π. Χριστόδουλος Μπίθας
Καθώς ἡ οἰκουμένη κι ἡ Ἑλλάδα πού ξέραμε ἀλλάζουν ραγδαῖα, μαζί κι ἐμεῖς, παρατηροῦμε ἀμήχανοι τίς μεγάλες ἀλλαγές στήν σκέψη καί τήν συμπεριφορά τῶν ἐφήβων. Ὁ κόσμος μέσα στόν ὁποῖο ζοῦν τούς βιάζει νά μεγαλώσουν ἀφύσικα γρήγορα, πρίν τήν ὥρα τους, κι ἐκεῖνοι μέ τήν σειρά τους, ἔκπληκτοι μικρομέγαλοι, προσπαθοῦν νά ἀφομοιώσουν συναισθήματα, γεγονότα καί καταστάσεις πού τούς ξεπερνοῦν κατά πολύ. Καί καθώς συμβαίνει αὐτό, φουντώνουν μέσα τους ἕνα σωρό ὑπαρξιακά ἐρωτήματα, πού στίς παλιότερες γενιές ἀκολουθοῦσαν πιό φυσικά τά στάδια τῆς ἀνάπτυξης.
Τά παιδιά κι οἱ ἔφηβοι ἀντιγράφουν τόν δικό μας κόσμο, τίς δικές μας συνήθειες, τά λάθη μας, τίς φοβίες μας, τήν δική μας ἁμαρτία κι ἀστοχία. Τά ζοφερά προβλήματα πού συσσωρεύτηκαν τά τελευταῖα χρόνια στήν πατρίδα μας - ἀνεξέλεγκτη μετανάστευση, ἐγκληματικότητα, ἔλλειψη ἀστυνόμευσης, πιθανοί κίνδυνοι μέ τούς κάθε λογῆς γείτονές μας, κατάρρευση τῆς πολιτικῆς σκηνῆς, μόνιμη κρίση στήν παιδεία, ἀκραῖος λαϊκισμός, ἀνεργία, φτώχεια καί τόσα ἄλλα - ἔχουν τρομάξει τούς ἀνθρώπους. Σέ αὐτό τό διαρκῶς μεταβαλλόμενο καί ἀνασφαλές περιβάλλον, τά παιδιά μεγαλώνουν μέ ἄγχος κι ἀγωνία γιά τό σήμερα καί τό αὔριο. Ἔχοντας σάν μόνιμο ρεφραίν στ’ αὐτιά τους ἀπό τά μικράτα τους τόν ἦχο τῶν κινούμενων κεφαλῶν τῆς τηλεόρασης, τήν ἀκατάσχετη πολιτικολογία, τήν κινδυνολογία, τόν φόβο, τήν γκρίνια καί τόν αὐτοκαταστροφικό μηδενισμό γιά ὁτιδήποτε ἀφορᾶ τήν ἑλληνική πραγματικότητα, καταφεύγουν στόν δικό τους κόσμο ὅπου ἀναζητοῦν καταφύγιο. Τά διαδικτυακά παιχνίδια, τά κοινωνικά δίκτυα, τό lifestyle, ὁ ἐμπορικός κινηματογράφος, ἡ δισκογραφία καί ἡ μόδα, ἀποτελοῦν τόν τόπο ὅπου ἐπικοινωνοῦν μέ τούς δικούς τους κώδικες καί διαμορφώνουν τήν φαντασία τους ἀνάλογα.
Ὅσο ὅμως κι ἄν κρύβονται ἀπό τόν κόσμο τῶν ἐνηλίκων, αὐτός τούς καθορίζει, αὐτός τούς διαμορφώνει καί τούς κατευθύνει. Κι ὅσο οἱ μεγάλοι, ἐμεῖς δηλαδή, δέν ἔχουμε νόημα ζωῆς νά μᾶς κινεῖ καί νά μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τό ὑπαρξιακό μας κενό, τόσο θά συσκοτίζουμε τίς ἐφηβικές ψυχές. Ὅσο κι ἄν τούς βομβαρδίζουμε μέ κοινωνικοπολιτικές ἤ θρησκευτικές θεωρίες, αὐτά, φοβισμένα, ἀγχωμένα κι ἀνασφαλῆ, θά ὑποφέρουν ἀπό ὑπαρξιακή ἀγωνία, πού ἔμμεσα ἤ ἄμεσα τούς κτυπᾶ διαρκῶς τήν πόρτα.
Ὅταν ἐπιχειρήσουμε νά ρωτήσουμε τούς ἐφήβους σχετικά μέ τά βασικά ὑπαρξιακά προβλήματα, θά ἀκούσουμε ἀπαντήσεις πού φανερώνουν τήν ρευστότητα τῆς ἐποχῆς μας. Οἱ ἔφηβοι εἶναι βυθισμένοι μέσα σέ ἕνα κυκεῶνα συγκρητισμοῦ. Ὅλα παίζουν κι ὅλα ἀκούγονται. Ἡ θρησκευτική δεισιδαιμονία τῆς καλῆς γιαγιᾶς, ἡ πειστική διδασκαλία τοῦ πολιτικῶς ὀρθοῦ καθηγητῆ, ἡ ἐκκοσμικευμένη ἀντίληψη τοῦ πατέρα, τά ὡραῖα λόγια τοῦ καλοῦ θεολόγου, οἱ βουδιστικές ἀπόψεις πού διάβασε στό διαδίκτυο, τό τελευταῖο ἄρθρο τοῦ Dawkins ἐνάντια στίς θρησκεῖες, ἡ φαιδρή παρουσία κάποιου ἱερωμένου στήν τηλεόραση, ἡ θεωρία συνωμοσίας σ’ ἕνα ντοκυμαντέρ, ὁ καλός παπᾶς τῆς ἐνορίας, οἱ ἐπαναστατικοί στίχοι ἑνός ρόκ τραγουδιοῦ, ὁ καλός καί ἰδανικός ἥρωας στήν τελευταία Ἀμερικάνικη ταινία πού ὄμως σκοτώνει 100 ἐχθρούς σέ δύο ὧρες, ὁ ἐντυπωσιασμός ἀπό τήν συνέντευξη ἑνός πόπ ἰνδάλματος καί οὕτω καθ’ ἑξῆς.
Μιά ὑπαρξιακή σαλάτα ἀναπαράγεται στό μυαλό τῶν παιδιῶν πού συσκοτίζει τά πάντα, τά μπερδεύει, τά κάνει θολά καί ἀσαφῆ. Ἄν στίς προηγούμενες δεκαετίες ὁ ἰδεαλισμός τῶν ἐφήβων εὕρισκε διέξοδο στίς πολιτικές ἰδεολογίες ἤ στήν παραδοσιακή θρησκευτικότητα, σήμερα, τίποτε ἀπό αὐτά δέν εἶναι βέβαιο. Ἐννοεῖται, πώς αὐτό εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς στρεβλῆς καί συγκεχυμένης ταυτότητας τοῦ Νεοέλληνα, πού δέν ξέρει ποιός εἶναι καί ποῦ πάει. Ἀνάμεσα ἀπό Ἀνατολή καί Δύση, ἀπό τήν ἀποδόμηση τῶν πάντων καί τούς ἐθνικούς μύθους, ἀπό τήν ξενομανία καί τόν στεῖρο ἐθνικισμό, ἀπό τήν συντηρητικότητα καί τόν ψευδομοντερνισμό, ἀπό τήν ξύλινη θρησκευτικότητα καί τήν ὀρθή πίστη, ἀκόμα ψάχνει νά βρεῖ ποιός εἶναι, ἄν ποτέ βέβαια τά καταφέρει.
Παράλληλα, τά θέματα σχετικά μέ τόν ἔρωτα καί τό γενετήσιο ζήτημα, χαρακτηρίζουν σέ ὑπερβολικό βαθμό - ἔμμεσα ἤ ἄμεσα - τήν συμπεριφορά τους, πρίν καλά-καλά ὁλοκληρωθεῖ ἡ διαμόρφωση τῆς ἀφηρημένης σκέψης. Βασανίζονται ὑπερβολικά μέ τήν ἐμφάνισή τους κι ἀναζητοῦν ὄχι μόνο τό φλέρτ ἀλλά καί πολλά παραπάνω, σέ ἡλικίες πού ἐμεῖς παίζαμε ἀκόμα στρατιωτάκια καί κοῦκλες. Πολλά παιδιά πρίν ἀκόμα μποῦν στό Γυμνάσιο, ἔχουν δεῖ στό διαδίκτυο εἰκόνες ἐρωτικῶν περιπτύξεων πού οἱ παλιότερες γενιές δέν μπορούσαμε κἄν νά φανταστοῦμε ὅτι ὑπάρχουν, τοὐλάχιστον προτοῦ τελειώσουμε τό σχολεῖο. Εἶναι ἑπόμενο, πολλά ἀπό αὐτά, ὅταν φουντώσει ἡ ἐφηβεία μέσα τους, νά πασχίζουν νά τά κάνουν πράξη μέ κάθε τρόπο ἤ νά αἰσθάνονται ἄσχημα ἄν δέν τό ἔχουν ἤδη πραγματοποιήσει.
Νά τονίσουμε ἐδῶ, πώς τίς τελευταῖες δεκαετίες, τά παιδιά μεγαλώνουν μέσα σέ ἕναν ὀργιώδη καταναλωτισμό, ὅπου ἡ εὐδαιμονία ὁρίζεται μέ τήν ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν. Στά χρόνια πού πέρασαν, ὅλα τά καλά τοῦ κόσμου ὑπῆρξαν μέσα στά σπίτια, ἀκόμα καί τῶν ἀσθενέστερων οἰκονομικά κοινωνικῶν στρωμάτων καί τά παιδιά μάθαιναν ἀπό τούς γονεῖς καί ἀπό τήν διαρκῆ ἔκθεση στήν διαφήμιση, ὅτι ἄν ἔχεις εἶσαι κάποιος, κι ὅτι ὅσα περισσότερα ἔχεις τόσο πιό πολύ προσεγγίζεις τήν εὐδαιμονία. Τό αἴτημα τῆς σοφίας, πού ἐπί αιῶνες ὑπῆρχε ὡς στόχος τῆς ζωῆς στόν ἀνθρώπινο πολιτισμό, καί βέβαια τῆς ἁγιότητος, μοιάζει νά ἔχει ἐξαφανιστεῖ ἀπό τό λεξιλόγιο τῶν Νεοελλήνων καί συνεπῶς καί τῶν παιδιῶν, καί παραμένει μόνο στό ἀμήχανο τραγουδάκι τῶν γενεθλίων.
