Αρχιμ. Επίφανιου Οικονόμου
Οι προϋποθέσεις της σωτηρίας
Την δυσκολία των Χριστιανών που προέρχονταν από τον Ιουδαϊσμό να προσαρμοστούν στην νέα εν Χριστώ πραγματικότητα,
επισημαίνει στον σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου. Η δυσκολία συνίστατο στο γεγονός ότι οι εξ Εβραίων Χριστιανοί δεν μπορούσαν ν’ αποβάλουν την τυπολατρική τους εξάρτηση από τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης και ν’ αντιληφθούν ότι ο Χριστός είναι πάνω απ’ αυτόν, γιατί είναι Εκείνος που ορίζει τον νόμο. Δε μπορούσαν, ακόμη, ν’ αντιληφθούν ότι ο φορέας της σωτηρίας είναι ο Χριστός, μέσα στην Εκκλησία. Ο Παύλος αναφέρεται στον ζήλο που επεδείκνυαν οι εξ Ιουδαίων Χριστιανοί, αλλά τον θεωρεί ζήλο χωρίς επίγνωση της νέας κατάστασης, όπου τα στεγανά της παλαιάς Θρησκείας καταλύονται και τα πάντα αναγεννώνται, στον κόσμο και στους ανθρώπους, από τον Ιησού Χριστό. Στο τέλος της περικοπής, αποκαλύπτει ότι για να σωθούμε οι Χριστιανοί, πρέπει να εκπληρώνουμε δύο συγκεκριμένες προϋποθέσεις: να ομολογούμε, με το στόμα μας, ότι ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών και να πιστεύουμε, με την καρδιά μας, σ’ Αυτόν.
Ακούγοντας τα παραπάνω λόγια του Αποστόλου των Εθνών ίσως και να ενθουσιαστούμε, πιστεύοντας ότι η σωτηρία μας είναι εύκολη υπόθεση, αφού στο ερώτημα, αν πιστεύουμε στον Χριστό, αβίαστα θα απαντήσουμε θετικά. Τα πράγματα, όμως, δεν αποδεικνύονται τόσο απλά, αν εξειδικεύσουμε τα ερωτήματα και εισέλθουμε στα ενδότερα, στις λεπτομέρειες της πίστης. Εκεί θα διαπιστώσουμε ότι, μεταξύ εκείνων που δηλώνουν Χριστιανοί, παρατηρείται σύγχυση και παραποίηση της ουσίας της πίστεως.
Προ ετών δημοσιεύθηκε μια πρωτότυπη δημοσκόπηση1, με γενικό τίτλο «Σε ποιόν Θεό πιστεύουμε;» Τα προϊόντα της έρευνας είναι άκρως ενδιαφέροντα και αποκαλύπτουν την αληθινή εικόνα που παρουσιάζει η σύγχρονη Ελληνορθόδοξη κοινωνία, όσον αφορά στον τρόπο και στην έκφραση της θρησκευτικής πίστης. Το συντριπτικό ποσοστό των ερωτηθέντων, για την ακρίβεια το 91,6%, δήλωσε ότι πιστεύει στο Θεό. Την ίδια στιγμή μόνο το 57,8% αποδέχεται την ύπαρξη των ψυχών και μόνο το 57% την ύπαρξη του σατανά. Στην μετά θάνατον ζωή πιστεύει μόνο το 46,7% και ακόμη μικρότερο, 45,5%, στην Δευτέρα Παρουσία και στη μέλλουσα κρίση. Ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό πιστεύει, τέλος, στην μετεμψύχωση, στα φαντάσματα, στην αστρολογία και στα μέντιουμ!
Τα αποτελέσματα της έρευνας αποδεικνύουν, αν μη τι άλλο, ότι οι νεοέλληνες χαρακτηριζόμαστε από βαθιά και ανησυχητική σύγχυση όσον αφορά στο τί και πώς πιστεύουμε. Παρατηρείται το φαινόμενο ν’ αποδεχόμαστε είτε αυτά που μπορούν να δικαιολογηθούν και να ερμηνευτούν από την λογική μας, είτε αυτά που μπορεί να αντέξει η ασθενής και αδύναμη φύση μας. Αντί να προσαρμόζουμε τη ζωή μας στα όσα το θέλημα του Θεού εντέλλεται, προσαρμόζουμε τον Θεό στα μέτρα της δικής μας αδυναμίας, φτιάχνοντας, τελικά, τόσους Θεούς όσοι είμαστε κι εμείς. Αυτό, όμως, δε συνιστά γνήσια και αυθεντική πίστη, αλλά έναν ιδιότυπο και επικίνδυνο πολυθεϊσμό.
