Ἀγαπητοί μου Πατέρες καί Ἀδελφοί,
Ἡ Ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς σύμφωνα μέ τή θεολογική γλῶσσα ἀποτελεῖ τήν γεννέθλια ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἑορτασμός δε τῆς ἡμέρας αὐτῆς κάθε χρόνο μᾶς θυμίζει, ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, συγκροτεῖ τόν θεσμό τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἀγαθός Παράκλητος, ὅπως ὀνομάζεται τό Ἅγιο Πνεῦμα, καθώς λέμε καί στήν προσευχή: «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε...», σημαίνει ἀκριβῶς τήν ἰδιότητά Του νά παρέχει στόν πονεμένο καί πληγωμένο ἄνθρωπο τήν παράκληση, δηλαδή τήν πνευματική ἀνακούφιση καί τήν θεραπεία.
Σήμερα ἐν μέσῳ μιᾶς πολυώνυμης κρίσης κυρίως πνευματικῆς, πού μέρα μέ τήν ἡμέρα γίνεται ὀξύτερη καί ὅπου ἐξαιτίας τῆς κοινωνικῆς ἀκαταστασίας καί της ἀβεβαιότητος γιά τό μέλλον, πολλοί ἀγωνιοῦν καί διαμαρτύρονται ἀγανακτισμένοι γιά τό κατάντημάς μας, ὡς Ἔθνους καί ὡς Λαοῦ, αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά ἀπευθύνω δυό πατρικούς λόγους στήν ἀγάπη σας μέ σκοπό νά παρηγορήσω τή θλίψη τῆς ψυχῆς σας, νά γλυκάνω τόν πόνο τῆς καρδιᾶς σας καί νά συμπαρασταθῶ στόν ἀγῶνα σας..
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησίας μας, ἀγαπητά μου Παιδιά, ὡς θεανθρώπινος ὀργανισμός, ἔχει ἀνέκαθεν τό μοναδικό προνόμιο, νά ἐπισκοπεῖ μέ θάρρος στίς δύσκολες στιγμές τῆς Ἱστορίας, ὅταν οἱ ἁρμόδιοι καί ὑπεύθυνοι ἤ μή, σιωποῦν ἤ καιροσκοποῦν.
Ἡ Ἐκκλησία σέ ὅλες τίς κρίσιμες περιόδους τῆς Ἱστορίας μας, μέσα ἀπό τούς ἐκπροσώπους της καί ἀπό τά πιστά μέλη της, γνωρίζει νά διακηρύττει τήν ἀλήθεια καί μόνο, νά εὐρίσκεται κοντά στό Λαό της, νά τόν παρηγορεῖ καί νά τοῦ δίνει ἐλπίδα.
Ἔτσι καί τώρα, ἡ Ἐκκλησία μας συμπορεύεται μέ τόν Λαό, πού ἀποτελεῖ τό σῶμα της. Συναγωνίζεται μέ τά παιδιά της στήν διεκδίκηση τῶν δικαίων αἰτημάτων τους. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι κοντά στόν κόσμο, ὄχι γιά νά ἐπιδεικνύεται, ἀλλά γιά νά ἀποδεικνύει τή σχέση της μέ τόν λαό της, νά καταγγέλει τή διαφωνία της μέ τό ἄδικο σύστημα πού μᾶς προδίδει καί νά προβάλλει τήν ἐτοιμότητά της γιά ὑπεύθυνες πρωτοβουλίες.
Ἡ Ἐκκλησία στηρίζει τόν ἀγῶνα ὅσων μέ ἀγανάκτηση διαμαρτύρονται ἐναντίον τῆς ἄδικης ὑπονόμευση τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης καί μέ ἀγωνία παρακολουθεῖ νά πληθαίνουν ὅλο καί περισσότερο οἱ ἀγανακτισμένοι πολίτες. Ἐπιθυμεῖ ὅμως ἡ διαμαρτυρία νά κινεῖται σέ κόσμια καί εὐπρεπῆ πλαίσια.
