Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Σεβαστείας κ. Δημητρίου, κατά τήν Πατριαρχικήν καί Συνοδικήν Χοροστασίαν ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν

Ἀπό τήν κοσμοϊστορική ἐκείνη ἐποχή, κατά τήν ὁποία ἡ μυριάκριβος αὐτή Πόλις τοῦ ἄλλοτε Βυζαντίου, ἐγένετο ἕδρα τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καί ὁ Χριστιανισμός ἀνεγνωρίσθη ὡς ἡ θρησκεία
τοῦ Κράτους, τό τῆς ἐκκλησίας τοῦ δήμου βῆμα διαδέχεται ὁ ἄμβων τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ καί τήν ἐθνική ρητορεία ἡ Χριστιανική Ὁμιλητική.
Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα τιμᾷ καί πάλι τούς διαπρεπεστέρους ἀνά τούς αἰῶνας Πατέρας, Διδασκάλους καί Ρήτοράς της, ἐν ψαλμοῖς δέ καί ὕμνοις τούς προβάλλει ὡς “μελιρρύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας”. Ὁ δίκαιος ἔπαινος ἀνήκει εἰς τούς Τρεῖς Ἱεράρχας, τούς “ἐν βίῳ φῶς τρισσολαμπές πηγάσαντας” κατά τούς ἐγκωμιαστάς των, Βασίλειο τόν Μέγα, Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.

Παναγιώτατε Δέσποτα,
Σεβασμιώτατοι Ἱεράρχαι
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Μέ τούς Τρεῖς Ἱεράρχας ἠσχολήθη ἐρευνητικῶς καί ἐπί προβολῇ τοῦ ἀπείρου κάλλους τοῦ μεγάλου νοός, τῆς θυσιαστικῆς ζωῆς, τῆς ἀπαραμίλλου χριστιανικῆς μαρτυρίας καί τῆς ἁγίας ψυχῆς των, ἡ Ἐκκλησιαστική Γραμματεία ὅλων τῶν χριστιανικῶν αἰώνων. Γι᾿ αὐτό καί εἶναι ἀδύνατος ἡ ὁποιαδήποτε ὀλιγόλεπτος σύμπτυξις τοῦ συνόλου τῆς θεοδέκτου αὐτῆς μαρτυρίας των πρός στήριξιν καί οἰκοδομήν τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἡμέρα ὅμως ἐπιβάλλει, ὥστε, κατ᾿ ὀφειλήν καί ἔθος, ὁ ἱερός Ἄμβων νά ἐξυμνήσῃ πως τούς Ἱερούς Πατέρας, ὑπενθυμίζων ἐν ἀρχῇ εὐλαβῶς, ὅτι οἱ ἀπό τά τέλη τοῦ 11ου αἰῶνος ἀπό κοινοῦ τιμώμενοι Τρεῖς Ἱεράρχαι, ὑπῆρξαν, μεταξύ τῶν Πατέρων καί Διδασκάλων τοῦ Χριστιανισμοῦ, οἱ μεγάλες ἐκεῖνες ἐκκλησιαστικές προσωπικότητες πού διεισδυτικώτερα ἴσως ἠσχολήθησαν μέ τόν ἄνθρωπο, τήν πολύπλευρη ζωή καί τήν λαβυρινθώδη σύνθεση τῆς ψυχῆς του.

Οἱ εἰδικῶς ἀσχοληθέντες μέ τήν μαρτυρία τους, ἰδιαιτέρως ἐξαίρουν καί τήν προσπάθειά τους αὐτή, νά προσεγγίσουν τόν “θεόπλαστο”, κατά τόν Μέγα Βασίλειο, ἄνθρωπο μέ προδιαγραφές οἰκουμενικοῦ ἤθους. Νά τόν δοῦν ὡς ἀληθινό κοσμοπολίτη, ὄχι μέ τήν σημασία τῆς κοσμικῆς εὐζωΐας, ἀλλά μέ αὐτήν τοῦ πολίτη τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος διά τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης του συμβάλλει στήν παγκοσμιοποίηση τοῦ πανανθρωπίνου ἤθους.

Γι᾿ αὐτό καί τά ὅσα πρός τήν κατεύθυνσι αὐτή ἐδίδαξαν, συνέγραψαν, ἐφήρμοσαν καί μᾶς ἐκληροδότησαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, πολύ εὔκολα κατανοοῦμε, ὅτι ξεπερνοῦν ἀπείρως τίς συγκεκριμένες τοπικές κοινωνικές καί πνευματικές ἀνάγκες καί προσδοκίες τῆς ἐποχῆς των.