Καθώς οἱ ὁρμόνες ἐκρήγνυνται στά σωματά τους, οἱ ἔφηβοι ἀναζητοῦν νόημα στήν ζωή, πασχίζουν νά διαμορφώσουν ταυτότητα, μπερδεύονται καί ἀγχώνονται, φοβοῦνται καί λυποῦνται, ἀποροῦν καί ἐξίστανται, προσπαθοῦν νά ἀρέσουν, ὑποφέρουν γιά τό ἄν εἶναι ὄμορφοι καί ἀποδεκτοί, περνοῦν ὧρες ὁλάκερες μπροστά στόν καθρέφτη παρατηρῶντας ἀτέλειες, φαντασιώνονται ἰδανικές καταστάσεις, δημιουργοῦν ἰδεολογήματα, ἀντιδροῦν, παρασύρονται ἀπό συναισθήματα καί παρορμήσεις, πέφτουν σέ κυκλοθυμία, κραυγάζουν καί ὀνειρεύονται. Ἄν ὁ γονιός δέν σταθεῖ μέ ἐπίγνωση καί προσοχή δίπλα στό παιδί του, τά ἐφηβικά προβλήματα διογκώνονται, τό ἄγχος, ἡ ἀβεβαιότητα κι ἡ ἔλλειψη αὐτοπεποίθησης ἀποδιοργανώνουν κι ἐξουθενώνουν τόν ἔφηβο.
Κι ἄν οἱ μεγάλοι ἀρχίσουν τήν ἀντιπαράθεση, τά παιδιά ὑποφέρουν καί ἀγχώνονται ἀκόμα περισσότερο. Πολλοί ἀντιδροῦν ἔντονα στήν κοσμοθεωρία τῶν γονιῶν τους γιατί ἔτσι αἰσθάνονται ὅτι συγκροτοῦν τήν δική τους ταυτότητα. Ἄλλοι προσπαθοῦν ἀπεγνωσμένα νά ταυτιστοῦν μέ τόν γονιό γιά νά νοιώσουν ἀποδοχή. Οἱ περισσότεροι, πάντως, κινοῦνται ἀνάμεσα στά δύο ἄκρα, τοῦ ἀντιδραστικοῦ καί τοῦ καλοῦ παιδιοῦ, μιά κι ἡ σύγχρονη οἰκογένεια τό εὐνοεῖ. Ἀρκετοί γονεῖς γίνονται ὑπερπροστατευτικοί, μέ ἀφορμή τούς διαφόρους καί πολλούς κινδύνους τῆς ἐποχῆς καί πνίγουν τά παιδιά τους.
Καί τότε εἶναι πιό εὔκολο ὁ ἀπεγνωσμένος ἔφηβος νά ζητήσει νά ἐνταχθεῖ σέ διαφόρων εἰδῶν ὀμάδες - πολλές φορές ἐπικίνδυνες - ὅπου θά βρεῖ τήν ἐπιβεβαίωση πού τοῦ ἀρνοῦνται οἱ δικοί του.
Καί ἄν ὅλα αὐτά ἰσχύουν γιά τόν μέσο Νεοέλληνα ἔφηβο, μέ τά παιδιά τῆς ἐκκλησίας τί γίνεται; Ἄν ἀφήσουμε στήν ἄκρη τῆς μεγαλοστομίες καί τήν εἰκονική πραγματικότητα πού πολλές φορές χαρακτηρίζει τόν τρέχοντα ἐκκλησιαστικό λόγο, θά διαπιστώσουμε ὅτι μᾶλλον καί στίς Χριστιανικές οἰκογένειες ἰσχύουν περίπου τά ἴδια. Πολλοί γονεῖς προφυλάσσουν τά παιδιά τους ἀπό τό περιβάλλον γιά νά μήν «ξεφύγουν», ὅμως ἀργά ἤ γρήγορα θά γοητευτοῦν κι αὐτά ἀπό τόν κόσμο τοῦτο καί κάποια θά πέσουν ἵσως καί μέ περισσότερη ὄρεξη στόν καταναλωτικό παράδεισο. Λίγοι εἶναι κατ’ ούσίαν ὅσοι μεγαλώνουν τά παιδιά τους μέ τέτοιο τρόπο πού νά δίνει κατεύθυνση καί νόημα ζωῆς κι ὄχι μιά ἐπιφανειακή θρησκευτικότητα. Σταδιακά, μέσα στά τελευταῖα χρόνια, ὅλο καί πιό γρήγορα ἀπό τίς ἀρχές τοῦ Γυμνασίου, τά παιδιά τῶν χριστιανικῶν οἰκογενειῶν ἐκφράζουν πολλές ἀμφιβολίες, ἐπηρεάζονται κι αὐτά ἀπό τό περιβάλλον γύρω τους καί τέλος ἐγκαταλείπουν τήν ἐκκλησιαστική ζωή, στήν προσπάθεια νά συγκροτήσουν τήν ταυτότητά τους.
Καί βέβαια, δέν εἶναι ἀπαραίτητα κακό αύτό, ἀφοῦ ἡ πίστη δέν ἀποκτᾶται κληρονομικά, ὅμως δέν εἶναι καθόλου σίγουρο ὅτι ἡ μέση θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, μπορεῖ νά ἐπηρεάσει ἀποτελεσματικά τήν ἀλλοίωση πού φέρνει στόν ἔφηβο ὁ σύγχρονος τρόπος ζωῆς. Στά χρόνια πού πέρασαν, ἀρκετοί Ὀρθόδοξοι ζήσαμε ἕνα ἐκκοσμικευμένο μοντέλο Χριστιανικῆς πίστης, ὅπου ἄλλοι ἀπό ἐμᾶς, εἴτε μέ ὑψηλές τάχα θεωρητικολογίες εἴτε μέ τήν ἀγροτικοῦ τύπου δεισιδαιμονία πού παραλάβαμε ἀπό τούς παλιότερους (ἀλλά χωρίς τήν εὐσέβειά τους), καταφέραμε νά ζοῦμε ὅπως κι οἱ ἐκτός ἐκκλησίας, χωρίς μετάνοια καί οὐσιαστικό νόημα ζωῆς, περισσότερο σάν φαρισαῖοι καί λιγότερο ὡς ἅλας τῆς γῆς. Καταναλώσαμε μετά μανίας, χτίσαμε πολυτελῆ σπίτια, πολιτικολογήσαμε ἐπαρκῶς, αὐτοδικαιωθήκαμε ἠθικολογικά καί στά παιδιά δώσαμε παράδειγμα τέτοιο, πού εἶχε, ὄχι διπλό, ἀλλά πολλαπλό μήνυμα καί τά μπερδέψαμε πολύ. Κι ἔτσι, ὅταν πασχίζαμε νά τά ἀποτρέψουμε ἀπό τήν σαγήνη τοῦ κόσμου τούτου, δέν μπορούσαμε νά πείσουμε, γιατί εἴχαμε γλῶσσα θρησκευτική κι ὄχι παράδειγμα.
Εἶναι ἡ ἀστοχία μας πού τούς ταράζει, τούς φοβίζει, τούς ἐξαγριώνει. Εἴμαστε ἐμεῖς πού τούς λέμε ψέμματα, δέν τούς δίνουμε παράδειγμα, δρόμο πρός τήν Ἀλήθεια. Κι ὅταν αὐτοί πονᾶνε, ἀντί νά τούς δείξουμε ὅτι παρόμοια ἀγωνία ἔχουμε γιά τήν ζωή - ἁπλῶς σέ ἄλλη φάση εἴμαστε - τούς κουνᾶμε τό δάχτυλο διδακτικά. Μόνο πού δέν βλέπουμε αὐτό πού ἐκεῖνοι βλέπουν, δηλαδή τήν γυμνή μας πραγματικότητα. Στήν πραγματικότητα, δέν ὑπάρχει χάσμα γενεῶν, ἀλλά τό χάσμα πού δημιουργεῖ ἡ ἁμαρτία στούς ἀνθρώπους. Ἄν ἐμεῖς οἱ μεγάλοι ἤμασταν πιό διακριτικοι, πιό σοφοί, πιό ἀγαπητικοί, περισσότερο Ἅγιοι, οἱ ἔφηβοι θά ἦταν πιό ἥσυχοι μέσα στά ἰδιαίτερα προβλήματά τους.
***
Γιά νά ὁλοκληρώσουμε, τήν εἰσήγησή μας, πραγματοποιήσαμε μέ τήν βοήθεια τῶν κατηχητῶν τοῦ ναοῦ μας, ἀλλά καί ἀδελφῶν καθηγητριῶν, μία ἔρευνα [1] σχετικά μέ τίς ὑπαρξιακές ἀγωνίες τῶν ἐφήβων σήμερα.
Ἡ ἔρευνα εἶχε σάν σκοπό νά διερευνήσει σέ ἕνα πρῶτο ἐπίπεδο τίς τάσεις πού ὑπάρχουν στούς νέους ἀνθρώπους, ὅσον ἀφορᾷ συγκεκριμένα ὑπαρξιακά ἐρωτήματα Τά σχολεῖα πού συμμετεῖχαν, εἶναι τό Λύκειο Μάνδρας (31 παιδιά), ἕνα ἰδιωτικό λύκειο στά Πατήσια (24 παιδιά) καί τό Ἐπαγγελματικό Λύκειο Πειραιᾶ (37 παιδιά). Ἀπό τό κάθε σχολεῖο ἐπιλέχθηκε μία τάξη.
Προσθέσαμε στήν ἔρευνά μας καί παιδιά ἴδιας ἠλικίας ἀπό τήν κατηχητική συντροφιά τοῦ Ἱ. Ναοῦ Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Μοσχάτου, ὅπου διακονοῦμε. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἐπιτεύχθηκε μία σχετική ποικιλομορφία ἀπαντήσεων, ἡ ὁποία κατά τή γνώμη μας εἶναι πολύ χρήσιμη γιά τήν ἐξαγωγή συμπερασμάτων, ὅσον ἀφορᾷ τούς νέους των ἡλικιῶν αὐτῶν καί σίγουρα ἀποτελεῖ ἀφετηρία γιά περαιτέρω ἔρευνα πάνω στό συγκεκριμένο ζήτημα.
Οἱ ἐρωτήσεις πού τούς θέσαμε ἦταν οἱ ἑξῆς:
Τί σέ φοβίζει;
Τί σέ ἀγχώνει;
Τί εἶναι ὁ θάνατος καί τί συμβαίνει μετά ἀπ’ αὐτόν;
Ὑπάρχει κάποιο νόημα στήν ζωή;
Γιατί ὑπάρχει πόνος καί ἀδικία;
Τί εἶναι ὁ Θεός γιά σένα;
Στήν ἔρευνά μας, [2] φαίνεται τό μέλλον νά εἶναι ἡ κύρια πηγή ἄγχους τῶν ἐφήβων, βραχυπρόθεσμα (τό σχολεῖο) ἤ μακροπρόθεσμα (ἡ δουλειά).
