κάθε πιστὸ,
πού δέχεται καὶ ἐφαρμόζει στὴ ζωὴ του,
τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ,
καὶ μιμεῖται τὴν ταπείνωσή Της .
Μέ πατρικές ἑόρτιες εὐχές, ἐν Κυρίῳ,
Ὁ Ἐπίσκοπος καί Ποιμενάρχης Σας
† Ο ΓΛΥΦΑΔΑΣ,
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ, ΒΟΥΛΑΣ, ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ ΚΑΙ ΒΑΡΗΣ
ΠΑΥΛΟΣ ὁ Α΄