Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010

Γ΄ Συνάντηση Σεμιναρίου Τελετουργικῆς γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης

Θέμα: Μετάνοια - Ἐξομολόγηση ἀπό τελετουργικῆς πλευρᾶς
Ὁμιλητής ἦταν ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Νικόλαος Ἰωαννίδης, Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, καί Πρόεδρος τῆς Διοικούσας Ἐπιτροπῆς τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν.
Ἀρχικῶς ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μας κ. Συμεών παρουσίασε τόν ὁμιλητή, τονίζοντας ὅτι στό πρόσωπό του ἐναρμονίζεται τό δίδυμο θεολογίας καί ἐπιστήμης, ὥστε ἡ μέν θεολογία νά τρέφεται ἀπό τό θυσιαστήριο, τό δέ θυσιαστήριο νά τρέφεται ἀπό τήν ἐπιστημονική ἔρευνα καί διδασκαλία.

Κατόπιν ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. π. Νικόλαος Ἰωαννίδης ἔλαβε τό λόγο γιά νά ἀναπτύξει ἐξ ἐπόψεως τελετουργικῆς τό θέμα «ΜΕΤΑΝΟΙΑ - ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ». Πρώτη διαπίστωση ἀποτελεῖ τό γεγονός ὅτι ἡ Ἀκολουθία εἰς Ἐξομολογούμενον εἶναι ἡ πλέον πολύμορφη ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἔχει γνωρίσει πολλές μεταλλάξεις. Ἡ μετάνοια εἶναι ἐπακόλουθο τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἀνάγκης διαλλαγῆς καί ἀποκατάστασεως τῆς σχέσεώς του μέ τόν Θεό. Ἡ ὁμολογία τῆς ἐνοχῆς, ἡ μετάνοια, ἡ «ἐκ τοῦ παρά φύσιν εἰς τό κατά φύσιν ἐπάνοδος, δι’ ἀσκήσεων καί πόνων» (PG 94, 976), ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο σέ ἐπανένταξη στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἐν συνεχείᾳ ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. π. Νικόλαος Ἰωαννίδης ἀνέπτυξε τίς ἑξῆς βασικές ἑνότητες:

1. Μετάνοια στήν Παλαιά Διαθήκη. Στήν Π.Δ. οἱ ἔννοιες ἁμαρτία, ἀνομία, παράβαση, ἀθέτηση κ.λπ. βαίνουν παράλληλα. Ἁμαρτία συνιστοῦσε ἡ παράβαση τοῦ ἠθικοῦ νόμου, ἡ παρακοή τῶν πρωτοπλάστων, ὅπου ἔπεσε ὄχι μόνον ὁ ἁμαρτήσας, ἀλλά καί ἡ κοινωνία. Ἡ ἁμαρτία λάμβανε κοινωνική διάσταση (συλλογική ἁμαρτία: κατακλυσμός). Μετάνοια ἀποτελοῦσε ἡ θεληματική ἐπάνοδος στή ζωή τοῦ Θεοῦ, γινόταν μέ νηστεία, ἔνδυση σάκκου, προσφορά ἱλαστηρίων θυσιῶν κ.λπ. Ὡστόσο, πάντοτε ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος ὥστε ἡ μετάνοια νά παραμείνει στό ἐπίπεδο τοῦ τύπου (τυπολατρία). Στήν περίοδο τῶν Προφητῶν, ἡ μετάνοια συνιστοῦσε τόν πυρήνα τοῦ κηρύγματός τους, καί λογιζόταν ὡς προσωπική ὑπόθεση πλέον, τῆς καρδίας. Ὑπῆρχε ἀνάγκη ἐσωτερικῆς μεταστροφῆς καί καθαρότητας καρδίας.

Παρ’ ὅλα τά μέσα πού χρησιμοποιοῦνταν γιά τήν ἐπίτευξη τῆς μετάνοιας, ὅπως νηστεία, θρῆνος, κοπετός κ.ἄ., αὐτά δέν χορηγοῦσαν τή μυστηριακή μετάνοια, ἀλλά μόνον ἀπαλλαγή ἐκ τῆς θείας ὀργῆς. Ἡ παρουσία τοῦ προφήτου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἀνακεφαλαιώνει τήν ἔννοια τῆς μετανοίας, δίνοντάς της πλέον τήν προοπτική τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

2. Μετάνοια στήν Καινή Διαθήκη. Στήν Κ.Δ. ἔχουμε μιά νέα διάσταση. Μετάνοια εἶναι ἡ μεταβολή, ἡ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου καί συνάμα ἡ πλήρης ἐμπιστοσύνη στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ μετάνοια συνιστᾶ ἕνα διαρκές βίωμα στήν πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τή σωτηρία. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή λειτουργεῖ ἡ ἐσωτερική συντριβή, ἡ ἐξομολόγηση (δημόσια ἀρχικῶς) καί τό βάπτισμα μετανοίας. Βλέπουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό νά ἐπαναλαμβάνει τό κήρυγμα τοῦ Προδρόμου, ὅπου ἡ μετάνοια συνδέεται μέ τήν ἀρξάμενη ἀπό τόν ἴδιο βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Στήν Κ.Δ. ἀπαντοῦν παραδείγματα μετανοίας, λ.χ. τοῦ Ζακχαίου, τοῦ Τελώνη, τῆς μοιχαλίδος κ.ἄ. Ἡ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν συνιστᾶ προτύπωση τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας. Μετά δέ τήν Ἀνάσταση, ἔχουμε τό παράδειγμα μετανοίας τοῦ Πέτρου.

Τό ἐρώτημα πού τίθεται τώρα εἶναι τό ἑξῆς: Μπορεῖ νά θεμελιωθεῖ τελετουργικό μετανοίας στήν Κ.Δ.; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχει σαφής μαρτυρία. Δέν εἶναι σαφής ἡ ἀπόφαση μεταβολῆς ἤ ὁ τρόπος μετανοίας. Ἐπίσης, στήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολή ἀπαντᾶ ἡ ἀποδοχή τῶν μετανοούντων.

Ἡ μυστηριακή μετάνοια θεμελιώνεται στούς Ἀποστολικούς χρόνους. Πρίν ἀπό τήν ἄφεση ὑπάρχει ἡ εἰς ἀλλήλους ἐξομολόγηση. Αὐτή γινόταν πρίν ἀπό τή θεία Εὐχαριστία, στό πλαίσιο λειτουργικῆς πράξεως, δημόσια. Ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ἠλ. Βουλγαράκης χαρακτήριζε αὐτό ὡς «συνεξήγηση», πού ὄφειλε νά κάνει ὁ χριστιανός πρίν νά προσφέρει τό δῶρο του στό ναό. Ἡ μετάνοια ὡς αὐτοπροαίρετη καί ἔμπρακτη ἀποτελεοῦσε πράξη συμφιλιώσεως.

3. Ποικίλες σημασίες τῆς μετάνοιας. Στό πέρασμα τοῦ χρόνου, ἡ μετάνοια ἀπέκτησε ποικίλες σημασίες. Στόν Κλήμεντα Ρώμης (τέλος Α΄ αἰ.), στόχος τῆς μετανοίας ἀποτελοῦσε ἡ διασφάλιση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου. Διαπιστώνουμε ὅτι ἀπό τότε ὑπάρχει κάποιο τελετουργικό, ὅπως ἡ κάμψη τῶν γονάτων, ἡ ἐκφώνηση τοῦ Ν΄ Ψαλμοῦ κ.ἄ. Ὁ Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, τονίζει τό ρόλο τοῦ Ἐπισκόπου «εἰς ἑνότητα Χριστοῦ». Στό κείμενο «Διδαχή τῶν Ἀποστόλων» ἀναφέρεται ρητῶς ὅτι «κλάσατε τόν ἄρτον... προεξομολογησάμενοι»:


«Καθ΄ ἡμέραν δὲ κυρίου συναχθέντες
κλάσατε ἄρτον καὶ εὐχαριστήσατε,
προεξομολογησάμενοι τὰ παραπτώματα ὑμῶν,
ὅπως καθαρὰ ἡ θυσία ὑμῶν ᾖ.
Πᾶς δὲ ἔχων τὴν ἀμφιβολίαν μετὰ τοῦ ἑταίρου αὐτοῦ
μὴ συνελθέτω ὑμῖν, ἕως οὗ διαλλαγῶσιν,
ἵνα μὴ κοινωθῇ ἡ θυσία ὑμῶν.
Αὕτη γάρ ἐστιν ἡ ῥηθεῖσα ὑπὸ κυρίου·
Ἐν παντὶ τόπῳ καὶ χρόνῳ προσφέρειν μοι θυσίαν καθαράν·
ὅτι βασιλεὺς μέγας εἰμί, λέγει κύριος,
καὶ τὸ ὄνομά μου θαυμαστὸν ἐν τοῖς ἔθνεσι».

