Στον Χριστό πρέπει να πορευθούμε. Όπως οι 12 Απόστολοι συμπορεύθηκαν με τον Χριστό και μαρτύρησαν για Εκείνον, κι όπως όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας, κι εμείς να συμπορευόμαστε με τον Χριστό, να Τον ομολογούμε και να είναι η ζωή μας ευωδία Χριστού.
Ιερά αγρυπνία τελέστηκε την Παρασκευή 16 Οκτωβρίου, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, στην οποία προεξήρχε και κήρυξε τον θείο λόγο, ο Πρωτοπρεσβύτερος Χρίστος Χριστοδούλου, κληρικός της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς.
Είναι γνωστό σε όλους, είπε αρχίζοντας την ομιλία του, ότι πηγές της ορθοδόξου χριστιανικής πίστεως, είναι η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη, η Αγία Γραφή.
Κέντρο και πρωταγωνιστής της Παλαιάς Διαθήκης, είναι ο Χριστός, ο δημιουργικός Λόγος του Πατρός, ο άσαρκος Θεός. Αλλά, κέντρο και της Καινής Διαθήκης, είναι πάλι ο Χριστός, αλλά τώρα σαρκωμένος Θεός.
Αυτόν τον άσαρκο Θεό τον προφήτευσαν οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Και μάλιστα ο Προφήτης Ωσηέ, την μνήμη του οποίου εορτάζει σήμερα η Εκκλησία, προφήτευσε καταπληκτικά πράγματα για τον σαρκωμένο Θεό, που θα ερχόταν στη γη.
«822 χρόνια πριν γεννηθεί ο Χριστός, ήταν ένας Προφήτης θαρραλέος, με παρρησία, ήλεγχε τους άρχοντες της εποχής του, αλλά και τον παραστρατούντα λαό, και τους ονόμαζε πόρνους και μοιχαλίδες. Που δεν άκουγαν το νόμο και τις εντολές του Θεού και ερωτοτροπούσαν με τους ψεύτικους ειδωλολατρικούς θεούς, των άλλων λαών.
Προφήτευσε όμως ότι θα έρθει ο Θεός στη γη, για να σώσει και να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος. Και θα τον ακολουθούν και συνοδεύουν 12 δρυς, δηλαδή οι άγιοι Απόστολοι, σύμφωνα με τους ερμηνευτές.»
Κι ενώ η Παλαιά Διαθήκη μιλάει για τον άσαρκο Θεό, έρχεται η Καινή Διαθήκη να μας μιλήσει για τον σαρκωμένο Θεό, τον Ιησού Χριστό. Αυτόν διακόνησε και ομολόγησε ο δεύτερος άγιος που εορτάζει σήμερα η Εκκλησία, ο οσιομάρτυς Ανδρέας «ο εν τη Κρίσει».
Όπως ανέφερε ο π. Χρίστος, ο άγιος καταγόταν από την Κρήτη και έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου, που δίωκε τους χριστιανούς και την χριστιανική πίστη, γιατί ήταν εικονομάχος και θεωρούσε όσους προσκυνούσαν τις ιερές εικόνες, ειδωλολάτρες.
Έτσι, ο αυτοκράτορας άρχισε διωγμούς, φυλακίσεις, εξορίες, βασανιστήρια, σε όσους τολμούσαν να έχουν στο σπίτι τους, εικόνες.
Όταν ο άγιος τα πληροφορήθηκε όλα αυτά, άφησε την Κρήτη, ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη και πήγε να συναντήσει τον αυτοκράτορα για να τον ελέγξει και να τον διορθώσει, κηρύττοντας την ορθόδοξη πίστη περί της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων.
Φυσικό ήταν ο Κοπρώνυμος να μην ακούσει τον άγιο. Τον φυλάκισε, διέταξε φοβερά βασανιστήρια εναντίον του, όπου στο τέλος ο άγιος παρέδωσε το πνεύμα του.
Οι χριστιανοί βρήκαν το σώμα του, που είχε πεταχτεί σε ακάθαρτο τόπο και το έθαψαν ευλαβικά σε ένα τόπο, ονομαζόμενο «της Κρίσεως».
«Τους δύο αυτούς αγίους, μας τους προβάλει η Εκκλησία ενώπιον μας, για να θαυμάσουμε την ζωή τους, την πίστη τους, το μεγαλείο τους.
Αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό, χρειάζεται να μιμηθούμε τους μάρτυρες και τους αγίους.
Αν θέλουμε να τιμήσουμε έναν άγιο, δεν έχουμε παρά να μιμηθούμε τη ζωή τους και το παράδειγμα τους.»
Να τους μιμηθούμε στην ακλόνητη πίστη που είχαν στον αληθινό Θεό, συνέχισε ο π. Χρίστος. Και αυτήν την πίστη την κρατούσαν σαν κόρη οφθαλμού και ήταν αποφασισμένοι να δώσουν το αίμα τους και την ζωή τους, για να δοξασθεί το όνομα του Θεού πάνω στον κόσμο.
Να μιμηθούμε την ομολογία τους, το θάρρος και την παρρησία με τα οποία μιλούσαν στους άρχοντες του κόσμου τούτου. Να τους μιμηθούμε ακόμα για την αφοσίωση που είχαν στον Χριστό.
«Στον Χριστό πρέπει να πορευθούμε. Όπως οι 12 Απόστολοι συμπορεύθηκαν με τον Χριστό και μαρτύρησαν για Εκείνον, κι όπως όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας, κι εμείς να συμπορευόμαστε με τον Χριστό, να Τον ομολογούμε και να είναι η ζωή μας ευωδία Χριστού.»