«Τοῦ ῾Αγίου Φιλίππου ἀποκριά, πῶς μοιάζεις μέ τό ἀστέρι πού -ὅπως τούς Μάγους- στό Χριστό καί μᾶς μπορεῖ νά φέρη!»
Θαρρεῖς τούς ἔγραψε ὁ ποιητής γιά τούτη τήν περίσταση αὐτούς τούς στίχους, καθώς ἡ αὐριανή ἑσπέρα μᾶς εἰσάγει σέ μιά περίοδο γλυκειᾶς προσμονῆς καί προετοιμασίας. Δέν διαρκοῦν τά Χριστούγεννα τῆς Ρωμιοσύνης μιά μονάχα μέρα ὅπως ἀλλοῦ. Στόν τόπο μας ἡ προσδοκία τῆς γιορτῆς κρατάει σαράντα μέρες, ἀπό τοῦ ῾Αγίου Φιλίππου, μέ ἑτοιμασίες, μέ νηστεία, μέ πνευματική προετοιμασία καί καθαρότητα, μέ χίλιες δυό φροντίδες τοῦ νοικοκύρη καί τῆς κυρᾶς, μέ τή συμμετοχή ὁλόκληρης τῆς φαμελιᾶς.Χριστούγεννα ῾Ελληνικά, γιορτή πνευματική μέ ψυχική ἀνάταση, θεία μέθεξη, βαθειά κατάνυξη, μυστήριο μεγάλο, ὅπως ὑπῆρξε καί ὁ ἐρχομός τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Γιορτή πού ἀρχίζει στήν ὁλόφωτη ᾿Εκκλησιά κι ἐπεκτείνεται καί συνεχίζεται στήν ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν'', στή ζεστή οἰκογενειακή σύναξη.
Αὐτά τά Χριστούγεννα γνωρίσαμε καί βιώσαμε ἐμεῖς οἱ παλαιότεροι. Καί κάθε πού πλησιάζουν τέτοιες μέρες, οἱ ψυχές ὅλων μας ζεσταίνονται ἀπό μιά γλυκειά νοσταλγία καθώς ξαναζωντανεύουν στή μνήμη μας ὄμορφες εἰκόνες· Στό πρωινό χειμωνιάτικο σύθαμπο ὅλη ἡ οἰκογένεια μαζί νά πορεύεται πρός τήν ᾿Εκκλησιά, ''τό Χριστό νά προσκυνήσουν'' ὅλοι κι ἔπειτα νά γιορτάσουν συναγμένοι στό ''Χριστουγεννιάτικο τῆς φαμελιᾶς τραπέζι''. Στήν ψυχή τοῦ ῞Ελληνα ἡ γιορτή αὐτή ἔχει συνδεθεῖ βαθειά μέ τήν οἰκογενειακή ἑστία. ᾿Εκεῖ βιώνουν ὅλοι τή χαρά τῆς μεγάλης προσμονῆς, ἐκεῖ καί τήν εὐφροσύνη τῆς μεγάλης γιορτῆς. ῎Ετσι ἦταν τότε.
Σήμερα ὅμως; Θά μπορούσαμε νά μιλήσουμε γιά προσμονή τῶν Χριστουγέννων στήν ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία'';
῎Ισως ακούγεται σάν ἠχώ παρωχημένης ἐποχῆς τό ἐρώτημα αὐτό. Γιά ποιά Χριστουγεννιάτικη προσμονή ἄραγε μποροῦμε νά μιλᾶμε σήμερα, ἀναρωτιέται εὔλογα κανείς. Μήπως γιά τήν προσμονή τῆς γιορταστικῆς ἀτμόσφαιρας, πού θέλουμε νά τήν ἀποκαλοῦμε Χριστουγεννιάτικη; Αὐτή θυμίζει περισσότερο ἕνα καλοστημένο σκηνικό ἐπίκαιρο μέν, ταυτόχρονα ὅμως σχεδιασμένο γιά νά ἀνταποκρίνεται στό καταναλωτικό παραλήρημα τῆς ἐποχῆς μας. Γιά ποιά Χριστουγεννιάτικη προσμονή μποροῦμε νά μιλᾶμε στή σύγχρονη ἐποχή; Μήπως γιά τήν προσμονή μιᾶς ἀπόδρασης ἀπό τά πλοκάμια τῆς καθημερινότητας, μιᾶς εὐκαιρίας διακοπῶν στήν καρδιά τοῦ χειμώνα;
᾿Αλλά καί σέ ποιά ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν'' μποροῦμε ν’ ἀναφερόμαστε σήμερα; Στήν ἀνατολή τῆς τρίτης χιλιετίας στόν πλανήτη μας εἴμαστε ὅλοι μάρτυρες ἑνός ἐγκληματικοῦ ξηλώματος τῶν ἀξιῶν καί τῶν θεσμῶν. Βλέπουμε νά διαβρώνεται ἡ πατροπαράδοτη δομή τῆς ζωῆς μας, νά ἀμφισβητεῖται καί νά ὑποτιμᾶται ἡ ἱερότητα τῆς οἰκογένειας, νά ξεφτίζει καί νά διαφοροποιεῖται ὁ πανάρχαιος αὐτός θεσμός, τό καταφύγιο τῆς εὐτυχίας, ὅπως τό χαρακτήριζε ὁ Κικέρων. Παράλληλα προβάλλονται καί προωθοῦνται καί δυστυχῶς χειροκροτοῦνται στή μεταμοντέρνα κοινωνία μας καινούργια μοντέλα συμβίωσης δῆθεν ἀπελευθερωμένα ἀπό καταπιεστικές προκαταλήψεις περασμένων ἐποχῶν. ῎Ηδη μιά περιδίνηση στοιχείων νέων καί ἑτερόκλητων καί ξένων γιά τά δεδομένα τῆς πατρίδος μας μᾶς ἀναστατώνει καί μᾶς ἀποκαρδιώνει. Καί στοχαστικά ἀναρωτιόμαστε· Μποροῦμε σήμερα νά μιλήσουμε γιά προσμονή τῶν Χριστουγέννων στήν ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν'';
῎Ας μποῦμε σέ κάποια σπιτικά σήμερα νά δοῦμε τί συμβαίνει. ῞Ολοι ἐδῶ τό ξέρουν ὅτι πλησιάζουν Χριστούγεννα καί χαίρονται. Οἱ ἐργαζόμενοι γονεῖς γιατί θά πάρουν τό δῶρο τους ἤ τήν ἄδειά τους· ἡ μάννα γιατί θά ὑποδεχθεῖ τά ξενιτεμένα της φοιτητόπουλα· οἱ μαθητές γιατί θά ξεκουραστοῦν δύο ἑβδομάδες. Μά καί τά μικρότερα παιδιά τό ξέρουν καί χαίρονται. Δέν τό ἔμαθαν ἀπό τίς γιαγιάδες καί τούς παπποῦδες, ἀφοῦ αὐτοί δέν μένουν μαζί τους - μπορεῖ νά εἶναι καί σέ οἶκο εὐγηρίας. Δέν τό ἔμαθαν ἀπό τούς γονεῖς, ἀφοῦ ἐκεῖνοι δέν βρίσκουν χρόνο νά ἀσχοληθοῦν μαζί τους. Οὔτε βέβαια διαβάζοντας. ῎Αλλωστε στά νέα σπιτικά δέν ὑπάρχουν ἤ ἔχουν μπεῖ στό περιθώριο τά βιβλία πού διάβαζαν γενιές ὁλόκληρες παιδιῶν -τοῦ Παπαδιαμάντη, τοῦ Λέοντος Μελᾶ, τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ Δροσίνη, τῆς Πηνελόπης Δέλτα- καί πού διέσωζαν τή θρησκευτική, τήν ἐθνική καί τήν πολιτιστική μας κληρονομιά. ῎Εχουν ἀντικατασταθεῖ ἀπό κόμικς μέ δύσμορφες ἀνθρώπινες φιγοῦρες, πού χρησιμοποιοῦν τή βία γιά νά ἐπιβληθοῦν. Καί ὅμως ξέρουν τά παιδιά ὅτι ἔρχονται Χριστούγεννα. ᾿Από ποῦ τό ἔμαθαν καί τί ἔμαθαν; Σέ μιά χώρα πού ἀνθεῖ ἡ τεχνολογία καί ὁ καταναλωτισμός, ὅπως στή δική μας, παρέχονται ἄφθονα πληροφορίες -καί ὄχι μόνο - μέσα ἀπό τή μικρή ὀθόνη. Παρουσιάζεται ἡ χλιδή πού δέν θά γευθοῦν τά παιδιά ἴσως ποτέ. Δελεάζουν τά πλούτη, ἡ αἴγλη, τά γιορταστικά ρεβεγιόν, οἱ ἥρωες -πολλές φορές ὕποπτου ἤθους- πού ἀργότερα μπορεῖ νά σταθοῦν ἀφορμή γιά ἕναν κατήφορο χωρίς ἐπιστροφή. ῞Ολοι στό σπίτι ξέρουμε ὅτι πλησιάζουν Χριστούγεννα καί πρέπει νά ἑτοιμαστοῦμε. Νά ἐπιμεληθοῦμε τήν καθαριότητα, νά στολίσουμε περίτεχνα τό δένδρο, νά τοποθετήσουμε πολύχρωμα λαμπιόνια σέ ποικίλους σχηματισμούς, ὥστε νά ἐντυπωσιάζουν ἀναβοσβήνοντας πρωτότυπα. Νά ἀγοράσουμε καί δῶρα, νά προμηθευτοῦμε καί δίσκους μέ ἐπίκαιρα ἄσματα, νά φροντίσουμε καί γιά τό πλούσιο γιορτινό τραπέζι, νά ἐξασφαλίσουμε καί θέση στά κέντρα διασκέδασης. ῎Ισως νά ἐνδιαφερθοῦμε καί γιά ἑορτοδάνειο ἀκόμα, προκειμένου νά καλύψουμε τά γιορτινά μας ἔξοδα. Βέβαια κάποιες φορές δέν ξεχνᾶμε νά κάνουμε καί μιά μικρή νηστεία, ἔτσι ''γιά τό καλό''. Καί τό ἀποτέλεσμα;
