Κωνσταντίνος Χολέβας- Πολιτικός Επιστήμων
Η Θεσσαλονίκη, η οποία εόρτασε πέρσυ τα 100 χρόνια από την απελευθέρωσή της, έπεσε θύμα προσφάτως μιας συστηματικής ιστορικής διαστρέβλωσης από τον Βρετανό ιστορικό Μαρκ Μαζάουερ. Στο βιβλίο του «Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων» προσπάθησε να πει ότι επί Οθωμανών η πόλη ευημερούσε και οι Έλληνες ζούσαν καλά, ενώ τώρα η πόλη μαράζωσε. Προτείνει μία πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη στη θέση της σημερινής Θεσσαλονίκης που έχει καθαρά ελληνορθόδοξο χαρακτήρα. Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού ΑΡΔΗΝ (Ιανουαρίου- Φεβρουαρίου 2013) γνωστοί λόγιοι και ιστορικοί αντικρούουν τον Μαζάουερ. Κρίνω σκόπιμο να παρουσιάσω ορισμένα χαρακτηριστικά σημεία των άρθρων:
Ο συγγραφέας Γιώργος Καραμπελιάς σημειώνει για τον Μαζάουερ: «Είναι στρατευμένος προπαγανδιστής μιας αντίληψης που δεν θέλει να δει τη συνολική εικόνα, μια ελληνική πόλη 2300 χρόνων συνδεδεμένη πάντα με τη ευρύτερη μοίρα του Ελληνισμού, αλλά απομονώνει μία περίοδο τεσσάρων ή πέντε αιώνων κατά την οποία κατοικούνταν –μετά τη βίαιη κατάληψή της και εξανδραποδισμό των κατοίκων της- και από άλλες εθνότητες ως το αποκλειστικό και αποφασιστικό κέντρο της ιστορίας της. Και γιατί άραγε ο συγγραφέας μας δεν εκκινεί, όπως είναι και πιο φυσικό για κάθε ιστορικό βιβλίο, με ένα κεφάλαιο σχετικό με την προ-οθωμανική Θεσσαλονίκη, τη Συμβασιλεύουσα του πολιτισμού και των κοινωνικών αγώνων,; Διότι σ’ αυτήν την περίπτωση θα αναδεικνυόταν η συνέχεια της πόλης και προφανώς τα μεγάλα της φαντάσματα, με τους Ζηλωτές και την επανάστασή τους, τον Ευστάθιο και την ελληνομάθειά του, τον Γρηγόριο Παλαμά , τον Νικόλαο Καβάσιλα! Όμως σε άλλα φαντάσματα στόχευε ο συγγραφέας, εκείνα του Οθωμανισμού αποκλειστικά!».
Ο ιστορικός Γιάννης Ταχόπουλος είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Η Θεσσαλονίκη, ο Μαζάουερ και τα φαντάσματα του οθωμανισμού» και στο κείμενό του παρατηρεί για τον Μαζάουερ: «Υποστηρίζει ότι οι Μικρασιάτες πρόσφυγες του 1922 δεν ήταν Έλληνες και εξισώνει τη σφαγή των Μικρασιατών με τα ανύπαρκτα δεινά Μουσουλμάνων της Μακεδονίας, οι οποίοι αποζημιώθηκαν με υπερδιπλάσιες περιουσίες Ελλήνων στη Μικρασία και δεν έφυγαν για τη Τουρκία κατασφαγμένοι. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μαζάουερ δεν αναφέρει ότι στην πόλη αυτή, στα 1911, οι πρόδρομοι του Κεμάλ Αταταούρκ, οι Νεότουρκοι, αποφάσισαν επίσημα σε συνέδριό τους, την εξόντωση ή την εκδίωξη των χριστιανικών εθνών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, απόφαση την οποία πραγματοποίησαν στη Μικρασία και επιχείρησαν να πραγματοποιήσουν προηγουμένως στη Μακεδονία. ... Αποσιωπά τη μονομερή τρομοκρατία των Βουλγάρων κομιταζήδων στη Μακεδονία, στο διάστημα έως την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα ώστε να εξισώσει ηθικά και σε επίπεδο βιαιοτήτων τους επιτιθέμενους Βουλγάρους και τους αμυνόμενους Έλληνες. Μάλιστα αποκαλεί τους Μακεδονομάχους ληστές και εξελληνισμένος Αλβανοσλάβους.».
Ο Πρόεδρος της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών Νίκος Μέρτζος επισημαίνει: «Ποιον ακριβώς λόγο είχε ο καθηγητής της Ιστορίας να παραποιήσει σφόδρα εκ προθέσεως την Ιστορία;....Γιατί παγίδεψε τους αναγνώστες του σ’ αυτή την μαρμίτα των φαντασμάτων και των φαντασιώσεων; Και γιατί τη συγκεκριμένη πόλη, τη Θεσσαλονίκη;
Απάντηση. Και στα τρία αυτά ερωτήματα απαντά αυτοπροσώπως ο δράστης απερίφραστα. Στη σελ. 554 του συγκεκριμένου βιβλίου του ομολογεί: «Καθώς τα μικρά κράτη ενσωματώνονται σ’ ένα ευρύτερο κόσμο ένα άλλο μέλλον χρειάζεται ένα άλλο παρελθόν». Κοντολογίς παραδέχεται ότι κατασκεύασε ένα άλλο παρελθόν της Θεσσαλονίκης το οποίο ουδέποτε υπήρξε στην πραγματικότητα, αλλά το οποίο είναι απαραίτητο για να ταιριάζει κουτί «στο άλλο μέλλον» και στον άλλο ρόλο για τον οποίο κάποιοι προορίζουν τη Θεσσαλονίκη στον «ευρύτερο κόσμο» όπου τα «μικρά κράτη ενσωματώνονται».... Σε διάστημα μικρότερο της δεκαπενταετίας από το 1990 η Μεσοβαλκανική ζώνη έχει κατακερματισθεί σε μικρά θνησιγενή κρατίδια αλληλοϋποβλεπόμενα.... Η Βαλκανική σκακιέρα μένει ανοικτή στους δύο Μεγάλους Παίκτες».
Για μία ακόμη φορά η ιστορία υποτάσσεται σε σκοπιμότητες.
Ο συγγραφέας Γιώργος Καραμπελιάς σημειώνει για τον Μαζάουερ: «Είναι στρατευμένος προπαγανδιστής μιας αντίληψης που δεν θέλει να δει τη συνολική εικόνα, μια ελληνική πόλη 2300 χρόνων συνδεδεμένη πάντα με τη ευρύτερη μοίρα του Ελληνισμού, αλλά απομονώνει μία περίοδο τεσσάρων ή πέντε αιώνων κατά την οποία κατοικούνταν –μετά τη βίαιη κατάληψή της και εξανδραποδισμό των κατοίκων της- και από άλλες εθνότητες ως το αποκλειστικό και αποφασιστικό κέντρο της ιστορίας της. Και γιατί άραγε ο συγγραφέας μας δεν εκκινεί, όπως είναι και πιο φυσικό για κάθε ιστορικό βιβλίο, με ένα κεφάλαιο σχετικό με την προ-οθωμανική Θεσσαλονίκη, τη Συμβασιλεύουσα του πολιτισμού και των κοινωνικών αγώνων,; Διότι σ’ αυτήν την περίπτωση θα αναδεικνυόταν η συνέχεια της πόλης και προφανώς τα μεγάλα της φαντάσματα, με τους Ζηλωτές και την επανάστασή τους, τον Ευστάθιο και την ελληνομάθειά του, τον Γρηγόριο Παλαμά , τον Νικόλαο Καβάσιλα! Όμως σε άλλα φαντάσματα στόχευε ο συγγραφέας, εκείνα του Οθωμανισμού αποκλειστικά!».
Ο ιστορικός Γιάννης Ταχόπουλος είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Η Θεσσαλονίκη, ο Μαζάουερ και τα φαντάσματα του οθωμανισμού» και στο κείμενό του παρατηρεί για τον Μαζάουερ: «Υποστηρίζει ότι οι Μικρασιάτες πρόσφυγες του 1922 δεν ήταν Έλληνες και εξισώνει τη σφαγή των Μικρασιατών με τα ανύπαρκτα δεινά Μουσουλμάνων της Μακεδονίας, οι οποίοι αποζημιώθηκαν με υπερδιπλάσιες περιουσίες Ελλήνων στη Μικρασία και δεν έφυγαν για τη Τουρκία κατασφαγμένοι. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μαζάουερ δεν αναφέρει ότι στην πόλη αυτή, στα 1911, οι πρόδρομοι του Κεμάλ Αταταούρκ, οι Νεότουρκοι, αποφάσισαν επίσημα σε συνέδριό τους, την εξόντωση ή την εκδίωξη των χριστιανικών εθνών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, απόφαση την οποία πραγματοποίησαν στη Μικρασία και επιχείρησαν να πραγματοποιήσουν προηγουμένως στη Μακεδονία. ... Αποσιωπά τη μονομερή τρομοκρατία των Βουλγάρων κομιταζήδων στη Μακεδονία, στο διάστημα έως την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα ώστε να εξισώσει ηθικά και σε επίπεδο βιαιοτήτων τους επιτιθέμενους Βουλγάρους και τους αμυνόμενους Έλληνες. Μάλιστα αποκαλεί τους Μακεδονομάχους ληστές και εξελληνισμένος Αλβανοσλάβους.».
Ο Πρόεδρος της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών Νίκος Μέρτζος επισημαίνει: «Ποιον ακριβώς λόγο είχε ο καθηγητής της Ιστορίας να παραποιήσει σφόδρα εκ προθέσεως την Ιστορία;....Γιατί παγίδεψε τους αναγνώστες του σ’ αυτή την μαρμίτα των φαντασμάτων και των φαντασιώσεων; Και γιατί τη συγκεκριμένη πόλη, τη Θεσσαλονίκη;
Απάντηση. Και στα τρία αυτά ερωτήματα απαντά αυτοπροσώπως ο δράστης απερίφραστα. Στη σελ. 554 του συγκεκριμένου βιβλίου του ομολογεί: «Καθώς τα μικρά κράτη ενσωματώνονται σ’ ένα ευρύτερο κόσμο ένα άλλο μέλλον χρειάζεται ένα άλλο παρελθόν». Κοντολογίς παραδέχεται ότι κατασκεύασε ένα άλλο παρελθόν της Θεσσαλονίκης το οποίο ουδέποτε υπήρξε στην πραγματικότητα, αλλά το οποίο είναι απαραίτητο για να ταιριάζει κουτί «στο άλλο μέλλον» και στον άλλο ρόλο για τον οποίο κάποιοι προορίζουν τη Θεσσαλονίκη στον «ευρύτερο κόσμο» όπου τα «μικρά κράτη ενσωματώνονται».... Σε διάστημα μικρότερο της δεκαπενταετίας από το 1990 η Μεσοβαλκανική ζώνη έχει κατακερματισθεί σε μικρά θνησιγενή κρατίδια αλληλοϋποβλεπόμενα.... Η Βαλκανική σκακιέρα μένει ανοικτή στους δύο Μεγάλους Παίκτες».
Για μία ακόμη φορά η ιστορία υποτάσσεται σε σκοπιμότητες.