π. Γεώργιος Χάας
Τώρα πού βρισκόμαστε σέ περίοδο οἰκονομικοῦ ἀδιεξόδου οἱ πολλοί περιμένουν τή λύση τῶν δυσχερειῶν ἀπό τούς εἰδικούς οἰκονομολόγους. Αὐτοί ἐν τούτοις ἔχουν φθάσει στό σημεῖο νά ζητοῦν ἀκόμα καί ἀπό τήν Ἐκκλησία οἰκονομική στήριξη, χωρίς νά καταλάβουν ὅτι μέ αὐτόν τον τρόπο ἐπιδεινώνουν τήν ὅλη κατάσταση ἀντί νά τήν βελτιώσουν.
Οἱ κρατοῦντες ἐμμένοντας καί ἐπιμένοντας στίς συνταγές καί μεθόδους τῶν τραπεζοαιχμαλώτων οἰκονομολόγων ματαιοπονοῦν. Ὅσα χρήματα, ὑπαρκτά καί ἀνύπαρκτα καί νά βάλη κανείς, δέν πρόκειται να ἀλλάξουν τίποτα, ἁπλῶς ἐξατμίζονται, ἀέρας ὤν, εἰς ἀέρα χάνεται.
Ἡ μόνη λύση εἶναι νά ζητήσουμε ὅλοι καί κυρίως οἱ ἄρχοντες τήν Εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας, διότι μόνο ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀναδεικνύει καί κάνει εὔχρηστα ὅλα τά ἀγαθά, πνευματικά καί ὑλικά, φέρνει καρπόν.
Στά χέρια τοῦ στερημένου τῆς χάριτος τίποτα δέν καρποφορεῖ.
Αὐτά δέν εἶναι δικά μας λόγια, ἀλλά ἀλήθειες πού μᾶς διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή θεωρητικά καί ἡ ἱστορία πρακτικά.
Ἔτσι ὁ προφητάναξ Δαυΐδ ἀνακοινώνει στούς ἄρχοντες καί στό λαό τίς βουλές τοῦ Θεοῦ περί τῆς βασιλείας τοῦ υἱοῦ του, τοῦ Σολωμῶντος και περί τῆς ἀνοικοδόμησης τοῦ Ναοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Δαυΐδ ἔδωσε τό μεγαλύτερο μέρος τῆς περιουσίας του γιά τά πολύτιμα ὑλικά γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ, καί παρακίνησε μέ αὐτό τόν τρόπο καί ὅλον τόν Ἰσραηλιτικό λαό να προθυμοποιηθῆ πρός αὐτή τήν κατεύθυνση. Ἀνακοινώνει δέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ νά μή ἀνοικοδομήση ὁ Δαυΐδ τόν Ναό, ἀλλά ὁ υἱός καί διάδοχός του, ὁ Σολωμών: “Καί ὁ Θεός εἶπεν∙ οὐκ οἰκοδομήσεις ἐμοί οἶκον τοῦ ἐπονομάσαι τό ὄνομά μου ἐπ’ αὐτῷ, ὅτι ἄνθρωπος πολεμιστής εἶ σύ και αἷμα ἐξέχεας. “(Παραλειπομ. Α 28, 3)
“Καί ἀπό πάντων τῶν υἱῶν μου (ὅτι πολλούς υἱούς ἔδωκέ μοι Κύριος) ἐξελέξατο ἐν Σολωμών τῶ υἱῶ μου καθίσαι αὐτόν ἐπί θρόνου βασιλείας Κυρίου ἐπί τόν Ἰσραήλ∙ καί εἶπέ μοι ὁ Θεός∙ Σολωμών ὁ υἱός σου οἰκοδομήσει τόν οἶκόν μου καί τήν αὐλήν μου, ὅτι ἡρέτικα ἐν αὐτῶ εἶναί μου υἱόν, κἀγώ ἔσομαι αὐτῷ εἰς πατέρα. Καί κατορθώσω τήν βασιλείαν αὐτοῦ ἕως αἰῶνος, ἐάν ἰσχύση τοῦ φυλάξασθαι τάς ἐντολάς μου καί τά κρίματά μου ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη.” (Παραλειπομ. Α 28, 5-7) Ὁ Δαυΐδ ἀνακοινώνει τήν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά κρύβη την ἀπορία του, γιά τό γιατί δέν ἐπέτρεπε στόν ἴδιον τήν