Γιορτάζουμε ἀνάλογα μέ τήν προετοιμασία πού κάναμε. Τίς περισσότερες φορές Χριστούγεννα χωρίς Χριστό. Κι ἀρνούμαστε πεισματικά ν’ ἀποδεχθοῦμε τήν εὐθύνη μας. Μά, στά χρόνια πού ζοῦμε, τί μπορῶ νά κάνω περισσότερο; Θέλω ν’ ἀνακαλύψω τέτοιες μέρες τό Νεογέννητο Χριστό, ὅμως δέν μπορῶ, γιατί ἡ ματιά μου σκοντάφτει στά φανταχτερά στολίδια καί τά λαμπερά φῶτα τῆς ἀγορᾶς κι ἀποπροσανατολίζεται. Προσπαθῶ νά ἑστιάσω τό βλέμμα μου στή Φάτνη, ὅμως αὐτό τό ἀνάλαφρο ὑπόστεγο πού σχεδίασαν οἱ καλλιτέχνες δέν μοιάζει σέ τίποτα μέ τόν ἀληθινό σταῦλο, πού ὑπῆρξε τό πρῶτο ἐνδιαίτημα τοῦ θείου Βρέφους. ᾿Επιχειρῶ ν’\ἀφουγκραστῶ κάτι ἀπό τά ''Δόξα ἐν ὑψίστοις'' τῶν ᾿Αγγέλων, μέ ἐμποδίζουν ὅμως τά πεζά δημοσιογραφικά λόγια γιά τίς τιμές τῆς ἀγορᾶς καί τό πλῆθος τῶν διαφημιστικῶν μηνυμάτων. Λαχταρῶ νά στοχαστῶ, ὅμως εἶναι τόσοι οἱ θόρυβοι γύρω μου! Θά χαιρόμουν νά πάω στήν ᾿Εκκλησία μέ τά παιδιά μου, ὅμως πῶς νά τά πείσω; ᾿Επιθυμῶ νά καθήσουμε ὅλοι μαζί στό σπίτι καί νά μιλήσουμε γι’ αὐτή τή γιορτή· ὅμως ποῦ νά βρῶ τέτοια εὐκαιρία;
Πράγματι, εἶναι μέρες πού βιαζόμαστε πολύ. ῞Ενας ρυθμός πιό γοργός μᾶς στροβιλίζει στούς δρόμους, στά σπίτια μας. Γιατί περιμένουμε Χριστούγεννα. ῎Ας τό προσέξουμε αὐτό. Εἶναι κάτι ἐξαιρετικά σημαντικό καί παρήγορο. Περιμένουμε Χριστούγεννα. Περιμένουμε κάτι καινούργιο στή ζωή μας. Πιό πολύ φῶς. Περισσότερη χαρά. Περιμένουμε ἐνδεχομένως μιά ἀλλαγή πού θά κάνει στό βίο μας ἐλαφρύτερο τό μόχθο, λιγότερη τή μιζέρια. Αὐτό τό γνώριμο χτυποκάρδι ἐν ὄψει τῶν Χριστουγέννων εἶναι μιά ἀνάσα ἐλπίδος στήν ψυχή μας. Εἶναι μιά ζεστασιά τόσο ἐπιθυμητή καί σπάνια γιά τίς στεγνές καί κρύες μέρες τῆς ζωῆς μας. Εἶναι «ἡ χαρά τῆς προσμονῆς καί ἡ προσμονή τῆς χαρᾶς», ὅπως θά τό διατύπωνε ὁ Σμέμαν. ᾿Ασχέτως ἐάν εἴμαστε ἤ ὄχι σέ θέση νά τήν βιώσουμε αὐθεντικά καί ἀπόλυτα. Μποροῦμε συνεπῶς νά μιλᾶμε καί σήμερα γιά προσμονή τῶν Χριστουγέννων στήν Οἰκογένεια.
Εἶναι ὅμως ἡ οἰκογένεια σήμερα ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν''; Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοσή μας ἀπό τή στιγμή πού τελεῖται ὁ γάμος ἱδρύεται μιά μικρή ᾿Εκκλησία. ''Καί γάρ ἡ οἰκία ᾿Εκκλησία ἐστί μικρά'', θά μᾶς πεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Τοῦτος ὁ χαρακτηρισμός βέβαια δέν ἀποδίδεται στή νέα οἰκογένεια ὡς ἔπαινος ἤ ὡς τιμή, ἀλλά προβάλλεται ταυτόχρονα ὡς σκοπός, ὡς παρότρυνση. ''Κάνε τό σπίτι σου ᾿Εκκλησία'', συμβουλεύουν οἱ ῞Αγιοι Πατέρες. Ζώντας δηλαδή ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα μέσα στό γάμο, πού εἶναι μυστήριο ἀγάπης, καλοῦνται ν’ ἀνοιχτοῦν στίς διαστάσεις τῆς ᾿Εκκλησίας καί νά οἰκοδομήσουν μαζί τή μικρή τους ᾿Εκκλησία. Αὐτό τό ἄνοιγμα εἶναι μιά ἐνδιαφέρουσα πρόταση καί μπορεῖ νά χαράξει πολλούς δρόμους στό χῶρο τῆς Οἰκογένειας. ῾Η ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί πολύ συχνά κηρύττουμε τό μοντέλο τῆς παραδοσιακῆς οἰκογένειας, μέ μιά πικρία καί νοσταλγία μάλιστα, καθώς τείνει νά ἐκλείψει ἀπό τήν κοινωνία μας. Θεωροῦμε ὅτι ἐκείνη ἡ παραδοσιακή μορφή μπορεῖ νά χαρακτηρίζεται ὡς κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία, ὅπου ὅλοι μαζί βρίσκονταν στό κοινό τραπέζι κι ἔτρωγαν, πού συνήθιζαν τή νηστεία καί τό σταυρό καί τήν προσευχή καί τόν ἐκκλησιασμό καί τήν τακτική συμμετοχή στά μυστήρια τῆς πίστης μας, πού μάθαιναν τά παιδιά νά σκέφτονται καί νά αἰσθάνονται σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, κι ὄχι μέ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου καί τίς διάφορες μόδες του. Βέβαια εἶναι παρήγορο ὅτι καί σήμερα ὑπάρχουν εὐτυχῶς τέτοιες οἰκογένειες, πού κρατοῦν τό σπίτι τους πνευματικά ζωντανό καί ἠθικά καθαρό, ἔτσι πού ἡ μυρωδιά τοῦ λιβανιοῦ νά μήν εἶναι κάτι τό ξένο καί σπάνιο, ἀλλά κάτι τό οἰκεῖο καί εὐχάριστο, ἀφοῦ τό σπίτι εἶναι μιά προέκταση τῆς ᾿Εκκλησίας καί ναός τοῦ Θεοῦ, κρατώντας μέσα του τήν κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία. Ναί, μέσα στόν ἄτακτο καί ξέφρενο ρυθμό τῆς ἐποχῆς μας αὐτές οἱ οἰκογένειες εἶναι ἀσφαλῶς ὀάσεις πού ζωογονοῦν τόν κοινωνικό ἱστό. Εἶναι ὄντως ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίες''. ῞Ομως αὐτές ἤδη ἔχουν μειωθεῖ αἰσθητά. ῾Η δομή τῆς οἰκογένειας διαμορφώνεται πιά ἀπό τήν ἀναγκαιότητα πού ἐπιβάλλουν οἱ ἐξελίξεις τῆς ἐποχῆς. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἐπιτύχει ὁποιαδήποτε προσπάθεια ''ἀναπαλαίωσης'' τῆς παραδοσιακῆς οἰκογένειας. Στά βιώματα δέν χωράει ἀναπαλαίωση. Κατά συνέπειαν δέν μποροῦμε νά κοιτᾶμε πίσω. Κοιτάζεις πίσω, σημαίνει ὅτι γίνεσαι στήλη ἅλατος. Πρέπει νά κοιτάζουμε μπροστά. ῎Αλλωστε πρέπει νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός, ἡ βίωση τοῦ μυστηρίου τῆς ᾿Εκκλησίας, ἔχει μέσα του τή δυναμική νά εἶναι πάντοτε κάτι καινούργιο καί πρωτότυπο, τό νέο κρασί πού μπαίνει σέ νέους ἀσκούς. ῞Οσο κι ἄν ἀλλάζουν οἱ ἐποχές, κι ἄν οἱ κοινωνικές δομές ἐξελιχθοῦν, πάντα ἡ οἰκογένεια θά εἶναι ἡ κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία.