Πηγές φόβου ἀποτελοῦν κυρίως ἡ μοναξιά, οἱ διάφορες μεμονωμένες φοβίες (ὕψος, σκοτάδι, ἐρπετά κ.α.) καί ἡ ἀβεβαιότητα γιά τό μέλλον.
Ὑπάρχουν σοβαρές ἐνδείξεις ὅτι οἱ αἰτίες φόβου τῶν ἐφήβων παρουσιάζουν διακυμάνσεις μέ βάση τά δημογραφικά χαρακτηριστικά, δηλαδή πιθανόν νά ὑπάρχει μία τάση, ὅσο μεγαλώνουν τά παιδιά καί ὅσο περισσότερο προέρχονται ἀπό οἰκονομικά ὑποδεέστερες οἰκογένειες, τόσο περισσότερο νά αὐξάνεται ὁ φόβος καί ἡ ἀβεβαιότητα γιά τό μέλλον, ἐνῷ ἀντίστοιχα σέ μικρές ἡλικίες παίζει σημαντικότερο ρόλο ὁ φόβος τῆς ἀπόρριψης καί τῆς μοναξιᾶς.
Οἱ ἔφηβοι σέ μεγάλο βαθμό πιστεύουν στήν μετά θάνατο ζωή, ὡστόσο δέν ἔχουν κάποια συγκροτημένη ἄποψη γιά τό τί συμβαίνει, ἐνῷ ἐκεῖνοι πού ἐνσωματώνουν χριστιανικές ἀπόψεις στίς ἀπαντήσεις τους εἶναι λίγοι. Ἐπίσης, εἶναι σημαντικό τό ποσοστό πού πιστεύει ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἁπλῶς μιά φυσική διαδικασία. Καί πάλι ἐξετάζεται ἡ συσχέτιση δημογραφικῶν χαρακτηριστικῶν μέ τήν ἀντίληψή τους γιά τόν θάνατο.
Ἰδιαίτερη ἐντύπωση κάνει ἡ πίστη στήν μετεμψύχωση πού παρουσιάζει τό δεῖγμα ἀπό τό Ἰδιωτικό Λύκειο - πιθανότατα ἔχει νά κάνει μέ τό ὑψηλό οἰκονομικό ἐπίπεδο τῶν γονιῶν τους. Σημαντικό ποσοστό ἀπαντήσεων μέ χριστιανικές ἀπόψεις παρουσιάζει τό δεῖγμα ἀπό τό Λύκειο τῆς Μάνδρας, γεγονός τό ὁποῖο πιθανόν νά ἐξηγεῖται ἀπό τό ὅτι πρόκειται γιά πιό παραδοσιακό, μή ἔντονα ἀστικοποιημένο περιβάλλον.
Στό νόημα τῆς ζωῆς, προκαλεῖ τό ἐνδιαφέρον τό ἐξαιρετικά χαμηλό ποσοστό τῶν ἐφήβων πού θεωροῦν ὡς νόημα κάτι τό ὁποῖο εἶναι ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό τους, εἴτε αὐτό ἀφορᾷ πρόσωπα πού ἀγαποῦν, εἴτε τό εὐρύτερο κοινωνικό σύνολο, εἴτε ἀφορᾷ τήν ἀφοσίωσή τους σέ κάποια ἰδέα, ἰδεολογία, ἀνώτερη δύναμη ἤ θρησκεία. Ἀντίστοιχα, τό ποσοστό τῶν παιδιῶν πού ἔχουν σάν νόημα ζωῆς κάτι πού ἔχει νά κάνει μέ τήν προσωπική τους ὁλοκλήρωση καί ἰκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν τους εἶναι ἰδιαίτερα μεγάλο.
Ἐπίσης, συχνά ἑρμηνεύουν τήν ἀδικία πού ὑπάρχει στόν κόσμο ὡς ἐμπειρία πού ὀδηγεῖ στήν προσωπική τους ὁλοκλήρωση καί ὡρίμανση, ἐνδέχεται ὡστόσο ὅσο μεγαλώνουν νά ἀλλάζουν τήν στάση τους στό συγκεκριμένο ζήτημα καί νά καταλήγουν στό ὅτι, "ἔτσι εἶναι ἡ ζωή".
Τά παιδιά δείχνουν νά πιστεύουν στήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ σέ πολύ μεγάλο ποσοστό, ἐνσωματώνοντας στοιχεῖα ἐγγύτητας στήν ἀντίληψή τους γιά Ἐκεῖνον (τόν ἀντιλαμβάνονται περισσότερο σάν προστάτη καί βοηθό, σάν κάποιον δικό τους), περισσότερο ἀπό ὅτι στοιχεῖα πού δείχνουν ἀπόσταση (Θεός δημιουργός, δυνάστης, κριτής). Ἐντυπωσιακό εἶναι ὅμως, ὅτι στό ἰδιωτικό σχολεῖο, 33% τῶν ἐφήβων δηλώνουν ὅτι δέν ξέρουν ἤ δεν πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει Θεός.
Ἔχει ἐνδιαφέρον νά σχολιάσουμε ξεχωριστά τίς ἀπαντήσεις τῶν ἐφήβων τῆς κατηχητικῆς μας συντροφιᾶς, ἀφοῦ παρουσιάζουν μεγάλο βαθμό ὁμοιογένειας. Προφανῶς, ἡ διαφορά στίς ἀπαντήσεις, προέρχεται ἀπό το ὅτι ἔχουν συνηθίσει νά συμμετέχουν σέ ὁμαδικές συζητήσεις, ἀλλά καί τό ὅτι προέρχονται ἀπό ἐκκλησιαστικές οἰκογένειες.
Στήν ἐρώτηση, τί σέ φοβίζει περισσότερο, ἐντύπωση προξενεῖ ὅτι τά μισά παιδιά ἀνέφεραν τόν θάνατο, ἐνῷ τά ἄλλα μισά τήν μοναξιά.
Ὅσον ἀφορᾶ τό ἄγχος, ἔχουν μεγάλες ὁμοιότητες μέ τά παιδιά τῶν 3 σχολείων, δηλαδή κυριαρχεῖ τό βραχυπρόθεσμο καί τό μακροπρόθεσμο μέλλον.
Ἐδῶ, εἶναι ἀξιοσημείωτο τό σχετικά ὑψηλό ποσοστό τῶν ἐφήβων πού ὡς νόημα τῆς ζωῆς τους, δηλώνουν κάτι τό ὑπερβατικό, ἐνῷ οἱ μισοί δήλωσαν ὡς νόημα ζωῆς τήν σχέση μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Κανείς δέν ἀνέφερε ὡς νόημα ζωῆς κάτι πού ἔχει νά κάνει μέ τόν ἑαυτό του, ὅπως ἀπάντησαν τά παιδιά τῶν σχολείων.
Ὅσον ἀφορᾷ τήν μετά θάνατον ζωή, ὅλα τα παιδιά δηλώνουν τήν πίστη τους σέ αὐτή, ὡστόσο ἑστιάζουν κυρίως στόν πόνο τοῦ ἴδιου τοῦ θανάτου.
Στήν ἐρώτηση γιά τόν Θεό, ἐνσωματώνουν στίς ἀπαντήσεις τους σχεδόν ὅλοι, στοιχεῖα ἐγγύτητας, θεωρώντας τόν Θεό ὡς προστάτη καί βοηθό, ἐνῷ ἐντύπωση κάνει τό ὅτι ἀκόμη καί τά παιδιά πού δηλώνουν ὅτι δέν ξέρουν τί ἀκριβῶς εἶναι ὁ Θεός, ἀποτυπώνουν ταυτόχρονα καί τήν προσωπική τους σχέση μαζί του. (Παράδειγμα "Εἶναι πολύ δύσκολο νά ὁρίσω τί εἶναι ὁ Θεός γιά μένα. Πῶς μπορεῖ νά ὁρίσει κανείς τί εἶναι ὁ Θεός; Νομίζω πώς εἶναι μιά βαθύτερη ἀνάγκη μου στό νά πιστεύω ὅτι κάποιος ἀνώτερος ἀπό τούς πάντες μπορεῖ νά μέ βοηθήσει, νά μοῦ δώσει δύναμη, νά μέ προφυλάξει…").
Παραθέσαμε μερικά μόνο ἀπό τά ἀποτελέσματα τῆς ἔρευνάς μας, ἀφοῦ ὁ χρόνος δέν ἐπαρκεῖ νά εἴμαστε πιό ἀναλυτικοί. Αὐτό πού φαίνεται, εἶναι ὅτι οἱ ἔφηβοί μας εἶναι καλοί κι εὐαίσθητοι, ἀνήσυχοι καί ἀγχωμένοι, προβληματισμένοι καί μπερδεμένοι. Στά λὀγια τους φαίνεται τό χνάρι τῶν γονιῶν τους καί ἡ δυσκολία τῆς ἐποχῆς. Φοβοῦνται τό αὔριο καί ἀνησυχοῦν γιά τό σήμερα.
Πρίν βιαστοῦμε νά τούς κρίνουμε ὅμως, ἄς ἀναλογιστοῦμε: Τόν ἴδιο κόσμο μοιραζόμαστε μέ τούς ἐφήβους, ἐμεῖς τούς τόν φτιάξαμε καί μόνο ἄν καταλάβουμε ὅτι τό ὑπαρξιακό ζήτημα κοινό εἶναι σέ ὅλους μας, μικρούς καί μεγάλους, κι ὅτι μόνο ἡ ζωντανή καί ἔμπρακτη σχέση μέ τόν Χριστό καί τόν πλησίον μπορεῖ νά δώσει κατά τήν διάρκεια τῆς ζωῆς μας ἀπαντήσεις, τότε θά μπορέσουμε νά διαλεχτοῦμε μαζί τους. Καί γιά νά συμβεῖ αὐτό, πρέπει νά μετανοήσουμε ἐμεῖς πρῶτα, ὥστε νά μποροῦμε νά κοιτάξουμε τά παιδιά στά μάτια, καθώς προσπαθοῦμε νά τούς δώσουμε ἀπαντήσεις.