ἀνοικοδόμηση και στό γιατί ἀπ’ ὅλους τούς υἱούς ἐπέλεξε τόν Σολωμῶντα. Καί ὄχι μόνο ὑπακούει ὁ Δαυΐδ ὁλόθερμα, ἀλλά προτρέπει τόν λαόν καί τόν υἱόν του νά μή ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τόν Θεόν καί τίς ἐντολές του: “Καί νῦν κατά πρόσωπον πάσης Ἐκκλησίας Κυρίου καί ἐν ὠσί Θεοῦ ἡμῶν φυλάξασθε και ζητήσατε πάσας τάς ἐντολάς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἵνα κληρονομήσητε τήν γῆν τήν ἀγαθήν καί κατακληρονομήσητε τοῖς υἱοῖς ὑμῶν μεθ’ ὑμᾶς ἕως αἰῶνος. Καί νῦν, Σολωμών υἱέ μου, γνῶθι τόν Θεόν τῶν πατέρων σου καί δούλευε αὐτῶ ἐν καρδίᾳ τελείᾳ καί ψυχῇ θελούσῃ, ὅτι πάσας καρδίας ἐτάζει Κύριος καί πᾶν ἐνθύμημα γινώσκει∙ ἐάν ζητήσης αὐτόν, εὑρεθήσεταί σοι, καί ἐάν καταλείψης αὐτόν, καταλείψει σε εἰς τέλος.”(Παραλειπομ. Α 28, 8-9)
Στήν προτροπή του αὐτή ὁ Δαυΐδ συνδέει ἄμεσα τήν κληρονομία τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, προτίστως ἀπό τον βασιλέα καί κατόπιν ἀπό ὅλο τό λαό. Καί πραγματικά ἀκολούθησε μια εἰρηνική καί ἀκμαία περίοδος στό τότε ἑνωμένο βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ γιά40 ὁλόκληρα χρόνια.
Ἔχουμε ὅμως καί νεώτερα παραδείγματα ἐκτός ἀπό τήν ἐπικράτηση τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καί τῆς ἱδρύσεως τῆς χιλιετοῦς αὐτοκρατορίας.
Κατά τό ἴδιο χρονικό διάστημα ἀσπάσθηκαν καί σέ ἄλλα μέρη ὁρισμένοι ἄρχοντες τήν ἀληθινή Πίστη, ὅπως π.χ. στήν Ἀρμενία καί στή Γεωργία. Ὁ βασιλεύς τῆς Γεωργίας, Μιριάν, υἱός τοῦ Σάχη τῆς Περσίας Χοσρόη, παρακολούθησε ἐξ ἀρχῆς, ἄν καί ἐξ ἀποστάσεως τή ζωή, διδασκαλία και τά θαύματα τῆς Ἁγ. Νίνας τῆς ἰσαποστόλου, τῆς φωτιστρίας τοῦ λαοῦ τῆς Γεωργίας. Ὡς βασιλεύς τῆς Γεωργίας προσπάθησε νά κρατήση ἰσορροπίες μεταξύ τῶν συγγενῶν του στήν Περσία, ἀλλά καί τῶν Ρωμαίων, οἱ ὁποῖοι κρατοῦσαν ὅμηρο τόν υἱό του Μπακάρ στή Ρώμη. Πρός στιγμή φάνηκε πώς τό πολιτικό καί προσωπικό του συμφέρον θά ὑπερτεροῦσε καί θά κήρυττε τό διωγμό τῶν Χριστιανῶν καί τῆς Ἁγ. Νίνας, ἀλλά γρήγορα μετενόησε καί ἀσπάσθηκε τή νέα διδασκαλία δημοσίως τό Μαϊο τοῦ 319. Τότε κάλεσε τούς ἄρχοντες καί τό λαό γιά νά δώσουν δημόσια ὁμολογία: “Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά ἀσπασθῆτε τόν Θεόν τῆς Νίνας, τόν Χριστό, γιατί αὐτός εἶναι ὁ αἰώνιος Θεός, καί σ’ Αὐτόν μόνο ἀνήκει κάθε δόξα εἰς τούς αἰώνας”. Ἡ πρώτη του κίνηση ἦταν νά πέμψη ἀπεσταλμένους του στόν Αὐτοκράτορα, τόν Μέγαν Κωνσταντῖνον, μέ τήν παράκληση νά στείλη ἐκεῖνος κληρικούς στή Γεωργία, γιά νά κατηχήσουν καί νά βαπτίσουν τό λαό. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνταποκρίθηκε μετά χαρᾶς, στέλνοντας τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας Εὐστάθιο, δύο ἱερεῖς καί τρεῖς διακόνους. Τότε ὁ βασιλεύς μέ διάταγμά του κάλεσε ὅλους τούς ἄρχοντες καί ἀξιωματούχους καί ἔλαβε ἐνώπιον ὅλων μαζί μέ τή βασίλισσα Νάνα καί τά τέκνα τους τό ἅγιο Βάπτισμα διά χειρός τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐσταθίου. Ἔτσι ξεκίνησε μιά εὐλογημένη περίοδος γιά τόν λαό τῆς Γεωργίας. Ὁ βασιλεύς ξεπέρασε τούς φόβους του, εἰρήνευσε μέ τούς Πέρσες, ἔκτισε τους πρώτους ξύλινους ναούς, καί ἔστειλε νέα ἀποστολή στό Μέγα Κωνσταντῖνο μέ τό αἴτημα νά στείλη ἔμπειρους ναοδόμους καί ἀρκετούς ἱερεῖς. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ὄχι μόνο ἐκπλήρωσε τά αἰτήματα, ἀλλά τοῦ ἀπελευθέρωσε καί τόν υἱό του Μπακάρ. Ἔτσι ἀποκαταστάθηκαν πλήρως καί οἱ σχέσεις με τό Βυζάντιο. Ὁ βασιλεύς Μιριάν ξεκίνησε ἀμέσως τήν ἀνέγερση Ναῶν με ναοδόμους καί καλλιτέχνες ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη.
Ἕνα ἀκόμη παράδειγμα εἶναι ὁ βασιλεύς τῆς Σερβίας Στέφανος Νεμάνια, γιά τόν ὁποῖο γράφει ὁ Ἁγ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς: “Ὁ Στέφανος Νεμάνια, ὁ μεγάλος ἡγεμόνας τῶν Σέρβων (1165-1196), εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ Σερβικοῦ κράτους. Ὑπερασπιστής τῆς Ὀρθοδοξίας καί πολέμιος τῶν αἱρέσεων, ὑπῆρξε σ’ ὅλη του τή ζωή ἄνθρωπος μέ μεγάλη πίστη, ἀγάπη και ζῆλο εὐαγγελικό. Ἦταν ὁ μικρότερος ἀπό τούς ἀδελφούς του, ἀλλά ὁ μεγαλύτερος ὡς πρός τήν χάρι πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεόν”. Καί ἐκεῖνος πέρασε τήν ταλαιπωρία του καί κλωνίσθηκε πρός στιγμή, ὅταν ὁ υἱός του Ράστκο ἔφυγε γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Τότε ἐξοργίσθηκε καί ἔστειλε τόν βοεβόδα τῆς Σερβίας μαζί μέ ἄλλους ἀξιωματούχους για νά τόν ἀναζητήσουν καί νά τόν φέρουν πίσω. Ἔφθανε δέ μέχρι τοῦ σημείου νά ἀπειλήση μέ πόλεμο κατά τοῦ Βυζαντίου. Οἱ ἀπεσταλμένοι του δέν κατόρθωσαν νά πείσουν τόν Ράτσκο, ὁ ὁποῖος ἐκάρη σέ ἀγρυπνία μοναχός. Κατόπιν μίας πολύ πνευματικῆς ἐπιστολῆς τοῦ πλέον μοναχοῦ Σάββα ὁ πατέρας του μετενόησε καί ἔστειλε πλούσια δῶρα στόν υἱό του, μέ τά ὁποῖα ἔγιναν μεγάλες οἰκοδομικές ἐργασίες στή Μονή Βατοπεδίου και ἀλλοῦ. Μετά ἀπό λίγο καιρό ἀφήνει ὁ βασιλεύς τή δόξα τοῦ κόσμου και ἀκολουθεῖ τόν υἱό του καί γίνεται ὑποτακτικός του, λαμβάνει τό μοναχικό σχῆμα μέ τό ὄνομα Συμεών καί γίνονται οἱ δύο κτίτορες τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου.