᾿Ιδού λοιπόν ἐν ὄψει τῶν Χριστουγέννων ἡ κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία.῎Εχει ὅλα τά χαρακτηριστικά τῆς μεγάλης ᾿Εκκλησίας. Εἶναι μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική. Μ’ αὐτές τίς διαστάσεις της ὡς προϋποθέσεις θά ὑποδεχθεῖ τόν Μεγάλο ᾿Αναμενόμενο.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι Μία. Σημαίνει ὅτι ἔχει ἑνότητα. ῾Ο σύνδεσμος τῆς ἀγάπης ἀνάμεσα στά μέλη τῆς οἰκογένειας εἶναι τό θεμέλιο τῆς εὐτυχίας τους ἀλλά καί ἡ προϋπόθεση νά γιορτάσουν ἀληθινά Χριστούγεννα· ''Αὕτη γάρ ἀληθής ἑορτή'', διακηρύσσει ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, ''ἔνθα εἰρήνη καί ὁμόνοια''. Καί εἶναι βέβαια οἱ γονεῖς πού ἐπωμίζονται στήν οἰκογένεια τήν εὐθύνη γιά τήν καλλιέργεια τῆς ἑνότητας. Πῶς; Μόνο μέσα ἀπό τή διαδικασία τῆς ἀγάπης. ῞Οταν ἀγαπήσουν οἱ ἴδιοι καί ἀγαπηθοῦν. ῞Ενα ζευγάρι πού ζεῖ μιά αὐθεντική ἀγάπη, ὅ,τι καί νά πεῖ στά παιδιά θά ἔχει ἀπήχηση. Καί περισσότερη ἀπήχηση θά ἔχει αὐτό πού δέν θά πεῖ μέ λόγια ἀλλά πού θά πράξει. ᾿Αποτυγχάνουμε στήν ἀγάπη, γι’ αὐτό τά λόγια μας δέν πείθουν πιά, γι’ αὐτό οἱ παιδαγωγικές μέθοδοι δέν ἀποδίδουν, γι’ αὐτό οἱ ποικίλες πρακτικές πού χρησιμοποιοῦνται ἀποδεικνύονται ἀνεπαρκεῖς, γι’ αὐτό φεύγουν τά παιδιά ἀπό κοντά μας, γι’ αὐτό ἀναζητοῦν τήν εὐτυχία τους σέ ἄλλα στέκια μακρυά ἀπ’ τό σπίτι τους. ᾿Ενῶ ἡ λύση εἶναι ἁπλή καί βρίσκεται στό ἄθλημα τῆς ἀγάπης. ῞Οταν οἱ γονεῖς ἀγαπιοῦνται πραγματικά, ὅταν ἀλληλοπροσφέρονται χωρίς νά διεκδικοῦν, ὅταν ἀγαποῦν χωρίς νά περιμένουν ἀνταπόδοση στήν ἀγάπη τους, τότε πείθουν, τότε συσπειρώνουν τά παιδιά κοντά τους, τότε μποροῦν νά ἐνσταλάξουν στήν ψυχή τους ὅ,τι ὡραῖο καί ὑψηλό. Τότε κάθε μέρα στό σπίτι εἶναι γιορτή, καθώς ἐκεῖ βρίσκουν ὅλοι τό πιό εὐτυχισμένο καταφύγιο. Οἱ παλαιότεροι ἔλεγαν ἁπλά· ὅπου ἀγάπη κι ἑνότητα, ἐκεῖ ὁ Θεός. ῾Ο φιλοσοφικός ὅμως στοχασμός τῶν Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας προχωράει πιό βαθειά καί μᾶς αποκαλύπτει ὅτι ἡ ἀγαπητική σχέση μεταζύ τῶν συζύγων μπορεῖ νά ἀναδειχθεῖ σέ κατ’ ἐξοχήν γνωστική δυνατότητα, σέ ἀφετηρία θείου ἔρωτα, καί τότε ὁ γάμος σέ μυστήριο θεοφάνειας καί θεογνωσίας. ᾿Ιδού λοιπόν ἡ θεοφάνεια καρπός τῆς αὐθεντικῆς ἀγάπης στήν κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία, καί ἡ αὐθεντική ἀγάπη καί ἑνότητα προϋπόθεση πραγματικοῦ ἑορτασμοῦ. Καί ἄν σκεφτοῦμε ὅτι τό μυστήριο τῆς θεοφάνειας εἶναι ἡ βίωση τοῦ μυστηρίου τῶν Χριστουγέννων, τότε ὄχι μόνο μένουμε ἔκθαμβοι μπροστά στό μεγαλεῖο πού ἀπεργάζεται ἡ αὐθεντική ἀγάπη, ἀλλά ἀντιλαμβανόμαστε καί ἀπό ποῦ πρέπει νά ἀρχίσει ἡ οἰκογένεια τήν προετοιμασία γιά τήν μεγάλη γιορτή. ῾Η προσμονή τῶν Χριστουγέννων εἶναι εὐκαιρία ἐπαναπροσδιορισμοῦ τοῦ βαθμοῦ τῆς ἑνότητας καί τῆς ἀγάπης μέσα στήν οἰκογένεια. Εἶναι εὐκαιρία μιᾶς καινούργιας ἴσως ἀρχῆς ἤ μιᾶς προσπάθειας ν’\ἀναζωπυρωθεῖ ἡ φλόγα της πού ἐνδεχομένως ἀπειλεῖται ἀπό τούς ἀνέμους τῶν καιρῶν μας. Σ’ αὐτό μπορεῖ νά βοηθήσει καί ἡ μελέτη. ῞Ολα ὅσα ἐβίωσαν, εἶπαν καί ἔγραψαν οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας νά ξαναδιαβαστοῦν μέ ζητούμενο τή στοιχειοθέτηση τῆς ἀσκητικῆς τῆς ἀγάπης, τῆς ἀσκητικῆς τοῦ ἔρωτα, ἡ ὁποία ὅμως βασίζεται στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι ῾Αγία. Δέν σημαίνει αὐτό ὅτι τά μέλη της εἶναι ἅγιοι καί τέλειοι ἄνθρωποι. ᾿Αλλά ὅτι ἡ ἀποστολή της εἶναι νά κάνει τή ζωή τους ἁγία, νά τήν καθαρίσει δηλαδή μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, νά τήν ἐλευθέρωσει ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας, νά τήν κατευθύνει καί νά τήν προσφέρει στό Θεό. ᾿Ιδού ἡ δεύτερη διάσταση τῆς ἁγιότητος, πρός τήν ὁποία ἐν ὄψει τῶν Χριστουγέννων πρέπει ν’ ἀνοιχθεῖ ἡ οἰκογένεια. Εἶναι μιά πρόκληση ἐξόδου ἀπό τή φύση μας καί τίς συνήθειές μας, μιά πρόκληση ἀπελευθέρωσης ἀπό τήν κυριαρχία τῆς ἁμαρτίας πάνω μας. ῾Η Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μᾶς καλεῖ νά ἀπαλλάξουμε τή γιορτή τῶν Χριστουγέννων ἀπό τό ἔνδυμα τοῦ καταναλωτισμοῦ, ἀπό τό χαρακτήρα τοῦ φαντασμαγορικοῦ καί ἐντυπωσιακοῦ, ἀπό τή μαγεία τῆς εἰκόνας, ἀπό τό περίβλημα τοῦ ὑλικοῦ. ᾿Αντίθετα, νά τή ντύσουμε μέ τό περιτύλιγμα τοῦ αἰώνιου, τοῦ θεϊκοῦ. Μέ τήν ἐμπειρία τῆς πνευματικῆς αἴσθησης. Μέ τή γεύση τοῦ ἀληθινοῦ. Πῶς θά τό κατορθώσουμε στήν οἰκογένεια; Οἱ ῞Αγιοι τῆς ᾿Εκκλησίας θά μᾶς βοηθήσουν νά περάσουμε ἀπό τήν ἐπιφάνεια στό βάθος, ἀπό τά φαινόμενα στήν οὐσία, ἀπό τούς ἐξωτερικούς ἐντυπωσιασμούς, πού ἀφήνουν κενό στήν ψυχή, στήν ἀλήθεια πού σώζει. ''῎Αν τοίνυν καθαρόν ἔχῃς τό συνειδός, ἑορτήν ἔχεις διά παντός'', συμβουλεύει ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος. Νά λοιπόν τό κύριο μέλημά μας γιά νά ἑορτάσουμε ἀληθινά. Νά καθαρίσουμε τή συνείδησή μας ἀπό τήν ἁμαρτία μέ τήν ἐξομολόγηση, νά στολιστοῦμε μέ ἀρετές· μέ τήν πίστη, τήν ἀγάπη, τήν ἐλπίδα, τή μακροθυμία, τή χρηστότητα, τήν πραότητα, τήν ἐγκράτεια, τή συγγνώμη, τήν ἐλεημοσύνη. ''῾Εορτή γάρ ἔργων ἀγαθῶν ἐστι ἐπίδειξις καί ψυχῆς εὐλάβεια καί πολιτείας ἀκρίβεια'', προσθέτει ὁ χρυσορρήμων ῞Αγιος. Καλά δέ ἔργα θεωροῦνται ἡ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὑπακοή στό θεῖο θέλημα, ἡ ἐργασία τῆς ψυχῆς μας μέ προσευχή, μελέτη, ἱερούς στοχασμούς. Καθοδηγητικές εἶναι καί οἱ προτροπές τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου· ''῎Ας μή χορταίνουμε τά μάτια μας μέ στολισμούς τῶν σπιτιῶν καί τῶν δρόμων, ἄς μήν τέρπουμε τήν ἀκοή μας μέ μελωδίες, ἄς μήν παραδινόμαστε σέ γλέντια καί οἰνοποσίες. ῎Ας μήν ξεπερνᾶ ὁ ἕνας τόν ἄλλον στήν ἀκολασία. Διότι