Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης
Ἐνας ιδεολόγος εκκλησιομάχος είναι ελεύθερος φυσικά να εκφράζει τη γνώμη του. Ένας πιστός μπορεί; Είναι της μόδας η αθεΐα και νοσηρή παρελθοντολογία η πίστη, λέγουν.
Όσοι χτυπούν αλύπητα την Εκκλησία νομίζουμε πως δεν έχουν το δικαίωμα να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για την έξαρση της διαφθοράς. Η Εκκλησία πάντοτε μιλούσε για ήθος, ηθική, ειλικρίνεια, τιμιότητα και γνησιότητα. Το άθλιο τσουνάμι που επικρατεί παρασύρει και ισοπεδώνει τα πάντα. Οι προφητικές φωνές έχουν σιγήσει από καιρό. Οι εξεγερτικές σάλπιγγες έχουν εξαφανιστεί. Η έρημος σιωπά. Κήρυγμα μετανοίας δεν ακούγεται. Σαν να είναι ντροπή κάτι τέτοιο.
Έχουμε ξαναπεί και τονίσει το απαραίτητο μιας πνευματικής εγρηγόρσεως, κατόπιν μιας βαθιάς περισυλλογής, περισκέψεως και αυτογνωσίας. Χρειάζεται μια εν επιγνώσει ανανέωση, αναμόρφωση και ανάταση. Η φιλοκαλική ασκητική μιλά συνεχώς για απόρριψη του περιττού, πρόσληψη του απαραίτητου, του καίριου και του ουσιαστικού. Υπάρχει μια αντίθεη εκκοσμικευμένη ζωή, μια μανιώδης κοσμικότητα, μια καθαρά αντιπνευματική και αντιασκητική στάση ζωής. Ένα φρόνημα αταπείνωτο, αμετανόητο και ασυγχώρητο.
Δεν είναι καθόλου ορθή η αντιπάθεια, η οκνηρία, η κακομοιριά, η μοιρολατρία, η απαισιοδοξία. Ήλθε ο καιρός της έγερσης από τον ύπνο της ανεμελιάς. Ο προβληματισμός δεν μπορεί να είναι αιώνιος. Θα πρέπει κάποτε να παρθούν κάποιες σοβαρές και σημαντικές προσωπικές αποφάσεις. Απουσιάζει η γενναιότητα, η λεβεντιά, η παλικαριά, η αντρειοσύνη και η θαρρετή και άφοβη ομολογία. Επικρατεί πνεύμα ανησυχητικής δειλίας, ένοχης σιωπής, κραυγαλέας απουσίας, φοβισμένης ψυχής, ανάξιας αποχής, δολοπλόκες συμμαχίες και διπλωματικές συμφωνίες.
Στο ομιχλώδες αυτό τοπίο το άκουσμα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής περί των αγίων μυροφόρων γυναικών έρχεται να μας αφυπνίσει Την ώρα που οι μαθητές φοβισμένοι κρύβονταν, οι γυναίκες γίνηκαν τολμηρές, άφοβες και ατρόμητες. Η μεγάλη αγάπη τους έδωσε ανδρικό φρόνημα, γενναίο, ηρωικό και απτόητο. Η αγάπη τους και η τόλμη τους γέμισαν τις καρδιές τους χαρά. Δεν βρήκαν νεκρό να αλείψουν μύρα. Ο διδάσκαλός τους αναστήθηκε, όπως τους είχε πει. Οι μυροφόρες ελέγχουν την αδράνεια των σημερινών χριστιανών, που έχουν και αυτοί επηρεαστεί από το υλόφρονο πνεύμα της εποχής. Δεν έχουν στο κέντρο της καρδιάς τους τον αναστημένο Χριστό.
Η δυνατή αγάπη των απλών και αδύναμων γυναικών τις κάνει να τρέχουν στο μνήμα του Ζωοδότη. Το βρίσκουν έκθαμβες άδειο. Απορούν, θαυμάζουν, αγάλλονται και ενθουσιάζονται. Είχαν αγοράσει ακριβά αρώματα, ξύπνησαν πολύ νωρίς, έδιωξαν από τις ωραίες καρδιές τους τον ενοχλητικό φόβο και έφθασαν στο μνημείο πριν από την ανατολή ενός εξαίσιου ηλίου. Όλα φωτεινά, καθαρά, αγνά, ιερά, τίμια, διάφανα, σαγηνευτικά, λαμπροφόρα, χαριτωμένα και χαροποιά. Πήγαν να αρωματίσουν και αρωματίστηκαν οι ίδιες. Πλημμύρισε η ζωή τους άπλετο φως, νόημα, ζωή, αφοβία, γλυκασμό και λύτρωση αιωνιότητας.