Αὐτοί εἶναι οἱ ὄντως μεγάλοι ἡγέτες. Ἀψηφοῦν τά προσωπικά συμφέροντα, γίνονται μέρος τῶν σχεδίων τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τῶν πλεκτανῶν τῶν κοσμικῶν ἀρχόντων, καί κυρίως ὁμολογοῦν τήν πίστη τους μέ παρρησία ἐμπράκτως, προσφέροντας στήν Ἐκκλησία καί ὄχι ζητῶντας ἀπ’ αὐτήν.
Τέτοιοι ἄρχοντες μᾶς χρειάζονται, καί μόνο τέτοιοι.
Ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο διά πρεσβειῶν τῶν Ἁγίων Σάββα καί Συμεών, τοῦ Ἁγ. Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, νά ἐξαφανίζη ὅλες τίς παρωπίδες μας, γιά να βλέπουμε καθαρά καί νά μή τυφλονόμαστε συνεχῶς ἀπό τίς λάμψεις τῆς τηλεόρασης καί τῶν προβολῶν τοῦ ὑπόσχοντος τήν ἐγκόσμια ἐξουσία και δόξα. Μή ξεχνᾶμε τό Ἁγιογραφικά ρητά: “Βασιλέως ὑπακούοντος λόγον ἄδικον, πάντες οἱ ὑπ’ αὐτόν παράνομοι” καί “Βασιλεύς δίκαιος ἀνίστησι χώραν, ἀνήρ δέ παράνομος κατασκάπτει”.
Οἱ κρατοῦντες ἐμμένοντας καί ἐπιμένοντας στίς συνταγές καί μεθόδους τῶν τραπεζοαιχμαλώτων οἰκονομολόγων ματαιοπονοῦν. Ὅσα χρήματα, ὑπαρκτά καί ἀνύπαρκτα καί νά βάλη κανείς, δέν πρόκειται να ἀλλάξουν τίποτα, ἁπλῶς ἐξατμίζονται, ἀέρας ὤν, εἰς ἀέρα χάνεται.
Ἡ μόνη λύση εἶναι νά ζητήσουμε ὅλοι καί κυρίως οἱ ἄρχοντες τήν Εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας, διότι μόνο ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀναδεικνύει καί κάνει εὔχρηστα ὅλα τά ἀγαθά, πνευματικά καί ὑλικά, φέρνει καρπόν.
Στά χέρια τοῦ στερημένου τῆς χάριτος τίποτα δέν καρποφορεῖ.
Αὐτά δέν εἶναι δικά μας λόγια, ἀλλά ἀλήθειες πού μᾶς διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή θεωρητικά καί ἡ ἱστορία πρακτικά.
