Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Νέας Σμύρνης κ. Συμεών, Ποι μενάρχα τῆς θεοφρουρήτου καί θεοσώστου ταύτης Ἱε ρᾶς Μητροπόλεως,
Σεβασμιώτατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί συνεπίσκοποι,
Ἐξοχώτατε ἐκπρόσωπε τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως,
Ἐντιμότατε Δήμαρχε καί λοιποί Ἄρχοντες τῆς Πόλεως,
Προσφιλέστατοι συμπρεσβύτεροι καί διάκονοι,
Εὐλογημένα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας,
Ημέρα ἱερᾶς μνήμης καί κριτικοῦ ἀναστοχασμοῦ ἡ σημε ρινή Κυριακή. Ἡμέρα ἐνθυμήσεως τοῦ μα καρι στοῦ Πρωθιε ράρχου καί ἐκτενοῦς ἱκεσίας πρός τόν ἀγωνοθέτη Θεό γιά τήν ἀπονομή τοῦ ἀμαράντινου στε φάνου τῆς δόξης μετά τῆς εἰσό δου του στήν ἐπηγ γελμένη θεία Βασιλεία.
Εὑρισκόμεθα κατά τή σημερινή Κυριακή ἐν συνάξει, Κλῆ ρος καί λαός, γιά νά ἀ πευ θύ νουμε τήν κατά ἱερό χρέος ἐπιμνημόσυνη δέηση ὑπέρ μακαρίας ἀναπαύ σεως τοῦ ἀοι δίμου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλ λάδος, πολυ φιλήτου ἡμῖν καί σεπτοῦ Πατρός, Ἀδελφοῦ καί Συλ λει τουρ γοῦ κυροῦ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, μεταστάντος ἐπί τριε τί αν στή θριαμβεύουσα ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησία.
Ἀποδεχθείς ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπός μας καί ἡ περί αὐτόν Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκ κλησίας τῆς Ἑλ λά δος τήν ὑποβληθεῖσα σεμνή πρόταση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης καί ἀγαπη τοῦ ἐν Χριστῶ ἀδελφοῦ κ. Συμεών, τόν ὁποῖο καί εὐχαριστοῦμε θερμότατα, κατά ἀγαθή συγ κυ ρία τελοῦμε τή σημε ρινή Κυρια κή τήν πολυαρχιερατική θεία Λειτουργία καί τήν ἐπιμνημό συνη δέηση ἐντός τοῦ πανσέπτου ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτό κου τοῦ Παλαιοῦ Φαλήρου, στόν ὁποῖο ἐπί μιάν ὁλόκληρη δεκαετία ὑπηρέτησεν ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκο πος (1963-1974), προτοῦ ἀνέλθει στό ἐπισκοπικό ἀξίωμα, ὡς Προϊστάμενος καί Ἱε ροκήρυξ, ἔχο ντας ὁ ὁμιλῶν τήν ξεχωριστή τιμή νά συλλει τουργεῖ μαζί του ἀπό τόν βαθμό τοῦ διακόνου.
Α΄
Ἐπιτρέψτε μου, λοιπόν, νά ἀναπολήσω στή μνήμη μου τά πρῶτα μου χρόνια ὡς διακόνου μετά τοῦ Μακα ριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου τότε, κυροῦ Χριστοδούλου, κα τά τά ἔτη 1972-1974. Μέσα στό ναό αὐτό, πού ἀποτε λεῖ ἔργο τῆς εὐ λάβειας τῶν προσφύγων τῆς μαρτυρικῆς καί χιλιοτραγουδι σμένης Σμύρνης, τῶν φορτωμένων μέ πλούσια πα ράδοση καί ζωντανή Ὀρθοδοξία, ἐδῶ στήν Παναγίτσα, ἀναλαμβά νει ὡς Προϊστάμενος ἀφ’ ἑνός μέν τό δύσκολο ἔρ γο τῆς ἀποπερά τωσης τοῦ ἱε ροῦ τούτου Ναοῦ, ἀφ’ ἑτέρου δέ τό πνευματικό καί φιλανθρωπικό ἔργο, μέ τό προσιτό καί φλογερό θεῖο κήρυγμα, τίς ἑσπερινές ὁμιλίες, τήν ἱερά κατήχηση καί τή χριστιανική ἀγωγή τῆς νεολαίας, καί τό πρῶτο νεανικό ἐνοριακό περιοδικό «Σάλπιγξ». Πολισχιδές τό ἔργο του, πού κάλυπτε ὅλες τίς πτυχές τῆς ἐνοριακῆς ζωῆς.