Τό θεοφόρο ὑπόβαθρο τοῦ κορυφαίου ἔργου τους, ὑπῆρξεν ἡ ἄνευ ὁρίων ἀγάπη τους γιά τόν Χριστό. Ἕνα ὑπόβαθρο ἀσυλλήπτου πίστεως καί θεογνωσίας, πού τό ἐψηλάφησεν ἐν βάθει μόνον ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ἡ ὁποία καί διεπίστωσεν, ὅτι τό ἱερό σύνθημα τοῦ Χρυσοστόμου “...ἀπό ἀγάπης ἡ ἀρετή καί ἀπό ἀρετῆς ἡ ἀγάπη”, ὑπῆρξεν ἡ πυξίς τῆς πρός τήν Ἐκκλησία καί τόν ἄνθρωπο ὀφειλῆς τους.

Ὁ ἄνθρωπος, κατά τόν Ἱερό Χρυσόστομο, εἶναι ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο “...οὐρανός ἐτανύσθη, καί ἥλιος φαίνει, καί σελήνη τρέχει, καί ἀήρ ἐξεχύθη καί πηγαί βρύουσι, καί θάλασσα ἡπλώθη καί προφῆται ἐπέμφθησαν ...δι᾿ ὅν ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος ἐγένετο” (Χρυσοστόμου Ε.Π. 48,1029).

Ὅπως βλέπουμε, τό βίωμα τῆς θυσιαστικῆς ἀσκήσεως πολυμεροῦς διακονίας τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι κυρίαρχο εἰς τήν ἁγία ζωή καί τόν ἱερό λόγο τῶν ὑμνουμένων Τριῶν Ἱεραρχῶν.

Γι᾿ αὐτό ἴσως καί κατά τήν ἀπό μέρους των πρός καιρόν ἄσκηση ἐκκλησιαστικῆς διακυβερνήσεως ἐν Καππαδοκίᾳ ὑπό τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί ἐν Κωνσταντινουπόλει ὑπό τῶν Γρηγορίου καί Χρυσοστόμου, ὑπῆρξαν διά τούς συχνάκις ταράσσοντας τήν κοινωνική συνοχή τῶν ἀνθρώπων καί ἀδικοπραγοῦντας ἰσχυρούς τῆς ἐποχῆς των, ἐξοργιστικά ἀνυποχώρητοι καί ἐλεγκτικοί. Βράχοι ἀκλόνητοι τῆς Εὐαγγελικῆς ἀληθείας καί τῆς ἱεροκανονικῆς τάξεως, ὄχι μόνον ἔναντι τῶν περί Ὀρθοδόξου διατυπώσεως τῆς Χριστιανικῆς πίστεως ἀλλοίως φρονούντων, ἀλλά καί ἔναντι τῶν κατά κόσμον ἰσχυροτάτων Βασιλέων καί Ἀρχόντων τῆς ἐποχῆς.

Ἀνυποχώρητοι, διότι, ὅπως προσφυῶς ἐγράφη ἀπό τόν Ἀλεξανδρείας Γεώργιο γιά τόν Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, “ᾐσθάνετο ἀσφαλής ἐνώπιον τῆς μαινομένης θαλάσσης, διότι ἵστατο ἐπί τῆς πέτρας τῆς Ἐκκλησίας”. Ἡ διαπίστωσις αὐτή ἀναμφιβόλως προσιδιάζει καί διά τούς ἑτέρους δύο Πατέρας.

Εἶναι ἐπίσης ἱστορικῶς γνωστόν, ὅτι οἱ πρόμαχοι τῆς Χριστιανικῆς πίστεως καί κολοσσοί τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας Τρεῖς Ἱεράρχαι, ὑπῆρξαν καί φορεῖς τῆς ἀντιλήψεως ἐκείνης, ἡ ὁποία, ἕνεκα τῆς διπλῆς ἀκριβῶς παιδείας των, συνήρμοσε τό ζωοδόχο θρησκευτικό τους αἴσθημα μετά τοῦ φιλοσοφικοῦ πνεύματος τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων, εἰς τό ὁποῖο ἀπέδωσαν καί τήν ἁρμόζουσα ἀξία.

Εἶναι ἄξιο μνείας τό γεγονός, ὅτι οἱ κλασσικές σπουδές των ἐμπλούτισαν περαιτέρω τήν γλωσσική τους ἔκφραση καί διήνθισαν τήν ἐπιχειρηματολογία τῶν συγγραμμάτων τους, εἰς τά ὁποῖα ἀνέπτυξαν ποικιλία θεμάτων, πέραν τῶν θεολογικῶν.