Ἔτσι ὁ προφητάναξ Δαυΐδ ἀνακοινώνει στούς ἄρχοντες καί στό λαό τίς βουλές τοῦ Θεοῦ περί τῆς βασιλείας τοῦ υἱοῦ του, τοῦ Σολωμῶντος και περί τῆς ἀνοικοδόμησης τοῦ Ναοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Δαυΐδ ἔδωσε τό μεγαλύτερο μέρος τῆς περιουσίας του γιά τά πολύτιμα ὑλικά γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ, καί παρακίνησε μέ αὐτό τόν τρόπο καί ὅλον τόν Ἰσραηλιτικό λαό να προθυμοποιηθῆ πρός αὐτή τήν κατεύθυνση. Ἀνακοινώνει δέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ νά μή ἀνοικοδομήση ὁ Δαυΐδ τόν Ναό, ἀλλά ὁ υἱός καί διάδοχός του, ὁ Σολωμών: “Καί ὁ Θεός εἶπεν∙ οὐκ οἰκοδομήσεις ἐμοί οἶκον τοῦ ἐπονομάσαι τό ὄνομά μου ἐπ’ αὐτῷ, ὅτι ἄνθρωπος πολεμιστής εἶ σύ και αἷμα ἐξέχεας. “(Παραλειπομ. Α 28, 3)
“Καί ἀπό πάντων τῶν υἱῶν μου (ὅτι πολλούς υἱούς ἔδωκέ μοι Κύριος) ἐξελέξατο ἐν Σολωμών τῶ υἱῶ μου καθίσαι αὐτόν ἐπί θρόνου βασιλείας Κυρίου ἐπί τόν Ἰσραήλ∙ καί εἶπέ μοι ὁ Θεός∙ Σολωμών ὁ υἱός σου οἰκοδομήσει τόν οἶκόν μου καί τήν αὐλήν μου, ὅτι ἡρέτικα ἐν αὐτῶ εἶναί μου υἱόν, κἀγώ ἔσομαι αὐτῷ εἰς πατέρα. Καί κατορθώσω τήν βασιλείαν αὐτοῦ ἕως αἰῶνος, ἐάν ἰσχύση τοῦ φυλάξασθαι τάς ἐντολάς μου καί τά κρίματά μου ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη.” (Παραλειπομ. Α 28, 5-7) Ὁ Δαυΐδ ἀνακοινώνει τήν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά κρύβη την ἀπορία του, γιά τό γιατί δέν ἐπέτρεπε στόν ἴδιον τήν ἀνοικοδόμηση και στό γιατί ἀπ’ ὅλους τούς υἱούς ἐπέλεξε τόν Σολωμῶντα. Καί ὄχι μόνο ὑπακούει ὁ Δαυΐδ ὁλόθερμα, ἀλλά προτρέπει τόν λαόν καί τόν υἱόν του νά μή ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τόν Θεόν καί τίς ἐντολές του: “Καί νῦν κατά πρόσωπον πάσης Ἐκκλησίας Κυρίου καί ἐν ὠσί Θεοῦ ἡμῶν φυλάξασθε και ζητήσατε πάσας τάς ἐντολάς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἵνα κληρονομήσητε τήν γῆν τήν ἀγαθήν καί κατακληρονομήσητε τοῖς υἱοῖς ὑμῶν μεθ’ ὑμᾶς ἕως αἰῶνος. Καί νῦν, Σολωμών υἱέ μου, γνῶθι τόν Θεόν τῶν πατέρων σου καί δούλευε αὐτῶ ἐν καρδίᾳ τελείᾳ καί ψυχῇ θελούσῃ, ὅτι πάσας καρδίας ἐτάζει Κύριος καί πᾶν ἐνθύμημα γινώσκει∙ ἐάν ζητήσης αὐτόν, εὑρεθήσεταί σοι, καί ἐάν καταλείψης αὐτόν, καταλείψει σε εἰς τέλος.”(Παραλειπομ. Α 28, 8-9)
Στήν προτροπή του αὐτή ὁ Δαυΐδ συνδέει ἄμεσα τήν κληρονομία τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, προτίστως ἀπό τον βασιλέα καί κατόπιν ἀπό ὅλο τό λαό. Καί πραγματικά ἀκολούθησε μια εἰρηνική καί ἀκμαία περίοδος στό τότε ἑνωμένο βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ γιά40 ὁλόκληρα χρόνια.
Ἔχουμε ὅμως καί νεώτερα παραδείγματα ἐκτός ἀπό τήν ἐπικράτηση τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καί τῆς ἱδρύσεως τῆς χιλιετοῦς αὐτοκρατορίας.