Στό κείμενο τῆς Διδαχῆς καταγράφεται μέ τόση σαφήνεια ἡ σύνδεση τῆς θ. Εὐχαριστίας μέ τό γεγονός τῆς μετανοίας, ὅπως καί ἡ δημόσια ἐξομολόγηση. Μετάνοια εἶναι ἡ καταλλαγή καί ἡ κοινωνία ἀγάπης μεταξύ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.

4. Κατά τόν Γ΄ καί Δ΄ αἰ. τό μυστήριο τῆς μετανοίας ἐμφανίζεται δομημένο μέ τή συμμετοχή πρεσβυτέρου. Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρέας ἀναφέρεται στήν ἐξομολόγηση, χωρίς λειτουργικά πλαίσια. Ὁ Τερτυλλιανός ὁμιλεῖ γιά τό δικαίωμα τοῦ Ἐπισκόπου νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες, καθώς καί οἱ δοκιμασμένοι πρεσβύτεροι· τά δάκρυα καί οἱ θρῆνοι ἀποτελοῦν στοιχεῖα τελετουργικῆς. Ὁ Ὠριγένης κάνει λόγο γιά μυστικό τρόπο ἐξομολογήσεως καί γιά ἐπίθεση χειρῶν στήν κεφαλή τῶν ἐξομολογουμένων. Ἡ δέ χρίση ἐλαίου ἐκφράζει τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κυπριανός Καρχηδόνος ὁμιλεῖ γιά τά ἁμαρτήματα τῶν πεπτωκότων καί τονίζεται ὁ ρόλος τοῦ Ἐπισκόπου, «ἐπιστήμων καί ἰατρός» χαρακτηρίζεται. Κατά τή μετάνοια προηγεῖτο ἡ προσευχή. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἐτόνιζε ὅτι ὁ ἐξομολογούμενος λαμβάνει τήν ἄφεση «χάριτι Θεοῦ». Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἐνεθάρρυνε τήν ἀπ’ εὐθείας ἐξομολόγηση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅσο καί ἐνώπιον τοῦ ἱερέα.

Τό μυστήριο τῆς μετανοίας ἐντός τῆς θείας Εὐχαριστίας συμμετεῖχε ὁ Ἐπίσκοπος μέ τήν ὁμάδα τῶν κατηχουμένων. Ἐκτός τῆς θ. Εὐχαριστίας ὁ Ἐπίσκοπος νουθετοῦσε τούς μετανοοῦντες, ὁριζόταν νηστεία καί γινόταν ἐπίθεση χειρῶν γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Κατά τόν Δ΄ αἰ. ἡ δημόσια έξομολόγηση περιορίστηκε στά μεγάλα ἁμαρτήματα. Ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει ὅτι τό μυστήριο ἐτελεῖτο ἀπό τούς ἔμπειρους ἐξομολόγους, «πεπιστευμένους τῷ Θεῷ». Ὁ πνευματικός πατέρας θεραπεύει ὡς ἰατρός τῆς ψυχῆς «ἐν πολλῇ εὐσπλαγχνίᾳ κατ' ἐπιστήμην τῆς τοῦ Κυρίου διδασκαλίας» (ΒΕΠΕΣ 53, 129)· «οἱ τήν ὁδηγίαν τῶν πολλῶν πεπιστευμένοι τούς ἔτι ἀσθενεστέρους διά τῆς ἑαυτῶν μεσιτείας προβιβάζει ὀφείλουσι τῇ τοῦ Χριστοῦ ἐξομοιώσει» (53, 204). Στά τέλη τοῦ Δ΄ αἰ. ἐπικρατεῖ ἡ μυστική ἐξομολόγηση, καθώς ὁ Μ. Βασίλειος ἐπεβαλε στούς μοναχούς.

5. Κατά τόν Ε΄ αἰ. καί ἑξῆς. Γιά τό μυστήριο τῆς μετανοίας κατά τόν Ε΄ ἕως Η΄ αἰ. δέν ἔχουμε κάτι σημαντικό. Ἀπό τόν Η΄ αἰ. ἔχουμε πλέον τή χειρόγραφη παράδοση καί κυρίως τόν Βαρβερινό Κώδικα 336 (τοῦ τέλους τοῦ Η' αἰ.), πού εἶναι τό ἀρχαιότερο σωζώμενο Εὐχολόγιο τοῦ Βυζαντινοῦ λειτουργικοῦ τύπου. Ἐκεῖ ἀπαντᾶ «Εὐχή ἐπί μετανοούντων», «Εὐχή ἐπί ἐξομολογουμένων» καί «Εὐχή ἐπί τῶν προπετῶς ὀμνυόντων».

Κατά τόν ΙΑ΄ αἰ. τό μυστήριο τῆς μετανοίας ἐμπεριέχει περισσότερες εὐχές: α) Ἁπλές, σύντομες· β) Πολύπλοκες, μέ διακονικές αἰτήσεις· γ) Πολλά στοιχεῖα, ἐκτενές ἐρωτηματολόγιο καί κανονάριο (κατάλογο ἐπιτιμίων). Στό κείμενο «Ἀκολουθία καί τάξις ἐπί ἐξομολογουμένων» (PG 88, 1889-1917), λαμβάνει ὁ ἱερεύς τόν μέλλοντα ἐξομολογήσασθαι, ψάλλει τό Τρισάγιον, καί λέγονται οἱ Ψαλμοί «Κύριε, μή τῷ θυμῷ σου ἐλέγξῃς με» (Ψλ. 6), «Πρός σέ, Κύριε, ἦρα τήν ψυχήν μου» (Ψλ. 24), «Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός σου» (Ψλ. 50), «Μακάριοι, ὧν ἀφέθησαν αἱ ἀνομίαι» (Ψλ. 31), «Ὁ Θεός, εἰς τήν βοήθειάν μου πρόσχες» (Ψλ. 69), «Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, καί ἡ κραυγή μου» (Ψλ. 101), καί τά Τροπάρια «Τήν ταπεινήν μου ψυχήν ἐπισκέπτου», «Διαπλέων τό πέλαγος», «Τῇ Θεοτόκῳ ἐκτενῶς προσδράμωμεν».

Ὁ ἱερέας ἐξομολογεῖ, κάνει μετάνοιες μαζί μέ τόν μετανοοῦντα, καί ξεκινᾶ τήν κατήχηση. Ὁ ἐξομολογούμενος λέγει: «Ἐξομολογοῦμαί σοι, Πάτερ, οὕτως, Κύριε ποιητά οὐρανοῦ καί γῆς, πάντα τά κρύφια τῆς καρδίας μου» (PG 88, 1893a), καί κάθε φορά ὁ ἱερέας λέγει «ὁ Θεός συγχωρήσαι σοι» καί στό τέλος «Ὁ Δεσπότης καί Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ὁ Θεός συγχωρήσαι σοι πάντα ὅσα κατ’ ἐνώπιον αὐτοῦ τῇ οὐθενότητί μου ἐξήγγειλας» (1896c). Ἀκολουθοῦν οἱ ἑπτά λυτήριες Εὐχές: «Ὁ Θεός ὁ συγχωρήσας διά Νάθαν τῷ Δαβίδ» (Α΄ Εὐχή), «Ὁ Θεός ὁ δι’ ἡμᾶς ἐνανθρωπήσας» (Β΄ Εὐχή), «Ὁ Θεός, ὁ Σωτήρ ἡμῶν ὁ διά τοῦ προφήτου σου Νάθαν» (Γ΄ Εὐχή), «Δέσποτα Κύριε ὁ Θεός, ὁ καλῶν δικαίους εἰς ἁγιασμόν» (Δ΄ Εὐχή), «Κύριε ὁ Θεός τῆς σωτηρίας τῶν δούλων σου» (Ε΄ Εὐχή), «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ἀμνέ καί ποιμήν» (ΣΤ΄ Εὐχή), «Πάτερ Κύριε, μή παραδῴης τόν δοῦλόν σου» (Ζ΄ Εὐχή). Καί ἡ προτροπή τοῦ ἱερέα νά μήν παραμελεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ: «Μή τοίνυν δι’ ἀμελείας τῶν θείων ἐντολῶν δευτέροις κακοῖς σεαυτόν ὑποβάλῃς». Ἡ Ἀκολουθία αὐτή, πού ἀποδίδεται στόν ὅσιο Ἰωάννη τόν Νηστευτή (Πατριάρχη Κων/πόλεως, 582-595), εἶναι μοναχικῆς προελεύσεως.

