Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου
Aνισότητα και Προφητεία
«Άνθρωπός τις ην πλούσιος...πτωχός δε τις ονόματι Λάζαρος» (Λουκ. Ιστ’ 19-20)
Πρέπει κανείς να είναι πολύ άρρωστος ή πολύ φανατισμένος για να μη βλέπει ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, που μαστίζει τις σύγχρονες κοινωνίες. Το κείμενο του σημερινού κηρύγματος γράφεται σε μια ατμόσφαιρα αποπνυκτική, που θέλει να δίνει αυθαίρετες λύσεις, που κυριαρχείται από τον φανατισμό της μονοδιάστατης ζωής. Πάντως η Εκκλησία βλέπει την ύπαρξη του κοινωνικού προβλήματος, αλλά έχει μια «στενοκεφαλιά» να το βλέπει στην πληρότητά του. Δεν το απομονώνει από την πνευματική του πλευρά. Έχει την τόλμη και την παρρησία να διακηρύττει ότι η οριζόντια διάσταση του ανθρώπου είναι συνάρτηση της καθέτου διαστάσεώς του και ότι από την δεύτερη εξαρτάται η λύση της πρώτης. Σε μια κοινωνία που υπάρχει αναζήτηση νέων τρόπων ζωής, που επιδιώκεται η εξωτερική επιφανειακή αλλαγή, που επιχειρείται από κοινωνιολόγους κλπ. η Εκκλησία έχει την τόλμη να κηρύττει, ότι η αλλαγή, η μεταμόρφωση και η πραγματική οργάνωση γίνεται δια των αγίων. Αξίζει τον κόπο, μέσα στην στενότητα του χώρου που διαθέτουμε, να δούμε μερικές ενδιαφέρουσες πλευρές του θέματός μας.
Πλούσιος και Λάζαρος
Ο Κύριος στην σημερινή παραβολή παρουσίασε εκφραστικά την αβυσσαλέα διαφορά μεταξύ του πλουσίου και του Λαζάρου, του ανώνυμου θα λέγαμε κεφαλαιοκράτη, που είχε μεταβάλλει τον εαυτό του σε πράγμα, προς χάριν του πλούτου, που ήταν γι’ αυτόν πρόσωπο και του επώνυμου πτωχού, που, παρά την φτώχια του, ήταν πρόσωπο. Ονομαζόταν Λάζαρος. Χαώδης η διαφορά μεταξύ των δυο ανθρώπων. Ο πλούσιος είχε καθημερινά φαγοπότια, ενώ ο φτωχός ζούσε με τα ψυχία της τραπέζης. Ο πλούσιος ήταν εύρωστος σωματικά, ενώ ο φτωχός «ηλκωμένος». Ο πλούσιος έμενε σε αρχοντικό και εκεί διασκέδαζε με τους φίλους του, ενώ ο φτωχός ζητιάνευε στην πόρτα του σπιτιού του πρώτου, συντροφιά με τα σκυλιά. Ο πλούσιος φορούσε καθημερινά «πορφύραν και βύσσον» ενώ ο φτωχός ζητιάνευε ήταν ρακένδυτος και γυμνός. Ο Κύριος ζωγράφισε κατά τον καλύτερο τρόπο την μεγάλη ανισότητα μεταξύ του πλούτου και της φτώχιας.
Το κείμενο αυτό του ιερού ευαγγελίου φανερώνει το δράμα όλων των εποχών και φυσικά και της δικής μας εποχής. Βλέπουμε την τέλεια εφαρμογή της παραβολής στον χώρο της πατρίδος μας και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Άλλοι πεινούν και άλλοι μεθούν. Πολλά συστήματα αφιερώνονται με πάθος στην λύση αυτού του τεράστιου προβλήματος. Δεν παραγνωρίζουμε την προσφορά τους, αλλά δεν μπορούμε να μη σημειώσουμε και τις μεγάλες αδυναμίες τους. Διότι όλα τα ανθρώπινα συστήματα δεν μπορούν να ξεφύγουν τον πειρασμό της υπαγωγής του προσώπου στην απρόσωπη αρχή και στους απρόσωπους νόμους. Επιδιώκουν την καλυτέρευση των κοινωνικών θεσμών με την βεβαιότητα ότι το πρόσωπο θα δει καλύτερες μέρες. Αλλά το πρόσωπο, όταν υποτάσσεται βίαια σε απρόσωπες αρχές κυριολεκτικά αλλοτριώνεται.