Διά τῶν χιλιάδων αὐτῶν συγγραμμάτων, ὁμιλιῶν, ἐπιστολῶν καί ποιημάτων τους, ἐπεξειργάσθησαν καί ἐξήντλησαν κατά διεξοδικό τρόπο πολλές ἰδιαίτερες πτυχές τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς καί δραστηριότητος, ὅπως εἶναι, ἐπί παραδείγματι, ὁ πλοῦτος, ἡ πτωχεία, ἡ παιδεία, ἡ φιλανθρωπία, ἡ ἐλευθερία, ἡ ἀδικία, ἡ συναλληλία, ἡ οἰκογένεια, ἡ ἐργασία, ὁ θάνατος, καί ὁπωσδήποτε ἡ χριστιανική ἀγάπη, τήν ὁποία ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀποκαλεῖ “ὅλων τῶν ἀρετῶν ὑψηλοτέρα, διά τῆς ὁποίας θεραπεύεται ὁ Θεός” (Λόγος 14,5 PG, 35,864).


᾽ Α δ ε λ φ ο ί μ ο υ
Αὐτήν τήν εὐσεβῆ διαγωγή, ἐν ὀλίγοις, ἐβίωσαν καί ἐδίδαξαν διά βίου καί πράξεως, καί αὐτήν ἐκληροδότησαν εἰς τόν Χριστιανικό κόσμο οἱ Τρεῖς Ἅγιοι Πατέρες. Τό λέγει καί ὁ ὕμνος τῆς σημερινῆς πρωΐας: “Πατέρας ἀναδείξασα ἡ εὐσέβεια τούς αὐτῆς πρωτοτόκους υἱούς...”.

Ὁπωσδήποτε ὅμως, ἡ ἐξ ὅλης τῆς θυσιαστικῆς σταδιοδρομίας καί ἁγίας μαρτυρίας τους ἀναδυομένη κυρίαρχος ἐπιθυμία τους, ἐν γῇ τότε καί ἐξ οὐρανοῦ σήμερα, εἶναι νά ἀναδεικνύωνται οἱ χριστιανοί μιμηταί κατά τό ἐφικτόν τῆς εὐσεβείας των καί τῆς ἐν γένει διαγωγῆς των, καί μάλιστα ἡ πρός τοῦτο προσπάθεια νά καταβάλλεται ἀπό τούς γονεῖς ὥστε νά παρατηρῆται εἰς τήν συνέχεια καί μεταξύ τῶν ὅπου γῆς σπουδαζόντων νέων τοῦ Γένους, ἐφ᾿ ὅσον τῆς σπουδῆς καί τῆς ἐν γένει πνευματικῆς προσπαθείας των προστάται τυγχάνουν κατά παράδοσιν οἱ Ἅγιοι.

Καί ἐδῶ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ κατάθλιψις πού ἀπορρέει ἀπό τήν σημερινή στάθμη τῶν Χριστιανικῶν ἠθικῶν ἀξιῶν καί ἀπό τό μέγεθος τῆς σημασίας πού ἀποδίδουν ὡς ἀποδέκται των οἱ σημερινοί χριστιανοί εἰς αὐτές.

Ὅλοι γνωρίζουμε καί ἀποδεχόμεθα, ὅτι τό πιό δύσκολο πρᾶγμα γιά τόν σημερινό νέο εἶναι νά μάθῃ καλή διαγωγή χωρίς νά τήν βλέπῃ γύρω του.

Ὁ νέος ἄνθρωπος σήμερα, ὡς κληρονόμος τῶν ὅσων ὁ εἰκοστός αἰών ἐκληροδότησεν εἰς τόν πρό δωδεκαετίας ἀρξάμενο εἰκοστό πρῶτο, βιώνει πρωτίστως ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ἀλαζονίας ἐκείνης πού μέ πολλούς τρόπους ἀπορρίπτει τήν βουλή τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνας διαβάτης τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου καί ὄχι ὁ κυρίαρχος κατασκευαστής του. Τό ἐγωπαθές αὐτό βίωμα, ἄλλωστε, εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο μεταξύ πλείστων ἀνθρωπίνων ἀντιευχαριστιακῶν συμπεριφορῶν πνευματικῆς καί βιολογικῆς αὐτοκαταστροφῆς, ἐξηγεῖ καί τόν βιασμό πού ὑφίσταται τό φυσικό περιβάλλον μέχρι σημείου ἐξαιρετικά ἀνησυχητικοῦ γιά τό μέλλον τοῦ πλανήτη μας.