Ὁ ἅγιος Συμεών Θεσ/νίκης (ΙΕ΄ αἰ.) γνωρίζει τήν ἀνωτέρω Ἀκολουθία, προσδίδει πνευματική σημασία στή μετάνοια καί τή θεωρεῖ ὡς δεύτερο βάπτισμα. Κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, ἡ μετάνοια διαιρεῖται σέ τρία μέρη: συντριβή-ἐξομολόγηση-ἱκανοποίηση. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφέρεται δύο φορές στήν «Τάξιν ἐξομολογήσεως» στό Ἐξομολογητάριό του. Ἡ διαδικασία τῆς μετανοίας χαρακτηρίζεται ὡς τοκετός. Στά ἔντυπα Εὐχολόγια τῆς Τουρκοκρατίας διεσώθησαν μεμονωμένες εὐχές μετανοίας. Τό σημαντικότερο ἔργο εἶναι τό «ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ» τοῦ Goar (Jacques Goar) μέ ὑπότιτλο «Rituale Græcorum complectens ritus et ordines divinæ liturgiæ» (περιέχει τό τελετουργικό τῶν Ἑλλήνων, τή σειρά καί τήν ἱεροτελεστία τῆς θείας Λειτουργίας), πού πρωτοεκδίδεται στό Παρίσι τό 1647. Τό 1730 γίνεται ἡ Β΄ ἔκδοσή του (μετά τό θάνατο τοῦ Goar) καί ἐπανεκδίδεται φωτοαναστατικά τό 1960 ἀπό τό Πανεπιστήμιο τοῦ Graz τῆς Αὐστρίας.

6. Σύγχρονη πράξη. Κατόπιν τῆς ἀνωτέρω ἱστορικῆς ἀναδρομῆς, ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. π. Νικόλαος Ἰωαννίδης ἀναφέρθηκε στή σύγχρονη πράξη, ὅπου δέν τελεῖται ἡ Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου οὔτε τοῦ Μικροῦ Εὐχολογίου. Στό Ἁγιασματάριον τῆς Ρώμης (1962) καταγράφεται ἡ διαδικασία τῆς μετανοίας, μέ τό Τρισάγιο, τό «Ἐλέησον ἡμᾶς», ἐρωτᾶ τόν ἐξομολογούμενον καί ἡ συγχωρητική εὐχή.

Ὅταν κάνουμε λόγο γιά τή μυστηριακή μετάνοια, αὐτή συνιστᾶ κορυφαία πράξη ἀγάπης τῆς Ἐκκλησίας γιά ἐπιστροφή τοῦ πεπτωκότα καί ἐπανένταξή του στήν Ἐκκλησία, γιά συμφιλίωση (δέν ἀποτελεῖ διευθέτηση ἐνοχῶν).

Σχολιάζοντας ὁ π. Νικόλαος τή σημερινή κατάσταση, ἐπανέλαβε ὅτι ὁ ἅγιος Συμεών Θεσ/νίκης φαίνεται ὅτι βρισκόταν σέ ἀπορία περί τοῦ πρακτέου. Δέν λέει τίποτα γιά τόν τρόπο τελέσεως τῆς ἐξομολογήσεως. Ὁ ἱερέας ὡς πνευματικός πατέρας δέν ἔχει θέση κριτοῦ ἤ δικαστοῦ, ἀλλά ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τοῦ σωτήρα Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ἦρθε στόν κό σμο ὄχι «ἵ να κρί νῃ τόν κό σμον, ἀλ λ' ἵ να σω θῇ ὁ κό σμος δι᾿ αὐ τοῦ» (Ἰωάν. 3,17). Ἐνεργεῖ ὅπως ὁ φιλόστοργος Πατέρας, ὁ Ὁποῖος δέχθηκε τόν ἄσωτο «μέ ἀνοιχτή ἀγκαλιά ἐπειδή ἦταν πατέρας καί ὄχι δικαστής» (ἱ. Χρυσόστομος).

Ἐν συνεχείᾳ ἀναφέρθηκε στήν Εὐχή πού λέγεται ἀπό ὁρισμένους ἱερεῖς γιά τούς μέλλοντας νά κοινωνήσουν, ἀκριβῶς πρίν ἀπό τή θεία Κοινωνία:

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ἀμνὲ καὶ ποιμήν, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, ὁ τὸ δάνειον χαρισάμενος τοῖς δυσὶ χρεωφειλέταις καὶ τῇ ἁμαρτωλῷ γυναικὶ δοὺς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, ὁ τὴν ἴασιν τῷ παραλύτῳ δωρησάμενος σὺν τῇ ἀφέσει τῶν ἁμαρτιῶν αὐτοῦ, αὐτός, Δέσποτα, ἄνες, ἄφες, συγχώρησον τὰς ἀνομίας, τὰς ἁμαρτίας, τὰ πλημμελήματα, τὰ ἑκούσια καὶ τὰ ἀκούσια,τὰ ἐν γνώσει, τὰ ἐν ἀγνοίᾳ, τὰ ἐν παραβάσει καὶ ἐν παρακοῇ γενόμενα παρὰ τῶν δούλων σου τούτων καὶ εἴ τι ὡς ἄνθρωποι σάρκα φοροῦντες καὶ τὸν κόσμον τοῦτον οἰκοῦντες ἐκ τοῦ διαβόλου ἐπλανήθησαν ἢ παρέβησαν ἢ ἐπλημμέλησαν εἴτε ἐν λόγῳ, εἴτε ἐν ἔργῳ, εἴτε ἐν γνώσει, εἴτε ἐν ἀγνοίᾳ, εἴτε λόγον ἱερέως καταπάτησαν, εἴτε ὑπὸ κατάραν ἐγένοντο εἴτε ἰδίῳ ἀναθέματι ὑπέπεσαν ἢ ὅρκῳ αὐτός, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάθρωπος καὶ ἀμνησίκακος δεσπότης, τῇ πολλῇ σου εὐσπλαγχνίᾳ τούτους τοὺς δούλους σου λόγῳ λυθῆναι εὐδόκησον συγχωρῶν αὐτοῖς και τὸ ἴδιον ἀνάθεμα καὶ τὸν ὄρκον κατὰ τὸ μέγα σου καὶ ἄφατον ἔλεος.

Ναί, δέσποτα, φιλάνθρωπε Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐπάκουσόν μου δεομένου τῆς σῆς ἀγαθότητος ὑπὲρ τῶν δούλων σου τούτων καὶ πάριδε ὡς πολυέλεος τὰ πταίσματα αὐτῶν ἄπαντα, ἀπάλλαξον αὐτοὺς τῆς αἰωνίου κολάσεως, σὺ γὰρ εἶπας, δέσποτα ὅσα ἂν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς ἔσται δεδεμένα ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ ὅσα ἂν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς ἔσται λελυμένα ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

Ὅτι σὺ εἶ Θεὸς ἀναμάρτητος καὶ δυνάμενος ἀφιέναι ἁμαρτίας καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν σὺν τῷ ἀνάρχῳ σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σου Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Ἡ εὐχή αὐτή δέν εἶναι συγχωρητική (ὡς ἐκείνη τῆς μυστηριακῆς μετανοίας), καθώς ἀπευθύνεται ἀπό πολλούς ἱερεῖς σέ πολλούς ἀνθρώπους· καλῶς λέγεται καί κακῶς παρερμηνεύεται.

