«Και ιδού εξεκομίζετο τεθνηκώς
υιός μονογενής τη μητρί αυτού»
Η ΣΚΗΝΗ ΞΕΤΥΛΙΓΕΤΑΙ έξω από τη μικρή πόλη της Γαλιλαίας Ναΐν. Δυο συνοδείες συναντώνται. Ο Κύριος με τους μαθητές Του που κατευθύνονταν
προς τη μικρή πόλη, η πρώτη. Μια μάζα πονεμένων ανθρώπων που έβγαιναν από την πόλη, η δεύτερη. Προπορευόταν ένα φέρετρο. Μια πονεμένη χήρα μάνα συνόδευε το μονάκριβο παιδί της στην τελευταία του κατοικία. Και το πλήθος των ανθρώπων, βουβοί και λυπημένοι, έκλειναν τη νεκρική πομπή. Οι συνοδείες διασταυρώθηκαν. Η πρώτη με επικεφαλής τη ζωή. Η δεύτερη με κέντρο τον θάνατο. Και η δυναμική αναμέτρηση, η δραματική πάλη αρχίζει.
Ο Κύριος μας, η Ζωή και η Ανάσταση των ανθρώπων, σπλαχνίζεται την πονεμένη μάνα. Βλέπει τα μάτια της να τρέχουν βρύσες, το πρόσωπο της αυλακωμένο από τον πόνο. Γεμάτος συμπόνοια της λέει: «Μη κλείτε». Κι ευθύς ζητλα να σταματήσει η πομπή. Πλησιάζει το φέρετρο. Αγγίζει το νεκρό σώμα. Και το στόμα Του ανοίγει για ν’ απευθύνει το θεϊκό πρόσταγμα: «Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι»! Το θαύμα είναι πλέον μια πραγματικότητα. Ο νεκρός νέος ανακαθίζει και αρχίζει να ομιλεί. Ο Κύριος τον παραδίδει στη χαρούμενη μάνα και το πλήθος έκθαμβο ξεσπά σε δοξολογίες.
Η εξιστόρηση του θαύματος της σημερινής περικοπής μας φέρνει μπροστά στο μυστήριο του θανάτου. Η δραματική συμπλοκή του Κυρίου μαζί του , μας καλεί να σταθούμε αντιμέτωποι με το συγκλονιστικό τούτο γεγονός και να φωτίσουμε το μυστήριο που κρύβει με το φως της χριστιανικής μας πίστεως.
Θάνατος: μια τραγική πραγματικότητα
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ένα συγκλονιστικό γεγονός, μια οδυνηρή πραγματικότητα μέσα στη ζωή μας. Η παρουσία του απαρχής γέμιζε την ψυχή του ανθρώπου με φόβο και έφερνε τη σκέψη του σε απορία και αδιέξοδο. «Όντως φοβερώτατον το του θανάτου μυστήριον…» ψάλλει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, εκφράζοντας το πανανθρώπινο δέος ενώπιον του θανάτου.
Πραγματικότητα, λοιπόν, τραγική και αδιαμφισβήτητη. Φαινόμενο καθολικό. Γεγονός που μας συγκλονίζει. Γεννηθήκαμε; Ήρθαμε στον κόσμο αυτό; Τα μάτια μας αντίκρυσαν το φως του ήλιου και τις ομορφιές της γης; Μια μέρα θα πεθάνουμε οπωσδήποτε. Θα φύγουμε από τον παρόντα κόσμο. Και τα μάτια μας, που τώρα ακτινοβολούν τη δύναμη και την ομορφιά της ζωής, κάποτε θα ακινητοποιηθούν και θα κλείσουν. Κανείς, μα κανείς από τους ανθρώπους δεν διέφυγε το δόκανο του θανάτου.
Η ρίζα του θανάτου
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η προέλευση του θανάτου; Πως μπήκε στη ζωή του ανθρώπου; Ο θάνατος είναι ο πικρός καρπός και η τραγική συνέπεια της αμαρτίας, της αποστασίας και της πτώσεως των πρωτοπλάστων. Η Παλαιά Διαθήκη μας βεβαιώνει ότι «φθόνω διαβόλου θάνατος εισήλθεν εις τον κόσμον» (Σοφ. Σολ. 2, 24). Και ο απόστολος Παύλος διδάσκει: «Δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και δια της αμαρτίας ο θάνατος» (Ρωμ. 5,12).
