Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011

H κληρικολαϊκή συνέλευση της Ιεράς Μητροπόλεως Κυθήρων

Τήν Κυριακή 24 Ἰουλίου 2011 συνεκλήθη στό Ἀνοιχτό Θέατρο τοῦ Ποταμοῦ ἡ κληρικολαϊκή μας συνέλευσις, ἡ ὁποία, ἐκτός ἀπό τό καθαρῶς διδακτικό καί ἐποικοδομητικό μέρος, εἶχε καί τό γνωσιολογικό, γύρω ἀπό τά θέματα
τῆς μουσικῆς, καί δή τῆς βυζαντινῆς, ἀλλά καί τό ψυχαγωγικό, τήν ἐπιλογή τῆς μουσικῆς, πού παράλληλα μεταδίδει χρήσιμα καί ὠφέλιμα γιά τή ζωή μηνύματα.


Ἡ ἐκδήλωση ξεκίνησε μέ ἐκκλησιαστικούς ὕμνους ἀπό τήν Χορῳδία Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ὑπό τήν διεύθυνσι τοῦ Καθηγητοῦ - Χοράρχου κ.Γεωργίου Κατσούλα. Ἡ εἰσήγηση γιά τή μουσική καί κυρίως γιά τήν Βυζαντινή Μουσική ἔγινε ἀπό τόν καθηγητή κ.Γεώργιο Κατσούλα.


klirikolaiki_24_07_2011_01
Ἡ ἐκκλησιαστική χορῳδία

Συνεχίσθηκε μέ εἰσήγηση γιά τό Δημοτικό τραγούδι ἀπό τόν Θεολόγο-Πρωτοψάλτη Μυρτιδίων κ.Γεώργιο Λουράντο καί μέ Δημοτικά τραγούδια ἀπό τήν Χορωδία βυζαντινῆς μουσικῆς τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ὑπό τήν διεύθυνσιν τοῦ κ.Γεωργίου Κατσούλα.

Ὁ καθηγητής τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς κ. Κων/νος Νιάρχος ὡμίλησε μέ θέμα "Μπροστά στήν ὅποια σύγχρονη κρίση". Ἀνέλυσε μέ πολλή ἐπιστημοσύνη καί σαφήνεια, ἀλλά καί παράθεσι φιλοσοφικῶν καί θεολογικῶν γνώσεων καί ἐπιχειρημάτων τό πολύ σπουδαῖο αὐτό θέμα του, τά βασικά σημεῖα τοῦ ὁποίου θά ἀναγνώσετε πιό κάτω, σέ ἰδιαίτερο κείμενο.

klirikolaiki_24_07_2011_08
Στή συνέχεια, ὁ Κύπριος μουσικολογιώτατος Θεολόγος Καθηγητής κ.Νικόλαος Ζαχαριάδης ὡμίλησε γιά "Τό Κυπριακό Δημοτικό Τραγούδι" καί ἔψαλε ὑπέροχα τόν «Ὕμνο τῆς Ἀγάπης» τοῦ Ἀποστόλου Παύλου σέ ἦχο πλάγιο β' καί ὡρισμένα δημοτικά τραγούδια, Κυπριακά καί μή.
klirikolaiki_24_07_2011_13 
          «Τό ἐλαφρό καί νησιώτικο τραγούδι» ἀπετέλεσε τό ἀντικείμενο ὁμιλίας τοῦ Χοράρχη - Μαέστρου κ.Εὐστράτιου Θεοδωρακάκη καί ἀκολούθησε ἡ παρουσίαση ἐλαφρῶν καί νησιώτικων τραγουδιῶν ἀπό τήν Φιλαρμονική τοῦ κ.Εὐστρ. Θεοδωρακάκη. 
klirikolaiki_24_07_2011_09