Ἕτερη εὐχή ἐξομολογήσεως συνοπτική, «...ἀδελφέ, ἀφανίσει τά πλημμελήματα...», δείχνει ὅτι τό μυστήριο τῆς μετανοίας δέν ἔπαψε νά εἶναι ἀληθινός διάλογος. Τό κείμενο τῆς ὀλιγόλογης αὐτῆς εὐχῆς ἔχει χαρακτήρα ἀγαπητικῆς κοινωνίας ἐξομολογουμένου καί πνευματικοῦ, καί ἐν τέλει ἀνθρώπου καί Θεοῦ.

Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τήν Εἰσήγησή του ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. π. Νικόλαος Ἰωαννίδης, τοῦ ὑποβλήθηκαν ἐρωτήματα καί ἔδωσε τίς ἑξῆς διευκρινιστικές ἀπαντήσεις:

Κάθε φορά ὁ πνευματικός ὀφείλει νά λειτουργήσει διαφορετικά, ἀφοῦ λάβει ὑπόψη του μέ ποιόν μιλάει, ἄν ἐκεῖνος ἦρθε γιά πρώτη φορά κ.λπ. Ὡστόσο, ὁ πνευματικός φέρεται μέ γλυκύτητα, δείχνει τή γλυκύτητα τοῦ Χριστοῦ.
Προσόν τοῦ πνευματικοῦ εἶναι ἡ διάκριση, διάκριση ἀνάλογα μέ τό πρόσωπο. Ἡ ἴδια ἁμαρτία ἀντιμετωπίζεται διαφορετικά σέ κάθε πρόσωπο. Δέν δίνουμε συνταγές. Ἐξάλλου, ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ἁμ. Ἀλιβιζάτος ἔλεγε ὅτι στό μυστήριο τῆς μετανοίας δέν ἔχουμε ὑλικά στοιχεῖα (ἀλλά μόνο πνευματικά).
Σέ ἄνθρωπο πού ἔπεσε σέ βαρύτατο ἁμάρτημα, πού δέν πρόκειται νά κοινωνήσει ἀμέσως, νά τοῦ διαβάσουμε τή συγχωρητική εὐχή (ἔστω κι ἄν δέν πρέπει νά κοινωνήσει).
Ἡ ἁμαρτία εἶναι κάτι πού γίνεται στήν Ἐκκλησία. Ἡ συγχωρητική Σλαβική εὐχή ἀναφέρει «σύναψον αὐτῷ τῇ Ἐκκλησίᾳ». Κι ὁ Φιόντορ Ντοστογιέφσκι ἔλεγε ὅτι «ἡ ἁμαρτία κάποιου, εἶναι ἁμαρτία ὅλων μας».
Ἡ πνευματική πατρότητα εἶναι μιά διαρκή κατήχηση. Ἡ σημαντικότερη ἁμαρτία τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ ἀπομόνωση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἡ Ἐκκλησία ἑνώνει τούς ἀνθρώπους.
Ἡ ἁμαρτία, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, εἶναι τό μή ὄν. Αὐτό σημαίνει ὅτι κατά τή Δευτέρα Παρουσία οἱ ἁμρτωλοί θά πάψουν νά ὑπάρχουν, νά ὑπάρχουν πραγματικά ἐν τῷ Θεῷ.
Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι τό κατ΄ ἐξοχήν μυστήριο ἑνότητος. Ἡ ἑνότητα πραγματώνεται «ἐν τῷ αἵματι τοῦ Χριστοῦ».
Ἐν τέλει, ἡ Ἀκολουθία τῆς Ἐξομολογήσεως δύναται νά περιλαμβάνει τό «Εὐλογητός», τό «Βασιλεῦ οὐράνιε» καί στό τέλος «μικρά Ἀπόλυσις». Ἐπίσης, δύναται ὁ ἐξομολογούμενος νά διαβάσει ὁ ἴδιος τόν Ν΄ (50) Ψαλμό.

Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. π. Νικόλαος Ἰωαννίδης τίς διευκρινιστικές ἀπαντήσεις στά ὑποβληθέντα ἐρωτήματα, ἔκλεισε τήν Γ΄ Συνάντηση Σεμιναρίου Τελετουργικῆς ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μας κ. Συμεών, ὁ ὁποῖος ἐτόνισε τά ἑξῆς σημεῖα:

Τό μυστήριο τῆς μετανοίας φαίνεται νά κινεῖται μέσα σέ μιά ἀπροσδιοριστία. Αὐτό εἶναι λάθος. Ὀφείλουμε νά διαφυλάξουμε τήν ἱερότητα τοῦ μυστηρίου. Δέν τό τελοῦμε πρόχειρα· ὄχι βεβιασμένα· δέν εἶναι κουβεντολόϊ. Τό μυστήριο τῆς μετανοίας ἔχει ἐκκλησιολογική διάσταση. Εἶναι τό μυστήριο τῆς συμφιλιώσεως (ὄχι διευθέτηση ἐνοχῶν).
Νά τελεῖται σέ χρόνο καθορισμένο. Ὁ πνευματικός ὀφείλει νά ἔχει γνωστοποιήσει στούς πιστούς ποιές ἡμέρες ἐξομολογεῖ, σέ χρόνο πού θά ἔχει προκαθορίσει.
Νά τελεῖται σέ χῶρο καθορισμένο. Κατά βάσιν μέσα στόν ἱερό Ναό, σέ κάποια γωνία πρός τό τέμπλο τοῦ Ναοῦ. Ὁ ἱερέας κοιτάζει πρός τό Ναό, ὁ δέ ἐξομολογούμενος πρός τό τέμπλο, ὥστε νά διαφυλάξουμε τήν τυχόν συναισθηματική διαταραχή τοῦ πιστοῦ.
Δύναται νά τελεῖται ἐπίσης μέσα στό παρεκκλήσιο τοῦ Ναοῦ. Στήν περίπτωση αὐτή ποτέ δέν κλείνουμε τίς πόρτες. Ὄχι μέ πόρτες κλειστές κατά τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου.
Στό μυστήριο τῆς μετανοίας χρησιμοποιοῦμε ἕνα εὐτρεπισμένο τραπέζι, ὅπου ἐπάνω του βρίσκεσται ὁπωσδήποτε ἕνας μικρός Ἐσταυρωμένος καί τό ἱερό Εὐαγγέλιο (ἤ Καινή Διαθήκη). Μή λησμονοῦμε ὅτι τελοῦμε ἱερό μυστήριο.
Τό μυστήριο τῆς μετανοίας ξεκινᾶ μέ τήν Ἀκολουθία τῆς ἐξομολογήσεως, ὅπως ἀνέφερε ὁ π. Νικόλαος. Βάζουμε «Εὐλογητός», λέμε τό «Βασιλεῦ οὐράνιε», τό «Τρισάγιο», τίς διακονικές αἰτήσεις καί ἐν συνεχείᾳ καθόμαστε. Στό τέλος διαβάζουμε τή συγχωρητική εὐχή καί τό «Δι’ εὐχῶν».
Στήν ἐξομολόγηση πολλοί μᾶς καταθέτουν προβλήματα, ὄχι ἁμαρτήματα. Δέν λύνουμε ἐκεῖ ζητήματα ἤ προβλήματα. Ὁ πιστός ἔρχεται σέ ἱερέα, κι ὄχι σέ ψυχολόγο. Δέν κάνουμε ἀνάκριση, ἀλλά μέ τήν ἐκμαιευτική τέχνη του ὁ ἱερέας βοηθᾶ τόν πιστό νά ὁμολογήσει τά ἁμαρτήματά του.
Ἡ διαδικασία τῆς μετανοίας καί τῆς ἐξομολογήσεως εἶναι πράξη εὐθύνης. Ὁ ἱερέας ὀφείλει νά διαγνώσει τό πνευματικό ἐπίπεδο τοῦ ἐξομολογουμένου, ἄν ἔχει κάτι κωλυτικό γιά τή συμμετοχή του στήν Εὐχαριστία.
Ὀφείλουμε νά καταστήσουμε γνωστό ὅτι ὄχι ἐγώ, ὁ ἱερέας, ἀλλά ὁ Κύριος συγχωρεῖ. Τό νά θεωρεῖ κανείς ὅτι ὁ ἱερέας συγχωρεῖ, αὐτό εἶναι στοιχεῖο τῆς Δυτικῆς παράδοσης.
Ἄν διαγνώσουμε κάποιο βαρύ ἁμάρτημα, τότε μέ κατάλληλο χειρισμό νά γνωστοποιήσουμε στόν πιστό ὅτι δέν μπορεῖ νά προσέλθει στή θ. Κοινωνία. Μποροῦμε τότε νά τοῦ ποῦμε «Θά σέ ξαναδῶ, παιδί μου· θά ἐπανέλθουμε στό θέμα τῆς προσελεύσεώς σου στή θ. Κοινωνία».
Τό μυστήριο τῆς μετανοίας γιά τόν πιστό πού θά προσέλθει στή θ. Κοινωνία ὁλοκληρώνεται μέ τό γονάτισμα τοῦ πιστοῦ, τήν ἐπίθεση τοῦ ἐπιτραχηλίου ἐπί τῆς κεφαλῆς του, τή χειροθεσία (ἐπίθεση τῆς δεξιᾶς χειρός τοῦ ἱερέως ἐπάνω ἀπ’ τό ἐπιτραχήλι) καί τήν ἀνάγνωση τῆς συγχωρητικῆς Εὐχῆς.
Γενικά, τό μυστήριο τῆς μετανοίας ὀφείλει νά ἔχει ἱερότητα καί προσωπικό χαρακτήρα. Νά μήν τό ἀπογυμνώνουμε ἀπό τό βασικό του στοιχεῖο, πού εἶναι ἡ ἱερότητα τοῦ μυστηρίου, συνάμα μέ τόν προσωπικό χαρακτήρα του.