Ο θάνατος, λοιπόν, δεν είναι έργο του Θεού, αλλά αποτέλεσμα της αποστασίας μας, της αυτονομημένης ζωής από τον ζώντα και αληθινό Θεό, που προτιμήσαμε να ζήσουμε. Όπως διδάσκει και ο Μ. Βασίλειος – και η γνώμη του εκφράζει ολόκληρη την Πατερική Παράδοση -, «ουχί Θεός έκτισε θάνατον, αλλ’ ημείς εαυτοίς εκ πονηράς γνώμης επεσπασάμεθα».
Πως αντιμετωπίζουν οι πολλοί τον θάνατο
ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ κατηγορία ανθρώπων βλέπουν τον θάνατο σαν ένα φυσικό φαινόμενο και μόνο, σαν το τέρμα της ζωής και την επιστροφή στο μηδέν και στην ανυπαρξία. Δεν πιστεύουν στην μεταθανάτια ζωή. Δεν αισθάνονται μεταφυσική δίψα. Δεν υπάρχει μέσα τους ελπίδα, πόθος σωτηρίας.
Άλλοι άνθρωποι θέλουν να αγνοούν τον θάνατο. Τον αντιπαρέρχεται ηθελημένα. Σκέπτονται τα πάντα. Υπολογίζουν λεπτομέρειες. Προγραμματίζουν τη ζωή τους σχολαστικά. Μόνο τον θάνατο επιμένουν να αγοούν. Να μην τον σκέπτονται. Να μη λαμβάνουν υπόψη τους τη βίαιη έλευση του.
Και μια τρίτη κατηγορία: Είναι αυτοί που φοβούνται, που τρέμουν τον θάνατο. Στη σκέψη ότι θα πεθάνουν μια μέρα, παραλύουν από τον φόβο. Βλέπουν νεκροφόρα και στρέφουν αλλού το πρόσωπο τους. Και όταν η ανάγκη το επιβάλλει, τους είναι αδύνατο να δρασκελίσουν το κατώφλι του νεκροταφείου. Η ιδέα του θανάτου γεμίζει την ψυχή τους με απελπισία και τρόμο.
Η χριστιανική στάση
ΠΩΣ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ αντιμετωπίζουμε τον θάνατο; Πως θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε για την ώρα της εξόδου μας από τον παρόντα κόσμο;
1. Το πρώτιστο είναι η ορθή αντίληψη περί θανάτου που οφείλουμε να έχουμε ως χριστιανοί. Ο θάνατος αποτελεί μιαν αδιαμφισβήτητη και αναπότρεπτη πραγματικότητα στη ζωή μας. Δεν είναι έργο του Θεού. Προήλθε από την αμαρτία. Είναι η τραγική συνέπεια της αποστασίας μας από τον ζώντα και αληθινό Θεό.
Όμως ο θάνατος, με τον θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου μας, νικήθηκε. Έχασε τη δύναμη και την αποκρουστικότητα του. Γίνεται κατά τον Μ. Βασίλειο «ζωής αφορμή», γέφυρα με την οποία: περνάμε από τα πρόσκαιρα στα αιώνια και από τα φθαρτά στα άφθαρτα. Το φως της Αναστάσεως του Χριστού μας διαλύει τη μαυρίλα του θανάτου. Και η ελπίδα της κοινής αναστάσεως και της αιώνιας ζωής μεταβάλλει τον θάνατο σε ύπνο.
2. Ένα δεύτερο στοιχείο είναι η μνήμη του θανάτου. Οι χριστιανοί δεν τρέμουμε μπροστά στο θάνατο. Δεν τον φοβόμαστε. Δεν προσπαθούμε να τον απωθήσουμε από τον ορίζοντα της ζωής μας. Αντίθετα, τον σκεπτόμαστε, διατηρούμε μέσα στις καρδιές μας αυτό που οι Πατέρες μας ονομάζουν μνήμη θανάτου. «Πάσαν ώραν», διδάσκει ο Μέγας Αθανάσιος, «μνημόνευε της εξόδου σου, έχε καθ’ ημέραν προ οφθαλμών τον θάνατον».