Δικαίως, βέβαια, μπορεί ν’ αναρωτηθεί κανείς: «να πιστεύουμε τα πάντα χωρίς έλεγχο, χωρίς αναζήτηση της αλήθειας;» Την απάντηση δίδει ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας: «Τί χρηστότερο από τις εντολές ή τί αληθέστερο από τις αλήθειες που νομοθέτης τους ήταν ο ίδιος ο Θεός; Αυτός και καθοδηγητής, αφού Αυτός μόνος είναι η αλήθεια, Αυτός ο μόνος αγαθός» Η γνήσια και αυθεντική πίστη είναι αυτή που πραγματώνεται χωρίς όρους και προϋποθέσεις, χωρίς τους κανόνες που υπαγορεύει η ατελής ανθρώπινη λογική, που απαιτεί να δει για να πιστέψει. Είναι η πίστη που, όταν λειτουργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, έχει ως αμοιβή να δει, τελικά, αυτό που προσδοκά.
Ο Παύλος, όμως, δίπλα στην πίστη της καρδιάς, τοποθετεί και την ομολογία στην Ανάσταση του Χριστού, ως προϋπόθεση της σωτηρίας. Μάλιστα, εξηγεί ο ίδιος τον λόγο για τον οποίο θεωρεί την Ανάσταση ως τον ακρογωνιαίο λίθο της Χριστιανικής πίστης και τονίζει: «Αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι χωρίς νόημα το κήρυγμά μας και κενή περιεχομένου η πίστη μας» Γιορτάζουμε το Πάσχα, γιατί με την Ανάσταση έχουμε την απόδειξη της Θεότητας του Χριστού, βλέπουμε την κατάργηση του θανάτου και βιώνουμε την πρόκληση για την νέα ζωή στην Εκκλησία της Αναστάσεως.
Οι προϋποθέσεις, της σωτηρίας μας, αδελφοί μου, όπως η Εκκλησία μας διδάσκει, διά του Αποστόλου Παύλου, είναι η καρδιακή πίστη στον Χριστό και η παραδοχή της εκ νεκρών Αναστάσεώς Του. Όταν αυτές επενδύονται από το Μυστηριακό βίωμα και την καλλιέργεια του κήπου των αρετών, είναι σε θέση να ελκύσουν πάνω μας το έλεος του Θεού και ν’ ανοίξουν την πύλη της σωτηρίας μας. ΑΜΗΝ!
Πηγή εδώ
Την δυσκολία των Χριστιανών που προέρχονταν από τον Ιουδαϊσμό να προσαρμοστούν στην νέα εν Χριστώ πραγματικότητα,
επισημαίνει στον σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου. Η δυσκολία συνίστατο στο γεγονός ότι οι εξ Εβραίων Χριστιανοί δεν μπορούσαν ν’ αποβάλουν την τυπολατρική τους εξάρτηση από τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης και ν’ αντιληφθούν ότι ο Χριστός είναι πάνω απ’ αυτόν, γιατί είναι Εκείνος που ορίζει τον νόμο. Δε μπορούσαν, ακόμη, ν’ αντιληφθούν ότι ο φορέας της σωτηρίας είναι ο Χριστός, μέσα στην Εκκλησία. Ο Παύλος αναφέρεται στον ζήλο που επεδείκνυαν οι εξ Ιουδαίων Χριστιανοί, αλλά τον θεωρεί ζήλο χωρίς επίγνωση της νέας κατάστασης, όπου τα στεγανά της παλαιάς Θρησκείας καταλύονται και τα πάντα αναγεννώνται, στον κόσμο και στους ανθρώπους, από τον Ιησού Χριστό. Στο τέλος της περικοπής, αποκαλύπτει ότι για να σωθούμε οι Χριστιανοί, πρέπει να εκπληρώνουμε δύο συγκεκριμένες προϋποθέσεις: να ομολογούμε, με το στόμα μας, ότι ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών και να πιστεύουμε, με την καρδιά μας, σ’ Αυτόν.
Ακούγοντας τα παραπάνω λόγια του Αποστόλου των Εθνών ίσως και να ενθουσιαστούμε, πιστεύοντας ότι η σωτηρία μας είναι εύκολη υπόθεση, αφού στο ερώτημα, αν πιστεύουμε στον Χριστό, αβίαστα θα απαντήσουμε θετικά. Τα πράγματα, όμως, δεν αποδεικνύονται τόσο απλά, αν εξειδικεύσουμε τα ερωτήματα και εισέλθουμε στα ενδότερα, στις λεπτομέρειες της πίστης. Εκεί θα διαπιστώσουμε ότι, μεταξύ εκείνων που δηλώνουν Χριστιανοί, παρατηρείται σύγχυση και παραποίηση της ουσίας της πίστεως.
