Δημοσιεύουμε τήν προσφώνηση πού ἐκφώνησησε ὁ μακαριστός π. Μαρῖνος Γεωργακόπουλος στό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας, στόν Ἱερό Ναό Εὐαγγελιστρίας Πειραιῶς τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1998, ὅπου λειτούργησε γιά πρώτη φορά ὡς Ἐπίσκοπος ὁ κατά σάρκα υἱός του Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ἰγνάτιος.
῞Οταν μέ τό καλό καί μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἐγκατασταθεῖς στήν ἐπαρχία σου καί ἀνέβεις στόν ἀρχιερατικό σου θρόνο, πρόσεξε! Τό βλέμμα σου νά τό ὑψώνεις μόνο σέ στιγμές προσευχῆς, τίς ὑπόλοιπες νά τό ρίχνεις πρός τά κάτω, στό λαό τοῦ Θεοῦ, στό ποίμνιό σου, Μή σ’\ἐμποδίσει ὁ θρόνος καί τό ἀξίωμα, οὔτε οἱ ἐπευφημίες καί τά χειροκροτήματα, γιά νά πλησιάσεις τούς πονεμένους, τούς κατατρεγμένους, τούς πεινασμένους, τούς δυστυχισμένους συνανθρώπους μας, πού ὑποφέρουν καί δυστυχοῦν. Νά σταθεῖς κοντά τους, νά τούς παρηγορήσεις, νά τούς βοηθήσεις, νά τούς ἐνισχύσεις καί νά εἶσαι βέβαιος ὅτι ἐκεῖ θά συναντᾶς κάθε φορά στά πρόσωπά τους τόν ἴδιο τόν Κύριο.
Πρόσεξε, νά παραμείνεις ὅπως ἤσουν καί εἶσαι, ἁπλοῦς, ταπεινός, γλυκομίλητος, ἐργατικός καί ὑπάκουος στό μεγάλο μας ἐργοδότη πού εἶναι ὀ Κύριος. Κι ἀκόμη πρόσεξε τά δύο καρκινώματα, τά ὕπουλα, τά ψυχοφθόρα, πού προσβάλλουν τούς κληρικούς ὄλων τῶν βαθμῶν· Τόν ἐγωϊσμό καί τήν φιλοχρηματία. Πρόσεξε ὅσο μπορεῖς· ὑπάρχει κίνδυνος.
Μ’\αὐτές τίς προϋποθέσεις προχώρησε. Τό ποίμνιόν σου σέ περιμένει νά σέ ὑποδεχθεῖ. Κι ἐγώ, εὐχαριστῶ γιά μιά ἀκόμη φορά τόν Κύριο,πού ἄκουσε τό αἴτημά μου, μέ ἐτίμησε καί μέ ἀξίωσε νά εἶμαι ἐγώ ὁ πατέρας σου.
῎Εχε τήν εὐχή μας, ὁ Θεός νά εἶναι πάντοτε μαζί σου. ΑΜΗΝ.»
«Σεβασμιώτατε,
Γιά μιά ἀκόμα φορά δοξάζω τό ἅγιο ὄνομα του Παντοδότη Θεοῦ γι’ αὐτές τίς ἱερές στιγμές. Εἶναι πολύ συγκινητικό, μά καί ἀσυνήθιστο μπορῶ νά πῶ, αὐτό πού συμβαίνει σήμερα στό ναό μας. ῞Ενας πατέρας, ἱερέας, προσφωνεῖ τό γιό του, πού ἀνῆλθε στό ἐπισκοπικό ἀξίωμα.
Εἶναι ἀλήθεια ἀποδεδειγμένη αὐτό πού λέγεται, ὅτι ὁ Κύριος ἐπιλέγει τούς κληρικούς του, κι αὐτούς πού θ’\ἀφιερωθοῦν στό ἔργο του «ἐκ κοιλίας μητρός», ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάννας τους. ῎Ετσι συνέβη καί μέ τήν περίπτωση τή δική σου. ᾿Ενθυμοῦμαι αὐτή τή στιγμή, τά λόγια πού ἔλεγες ὅταν ἀκόμη, ἤσουν τόσο μικρός, πού δέν μποροῦσες νά προφέρεις σωστά ὅλα τά γράμματα τῆς ἑλληνικῆς ἀλφαβήτου. «᾿Εγώ ἔλεγες θά γίνω λεπότης» καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἔγινες. ᾿Από μικρός ἀκολούθησες τό δρόμο πού σοῦ ἐχάραξε ὁ Θεός. ᾿Εμεῖς, οἱ γονεῖς σου, σέ βοηθήσαμε, σέ στηρίξαμε, σέ προσέξαμε καί σέ προστατεύσαμε ἀπό τούς διαφόρους κινδύνους, γιά νά προχωρήσεις ἄφοβα στήν ἐκπλήρωση τῆς ἐπιθυμίας καί τοῦ πόθου σου.