Κατά τό ἴδιο χρονικό διάστημα ἀσπάσθηκαν καί σέ ἄλλα μέρη ὁρισμένοι ἄρχοντες τήν ἀληθινή Πίστη, ὅπως π.χ. στήν Ἀρμενία καί στή Γεωργία. Ὁ βασιλεύς τῆς Γεωργίας, Μιριάν, υἱός τοῦ Σάχη τῆς Περσίας Χοσρόη, παρακολούθησε ἐξ ἀρχῆς, ἄν καί ἐξ ἀποστάσεως τή ζωή, διδασκαλία και τά θαύματα τῆς Ἁγ. Νίνας τῆς ἰσαποστόλου, τῆς φωτιστρίας τοῦ λαοῦ τῆς Γεωργίας. Ὡς βασιλεύς τῆς Γεωργίας προσπάθησε νά κρατήση ἰσορροπίες μεταξύ τῶν συγγενῶν του στήν Περσία, ἀλλά καί τῶν Ρωμαίων, οἱ ὁποῖοι κρατοῦσαν ὅμηρο τόν υἱό του Μπακάρ στή Ρώμη. Πρός στιγμή φάνηκε πώς τό πολιτικό καί προσωπικό του συμφέρον θά ὑπερτεροῦσε καί θά κήρυττε τό διωγμό τῶν Χριστιανῶν καί τῆς Ἁγ. Νίνας, ἀλλά γρήγορα μετενόησε καί ἀσπάσθηκε τή νέα διδασκαλία δημοσίως τό Μαϊο τοῦ 319. Τότε κάλεσε τούς ἄρχοντες καί τό λαό γιά νά δώσουν δημόσια ὁμολογία: “Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά ἀσπασθῆτε τόν Θεόν τῆς Νίνας, τόν Χριστό, γιατί αὐτός εἶναι ὁ αἰώνιος Θεός, καί σ’ Αὐτόν μόνο ἀνήκει κάθε δόξα εἰς τούς αἰώνας”. Ἡ πρώτη του κίνηση ἦταν νά πέμψη ἀπεσταλμένους του στόν Αὐτοκράτορα, τόν Μέγαν Κωνσταντῖνον, μέ τήν παράκληση νά στείλη ἐκεῖνος κληρικούς στή Γεωργία, γιά νά κατηχήσουν καί νά βαπτίσουν τό λαό. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνταποκρίθηκε μετά χαρᾶς, στέλνοντας τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας Εὐστάθιο, δύο ἱερεῖς καί τρεῖς διακόνους. Τότε ὁ βασιλεύς μέ διάταγμά του κάλεσε ὅλους τούς ἄρχοντες καί ἀξιωματούχους καί ἔλαβε ἐνώπιον ὅλων μαζί μέ τή βασίλισσα Νάνα καί τά τέκνα τους τό ἅγιο Βάπτισμα διά χειρός τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐσταθίου. Ἔτσι ξεκίνησε μιά εὐλογημένη περίοδος γιά τόν λαό τῆς Γεωργίας. Ὁ βασιλεύς ξεπέρασε τούς φόβους του, εἰρήνευσε μέ τούς Πέρσες, ἔκτισε τους πρώτους ξύλινους ναούς, καί ἔστειλε νέα ἀποστολή στό Μέγα Κωνσταντῖνο μέ τό αἴτημα νά στείλη ἔμπειρους ναοδόμους καί ἀρκετούς ἱερεῖς. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ὄχι μόνο ἐκπλήρωσε τά αἰτήματα, ἀλλά τοῦ ἀπελευθέρωσε καί τόν υἱό του Μπακάρ. Ἔτσι ἀποκαταστάθηκαν πλήρως καί οἱ σχέσεις με τό Βυζάντιο. Ὁ βασιλεύς Μιριάν ξεκίνησε ἀμέσως τήν ἀνέγερση Ναῶν με ναοδόμους καί καλλιτέχνες ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη.