Ἐν κατακλεῖδι, ὁ Σεβασμιώτατος ποιμενάρχης μας κ. Συμεών, ἀφοῦ εὐχαρίστησε θερμότατα τόν ἐκλεκτό Εἰσηγητή π. Νικόλαο Ἰωαννίδη, παρουσίασε στούς ἱερεῖς καί συνέστησε πρός μελέτη τά παρακάτω βοηθήματα:


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΙΑ ΤΗ Μετανοια - Εξομολογηση
(συνταχθεῖσα ὑπό τοῦ Σεβ. Μητρ. Νέας Σμύρνης κ. Συμεών)

1. Ἁγί ου Ἀστερίου Ἀμασείας, Ὁμιλία ΙΓ΄: Προτρεπτικός περί μετανοίας, PG 40, 352-369.
2. Ἁγίου Θε ο δώ ρου τοῦ Στου δί του, Περί ἐξαγορεύσεως καί τῶν ταύτης διαλύσεων κανόνες. PG 99, 1721-1729.
3. Ἁγίου Ἰ ωάν νου τοῦ Δα μα σκη νοῦ, Ἐπιστολή περί ἐξομολογήσεως, καί περί ἐξουσίας τοῦ δεσμεῖν καί λύειν, PG 95, 284-304.
4. Ἁγί ου Ἰ ωάν νου τῆς Κλίμακος, «Λόγος Ε΄: Περί μετανοίας», στό ἔργο του: K λῖ μαξ, PG 88, 764-781. K λῖ μαξ: Εἰ σα γω γή - κεί με νον - με τά φρα σις - σχό λι α - πί να κες ὑπό ἀρ χιμ. Ἰ γνα τί ου, 3η ἔκδ. (Ὠ ρω πός Ἀτ τι κῆς: Ἱ. Mο νή τοῦ Πα ρα κλή του, [1978] 1986), σσ. 115-133.
5. Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ, Ἀκολουθία καί τάξις ἐπί ἐξομολογουμένων, PG 88, 1889-1917. Τοῦ ἰδίου, Λόγος πρός τόν μέλλοντα ἐξαγορεῦσαι τόν ἑαυτοῦ πνευματικόν Πατέρα, PG 88, 1920-1932. Τοῦ ἰδίου, Περί μετανοίας, καί ἐγκρατείας, καί παρθενίας, PG 88, 1937-1978.
6. Ἁγί ου Ἰ ωάν νου τοῦ Χρυ σο στό μου, Οἱ ἐννέα λόγοι πε ρί μετανοίας, εἰσ. καί ἀ πόδ. στή νε οελ λ. Φώτ. Μάλαινος («Ἡ φω νή τῶν Πα τέ ρων μας, 4»· Ἀ θή να: Ἀ πο στο λι κή Δι α κο νί α, 1998). Σελίδες 186.
7. Ἁγί ου Ἰ ωάν νου τοῦ Χρυ σο στό μου, Λόγοι πρός ἀποφυγήν τῆς ἀπογνώσεως, εἰσ. καί ἀ πόδ. στή νε οελ λ. Γεωργία Κουνάβη («Ἡ φω νή τῶν Πα τέ ρων μας, 3»· Ἀ θή να: Ἀ πο στο λι κή Δι α κο νί α, 1998). Σελίδες 99. [πρόκειται γιά τρία κείμενα περί μετανοίας «πρός Θεόδωρον μοναχόν», «πρός Θεόδωρον ἐκπεσόντα» καί τό «ἀντίγραμμα» τοῦ Θεοδώρου]
8. Ἁγί ου Ἰ ωάν νου τοῦ Χρυ σο στό μου, Μετάνοια, ἐξομολόγησις, νηστεία, θεία Κοινωνία (Ἅγιον Ὄρος: Συνοδία Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὄρους, 2008). Σελίδες 391.
9. Ἁγίου Kυρίλλου Ἱεροσολύμων, «Κατήχηση φωτιζομένων 2: Περί μετανοίας», στό ἔργο του: Κατηχήσεις. PG 33, 381-408. BEΠEΣ 39 (1969), 51-59. Ἀδελφότητος Ἱ. Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα, Κα τη χή σεις ἁ γί ου Kυ ρίλ λου Ἱ ε ρο σο λύ μων: Εἰσαγωγή - κείμενο - μετάφραση - σχόλια - πίνακες (Kαρέας: «Ἑτοιμασία» - Ἱ. Mονή Tιμίου Προδρόμου, 1991), σσ. 54-69, 468-474.
10. Ἁγί ου Νε κτα ρίου, «Περί μετανοίας καί ἐξομολογήσεως», στό ἔργο του: Μελέται περί τῶν θείων μυστηρίων (Ἀ θῆ ναι: Βιβλιοπωλεῖον Ν. Πα να γό που λος, 1990), σσ. 85-133.
11. Ἁγί ου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἐξομολογητάριον, ἤτοι βιβλίον ψυχωφελέστατον περιέχον διδασκαλίαν σύντομον πρός τόν Πνευματικόν πῶς νά ἐξομολογῇ μέ βοηθόν τούς Κανόνας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ ἀκριβῶς ἐξηγημένους, συμβουλήν γλαφυράν πρός τόν μετανοοῦντα πῶς νά ἐξομολογῆται καθώς πρέπει, καί λόγον ψυχωφελῆ περί μετανοίας, 8η ἔκδ. (Ἀ θῆ ναι: Βιβλιοπωλεῖον Ν. Πα να γό που λος, 1990). Σελίδες 332.
12. Ἁγί ου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἐπίσκεψις πνευματικοῦ πρός ἀσθενῆ, ἤτοι Ἐξομολογητάριον ὠφέλιμον πολλά, καί ἀναγκαῖον περί τοῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας, καί περί διορθώσεως τῶν ἀσθενούντων, 2η ἔκδ. (Ἀ θῆ ναι: «Ὑπακοή», 1995). Σελίδες 222.
13. Ἁγί ου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον: Περί φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων (Ἀ θῆ ναι: «Ὁ Ἅγιος Νικόδημος», χ.χρ.). Σελίδες 240.
14. Ἁγί ου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου, «Ἡ μετάνοια», στό ἔργο τοῦ ἀρ χιμ. Σω φρο νί ου, Ὁ Γέ ρο ντας Σι λου α νός τοῦ Ἄ θω (1866-1938), μ τφρ. ἀ πό τά ρω σι κά, 3η ἔκ δ. (Ἔσ σεξ Ἀγ γ λί ας: Ἱ. Mο νή Tι μί ου Προ δρό μου, 1985), σσ. 383-390.
15. Ἁγίου Συ μεών Θεσσαλονίκης, Περί μετανοίας. PG 155, 469-504 [κυρίως 469-488].
16. Ἀγαπίου ἱερομονάχου καί Νικοδήμου μοναχοῦ, Πηδάλιον τῆς νοητός νηός τῆς μίας ἁγίας καθολικῆς καί ἀποστολικῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας, ἤτοι ἅπαντες οἱ ἱεροί καί θεῖοι κανόνες (Ἀθῆναι: «Ἀστήρ», 1957). Σελίδες 789.
17. Ἀγγελόπουλου, Ἀθανάσιου Κ., Ἡ μετάνοια κατά τήν Ὀρθόδοξον Καθολικήν Ἐκκλησίαν (Ἀθῆναι: χ.ἐ., 1998). Σελίδες 359. [διδακτ. διατριβή]
18. Ἀδελφότητος Ἱ. Μονῆς Παρακλήτου, «Μετάνοια καί ἐξομολόγηση», στό ἔργο τους: Πῶς θά σωθοῦμε, 5η ἔκδ. (Ὠ ρω πός Ἀτ τι κῆς: Ἱ. Mο νή τοῦ Πα ρα κλή του, [2000] 2002), σσ. 146-150.