Ἡ ἀλαζονική, λοιπόν, αὐτή νοοτροπία ἐνίσχυσε τήν ἀθεΐα καί ἐζημίωσε τήν θρησκευτικότητα καί τήν σωστική ἀξία τοῦ Χριστιανικοῦ ἤθους, διά τοῦ ὁποίου καί μόνον -ἄνευ ἐνισχύσεων δηλαδή-, ὠρθοπόδησεν αἰῶνες τό Γένος καί δέν ὑπῆρξε κατά τό παρελθόν θῦμα τῆς ἀνελπιστίας, τῆς ἀπληστίας καί τοῦ ἀσυγκράτητου εὐδαιμονισμοῦ.

Γι᾿ αὐτό καί οἱ σημερινοί νέοι πού εἰσπράττουν εἰς τήν πλειονότητά τους τίς συνέπειες αὐτῆς τῆς ὀλεθρίας διαγωγῆς, πιέζονται προκειμένου ἤ νά μιμηθοῦν καί νά ἐνταχθοῦν εἰς τήν ἀνελέητη “μάζα” πού τήν ἐκπροσωπεῖ, ἤ νά τήν ἀμφισβητήσουν. Εἰς ἀμφοτέρας τάς περιπτώσεις τό κενό τῆς νεανικῆς ψυχῆς δέν καλύπτεται. Διότι καί ἡ ἀμφισβήτησις, πού ἀποβλέπει σέ μία “ἀπελευθέρωσι”, προκαλεῖται συνήθως μέ τρόπο βίαιο καί ἠχηρό ἀπό τούς νέους, ὁ ὁποῖος ἐν τέλει κακοποιεῖ καί διαστρέφει τήν ἐλευθερία τους. Τήν ἐξοικειώνει μέ τίς μάστιγες τῆς ἐποχῆς καί τήν καταργεῖ, διότι ἀπό ἐλευθερία τήν μετατρέπει σταδιακῶς σέ τυραννία.
,


Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ὑπῆρξαν γόνοι ἐξόχων οἰκογενειῶν, κοινωνικῶς καί πνευματικῶς. Μέ τήν ἁγία δέ ζωή καί μαρτυρία τους συνέβαλαν εἰς τήν οἰκοδομήν τῆς Ἐκκλησίας καί ἐτίμησαν καί τήν παιδεία ὅσον ἐλάχιστοι ἀνά τήν ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Τί συμπέρασμα, λοιπόν, ἀναδύεται ἀπό τήν σύντομη αὐτή κατάθεση; Ὅτι γιά μᾶς τούς χριστιανούς ἡ λύσις τῶν περισσοτέρων καί οὐσιωδεστέρων προβλημάτων μας καί μάλιστα τῶν περιπλόκων κατά τόν νῦν καιρό προβλημάτων τῶν νέων μας εὑρίσκεται -πέραν τῶν ἀκαταλήπτων ἐνεργειῶν τῆς Θείας Προνοίας-, εἰς τήν θεοφιλῆ συγκρότησι καί τήν συνοχή τοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογενείας ὡς κατ᾿ οἶκον ἐκκλησίας, καί εἰς τήν ἀγάπην τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ σχολείου.

Οἱ ἱεροί αὐτοί θεσμοί, κατά τήν ἀδιάψευστη μαρτυρία τῆς ἱστορίας τῶν καθ᾿ ἡμᾶς, ἐδοκιμάσθησαν διά μέσου τῶν αἰώνων καί ἀπεδείχθησαν σωτήριοι.

Ἐάν θέλουμε, λοιπόν, ἀδιάσπαστη συνέχεια τῆς ἱστορίας καί τῆς λυσιτελοῦς παραδόσεώς μας, ὀφείλουμε μέ συναλληλία νά τούς διακονοῦμε καί μέ προσπάθεια καί θυσία νά τούς συγκροτοῦμε καί νά τούς διατηροῦμε. Νά τούς τιμοῦμε δέ κοιτάζοντας πρός τά πίσω!

Τό Γένος σήμερα ἄν δέν ἀντλήσῃ βιώματα ὑπάρξεως καί δέν μιμηθῇ ἐν πολλοῖς τό παρελθόν του θά διακινδυνεύσῃ τό μέλλον του.

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν θά παύσῃ ποτέ νά λειτουργῇ συνεκτικά καί θυσιαστικά καί νά διακηρύττῃ τήν ἐν τῇ πράξει ἐφαρμογή τῶν ἀξιῶν καί ἀρετῶν τῆς ἱερᾶς Πατερικῆς Παραδόσεώς της. Γένοιτο.
fanarion.blogspot.com/
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...