῞Οταν στήν ἐφηβική σου ἡλικία σκέφθηκες νά «λοξοδρομήσεις» καί νά προχωρήσεις στίς θετικές ἐπιστῆμες καί συγκεκριμένα στήν ἰατρική, ἐγώ καί ἡ μητέρα σου, μέ τό λεωφορεῖο τῆς γραμμῆς, πήγαμε στό ἱστορικό μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Μαλεβῆς.
᾿Εκεί λειτουργήσαμε καί παρακάλεσα, μέ θέρμη, τήν Παναγιά μας νά μεσολαβήσει «πρός Κύριον», ὥστε ἕνα ἀπό τά παιδιά μου νά γίνει κληρικός. ῾Ο Κύριος πού εἶναι «ἁπλοχέρης» καί πλουσιοπάροχος ἄκουσε καί σᾶς ἔκανε καί τούς δυό. Δοξασμένο τό ὄνομά Του.
Γιά μιά ἀκόμα φορά δοξάζω τό ἅγιο ὄνομα του Παντοδότη Θεοῦ γι’ αὐτές τίς ἱερές στιγμές. Εἶναι πολύ συγκινητικό, μά καί ἀσυνήθιστο μπορῶ νά πῶ, αὐτό πού συμβαίνει σήμερα στό ναό μας. ῞Ενας πατέρας, ἱερέας, προσφωνεῖ τό γιό του, πού ἀνῆλθε στό ἐπισκοπικό ἀξίωμα.
Εἶναι ἀλήθεια ἀποδεδειγμένη αὐτό πού λέγεται, ὅτι ὁ Κύριος ἐπιλέγει τούς κληρικούς του, κι αὐτούς πού θ’\ἀφιερωθοῦν στό ἔργο του «ἐκ κοιλίας μητρός», ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάννας τους. ῎Ετσι συνέβη καί μέ τήν περίπτωση τή δική σου. ᾿Ενθυμοῦμαι αὐτή τή στιγμή, τά λόγια πού ἔλεγες ὅταν ἀκόμη, ἤσουν τόσο μικρός, πού δέν μποροῦσες νά προφέρεις σωστά ὅλα τά γράμματα τῆς ἑλληνικῆς ἀλφαβήτου. «᾿Εγώ ἔλεγες θά γίνω λεπότης» καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἔγινες. ᾿Από μικρός ἀκολούθησες τό δρόμο πού σοῦ ἐχάραξε ὁ Θεός. ᾿Εμεῖς, οἱ γονεῖς σου, σέ βοηθήσαμε, σέ στηρίξαμε, σέ προσέξαμε καί σέ προστατεύσαμε ἀπό τούς διαφόρους κινδύνους, γιά νά προχωρήσεις ἄφοβα στήν ἐκπλήρωση τῆς ἐπιθυμίας καί τοῦ πόθου σου.
῞Οταν στήν ἐφηβική σου ἡλικία σκέφθηκες νά «λοξοδρομήσεις» καί νά προχωρήσεις στίς θετικές ἐπιστῆμες καί συγκεκριμένα στήν ἰατρική, ἐγώ καί ἡ μητέρα σου, μέ τό λεωφορεῖο τῆς γραμμῆς, πήγαμε στό ἱστορικό μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Μαλεβῆς.
᾿Εκεί λειτουργήσαμε καί παρακάλεσα, μέ θέρμη, τήν Παναγιά μας νά μεσολαβήσει «πρός Κύριον», ὥστε ἕνα ἀπό τά παιδιά μου νά γίνει κληρικός. ῾Ο Κύριος πού εἶναι «ἁπλοχέρης» καί πλουσιοπάροχος ἄκουσε καί σᾶς ἔκανε καί τούς δυό. Δοξασμένο τό ὄνομά Του.
῎Ετσι βρέθηκες μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τῆς Παναγίας μας καί πάλι στήν κανονική σου τροχιά. Στή συνέχεια, ὅταν διεπίστωσα πλέον τίς φιλομοναχικές σου τάσεις καί ὅτι ἤθελες ν’ ἀκολουθήσεις τό μοναχικό βίο καί μάλιστα ὅταν ἔψαχνες γιά μοναστήρι, ὄντας σπουδαστής τῆς ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, ἐγώ πῆγα καί συνάντησα τόν ἀρχιμανδρίτη τότε π. Καλλίνικο, ἡγούμενο τῆς Χρυσοπηγῆς καί σήμερα Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας καί τοῦ μίλησα γιά σένα.