Η Εκκλησία αναγεννά τον άνθρωπο και έτσι ο αναγεννημένος άνθρωπος μεταμορφώνει με ελευθερία τους κοινωνικούς θεσμούς. Βοηθά αποτελεσματικά στην λύση του κοινωνικού προβλήματος. Στην Εκκλησία ζούμε την εν Χριστώ αδελφότητα, που είναι υπέρβαση της οποιασδήποτε ανισότητος.
«Άνθρωπός τις ην πλούσιος...πτωχός δε τις ονόματι Λάζαρος» (Λουκ. Ιστ’ 19-20)
Πρέπει κανείς να είναι πολύ άρρωστος ή πολύ φανατισμένος για να μη βλέπει ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, που μαστίζει τις σύγχρονες κοινωνίες. Το κείμενο του σημερινού κηρύγματος γράφεται σε μια ατμόσφαιρα αποπνυκτική, που θέλει να δίνει αυθαίρετες λύσεις, που κυριαρχείται από τον φανατισμό της μονοδιάστατης ζωής. Πάντως η Εκκλησία βλέπει την ύπαρξη του κοινωνικού προβλήματος, αλλά έχει μια «στενοκεφαλιά» να το βλέπει στην πληρότητά του. Δεν το απομονώνει από την πνευματική του πλευρά. Έχει την τόλμη και την παρρησία να διακηρύττει ότι η οριζόντια διάσταση του ανθρώπου είναι συνάρτηση της καθέτου διαστάσεώς του και ότι από την δεύτερη εξαρτάται η λύση της πρώτης. Σε μια κοινωνία που υπάρχει αναζήτηση νέων τρόπων ζωής, που επιδιώκεται η εξωτερική επιφανειακή αλλαγή, που επιχειρείται από κοινωνιολόγους κλπ. η Εκκλησία έχει την τόλμη να κηρύττει, ότι η αλλαγή, η μεταμόρφωση και η πραγματική οργάνωση γίνεται δια των αγίων. Αξίζει τον κόπο, μέσα στην στενότητα του χώρου που διαθέτουμε, να δούμε μερικές ενδιαφέρουσες πλευρές του θέματός μας.
Πλούσιος και Λάζαρος
Ο Κύριος στην σημερινή παραβολή παρουσίασε εκφραστικά την αβυσσαλέα διαφορά μεταξύ του πλουσίου και του Λαζάρου, του ανώνυμου θα λέγαμε κεφαλαιοκράτη, που είχε μεταβάλλει τον εαυτό του σε πράγμα, προς χάριν του πλούτου, που ήταν γι’ αυτόν πρόσωπο και του επώνυμου πτωχού, που, παρά την φτώχια του, ήταν πρόσωπο. Ονομαζόταν Λάζαρος. Χαώδης η διαφορά μεταξύ των δυο ανθρώπων. Ο πλούσιος είχε καθημερινά φαγοπότια, ενώ ο φτωχός ζούσε με τα ψυχία της τραπέζης. Ο πλούσιος ήταν εύρωστος σωματικά, ενώ ο φτωχός «ηλκωμένος». Ο πλούσιος έμενε σε αρχοντικό και εκεί διασκέδαζε με τους φίλους του, ενώ ο φτωχός ζητιάνευε στην πόρτα του σπιτιού του πρώτου, συντροφιά με τα σκυλιά. Ο πλούσιος φορούσε καθημερινά «πορφύραν και βύσσον» ενώ ο φτωχός ζητιάνευε ήταν ρακένδυτος και γυμνός. Ο Κύριος ζωγράφισε κατά τον καλύτερο τρόπο την μεγάλη ανισότητα μεταξύ του πλούτου και της φτώχιας.