Τή διακονία αὐτή ἀνέλαβε μέ πολύ ζῆλο καί ἐνθου σιασμό, παράλληλα μέ τήν ὑπεύθυνη θέση του ὡς κλη ρικοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἔτσι ὥστε ἐμεῖς σήμερα νά λα τρεύουμε τόν Κύριό μας ἐντός τούτου τοῦ περι καλ λοῦς μνημείου λατρείας τοῦ Θεοῦ. Ἔκτοτε ἐδῶ ἐνι σχύεται ἡ πίστη καί θεμελιώνεται ἡ ζωή καί οἱ ἐλπίδες τῶν χριστιανῶν ἐνοριτῶν, βιώνοντας ὅλοι μαζί τή χάρη τῶν ἁγί ων μυστηρίων καί κυρίως τή μετοχή στό Εὐχα ριστιακό δεῖπνο, τό δεῖπνο τῆς Βασιλείας.
Ἡ παρουσία τοῦ μακαριστοῦ Χριστοδούλου ἐδῶ στήν ἐνορία τῆς Παναγίτσας ἀποτέ λε σε πραγματικό ξεχύλισμα ἀγάπης καί προσφο ρᾶς, μέχρι αὐ τοθυσίας διά τήν πνευματικήν πρόοδον τῆς ἐνο ρίας. Γι’ αὐτό ἀγαπήθηκε ὅσο κανείς ἄλλος καί ἡ μνήμη του παραμένει ἀνεξί τη λη μέχρι καί σήμερα στούς ἐνορίτες. Προσωπικῶς τόν ἐνθυ μοῦμαι ὡς ἄριστο λειτουργό καί σοφό καθοδηγητή στά πρῶτα μου διακονικά χρόνια, ἀφοῦ ἀπ’ ἐκεῖνον διδάχθηκα «τό πῶς ἐν οἴκῳ Θεοῦ δεῖ ἀναστρέ φεσθαι», φιλακόλουθον καί ὑμνω δόν γλυκύτατον, μέ καθαρή ἄρθρωσιν, μουσικήν συγκρότησιν καί ἱεροψαλτική ἱκα νότητα, πού μεταρσίωνε τό ἐκκλησίασμα μέ τήν ἀγ γελική φωνή του. Κι ὅλα αὐτά τόν συνόδευαν ὡς τάλαντα τῆς πολυτίμου πνευματικῆς παρουσίας του μέχρι τῆς τελευτῆς του.
Β΄
Παράλληλα, ἡ σημερινή Κυριακή ἀποτελεῖ ἡμέρα μνήμης τῆς καθ’ ὅλου ἐξαιρέτου προσωπικότητος, τοῦ παραμένοντος πνευματικοῦ πλούτου καί φω τεινοῦ παράδειγματος δι’ ὅλους τούς Ὀρθοδόξους κληρικούς, τοῦ ἀειμνήστου Προκαθημένου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὁ ὁποῖος ὡς ἀρ χηγέτης τῆς νοητῆς ὁλκάδος ἐλάμπρυνε μέ λόγους καί ἔρ γα «εὐάρεστα τῷ Θεῷ» τόν Ἀρχιεπισκοπικό Θρό νο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἔχω τή γνώμη ὅτι δέν ὑπάρχει καλύτερος χαρακτηρισμός γιά τήν ἔξοχη αὐτή ἐκκλησιαστική προσωπικότητα ἀπό τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πού ἀκού σαμε σήμερα νά ἀπευθύνει πρός τόν μαθητή του Τιμόθεο: Ὅπως ὁ ἴδιος ἐξη γεῖ τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ἐλε ήθηκε ἀπό τόν Θεό, γιά νά γίνει ὑπόδειγμα γιά ὅλους ἐκείνους πού ἔμελλε νά πιστέψουν στόν Χριστό, ἔτσι –τη ρουμένων τῶν ἀναλογιῶν– καί ὁ Ἀρχιεπίσκο πος Χριστόδουλος ὑπῆρξε «πρός ὑπο τύπωσιν τῶν μελλόντων πιστεύειν ἐπ’ αὐτῷ» (Α΄ Τιμ. 1,13).