Ὅταν οἱ Ἀπόστολοι ζήτησαν ἀπό τόν Χριστό νά καταστρέψει τούς κατοίκους ἑνός χωριοῦ τῆς Σαμαρείας, πού δέν Τόν δέχθηκαν, Ἐκεῖνος τούς ἐπέπληξε λέγοντας «οὐκ οἴδατε ποίου πνεύματος ἐστέ» (Λουκ. θ, 55). Δηλαδή «Δέν ξέρετε ποιῶν διαθέσεων καί ποιᾶς πνευματικῆς καταστάσεως εἶσθε ἐσεῖς.» Σάν νά τούς ἔλεγε: «Δέν εἶσθε ἄνθρωποι τοῦ πνεύματος τῆς ὀργῆς καί τῆς τιμωρίας, ἀλλά τοῦ πνεύματος τῆς ἀγάπης».
Πάνω σ’ αὐτό τό λόγο ἡ Ἐκκλησία στέκεται μέ εὐλάβεια καί προτρέπει ἠπιότητα, μετριοπάθεια, σωφροσύνη, ἐπιείκια, ἀδελφοσύνη, ἐγκράτεια, πραότητα, ἀγάπη, ὅλα ἐκεῖνα δηλαδή τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἐλάβαμε μέ τό ἅγιο Βάπτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα καί τά ἐνεργοποιοῦμε ἀνανεώνοντάς τα μέ τήν θεία κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μας.
Ἡ Ἐκκλησία μας μέσα στήν ἱστορική της πορεία ἔχει ἀποδείξει τόν ἀποτελεσματικό τρόπο διεξαγωγῆς τῶν ἀγώνων τῆς ζωῆς μας μέσα ἀπό τούς Ἁγίους. Παράδειγμα: οἱ κοινωνικοί ἀγῶνες κι ἡ ἀγωνία ἐνάντια στή φτώχεια τοῦ Μ. Βασιλείου, ἐνάντια στήν πολιτική αὐθαιρεσία τοῦ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἐνάντια στήν ἐκκλησιαστική ἐκκοσμίκευση τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, γιά νά παραλείψουμε τόν ἔλεγχο καί τόν ἔνθεο ζῆλο τῶν Προφητῶν τῆς Π.Δ.
Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό πάντα, εὐθύς ἐξ ἀρχῆς εἶναι μιά πορεία εἰρηνικῆς διαμαρτυρίας ἐνάντια στό κακό, πού ὅμως ἐμπιστεύεται τήν ἔκβαση τοῦ ἀποτελέσματος στόν Θεό.
Οἱ Χριστιανοί καλούμαστε νά πορευόμαστε μέ τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ καί τήν χάρη Του ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ Διαβόλου, ἀλλά μαθαίνουμε παράλληλα νά ἀφήνουμε τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ νά προπορεύεται στή ζωή μας.
Στίς ἐκτενεῖς ἱκεσίες τῶν προσευχῶν μας ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό «τά καλά καί συμφέροντα γιά τίς ψυχές μας καί τήν εἰρήνευση τοῦ κόσμου». Τόν παρακαλοῦμε νά παρεμβαίνει γιά τή σωτηρία μας.
Διαμαρτυρόμαστε εἰρηνικά γιά τά δίκαια καί τά μεγάλα τῆς ζωῆς.
Ἀλλιῶς ὁ ἀγῶνας μας διαστρέφεται καί χάνει τήν ὡραιότητά του. Ὁ διάβολος κλέβει τή χαρά τοῦ περί δικαίου αἰσθήματός μας καί μᾶς ὠθεῖ στήν ἁμαρτία, ἀπειλώντας τήν πνευματική μας ἀρτιότητα.