19. Ἀδελφότητος Ἱ. Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα, Ἡ Πρώτη Ἀνάσταση: Ἡ μετάνοια κατά τούς Πατέρες, 2η ἔκδ. («Ψηφίδες Φωτόμορφες, 3»· Καρέας: «Ἑτοιμασία» - Ἱ. Μονή Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου, 2004). Σελίδες 86.
20. Ἀνθίμου (Μητρ. Ἀλεξανδρουπόλεως, νῦν Θεσ/νίκης), Ὀρθόδοξη εὐσέβεια: Ἐκκλησιασμός, ἐξομολόγηση, θεία κοινωνία, 4η ἔκδ. («Φυλλάδια Ἐπικαιρότητας»· Ἀθήνα: Ἀποστολική Διακονία, 1999). Σελίδες 45.
21. Ἀντωνόπουλου, Νεκτάριου (ἀρχιμ.), Ἐπιστροφή: Μετάνοια καί Ἐξομολόγηση, ἐπιστροφή στόν Θεό καί στήν Ἐκκλησία του, 3η ἀνατ. («Ὀρθόδοξη Μαρτυρία, 48»· Ἀθήνα: Ἀκρίτας, 1999). Σελίδες 101.
22. Αὐγουστίδη, Ἀδαμαντίου Γ. (πρωτ.), «Τό μυστήριο τῆς Ἐξομολόγησης», στό ἔργο του: Ἐκκλησία καί ψυχική ὑγεία: Σύγχρονες προκλήσεις (Ἀθήνα: Ἔννοια, σσ. 39-45.
23. Γαλανόπουλου, Μελετίου (Μητρ. Κυθήρων), Σύστημα ἱερᾶς Ἐξομολογητικῆς, (ἐγκρίσει τῆς Ἱερᾶς Συνόδου), (χ.τ., χ.χ.). Σελίδες 573.
24. Γιανναρᾶ, Xρήστου, «Ἡ μετάνοια, μεταποίηση τοῦ θανάτου σέ ἀνάσταση· Ἡ δικανική ἀλλοτρίωση τῆς μετάνοιας· Ὁ θεσμός τῆς πνευματικῆς πατρότητας», στό ἔργο του: Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἤθους, 2η ἔκδ. ἀναθ. (Ἀθήνα: Γρηγόρη, 1979), σσ. 188-205.
25. Γκίκα, Ἀθανασίου (πρωτ.), Ὁ πνευματικός καί τό μυστήριο τῆς μετανοίας, 2ηἔκδ. (Θεσ/νίκη: Μυγδονία, 2005). Σελίδες 133.
26. Γκουτζίνη, Σωφρονίου (ἀρχιμ.), Θεολογικές προϋποθέσεις καί ποιμαντική μετανοίας στόν Ἱερό Χρυσόστομο (Ξάνθη: «Δι’ εὐχῶν», 2006). Σελίδες 216.
27. Γρηγορίου, Ἱερομονάχου, Μετάνοια καί Ἐξομολόγησις («Θέματα πνευματικῆς ζωῆς, 1»· Ἀθήνα: Ἱ. Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, 2010). Σελίδες 63.
28. Γρηγορίου, Ἱερομονάχου, Τό μυστήριον τῆς μετανοίας, 1η ἐπανέκδ. (Ἅ γι ον Ὄ ρος: Ἱ . Kουτ λου μου σι α νόν Kελ λί ον Ἅ γ. Ἰ ωάν νης ὁ Θε ο λό γος, [2004] 2009). Σελίδες 166.
29. Γρηγορίου, Ἱερομονάχου, Ἡ θεραπεία τῶν θεραπευτῶν: Ὁ κληρικός ἐξομολογούμενος (Εἰσήγησις σέ Ἱερατικό Συνέδριο), 1η ἐπανέκδ. (Ἅ γι ον Ὄ ρος: Ἱ . Kουτ λου μου σι α νόν Kελ λί ον Ἅ γ. Ἰ ωάν νης ὁ Θε ο λό γος, [2003] 2006). Σελίδες 77.
30. Γρηγορίου, Ἱερομονάχου, «Μετάνοια: Ἐπιστροφή στόν πατρικό οἶκο», στό ἔργο του: Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή. Ὁμιλίες (Ἅ γι ον Ὄ ρος: Ἱ . Kουτ λου μου σι α νόν Kελ λί ον Ἅ γ. Ἰ ωάν νης Θε ο λό γος, 2003), σσ. 13-45.
31. Δορμπαράκη, Γεωργίου (πρωτ.), Μετανοίας ὁ καιρός..., 2η ἔκδ. (Ἀθήνα: Δομή - Ἀρχονταρίκι, 2006). Σελίδες 62.
32. Δασκαλάκη, Μαξίμου (ἀρχιμ.), Ἐγχειρίδιον ἐξομολογητικῆς, ἀπόδ. στή Δημοτική ἀρχιμ. Θεόκλ. Ντζάθας (Ἀθήνα: Ἕνωση... «Ὁ Ἅγιος Κυπριανός», 2006). Σελίδες 255.
33. Διακουμάκου, Ἠλία Γ. (πρεσβ.), Μετάνοια καί ἐξομολόγηση, σχόλια καί ἀπόδ. («Πατερική Διδαχή, 2»· Ἀθήνα: Ἁρμός, 2006). Σελίδες 149.
34. Εὐδοκίμοφ, Παύλου, «Τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως», στό ἔργο του: Ἡ Ὀρ θο δο ξί α, μ τφρ. Ἀγαμ. Μουρ τζό που λος («Βι βλι ο θή κη Ὀρ θο δό ξου Μαρ τυ ρί ας, 1»· Θεσ/νί κη: Β. Ρη γό που λου, 1972), σσ. 388-394.
35. Θεοδώρου, Ἀνδρέα, «Ἡ μετάνοια καί ἐξομολόγηση», στό ἔργο του: Τά 7 μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας: Δογματική περίληψη τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας (Ἀθήνα: «Ὁ Ἅγιος Νικόλαος», 2002), σσ. 83-101.
36. Θεοδώρου, Ἀνδρέα, «Pα ντι εῖς με ὑσ σώ πῳ καί κα θα ρι σθή σο μαι». Ἑρ μη νευ τι κό σχό λι ο στούς «Ψαλ μούς τῆς με τα νοί ας» (Ἀ θή να: Ἀ πο στο λι κή Δι α κο νί α, 1997). Σελίδες 168.
37. Θερμοῦ, Βασίλειου (πρωτ.), «Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς ψυχικῆς ἀσθένειας στό μυστήριο τῆς Μετάνοιας», στό συλλογικό ἔργο: Ἡ ὑγεία καί ἡ ἀσθένεια στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πρα κτι κά Ι΄ Πα νελ λη νί ου Λει τουρ γι κοῦ Συ μπο σί ου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων (20-22.10.2008), («Ποι μα ντι κή Βι βλι ο θή κη, 11»· Ἀ θή να: ΕΜΥΕΕ, 2009), σσ. 359-372.
38. Καλλινίκου, Κωνσταντίνου Ν. (πρωτ.), «Ἡ ἀκολουθία τῆς ἐξομολογήσεως κ.ἄ.», στό ἔργο του: Ὁ χριστιανικός ναός καί τά τελούμενα ἐν αὐτῷ, 4η ἔκδ. (Ἀθήνα: Γρηγόρη, 1969), σσ. 402-439.
39. Καραγιάννη, Δημητρίου, «Μετανοοῦντες καί ἀμετανόητοι: Ψυχολογική κατάσταση τοῦ μετανοοῦντος», στό ἔργο του: Ρωγμές καί ἀγγίγματα (Ἀθήνα: Ἁρμός, 2005), σσ. 31-46.
40. Καρακόλη, Χρήστου Κ., «Ἡ δυνατότητα μετανοίας τῶν “παραπεσόντων”», στό ἔργο του: Ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις: Ἀπαντήσεις ἀπό τήν Καινή Διαθήκη, 2η ἔκ δ. ἐπαυξ. (Ἀ θή να: Ἀ πο στο λι κή Δι α κο νί α, 2004), σσ. 131-140. [σχολιασμός τοῦ Ἑβρ. 6,4-6]