Το κείμενο αυτό του ιερού ευαγγελίου φανερώνει το δράμα όλων των εποχών και φυσικά και της δικής μας εποχής. Βλέπουμε την τέλεια εφαρμογή της παραβολής στον χώρο της πατρίδος μας και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Άλλοι πεινούν και άλλοι μεθούν. Πολλά συστήματα αφιερώνονται με πάθος στην λύση αυτού του τεράστιου προβλήματος. Δεν παραγνωρίζουμε την προσφορά τους, αλλά δεν μπορούμε να μη σημειώσουμε και τις μεγάλες αδυναμίες τους. Διότι όλα τα ανθρώπινα συστήματα δεν μπορούν να ξεφύγουν τον πειρασμό της υπαγωγής του προσώπου στην απρόσωπη αρχή και στους απρόσωπους νόμους. Επιδιώκουν την καλυτέρευση των κοινωνικών θεσμών με την βεβαιότητα ότι το πρόσωπο θα δει καλύτερες μέρες. Αλλά το πρόσωπο, όταν υποτάσσεται βίαια σε απρόσωπες αρχές κυριολεκτικά αλλοτριώνεται.
Η Εκκλησία αναγεννά τον άνθρωπο και έτσι ο αναγεννημένος άνθρωπος μεταμορφώνει με ελευθερία τους κοινωνικούς θεσμούς. Βοηθά αποτελεσματικά στην λύση του κοινωνικού προβλήματος. Στην Εκκλησία ζούμε την εν Χριστώ αδελφότητα, που είναι υπέρβαση της οποιασδήποτε ανισότητος.
Παράδεισος και Κόλαση
Η παραβολή μας δείχνει και την μετά θάνατον αντίστροφη ανισότητα, που η Εκκλησία προσπαθεί να θεραπεύσει από αυτήν την ζωή. Ο πτωχός Λάζαρος βρίσκεται στους κόλπους του Αβραάμ, που είναι ο τόπος των σεσωσμένων. Ο πλούσιος «υπάρχων εν βασάνοις» βλέπει τον Αβραάμ και ζητά βοήθεια. Πρέπει και στο σημείο αυτό να διατυπώσουμε μερικές απλές σκέψεις, σχετικά με την Κόλαση και τον Παράδεισο, αφού έχουν σχέση με τα κοινωνικά προβλήματα, επειδή αυτός που δεν έχει αγάπη δεν μπορεί να συναντήσει την Αγάπη.
Ο Παράδεισος και η Κόλαση είναι δυο διαφορετικοί τρόποι ζωής. Ο άνθρωπος πλάσθηκε από τον Θεό για να ενωθεί αιώνια μαζί Του και να απολαμβάνει την αγάπη Του. Με την αμαρτία έγινε η διάσπαση του ανθρώπου και με την ενανθρώπιση του Χριστού έχουμε πρόσληψη όλης της ανθρωπίνης φύσεως, οπότε υπάρχει η δυνατότητα της θεώσεως. Έτσι κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα έχουμε αποκατάσταση της ανθρωπίνης φύσεως, όχι όμως και της ανθρωπίνης θελήσεως. Αυτό σημαίνει ότι η φύση του ανθρώπου θα αποκτήσει το «αει είναι» ή το «αει φευ είναι» είναι θέμα της ανθρωπίνης θελήσεως, που συνδέεται με την στάση μας απέναντι στον πάσχοντα αδελφό. Κατά τον θεοφόρο Μάξιμο «ουκ ίσως μεθέξουσι του Θεού… αλλ’ αναλόγως εαυτοίς». Όσοι έκαναν καλή χρήση των φυσικών δυνάμεων αυτοί θα βλέπουν την δόξα του Θεού ως Φως, ενώ όσοι έκαναν κατάχρηση των φυσικών δυνάμεων, θα βλέπουν τον Θεό ως πυρ, φωτιά.
Επομένως κόλαση δεν είναι η απουσία του Θεού, αλλά η παρουσία του Θεού ως φωτιά. Και η θέα του Θεού ως φωτιά, είναι αποτέλεσμα της εσωτερικής πνευματικής τυφλώσεως του ανθρώπου. Είναι ακριβώς ό,τι γίνεται με την θεία Κοινωνία. Οι αξίως μετέχοντες της Αγίας Τραπέζης λαμβάνουν το Φως, ενώ οι αναξίως μετέχοντες της Αγίας Τραπέζης λαμβάνουν φωτιά και καταδίκη. Αυτό θα έχει αιώνιες συνέπειες.