Τύπος καί παράδειγμα ὁ μακαριστός Χριστόδου λος, ἀναλαμβάνοντας μετά πάσης δεξιότητος καί ἐκκεντρί ζοντας εἰς τήν ζωήν του τό τρισσόν ἀξίωμα τοῦ Κυρίου μας, τό βασιλικόν, τό ἱερατι κόν καί τό προφητικόν. Ἠγήθηκε, ἱεράτευσε καί ἐδίδαξε ὑπέρ τό δέον, διερμήνευσε τήν ζωήν καί τόν λόγον τοῦ Κυρίου εἰς τήν ζωήν του, μαρτυρίᾳ ὀρθοδόξῳ καί αὐθεντικῆ. Καί ὡς ἐκ τού του ἐγέ νετο:
· Τύπος καί παράδειγμα στό ἐπίγειο ἱερό θυσιαστήριο, ἱερουργῶν μέ ὑποδει γματικόν τρόπον τήν ἐσχα το λογι κήν τράπεζα τῆς βασιλείας.
· Τύπος καί παράδειγμα στόν ἱερό Ἄμβωνα, τόν ὁποῖο ἐ κόσμησε μέ τήν πλατιά θεολογική, νομική καί κοινωνική του μόρφωση, καί τή ρητορική του δεινότητα, τή γνώση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως, τήν ἐμβρι θῆ μελέτη τῆς πατερικῆς Γραμ ματείας, καί ὡς ἐκ τούτων ἀσυμβίβαστος καί ἀπόλυτος εἰς τάς θέσεις του.
· Τύπος καί παράδειγμα στό πλούσιο συγγραφικό του ἔρ γο, πού ἀποτυπώνει ἐναργῶς μέ τή δυ νατή γραφίδα του τούς προβληματισμούς καί τήν ποιμαντική ἀγωνία τοῦ ἀληθινά ἀνησύχου πνεύματός του νά προτρέχει τῆς ἐπο χῆς του γιά νά καταστήσει ἀποτελεσματικό καί καρποφόρο τό ποιμαντικό ἔργο τῆς Ἐκκλη σίας.
· Τύπος καί παράδειγμα τά ἐπί εἴκοσι τέσσερα ὁλό κληρα ἔτη καρποφόρου ποιμαντορίας καί διακονίας του εἰς τήν Ἱερά Μητρόπολιν Δημητριάδος καί Ἁλ μυροῦ μέ τό πλού σιο πνευματικό, φιλανθρωπικό καί συγγραφικό του ἔργο.
· Τύπος καί παράδειγμα στόν Ἀρχιεπισκοπικό Θρόνο τῶν Ἀθηνῶν, τό ποίμνιο τοῦ ὁποίου ἀγωνίστηκε νά καλλιεργήσει πνευματικά· νά οἰκοδομήσει ἐν Χρι στῷ· νά ὁδη γήσει στή συνειδητή χριστιανική ζωή.
· Τύπος καί παράδειγμα τά δέκα χρόνια Ἀρχιε πι σκο πικῆς ποιμαντορίας του, ὅπου ἔζησε πολλές καί σημαντικές στι γμές καί γε γο νό τα χα ρᾶς καί πνευ μα τι κῆς εὐ φρο σύ νης, ἀλ λά καί γε γονό τα καί πε ρι ό δους δύ σκο λες, ἄλ γους πνευ μα τι κοῦ καί πό νου σωματι κοῦ. Σέ κάθε περίπτωση ὅμως ἐνεργοῦσε σύμφωνα μέ τό ἀλάν θαστο κριτήριο τῆς ἐκκλη σιαστικῆς του συνειδήσεως, μαζί μέ τήν αὐθεντικό τητα τῆς προσωπι κότη τός του.