Διαμαρτυρόμαστε πάντοτε γιά τήν δύναμη τοῦ κακοῦ, πού μᾶς ἐξουσιάζει, ἐξαιτίας τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν, τῶν λαθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν μας.
Πόσοι ὅμως συνοδεύσαμε τήν διαμαρτυρία μας μέ ἔντονη προσευχή;
Πόσοι ἀπό ἐμᾶς γονατίσαμε γιά νά ζητήσουμε τή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ;
Πόσοι παρακαλοῦμε ἱκετευτικά τόν Χριστό ἤ νά μᾶς γλυτώνει ἀπό τόν πειρασμό, ἤ νά μᾶς ἐνισχύει γιά νά ἀνταπεξέλθουμε στόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς, ὅταν ὁ διάβολος σκιάζει τό φῶς Του καί το σκοτάδι τῆς κακίας μᾶς ἀπειλεῖ;
Πόσοι ἐμπιστευόμαστε τήν πορεία τῆς ζωῆς μας στόν Χριστό;
Πόσοι μιμούμαστε Ἐκεῖνον καί τούς Ἁγίους μας, πού ἔγιναν οἱ αὐθεντικοί μιμητές του, ὥστε νά γίνουμε ἐμεῖς καλλίτεροι κι ἔτσι ν’ ἀλλάξουμε καί τούς γύρω μας;
Μόνο ἡ διαμαρτυρία δέν ἀρκεῖ, ἰδίως χωρισμένη ἀπό τήν χάρη τοῦ ἁγνοῦ καί ἀνιδιοτελοῦς ἀγῶνα. Εἶναι τό πρῶτο βῆμα ἴσως, ἀλλά ἀπαιτεῖται καί ἡ ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους, γιά νά μεταμορφωθῇ ἡ ἀγανάκτηση σέ ἀνανεωτική δύναμη γιά τή ζωή μας.
Μέσα στήν Ἀποκάλυψη (στ΄10) φαίνεται πώς οἱ Μάρτυρες διαμαρτύρονται, πού ὁ Θεός ἐπιτρέπει ἀκόμη νά δοκιμάζωνται οἱ πιστοί. Κι ὅμως λαμβάνουν τήν ἀπάντηση, νά συνεχίσουν μέ ὑπομονή τήν προσευχή τους μέχρι νά συμπληρωθεῖ ὁ ἀριθμός τῶν ἐκλεκτῶν, πού θά ἀγωνίζονται ἕως ὅτου ὁ Κύριος θέλει.
Ἀγαπητά μου Παιδιά
Ὁ Χριστός μᾶς διαβεβαιώνει «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε, 5) καί ἕνα πράγμα εἶναι σίγουρο: Ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στόν Χριστό καί προσεύχεται ἐλπίζοντας μέ βεβαιότητα στή θεϊκή του συνδρομή καί ἀγωνίζεται νά διατηρεῖται ἑνωμένος μαζί Του, ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει χάρη καί εὐλογία γιά κάθε στιγμή τῆς ζωῆς του καί πορεύεται ὅπως τοῦ ἐπιτρέπει ὁ Θαεός. Κι ὅταν χρειάζεται νά διαμαρτυρηθεῖ, τό πράττει πάντοτε στά πλαίσια τῆς ἐν Χριστῷ εἰρηνικῆς διαμαρτυρίας, ὅπως τήν ἔμαθε μέσα στήν Ἐκκλησία, ἔχοντας εἰρηνικό ὅπλο τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί ὅ,τι αὐτός ἐμπεριέχει ὡς τρόπος ζωῆς καί κινητήρια δύναμη τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού κινεῖ τήν ψυχή τῶν Μαρτύρων κάθε ἐποχῆς.