Αυτή είναι η κοινή διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Ορθοδοξίας, ενώ οι Δυτικοί, αφού αλλοίωσαν την πατερική Παράδοση έφθασαν στο συμπέρασμα, ότι οι κολασμένοι δεν θα βλέπουν τον Θεό και έτσι εξέλαβαν το αιώνιο πυρ της Αγίας Γραφής σαν κτιστό. Θα αρκεσθούμε στην παράθεση της διδασκαλίας του αγίου Ισαάκ: «Οι κολαζόμενοι εις την γέεναν δια της μάστιγος της αγάπης του Θεού τιμωρούνται… Άτοπον είναι το να νομίζη τις ότι οι αμαρτωλοί εις την κόλασιν στερούνται την αγάπην του Θεού. διότι η αγάπη του Θεού… δίδεται κοινώς εις πάντας, ενεργεί όμως δια της δυνάμεως της φύσεως αυτής κατά δύο τρόπους, τους μεν αμαρτωλούς κολάζη, τους δε δικαίους ευφραίνει».
Η παραβολή μας δείχνει και την μετά θάνατον αντίστροφη ανισότητα, που η Εκκλησία προσπαθεί να θεραπεύσει από αυτήν την ζωή. Ο πτωχός Λάζαρος βρίσκεται στους κόλπους του Αβραάμ, που είναι ο τόπος των σεσωσμένων. Ο πλούσιος «υπάρχων εν βασάνοις» βλέπει τον Αβραάμ και ζητά βοήθεια. Πρέπει και στο σημείο αυτό να διατυπώσουμε μερικές απλές σκέψεις, σχετικά με την Κόλαση και τον Παράδεισο, αφού έχουν σχέση με τα κοινωνικά προβλήματα, επειδή αυτός που δεν έχει αγάπη δεν μπορεί να συναντήσει την Αγάπη.
Ο Παράδεισος και η Κόλαση είναι δυο διαφορετικοί τρόποι ζωής. Ο άνθρωπος πλάσθηκε από τον Θεό για να ενωθεί αιώνια μαζί Του και να απολαμβάνει την αγάπη Του. Με την αμαρτία έγινε η διάσπαση του ανθρώπου και με την ενανθρώπιση του Χριστού έχουμε πρόσληψη όλης της ανθρωπίνης φύσεως, οπότε υπάρχει η δυνατότητα της θεώσεως. Έτσι κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα έχουμε αποκατάσταση της ανθρωπίνης φύσεως, όχι όμως και της ανθρωπίνης θελήσεως. Αυτό σημαίνει ότι η φύση του ανθρώπου θα αποκτήσει το «αει είναι» ή το «αει φευ είναι» είναι θέμα της ανθρωπίνης θελήσεως, που συνδέεται με την στάση μας απέναντι στον πάσχοντα αδελφό. Κατά τον θεοφόρο Μάξιμο «ουκ ίσως μεθέξουσι του Θεού… αλλ’ αναλόγως εαυτοίς». Όσοι έκαναν καλή χρήση των φυσικών δυνάμεων αυτοί θα βλέπουν την δόξα του Θεού ως Φως, ενώ όσοι έκαναν κατάχρηση των φυσικών δυνάμεων, θα βλέπουν τον Θεό ως πυρ, φωτιά.
Επομένως κόλαση δεν είναι η απουσία του Θεού, αλλά η παρουσία του Θεού ως φωτιά. Και η θέα του Θεού ως φωτιά, είναι αποτέλεσμα της εσωτερικής πνευματικής τυφλώσεως του ανθρώπου. Είναι ακριβώς ό,τι γίνεται με την θεία Κοινωνία. Οι αξίως μετέχοντες της Αγίας Τραπέζης λαμβάνουν το Φως, ενώ οι αναξίως μετέχοντες της Αγίας Τραπέζης λαμβάνουν φωτιά και καταδίκη. Αυτό θα έχει αιώνιες συνέπειες.