ἀκολασία θεωρῶ κάθε τι περιττό καί περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι χρειαζόμαστε. Καί τοῦτα νά συμβαίνουν, ὅταν ἄλλοι πού προέρχονται ἀπό τόν ἴδιο πηλό μέ μᾶς, πεινοῦν καί ἔχουν ἀνάγκη...'' ''Τοιγαροῦν ἑορτάσωμεν μή πανηγυρικῶς ἀλλά θεϊκῶς, μή κοσμικῶς ἀλλ’ ὑπερκοσμίως, μή τά ἡμέτερα ἀλλά τά τοῦ ἡμετέρου, μᾶλλον δέ τά τοῦ Δεσπότου, μή τά τῆς ἀσθενείας ἀλλά τά τῆς ἰατρείας, μή τά τῆς πλάσεως ἀλλά τά τῆς ἀναπλάσεως''. Καί ὁ ῞Αγιος Νικόδημος ὁ ῾Αγιορείτης γίνεται πρακτικότερος καί ἑρμηνεύοντας τούς παραπάνω λόγους καλεῖ σ’ ἕναν πνευματικό ἑορτασμό ''μέ εὐταξία καί σεμνότητα, μέ σωφροσύνη καί χρηστοήθεια, μέ ἐλεημοσύνη καί φιλοπτωχεία καί μέ κάθε ἄλλη ἀγαθοεργία καί ἀρετή καθώς πρέπει εἰς τούς Χριστιανούς''. ᾿Ιδού λοιπόν, ἡ διάσταση τῆς ἁγιότητας εὐρεία καί μεγαλειώδης πρόκληση γιά τήν κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν καί προϋπόθεση ὑποδοχῆς τῶν Χριστουγέννων.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι Καθολική. Δέν εἶναι ἀπομονωμένη, δέν κλείνεται στόν ἑαυτό της, δέν ἐπαναπαύεται στό ὅτι εἶναι ἡ ἴδια συγκροτημένη καί αὐτάρκης. ᾿Αλλά ἀνοίγεται, συνδέεται καί δημιουργεῖ σχέσεις σέ πλαίσιο βαθειᾶς ἑνότητας μέ ἄλλες οἰκογένειες, μέ ἄλλους ἀνθρώπους πού πορεύονται ἴσως καί κάτω ἀπό διαφορετικές συνθῆκες τό δυσκολοπερπάτητο ἀνηφόρι τοῦ βίου τους. Δέν προσπερνᾶ ἀδιάφορα ὅσους ὑποφέρουν στό περιθώριο τῆς ζωῆς. Δέν ἀποστρέφεται ὅσους κουβαλοῦν στήν πονεμένη ψυχή τους τή νοσταλγία τῆς μακρινῆς πιά πατρίδας τους. Δέν περιφρονεῖ σάν ἀνάξιους λόγου ὅσους ἐλύγισαν οἱ ἀνάγκες καί οἱ συμφορές· ξένους, μετανάστες, ἀνήμπορους, φτωχούς, ὅσους βιώνουν τήν παγωνιά τῆς ἀπελπισίας καί τῆς ἐγκατάλειψης. ῾Η προσμονή τῶν Χριστουγέννων δίνει τήν εὐκαιρία στήν οἰκογένεια ἑνός γόνιμου προβληματισμοῦ σχετικά μέ τό βαθμό πού βιώνει τήν καθολικότητα. Πόση διάθεση ἔχει νά διοχετεύσει τόν ὅποιο θησαυρό της (τή στοργή, τή φροντίδα, τό ἐνδιαφέρον, τήν ἀγάπη) στούς ἄλλους; ᾿Ανοίγει ἄραγε τήν ἀγκαλιά της νά δεχθεῖ ἐκτός ἀπό τά μέλη της καί κάποιους πού δέν εἶναι ξένοι, ἀλλά εἶναι μέλη τῆς μεγάλης οἰκογένειας τοῦ Θεοῦ; ῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος Νύσσης ἐνθαρρύνει πρός αὐτή τήν κατεύθυνση θυμίζοντάς μας ὅτι πρέπει νά στραφοῦμε στούς ἄλλους καί κυρίως στούς ''ἐν ἀνάγκαις''. «Δέν εἶναι ἄξιοι περιφρονήσεως», λέγει. «Σκέψου ποιοί εἶναι καί θά βρεῖς τό ἀξίωμά τους· ἔχουν ντυθεῖ τό πρόσωπο τοῦ Σωτήρα μας, εἶναι οἱ ἀδελφοί Του οἱ ἐλάχιστοι. Αὐτοί εἶναι οἱ ταμίες τῶν ἀγαθῶν πού προσδοκοῦμε· εἶναι οἱ θυρωροί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, αὐτοί πού ἀνοίγουν τίς πόρτες στούς ἐλεήμονες καί τίς κλείνουν στούς δύσκολους καί μισάνθρωπους... ῎Ας μήν δίνουμε τά πάντα γιά τίς ἀπολαύσεις μας... ῎Ας κάνουμε κάτι καί γιά τό Θεό». Βιώνοντας τήν καθολικότητα ἡ κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία ζεῖ ἐπί γῆς τόν Παράδεισο, ἀφοῦ στά πρόσωπα τῶν ἄλλων βλέπει, διακονεῖ καί ἀγαπᾶ τόν ἴδιο τό Θεό. Αὐτό διασώζει ἡ πίστη μας. Αὐτό διαφυλάττει ἡ παράδοσή μας. ᾿Εν ὄψει τῶν Χριστουγέννων ἄς βιώσουμε τήν ὀμορφιά καί τή χαρά τῆς συνάντησης τῶν προσώπων.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι ᾿Αποστολική. Μέ τήν ἰδιότητα αὐτή ἡ οἰκογένεια ἐπωμίζεται μιά ἱεραποστολική εὐθύνη. Αὐτό πού τῆς ἔχει δοθεῖ ὡς χάρισμα, αὐτό πού βίωσε ὡς ἐμπειρία, αὐτό πού δημιούργησε ὡς ἔργο ἀγάπης νά βγεῖ στόν κόσμο καί νά τό προσφέρει. Νά ἀξιοποιήσει καί νά μήν κρύψει τό τάλαντο πού διαθέτει. ᾿Εν ὄψει τῶν Χριστουγέννων μάλιστα, τό μέγεθος τῆς εὐθύνης αὐτῆς μεγαλώνει. Εἶναι ἀναγκαιότητα τῶν καιρῶν ὅσες οἰκογένειες μποροῦν, νά λειτουργήσουν σάν ἄμβωνες, ἐκφέροντας τό λόγο τους, προβάλλοντας τό ἦθος τους, δίνοντας τήν προσωπική τους μαρτυρία, προκειμένου νά μεταφέρουν τό μήνυμα τῶν Χριστουγέννων στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Τί κι ἄν εἶναι λίγες οἱ οἰκογένειες πού θ’ ἀνταποκριθοῦν σ’ αὐτή τήν εὐθύνη καί σ’ αὐτό τό κάλεσμα;
῾Η ᾿Ορθοδοξία πάντοτε στούς λίγους στηρίζεται, στή μικρή ζύμη, πού ὅλο τό φύραμα ζυμοῖ. ᾿Ιδού λοιπόν εὐκαιρία πολύτιμη καί ἐπιταγή τῶν καιρῶν νά κάνουμε τήν οἰκογένειά μας Βηθλεέμ, γιά ν’ ἀκτινοβολεῖ καί τέτοιες μέρες καί πάντα τή γλυκειά ζεστασιά τῆς Χριστουγεννιάτικης εὐδοκίας. ᾿Αγαπητοί μου, Καθώς αὐτές τίς μέρες εἰσερχόμαστε στήν περίοδο τῆς μεγάλης προσμονῆς, ἔκσταση κυριεύει τήν ὕπαρξή μας καί μιά ἀκατανίκητη λαχτάρα νά πορευθοῦμε σάν τούς μάγους γιά νά προσεγγίσουμε τό γεγονός, στό ὁποῖο συγκλίνουν οἱ αἰῶνες, κι ἔχουν τήν ἀναφορά τους ὅλες οἱ ἐποχές. Στεκόμαστε μέ δέος μπρός στό μυστήριο τῆς θείας Γεννήσεως κι αὐθόρμητα ξεπηδᾶ ἡ ἀνησυχία τῆς καρδιᾶς μας.
῎Αραγε φέτος πῶς θά γιορτάσουμε Χριστούγεννα; Θά νιώσουμε στό σπιτικό μας κάτι ἀπό τήν εὐφροσύνη τῆς μεγάλης γιορτῆς; Θά ἤθελα νά εὐχηθῶ τά φετεινά Χριστούγεννα ὄχι ἁπλῶς νά τά γιορτάσουμε, ἀλλα νά τά βιώσουμε. ῎Οχι νά τά ἀκουμπήσουμε καί νά τά προσπεράσουμε, ἀλλά νά τά αἰσθανθοῦμε. ῎Οχι νά τά δοῦμε ὡς γιορτή, ἀλλά νά τά ἀντικρίσουμε ὡς εὐκαιρία πνευματικῆς ἀναγέννησης, ἴσως καί ὡς εὐκαιρία ἐπαναπροσδιορισμοῦ τῆς οἰκογένειάς μας ὡς ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίας''. Κι ὅταν τά σήμαντρα θά ἠχήσουν εὐφρόσυνα τήν ῞Αγια Νύχτα τή Χριστουγεννιάτικη, εἴθε νά εἴμαστε ὅλοι ἕτοιμοι ν’ ἀναφωνήσουμε· ''᾿Ελθέ, μεγάλε ᾿Αναμενόμενε, ν’ ἀναπαυθεῖς στό σπιτικό μας, νά βρεῖς κατάλυμα στήν καρδιά μας. ᾿Ελθέ, νά φωτίσεις τή σκέψη μιας, νά ζεστάνεις τούς στοχασμούς μας, νά γλυκάνεις τή ζωή μας. ᾿Ελθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν.