Μέσα στή σύγχυση τῶν ταραγμένων καιρῶν μας καί στόν ἔντεχνα προωθούμενο ἀποχριστιανισμό τοῦ Ἔθνους μας δέν θά εἴμαστε Ἐκεῖνοι, πού θά παραδώσουμε τά τιμαλφῆ τῆς πίστεώς μας. Δέν θά ἀφήσουμε νά μᾶς ἐξαγοράσουν σέ τιμή εὐκαιρίας. Δέν θά ἐπιτρέψουμε νά ἐξαγοράσουν τά ἱερά καί τά ὅσια τῆς φυλῆς μας, τίς παραδόσεις, τίς ἀρχές, τά ἰδανικά, τήν ἱστορία, τήν γλῶσσα καί τόν πολιτισμό μας, τήν ἐθνική μας συνείδηση.
Γι’ αὐτό καί σέ λίγο, πού θά γονατίσουμε γιά νά ἐπικαλεσθοῦμε τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί γιά ἐμᾶς, ἄς ἀνοίξουμε διάπλατα τήν καρδιά μας στή χάρη του Κυρίου μας γιά νά Τήν λάβουμε ὁδηγό ἀλάνθαστο στή ζωή μας. Κι ὅταν ἀκούσουμε τήν ἱκεσία, «Κύριε δίδαξόν με πῶς δεῖ καί ὑπέρ ὧν χρῆ προσεύχεσθαι» δηλ. δίδαξέ με Κύριε, πώς πρέπει καί γιά ποιά πράγματα πρέπει νά προσεύχομαι, ἄς τοῦ ζητήσουμε νά λαλήσει ἀγαθά στίς καρδιές τῶν κυβερνώντων ὑπέρ τοῦ λαοῦ, κι ἄς ἐνθυμούμαστε πάντοτε νά στεφανώνουμε ὅ,τι λέμε καί ὅ,τι κάνουμε μέ τήν προσευχή μας, προσέχοντας τί καί πώς τό ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό καί κυρίως ἀφήνοντας στήν Πρόνοιά του τήν καρποφορία τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν
Ο Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ καί νά σᾶς στηρίζει.
Μετά τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης καί εὐχῶν
Ὁ Μητροπολίτης
+Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος
Ἡ Ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς σύμφωνα μέ τή θεολογική γλῶσσα ἀποτελεῖ τήν γεννέθλια ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἑορτασμός δε τῆς ἡμέρας αὐτῆς κάθε χρόνο μᾶς θυμίζει, ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, συγκροτεῖ τόν θεσμό τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἀγαθός Παράκλητος, ὅπως ὀνομάζεται τό Ἅγιο Πνεῦμα, καθώς λέμε καί στήν προσευχή: «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε...», σημαίνει ἀκριβῶς τήν ἰδιότητά Του νά παρέχει στόν πονεμένο καί πληγωμένο ἄνθρωπο τήν παράκληση, δηλαδή τήν πνευματική ἀνακούφιση καί τήν θεραπεία.
Σήμερα ἐν μέσῳ μιᾶς πολυώνυμης κρίσης κυρίως πνευματικῆς, πού μέρα μέ τήν ἡμέρα γίνεται ὀξύτερη καί ὅπου ἐξαιτίας τῆς κοινωνικῆς ἀκαταστασίας καί της ἀβεβαιότητος γιά τό μέλλον, πολλοί ἀγωνιοῦν καί διαμαρτύρονται ἀγανακτισμένοι γιά τό κατάντημάς μας, ὡς Ἔθνους καί ὡς Λαοῦ, αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά ἀπευθύνω δυό πατρικούς λόγους στήν ἀγάπη σας μέ σκοπό νά παρηγορήσω τή θλίψη τῆς ψυχῆς σας, νά γλυκάνω τόν πόνο τῆς καρδιᾶς σας καί νά συμπαρασταθῶ στόν ἀγῶνα σας..