Τί ἀπαντήσεις, λοιπόν, νά δώσουμε στούς ἐφήβους; Πῶς νά ἐπικοινωνήσουμε μαζί τους; Πῶς νά καλλιεργήσουμε ἕνα γόνιμο λόγο πού θά ἀπευθύνεται στά παιδιά τοῦ σήμερα καί θά συλλαμβάνει τήν ἀγωνία τους καί τήν ἀσφυξία τους; Πῶς νά τούς μιλήσουμε γιά Θεό κι ἐλπίδα χωρίς νά ἀπαντοῦμε μέ ταυτολογίες ἤ μέ αὐταρέσκεια νά τούς παρουσιάζουμε μιά εἰκονική πραγματικότητα πού ἐκεῖνα δέν μποροῦν νά δοῦν; Ὅταν ἐπιχειρήσουμε νά συζητήσουμε μαζί τους, διαπιστώνουμε ὅτι ἔχουν μιά μπερδεμένη ψευδαίσθηση γνώσης πού δημιουργεῖ ἡ ὑπερπληροφόρηση. Ἄν τούς μιλήσουμε σάν αὐθεντίες δέν μᾶς ἀκοῦνε κι ἄν προσπαθήσουμε νά κουβεντιάσουμε μαζί τους εἰλικρινά, διακρίνουμε τήν ἀμφιβολία στά μάτια τους. Ἴσως ἡ κρίση νά δημιουργήσει νέα δεδομένα κι ἡ ἀκούσια ταπείνωση πού θά ὑποστοῦμε ὅλοι νά δημιουργήσει νέες δυναμικές, νά στρέψει καί πάλι κάποτε τούς ἀνθρώπους στήν ἀναζήτηση ἀξιῶν.
Τί νά ποῦμε ἄραγε στούς ἐφήβους; Μά τήν ἀλήθεια! Νά τούς μιλήσουμε τήν γλῶσσα τῆς καρδιᾶς. Νά παραδεχτοῦμε ὅτι κι ἐμεῖς ἀνησυχοῦμε, κι ἐμεῖς φοβόμαστε, κι ἐμεῖς ἀγχωνόμαστε! Νά ὀμολογήσουμε τήν φθορά, τούς συμβιβασμούς, τήν ἀστοχία μας. Ἀλλά συνάμα νά τούς θυμίσουμε τήν χαρά τῆς ζωῆς καί τῆς δημιουργίας. Νά μάθουμε μαζί τους νά διαβάζουμε τόν κόσμο, νά συμμετέχουμε στόν πολιτισμό, νά χαιρόμαστε τήν ἔμπνευση πού φέρνει τό Ἅγιο Πνεῦμα στούς ἀνθρώπους σ’ ἕνα κόσμο κακογουστιᾶς καί φθηνοῦ θεάματος. Νά τούς πιάσουμε ἀπό τό χέρι καί νά τούς δείξουμε τόν παράδεισο πού ἔπλασε ὁ Θεός γιά μᾶς, αὐτόν πού ἀποκαλύπτεται μόνο ὅταν μάθουμε νά εὐχαριστοῦμε γιά τήν κάθε στιγμή, τήν κάθε ἡμέρα. Νά τούς φανερώσουμε μέσα ἀπό τήν δική μας ζωή, μέ τό δικό μας παράδειγμα, τί ἐννοεῖ ἡ φράση «πάντοτε χαίρετε, ἐν παντί εὐχαριστεῖτε», τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Νά τούς διδάξουμε ὡς ποιμένες, ὡς γονεῖς, ὡς διδάσκαλοι, τό πώς μπορεῖς σ’ ἕνα κόσμο μιζέριας καί γκρίνιας νά ζεῖς μ’ αὐτό τό «Δόξα τῷ Θεῷ, πάντων ἔνεκεν» πού ἔλεγε ὁ Χρυσόστομος στόν δρόμο πρός τήν ἐξορία καί τόν θάνατο.
Νά ψηλαφήσουμε μαζί τους τόν τρόπο τῆς ἀνάληψης τῶν εὐθυνῶν μας, τό τί σημαίνει νά ἔχεις ἦθος, τί πάει νά πεῖ νά γίνεσαι σοφότερος ἀπό τά λάθη καί τις πτώσεις σου, τί σημαίνει περιχώρηση καί συγχώρεση.
Νά τούς μάθουμε μέ τό δικό μας παράδειγμα πώς, ζωή σημαίνει συμπόρευση, ἀλληλεγγύη, νοιάξιμο, ἀγάπη γιά τόν πλησίον, μέσα σ’ ἕνα κόσμο ἀτομισμοῦ, ἰδιοτέλειας, μίσους κι ἀφόρητης μοναξιᾶς.
Δέν εἶναι οὐτοπικά ὅλα αὐτά, ἀρκεῖ νά τά σκεφτόμαστε ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του καί νά μήν βαυκαλιζόμαστε μέ μαζικές λύσεις, περιμένοντας ἀπό τούς ἄλλους. Ἄς ἀλλοιωνόμαστε ἐμεῖς γιά νά ἀλλάζουν μαζί μας κι ἄλλοι, ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος. Ὅσο ἐμεῖς γινόμαστε ἀληθινοί, εἰλικρινεῖς, πραγματικά μετανοοῦντες, οἱ ἔφηβοι θά βλέπουν, θά παρατηροῦν, θά ἐμπνέονται, θά ἀκολουθοῦν μέσα στήν δική τους μοναδικότητα.
Πάνω ἀπ’ ὅλα, νά τούς θυμίσουμε πώς ὑπάρχουν καλά νέα, πώς ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί μᾶς κάλεσε νά γίνει ἡ ζωή μας, ζωή Του. Ἔτσι, θἀ’χουμε τήν ἐλπίδα, πώς ὅταν περάσει τό ξέσπασμα τῆς ἐφηβείας, θά ἀνατείλει ἡ ὀμορφιά τοῦ νέου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θά ἀκολουθήσει τόν δρόμο πού ἐλεύθερα ἔχει ἐπιλέξει.
Θά τελειώσω μέ λίγα λόγια τοῦ Ἁγίου Γέροντα Πορφυρίου πρός τούς γονεῖς σχετικά μέ τά παιδιά τους:
«Γίνετε ἅγιοι καί δέν θά ἔχετε κανένα πρόβλημα μέ τά παιδιά σας. Ἡ ἁγιότητα τῶν γονέων ἀπαλλάσσει τά παιδιά ἀπ’ τά προβλήματα… Κι ὅταν κάνουν ἀταξίες, νά παίρνετε κάποια παιδαγωγικά μέτρα, ἀλλά νά μήν τά πιέζετε. Κυρίως νά προσεύχεσθε… Ὅταν τά παιδιά ἀναπτύσσονται μέσα στήν ἐλευθερία, βλέποντας συγχρόνως τό καλό παράδειγμα τῶν μεγάλων, χαιρόμαστε νά τά βλέπομε. Αὐτό εἶναι τό μυστικό, νά εἶσαι καλός, νά εἶσαι ἅγιος, γιά νά ἐμπνέεις, νά ἀκτινοβολεῖς. Ἡ ζωή τῶν παιδιῶν φαίνεται νά ἐπηρεάζεται ἀπ’ τήν ἀκτινοβολία τῶν γονέων [3]».
* * *
[1] Ἐπειδή σκοπός δέν ἦταν ἡ ἐξαγωγή ποσοτικῶν συμπερασμάτων καί συσχετίσεων γιά τόν πληθυσμό τῶν ἐφήβων ἀπό 14 ἕως 17 ἐτῶν, ἀλλά ἡ καταγραφή κάποιων τάσεων καί ὁ προβληματισμός ἐπάνω σε αὐτές, δέν δόθηκε ἔμφαση στήν ἀντιπροσωπευτικότητα τοῦ δείγματος, ἀλλά στήν μελέτη τῶν διαφόρων ἀπαντήσεων τῶν συγκεκριμένων παιδιῶν. Γιά τήν πιό σφαιρική ἀποτύπωση τῶν τάσεων, ἐπιλέχθηκαν 3 διαφορετικά σχολεῖα στά ὁποῖα τά δημογραφικά χαρακτηριστικά εἶναι σέ μεγάλο βαθμό ἀνόμοια καί προέρχονται ἀπό διαφορετικές τοποθεσίες τῆς Ἀττικῆς. Γιά νά μπορέσουμε νά ἀποκτήσουμε μιά γενική εἰκόνα, ὅσο εἶναι δυνατόν, κάναμε μιά συμβατική ὁμαδοποίηση τῶν ἀπαντήσεων καί μετρήσαμε τά ἀντίστοιχα ποσοστά πού συγκεντρώνει ἡ κάθε ὁμάδα. Ὑπῆρξαν καί ἀπαντήσεις, οἱ ὁποῖες δέν μποροῦσαν νά ὁμαδοποιηθοῦν καί γι’ αὐτό ἐξετάστηκαν μεμονωμένα.
[2] Ἄς ἀναφερθοῦμε σέ πιό συγκεκριμένα στοιχεῖα: Στήν Μάνδρα, στήν πρώτη θέση τῶν πηγῶν φόβου βρίσκουμε ἀπαντήσεις σχετικές μέ τήν μοναξιά καί ἀπαντήσεις σχετικές μέ τό μέλλον καί τήν ἐπαγγελματική ἀποκατάσταση (22.5% τοῦ δείγματος ἑκατέρωθεν). Ὅσον ἀφορᾶ τό ἄγχος, τό 35% τοῦ δείγματος ἀπάντησε ὅτι ἀγχώνεται μέ τό μέλλον, ἐνῷ τό 29% μέ τά μαθήματα τοῦ σχολείου.
Στό Ἰδιωτικό Λύκειο ἀντίστοιχα, ὅσον ἀφορᾶ τόν φόβο, στήν πρώτη θέση βρίσκονται ἀπαντήσεις σχετικές μέ τήν μοναξιά καί τήν ἀναγνώριση ἀπό συνομηλίκους, σέ πολύ μεγάλο βαθμό σέ σχέση μέ τίς ὑπόλοιπες ἀπαντήσεις (41,7% τοῦ δείγματος) ἐνῷ στήν δεύτερη θέση βρίσκονται διάφορες φοβίες (φίδια, σκοτάδι, ὕψος καί ἄλλα μέ 33% τοῦ δείγματος).
Ὅσον ἀφορᾶ τό τί τούς ἀγχώνει, τό 58% ἀγχώνεται γιά τά μαθήματα τοῦ σχολείου, ἐνῶ μόνο 29% τοῦ δείγματος ἀναφέρεται στό μέλλον.
Στό ΕΠΑΛ, στήν πρώτη θέση βρίσκεται ἡ φοβία γιά τό μέλλον καί τήν ἐπαγγελματική ἀποκατάσταση (24% τοῦ δείγματος), ἐνῷ στήν δεύτερη θέση βρίσκονται διάφορες φοβίες (19% τοῦ δείγματος). Ὅσον ἀφορᾶ τό ἄγχος, στό ΕΠΑΛ, τό 24% ἀγχώνεται γιά τό μέλλον, ἐνῷ τό 29%, ἀγχώνεται γιά τά μαθήματα τοῦ σχολείου.
Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός, ὅτι ὁ φόβος τοῦ θανάτου παρουσιάζει παρόμοια ποσοστά καί στά 3 δείγματα (8-16%).
* Τά στοιχεῖα τῆς ἔρευνας ἐπεξεργάσηκε ὁ Ζήσης Κτενίδης, κάτοχος μεταπτυχιακοῦ τίτλου ΜΒΑ, Ο.Π.Α.
[3] «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου-Βίος καί Λόγοι», Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων, 2007.
Τά παιδιά κι οἱ ἔφηβοι ἀντιγράφουν τόν δικό μας κόσμο, τίς δικές μας συνήθειες, τά λάθη μας, τίς φοβίες μας, τήν δική μας ἁμαρτία κι ἀστοχία. Τά ζοφερά προβλήματα πού συσσωρεύτηκαν τά τελευταῖα χρόνια στήν πατρίδα μας - ἀνεξέλεγκτη μετανάστευση, ἐγκληματικότητα, ἔλλειψη ἀστυνόμευσης, πιθανοί κίνδυνοι μέ τούς κάθε λογῆς γείτονές μας, κατάρρευση τῆς πολιτικῆς σκηνῆς, μόνιμη κρίση στήν παιδεία, ἀκραῖος λαϊκισμός, ἀνεργία, φτώχεια καί τόσα ἄλλα - ἔχουν τρομάξει τούς ἀνθρώπους. Σέ αὐτό τό διαρκῶς μεταβαλλόμενο καί ἀνασφαλές περιβάλλον, τά παιδιά μεγαλώνουν μέ ἄγχος κι ἀγωνία γιά τό σήμερα καί τό αὔριο. Ἔχοντας σάν μόνιμο ρεφραίν στ’ αὐτιά τους ἀπό τά μικράτα τους τόν ἦχο τῶν κινούμενων κεφαλῶν τῆς τηλεόρασης, τήν ἀκατάσχετη πολιτικολογία, τήν κινδυνολογία, τόν φόβο, τήν γκρίνια καί τόν αὐτοκαταστροφικό μηδενισμό γιά ὁτιδήποτε ἀφορᾶ τήν ἑλληνική πραγματικότητα, καταφεύγουν στόν δικό τους κόσμο ὅπου ἀναζητοῦν καταφύγιο. Τά διαδικτυακά παιχνίδια, τά κοινωνικά δίκτυα, τό lifestyle, ὁ ἐμπορικός κινηματογράφος, ἡ δισκογραφία καί ἡ μόδα, ἀποτελοῦν τόν τόπο ὅπου ἐπικοινωνοῦν μέ τούς δικούς τους κώδικες καί διαμορφώνουν τήν φαντασία τους ἀνάλογα.
Ὅσο ὅμως κι ἄν κρύβονται ἀπό τόν κόσμο τῶν ἐνηλίκων, αὐτός τούς καθορίζει, αὐτός τούς διαμορφώνει καί τούς κατευθύνει. Κι ὅσο οἱ μεγάλοι, ἐμεῖς δηλαδή, δέν ἔχουμε νόημα ζωῆς νά μᾶς κινεῖ καί νά μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τό ὑπαρξιακό μας κενό, τόσο θά συσκοτίζουμε τίς ἐφηβικές ψυχές. Ὅσο κι ἄν τούς βομβαρδίζουμε μέ κοινωνικοπολιτικές ἤ θρησκευτικές θεωρίες, αὐτά, φοβισμένα, ἀγχωμένα κι ἀνασφαλῆ, θά ὑποφέρουν ἀπό ὑπαρξιακή ἀγωνία, πού ἔμμεσα ἤ ἄμεσα τούς κτυπᾶ διαρκῶς τήν πόρτα.
Ὅταν ἐπιχειρήσουμε νά ρωτήσουμε τούς ἐφήβους σχετικά μέ τά βασικά ὑπαρξιακά προβλήματα, θά ἀκούσουμε ἀπαντήσεις πού φανερώνουν τήν ρευστότητα τῆς ἐποχῆς μας. Οἱ ἔφηβοι εἶναι βυθισμένοι μέσα σέ ἕνα κυκεῶνα συγκρητισμοῦ. Ὅλα παίζουν κι ὅλα ἀκούγονται. Ἡ θρησκευτική δεισιδαιμονία τῆς καλῆς γιαγιᾶς, ἡ πειστική διδασκαλία τοῦ πολιτικῶς ὀρθοῦ καθηγητῆ, ἡ ἐκκοσμικευμένη ἀντίληψη τοῦ πατέρα, τά ὡραῖα λόγια τοῦ καλοῦ θεολόγου, οἱ βουδιστικές ἀπόψεις πού διάβασε στό διαδίκτυο, τό τελευταῖο ἄρθρο τοῦ Dawkins ἐνάντια στίς θρησκεῖες, ἡ φαιδρή παρουσία κάποιου ἱερωμένου στήν τηλεόραση, ἡ θεωρία συνωμοσίας σ’ ἕνα ντοκυμαντέρ, ὁ καλός παπᾶς τῆς ἐνορίας, οἱ ἐπαναστατικοί στίχοι ἑνός ρόκ τραγουδιοῦ, ὁ καλός καί ἰδανικός ἥρωας στήν τελευταία Ἀμερικάνικη ταινία πού ὄμως σκοτώνει 100 ἐχθρούς σέ δύο ὧρες, ὁ ἐντυπωσιασμός ἀπό τήν συνέντευξη ἑνός πόπ ἰνδάλματος καί οὕτω καθ’ ἑξῆς.
Μιά ὑπαρξιακή σαλάτα ἀναπαράγεται στό μυαλό τῶν παιδιῶν πού συσκοτίζει τά πάντα, τά μπερδεύει, τά κάνει θολά καί ἀσαφῆ. Ἄν στίς προηγούμενες δεκαετίες ὁ ἰδεαλισμός τῶν ἐφήβων εὕρισκε διέξοδο στίς πολιτικές ἰδεολογίες ἤ στήν παραδοσιακή θρησκευτικότητα, σήμερα, τίποτε ἀπό αὐτά δέν εἶναι βέβαιο. Ἐννοεῖται, πώς αὐτό εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς στρεβλῆς καί συγκεχυμένης ταυτότητας τοῦ Νεοέλληνα, πού δέν ξέρει ποιός εἶναι καί ποῦ πάει. Ἀνάμεσα ἀπό Ἀνατολή καί Δύση, ἀπό τήν ἀποδόμηση τῶν πάντων καί τούς ἐθνικούς μύθους, ἀπό τήν ξενομανία καί τόν στεῖρο ἐθνικισμό, ἀπό τήν συντηρητικότητα καί τόν ψευδομοντερνισμό, ἀπό τήν ξύλινη θρησκευτικότητα καί τήν ὀρθή πίστη, ἀκόμα ψάχνει νά βρεῖ ποιός εἶναι, ἄν ποτέ βέβαια τά καταφέρει.
Παράλληλα, τά θέματα σχετικά μέ τόν ἔρωτα καί τό γενετήσιο ζήτημα, χαρακτηρίζουν σέ ὑπερβολικό βαθμό - ἔμμεσα ἤ ἄμεσα - τήν συμπεριφορά τους, πρίν καλά-καλά ὁλοκληρωθεῖ ἡ διαμόρφωση τῆς ἀφηρημένης σκέψης. Βασανίζονται ὑπερβολικά μέ τήν ἐμφάνισή τους κι ἀναζητοῦν ὄχι μόνο τό φλέρτ ἀλλά καί πολλά παραπάνω, σέ ἡλικίες πού ἐμεῖς παίζαμε ἀκόμα στρατιωτάκια καί κοῦκλες. Πολλά παιδιά πρίν ἀκόμα μποῦν στό Γυμνάσιο, ἔχουν δεῖ στό διαδίκτυο εἰκόνες ἐρωτικῶν περιπτύξεων πού οἱ παλιότερες γενιές δέν μπορούσαμε κἄν νά φανταστοῦμε ὅτι ὑπάρχουν, τοὐλάχιστον προτοῦ τελειώσουμε τό σχολεῖο. Εἶναι ἑπόμενο, πολλά ἀπό αὐτά, ὅταν φουντώσει ἡ ἐφηβεία μέσα τους, νά πασχίζουν νά τά κάνουν πράξη μέ κάθε τρόπο ἤ νά αἰσθάνονται ἄσχημα ἄν δέν τό ἔχουν ἤδη πραγματοποιήσει.
Νά τονίσουμε ἐδῶ, πώς τίς τελευταῖες δεκαετίες, τά παιδιά μεγαλώνουν μέσα σέ ἕναν ὀργιώδη καταναλωτισμό, ὅπου ἡ εὐδαιμονία ὁρίζεται μέ τήν ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν. Στά χρόνια πού πέρασαν, ὅλα τά καλά τοῦ κόσμου ὑπῆρξαν μέσα στά σπίτια, ἀκόμα καί τῶν ἀσθενέστερων οἰκονομικά κοινωνικῶν στρωμάτων καί τά παιδιά μάθαιναν ἀπό τούς γονεῖς καί ἀπό τήν διαρκῆ ἔκθεση στήν διαφήμιση, ὅτι ἄν ἔχεις εἶσαι κάποιος, κι ὅτι ὅσα περισσότερα ἔχεις τόσο πιό πολύ προσεγγίζεις τήν εὐδαιμονία. Τό αἴτημα τῆς σοφίας, πού ἐπί αιῶνες ὑπῆρχε ὡς στόχος τῆς ζωῆς στόν ἀνθρώπινο πολιτισμό, καί βέβαια τῆς ἁγιότητος, μοιάζει νά ἔχει ἐξαφανιστεῖ ἀπό τό λεξιλόγιο τῶν Νεοελλήνων καί συνεπῶς καί τῶν παιδιῶν, καί παραμένει μόνο στό ἀμήχανο τραγουδάκι τῶν γενεθλίων.
