Μητροπολίτου Νικοπόλεως καί Πρεβέζης κ. Μελετίου
Λένε, ὅτι ὁ βασιλιὰς τῆς Γαλλίας Κάρολος Θ΄ (1560-1574) εἶχε ἕνα γελωτοποιό, ποὺ κάθε ἡµέρα ἔλεγε καὶ ἔκανε τόσα «χαζά» ἀστεῖα, ὥστε ὁ βασιλιὰς καὶ οἱ αὐλικοὶ του ξεκαρδίζονταν στά γέλια διασκεδάζοντας µὲ τὴν «χαζοµάρα» του, χωρὶς νά σκέπτονται, ὅτι ἕνας ἄνθρωπος πού ξέρει καὶ κάνει κάθε ἡµέρα καινούργια «χαζά» ἀστεῖα, δέν µπορεῖ νά εἶναι τόσο χαζός, ὅσο φαίνεται. Ἐνθουσιασµένος λοιπὸν ἀπὸ τὰ «χαζά» του ἀστεῖα ὁ βασιλιάς τοῦ ἀπένειµε τίτλο εὐγενείας! Τὸν ὀνόµασε «πρύτανη τῶν ἠλιθίων».
Τοῦ ἔδωκε µάλιστα καὶ σὰν διάσηµο ἕνα εἰδικὸ σκῆπτρο! Καὶ τοῦ εἶπε: Σὲ ἀναγορεύω «πρύτανη τῶν ἠλιθίων». Καὶ σὰν σύµβολο τοῦ τίτλου σου, ποὺ τὸν ἀπέκτησες ἐπάξια µὲ τὶς τόσες χαζοµάρες σου, σοῦ δίνω καὶ αὐτὸ τὸ σκῆπτρο. Κράτησέ το. Σοῦ ἀνήκει δικαιωµατικά. Μὰ ἂν βρῆς ἄλλον ἄνθρωπο πιὸ χαζὸ ἀπὸ σένα, τοῦ τὸ δίνεις!
Ἐπέρασε καιρὸς ἀπό τότε. Καὶ νά, ὁ βασιλιὰς εἶναι βαριὰ ἄρρωστος. Πεθαίνει. Κοντὰ του εἶναι διάφοροι ἀξιωµατοῦχοι του. Καὶ ὁ «πρύτανις τῶν ἠλιθίων».
Καὶ ἀρχίζει ὁ διάλογος:
-Τὶ κάνεις, Μεγαλειότατε;
-Φεύγω, ἀγαπητὲ «πρύτανη»!
-Για ποῦ, βασιλιά µου;
-Δέν ξέρω γιά ποῦ! Μὰ γιά πολὺ µακρυά!...
-Καὶ πότε ἀναχωρεῖς;
-Δέν ξέρω πότε ἀκριβῶς!
-Καὶ πότε θὰ γυρίσεις;
-Ποτὲ πιά! Θὰ µείνω ἐκεῖ γιά πάντα!...
-Καὶ τὶ θὰ βρῆς, ἐκεῖ;
-Δέν ξέρω! Τίποτε!
-Τουλάχιστον εἰδοποίησες; Σὲ περιµένουν ἐκεῖ φίλοι;
-Ὄχι, κανένας!...
-Ἔκαµες τουλάχιστον τίς ἀπαραίτητες προετοιµασίες καὶ προµήθειες γιά ἕνα τέτοιο ταξίδι;
-Ὄχι. Τίποτε!...
Ἔξυσε τὸ κεφάλι του ὁ γελωτοποιὸς καὶ εἶπε:-Τότε, βασιλιά µου, νά µοῦ ἐπιτρέψεις νά σοῦ δώσω τὸ σκῆπτρο τοῦ «πρύτανη τῶν ἠλιθίων»! Σοῦ ἀνήκει. Δικαιωµατικά. Ἐγὼ δέν θὰ ἔκανα ποτέ τέτοια χαζοµάρα. Εἶσαι πιὸ χαζὸς ἀπὸ µένα. Εἶσαι ὁ πιὸ χαζὸς ἄνθρωπος πού ἔχω συναντήσει στήν ζωή µου!
Τοῦ ἔδωκε µάλιστα καὶ σὰν διάσηµο ἕνα εἰδικὸ σκῆπτρο! Καὶ τοῦ εἶπε: Σὲ ἀναγορεύω «πρύτανη τῶν ἠλιθίων». Καὶ σὰν σύµβολο τοῦ τίτλου σου, ποὺ τὸν ἀπέκτησες ἐπάξια µὲ τὶς τόσες χαζοµάρες σου, σοῦ δίνω καὶ αὐτὸ τὸ σκῆπτρο. Κράτησέ το. Σοῦ ἀνήκει δικαιωµατικά. Μὰ ἂν βρῆς ἄλλον ἄνθρωπο πιὸ χαζὸ ἀπὸ σένα, τοῦ τὸ δίνεις!
Ἐπέρασε καιρὸς ἀπό τότε. Καὶ νά, ὁ βασιλιὰς εἶναι βαριὰ ἄρρωστος. Πεθαίνει. Κοντὰ του εἶναι διάφοροι ἀξιωµατοῦχοι του. Καὶ ὁ «πρύτανις τῶν ἠλιθίων».
Καὶ ἀρχίζει ὁ διάλογος:
-Τὶ κάνεις, Μεγαλειότατε;
-Φεύγω, ἀγαπητὲ «πρύτανη»!
-Για ποῦ, βασιλιά µου;
-Δέν ξέρω γιά ποῦ! Μὰ γιά πολὺ µακρυά!...
-Καὶ πότε ἀναχωρεῖς;
-Δέν ξέρω πότε ἀκριβῶς!
-Καὶ πότε θὰ γυρίσεις;
-Ποτὲ πιά! Θὰ µείνω ἐκεῖ γιά πάντα!...
-Καὶ τὶ θὰ βρῆς, ἐκεῖ;
-Δέν ξέρω! Τίποτε!
-Τουλάχιστον εἰδοποίησες; Σὲ περιµένουν ἐκεῖ φίλοι;
-Ὄχι, κανένας!...
-Ἔκαµες τουλάχιστον τίς ἀπαραίτητες προετοιµασίες καὶ προµήθειες γιά ἕνα τέτοιο ταξίδι;
-Ὄχι. Τίποτε!...
Ἔξυσε τὸ κεφάλι του ὁ γελωτοποιὸς καὶ εἶπε:-Τότε, βασιλιά µου, νά µοῦ ἐπιτρέψεις νά σοῦ δώσω τὸ σκῆπτρο τοῦ «πρύτανη τῶν ἠλιθίων»! Σοῦ ἀνήκει. Δικαιωµατικά. Ἐγὼ δέν θὰ ἔκανα ποτέ τέτοια χαζοµάρα. Εἶσαι πιὸ χαζὸς ἀπὸ µένα. Εἶσαι ὁ πιὸ χαζὸς ἄνθρωπος πού ἔχω συναντήσει στήν ζωή µου!
aktines.blogspot.com