᾿Ενθυμοῦμαι μέ συγκίνηση τήν ἀπάντηση καί τά λόγια του· «Φέρτον ἐδῶ, νά τόν γνωρίσουμε κι ἄν ταιριάξουν τά χνῶτα μας, θά μείνει κοντά μας». ῎Ετσι κι ἔγινε. Πήγαμε μαζί στό ἵδρυμα τῆς ἀδελφότητας, στό Παγκράτι καί ὅπως ὁ Πατέρας τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι κι ἐγώ εἶπα· «Γέροντα, ἔφερα πρός σέ τόν υἱόν μου...».
᾿Απ’\ἐκείνη τή στιγμή, ἦταν ᾿Ιανουάριος τοῦ 1975, ἐγκατέλειψες τό πατρικό σου σπίτι, ἐγκατεστάθης μόνιμα στήν ἀδελφότητα καί μέχρι σήμερα δέν ἐπέστρεψες γιά νά μείνεις καί νά κοιμηθεῖς στό κρεββάτι σου οὔτε μιά βραδιά. ᾿Αφιερώθηκες ἐξ ὁλοκλήρου στό μοναχικό βίο καί ἀπομακρύνθηκες ὁριστικά ἀπό τήν κοσμική ζωή.
῎Ετσι, σιγά-σιγά καί σταθερά τράβηξες τήν ἀνοδική σου πορεία. ῎Εγινες δόκιμος, ἐκάρης μοναχός, ἐχειροτονήθηκες Διάκονος, πρεσβύτερος, ἀρχιμανδρίτης, ἔγινες Πρωτοσύγκελλος, ἐπίσκοπος, Μητροπολίτης. ῾Ομολογῶ ὅτι δέν περίμενα τόσο σύντομα τήν ἐξέλιξή σου. Μέ καθησυχάζει καί μέ ἀνακουφίζει τό γεγονός ὅτι δέν τό ἐπεδίωξες μόνος σου, οὔτε τό ἐζήτησες. ῎Αλλοι σέ ἐπέλεξαν καί ὅπως εἶμαι σέ θέση νά γνωρίζω σοῦ τό ἐπέβαλαν καί σύ μέ δυσκολία τό ἀπεδέχθης. Μπράβο σου, αὐτό εἶναι πρός τιμήν σου. ᾿Ασφαλῶς, ἔτσι τό θέλησε ὁ Θεός. Καί τώρα φεύγεις, φεύγεις ἀπό κοντά μας, ἀποχωρεῖς ἀπό τή Μητρόπολή μας, ἀπομακρύνεσαι ἀπό τήν «Πειραϊκή ᾿Εκκλησία», πού τόσο ἀγάπησες καί ἀγαπήθηκες, πού τόσο πολύ ἐργάσθηκες καί κουράστηκες καί τόσα πολλά προσέφερες. ᾿Αναλαμβάνεις νέα καθήκοντα, ἀνώτερα καί ὑπεύθυνα. ᾿Από μᾶς τούς γονεῖς σου πῆρες πολλά μαθήματα, περισσότερα ὅμως πῆρες ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Γέροντά σου, τόν πνευματικό σου Πατέρα καί Ποιμενάρχη μας, κοντά στόν ὁποῖο μαθήτευσες μέ σεβασμό καί ὑπακοή ἐπί 24 ὁλόκληρα χρόνια.
῞Ολα αὐτά τά ἐφόδια κράτησέ τα σάν ἱερά παρακαταθήκη. Εἶναι τά πνευματικά σου «ἐργαλεῖα» γιά τήν ἐπιτυχία στό μεγάλο ἔργο σου. ᾿Εμεῖς ὅλοι, οἱ γονεῖς σου, ὁ ἀδελφός σου ὁ ἱερέας καί ἡ οἰκογένειά του καί ὅσοι σέ ἐγνώρισαν καί σέ ἀγάπησαν θά σέ συνοδεύσουμε μέ τίς εὐχές καί τίς προσευχές μας. Κι ἐσύ προχώρησε στό ἔργο σου ἄφοβα. Εἴμεθα ὅλοι κοντά σου.
Πρίν τελειώσω θά ἤθελα στίς τόσες συμβουλές μου νά προσθέσω ἀκόμη μία, πού τήν θεωρῶ πολύ σημαντική.
᾿Ενθυμοῦμαι μέ συγκίνηση τήν ἀπάντηση καί τά λόγια του· «Φέρτον ἐδῶ, νά τόν γνωρίσουμε κι ἄν ταιριάξουν τά χνῶτα μας, θά μείνει κοντά μας». ῎Ετσι κι ἔγινε. Πήγαμε μαζί στό ἵδρυμα τῆς ἀδελφότητας, στό Παγκράτι καί ὅπως ὁ Πατέρας τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι κι ἐγώ εἶπα· «Γέροντα, ἔφερα πρός σέ τόν υἱόν μου...».