· Τύπος καί παράδειγμα στά τέλη τῆς ἐπί γῆς βιοτῆς του. Ὁ Θεός καί Πατέρας μας ἐπέτρεψε νά δοκιμα στεῖ στό καμίνι τῆς ἐπάρατης ἀρρώ στιας. Στάθηκε ὡστόσο ὄρθιος μέχρι τέλους. Ὑπέμεινε τή δοκιμασία ἀγόγγυστα. Σήκωσε τόν καύσωνα τῆς ἀσθενείας του μέ θαυμαστό τρόπο, θαρραλέα, αἰσιόδοξα, ἐλπι δο φόρα, προσευχητικά καί παρακλητικά νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἀναντιρρήτως ὁ μακαριστός Χριστόδουλος ὑπῆρ ξε ἕνας ἐκ τῶν εὐλαβῶν καί ζηλωτῶν κληρικῶν, ἕνας ἐκ τῆς χορείας τῶν μεγάλων καί διαπρεπῶν Ἀρχιεπι σκό πων, πού ἐκλέϊσε τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί τή σύγχρονη ἱστορία της. Ἐπιπρο σθέτως δέ δι’ ἐμέ προσφιλής ἀδελφός μέ κοινές πνευματικές ρίζες, παρά τούς πόδας ἐμπείρου πνευματικοῦ καθοδηγητοῦ καί πατρός, τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου πρ. Πειραιῶς κ. Καλλινίκου.
Γ΄
Ὅσοι τόν ζήσαμε ἀπό κοντά, τόν θαυμάζαμε. Θαυμάζαμε
· τή θεολογική του παιδεία,
· τή λειτουργική του συνείδηση,
· τήν ποιμαντική του ἀγωνία,
· τήν ἐκπληκτική του ἱκανότητα νά λαμβάνει τά μηνύματα τῆς ἐποχῆς του,
· τήν πολυγλωσσία, τό μειδίαμα, τήν ἁπλότητα, τήν προσήνεια, τό φωτεινό καί χαμογελαστό πρόσωπό του, τήν ἀφελότητα τῆς καρδίας του, τήν παιδικότητά του, καί τέλος τήν ἀνεξικακία του.
Ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά του γεννοῦσαν ἰδέες καί ὁρά ματα. Ἀγαποῦσε πολύ τόν Θεό, τήν Ἐκκλησία καί τήν ἑλληνορθόδοξη πατρίδα μας. Ἔδωσε τή μαρτυρία τῆς πίστεως πού χρειαζόταν ἡ ἐποχή μας. Ὑπῆρξε ἀναμφιβόλως χαρισματική προσωπικότητα.
Ἀγκάλιασε ὅλους. Πλησίαζε τόν ἄνθρωπο καί ὁ λόγος του ἀναπτέρωνε καί ἄγγιξε τήν ψυχή του. Ἀγκάλιασε ἰδιαίτερα τή νεότητα μέ τόν ζηλευτῆς εὐθυβο λίας κρυστάλλινο λόγο του. Ἔκανε ἀνοίγ ματα τολμηρά. Ἐπι κοινωνοῦσε μέ τίς καρδιές ὅλων καί αὐτῶν τῶν διαφωνούντων. Μίλησε γιά τήν ταυτότητα καί τήν ἰδιο προσωπεία τοῦ λα οῦ μας. Ἦταν πολέμιος τῆς παγκοσμιοποιήσεως καί διώκτης τοῦ ἀφελληνισμοῦ καί διώκτης τῆς προσπάθειας ἀποχριστιανο ποιήσεως τῆς Εὐρώπης καί τοῦ Ἔθνους μας. Ἤθελε τήν ἐκκλησία κέντρον τῆς ζωῆς ὅλων μας. Ἔκαμε αὐτο κριτική γιά τά λάθη του καί ζήτησε συγγνώμη.