Καθώς οἱ ὁρμόνες ἐκρήγνυνται στά σωματά τους, οἱ ἔφηβοι ἀναζητοῦν νόημα στήν ζωή, πασχίζουν νά διαμορφώσουν ταυτότητα, μπερδεύονται καί ἀγχώνονται, φοβοῦνται καί λυποῦνται, ἀποροῦν καί ἐξίστανται, προσπαθοῦν νά ἀρέσουν, ὑποφέρουν γιά τό ἄν εἶναι ὄμορφοι καί ἀποδεκτοί, περνοῦν ὧρες ὁλάκερες μπροστά στόν καθρέφτη παρατηρῶντας ἀτέλειες, φαντασιώνονται ἰδανικές καταστάσεις, δημιουργοῦν ἰδεολογήματα, ἀντιδροῦν, παρασύρονται ἀπό συναισθήματα καί παρορμήσεις, πέφτουν σέ κυκλοθυμία, κραυγάζουν καί ὀνειρεύονται. Ἄν ὁ γονιός δέν σταθεῖ μέ ἐπίγνωση καί προσοχή δίπλα στό παιδί του, τά ἐφηβικά προβλήματα διογκώνονται, τό ἄγχος, ἡ ἀβεβαιότητα κι ἡ ἔλλειψη αὐτοπεποίθησης ἀποδιοργανώνουν κι ἐξουθενώνουν τόν ἔφηβο.
Κι ἄν οἱ μεγάλοι ἀρχίσουν τήν ἀντιπαράθεση, τά παιδιά ὑποφέρουν καί ἀγχώνονται ἀκόμα περισσότερο. Πολλοί ἀντιδροῦν ἔντονα στήν κοσμοθεωρία τῶν γονιῶν τους γιατί ἔτσι αἰσθάνονται ὅτι συγκροτοῦν τήν δική τους ταυτότητα. Ἄλλοι προσπαθοῦν ἀπεγνωσμένα νά ταυτιστοῦν μέ τόν γονιό γιά νά νοιώσουν ἀποδοχή. Οἱ περισσότεροι, πάντως, κινοῦνται ἀνάμεσα στά δύο ἄκρα, τοῦ ἀντιδραστικοῦ καί τοῦ καλοῦ παιδιοῦ, μιά κι ἡ σύγχρονη οἰκογένεια τό εὐνοεῖ. Ἀρκετοί γονεῖς γίνονται ὑπερπροστατευτικοί, μέ ἀφορμή τούς διαφόρους καί πολλούς κινδύνους τῆς ἐποχῆς καί πνίγουν τά παιδιά τους.
Καί τότε εἶναι πιό εὔκολο ὁ ἀπεγνωσμένος ἔφηβος νά ζητήσει νά ἐνταχθεῖ σέ διαφόρων εἰδῶν ὀμάδες - πολλές φορές ἐπικίνδυνες - ὅπου θά βρεῖ τήν ἐπιβεβαίωση πού τοῦ ἀρνοῦνται οἱ δικοί του.
Καί ἄν ὅλα αὐτά ἰσχύουν γιά τόν μέσο Νεοέλληνα ἔφηβο, μέ τά παιδιά τῆς ἐκκλησίας τί γίνεται; Ἄν ἀφήσουμε στήν ἄκρη τῆς μεγαλοστομίες καί τήν εἰκονική πραγματικότητα πού πολλές φορές χαρακτηρίζει τόν τρέχοντα ἐκκλησιαστικό λόγο, θά διαπιστώσουμε ὅτι μᾶλλον καί στίς Χριστιανικές οἰκογένειες ἰσχύουν περίπου τά ἴδια. Πολλοί γονεῖς προφυλάσσουν τά παιδιά τους ἀπό τό περιβάλλον γιά νά μήν «ξεφύγουν», ὅμως ἀργά ἤ γρήγορα θά γοητευτοῦν κι αὐτά ἀπό τόν κόσμο τοῦτο καί κάποια θά πέσουν ἵσως καί μέ περισσότερη ὄρεξη στόν καταναλωτικό παράδεισο. Λίγοι εἶναι κατ’ ούσίαν ὅσοι μεγαλώνουν τά παιδιά τους μέ τέτοιο τρόπο πού νά δίνει κατεύθυνση καί νόημα ζωῆς κι ὄχι μιά ἐπιφανειακή θρησκευτικότητα. Σταδιακά, μέσα στά τελευταῖα χρόνια, ὅλο καί πιό γρήγορα ἀπό τίς ἀρχές τοῦ Γυμνασίου, τά παιδιά τῶν χριστιανικῶν οἰκογενειῶν ἐκφράζουν πολλές ἀμφιβολίες, ἐπηρεάζονται κι αὐτά ἀπό τό περιβάλλον γύρω τους καί τέλος ἐγκαταλείπουν τήν ἐκκλησιαστική ζωή, στήν προσπάθεια νά συγκροτήσουν τήν ταυτότητά τους.
Καί βέβαια, δέν εἶναι ἀπαραίτητα κακό αύτό, ἀφοῦ ἡ πίστη δέν ἀποκτᾶται κληρονομικά, ὅμως δέν εἶναι καθόλου σίγουρο ὅτι ἡ μέση θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, μπορεῖ νά ἐπηρεάσει ἀποτελεσματικά τήν ἀλλοίωση πού φέρνει στόν ἔφηβο ὁ σύγχρονος τρόπος ζωῆς. Στά χρόνια πού πέρασαν, ἀρκετοί Ὀρθόδοξοι ζήσαμε ἕνα ἐκκοσμικευμένο μοντέλο Χριστιανικῆς πίστης, ὅπου ἄλλοι ἀπό ἐμᾶς, εἴτε μέ ὑψηλές τάχα θεωρητικολογίες εἴτε μέ τήν ἀγροτικοῦ τύπου δεισιδαιμονία πού παραλάβαμε ἀπό τούς παλιότερους (ἀλλά χωρίς τήν εὐσέβειά τους), καταφέραμε νά ζοῦμε ὅπως κι οἱ ἐκτός ἐκκλησίας, χωρίς μετάνοια καί οὐσιαστικό νόημα ζωῆς, περισσότερο σάν φαρισαῖοι καί λιγότερο ὡς ἅλας τῆς γῆς. Καταναλώσαμε μετά μανίας, χτίσαμε πολυτελῆ σπίτια, πολιτικολογήσαμε ἐπαρκῶς, αὐτοδικαιωθήκαμε ἠθικολογικά καί στά παιδιά δώσαμε παράδειγμα τέτοιο, πού εἶχε, ὄχι διπλό, ἀλλά πολλαπλό μήνυμα καί τά μπερδέψαμε πολύ. Κι ἔτσι, ὅταν πασχίζαμε νά τά ἀποτρέψουμε ἀπό τήν σαγήνη τοῦ κόσμου τούτου, δέν μπορούσαμε νά πείσουμε, γιατί εἴχαμε γλῶσσα θρησκευτική κι ὄχι παράδειγμα.
Εἶναι ἡ ἀστοχία μας πού τούς ταράζει, τούς φοβίζει, τούς ἐξαγριώνει. Εἴμαστε ἐμεῖς πού τούς λέμε ψέμματα, δέν τούς δίνουμε παράδειγμα, δρόμο πρός τήν Ἀλήθεια. Κι ὅταν αὐτοί πονᾶνε, ἀντί νά τούς δείξουμε ὅτι παρόμοια ἀγωνία ἔχουμε γιά τήν ζωή - ἁπλῶς σέ ἄλλη φάση εἴμαστε - τούς κουνᾶμε τό δάχτυλο διδακτικά. Μόνο πού δέν βλέπουμε αὐτό πού ἐκεῖνοι βλέπουν, δηλαδή τήν γυμνή μας πραγματικότητα. Στήν πραγματικότητα, δέν ὑπάρχει χάσμα γενεῶν, ἀλλά τό χάσμα πού δημιουργεῖ ἡ ἁμαρτία στούς ἀνθρώπους. Ἄν ἐμεῖς οἱ μεγάλοι ἤμασταν πιό διακριτικοι, πιό σοφοί, πιό ἀγαπητικοί, περισσότερο Ἅγιοι, οἱ ἔφηβοι θά ἦταν πιό ἥσυχοι μέσα στά ἰδιαίτερα προβλήματά τους.
***
Γιά νά ὁλοκληρώσουμε, τήν εἰσήγησή μας, πραγματοποιήσαμε μέ τήν βοήθεια τῶν κατηχητῶν τοῦ ναοῦ μας, ἀλλά καί ἀδελφῶν καθηγητριῶν, μία ἔρευνα [1] σχετικά μέ τίς ὑπαρξιακές ἀγωνίες τῶν ἐφήβων σήμερα.
Ἡ ἔρευνα εἶχε σάν σκοπό νά διερευνήσει σέ ἕνα πρῶτο ἐπίπεδο τίς τάσεις πού ὑπάρχουν στούς νέους ἀνθρώπους, ὅσον ἀφορᾷ συγκεκριμένα ὑπαρξιακά ἐρωτήματα Τά σχολεῖα πού συμμετεῖχαν, εἶναι τό Λύκειο Μάνδρας (31 παιδιά), ἕνα ἰδιωτικό λύκειο στά Πατήσια (24 παιδιά) καί τό Ἐπαγγελματικό Λύκειο Πειραιᾶ (37 παιδιά). Ἀπό τό κάθε σχολεῖο ἐπιλέχθηκε μία τάξη.
Προσθέσαμε στήν ἔρευνά μας καί παιδιά ἴδιας ἠλικίας ἀπό τήν κατηχητική συντροφιά τοῦ Ἱ. Ναοῦ Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Μοσχάτου, ὅπου διακονοῦμε. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἐπιτεύχθηκε μία σχετική ποικιλομορφία ἀπαντήσεων, ἡ ὁποία κατά τή γνώμη μας εἶναι πολύ χρήσιμη γιά τήν ἐξαγωγή συμπερασμάτων, ὅσον ἀφορᾷ τούς νέους των ἡλικιῶν αὐτῶν καί σίγουρα ἀποτελεῖ ἀφετηρία γιά περαιτέρω ἔρευνα πάνω στό συγκεκριμένο ζήτημα.
Οἱ ἐρωτήσεις πού τούς θέσαμε ἦταν οἱ ἑξῆς:
Τί σέ φοβίζει;
Τί σέ ἀγχώνει;
Τί εἶναι ὁ θάνατος καί τί συμβαίνει μετά ἀπ’ αὐτόν;
Ὑπάρχει κάποιο νόημα στήν ζωή;
Γιατί ὑπάρχει πόνος καί ἀδικία;
Τί εἶναι ὁ Θεός γιά σένα;
Στήν ἔρευνά μας, [2] φαίνεται τό μέλλον νά εἶναι ἡ κύρια πηγή ἄγχους τῶν ἐφήβων, βραχυπρόθεσμα (τό σχολεῖο) ἤ μακροπρόθεσμα (ἡ δουλειά).
Πηγές φόβου ἀποτελοῦν κυρίως ἡ μοναξιά, οἱ διάφορες μεμονωμένες φοβίες (ὕψος, σκοτάδι, ἐρπετά κ.α.) καί ἡ ἀβεβαιότητα γιά τό μέλλον.