Ἕνα ἀκόμη παράδειγμα εἶναι ὁ βασιλεύς τῆς Σερβίας Στέφανος Νεμάνια, γιά τόν ὁποῖο γράφει ὁ Ἁγ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς: “Ὁ Στέφανος Νεμάνια, ὁ μεγάλος ἡγεμόνας τῶν Σέρβων (1165-1196), εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ Σερβικοῦ κράτους. Ὑπερασπιστής τῆς Ὀρθοδοξίας καί πολέμιος τῶν αἱρέσεων, ὑπῆρξε σ’ ὅλη του τή ζωή ἄνθρωπος μέ μεγάλη πίστη, ἀγάπη και ζῆλο εὐαγγελικό. Ἦταν ὁ μικρότερος ἀπό τούς ἀδελφούς του, ἀλλά ὁ μεγαλύτερος ὡς πρός τήν χάρι πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεόν”. Καί ἐκεῖνος πέρασε τήν ταλαιπωρία του καί κλωνίσθηκε πρός στιγμή, ὅταν ὁ υἱός του Ράστκο ἔφυγε γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Τότε ἐξοργίσθηκε καί ἔστειλε τόν βοεβόδα τῆς Σερβίας μαζί μέ ἄλλους ἀξιωματούχους για νά τόν ἀναζητήσουν καί νά τόν φέρουν πίσω. Ἔφθανε δέ μέχρι τοῦ σημείου νά ἀπειλήση μέ πόλεμο κατά τοῦ Βυζαντίου. Οἱ ἀπεσταλμένοι του δέν κατόρθωσαν νά πείσουν τόν Ράτσκο, ὁ ὁποῖος ἐκάρη σέ ἀγρυπνία μοναχός. Κατόπιν μίας πολύ πνευματικῆς ἐπιστολῆς τοῦ πλέον μοναχοῦ Σάββα ὁ πατέρας του μετενόησε καί ἔστειλε πλούσια δῶρα στόν υἱό του, μέ τά ὁποῖα ἔγιναν μεγάλες οἰκοδομικές ἐργασίες στή Μονή Βατοπεδίου και ἀλλοῦ. Μετά ἀπό λίγο καιρό ἀφήνει ὁ βασιλεύς τή δόξα τοῦ κόσμου και ἀκολουθεῖ τόν υἱό του καί γίνεται ὑποτακτικός του, λαμβάνει τό μοναχικό σχῆμα μέ τό ὄνομα Συμεών καί γίνονται οἱ δύο κτίτορες τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου.
Αὐτοί εἶναι οἱ ὄντως μεγάλοι ἡγέτες. Ἀψηφοῦν τά προσωπικά συμφέροντα, γίνονται μέρος τῶν σχεδίων τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τῶν πλεκτανῶν τῶν κοσμικῶν ἀρχόντων, καί κυρίως ὁμολογοῦν τήν πίστη τους μέ παρρησία ἐμπράκτως, προσφέροντας στήν Ἐκκλησία καί ὄχι ζητῶντας ἀπ’ αὐτήν.
Τέτοιοι ἄρχοντες μᾶς χρειάζονται, καί μόνο τέτοιοι.
Ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο διά πρεσβειῶν τῶν Ἁγίων Σάββα καί Συμεών, τοῦ Ἁγ. Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, νά ἐξαφανίζη ὅλες τίς παρωπίδες μας, γιά να βλέπουμε καθαρά καί νά μή τυφλονόμαστε συνεχῶς ἀπό τίς λάμψεις τῆς τηλεόρασης καί τῶν προβολῶν τοῦ ὑπόσχοντος τήν ἐγκόσμια ἐξουσία και δόξα. Μή ξεχνᾶμε τό Ἁγιογραφικά ρητά: “Βασιλέως ὑπακούοντος λόγον ἄδικον, πάντες οἱ ὑπ’ αὐτόν παράνομοι” καί “Βασιλεύς δίκαιος ἀνίστησι χώραν, ἀνήρ δέ παράνομος κατασκάπτει”.
ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ Τεῦχος 116