Προ ετών δημοσιεύθηκε μια πρωτότυπη δημοσκόπηση1, με γενικό τίτλο «Σε ποιόν Θεό πιστεύουμε;» Τα προϊόντα της έρευνας είναι άκρως ενδιαφέροντα και αποκαλύπτουν την αληθινή εικόνα που παρουσιάζει η σύγχρονη Ελληνορθόδοξη κοινωνία, όσον αφορά στον τρόπο και στην έκφραση της θρησκευτικής πίστης. Το συντριπτικό ποσοστό των ερωτηθέντων, για την ακρίβεια το 91,6%, δήλωσε ότι πιστεύει στο Θεό. Την ίδια στιγμή μόνο το 57,8% αποδέχεται την ύπαρξη των ψυχών και μόνο το 57% την ύπαρξη του σατανά. Στην μετά θάνατον ζωή πιστεύει μόνο το 46,7% και ακόμη μικρότερο, 45,5%, στην Δευτέρα Παρουσία και στη μέλλουσα κρίση. Ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό πιστεύει, τέλος, στην μετεμψύχωση, στα φαντάσματα, στην αστρολογία και στα μέντιουμ!
Τα αποτελέσματα της έρευνας αποδεικνύουν, αν μη τι άλλο, ότι οι νεοέλληνες χαρακτηριζόμαστε από βαθιά και ανησυχητική σύγχυση όσον αφορά στο τί και πώς πιστεύουμε. Παρατηρείται το φαινόμενο ν’ αποδεχόμαστε είτε αυτά που μπορούν να δικαιολογηθούν και να ερμηνευτούν από την λογική μας, είτε αυτά που μπορεί να αντέξει η ασθενής και αδύναμη φύση μας. Αντί να προσαρμόζουμε τη ζωή μας στα όσα το θέλημα του Θεού εντέλλεται, προσαρμόζουμε τον Θεό στα μέτρα της δικής μας αδυναμίας, φτιάχνοντας, τελικά, τόσους Θεούς όσοι είμαστε κι εμείς. Αυτό, όμως, δε συνιστά γνήσια και αυθεντική πίστη, αλλά έναν ιδιότυπο και επικίνδυνο πολυθεϊσμό.
Δικαίως, βέβαια, μπορεί ν’ αναρωτηθεί κανείς: «να πιστεύουμε τα πάντα χωρίς έλεγχο, χωρίς αναζήτηση της αλήθειας;» Την απάντηση δίδει ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας: «Τί χρηστότερο από τις εντολές ή τί αληθέστερο από τις αλήθειες που νομοθέτης τους ήταν ο ίδιος ο Θεός; Αυτός και καθοδηγητής, αφού Αυτός μόνος είναι η αλήθεια, Αυτός ο μόνος αγαθός» Η γνήσια και αυθεντική πίστη είναι αυτή που πραγματώνεται χωρίς όρους και προϋποθέσεις, χωρίς τους κανόνες που υπαγορεύει η ατελής ανθρώπινη λογική, που απαιτεί να δει για να πιστέψει. Είναι η πίστη που, όταν λειτουργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, έχει ως αμοιβή να δει, τελικά, αυτό που προσδοκά.
Ο Παύλος, όμως, δίπλα στην πίστη της καρδιάς, τοποθετεί και την ομολογία στην Ανάσταση του Χριστού, ως προϋπόθεση της σωτηρίας. Μάλιστα, εξηγεί ο ίδιος τον λόγο για τον οποίο θεωρεί την Ανάσταση ως τον ακρογωνιαίο λίθο της Χριστιανικής πίστης και τονίζει: «Αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι χωρίς νόημα το κήρυγμά μας και κενή περιεχομένου η πίστη μας» Γιορτάζουμε το Πάσχα, γιατί με την Ανάσταση έχουμε την απόδειξη της Θεότητας του Χριστού, βλέπουμε την κατάργηση του θανάτου και βιώνουμε την πρόκληση για την νέα ζωή στην Εκκλησία της Αναστάσεως.
Οι προϋποθέσεις, της σωτηρίας μας, αδελφοί μου, όπως η Εκκλησία μας διδάσκει, διά του Αποστόλου Παύλου, είναι η καρδιακή πίστη στον Χριστό και η παραδοχή της εκ νεκρών Αναστάσεώς Του. Όταν αυτές επενδύονται από το Μυστηριακό βίωμα και την καλλιέργεια του κήπου των αρετών, είναι σε θέση να ελκύσουν πάνω μας το έλεος του Θεού και ν’ ανοίξουν την πύλη της σωτηρίας μας. ΑΜΗΝ!
Πηγή εδώ