Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

«...ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν»

Ἐνῶ εἶδαν τὸ θαῦμα οἱ κάτοικοι τῶν Γεργεσινῶν, δὲν τὸν παρακάλεσαν νὰ μείνει (ὅπως κάποτε εἴχαν κάνει οἱ Σαμαρίτες) ἀλλὰ τοῦ ζήτησαν νὰ φύγει, νὰ βγεῖ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς περιοχῆς καὶ τῆς ζωῆς τους γιατὶ ἤθελαν νὰ ὁρίζουν μόνοι τους τὴν ζωή τους!...
Ὅμως ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται ὅλους αὐτοὺς τοὺς αἰῶνες ποὺ διέρρευσαν. Λέει χαρακτηριστικὰ ὁ χριστιανὸς ποιητὴς Βερίτης στὸ ποίημά του «τρεῖς φωνές», ἐκφράζοντας τὴν ἀποστασία τῆς ἐποχῆς του, τῆς ἐποχῆς τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου:
«Δὲ θὰ σὲ ποῦμε πιὰ Πατέρα,
δὲ θὰ σὲ ποῦμε Πλάστη πιά,
ποθοῦμε λευτεριᾶς ἀγέρα,
κοντά σὲ σένα εἶν’ ἡ σκλαβιά...».