Στις δύσκολες συνθήκες της ζωής οι γυναίκες μπορούν να γίνουν μυροφόρες. Σε έναν κόσμο δυσώδη, σκοτεινό, αναίσθητο και εχθρικό. Η καλή ευαισθησία τους, η πολλή στοργή τους, η μεγάλη υπομονή τους να γίνει βάλσαμο παρηγοριάς, χάδι αισιοδοξίας και ασπασμός ζωής. Να μειωθούν οι ενδοοικογενειακές εντάσεις, οι φιλικές οξύνσεις, οι εργασιακές διαφορές και η ζωή να γίνει πιο ανθρώπινη. Οι μυροφόρες δεν εξέλειπαν και από τον σημερινό άστατο κόσμο μας. Ως άγρυπνες μητέρες, ως ευγενείς σύζυγοι, ως καρτερικές δασκάλες, ως ακούραστες νοσοκόμες, ως νέες και γιαγιάδες, με την υπέροχη αιδώ, τη σαγηνευτική ελπίδα και τη θαυματουργή αγάπη αναμυρώνουν τον κόσμο, γλυκαίνουν την πικρή χαμοζωή, γαληνεύουν, ημερώνουν, παραμυθούν και φροντίζουν τους σκληρούς ανθρώπους.
Το τσουνάμι αντιμετωπίζεται από τις εστίες τολμηρής αγάπης, από μυροφόρων κινήσεις, από πιστών δάκρυα μετανοίας. Είναι καιρός για εσωτερικό σκάψιμο προς ανεύρεση άγνωστων κρυμμένων δυνάμεων προς αντιμετώπιση δυσωδών καταστάσεων που μολύνουν τη ζωή μας και παγώνουν τις καρδιές μας. Οι μυροφόρες διδάσκουν και εμπνέουν. Είναι πιο καρτερικές, πιο ταπεινές και πιο ανθεκτικές.
Όσοι χτυπούν αλύπητα την Εκκλησία νομίζουμε πως δεν έχουν το δικαίωμα να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για την έξαρση της διαφθοράς. Η Εκκλησία πάντοτε μιλούσε για ήθος, ηθική, ειλικρίνεια, τιμιότητα και γνησιότητα. Το άθλιο τσουνάμι που επικρατεί παρασύρει και ισοπεδώνει τα πάντα. Οι προφητικές φωνές έχουν σιγήσει από καιρό. Οι εξεγερτικές σάλπιγγες έχουν εξαφανιστεί. Η έρημος σιωπά. Κήρυγμα μετανοίας δεν ακούγεται. Σαν να είναι ντροπή κάτι τέτοιο.
Έχουμε ξαναπεί και τονίσει το απαραίτητο μιας πνευματικής εγρηγόρσεως, κατόπιν μιας βαθιάς περισυλλογής, περισκέψεως και αυτογνωσίας. Χρειάζεται μια εν επιγνώσει ανανέωση, αναμόρφωση και ανάταση. Η φιλοκαλική ασκητική μιλά συνεχώς για απόρριψη του περιττού, πρόσληψη του απαραίτητου, του καίριου και του ουσιαστικού. Υπάρχει μια αντίθεη εκκοσμικευμένη ζωή, μια μανιώδης κοσμικότητα, μια καθαρά αντιπνευματική και αντιασκητική στάση ζωής. Ένα φρόνημα αταπείνωτο, αμετανόητο και ασυγχώρητο.
Δεν είναι καθόλου ορθή η αντιπάθεια, η οκνηρία, η κακομοιριά, η μοιρολατρία, η απαισιοδοξία. Ήλθε ο καιρός της έγερσης από τον ύπνο της ανεμελιάς. Ο προβληματισμός δεν μπορεί να είναι αιώνιος. Θα πρέπει κάποτε να παρθούν κάποιες σοβαρές και σημαντικές προσωπικές αποφάσεις. Απουσιάζει η γενναιότητα, η λεβεντιά, η παλικαριά, η αντρειοσύνη και η θαρρετή και άφοβη ομολογία. Επικρατεί πνεύμα ανησυχητικής δειλίας, ένοχης σιωπής, κραυγαλέας απουσίας, φοβισμένης ψυχής, ανάξιας αποχής, δολοπλόκες συμμαχίες και διπλωματικές συμφωνίες.