41. Καρ δα μά κη, Μιχαήλ Σ. (πρω τ.), «Ἄσκηση καί μετάνοια», στό ἔργο του: Ὀρθόδοξη πνευματικότητα: Ἡ αὐ θε ντι κό τη τα τοῦ ἀν θρώ πι νου ἤ θους, («Ὀρθόδοξη Μαρτυρί α, 3»· Ν. Σμύρ νη: «Ἀ κρί τας», 1980), σσ. 196-212.
42. Καρούσου, Καλλινίκου Ἰ. (Μητρ. Πειραιῶς), «Καγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς»: Τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, 10η ἔκδ. (Καπανδρίτι Ἀττικῆς: Χρυσοπηγή: χ.χρ.). Σελίδες 180.
43. Καρπαθίου, Ἐμμανουήλ Ἰ. (Μητρ. Κώου), Ἐξομολογητική: Θεμελιώδεις ἀρχαί τοῦ ἔργου τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, 3η ἔκδ. (Θεσ/νίκη: Π. Πουρναρᾶ, [1940] 1993). Σελίδες 659.
44. Κατσιάρα, Ἀλέξανδρου - Μάρως Βαμβουνάκη, «Μυστήριο ἐπανασύνδεσης ἤ ἀποσύνδεσης;», στό ἔργο τους: Ὅταν ὁ θεός πεθαίνει: Μιά συζήτηση (Ἀθήνα: Δόμος, 2003), σσ. 157-170.
45. Καψάνη, Γεωργίου (ἀρχιμ.), «Πνευματική καθοδήγησις πρός ὑπέρβασιν τῆς ἁμαρτίας», στό ἔργο του: Ἡ ποιμαντική διακονία κατά τούς ἱερούς Κανόνας (Πειραιεύς: Ἄθως, 1976), σσ. 131-153.
46. Κεσελόπουλου, Ἀνέστη Γ., «Ἡ μετάνοια καί ἡ κάθαρση», στό ἔργο του: Πάθη καί ἀρετές στή διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἐπανέκδ. (Ἀθήνα: Δόμος, 1986), σσ. 79-113.
47. Κορναράκη, Ἰωάννου Κ., «“Ναί, Κύριε βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα”», στό ἔργο του: Θέ μα τα Ποι μα ντι κῆς Ψυ χο λο γί ας, τόμ. Ι Ι (Θεσ/νί κη: Ἀ δελ φοί Κυ ρι α κί δη, χ.χ.), σσ. 261-268.
48. Κουμαριανοῦ, Θεόδωρου (πρωτ.), «Ἱστορική ἐξέλιξη καί διαμόρφωση τῆς Ἀκολουθίας τοῦ μυστηρίου τῆς Μετανοίας», στό συλλογικό ἔργο: Ἡ ὑγεία καί ἡ ἀσθένεια στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πρα κτι κά Ι΄ Πα νελ λη νί ου Λει τουρ γι κοῦ Συ μπο σί ου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων (20-22.10.2008), («Ποι μα ντι κή Βι βλι ο θή κη, 11»· Ἀ θή να: ΕΜΥΕΕ, 2009), σσ. 117-153.
49. Κούτσα, Συμεών Π. (Μητρ. Νέας Σμύρνης), «Τό μυστήριο τῆς μετανοίας: Ἐκκλησιολογική προσέγγιση», στό συλλογικό ἔργο: Χριστόδουλος, Ἀφιερωματι κός τόμος (Ἀ θῆ ναι: Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 2010), σσ. 299-316.
50. Κούτσα, Συμεών Π. (ἀρχιμ., νῦν Μητρ. Νέας Σμύρνης), Ὁ πνευ μα τι κός πα τήρ: Ἡ πνευ μα τι κή πα τρό της ὑ πό τό φῶς τῆς ὀρ θο δό ξου πα ρα δό σε ως (Αἴ γι ον: Ἱ. Μ. Κα λα βρύ των καί Αἰ γι α λεί ας, 1995). Σελίδες 55.
51. Μαντζαρίδη, Γεωργίου Ἰ., «Ἐξομολόγηση καί συγχώρηση», στό ἔργο του: Ὁ δοι πο ρι κό θε ο λο γι κῆς ἀν θρω πο λο γί ας (Ἅ γι ον Ὄ ρος: Ἱ. Με γί στη Μο νή Βα το παι δί ου, 2005), σσ. 233-248.
52. Μαστρογιαννόπουλου, Ἠλία (ἀρχιμ.), Πῶς βλέπουν οἱ Πατέρες τήν Ἐξομολόγηση (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων ἡ «Ζωή», 1990).
53. Μαστρογιαννόπουλου, Ἠλία (ἀρχιμ.), «Ἡ πνευματική καθοδήγησις κατά τούς Πατέρας», στό ἔργο του: Τό πο λί τευ μα τῶν χρι στι α νῶν: Δο κί μι α θε ο λο γι κά καί ὁ δη γη τι κά (Θεσ/νί κη: Π. Πουρ να ρᾶ, 1975), σσ. 86-116.
54. Μαυρομάτη, Γεωργίου Β., Ἡ θύρα τοῦ ἐλέους: Τό μυστήριο τῆς μετανοίας καί ἐξομολογήσεως (Κα τε ρί νη: «Τέρ τι ος», 1986). Σελίδες 87.
55. Mε ταλ λη νοῦ, Γεωργίου Δ. (πρω τ.), «“Ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται ἐν τοῖς μυστηρίοις”», στό ἔργο του: Ἡ θε ο λο γι κή μαρ τυ ρί α τῆς Ἐκ κ λη σι α στι κῆς Λα τρεί ας, 2ηἔκ δ. (Ἀ θή να: Ἁρ μός, 1996), σσ. 243-261 [κυρίως 256-258 γιά τό μυστήριο τῆς μετανοίας].
56. Μουστάκα, Χριστοδούλου (Ἐπισκόπου, Μητρ. πρ. Αὐλῶνος), Ἡ μετάνοια κατά τόν ἅ γι ο Ἰ ωάν νη τόν Χρυ σό στο μο («Θεωρία καί πράξη, 25»· Ἀ θή να: Ἀ πο στο λι κή Δι α κο νί α, 2007). Σελίδες 117.
57. Μουστάκη, Βασιλείου Π., Τό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως ὅπως βιώνεται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία («Φυλλάδια Ἐπικαιρότητας»· Ἀθήνα: Ἀποστολική Διακονία, 1990). Σελίδες 40.
58. Μπιλάλη, Σπυρίδωνος Σ. (ἀρ χιμ.), Ὁ λυτρωτικός διάλογος, 3η ἔκδ. (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων ἡ «Ζωή», 1963).
59. Μπόνη, Κωνσταντίνου Γ., «Τό μυστήριον τῆς Μετανοίας ἤ Ἐξομολογήσεως», στό ἔργο του: Κατήχησις καί Λειτουργική, 2η ἔκδ. (Ἀθῆναι: Ἔκδ. περ. «Ἐκκλησία», 1999), σσ. 56-58.
60. Νευράκη, Νικολάου Γ., «Τό μυστήριο τῆς Μετανοίας καί τῆς Ἐξομολογήσεως», στό ἔργο του: Βασικές ἀλήθειες πίστεως καί ζωῆς (Ἀθήνα: χ.ἐ., 2007), σσ. 112-114.
61. Ὀρφανοῦ, Πορφυρίου (ἀρχιμ.), Τό Μυστήριον τῆς Μετανοίας καί τῆς Ἐξομολογήσεως, πρόλ. Μοναχός Μωυσῆς Ἁγιορείτης (Θεσ/νίκη: χ.ἐ. [κεντρ. διάθ. Σταμούλη], 2009). Σελίδες 102.