Ὑπάρχουν σοβαρές ἐνδείξεις ὅτι οἱ αἰτίες φόβου τῶν ἐφήβων παρουσιάζουν διακυμάνσεις μέ βάση τά δημογραφικά χαρακτηριστικά, δηλαδή πιθανόν νά ὑπάρχει μία τάση, ὅσο μεγαλώνουν τά παιδιά καί ὅσο περισσότερο προέρχονται ἀπό οἰκονομικά ὑποδεέστερες οἰκογένειες, τόσο περισσότερο νά αὐξάνεται ὁ φόβος καί ἡ ἀβεβαιότητα γιά τό μέλλον, ἐνῷ ἀντίστοιχα σέ μικρές ἡλικίες παίζει σημαντικότερο ρόλο ὁ φόβος τῆς ἀπόρριψης καί τῆς μοναξιᾶς.
Οἱ ἔφηβοι σέ μεγάλο βαθμό πιστεύουν στήν μετά θάνατο ζωή, ὡστόσο δέν ἔχουν κάποια συγκροτημένη ἄποψη γιά τό τί συμβαίνει, ἐνῷ ἐκεῖνοι πού ἐνσωματώνουν χριστιανικές ἀπόψεις στίς ἀπαντήσεις τους εἶναι λίγοι. Ἐπίσης, εἶναι σημαντικό τό ποσοστό πού πιστεύει ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἁπλῶς μιά φυσική διαδικασία. Καί πάλι ἐξετάζεται ἡ συσχέτιση δημογραφικῶν χαρακτηριστικῶν μέ τήν ἀντίληψή τους γιά τόν θάνατο.
Ἰδιαίτερη ἐντύπωση κάνει ἡ πίστη στήν μετεμψύχωση πού παρουσιάζει τό δεῖγμα ἀπό τό Ἰδιωτικό Λύκειο - πιθανότατα ἔχει νά κάνει μέ τό ὑψηλό οἰκονομικό ἐπίπεδο τῶν γονιῶν τους. Σημαντικό ποσοστό ἀπαντήσεων μέ χριστιανικές ἀπόψεις παρουσιάζει τό δεῖγμα ἀπό τό Λύκειο τῆς Μάνδρας, γεγονός τό ὁποῖο πιθανόν νά ἐξηγεῖται ἀπό τό ὅτι πρόκειται γιά πιό παραδοσιακό, μή ἔντονα ἀστικοποιημένο περιβάλλον.
Στό νόημα τῆς ζωῆς, προκαλεῖ τό ἐνδιαφέρον τό ἐξαιρετικά χαμηλό ποσοστό τῶν ἐφήβων πού θεωροῦν ὡς νόημα κάτι τό ὁποῖο εἶναι ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό τους, εἴτε αὐτό ἀφορᾷ πρόσωπα πού ἀγαποῦν, εἴτε τό εὐρύτερο κοινωνικό σύνολο, εἴτε ἀφορᾷ τήν ἀφοσίωσή τους σέ κάποια ἰδέα, ἰδεολογία, ἀνώτερη δύναμη ἤ θρησκεία. Ἀντίστοιχα, τό ποσοστό τῶν παιδιῶν πού ἔχουν σάν νόημα ζωῆς κάτι πού ἔχει νά κάνει μέ τήν προσωπική τους ὁλοκλήρωση καί ἰκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν τους εἶναι ἰδιαίτερα μεγάλο.
Ἐπίσης, συχνά ἑρμηνεύουν τήν ἀδικία πού ὑπάρχει στόν κόσμο ὡς ἐμπειρία πού ὀδηγεῖ στήν προσωπική τους ὁλοκλήρωση καί ὡρίμανση, ἐνδέχεται ὡστόσο ὅσο μεγαλώνουν νά ἀλλάζουν τήν στάση τους στό συγκεκριμένο ζήτημα καί νά καταλήγουν στό ὅτι, "ἔτσι εἶναι ἡ ζωή".
Τά παιδιά δείχνουν νά πιστεύουν στήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ σέ πολύ μεγάλο ποσοστό, ἐνσωματώνοντας στοιχεῖα ἐγγύτητας στήν ἀντίληψή τους γιά Ἐκεῖνον (τόν ἀντιλαμβάνονται περισσότερο σάν προστάτη καί βοηθό, σάν κάποιον δικό τους), περισσότερο ἀπό ὅτι στοιχεῖα πού δείχνουν ἀπόσταση (Θεός δημιουργός, δυνάστης, κριτής). Ἐντυπωσιακό εἶναι ὅμως, ὅτι στό ἰδιωτικό σχολεῖο, 33% τῶν ἐφήβων δηλώνουν ὅτι δέν ξέρουν ἤ δεν πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει Θεός.
Ἔχει ἐνδιαφέρον νά σχολιάσουμε ξεχωριστά τίς ἀπαντήσεις τῶν ἐφήβων τῆς κατηχητικῆς μας συντροφιᾶς, ἀφοῦ παρουσιάζουν μεγάλο βαθμό ὁμοιογένειας. Προφανῶς, ἡ διαφορά στίς ἀπαντήσεις, προέρχεται ἀπό το ὅτι ἔχουν συνηθίσει νά συμμετέχουν σέ ὁμαδικές συζητήσεις, ἀλλά καί τό ὅτι προέρχονται ἀπό ἐκκλησιαστικές οἰκογένειες.
Στήν ἐρώτηση, τί σέ φοβίζει περισσότερο, ἐντύπωση προξενεῖ ὅτι τά μισά παιδιά ἀνέφεραν τόν θάνατο, ἐνῷ τά ἄλλα μισά τήν μοναξιά.
Ὅσον ἀφορᾶ τό ἄγχος, ἔχουν μεγάλες ὁμοιότητες μέ τά παιδιά τῶν 3 σχολείων, δηλαδή κυριαρχεῖ τό βραχυπρόθεσμο καί τό μακροπρόθεσμο μέλλον.
Ἐδῶ, εἶναι ἀξιοσημείωτο τό σχετικά ὑψηλό ποσοστό τῶν ἐφήβων πού ὡς νόημα τῆς ζωῆς τους, δηλώνουν κάτι τό ὑπερβατικό, ἐνῷ οἱ μισοί δήλωσαν ὡς νόημα ζωῆς τήν σχέση μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Κανείς δέν ἀνέφερε ὡς νόημα ζωῆς κάτι πού ἔχει νά κάνει μέ τόν ἑαυτό του, ὅπως ἀπάντησαν τά παιδιά τῶν σχολείων.
Ὅσον ἀφορᾷ τήν μετά θάνατον ζωή, ὅλα τα παιδιά δηλώνουν τήν πίστη τους σέ αὐτή, ὡστόσο ἑστιάζουν κυρίως στόν πόνο τοῦ ἴδιου τοῦ θανάτου.
Στήν ἐρώτηση γιά τόν Θεό, ἐνσωματώνουν στίς ἀπαντήσεις τους σχεδόν ὅλοι, στοιχεῖα ἐγγύτητας, θεωρώντας τόν Θεό ὡς προστάτη καί βοηθό, ἐνῷ ἐντύπωση κάνει τό ὅτι ἀκόμη καί τά παιδιά πού δηλώνουν ὅτι δέν ξέρουν τί ἀκριβῶς εἶναι ὁ Θεός, ἀποτυπώνουν ταυτόχρονα καί τήν προσωπική τους σχέση μαζί του. (Παράδειγμα "Εἶναι πολύ δύσκολο νά ὁρίσω τί εἶναι ὁ Θεός γιά μένα. Πῶς μπορεῖ νά ὁρίσει κανείς τί εἶναι ὁ Θεός; Νομίζω πώς εἶναι μιά βαθύτερη ἀνάγκη μου στό νά πιστεύω ὅτι κάποιος ἀνώτερος ἀπό τούς πάντες μπορεῖ νά μέ βοηθήσει, νά μοῦ δώσει δύναμη, νά μέ προφυλάξει…").
Παραθέσαμε μερικά μόνο ἀπό τά ἀποτελέσματα τῆς ἔρευνάς μας, ἀφοῦ ὁ χρόνος δέν ἐπαρκεῖ νά εἴμαστε πιό ἀναλυτικοί. Αὐτό πού φαίνεται, εἶναι ὅτι οἱ ἔφηβοί μας εἶναι καλοί κι εὐαίσθητοι, ἀνήσυχοι καί ἀγχωμένοι, προβληματισμένοι καί μπερδεμένοι. Στά λὀγια τους φαίνεται τό χνάρι τῶν γονιῶν τους καί ἡ δυσκολία τῆς ἐποχῆς. Φοβοῦνται τό αὔριο καί ἀνησυχοῦν γιά τό σήμερα.
Πρίν βιαστοῦμε νά τούς κρίνουμε ὅμως, ἄς ἀναλογιστοῦμε: Τόν ἴδιο κόσμο μοιραζόμαστε μέ τούς ἐφήβους, ἐμεῖς τούς τόν φτιάξαμε καί μόνο ἄν καταλάβουμε ὅτι τό ὑπαρξιακό ζήτημα κοινό εἶναι σέ ὅλους μας, μικρούς καί μεγάλους, κι ὅτι μόνο ἡ ζωντανή καί ἔμπρακτη σχέση μέ τόν Χριστό καί τόν πλησίον μπορεῖ νά δώσει κατά τήν διάρκεια τῆς ζωῆς μας ἀπαντήσεις, τότε θά μπορέσουμε νά διαλεχτοῦμε μαζί τους. Καί γιά νά συμβεῖ αὐτό, πρέπει νά μετανοήσουμε ἐμεῖς πρῶτα, ὥστε νά μποροῦμε νά κοιτάξουμε τά παιδιά στά μάτια, καθώς προσπαθοῦμε νά τούς δώσουμε ἀπαντήσεις.
Τί ἀπαντήσεις, λοιπόν, νά δώσουμε στούς ἐφήβους; Πῶς νά ἐπικοινωνήσουμε μαζί τους; Πῶς νά καλλιεργήσουμε ἕνα γόνιμο λόγο πού θά ἀπευθύνεται στά παιδιά τοῦ σήμερα καί θά συλλαμβάνει τήν ἀγωνία τους καί τήν ἀσφυξία τους; Πῶς νά τούς μιλήσουμε γιά Θεό κι ἐλπίδα χωρίς νά ἀπαντοῦμε μέ ταυτολογίες ἤ μέ αὐταρέσκεια νά τούς παρουσιάζουμε μιά εἰκονική πραγματικότητα πού ἐκεῖνα δέν μποροῦν νά δοῦν; Ὅταν ἐπιχειρήσουμε νά συζητήσουμε μαζί τους, διαπιστώνουμε ὅτι ἔχουν μιά μπερδεμένη ψευδαίσθηση γνώσης πού δημιουργεῖ ἡ ὑπερπληροφόρηση. Ἄν τούς μιλήσουμε σάν αὐθεντίες δέν μᾶς ἀκοῦνε κι ἄν προσπαθήσουμε νά κουβεντιάσουμε μαζί τους εἰλικρινά, διακρίνουμε τήν ἀμφιβολία στά μάτια τους. Ἴσως ἡ κρίση νά δημιουργήσει νέα δεδομένα κι ἡ ἀκούσια ταπείνωση πού θά ὑποστοῦμε ὅλοι νά δημιουργήσει νέες δυναμικές, νά στρέψει καί πάλι κάποτε τούς ἀνθρώπους στήν ἀναζήτηση ἀξιῶν.