Στο ομιχλώδες αυτό τοπίο το άκουσμα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής περί των αγίων μυροφόρων γυναικών έρχεται να μας αφυπνίσει Την ώρα που οι μαθητές φοβισμένοι κρύβονταν, οι γυναίκες γίνηκαν τολμηρές, άφοβες και ατρόμητες. Η μεγάλη αγάπη τους έδωσε ανδρικό φρόνημα, γενναίο, ηρωικό και απτόητο. Η αγάπη τους και η τόλμη τους γέμισαν τις καρδιές τους χαρά. Δεν βρήκαν νεκρό να αλείψουν μύρα. Ο διδάσκαλός τους αναστήθηκε, όπως τους είχε πει. Οι μυροφόρες ελέγχουν την αδράνεια των σημερινών χριστιανών, που έχουν και αυτοί επηρεαστεί από το υλόφρονο πνεύμα της εποχής. Δεν έχουν στο κέντρο της καρδιάς τους τον αναστημένο Χριστό.
Η δυνατή αγάπη των απλών και αδύναμων γυναικών τις κάνει να τρέχουν στο μνήμα του Ζωοδότη. Το βρίσκουν έκθαμβες άδειο. Απορούν, θαυμάζουν, αγάλλονται και ενθουσιάζονται. Είχαν αγοράσει ακριβά αρώματα, ξύπνησαν πολύ νωρίς, έδιωξαν από τις ωραίες καρδιές τους τον ενοχλητικό φόβο και έφθασαν στο μνημείο πριν από την ανατολή ενός εξαίσιου ηλίου. Όλα φωτεινά, καθαρά, αγνά, ιερά, τίμια, διάφανα, σαγηνευτικά, λαμπροφόρα, χαριτωμένα και χαροποιά. Πήγαν να αρωματίσουν και αρωματίστηκαν οι ίδιες. Πλημμύρισε η ζωή τους άπλετο φως, νόημα, ζωή, αφοβία, γλυκασμό και λύτρωση αιωνιότητας.
Στις δύσκολες συνθήκες της ζωής οι γυναίκες μπορούν να γίνουν μυροφόρες. Σε έναν κόσμο δυσώδη, σκοτεινό, αναίσθητο και εχθρικό. Η καλή ευαισθησία τους, η πολλή στοργή τους, η μεγάλη υπομονή τους να γίνει βάλσαμο παρηγοριάς, χάδι αισιοδοξίας και ασπασμός ζωής. Να μειωθούν οι ενδοοικογενειακές εντάσεις, οι φιλικές οξύνσεις, οι εργασιακές διαφορές και η ζωή να γίνει πιο ανθρώπινη. Οι μυροφόρες δεν εξέλειπαν και από τον σημερινό άστατο κόσμο μας. Ως άγρυπνες μητέρες, ως ευγενείς σύζυγοι, ως καρτερικές δασκάλες, ως ακούραστες νοσοκόμες, ως νέες και γιαγιάδες, με την υπέροχη αιδώ, τη σαγηνευτική ελπίδα και τη θαυματουργή αγάπη αναμυρώνουν τον κόσμο, γλυκαίνουν την πικρή χαμοζωή, γαληνεύουν, ημερώνουν, παραμυθούν και φροντίζουν τους σκληρούς ανθρώπους.
Το τσουνάμι αντιμετωπίζεται από τις εστίες τολμηρής αγάπης, από μυροφόρων κινήσεις, από πιστών δάκρυα μετανοίας. Είναι καιρός για εσωτερικό σκάψιμο προς ανεύρεση άγνωστων κρυμμένων δυνάμεων προς αντιμετώπιση δυσωδών καταστάσεων που μολύνουν τη ζωή μας και παγώνουν τις καρδιές μας. Οι μυροφόρες διδάσκουν και εμπνέουν. Είναι πιο καρτερικές, πιο ταπεινές και πιο ανθεκτικές.