᾿Απ’\ἐκείνη τή στιγμή, ἦταν ᾿Ιανουάριος τοῦ 1975, ἐγκατέλειψες τό πατρικό σου σπίτι, ἐγκατεστάθης μόνιμα στήν ἀδελφότητα καί μέχρι σήμερα δέν ἐπέστρεψες γιά νά μείνεις καί νά κοιμηθεῖς στό κρεββάτι σου οὔτε μιά βραδιά. ᾿Αφιερώθηκες ἐξ ὁλοκλήρου στό μοναχικό βίο καί ἀπομακρύνθηκες ὁριστικά ἀπό τήν κοσμική ζωή.
῎Ετσι, σιγά-σιγά καί σταθερά τράβηξες τήν ἀνοδική σου πορεία. ῎Εγινες δόκιμος, ἐκάρης μοναχός, ἐχειροτονήθηκες Διάκονος, πρεσβύτερος, ἀρχιμανδρίτης, ἔγινες Πρωτοσύγκελλος, ἐπίσκοπος, Μητροπολίτης. ῾Ομολογῶ ὅτι δέν περίμενα τόσο σύντομα τήν ἐξέλιξή σου. Μέ καθησυχάζει καί μέ ἀνακουφίζει τό γεγονός ὅτι δέν τό ἐπεδίωξες μόνος σου, οὔτε τό ἐζήτησες. ῎Αλλοι σέ ἐπέλεξαν καί ὅπως εἶμαι σέ θέση νά γνωρίζω σοῦ τό ἐπέβαλαν καί σύ μέ δυσκολία τό ἀπεδέχθης. Μπράβο σου, αὐτό εἶναι πρός τιμήν σου. ᾿Ασφαλῶς, ἔτσι τό θέλησε ὁ Θεός. Καί τώρα φεύγεις, φεύγεις ἀπό κοντά μας, ἀποχωρεῖς ἀπό τή Μητρόπολή μας, ἀπομακρύνεσαι ἀπό τήν «Πειραϊκή ᾿Εκκλησία», πού τόσο ἀγάπησες καί ἀγαπήθηκες, πού τόσο πολύ ἐργάσθηκες καί κουράστηκες καί τόσα πολλά προσέφερες. ᾿Αναλαμβάνεις νέα καθήκοντα, ἀνώτερα καί ὑπεύθυνα. ᾿Από μᾶς τούς γονεῖς σου πῆρες πολλά μαθήματα, περισσότερα ὅμως πῆρες ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Γέροντά σου, τόν πνευματικό σου Πατέρα καί Ποιμενάρχη μας, κοντά στόν ὁποῖο μαθήτευσες μέ σεβασμό καί ὑπακοή ἐπί 24 ὁλόκληρα χρόνια.
῞Ολα αὐτά τά ἐφόδια κράτησέ τα σάν ἱερά παρακαταθήκη. Εἶναι τά πνευματικά σου «ἐργαλεῖα» γιά τήν ἐπιτυχία στό μεγάλο ἔργο σου. ᾿Εμεῖς ὅλοι, οἱ γονεῖς σου, ὁ ἀδελφός σου ὁ ἱερέας καί ἡ οἰκογένειά του καί ὅσοι σέ ἐγνώρισαν καί σέ ἀγάπησαν θά σέ συνοδεύσουμε μέ τίς εὐχές καί τίς προσευχές μας. Κι ἐσύ προχώρησε στό ἔργο σου ἄφοβα. Εἴμεθα ὅλοι κοντά σου.
Πρίν τελειώσω θά ἤθελα στίς τόσες συμβουλές μου νά προσθέσω ἀκόμη μία, πού τήν θεωρῶ πολύ σημαντική.
Πρόσεξε, νά παραμείνεις ὅπως ἤσουν καί εἶσαι, ἁπλοῦς, ταπεινός, γλυκομίλητος, ἐργατικός καί ὑπάκουος στό μεγάλο μας ἐργοδότη πού εἶναι ὀ Κύριος. Κι ἀκόμη πρόσεξε τά δύο καρκινώματα, τά ὕπουλα, τά ψυχοφθόρα, πού προσβάλλουν τούς κληρικούς ὄλων τῶν βαθμῶν· Τόν ἐγωϊσμό καί τήν φιλοχρηματία. Πρόσεξε ὅσο μπορεῖς· ὑπάρχει κίνδυνος.
Μ’\αὐτές τίς προϋποθέσεις προχώρησε. Τό ποίμνιόν σου σέ περιμένει νά σέ ὑποδεχθεῖ. Κι ἐγώ, εὐχαριστῶ γιά μιά ἀκόμη φορά τόν Κύριο,πού ἄκουσε τό αἴτημά μου, μέ ἐτίμησε καί μέ ἀξίωσε νά εἶμαι ἐγώ ὁ πατέρας σου.
῎Εχε τήν εὐχή μας, ὁ Θεός νά εἶναι πάντοτε μαζί σου. ΑΜΗΝ.»