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησίας μας, ἀγαπητά μου Παιδιά, ὡς θεανθρώπινος ὀργανισμός, ἔχει ἀνέκαθεν τό μοναδικό προνόμιο, νά ἐπισκοπεῖ μέ θάρρος στίς δύσκολες στιγμές τῆς Ἱστορίας, ὅταν οἱ ἁρμόδιοι καί ὑπεύθυνοι ἤ μή, σιωποῦν ἤ καιροσκοποῦν.
Ἡ Ἐκκλησία σέ ὅλες τίς κρίσιμες περιόδους τῆς Ἱστορίας μας, μέσα ἀπό τούς ἐκπροσώπους της καί ἀπό τά πιστά μέλη της, γνωρίζει νά διακηρύττει τήν ἀλήθεια καί μόνο, νά εὐρίσκεται κοντά στό Λαό της, νά τόν παρηγορεῖ καί νά τοῦ δίνει ἐλπίδα.
Ἔτσι καί τώρα, ἡ Ἐκκλησία μας συμπορεύεται μέ τόν Λαό, πού ἀποτελεῖ τό σῶμα της. Συναγωνίζεται μέ τά παιδιά της στήν διεκδίκηση τῶν δικαίων αἰτημάτων τους. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι κοντά στόν κόσμο, ὄχι γιά νά ἐπιδεικνύεται, ἀλλά γιά νά ἀποδεικνύει τή σχέση της μέ τόν λαό της, νά καταγγέλει τή διαφωνία της μέ τό ἄδικο σύστημα πού μᾶς προδίδει καί νά προβάλλει τήν ἐτοιμότητά της γιά ὑπεύθυνες πρωτοβουλίες.
Ἡ Ἐκκλησία στηρίζει τόν ἀγῶνα ὅσων μέ ἀγανάκτηση διαμαρτύρονται ἐναντίον τῆς ἄδικης ὑπονόμευση τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης καί μέ ἀγωνία παρακολουθεῖ νά πληθαίνουν ὅλο καί περισσότερο οἱ ἀγανακτισμένοι πολίτες. Ἐπιθυμεῖ ὅμως ἡ διαμαρτυρία νά κινεῖται σέ κόσμια καί εὐπρεπῆ πλαίσια.
Ὅταν οἱ Ἀπόστολοι ζήτησαν ἀπό τόν Χριστό νά καταστρέψει τούς κατοίκους ἑνός χωριοῦ τῆς Σαμαρείας, πού δέν Τόν δέχθηκαν, Ἐκεῖνος τούς ἐπέπληξε λέγοντας «οὐκ οἴδατε ποίου πνεύματος ἐστέ» (Λουκ. θ, 55). Δηλαδή «Δέν ξέρετε ποιῶν διαθέσεων καί ποιᾶς πνευματικῆς καταστάσεως εἶσθε ἐσεῖς.» Σάν νά τούς ἔλεγε: «Δέν εἶσθε ἄνθρωποι τοῦ πνεύματος τῆς ὀργῆς καί τῆς τιμωρίας, ἀλλά τοῦ πνεύματος τῆς ἀγάπης».
Πάνω σ’ αὐτό τό λόγο ἡ Ἐκκλησία στέκεται μέ εὐλάβεια καί προτρέπει ἠπιότητα, μετριοπάθεια, σωφροσύνη, ἐπιείκια, ἀδελφοσύνη, ἐγκράτεια, πραότητα, ἀγάπη, ὅλα ἐκεῖνα δηλαδή τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἐλάβαμε μέ τό ἅγιο Βάπτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα καί τά ἐνεργοποιοῦμε ἀνανεώνοντάς τα μέ τήν θεία κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μας.
Ἡ Ἐκκλησία μας μέσα στήν ἱστορική της πορεία ἔχει ἀποδείξει τόν ἀποτελεσματικό τρόπο διεξαγωγῆς τῶν ἀγώνων τῆς ζωῆς μας μέσα ἀπό τούς Ἁγίους. Παράδειγμα: οἱ κοινωνικοί ἀγῶνες κι ἡ ἀγωνία ἐνάντια στή φτώχεια τοῦ Μ. Βασιλείου, ἐνάντια στήν πολιτική αὐθαιρεσία τοῦ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἐνάντια στήν ἐκκλησιαστική ἐκκοσμίκευση τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, γιά νά παραλείψουμε τόν ἔλεγχο καί τόν ἔνθεο ζῆλο τῶν Προφητῶν τῆς Π.Δ.
Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό πάντα, εὐθύς ἐξ ἀρχῆς εἶναι μιά πορεία εἰρηνικῆς διαμαρτυρίας ἐνάντια στό κακό, πού ὅμως ἐμπιστεύεται τήν ἔκβαση τοῦ ἀποτελέσματος στόν Θεό.
Οἱ Χριστιανοί καλούμαστε νά πορευόμαστε μέ τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ καί τήν χάρη Του ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ Διαβόλου, ἀλλά μαθαίνουμε παράλληλα νά ἀφήνουμε τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ νά προπορεύεται στή ζωή μας.
Στίς ἐκτενεῖς ἱκεσίες τῶν προσευχῶν μας ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό «τά καλά καί συμφέροντα γιά τίς ψυχές μας καί τήν εἰρήνευση τοῦ κόσμου». Τόν παρακαλοῦμε νά παρεμβαίνει γιά τή σωτηρία μας.
Διαμαρτυρόμαστε εἰρηνικά γιά τά δίκαια καί τά μεγάλα τῆς ζωῆς.
Ἀλλιῶς ὁ ἀγῶνας μας διαστρέφεται καί χάνει τήν ὡραιότητά του. Ὁ διάβολος κλέβει τή χαρά τοῦ περί δικαίου αἰσθήματός μας καί μᾶς ὠθεῖ στήν ἁμαρτία, ἀπειλώντας τήν πνευματική μας ἀρτιότητα.
Διαμαρτυρόμαστε πάντοτε γιά τήν δύναμη τοῦ κακοῦ, πού μᾶς ἐξουσιάζει, ἐξαιτίας τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν, τῶν λαθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν μας.
Πόσοι ὅμως συνοδεύσαμε τήν διαμαρτυρία μας μέ ἔντονη προσευχή;
Πόσοι ἀπό ἐμᾶς γονατίσαμε γιά νά ζητήσουμε τή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ;
Πόσοι παρακαλοῦμε ἱκετευτικά τόν Χριστό ἤ νά μᾶς γλυτώνει ἀπό τόν πειρασμό, ἤ νά μᾶς ἐνισχύει γιά νά ἀνταπεξέλθουμε στόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς, ὅταν ὁ διάβολος σκιάζει τό φῶς Του καί το σκοτάδι τῆς κακίας μᾶς ἀπειλεῖ;
Πόσοι ἐμπιστευόμαστε τήν πορεία τῆς ζωῆς μας στόν Χριστό;
Πόσοι μιμούμαστε Ἐκεῖνον καί τούς Ἁγίους μας, πού ἔγιναν οἱ αὐθεντικοί μιμητές του, ὥστε νά γίνουμε ἐμεῖς καλλίτεροι κι ἔτσι ν’ ἀλλάξουμε καί τούς γύρω μας;
Μόνο ἡ διαμαρτυρία δέν ἀρκεῖ, ἰδίως χωρισμένη ἀπό τήν χάρη τοῦ ἁγνοῦ καί ἀνιδιοτελοῦς ἀγῶνα. Εἶναι τό πρῶτο βῆμα ἴσως, ἀλλά ἀπαιτεῖται καί ἡ ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους, γιά νά μεταμορφωθῇ ἡ ἀγανάκτηση σέ ἀνανεωτική δύναμη γιά τή ζωή μας.