Θαρρεῖς τούς ἔγραψε ὁ ποιητής γιά τούτη τήν περίσταση αὐτούς τούς στίχους, καθώς ἡ αὐριανή ἑσπέρα μᾶς εἰσάγει σέ μιά περίοδο γλυκειᾶς προσμονῆς καί προετοιμασίας. Δέν διαρκοῦν τά Χριστούγεννα τῆς Ρωμιοσύνης μιά μονάχα μέρα ὅπως ἀλλοῦ. Στόν τόπο μας ἡ προσδοκία τῆς γιορτῆς κρατάει σαράντα μέρες, ἀπό τοῦ ῾Αγίου Φιλίππου, μέ ἑτοιμασίες, μέ νηστεία, μέ πνευματική προετοιμασία καί καθαρότητα, μέ χίλιες δυό φροντίδες τοῦ νοικοκύρη καί τῆς κυρᾶς, μέ τή συμμετοχή ὁλόκληρης τῆς φαμελιᾶς.Χριστούγεννα ῾Ελληνικά, γιορτή πνευματική μέ ψυχική ἀνάταση, θεία μέθεξη, βαθειά κατάνυξη, μυστήριο μεγάλο, ὅπως ὑπῆρξε καί ὁ ἐρχομός τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Γιορτή πού ἀρχίζει στήν ὁλόφωτη ᾿Εκκλησιά κι ἐπεκτείνεται καί συνεχίζεται στήν ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν'', στή ζεστή οἰκογενειακή σύναξη.
Αὐτά τά Χριστούγεννα γνωρίσαμε καί βιώσαμε ἐμεῖς οἱ παλαιότεροι. Καί κάθε πού πλησιάζουν τέτοιες μέρες, οἱ ψυχές ὅλων μας ζεσταίνονται ἀπό μιά γλυκειά νοσταλγία καθώς ξαναζωντανεύουν στή μνήμη μας ὄμορφες εἰκόνες· Στό πρωινό χειμωνιάτικο σύθαμπο ὅλη ἡ οἰκογένεια μαζί νά πορεύεται πρός τήν ᾿Εκκλησιά, ''τό Χριστό νά προσκυνήσουν'' ὅλοι κι ἔπειτα νά γιορτάσουν συναγμένοι στό ''Χριστουγεννιάτικο τῆς φαμελιᾶς τραπέζι''. Στήν ψυχή τοῦ ῞Ελληνα ἡ γιορτή αὐτή ἔχει συνδεθεῖ βαθειά μέ τήν οἰκογενειακή ἑστία. ᾿Εκεῖ βιώνουν ὅλοι τή χαρά τῆς μεγάλης προσμονῆς, ἐκεῖ καί τήν εὐφροσύνη τῆς μεγάλης γιορτῆς. ῎Ετσι ἦταν τότε.
Σήμερα ὅμως; Θά μπορούσαμε νά μιλήσουμε γιά προσμονή τῶν Χριστουγέννων στήν ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία'';
῎Ισως ακούγεται σάν ἠχώ παρωχημένης ἐποχῆς τό ἐρώτημα αὐτό. Γιά ποιά Χριστουγεννιάτικη προσμονή ἄραγε μποροῦμε νά μιλᾶμε σήμερα, ἀναρωτιέται εὔλογα κανείς. Μήπως γιά τήν προσμονή τῆς γιορταστικῆς ἀτμόσφαιρας, πού θέλουμε νά τήν ἀποκαλοῦμε Χριστουγεννιάτικη; Αὐτή θυμίζει περισσότερο ἕνα καλοστημένο σκηνικό ἐπίκαιρο μέν, ταυτόχρονα ὅμως σχεδιασμένο γιά νά ἀνταποκρίνεται στό καταναλωτικό παραλήρημα τῆς ἐποχῆς μας. Γιά ποιά Χριστουγεννιάτικη προσμονή μποροῦμε νά μιλᾶμε στή σύγχρονη ἐποχή; Μήπως γιά τήν προσμονή μιᾶς ἀπόδρασης ἀπό τά πλοκάμια τῆς καθημερινότητας, μιᾶς εὐκαιρίας διακοπῶν στήν καρδιά τοῦ χειμώνα;
᾿Αλλά καί σέ ποιά ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν'' μποροῦμε ν’ ἀναφερόμαστε σήμερα; Στήν ἀνατολή τῆς τρίτης χιλιετίας στόν πλανήτη μας εἴμαστε ὅλοι μάρτυρες ἑνός ἐγκληματικοῦ ξηλώματος τῶν ἀξιῶν καί τῶν θεσμῶν. Βλέπουμε νά διαβρώνεται ἡ πατροπαράδοτη δομή τῆς ζωῆς μας, νά ἀμφισβητεῖται καί νά ὑποτιμᾶται ἡ ἱερότητα τῆς οἰκογένειας, νά ξεφτίζει καί νά διαφοροποιεῖται ὁ πανάρχαιος αὐτός θεσμός, τό καταφύγιο τῆς εὐτυχίας, ὅπως τό χαρακτήριζε ὁ Κικέρων. Παράλληλα προβάλλονται καί προωθοῦνται καί δυστυχῶς χειροκροτοῦνται στή μεταμοντέρνα κοινωνία μας καινούργια μοντέλα συμβίωσης δῆθεν ἀπελευθερωμένα ἀπό καταπιεστικές προκαταλήψεις περασμένων ἐποχῶν. ῎Ηδη μιά περιδίνηση στοιχείων νέων καί ἑτερόκλητων καί ξένων γιά τά δεδομένα τῆς πατρίδος μας μᾶς ἀναστατώνει καί μᾶς ἀποκαρδιώνει. Καί στοχαστικά ἀναρωτιόμαστε· Μποροῦμε σήμερα νά μιλήσουμε γιά προσμονή τῶν Χριστουγέννων στήν ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν'';
῎Ας μποῦμε σέ κάποια σπιτικά σήμερα νά δοῦμε τί συμβαίνει. ῞Ολοι ἐδῶ τό ξέρουν ὅτι πλησιάζουν Χριστούγεννα καί χαίρονται. Οἱ ἐργαζόμενοι γονεῖς γιατί θά πάρουν τό δῶρο τους ἤ τήν ἄδειά τους· ἡ μάννα γιατί θά ὑποδεχθεῖ τά ξενιτεμένα της φοιτητόπουλα· οἱ μαθητές γιατί θά ξεκουραστοῦν δύο ἑβδομάδες. Μά καί τά μικρότερα παιδιά τό ξέρουν καί χαίρονται. Δέν τό ἔμαθαν ἀπό τίς γιαγιάδες καί τούς παπποῦδες, ἀφοῦ αὐτοί δέν μένουν μαζί τους - μπορεῖ νά εἶναι καί σέ οἶκο εὐγηρίας. Δέν τό ἔμαθαν ἀπό τούς γονεῖς, ἀφοῦ ἐκεῖνοι δέν βρίσκουν χρόνο νά ἀσχοληθοῦν μαζί τους. Οὔτε βέβαια διαβάζοντας. ῎Αλλωστε στά νέα σπιτικά δέν ὑπάρχουν ἤ ἔχουν μπεῖ στό περιθώριο τά βιβλία πού διάβαζαν γενιές ὁλόκληρες παιδιῶν -τοῦ Παπαδιαμάντη, τοῦ Λέοντος Μελᾶ, τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ Δροσίνη, τῆς Πηνελόπης Δέλτα- καί πού διέσωζαν τή θρησκευτική, τήν ἐθνική καί τήν πολιτιστική μας κληρονομιά. ῎Εχουν ἀντικατασταθεῖ ἀπό κόμικς μέ δύσμορφες ἀνθρώπινες φιγοῦρες, πού χρησιμοποιοῦν τή βία γιά νά ἐπιβληθοῦν. Καί ὅμως ξέρουν τά παιδιά ὅτι ἔρχονται Χριστούγεννα. ᾿Από ποῦ τό ἔμαθαν καί τί ἔμαθαν; Σέ μιά χώρα πού ἀνθεῖ ἡ τεχνολογία καί ὁ καταναλωτισμός, ὅπως στή δική μας, παρέχονται ἄφθονα πληροφορίες -καί ὄχι μόνο - μέσα ἀπό τή μικρή ὀθόνη. Παρουσιάζεται ἡ χλιδή πού δέν θά γευθοῦν τά παιδιά ἴσως ποτέ. Δελεάζουν τά πλούτη, ἡ αἴγλη, τά γιορταστικά ρεβεγιόν, οἱ ἥρωες -πολλές φορές ὕποπτου ἤθους- πού ἀργότερα μπορεῖ νά σταθοῦν ἀφορμή γιά ἕναν κατήφορο χωρίς ἐπιστροφή. ῞Ολοι στό σπίτι ξέρουμε ὅτι πλησιάζουν Χριστούγεννα καί πρέπει νά ἑτοιμαστοῦμε. Νά ἐπιμεληθοῦμε τήν καθαριότητα, νά στολίσουμε περίτεχνα τό δένδρο, νά τοποθετήσουμε πολύχρωμα λαμπιόνια σέ ποικίλους σχηματισμούς, ὥστε νά ἐντυπωσιάζουν ἀναβοσβήνοντας πρωτότυπα. Νά ἀγοράσουμε καί δῶρα, νά προμηθευτοῦμε καί δίσκους μέ ἐπίκαιρα ἄσματα, νά φροντίσουμε καί γιά τό πλούσιο γιορτινό τραπέζι, νά ἐξασφαλίσουμε καί θέση στά κέντρα διασκέδασης. ῎Ισως νά ἐνδιαφερθοῦμε καί γιά ἑορτοδάνειο ἀκόμα, προκειμένου νά καλύψουμε τά γιορτινά μας ἔξοδα. Βέβαια κάποιες φορές δέν ξεχνᾶμε νά κάνουμε καί μιά μικρή νηστεία, ἔτσι ''γιά τό καλό''. Καί τό ἀποτέλεσμα;