Αυτή είναι η κοινή διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Ορθοδοξίας, ενώ οι Δυτικοί, αφού αλλοίωσαν την πατερική Παράδοση έφθασαν στο συμπέρασμα, ότι οι κολασμένοι δεν θα βλέπουν τον Θεό και έτσι εξέλαβαν το αιώνιο πυρ της Αγίας Γραφής σαν κτιστό. Θα αρκεσθούμε στην παράθεση της διδασκαλίας του αγίου Ισαάκ: «Οι κολαζόμενοι εις την γέεναν δια της μάστιγος της αγάπης του Θεού τιμωρούνται… Άτοπον είναι το να νομίζη τις ότι οι αμαρτωλοί εις την κόλασιν στερούνται την αγάπην του Θεού. διότι η αγάπη του Θεού… δίδεται κοινώς εις πάντας, ενεργεί όμως δια της δυνάμεως της φύσεως αυτής κατά δύο τρόπους, τους μεν αμαρτωλούς κολάζη, τους δε δικαίους ευφραίνει».
Προφήτες και προφητικό κήρυγμα
Στην παράκληση του πλουσίου να στείλει ο Αβραάμ τον Λάζαρο στο σπίτι του για να μετανοήσουν οι αδελφοί του, ο Αβραάμ απαντά: «έχουσι Μωυσέα και Προφήτας. Ακουσάτωσαν αυτών». Δηλαδή έχουν τους λόγους των Προφητών, την Αγία Γραφή, που πρέπει να εφαρμόζουν για να αποφύγουν την γέεννα του πυρός.
Αλλά Προφήτες δεν υπήρξαν κάποτε. Υπάρχουν πάντοτε. Προφήτης είναι εκείνος που εν Χριστώ αποκρυπτογραφεί όλα τα ιστορικά γεγονότα, που για τους υπόλοιπους ανθρώπους είναι τυλιγμένα στο σκοτάδι. Είναι εκείνος που κάτω από κάθε γεγονός βλέπει τις ενέργειες του Θεού. Οι Προφήτες, που μαζί με το προφητικό χάρισμα συνδυάζουν το Βασιλικό και το Ιερατικό, είναι οι κριτές της ιστορίας, που αναλύουν τα γεγονότα, μιλούν προφητικά για να μετανοήσουν οι άνθρωποι. Επομένως δεν χρειάζονται να αναστηθούν νεκροί για να μιλήσουν, αφού υπάρχουν άγιοι, που ήδη έχουν αναστηθεί και μπορούν να μιλήσουν.
Γι’ αυτό ο κάθε μεταμορφωμένος κήρυκας και ο κάθε μεταμορφωμένος πιστός, ως Προφήτης, δεν πρέπει να κινείται και να αναλύεται από τα φαινόμενα, δεν μπορεί να «συμβιβάζεται με συμβιβασμούς». Πρέπει να μιλά για την κοινωνική αδικία και την εκμετάλλευση του λαού του Θεού. Το προφητικό κήρυγμα, ως κήρυγμα ελευθερίας του ανθρώπου, από κάθε τυραννία, που κατά βάση είναι η Βασιλεία του Σατανά, πρέπει να λάβει την θέση του στην σημερινή εκκλησιαστική ζωή. Σήμερα χρειάζονται Προφήτες που ειρηνικά και ήρεμα δηλαδή θυσιαστικά θα κρίνουν την ιστορία και θα ανοίγουν δρόμους για την βίωση της Βασιλείας του Θεού. Έτσι η Εκκλησία ειρηνικά θα πάρει θέση στα φλέγοντα προβλήματα, που μαστίζουν τις ανθρώπινες κοινωνίες. Θα φανεί το ενδιαφέρον της για την αποκατάσταση της ανθρωπίνης φύσεως και της ανθρωπίνης θελήσεως και την θέωση του ανθρώπου.
Τέτοιοι Προφήτες που εξασκούν το προφητικό κήρυγμα και που ελευθερώνουν τον άνθρωπο υπάρχουν πολλοί σήμερα και εργάζονται ήρεμα και αθόρυβα. Κινούνται πέρα από την επιφάνεια, αλλά από το βάθος αυτό που εργάζονται ή από το στενό τους περιβάλλον θα διαλύσουν κάθε ανθρώπινη επιφάνεια και θα φανερώσουν την Βασιλεία του Θεού. Δηλαδή δεν θα καταργήσουν την ανισότητα της θελήσεως, αλλά θα μεταμορφώσουν την ανθρώπινη φύση, απαλλάσσοντας τον άνθρωπο από την αγχώδη καθημερινότητα.
Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου & Αγίου Βλασίου, Ιεροθέου «Οσμή Γνώσεως»
http://clubs.pathfinder.gr/Arxontariki/39833
Στην παράκληση του πλουσίου να στείλει ο Αβραάμ τον Λάζαρο στο σπίτι του για να μετανοήσουν οι αδελφοί του, ο Αβραάμ απαντά: «έχουσι Μωυσέα και Προφήτας. Ακουσάτωσαν αυτών». Δηλαδή έχουν τους λόγους των Προφητών, την Αγία Γραφή, που πρέπει να εφαρμόζουν για να αποφύγουν την γέεννα του πυρός.
Αλλά Προφήτες δεν υπήρξαν κάποτε. Υπάρχουν πάντοτε. Προφήτης είναι εκείνος που εν Χριστώ αποκρυπτογραφεί όλα τα ιστορικά γεγονότα, που για τους υπόλοιπους ανθρώπους είναι τυλιγμένα στο σκοτάδι. Είναι εκείνος που κάτω από κάθε γεγονός βλέπει τις ενέργειες του Θεού. Οι Προφήτες, που μαζί με το προφητικό χάρισμα συνδυάζουν το Βασιλικό και το Ιερατικό, είναι οι κριτές της ιστορίας, που αναλύουν τα γεγονότα, μιλούν προφητικά για να μετανοήσουν οι άνθρωποι. Επομένως δεν χρειάζονται να αναστηθούν νεκροί για να μιλήσουν, αφού υπάρχουν άγιοι, που ήδη έχουν αναστηθεί και μπορούν να μιλήσουν.
Γι’ αυτό ο κάθε μεταμορφωμένος κήρυκας και ο κάθε μεταμορφωμένος πιστός, ως Προφήτης, δεν πρέπει να κινείται και να αναλύεται από τα φαινόμενα, δεν μπορεί να «συμβιβάζεται με συμβιβασμούς». Πρέπει να μιλά για την κοινωνική αδικία και την εκμετάλλευση του λαού του Θεού. Το προφητικό κήρυγμα, ως κήρυγμα ελευθερίας του ανθρώπου, από κάθε τυραννία, που κατά βάση είναι η Βασιλεία του Σατανά, πρέπει να λάβει την θέση του στην σημερινή εκκλησιαστική ζωή. Σήμερα χρειάζονται Προφήτες που ειρηνικά και ήρεμα δηλαδή θυσιαστικά θα κρίνουν την ιστορία και θα ανοίγουν δρόμους για την βίωση της Βασιλείας του Θεού. Έτσι η Εκκλησία ειρηνικά θα πάρει θέση στα φλέγοντα προβλήματα, που μαστίζουν τις ανθρώπινες κοινωνίες. Θα φανεί το ενδιαφέρον της για την αποκατάσταση της ανθρωπίνης φύσεως και της ανθρωπίνης θελήσεως και την θέωση του ανθρώπου.
Τέτοιοι Προφήτες που εξασκούν το προφητικό κήρυγμα και που ελευθερώνουν τον άνθρωπο υπάρχουν πολλοί σήμερα και εργάζονται ήρεμα και αθόρυβα. Κινούνται πέρα από την επιφάνεια, αλλά από το βάθος αυτό που εργάζονται ή από το στενό τους περιβάλλον θα διαλύσουν κάθε ανθρώπινη επιφάνεια και θα φανερώσουν την Βασιλεία του Θεού. Δηλαδή δεν θα καταργήσουν την ανισότητα της θελήσεως, αλλά θα μεταμορφώσουν την ανθρώπινη φύση, απαλλάσσοντας τον άνθρωπο από την αγχώδη καθημερινότητα.
Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου & Αγίου Βλασίου, Ιεροθέου «Οσμή Γνώσεως»
http://clubs.pathfinder.gr/Arxontariki/39833