Μοιρά σθηκε πολλές φορές τήν ποιμαντική του ἀγωνία μέ τούς συνεπισκόπους του γιά τή διαποίμανση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί συνέγειρε σέ ἀγῶνες μοιραζόμενος μαζί μας τήν μέριμνα τῆς Ἐκκλη σίας καί τήν ἀγω νία μας γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Καρδιακά ἐπι κοινώνησε μέ τόν λαό μας καί ὁ λόγος του ξεχείλιζε ἀπό ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη γιά τόν Χριστό, τόν Σωτήρα καί Λυτρωτή μας.
Ἐντυπωσιάσε μέ τόν παλμό καί τόν ζῆλο του γιά τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἀγώνας καί ἀγωνία του νά κηρυχθῆ πανταχοῦ ἡ ἐλπίδα καί ἡ βεβαιότητα τῆς σωτηρίας.
Οἱ Ἕλληνες τόν ἀναζητοῦν μέ νοσταλγία γιατί ὁ Χριστόδουλος ὡς ἀγάπη δέν πέρασε ἀπαρατή ρη τος.
Ἐνθυμούμεθα τί ἔλεγε γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη: «Τήν πίστη μας τήν ὀρθόδοξη δέν θέλουμε οὔτε πρέπει νά τή χάσουμε... Ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ὑπάρ χουν παραδοσιακοί καί ἱστορικοί δεσμοί ἀνά μεσα στήν Ἐκκλησία καί τόν λαό μας. Ἡ πίστις μας εἶναι τρόπος ζωῆς, καθημερινό βίωμα».
Ἐνθυμούμεθα τί ἔλεγε γιά τούς Ἕλληνες στήν Εὐρω παϊκή Ἕνωση: «Ἡ ἰδι ότητά μας ὡς εὐρω παίων δέν ἀναιρεῖ οὔτε πρέπει νά ἀναι ρεῖ τήν ἰδιότητά μας ὡς Ἑλλήνων. Πιστεύω ὅτι ἡ Εὐρώπη χωρίς Ἑλλάδα δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει».
Ἐνθυμούμεθα τί ἔλεγε γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν σύγχρονο τρόπο ζωῆς: «Κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα Θεοῦ, ἀδιακρίτως φίλου, ἐθνικό τη τος, θρησκείας... Φτιάξε τόν ἄνθρωπο μέ τά στοι χεῖα τῆς Χριστοκεντρικότητας, τῆς ἑλλη νορθόδο ξης παράδοσής μας καί τότε ὅλα τά προβλήματα θά βροῦν τή λύση τους».
Ἐνθυμούμεθα τί ἔλεγε γιά τούς νέους: «Νά ἀγα πᾶτε τόν Ἰησοῦν Χριστόν, νά ἀγαπᾶτε τήν πατρίδα μας, πού εἶναι τά θεμέλια τῆς ζωῆς μας».
«Ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος» (Ἑβρ. 11,32) διά τά ὅσα εἶπε διά τήν ζωή καί τήν Ἐκκλησία, τήν πατρίδα καί τό Ἔθνος μας.
Καθ’ ὅλη τήν ἐκκλησιαστική ποιμαντορία του ὁ πολυσέβαστος καί πολυφίλητος Χριστόδουλος στά θη κε ὑπεύθυνος καί ἔ ντι μος, ἀ πό λυ τα συ νε πής καί τί μι ος μέ τό ἀρχιερατικό του ἀξίωμα καί τήν ὑψηλότατη ἀ πο στο λή του στήν καθ’ Ἑλλάδα Ἐκκλησία. Μέ τά μοναδικά του χαρίσματα, τήν ἐπιστημονική του γνώση, τήν πολύχρονη ἀπο κτη θεῖσα πείρα του καί τή στιβαρότητα τοῦ χαρα κτῆ ρος του συνιστοῦ σε ἀναντιλέκτως ἕνα “κεφάλαιο” γιά τήν Ὀρ θοδοξία, πού ὄχι ὀλίγοι τό ἀξιο ποίη σαν καί στηρίχτηκαν ἐπάνω του. Ἡ μνή μη τῆς μορ φῆς του θά μᾶς συ νο δεύ ει πά ντα. Ἐξ ἄλ λου, ὁ ἴδιος ἐτόνιζε ὅτι «οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, κι ὅταν φεύγουν ἀπ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή, δέν παύουν νά ζοῦν καί νά κινοῦνται ἀνάμεσά μας καί πολλές φορές ἔχουμε ζωντανή τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας τους».
Δ΄
Κατ’ ἄνθρωπον ἔφυγε πρόωρα. Ἔτσι παρεχώρησε ὁ Κύριος. Ὅμως τά ἴχνη τῆς διαβάσεώς του καί τῆς ἀρχιε ρατικῆς του ποιμαντορίας παραμένουν καί θά παραμείνουν ζωηρά γιά ὁλόκληρο τόν Ἑλλη νικό λαό καί τόν Ὀρ θόδοξο κόσμο. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ ἀναφορά κατά τό τελεσθέν Τρισάγιο τό περασμένο ἔτος τοῦ Μα καριωτάτου Ἀρχι επισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλά δος κ. Ἱερω νύμου, ὑπογραμμίζο ντος ὅτι «πάντοτε προσωπικότητες δυνατές καί πληθωρικές σάν τοῦ Χριστοδούλου ἀφήνουν ἕνα κενό πίσω».
Ὅλοι μας θά τόν ἐνθυμούμαστε μέ αἰ σθή ματα βαθυτάτου σεβασμοῦ, μεγάλης ἀγάπης καί ἀνεκ φρά στου εὐ γνωμο σύ νης. Ὅλοι μας πιστεύουμε ὅτι οἱ ἀρχιερα τικές εὐχές του, οἱ προσευχές του καί ἡ ἀγάπη του πρός τούς Ὀρθόδοξους Ἕλλη νες καί τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀποτελοῦν στήριξη καί βοήθεια στή δύσκολη καί ποικίλη κρίση πού διερχόμεθα.
* * *
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι, καί ἀδελφοί μου ἀγα πητοί,
Αὐτή τήν ὥρα στόν κατάμεστο ἱερό Ναό τῆς Παναγίτσας πού ὑπηρέτησε ἐπί μία δεκαετία, ὅλοι μας, Ἀρχιε πίσκοπος καί Ἐπισκόποι, πρεσβύτεροι καί διάκονοι, καί ὅλοι ἐσεῖς, ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ, προσήλθαμε διά νά τιμήσουμε τήν καρδιά ἐκείνη ἡ ὁποία ἐπί πολλάς δεκαετίας ἐπάλλετο εἰς τούς ρυθμούς τῆς ἐκκλη σιαστικῆς διακονίας καί κοινωνικῆς προσφορᾶς, τοῦ κηρύγματος καί τῆς διδασκαλίας, τῆς θυσίας καί τοῦ καθήκοντος, διά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ὁ δυναμικός, ὁρμη τικός καί χαρισματικός ἐκκλησιαστικός ἡγέ της ἐσίγησε πλέον εἰς τούς τωρινούς δυσκόλους καιρούς. Ὅμως κατέλιπε πνευματικήν παρακαταθήκην, πολύτιμον κατά πάντα καί φωτεινήν διά τήν μέλλουσαν πορείαν μας, εἰς τρόπον ὥστε αὐθορ μήτως ἀναφωνοῦμεν μετά τοῦ Σο φοῦ Σολομῶ ν τος: «Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων καί εὐλο γία ἐπί κεφαλήν αὐτοῦ, ἐν ἐσχάτοις καιροῖς, ὥσπερ λύχνος πάμφωτος τῶ κό σμῳ ἔλαμψε καί ηὔγασε τοῖς πιστοῖς» (Παρμ. 10,9).
Ἀναπαύου ἐν τῷ φωτί τοῦ Θεοῦ μέχρι τῆς κοινῆς ἀνα στάσεως, κλεινέ Πρωθιεράρχα.
Χαῖρε ἐν οὐρανοῖς, τῆς Ὀρθό δοξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀγλάϊσμα καί κλέος.
Αἰωνία καί ἀγήρως ἡ μνήμη σου! Ἀμήν.