Γιορτάζουμε ἀνάλογα μέ τήν προετοιμασία πού κάναμε. Τίς περισσότερες φορές Χριστούγεννα χωρίς Χριστό. Κι ἀρνούμαστε πεισματικά ν’ ἀποδεχθοῦμε τήν εὐθύνη μας. Μά, στά χρόνια πού ζοῦμε, τί μπορῶ νά κάνω περισσότερο; Θέλω ν’ ἀνακαλύψω τέτοιες μέρες τό Νεογέννητο Χριστό, ὅμως δέν μπορῶ, γιατί ἡ ματιά μου σκοντάφτει στά φανταχτερά στολίδια καί τά λαμπερά φῶτα τῆς ἀγορᾶς κι ἀποπροσανατολίζεται. Προσπαθῶ νά ἑστιάσω τό βλέμμα μου στή Φάτνη, ὅμως αὐτό τό ἀνάλαφρο ὑπόστεγο πού σχεδίασαν οἱ καλλιτέχνες δέν μοιάζει σέ τίποτα μέ τόν ἀληθινό σταῦλο, πού ὑπῆρξε τό πρῶτο ἐνδιαίτημα τοῦ θείου Βρέφους. ᾿Επιχειρῶ ν’\ἀφουγκραστῶ κάτι ἀπό τά ''Δόξα ἐν ὑψίστοις'' τῶν ᾿Αγγέλων, μέ ἐμποδίζουν ὅμως τά πεζά δημοσιογραφικά λόγια γιά τίς τιμές τῆς ἀγορᾶς καί τό πλῆθος τῶν διαφημιστικῶν μηνυμάτων. Λαχταρῶ νά στοχαστῶ, ὅμως εἶναι τόσοι οἱ θόρυβοι γύρω μου! Θά χαιρόμουν νά πάω στήν ᾿Εκκλησία μέ τά παιδιά μου, ὅμως πῶς νά τά πείσω; ᾿Επιθυμῶ νά καθήσουμε ὅλοι μαζί στό σπίτι καί νά μιλήσουμε γι’ αὐτή τή γιορτή· ὅμως ποῦ νά βρῶ τέτοια εὐκαιρία;
Πράγματι, εἶναι μέρες πού βιαζόμαστε πολύ. ῞Ενας ρυθμός πιό γοργός μᾶς στροβιλίζει στούς δρόμους, στά σπίτια μας. Γιατί περιμένουμε Χριστούγεννα. ῎Ας τό προσέξουμε αὐτό. Εἶναι κάτι ἐξαιρετικά σημαντικό καί παρήγορο. Περιμένουμε Χριστούγεννα. Περιμένουμε κάτι καινούργιο στή ζωή μας. Πιό πολύ φῶς. Περισσότερη χαρά. Περιμένουμε ἐνδεχομένως μιά ἀλλαγή πού θά κάνει στό βίο μας ἐλαφρύτερο τό μόχθο, λιγότερη τή μιζέρια. Αὐτό τό γνώριμο χτυποκάρδι ἐν ὄψει τῶν Χριστουγέννων εἶναι μιά ἀνάσα ἐλπίδος στήν ψυχή μας. Εἶναι μιά ζεστασιά τόσο ἐπιθυμητή καί σπάνια γιά τίς στεγνές καί κρύες μέρες τῆς ζωῆς μας. Εἶναι «ἡ χαρά τῆς προσμονῆς καί ἡ προσμονή τῆς χαρᾶς», ὅπως θά τό διατύπωνε ὁ Σμέμαν. ᾿Ασχέτως ἐάν εἴμαστε ἤ ὄχι σέ θέση νά τήν βιώσουμε αὐθεντικά καί ἀπόλυτα. Μποροῦμε συνεπῶς νά μιλᾶμε καί σήμερα γιά προσμονή τῶν Χριστουγέννων στήν Οἰκογένεια.
Εἶναι ὅμως ἡ οἰκογένεια σήμερα ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν''; Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοσή μας ἀπό τή στιγμή πού τελεῖται ὁ γάμος ἱδρύεται μιά μικρή ᾿Εκκλησία. ''Καί γάρ ἡ οἰκία ᾿Εκκλησία ἐστί μικρά'', θά μᾶς πεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Τοῦτος ὁ χαρακτηρισμός βέβαια δέν ἀποδίδεται στή νέα οἰκογένεια ὡς ἔπαινος ἤ ὡς τιμή, ἀλλά προβάλλεται ταυτόχρονα ὡς σκοπός, ὡς παρότρυνση. ''Κάνε τό σπίτι σου ᾿Εκκλησία'', συμβουλεύουν οἱ ῞Αγιοι Πατέρες. Ζώντας δηλαδή ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα μέσα στό γάμο, πού εἶναι μυστήριο ἀγάπης, καλοῦνται ν’ ἀνοιχτοῦν στίς διαστάσεις τῆς ᾿Εκκλησίας καί νά οἰκοδομήσουν μαζί τή μικρή τους ᾿Εκκλησία. Αὐτό τό ἄνοιγμα εἶναι μιά ἐνδιαφέρουσα πρόταση καί μπορεῖ νά χαράξει πολλούς δρόμους στό χῶρο τῆς Οἰκογένειας. ῾Η ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί πολύ συχνά κηρύττουμε τό μοντέλο τῆς παραδοσιακῆς οἰκογένειας, μέ μιά πικρία καί νοσταλγία μάλιστα, καθώς τείνει νά ἐκλείψει ἀπό τήν κοινωνία μας. Θεωροῦμε ὅτι ἐκείνη ἡ παραδοσιακή μορφή μπορεῖ νά χαρακτηρίζεται ὡς κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία, ὅπου ὅλοι μαζί βρίσκονταν στό κοινό τραπέζι κι ἔτρωγαν, πού συνήθιζαν τή νηστεία καί τό σταυρό καί τήν προσευχή καί τόν ἐκκλησιασμό καί τήν τακτική συμμετοχή στά μυστήρια τῆς πίστης μας, πού μάθαιναν τά παιδιά νά σκέφτονται καί νά αἰσθάνονται σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, κι ὄχι μέ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου καί τίς διάφορες μόδες του. Βέβαια εἶναι παρήγορο ὅτι καί σήμερα ὑπάρχουν εὐτυχῶς τέτοιες οἰκογένειες, πού κρατοῦν τό σπίτι τους πνευματικά ζωντανό καί ἠθικά καθαρό, ἔτσι πού ἡ μυρωδιά τοῦ λιβανιοῦ νά μήν εἶναι κάτι τό ξένο καί σπάνιο, ἀλλά κάτι τό οἰκεῖο καί εὐχάριστο, ἀφοῦ τό σπίτι εἶναι μιά προέκταση τῆς ᾿Εκκλησίας καί ναός τοῦ Θεοῦ, κρατώντας μέσα του τήν κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία. Ναί, μέσα στόν ἄτακτο καί ξέφρενο ρυθμό τῆς ἐποχῆς μας αὐτές οἱ οἰκογένειες εἶναι ἀσφαλῶς ὀάσεις πού ζωογονοῦν τόν κοινωνικό ἱστό. Εἶναι ὄντως ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίες''. ῞Ομως αὐτές ἤδη ἔχουν μειωθεῖ αἰσθητά. ῾Η δομή τῆς οἰκογένειας διαμορφώνεται πιά ἀπό τήν ἀναγκαιότητα πού ἐπιβάλλουν οἱ ἐξελίξεις τῆς ἐποχῆς. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἐπιτύχει ὁποιαδήποτε προσπάθεια ''ἀναπαλαίωσης'' τῆς παραδοσιακῆς οἰκογένειας. Στά βιώματα δέν χωράει ἀναπαλαίωση. Κατά συνέπειαν δέν μποροῦμε νά κοιτᾶμε πίσω. Κοιτάζεις πίσω, σημαίνει ὅτι γίνεσαι στήλη ἅλατος. Πρέπει νά κοιτάζουμε μπροστά. ῎Αλλωστε πρέπει νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός, ἡ βίωση τοῦ μυστηρίου τῆς ᾿Εκκλησίας, ἔχει μέσα του τή δυναμική νά εἶναι πάντοτε κάτι καινούργιο καί πρωτότυπο, τό νέο κρασί πού μπαίνει σέ νέους ἀσκούς. ῞Οσο κι ἄν ἀλλάζουν οἱ ἐποχές, κι ἄν οἱ κοινωνικές δομές ἐξελιχθοῦν, πάντα ἡ οἰκογένεια θά εἶναι ἡ κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία.