Τὸ ἐρώτημα εἶναι: ἐμεῖς ἐπιδιώκουμε τὴν χάρη Του καὶ τὴν παρουσία Του στὴ ζωή μας ἢ μὲ τὴν στὰση μας, τὰ λόγια μας καὶ τὴν γενικότερη συμπεριφορά μας τοῦ ζητᾶμε νὰ φύγει;
α) Τὸν θέλουμε στὴν καρδιά μας; Λέει Ἐκεῖνος μέσα στὴν Ἁγία Γραφή: «υἱέ μου, δός μοι σὴν καρδίαν». Παιδί μου, δός μου τὴν καρδιά σου! Κι ἀλλοῦ μὲ μεγα-λύτερη σαφήνεια: «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου...». Μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξή σου. Εὐτυχισμένοι ὅσοι ἔχουν καθαρὴ καρδιὰ γιατὶ αὐτοὶ θὰ δοῦν τὸν Θεό. «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται»... Μήπως ὅμως ἐμεῖς ἀφήνουμε νὰ φωλιάζουν στὴν καρδιά μας ἀδυναμίες, ἐλαττώματα παραξενιές, ἁμαρτίες ἢ ἀκόμα καὶ ἀκατονόμαστα πάθη; Γιατὶ καθὼς ριζώνουν ἐκεῖ, διώχνουν τὴν ἀρετὴ, τὴν καλοσύνη, τὴν χάρη τοῦ Πνεύματος ποὺ πήραμε στὸ ἅγιο Βάπτισμα, διώχνουν τὸν ἴδιο τὸν Κύριο!
β) Τὸν θέλουμε στὸ σπίτι μας; Ἔχουμε κάπου σὲ μιὰ γωνιὰ ἕνα εἰκονοστάσι, ἕνα καντήλι, ἢ αὐτὰ δὲν ταιριάζουν μὲ τὸ σύγχρονο ντεκόρ καὶ τὶς «σύγχρονες» ἀντιλήψεις μας; Στὸ τραπέζι ὅταν καθόμαστε ἢ σηκωνόμαστε κάνουμε τὴν προσευχή μας ἢ ἀπλὰ τὸν σταυρό μας; Φεύγοντας τὸ πρωὶ ἀπὸ τὸ σπίτι κάνουμε τὸ σταυρό μας; Ἐρχόματε τὸ βράδυ, καθόμαστε μὲ τὶς ὥρες στὴν τηλεόραση καὶ μετὰ πρὶν πάμε νὰ κοιμηθοῦμε λέμε ἕνα εὐχαριστῶ; Μελετᾶμε ἔστω καὶ λίγο τοῦ λόγου του; Κι αὐτὴ τὴν Κυριακὴ ποὺ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Κύριο πῶς τὴν ἀξιοποιοῦμε; Μήπως τὴν ἔχουμε μετατρέψει σὲ ἡμέρα ὕπνου ποὺ τὸν χρειαζόμαστε μετὰ ἀπὸ τὸ παρατεταμένο ξενύχτι τοῦ Σαββατόβραδου; Ἢ θὰ κάνουμε ὅλες τὶς δουλειὲς τοῦ σπιτιοῦ, θὰ πλήνουμε τ’ αὐτοκίνητο, θὰ πάρουμε τοὺς δρόμους γιὰ ἐκδρομὴ ἢ τὸ καλοκαίρι γιὰ μπάνιο; Ὑπάρχει κάποιο περιθώριο γιὰ ἐκκλησιασμό; Καὶ μήπως ἔτσι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μεγάλος ἀπὼν καὶ ἀπὸ τὸ σπίτι μας;
γ) Τὸν θέλουμε στὴν ἐργασία μας; Πῶς ἐργαζόμαστε καὶ πῶς ὀργανώνουμε τὶς δραστηριότητές μας; Μήπως ἐρήμην τοῦ Χριστοῦ; Οἱ ἐργοδότες προσπαθοῦν νὰ ἐκμεταλευτοῦν τοὺς ὑπαλλήλους τους; Οἱ ὑπάλληλοι προσπαθοῦν νὰ ἐξαπατήσουν τοὺς ἐργοδότες τους; Οἱ ἔμποροι τοὺς πελᾶτες καὶ οἱ πελᾶτες τοὺς ἐμπόρους; Κι ὅταν θελήσουμε νὰ ἐξελιχθοῦμε εἴμαστε ἔτοιμοι καὶ δὲν διστάζουμε νὰ πατήσουμε ἐπὶ πτωμάτων; Στοὺς χώρους ἐργασίας ἀκούγεται συχνὰ ἡ ὕβρις καὶ ἡ βλασφημία ἐναντίων τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων του;
Κι ὅταν τριγοῦμε τοὺς πικροὺς καρποὺς αὐτῆς τῆς αὐτονόμησής μας καὶ τὰ ἀδιέξοδα τῶν τραγικῶν ἐπιλογῶν μας, μήπως πάλι στρεφόμαστε ἐναντίον τοῦ Κυρίου;
Ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία» (Πράξ. 4, 12 ), κι ἂς ἐπαναπροσδιορίσουμε τὴν ζωή μας, τοὺς στόχους μας, τὶς ἐπιδιώξεις μας μὲ κέντρο τὸν Χριστὸ καὶ τὸ θέλημά του. Καὶ σὲ ὅλα τὰ παραπάνω ἐρωτήματα νὰ μὴν ἀπαντήσουμε μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἀπάντησαν τὰ δαιμόνια: «τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ;», ποιὰ σχέση μπορεῖ νὰ ἔχουμε ἐμεῖς μὲ Ἐσένα Κύριε! Οὔτε πάλι νὰ συμπεριφερθοῦμε ὅπως οἱ Γεργεσινοί (ἄραγε τὰ δαιμόνια ποὺ βγήκαν ἀπὸ τοὺς δύο δαιμονιζόμενους πήγαν στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων ἢ ἀπὸ καιρὸ εἶχαν φωλιάσει στὶς καρδιές τους;!...) οἱ ὁποίοι «πᾶσα ἡ πόλις... ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ(=φύγει) ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν»!
Ἐμεῖς σὲ κάθε προσπάθεια τοῦ Κυρίου νὰ μᾶς προσεγγίσει μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς ἀπελευθερώσει ἀπὸ κάθε εἶδους δαιμονικὴ ἐνέργεια καὶ συμπεριφορά, ἂς ἀπαντοῦμε μὲ τὸν τρόπο ποὺ τελειώνει ἡ Ἁγία Γραφὴ στὸ τελευταῖο της βιβλίο, τὴν Ἀποκάλυψη ὅπου λέει: «καὶ τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ νύμφη (=Ἐκκλησία) λέγουσιν· ἔρχου... ναὶ ἔρχου Κύριε Ἰησοῦ»!

Πηγή εδώ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...