Μέσα στήν Ἀποκάλυψη (στ΄10) φαίνεται πώς οἱ Μάρτυρες διαμαρτύρονται, πού ὁ Θεός ἐπιτρέπει ἀκόμη νά δοκιμάζωνται οἱ πιστοί. Κι ὅμως λαμβάνουν τήν ἀπάντηση, νά συνεχίσουν μέ ὑπομονή τήν προσευχή τους μέχρι νά συμπληρωθεῖ ὁ ἀριθμός τῶν ἐκλεκτῶν, πού θά ἀγωνίζονται ἕως ὅτου ὁ Κύριος θέλει.
Ἀγαπητά μου Παιδιά
Ὁ Χριστός μᾶς διαβεβαιώνει «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε, 5) καί ἕνα πράγμα εἶναι σίγουρο: Ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στόν Χριστό καί προσεύχεται ἐλπίζοντας μέ βεβαιότητα στή θεϊκή του συνδρομή καί ἀγωνίζεται νά διατηρεῖται ἑνωμένος μαζί Του, ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει χάρη καί εὐλογία γιά κάθε στιγμή τῆς ζωῆς του καί πορεύεται ὅπως τοῦ ἐπιτρέπει ὁ Θαεός. Κι ὅταν χρειάζεται νά διαμαρτυρηθεῖ, τό πράττει πάντοτε στά πλαίσια τῆς ἐν Χριστῷ εἰρηνικῆς διαμαρτυρίας, ὅπως τήν ἔμαθε μέσα στήν Ἐκκλησία, ἔχοντας εἰρηνικό ὅπλο τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί ὅ,τι αὐτός ἐμπεριέχει ὡς τρόπος ζωῆς καί κινητήρια δύναμη τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού κινεῖ τήν ψυχή τῶν Μαρτύρων κάθε ἐποχῆς.
Μέσα στή σύγχυση τῶν ταραγμένων καιρῶν μας καί στόν ἔντεχνα προωθούμενο ἀποχριστιανισμό τοῦ Ἔθνους μας δέν θά εἴμαστε Ἐκεῖνοι, πού θά παραδώσουμε τά τιμαλφῆ τῆς πίστεώς μας. Δέν θά ἀφήσουμε νά μᾶς ἐξαγοράσουν σέ τιμή εὐκαιρίας. Δέν θά ἐπιτρέψουμε νά ἐξαγοράσουν τά ἱερά καί τά ὅσια τῆς φυλῆς μας, τίς παραδόσεις, τίς ἀρχές, τά ἰδανικά, τήν ἱστορία, τήν γλῶσσα καί τόν πολιτισμό μας, τήν ἐθνική μας συνείδηση.
Γι’ αὐτό καί σέ λίγο, πού θά γονατίσουμε γιά νά ἐπικαλεσθοῦμε τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί γιά ἐμᾶς, ἄς ἀνοίξουμε διάπλατα τήν καρδιά μας στή χάρη του Κυρίου μας γιά νά Τήν λάβουμε ὁδηγό ἀλάνθαστο στή ζωή μας. Κι ὅταν ἀκούσουμε τήν ἱκεσία, «Κύριε δίδαξόν με πῶς δεῖ καί ὑπέρ ὧν χρῆ προσεύχεσθαι» δηλ. δίδαξέ με Κύριε, πώς πρέπει καί γιά ποιά πράγματα πρέπει νά προσεύχομαι, ἄς τοῦ ζητήσουμε νά λαλήσει ἀγαθά στίς καρδιές τῶν κυβερνώντων ὑπέρ τοῦ λαοῦ, κι ἄς ἐνθυμούμαστε πάντοτε νά στεφανώνουμε ὅ,τι λέμε καί ὅ,τι κάνουμε μέ τήν προσευχή μας, προσέχοντας τί καί πώς τό ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό καί κυρίως ἀφήνοντας στήν Πρόνοιά του τήν καρποφορία τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν
Ο Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ καί νά σᾶς στηρίζει.
Μετά τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης καί εὐχῶν
Ὁ Μητροπολίτης
+Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος