Τρίτη 12 Αυγούστου 2014

Τὸ ἐπὶ τῆς γῆς πέρασμα πρὸς τὰ οὐράνια σκηνώματα τῆς Γερόντισσας Εὐφροσύνης, Ἡγουμένης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Χαραλάμπους Λευκῶν, Μητροπόλεως Καρυστίας

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας*
Ἡ οὐρανοδρόμος πορεία τῆς Γερόντισσας Εὐφροσύνης Γεωργουλοπούλου ἔφτασε στὸ τέλος της. Ἡ μεγάλη διδασκάλισσα τῆς ἑλληνορθόδοξης ἀγωγῆς καὶ τῆς κατὰ Χριστὸν τελειώσεως ἀπεδήμησε πρὸς «Ὃν ἠγάπησε παιδιόθεν», πρὸς τὸν Νυμφίο τῆς καρδιᾶς της, τὸν γλυκύτατό μας Ἰησοῦ. Ἀγωνίσθηκε τὸν καλὸν ἀγῶνα ἀσταμάτητα ἀπὸ διάφορες πνευματικὲς ἐπάλξεις καὶ τώρα ἀναμένει «τὸν τῆς δικαιοσύνης στέφανον» (Β΄ Τιμ. δ΄ 8), τὸν ὁποῖο ἀπονέμει ὁ Κύριος σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀγαποῦν. Ἀγάπησε ἡ Γερόνισσα τὸν Χριστό μας καὶ ἀνάλωσε γ’ Αὐτὸν κάθε ἰκμάδα τῆς γήϊνης ζωῆς της. Ζοῦσε στὴ γῆ, ἀλλὰ ἀτένιζε τὸν οὐρανό. Εἶχε κλεισμένα τὰ χοϊκά της μάτια στὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἀνοιγμένα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς της στὴν ἀτελεύτητη μακαριότητα, ἐκεῖ ποὺ συνεχὴς ὁ ἦχος τῶν ἑορταζόντων ὑμνεῖ καὶ δοξάζει τὸ φιλάνθρωπο Κύριο.

Ἡ Γερόντισσα Εὐφροσύνη καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα, τὴν εὔσημη πόλη τῶν Πατρέων, στὴν ὁποία γιὰ πρώτη φορὰ εἶδε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου. Γεννήθηκε τὸ 1926 καὶ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἔδειξε τὴν ἔφεσή της στὰ ἱερὰ γράμματα καὶ τὴ θύραθεν παιδεία, αὐτὴ ποὺ σοφίζει τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς μετασκευάζει σὲ εὔχρηστα δοχεῖα τῆς χάριτος, ὅπως λέγει καὶ ὁ ἱερὸς Παροιμιαστής: «Ἀκούσατε παιδείαν καὶ σοφίσθητε» (Παρ. η΄ 33).

Δίδαξε τὰ ἑλληνορθόδοξα γράμματα ὡς διδασκάλισσα εὐσεβὴς καὶ φιλόπονη σὲ Δημοτικὰ Σχολεῖα τῆς Μακεδονίας μας καὶ στὰ Σχολεῖα τῆς «Ἑλληνικῆς Παιδείας» στὴν Ἀθήνα προσδοκώνας ὄχι γήϊνες τιμὲς καὶ ἀναγνωρίσεις, ἀλλὰ μόνο τὸ «Βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως» (Φιλιπ. γ΄ 14).

Ἡ φλεγόμενη ἀπὸ ἀγάπη Χριστοῦ καρδιὰ τῆς μακαριστῆς Γερόντισσας τὴν ὁδήγησε στὸ Μοναστήρι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὴν Πάτμο, στὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἱεραποστόλου τῶν ἡμερῶν μας, τοῦ θαυμαστοῦ ἐπ’ ὁσιότητι βίου Γέροντος Ἀμφιλοχίου Μακρῆ. Δοσμένη ὁλοκληρωτικὰ στὸν Κύριο καὶ ὁμιλοῦσα πάντοτε «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας» (Ματθ. ιβ΄ 34), ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς στυλοβάτες μετὰ τὸν Γέροντα στὸ Μοναστήρι σχολάζουσα στὰ ἱερὰ γράμματα καὶ τὶς νουθεσίες καὶ προτροπὲς τῶν Ἁγίων Γερόντων, στὰ φιλοκαλλικὰ γράμματα καὶ τὶς γεροντικὲς διηγήσεις. Ἡ πνευματικὴ αὐτὴ τροφὴ τὴν ἔθρεφε μὲ τὸ οὐράνιο μάννα τῆς σωτηρίας καὶ τῆς ἔθελγε τὴν καρδιά, γιὰ τὴν ἀποστροφή της ἀπὸ κάθε μάταιη σχέση καὶ ἀναζήτηση αὐτῶν ποὺ μένουν αἰώνια.

Τὸ 1985 ἐγκαταστάθηκε στὸ ἱστορικὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους τῶν Λευκῶν, κοντὰ στὸ Αυλωνάρι τῆς Νοτίου Εὐβοίας, Μοναστήρι ἀπὸ τὸ ὁποῖο, ὅταν ἦταν ἀνδρικό, πέρασαν ὁ Ὅσιος Πορφύριος, ὁ Γέροντας Σίμων Ἀρβανίτης, ὁ Γέροντας τῆς Πεντέλης καὶ γιὰ λίγο ὁ Γέροντας Ἀγαθάγγελος Μιχαηλίδης, ὁ Γέροντας τῆς Μονῆς Καλαμίου στὴν Ἐπίδαυρο.

Ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους ἔγινε ἡ μεγάλη πνευματικὴ παλαίστρα τῆς Γερόντισσας Εὐφροσύνης, ἡ μεγάλη ἀσκητική της φωλιά. Σὲ αὐτὸ ἐπιδόθηκε σὲ σκληροὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες μιμούμενη τὶς παλιὲς ἀσκήτριες τῆς ἐρήμου. Σ’ αὐτὸ γνώρισε πρακτικὰ γιὰ τριάντα περίπου χρόνια στὴν ὁλότητά της τὴν ἀφιέρωση στὸν Χριστὸ καὶ στὴν Ἐκκλησία σὰν στρουθίο «μονάζον ἐπὶ δώματος» (Ψαλμ. 101, 8) καὶ ἐπαναλάμβανε τὰ λόγια τοῦ προφητάνακτος: «Ὡμοιώθην πελεκᾶνι ἐρημικῶ, ἐγενήθην ὡσεὶ νυκτικόραξ ἐν οἰκοπέδῳ» (Ψαλμ. 101, 7). Μὲ τὴν ἀμέριστη συνδρομὴ καὶ φροντίδα τοῦ Μητροπολίτου Καρυστίας καὶ Σκύρου κ. κ. Σεραφείμ, στὸ Μοναστήρι αὐτὸ ἡ Γερόντισσα ἔδειξε τὶς ἱκανότητές της στὴν καθοδήγηση ψυχῶν καὶ τὴν διοίκηση τῆς Ἀδελφότητός της.

Ἡ Γερόντισσα Εὐφροσύνη ἦταν δοχεῖο ἀρετῶν. Γνήσιο τέκνο ὑπακοῆς, φιλακόλουθη δὲν ἔλειπε ποτὲ ἀπὸ τὶς λατρευτικὲς καὶ τὶς προσευχητικὲς ἐκδηλώσεις τοῦ εἰκοσιτετραώρου. Τὴ χαρακτήριζε τὸ ταπεινό της φρόνημα, ἡ αὐστηρότητά της στὴν καλογερικὴ τάξη, ἡ φιλεργατικότητά της καὶ ἡ καθαρότητα τῶν λογισμῶν της. Χάρη σ’ αὐτοὺς πάντοτε δικαιολογοῦσε ὅλα τὰ ἔκτροπα καὶ δὲν ἄφηνε τόπο στὴν ψυχή της γιὰ κατάκριση ἢ πονηρὲς σκέψεις. Κοπίασε ὅσο καμιὰ ἄλλη γιὰ τὴν ἀνόρθωση τοῦ Μοναστηριοῦ της, τὸ ὁποῖο στὶς ἡμέρες της γνώρισε τόσο πνευματικὴ προκοπὴ μοναδική, ὅσο καὶ ἀνακαινιστική, ὅπως ὅλοι μας σήμερα τὸ ἀποθαυμάζουμε. Τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας τὰ θεωροῦσε ζωτικῆς σημασίας καὶ δὲν ἔχανε εὐκαιρία νὰ μετέχει σ’ αὐτὰ καὶ νὰ εἶναι πάντοτε ἕτοιμη, πάντοτε χριστοφόρα.

Ἡ σύντομη ἀσθένεια ποὺ διαγνώσθηκε τὴν ἡμέρα τῆς Θείας Μεταμορφώσεως τὴν ἔφερε κοντὰ στὸν Μεταμορφωθέντα Κύριο, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνει αἰώνια τὴν δόξα Του, ὅπως πολὺ χαρακτηριστικὰ ὁμίλησε στὸν ἐπικήδειο λόγο του ὁ Ἅγιος Καρυστίας. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ στὶς 10 Αὐγούστου καὶ ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία ἐψάλλη στὶς ἓξ ἡ ὥρα τὸ ἀπόγευμα τῆς ἐνδεκάτης Αὐγούστου στὸ Μοναστήρι της ἐνώπιον τῶν πενθηφορουσῶν μοναζουσῶν ἀπὸ τὸ Μοναστήρι της καὶ πολλὰ ἄλλα ἑλληνικὰ Μοναστήρια καὶ πλήθους πιστῶν, οἱ ὁποῖοι κατέκλυσαν κάθε ὑπαίθριο χῶρο τοῦ Μοναστηριοῦ. Πενθηφοροῦντες συμμετεῖχαν τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας, ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης κ. κ. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος ὁμίλησε καὶ σχετικὰ συνδυάζοντας τὴν κοίμηση τῆς Γεροντίσσης μεταξὺ τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν, τῆς θείας Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος καὶ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου μας. Παρέστησαν ἐπίσης ὁ Μητροπολίτης Χαλκίδος κ. κ. Χρυσόστομος καὶ ὁ Μητροπολίτης Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς κ. κ. Νικόλαος.

Νὰ εὐχηθοῦμε ὅπως ὁ τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου κυριεύων Κύριος κατατάξει τὴν ψυχὴν τῆς Γεροντίσσης Ευφροσύνης «ἐν τόπῳ ἀναπαύσεως, ἔνθα ἀπέδρα πᾶσα λύπη καὶ στεναγμὸς» καὶ ὅπου τάξεις Ἀγγέλων ἀσιγήτως ψάλλουν· Εἶς Ἅγιος, εἶς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν.

*Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας




Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...