᾿Ιδού λοιπόν ἐν ὄψει τῶν Χριστουγέννων ἡ κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία.῎Εχει ὅλα τά χαρακτηριστικά τῆς μεγάλης ᾿Εκκλησίας. Εἶναι μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική. Μ’ αὐτές τίς διαστάσεις της ὡς προϋποθέσεις θά ὑποδεχθεῖ τόν Μεγάλο ᾿Αναμενόμενο.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι Μία. Σημαίνει ὅτι ἔχει ἑνότητα. ῾Ο σύνδεσμος τῆς ἀγάπης ἀνάμεσα στά μέλη τῆς οἰκογένειας εἶναι τό θεμέλιο τῆς εὐτυχίας τους ἀλλά καί ἡ προϋπόθεση νά γιορτάσουν ἀληθινά Χριστούγεννα· ''Αὕτη γάρ ἀληθής ἑορτή'', διακηρύσσει ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, ''ἔνθα εἰρήνη καί ὁμόνοια''. Καί εἶναι βέβαια οἱ γονεῖς πού ἐπωμίζονται στήν οἰκογένεια τήν εὐθύνη γιά τήν καλλιέργεια τῆς ἑνότητας. Πῶς; Μόνο μέσα ἀπό τή διαδικασία τῆς ἀγάπης. ῞Οταν ἀγαπήσουν οἱ ἴδιοι καί ἀγαπηθοῦν. ῞Ενα ζευγάρι πού ζεῖ μιά αὐθεντική ἀγάπη, ὅ,τι καί νά πεῖ στά παιδιά θά ἔχει ἀπήχηση. Καί περισσότερη ἀπήχηση θά ἔχει αὐτό πού δέν θά πεῖ μέ λόγια ἀλλά πού θά πράξει. ᾿Αποτυγχάνουμε στήν ἀγάπη, γι’ αὐτό τά λόγια μας δέν πείθουν πιά, γι’ αὐτό οἱ παιδαγωγικές μέθοδοι δέν ἀποδίδουν, γι’ αὐτό οἱ ποικίλες πρακτικές πού χρησιμοποιοῦνται ἀποδεικνύονται ἀνεπαρκεῖς, γι’ αὐτό φεύγουν τά παιδιά ἀπό κοντά μας, γι’ αὐτό ἀναζητοῦν τήν εὐτυχία τους σέ ἄλλα στέκια μακρυά ἀπ’ τό σπίτι τους. ᾿Ενῶ ἡ λύση εἶναι ἁπλή καί βρίσκεται στό ἄθλημα τῆς ἀγάπης. ῞Οταν οἱ γονεῖς ἀγαπιοῦνται πραγματικά, ὅταν ἀλληλοπροσφέρονται χωρίς νά διεκδικοῦν, ὅταν ἀγαποῦν χωρίς νά περιμένουν ἀνταπόδοση στήν ἀγάπη τους, τότε πείθουν, τότε συσπειρώνουν τά παιδιά κοντά τους, τότε μποροῦν νά ἐνσταλάξουν στήν ψυχή τους ὅ,τι ὡραῖο καί ὑψηλό. Τότε κάθε μέρα στό σπίτι εἶναι γιορτή, καθώς ἐκεῖ βρίσκουν ὅλοι τό πιό εὐτυχισμένο καταφύγιο. Οἱ παλαιότεροι ἔλεγαν ἁπλά· ὅπου ἀγάπη κι ἑνότητα, ἐκεῖ ὁ Θεός. ῾Ο φιλοσοφικός ὅμως στοχασμός τῶν Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας προχωράει πιό βαθειά καί μᾶς αποκαλύπτει ὅτι ἡ ἀγαπητική σχέση μεταζύ τῶν συζύγων μπορεῖ νά ἀναδειχθεῖ σέ κατ’ ἐξοχήν γνωστική δυνατότητα, σέ ἀφετηρία θείου ἔρωτα, καί τότε ὁ γάμος σέ μυστήριο θεοφάνειας καί θεογνωσίας. ᾿Ιδού λοιπόν ἡ θεοφάνεια καρπός τῆς αὐθεντικῆς ἀγάπης στήν κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία, καί ἡ αὐθεντική ἀγάπη καί ἑνότητα προϋπόθεση πραγματικοῦ ἑορτασμοῦ. Καί ἄν σκεφτοῦμε ὅτι τό μυστήριο τῆς θεοφάνειας εἶναι ἡ βίωση τοῦ μυστηρίου τῶν Χριστουγέννων, τότε ὄχι μόνο μένουμε ἔκθαμβοι μπροστά στό μεγαλεῖο πού ἀπεργάζεται ἡ αὐθεντική ἀγάπη, ἀλλά ἀντιλαμβανόμαστε καί ἀπό ποῦ πρέπει νά ἀρχίσει ἡ οἰκογένεια τήν προετοιμασία γιά τήν μεγάλη γιορτή. ῾Η προσμονή τῶν Χριστουγέννων εἶναι εὐκαιρία ἐπαναπροσδιορισμοῦ τοῦ βαθμοῦ τῆς ἑνότητας καί τῆς ἀγάπης μέσα στήν οἰκογένεια. Εἶναι εὐκαιρία μιᾶς καινούργιας ἴσως ἀρχῆς ἤ μιᾶς προσπάθειας ν’\ἀναζωπυρωθεῖ ἡ φλόγα της πού ἐνδεχομένως ἀπειλεῖται ἀπό τούς ἀνέμους τῶν καιρῶν μας. Σ’ αὐτό μπορεῖ νά βοηθήσει καί ἡ μελέτη. ῞Ολα ὅσα ἐβίωσαν, εἶπαν καί ἔγραψαν οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας νά ξαναδιαβαστοῦν μέ ζητούμενο τή στοιχειοθέτηση τῆς ἀσκητικῆς τῆς ἀγάπης, τῆς ἀσκητικῆς τοῦ ἔρωτα, ἡ ὁποία ὅμως βασίζεται στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι ῾Αγία. Δέν σημαίνει αὐτό ὅτι τά μέλη της εἶναι ἅγιοι καί τέλειοι ἄνθρωποι. ᾿Αλλά ὅτι ἡ ἀποστολή της εἶναι νά κάνει τή ζωή τους ἁγία, νά τήν καθαρίσει δηλαδή μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, νά τήν ἐλευθέρωσει ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας, νά τήν κατευθύνει καί νά τήν προσφέρει στό Θεό. ᾿Ιδού ἡ δεύτερη διάσταση τῆς ἁγιότητος, πρός τήν ὁποία ἐν ὄψει τῶν Χριστουγέννων πρέπει ν’ ἀνοιχθεῖ ἡ οἰκογένεια. Εἶναι μιά πρόκληση ἐξόδου ἀπό τή φύση μας καί τίς συνήθειές μας, μιά πρόκληση ἀπελευθέρωσης ἀπό τήν κυριαρχία τῆς ἁμαρτίας πάνω μας. ῾Η Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μᾶς καλεῖ νά ἀπαλλάξουμε τή γιορτή τῶν Χριστουγέννων ἀπό τό ἔνδυμα τοῦ καταναλωτισμοῦ, ἀπό τό χαρακτήρα τοῦ φαντασμαγορικοῦ καί ἐντυπωσιακοῦ, ἀπό τή μαγεία τῆς εἰκόνας, ἀπό τό περίβλημα τοῦ ὑλικοῦ. ᾿Αντίθετα, νά τή ντύσουμε μέ τό περιτύλιγμα τοῦ αἰώνιου, τοῦ θεϊκοῦ. Μέ τήν ἐμπειρία τῆς πνευματικῆς αἴσθησης. Μέ τή γεύση τοῦ ἀληθινοῦ. Πῶς θά τό κατορθώσουμε στήν οἰκογένεια; Οἱ ῞Αγιοι τῆς ᾿Εκκλησίας θά μᾶς βοηθήσουν νά περάσουμε ἀπό τήν ἐπιφάνεια στό βάθος, ἀπό τά φαινόμενα στήν οὐσία, ἀπό τούς ἐξωτερικούς ἐντυπωσιασμούς, πού ἀφήνουν κενό στήν ψυχή, στήν ἀλήθεια πού σώζει. ''῎Αν τοίνυν καθαρόν ἔχῃς τό συνειδός, ἑορτήν ἔχεις διά παντός'', συμβουλεύει ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος. Νά λοιπόν τό κύριο μέλημά μας γιά νά ἑορτάσουμε ἀληθινά. Νά καθαρίσουμε τή συνείδησή μας ἀπό τήν ἁμαρτία μέ τήν ἐξομολόγηση, νά στολιστοῦμε μέ ἀρετές· μέ τήν πίστη, τήν ἀγάπη, τήν ἐλπίδα, τή μακροθυμία, τή χρηστότητα, τήν πραότητα, τήν ἐγκράτεια, τή συγγνώμη, τήν ἐλεημοσύνη. ''῾Εορτή γάρ ἔργων ἀγαθῶν ἐστι ἐπίδειξις καί ψυχῆς εὐλάβεια καί πολιτείας ἀκρίβεια'', προσθέτει ὁ χρυσορρήμων ῞Αγιος. Καλά δέ ἔργα θεωροῦνται ἡ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὑπακοή στό θεῖο θέλημα, ἡ ἐργασία τῆς ψυχῆς μας μέ προσευχή, μελέτη, ἱερούς στοχασμούς. Καθοδηγητικές εἶναι καί οἱ προτροπές τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου· ''῎Ας μή χορταίνουμε τά μάτια μας μέ στολισμούς τῶν σπιτιῶν καί τῶν δρόμων, ἄς μήν τέρπουμε τήν ἀκοή μας μέ μελωδίες, ἄς μήν παραδινόμαστε σέ γλέντια καί οἰνοποσίες. ῎Ας μήν ξεπερνᾶ ὁ ἕνας τόν ἄλλον στήν ἀκολασία. Διότι ἀκολασία θεωρῶ κάθε τι περιττό καί περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι χρειαζόμαστε. Καί τοῦτα νά συμβαίνουν, ὅταν ἄλλοι πού προέρχονται ἀπό τόν ἴδιο πηλό μέ μᾶς, πεινοῦν καί ἔχουν ἀνάγκη...'' ''Τοιγαροῦν ἑορτάσωμεν μή πανηγυρικῶς ἀλλά θεϊκῶς, μή κοσμικῶς ἀλλ’ ὑπερκοσμίως, μή τά ἡμέτερα ἀλλά τά τοῦ ἡμετέρου, μᾶλλον δέ τά τοῦ Δεσπότου, μή τά τῆς ἀσθενείας ἀλλά τά τῆς ἰατρείας, μή τά τῆς πλάσεως ἀλλά τά τῆς ἀναπλάσεως''. Καί ὁ ῞Αγιος Νικόδημος ὁ ῾Αγιορείτης γίνεται πρακτικότερος καί ἑρμηνεύοντας τούς παραπάνω λόγους καλεῖ σ’ ἕναν πνευματικό ἑορτασμό ''μέ εὐταξία καί σεμνότητα, μέ σωφροσύνη καί χρηστοήθεια, μέ ἐλεημοσύνη καί φιλοπτωχεία καί μέ κάθε ἄλλη ἀγαθοεργία καί ἀρετή καθώς πρέπει εἰς τούς Χριστιανούς''. ᾿Ιδού λοιπόν, ἡ διάσταση τῆς ἁγιότητας εὐρεία καί μεγαλειώδης πρόκληση γιά τήν κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίαν καί προϋπόθεση ὑποδοχῆς τῶν Χριστουγέννων.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι Καθολική. Δέν εἶναι ἀπομονωμένη, δέν κλείνεται στόν ἑαυτό της, δέν ἐπαναπαύεται στό ὅτι εἶναι ἡ ἴδια συγκροτημένη καί αὐτάρκης. ᾿Αλλά ἀνοίγεται, συνδέεται καί δημιουργεῖ σχέσεις σέ πλαίσιο βαθειᾶς ἑνότητας μέ ἄλλες οἰκογένειες, μέ ἄλλους ἀνθρώπους πού πορεύονται ἴσως καί κάτω ἀπό διαφορετικές συνθῆκες τό δυσκολοπερπάτητο ἀνηφόρι τοῦ βίου τους. Δέν προσπερνᾶ ἀδιάφορα ὅσους ὑποφέρουν στό περιθώριο τῆς ζωῆς. Δέν ἀποστρέφεται ὅσους κουβαλοῦν στήν πονεμένη ψυχή τους τή νοσταλγία τῆς μακρινῆς πιά πατρίδας τους. Δέν περιφρονεῖ σάν ἀνάξιους λόγου ὅσους ἐλύγισαν οἱ ἀνάγκες καί οἱ συμφορές· ξένους, μετανάστες, ἀνήμπορους, φτωχούς, ὅσους βιώνουν τήν παγωνιά τῆς ἀπελπισίας καί τῆς ἐγκατάλειψης. ῾Η προσμονή τῶν Χριστουγέννων δίνει τήν εὐκαιρία στήν οἰκογένεια ἑνός γόνιμου προβληματισμοῦ σχετικά μέ τό βαθμό πού βιώνει τήν καθολικότητα. Πόση διάθεση ἔχει νά διοχετεύσει τόν ὅποιο θησαυρό της (τή στοργή, τή φροντίδα, τό ἐνδιαφέρον, τήν ἀγάπη) στούς ἄλλους; ᾿Ανοίγει ἄραγε τήν ἀγκαλιά της νά δεχθεῖ ἐκτός ἀπό τά μέλη της καί κάποιους πού δέν εἶναι ξένοι, ἀλλά εἶναι μέλη τῆς μεγάλης οἰκογένειας τοῦ Θεοῦ; ῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος Νύσσης ἐνθαρρύνει πρός αὐτή τήν κατεύθυνση θυμίζοντάς μας ὅτι πρέπει νά στραφοῦμε στούς ἄλλους καί κυρίως στούς ''ἐν ἀνάγκαις''. «Δέν εἶναι ἄξιοι περιφρονήσεως», λέγει. «Σκέψου ποιοί εἶναι καί θά βρεῖς τό ἀξίωμά τους· ἔχουν ντυθεῖ τό πρόσωπο τοῦ Σωτήρα μας, εἶναι οἱ ἀδελφοί Του οἱ ἐλάχιστοι. Αὐτοί εἶναι οἱ ταμίες τῶν ἀγαθῶν πού προσδοκοῦμε· εἶναι οἱ θυρωροί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, αὐτοί πού ἀνοίγουν τίς πόρτες στούς ἐλεήμονες καί τίς κλείνουν στούς δύσκολους καί μισάνθρωπους... ῎Ας μήν δίνουμε τά πάντα γιά τίς ἀπολαύσεις μας... ῎Ας κάνουμε κάτι καί γιά τό Θεό». Βιώνοντας τήν καθολικότητα ἡ κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία ζεῖ ἐπί γῆς τόν Παράδεισο, ἀφοῦ στά πρόσωπα τῶν ἄλλων βλέπει, διακονεῖ καί ἀγαπᾶ τόν ἴδιο τό Θεό. Αὐτό διασώζει ἡ πίστη μας. Αὐτό διαφυλάττει ἡ παράδοσή μας. ᾿Εν ὄψει τῶν Χριστουγέννων ἄς βιώσουμε τήν ὀμορφιά καί τή χαρά τῆς συνάντησης τῶν προσώπων.
῾Η κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησία εἶναι ᾿Αποστολική. Μέ τήν ἰδιότητα αὐτή ἡ οἰκογένεια ἐπωμίζεται μιά ἱεραποστολική εὐθύνη. Αὐτό πού τῆς ἔχει δοθεῖ ὡς χάρισμα, αὐτό πού βίωσε ὡς ἐμπειρία, αὐτό πού δημιούργησε ὡς ἔργο ἀγάπης νά βγεῖ στόν κόσμο καί νά τό προσφέρει. Νά ἀξιοποιήσει καί νά μήν κρύψει τό τάλαντο πού διαθέτει. ᾿Εν ὄψει τῶν Χριστουγέννων μάλιστα, τό μέγεθος τῆς εὐθύνης αὐτῆς μεγαλώνει. Εἶναι ἀναγκαιότητα τῶν καιρῶν ὅσες οἰκογένειες μποροῦν, νά λειτουργήσουν σάν ἄμβωνες, ἐκφέροντας τό λόγο τους, προβάλλοντας τό ἦθος τους, δίνοντας τήν προσωπική τους μαρτυρία, προκειμένου νά μεταφέρουν τό μήνυμα τῶν Χριστουγέννων στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Τί κι ἄν εἶναι λίγες οἱ οἰκογένειες πού θ’ ἀνταποκριθοῦν σ’ αὐτή τήν εὐθύνη καί σ’ αὐτό τό κάλεσμα;
῾Η ᾿Ορθοδοξία πάντοτε στούς λίγους στηρίζεται, στή μικρή ζύμη, πού ὅλο τό φύραμα ζυμοῖ. ᾿Ιδού λοιπόν εὐκαιρία πολύτιμη καί ἐπιταγή τῶν καιρῶν νά κάνουμε τήν οἰκογένειά μας Βηθλεέμ, γιά ν’ ἀκτινοβολεῖ καί τέτοιες μέρες καί πάντα τή γλυκειά ζεστασιά τῆς Χριστουγεννιάτικης εὐδοκίας. ᾿Αγαπητοί μου, Καθώς αὐτές τίς μέρες εἰσερχόμαστε στήν περίοδο τῆς μεγάλης προσμονῆς, ἔκσταση κυριεύει τήν ὕπαρξή μας καί μιά ἀκατανίκητη λαχτάρα νά πορευθοῦμε σάν τούς μάγους γιά νά προσεγγίσουμε τό γεγονός, στό ὁποῖο συγκλίνουν οἱ αἰῶνες, κι ἔχουν τήν ἀναφορά τους ὅλες οἱ ἐποχές. Στεκόμαστε μέ δέος μπρός στό μυστήριο τῆς θείας Γεννήσεως κι αὐθόρμητα ξεπηδᾶ ἡ ἀνησυχία τῆς καρδιᾶς μας.
῎Αραγε φέτος πῶς θά γιορτάσουμε Χριστούγεννα; Θά νιώσουμε στό σπιτικό μας κάτι ἀπό τήν εὐφροσύνη τῆς μεγάλης γιορτῆς; Θά ἤθελα νά εὐχηθῶ τά φετεινά Χριστούγεννα ὄχι ἁπλῶς νά τά γιορτάσουμε, ἀλλα νά τά βιώσουμε. ῎Οχι νά τά ἀκουμπήσουμε καί νά τά προσπεράσουμε, ἀλλά νά τά αἰσθανθοῦμε. ῎Οχι νά τά δοῦμε ὡς γιορτή, ἀλλά νά τά ἀντικρίσουμε ὡς εὐκαιρία πνευματικῆς ἀναγέννησης, ἴσως καί ὡς εὐκαιρία ἐπαναπροσδιορισμοῦ τῆς οἰκογένειάς μας ὡς ''κατ’ οἶκον ᾿Εκκλησίας''. Κι ὅταν τά σήμαντρα θά ἠχήσουν εὐφρόσυνα τήν ῞Αγια Νύχτα τή Χριστουγεννιάτικη, εἴθε νά εἴμαστε ὅλοι ἕτοιμοι ν’ ἀναφωνήσουμε· ''᾿Ελθέ, μεγάλε ᾿Αναμενόμενε, ν’ ἀναπαυθεῖς στό σπιτικό μας, νά βρεῖς κατάλυμα στήν καρδιά μας. ᾿Ελθέ, νά φωτίσεις τή σκέψη μιας, νά ζεστάνεις τούς στοχασμούς μας, νά γλυκάνεις τή ζωή μας. ᾿Ελθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν.
(῾Ομιλία ἡ ὁποία ἐκφωνήθηκε σέ ἐκδήλωση τοῦ Συνδέσμου ᾿Επιστημόνων Πειραιῶς, στίς 13 Νοεμβρίου 2006 και περιέχεται στον Συλλογικό Τόμο "Ὀνειρεύομαι μια οἰκογένεια κι ἕνα σχολεῖο...")