Η εμπειρία αυτή δεν υποκρύπτει μια κάποια περιφρόνηση προς την παρούσα ζωή, αλλά μια βαθιά ρεαλιστική στάση μπροστά στη ζωή και στο θάνατο. Και η θύμηση αυτή του θανάτου γίνεται ανασχετικός φραγμός που μας ανακόπτει από το να αμαρτήσουμε, να αθετήσουμε τις ζωηφόρες εντολές του Κυρίου. «Μιμνήσκου τα έσχατα σου», συμβουλεύει ο σοφός Σειράχ, «και εις τον αιώνα ουχ αμαρτήσεις» (Σοφ. Σειρ. 7, 36).
3. Οι πιστοί ακόμη προετοιμαζόμαστε για την ώρα του θανάτου μας. Η ετοιμότητα ενώπιον του θανάτου αποτελεί μια συνεχή φροντίδα. Ολόκληρη η ζωή μας, ο καθημερινός αγώνας μας, υπηρετεί αυτό το ιδανικό: να ευρεθούμε έτοιμοι κατά την ώρα της εξόδου μας από τον παρόντα κόσμο. Και περιεχόμενο αυτής της ετοιμασίας δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια να ζούμε κατά το θέλημα του Θεού.
Η προετοιμασία των ετοιμοθανάτων
ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ την προετοιμασία μας ενόψει του θανάτου, είναι ανάγκη να πούμε δυο λόγια και για τον τρόπο με τον οποίο οι χριστιανοί οφείλουμε να προετοιμάζουμε τους ετοιμοθανάτους αδελφούς μας, συγγενείς ή φίλους μας.
Ασφαλώς δεν τρομοκρατούμε κανένα με την απειλή του επερχομένου θανάτου, αλλά δεν αποσιωπούμε αφελώς αυτό που μέλλει να συμβεί, αραδιάζοντας παραμύθια και ψεύτικες παρηγοριές.
Με αγάπη και τέχνη εισηγούμαστε την ανάγκη για μια καλή εξομολόγηση. Να έρθει πνευματικός ιερεύς για να εξομολογήσει τον γέροντα ή τον άρρωστο μας. Είναι εγκληματικό εμείς οι χριστιανοί να ανεχόμαστε ή – ακόμη χειρότερα – να καλλιεργούμε την ανόητη αντίληψη ότι ο ερχομός του ιερέως σημαίνει πως έφτασε η ώρα του θανάτου!
Μόνο έτσι πρέπει να προετοιμάζουμε τον άνθρωπο μας για να λάβει και τη θεία κοινωνία. Και τα δυο αυτά – εξομολόγηση και μετάληψη – πρέπει να γίνουν όταν ο γέροντας ή ο αθενής είναι ακόμη καλά, έχει διαύγεια ονεύματος και το επιθυμεί και ο ίδιος. Όταν πλέον πνέει τα λοίσθια ή έχει περιπέσει σε κώμα είναι ανώφελο. Η Εκκλησία δεν δίνει τα μυστήρια της σε πτώματα. Και η δική μας ευθύνη γι’ αυτή την αμέλεια μας είναι πολύ μεγάλη.
Αλλά και κάτι άλλο: Συχνά γνωρίζουμε οι συγγενείς και οι φίλοι πως ο ετοιμοθάνατος βρίσκεται σε σύγκρουση ή αντιδικία με άλλους. Αποτελεί χρέος μας να τον βοηθήσουμε – έστω και την τελευταία στιγμή – να συμφιλιωθεί μαζί τους. Να δώσει και να ζητήσει συγχώρηση, ώστε να φύγει από τον κόσμο συμφιλιωμένος και ειρηνευμένος.
* * *
Αδελφοί μου,
Ας μη μας διαφεύγει η πραγματικότητα του θανάτου. Είμαστε φθαρτοί. Αργά ή γρήγορα – πότε ακριβώς μόνο ο Θεός το γνωρίζει – θα βρεθούμε όλοι μας αντιμέτωποι μα την πραγματικότητα του θανάτου. Η μεγάλη ώρα θα έρθει οπωσδήποτε και για μας. Και θα έρθει ξαφνικά και απροειδοποίητα!
Οφείλουμε να μη φοβόμαστε τον θάνατο.
Να σκεπτόμαστε καθημερινά την ώρα της εξόδου μας από τον παρόντα κόσμο.
Να προετοιμαζόμαστε με φόβο Θεού για τη μεγάλη αυτή στιγμή.
Και να παρακαλούμε με θέρμη τον Κύριο να μας χαρίσει «χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών».
sinodiporos.blogspot.com/