62. Παπαγιάννη, Χριστοδούλου Κ. (ἀρχιμ.), Σωτήρια ἀπόφαση, 16η ἔκδ. σέ ἁπλούστερη γλώσσα (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», 2007). Σελίδες 31.
63. Παπαδόπουλου, Κων/νου Ν. (πρωτ.), «Ἡ μετάνοια καί τό Εὐχέλαιο», στό συλλογικό ἔργο: Ἡ ὑγεία καί ἡ ἀσθένεια στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πρα κτι κά Ι΄ Πα νελ λη νί ου Λει τουρ γι κοῦ Συ μπο σί ου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων (20-22.10.2008), («Ποι μα ντι κή Βι βλι ο θή κη, 11»· Ἀ θή να: ΕΜΥΕΕ, 2009), σσ. 185-202.
64. Παπακώστα, Σεραφείμ (ἀρ χιμ.), Ἡ μετάνοια, 21η ἔκδ. (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων ἡ «Ζωή», 1997). Σελίδες 141.
65. Ράμφου, Στέλιου, «Μετάνοια», στό ἔργο του: Πελεκάνοι ἐρημικοί: Ξενάγησι στό Γεροντικόν (Ἀθῆναι: Ἁρμός, 1994), σσ. 405-418.
66. Σαχάρωφ, Σω φρο νί ου (ἀρ χιμ.), «Περί μετανοίας», στό ἔργο του: Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι, μ τφρ. ἀ πό τά ρω σι κά Ἱερομονάχου Ζαχαρίου, 2η ἔκ δ. (Ἔσ σεξ Ἀγ γ λί ας: Ἱ. Mο νή Tι μί ου Προ δρό μου, 1993), σσ. 37-74.
67. Σμέ μαν, Ἀλεξάνδρου (πρω τ.), Πῶς πρέπει νά ἐξομολογοῦμε καί πῶς πρέπει νά ἐξομολογούμεθα (εἰσήγηση πάνω στό θέμα), 2η ἔκδ. (Κα τε ρί νη: «Τέρ τι ος», 1989). Σελίδες 43.
68. Σμέ μαν, Ἀλεξάνδρου (πρω τ.), «Τό μυστήριο τῆς μετάνοιας», στό ἔργο του: Λειτουργία καί ζωή: Χριστιανική ἀνάπτυξη μέσα ἀπό τή λειτουργική ἐμπειρία, μτφρ. Ἰωσ. Ροηλίδης, πρόλ. Στ. Φωτίου (Ἀθήνα: Ἁρμός, 2007), σσ. 138-139.
69. Σταυ ρό που λου, Xριστοφόρου Γ. (ἀρ χιμ.), Ἡ ποιμαντική τῆς μετανοίας, 2η ἔκδ. (Ἀ θή να: Ἀ πο στο λι κή Δι α κο νί α, 1988). Σελίδες 245.
70. Σταυ ρό που λου, Xριστοφόρου Γ. (ἀρ χιμ.), Ἡ θύρα τῆς χάριτος: Ἱερά ἐξομολόγησις («Θεωρία καί πράξη, 15»· Ἀ θή να: Ἀ πο στο λι κή Δι α κο νί α, 1996). Σελίδες 208.
71. Τάτση, Διονυσίου Δ. (πρεσβ.), Μετάνοια: Τό μυστήριον τῆς σωτηρίας (Κόνιτσα: χ.ἐ., 2002). Σελίδες 126.
72. Τρεμπέλα, Παναγιώτου Ν., «Μετανοεῖτε», 16η ἔκδ. σέ ἁπλούστερη γλώσσα (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», 2006). Σελίδες 127.
73. Τσακογιάννη, Ἠλία (Μητρ. Δημητριάδος), Γιατί δέν τοῦ ἀνοίγεις; (Ἀ θῆ ναι: Βιβλιοπωλεῖον Ν. Πα να γό που λος).
74. Φουντούλη, Ἰωάννου Μ., «Σχόλια στήν Ἀκολουθία τῆς Μετανοίας», στό ἔργο του: Τελετουργικά θέματα: «Εὐσχημόνως καί κατά τάξιν», τόμ. Γ΄ («Λογική Λατρεία, 16»· Ἀθήνα: Ἀποστολική Διακονία, 2007), σσ. 71-86.
75. Χατζηνικολάου, Ἀστέριου (ἀρχιμ.), «Πορεία μετανοίας», στό ἔργο του: Ἡ ὁδός τοῦ Κυρίου: «στενή καί εὐρύχωρος καί παράδοξος», 3η ἔκδ. (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», 2009), σσ. 108-115.
76. Χριστοδουλιᾶ, Πέτρου (ἀρ χιμ.), Τό φιλάνθρωπο μυστήριο, 3η ἔκδ. (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων ἡ «Ζωή», 1998). Σελίδες 128.
77. Χριστοδούλου, Θεμιστοκλέους Στ. (πρωτ.), Ἐξομολόγηση: Γιά μιά καλή προετοιμασία («Ποιμαντικο-Λειτουργικά Θέματα, 9»· Ἀθήνα: Ὁμολογία, 2008). Σελίδες 185.
78. Ψαλτάκη, Γεωργίου Γ., «Ἡ μετάνοια καί ἐξομολόγησις», στό ἔργο του: Τά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας (Ἀ θῆ ναι: Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», 2008), σσ. 49-65.
79. Segneri, Paolo, Ὁ πνευματικός διδασκόμενος: Μιά μετάφραση τοῦ Ἐμμανουήλ Ρωμανίτου, εἰσαγ. μελέτη - ἐπιμ. κειμ. Βασ. Τσακίρης («Ἔργα περί μετανοίας καί ἐξομολογήσεως, 46»· Θήρα: Θεσβίτης, 2005). Σελίδες 180.
80. Ware, Κάλλιστου (Ἐπισκ. Διοκλείας, νῦν Μητρ. Διοκλείας), «Ἀλλαγή τοῦ νοῦ», στό ἔργο του: Ὁ ὀρ θό δο ξος δρό μος, μ τφρ. Μαρίας Πά σχου, πρόλ. Π. Β. Πά σχου, 5ηἔκ δ. (Ἀ θή να: Ἑ πτά λο φος, 1987), σσ. 130-135.
81. Ware, Κάλλιστου (Ἐπισκ. Διοκλείας, νῦν Μητρ. Διοκλείας), «Ἡ ὀρθόδοξη ἐμπειρία τῆς μετανοίας», «Ἡ πνευματική πατρότης στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», στό ἔργο του: Ἡ ἐντός ἡμῶν βασιλεία, μτφρ. Ἰωσ. Pοηλίδης, σειρά («Ὀρθόδοξη Μαρτυρία, 51»· Ἀθήνα: Ἀκρίτας, 1994), σσ. 93-114, 115-151.
82. Συλλογικό ἔργο, Τό ἱ ε ρόν μυ στή ρι ον τῆς με τα νοί ας: Εἰ ση γή σεις, Πο ρί σμα τα Ἱ ε ρα τι κοῦ Συ νε δρί ου τῆς Ἱ. Μη τρ. Δρά μας ἔ τους 2002 (Δρά μα: Ἱ. Μη τρ. Δρά μας, 2002). Σελίδες 500.
83. Συλλογικό ἔργο, Ἡ ὑγεία καί ἡ ἀσθένεια στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πρα κτι κά Ι΄ Πα νελ λη νί ου Λει τουρ γι κοῦ Συ μπο σί ου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων (20-22.10.2008), («Ποι μα ντι κή Βι βλι ο θή κη, 11»· Ἀ θή να: ΕΜΥΕΕ, 2009). Σελίδες 592.

imns.gr

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...