Τί νά ποῦμε ἄραγε στούς ἐφήβους; Μά τήν ἀλήθεια! Νά τούς μιλήσουμε τήν γλῶσσα τῆς καρδιᾶς. Νά παραδεχτοῦμε ὅτι κι ἐμεῖς ἀνησυχοῦμε, κι ἐμεῖς φοβόμαστε, κι ἐμεῖς ἀγχωνόμαστε! Νά ὀμολογήσουμε τήν φθορά, τούς συμβιβασμούς, τήν ἀστοχία μας. Ἀλλά συνάμα νά τούς θυμίσουμε τήν χαρά τῆς ζωῆς καί τῆς δημιουργίας. Νά μάθουμε μαζί τους νά διαβάζουμε τόν κόσμο, νά συμμετέχουμε στόν πολιτισμό, νά χαιρόμαστε τήν ἔμπνευση πού φέρνει τό Ἅγιο Πνεῦμα στούς ἀνθρώπους σ’ ἕνα κόσμο κακογουστιᾶς καί φθηνοῦ θεάματος. Νά τούς πιάσουμε ἀπό τό χέρι καί νά τούς δείξουμε τόν παράδεισο πού ἔπλασε ὁ Θεός γιά μᾶς, αὐτόν πού ἀποκαλύπτεται μόνο ὅταν μάθουμε νά εὐχαριστοῦμε γιά τήν κάθε στιγμή, τήν κάθε ἡμέρα. Νά τούς φανερώσουμε μέσα ἀπό τήν δική μας ζωή, μέ τό δικό μας παράδειγμα, τί ἐννοεῖ ἡ φράση «πάντοτε χαίρετε, ἐν παντί εὐχαριστεῖτε», τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Νά τούς διδάξουμε ὡς ποιμένες, ὡς γονεῖς, ὡς διδάσκαλοι, τό πώς μπορεῖς σ’ ἕνα κόσμο μιζέριας καί γκρίνιας νά ζεῖς μ’ αὐτό τό «Δόξα τῷ Θεῷ, πάντων ἔνεκεν» πού ἔλεγε ὁ Χρυσόστομος στόν δρόμο πρός τήν ἐξορία καί τόν θάνατο.
Νά ψηλαφήσουμε μαζί τους τόν τρόπο τῆς ἀνάληψης τῶν εὐθυνῶν μας, τό τί σημαίνει νά ἔχεις ἦθος, τί πάει νά πεῖ νά γίνεσαι σοφότερος ἀπό τά λάθη καί τις πτώσεις σου, τί σημαίνει περιχώρηση καί συγχώρεση.
Νά τούς μάθουμε μέ τό δικό μας παράδειγμα πώς, ζωή σημαίνει συμπόρευση, ἀλληλεγγύη, νοιάξιμο, ἀγάπη γιά τόν πλησίον, μέσα σ’ ἕνα κόσμο ἀτομισμοῦ, ἰδιοτέλειας, μίσους κι ἀφόρητης μοναξιᾶς.
Δέν εἶναι οὐτοπικά ὅλα αὐτά, ἀρκεῖ νά τά σκεφτόμαστε ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του καί νά μήν βαυκαλιζόμαστε μέ μαζικές λύσεις, περιμένοντας ἀπό τούς ἄλλους. Ἄς ἀλλοιωνόμαστε ἐμεῖς γιά νά ἀλλάζουν μαζί μας κι ἄλλοι, ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος. Ὅσο ἐμεῖς γινόμαστε ἀληθινοί, εἰλικρινεῖς, πραγματικά μετανοοῦντες, οἱ ἔφηβοι θά βλέπουν, θά παρατηροῦν, θά ἐμπνέονται, θά ἀκολουθοῦν μέσα στήν δική τους μοναδικότητα.
Πάνω ἀπ’ ὅλα, νά τούς θυμίσουμε πώς ὑπάρχουν καλά νέα, πώς ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί μᾶς κάλεσε νά γίνει ἡ ζωή μας, ζωή Του. Ἔτσι, θἀ’χουμε τήν ἐλπίδα, πώς ὅταν περάσει τό ξέσπασμα τῆς ἐφηβείας, θά ἀνατείλει ἡ ὀμορφιά τοῦ νέου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θά ἀκολουθήσει τόν δρόμο πού ἐλεύθερα ἔχει ἐπιλέξει.
Θά τελειώσω μέ λίγα λόγια τοῦ Ἁγίου Γέροντα Πορφυρίου πρός τούς γονεῖς σχετικά μέ τά παιδιά τους:
«Γίνετε ἅγιοι καί δέν θά ἔχετε κανένα πρόβλημα μέ τά παιδιά σας. Ἡ ἁγιότητα τῶν γονέων ἀπαλλάσσει τά παιδιά ἀπ’ τά προβλήματα… Κι ὅταν κάνουν ἀταξίες, νά παίρνετε κάποια παιδαγωγικά μέτρα, ἀλλά νά μήν τά πιέζετε. Κυρίως νά προσεύχεσθε… Ὅταν τά παιδιά ἀναπτύσσονται μέσα στήν ἐλευθερία, βλέποντας συγχρόνως τό καλό παράδειγμα τῶν μεγάλων, χαιρόμαστε νά τά βλέπομε. Αὐτό εἶναι τό μυστικό, νά εἶσαι καλός, νά εἶσαι ἅγιος, γιά νά ἐμπνέεις, νά ἀκτινοβολεῖς. Ἡ ζωή τῶν παιδιῶν φαίνεται νά ἐπηρεάζεται ἀπ’ τήν ἀκτινοβολία τῶν γονέων [3]».
* * *
[1] Ἐπειδή σκοπός δέν ἦταν ἡ ἐξαγωγή ποσοτικῶν συμπερασμάτων καί συσχετίσεων γιά τόν πληθυσμό τῶν ἐφήβων ἀπό 14 ἕως 17 ἐτῶν, ἀλλά ἡ καταγραφή κάποιων τάσεων καί ὁ προβληματισμός ἐπάνω σε αὐτές, δέν δόθηκε ἔμφαση στήν ἀντιπροσωπευτικότητα τοῦ δείγματος, ἀλλά στήν μελέτη τῶν διαφόρων ἀπαντήσεων τῶν συγκεκριμένων παιδιῶν. Γιά τήν πιό σφαιρική ἀποτύπωση τῶν τάσεων, ἐπιλέχθηκαν 3 διαφορετικά σχολεῖα στά ὁποῖα τά δημογραφικά χαρακτηριστικά εἶναι σέ μεγάλο βαθμό ἀνόμοια καί προέρχονται ἀπό διαφορετικές τοποθεσίες τῆς Ἀττικῆς. Γιά νά μπορέσουμε νά ἀποκτήσουμε μιά γενική εἰκόνα, ὅσο εἶναι δυνατόν, κάναμε μιά συμβατική ὁμαδοποίηση τῶν ἀπαντήσεων καί μετρήσαμε τά ἀντίστοιχα ποσοστά πού συγκεντρώνει ἡ κάθε ὁμάδα. Ὑπῆρξαν καί ἀπαντήσεις, οἱ ὁποῖες δέν μποροῦσαν νά ὁμαδοποιηθοῦν καί γι’ αὐτό ἐξετάστηκαν μεμονωμένα.
[2] Ἄς ἀναφερθοῦμε σέ πιό συγκεκριμένα στοιχεῖα: Στήν Μάνδρα, στήν πρώτη θέση τῶν πηγῶν φόβου βρίσκουμε ἀπαντήσεις σχετικές μέ τήν μοναξιά καί ἀπαντήσεις σχετικές μέ τό μέλλον καί τήν ἐπαγγελματική ἀποκατάσταση (22.5% τοῦ δείγματος ἑκατέρωθεν). Ὅσον ἀφορᾶ τό ἄγχος, τό 35% τοῦ δείγματος ἀπάντησε ὅτι ἀγχώνεται μέ τό μέλλον, ἐνῷ τό 29% μέ τά μαθήματα τοῦ σχολείου.
Στό Ἰδιωτικό Λύκειο ἀντίστοιχα, ὅσον ἀφορᾶ τόν φόβο, στήν πρώτη θέση βρίσκονται ἀπαντήσεις σχετικές μέ τήν μοναξιά καί τήν ἀναγνώριση ἀπό συνομηλίκους, σέ πολύ μεγάλο βαθμό σέ σχέση μέ τίς ὑπόλοιπες ἀπαντήσεις (41,7% τοῦ δείγματος) ἐνῷ στήν δεύτερη θέση βρίσκονται διάφορες φοβίες (φίδια, σκοτάδι, ὕψος καί ἄλλα μέ 33% τοῦ δείγματος).
Ὅσον ἀφορᾶ τό τί τούς ἀγχώνει, τό 58% ἀγχώνεται γιά τά μαθήματα τοῦ σχολείου, ἐνῶ μόνο 29% τοῦ δείγματος ἀναφέρεται στό μέλλον.
Στό ΕΠΑΛ, στήν πρώτη θέση βρίσκεται ἡ φοβία γιά τό μέλλον καί τήν ἐπαγγελματική ἀποκατάσταση (24% τοῦ δείγματος), ἐνῷ στήν δεύτερη θέση βρίσκονται διάφορες φοβίες (19% τοῦ δείγματος). Ὅσον ἀφορᾶ τό ἄγχος, στό ΕΠΑΛ, τό 24% ἀγχώνεται γιά τό μέλλον, ἐνῷ τό 29%, ἀγχώνεται γιά τά μαθήματα τοῦ σχολείου.
Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός, ὅτι ὁ φόβος τοῦ θανάτου παρουσιάζει παρόμοια ποσοστά καί στά 3 δείγματα (8-16%).
* Τά στοιχεῖα τῆς ἔρευνας ἐπεξεργάσηκε ὁ Ζήσης Κτενίδης, κάτοχος μεταπτυχιακοῦ τίτλου ΜΒΑ, Ο.Π.Α.
[3] «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου-Βίος καί Λόγοι», Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων, 2007.