Ἡ ὁμιλία τοῦ κ.Γαβριήλ Ψαρᾶ, Ἰατροῦ, γιά τό λαϊκό τραγούδι, ἀλλά καί τά ἐπίλεκτα λαϊκά τραγούδια ἀπό τό μουσικό συγκρότημα τοῦ κ.Γαβριήλ Ψαρᾶ, ἔδωσαν ξεχωριστό χρῶμα στήν ἐκδήλωση.
klirikolaiki_24_07_2011_14
«Σχόλια σέ στίχους τῆς λαϊκῆς μουσικῆς» ἦταν τό θέμα τῆς ὁμιλίας τοῦ π.Πέτρου Μαριάτου, Ἰατροῦ, ὁ ὁποῖος ἔβγαλε ἐνδιαφέροντα μηνύματα ἀπό τό λαϊκό τραγούδι, πού ἐγγίζουν τίς χορδές τῆς ψυχῆς τοῦ λαοῦ μας, καθώς ἀναφέρονται σέ θέματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς (φτώχεια, βιοπάλη, ὑπομονή, τιμιότητα, ἀφοσίωση στή συζυγική καί οἰκογενειακή ζωή, προσήλωσι σέ ἠθικές καί πνευματικές ἀρχές).
klirikolaiki_24_07_2011_03
Ἡ ἐκδήλωση συμπληρώθηκε μέ ἀναφορά στούς Δημοτικούς χορούς καί ἐκτέλεση Δημοτικῶν Χορῶν ἀπό τά χορευτικά συγκροτήματα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ὑπό τήν εὐθύνην τῆς Καθηγήτριας κ.Ἑλένης Χατζοπούλου - Τζοβάρα. Εὐχάριστη παρένθεση ὑπῆρξε ἡ ἔκτακτη συμμετοχή τῆς καθηγήτριας τῆς μουσικῆς κ. Καλίκα ἡ ὁποία κάνει τίς διακοπές της στό νησί μας.
klirikolaiki_24_07_2011_06

klirikolaiki_24_07_2011_05


Τήν ἔξοχη αὐτή ἐκδήλωση ἔκλεισε μετά τετράωρη περίπου διάρκεια, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ.Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος ἐξῆρε ἀφ' ἑνός μέν τήν σπουδαίας σημασίας καί βαρύτητος ὁμιλία τοῦ Καθηγητοῦ κ.Κων/νου Νιάρχου μέ τά πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν βαρύγδουπα καί ἀφυπνιστικά μηνύματά της γιά τήν ὑπέρβασι τῆς ὅποιας σύγχρονης κρίσεως - τόν τρόπο τῆς ὁποίας ὑπέδειξε σαφέστατα- καί ἀφ' ἑτέρου τήν ἀξία καί τήν διαχρονική προσφορά τῆς μουσικῆς, καί μάλιστα τῆς βυζαντινῆς «τῆς γλώσσης τῶν Ἀγγέλων», ἀλλά καί τῶν ἄλλων εἰδῶν τῆς μουσικῆς, πού προέρχεται ἀπό τήν λαϊκή ψυχή καί εἶναι «ἡ γλῶσσα τῶν ἀνθρώπων», ὅπως χαρακτηριστικά εἶπε.



Εἰσήγησις περί μουσικῆς καί
εἰδικώτερον περί τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς
ὑπό τοῦ κ.Γ. Κατσούλα, Καθηγητοῦ - Χοράρχου
klirikolaiki_24_07_2011_02


Σεβασμιώτατε, κ.Δήμαρχε, κύριοι Δημοτικοί Σύμβουλοι, κυρίες καί κύριοι.


Ἡ Μουσική εἶναι ἡ τέχνη πού μέ διάφορους συνδυασμούς ἤχων ἀποσκοπεῖ στό νά δημιουργεῖ διάφορα συναισθήματα ἱκανά νά βοηθήσουν τόν ἄνθρωπο στίς καθημερινές του ἐνέργειες καί νά τόν ὁδηγήσουν στήν ψυχική καί πνευματική ἀνάταση.


Οἱ πρωτόγονοι, οἱ ἄνθρωποι τῶν σπηλαίων ἔνοιωθαν τήν ἀνάγκη νά ἐξωτερικεύουν τά συναισθήματά τους μέ τή φωνή τους. Ἄρχισαν, λοιπόν, νά τραγουδοῦν τά ὅποια τραγούδια τους γιατί ἔτσι ἔνοιωθαν.


Διανύθηκαν, ὅμως, αἰῶνες μέχρις ὅτου αὐτή ἡ ἐνστικτώδης ἔκφραση νά μορφοποιηθεῖ, νά ἀποκτήσει ἁρμονία καί σιγά σιγά νά ἀποκτήσει τή μορφή τῆς καλῆς τέχνης καί τῆς ἐπιστήμης τοῦ ἅσματος.

Ἡ καλλιέργεια τῆς φωνητικῆς καί τῆς ἐνόργανης μουσικῆς ἀπαντᾶται σ' ὅλους τούς ἀρχαίους λαούς ἀκόμη καί στούς ἀπολίτιστους καί στούς βαρβάρους.
Ὁ Καθηγητής τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς καί
χοράρχης κ.Κατσούλας


Ἐξαρχῆς λοιπόν ἡ μουσική κατέλαβε ἐξέχουσα θέση καί στήν θρησκεία τῶν λαῶν.


Οἱ Αἰγύπτιοι, οἱ Βαβυλώνιοι, οἱ Ἕλληνες, οἱ Πέρσες, οἱ Ἰουδαῖοι κ.ἄ. λαοί ἀξιοποιοῦσαν τήν μουσική σέ διάφορες θρησκευτικές τελετές.


Οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες πίστευαν ὅτι ἡ μουσική τους εἶχε θεϊκή καταγωγή μέ κυρίαρχη μορφή τόν Ἀπόλλωνα.


Ἡ μουσική γιά τούς Ἕλληνες ἦταν μετά τή γλῶσσα τό δεύτερο σκέλος τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ καί τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας.


Ἡ μουσική, λοιπόν, εἶναι ἡ τέχνη καί ἡ ἐπιστήμη τοῦ ᾄσματος, ἡ ὁποία ἀνεπτύχθηκε σέ μεγάλο βαθμό σύμφωνα καί μέ τίς μαρτυρίες τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Φιλοσόφων καί Μαθηματικῶν.


Οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες παράλληλα μέ τούς ἀθλητικούς ἀγώνες ὀργάνωναν καί μουσικούς.


Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος καί οἱ διάδοχοί του μέ τήν κατάκτηση τῶν βαρβάρων μετέδωσαν τό ἀρχαῖο πνεῦμα, τόν ἑλληνικό πολιτισμό, τή γλῶσσα καί τή μουσική σ' ὅλους τούς λαούς πού κατακτοῦσαν.


Ἀκολούθησαν οἱ Ρωμαῖοι οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο δέν πολέμησαν τήν ἑλληνική μουσική, ἀλλά τήν υἱοθέτησαν, τή χρησιμοποιοῦσαν σέ διάφορες τελετές καί οἱ αὐτοκράτορές της τήν σπούδαζαν, γι' αὐτό καί σωστά εἰπώθηκε ὅτι «Ἡ Ἑλλάς κατακτηθεῖσα κατέκτησε τόν νικητήν».


Οἱ Ἑβραῖοι, ἐπίσης, διακρίνονταν γιά τήν ἀγάπη στή μουσική, ἡ ὁποία τούς συνόδευε σ' ὅλες τίς θρησκευτικές τελετές.


Φθάνουμε, λοιπόν, στήν ἐποχή τῆς ἐμφάνισης τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ἡ ὁποία ἐξαπλώθηκε σ' ὅλη τήν ἀχανῆ Ρωμαϊκή αὐτοκρατορία παρά τούς διωγμούς καί τίς ἀπαγορεύσεις.


Ὁ Χριστιανισμός, προκειμένου νά διαδοθεῖ ταχύτερα, υἱοθέτησε τήν Ἑλληνική γλῶσσα καί τή μουσική γιά τίς λειτουργικές του ἀνάγκες, ἀφοῦ προηγουμένως τήν ἐπεξεργάσθηκε καί τήν διαμόρφωσε ἀνάλογα μέ τό σεμνό καί πνευματικό περιεχόμενο τῆς χριστιανικῆς θρησκείας.


Οἱ Ἀπόστολοι μέ τό κήρυγμά τους διέδωσαν τήν χριστιανική θρησκεία ἀπό ἄκρον εἰς ἄκρον τῆς οἰκουμένης ὁδηγώντας ἑκατομμύρια ἀνθρώπων ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς, ἀπό τήν βαρβαρότητα στόν πολιτισμό καί ἀπό τήν πλάνη στήν μετάνοια.


Γιά νά μπορέσουμε ὅμως, Σεβασμιώτατε, νά παρακολουθήσουμε τήν ἐξέλιξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καί πῶς ἔφτασε μέχρι σήμερα κατατάσσουμε τήν ἱστορική της πορεία σέ τέσσερεις περιόδους.


Ξεκινώντας ἀπό τό 33-300μ.Χ., τήν πρώτη περίοδο, ἀπό τούς Ἀποστολικούς χρόνους καί μετά στή Θεία Λατρεία χρησιμοποιοῦσαν ὕμνους καί ᾠδές ἁπλές καί εὐπρεπεῖς. Οἱ χριστιανοί συγκεντρώνονταν σέ αὐτοσχέδιους Ναούς, σπηλιές, στίς κατακόμβες τήν περίοδο τῶν διωγμῶν καί ἔψελναν μέ τήν ἴδια φωνή «ὁμότονα» καί χωρίς τή χρήση τῶν ὀργάνων.


Μέ Ἀποστολικές διατάξεις εἶχε ἀπαγορευθεῖ ἡ χρήση τῶν ὀργάνων, πρῶτον γιά λόγους δογματικούς ὥστε νά ξεχωρίζουν ἀπό τή λατρευτική μουσική τῶν εἰδωλολατρῶν, καί δεύτερον γιά λόγους ἀσφαλείας.


Οἱ ὕμνοι πού χρησιμοποιοῦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἦσαν οἱ Ψαλμοί τοῦ Δαβίδ, οἱ Ὠδές τῶν Γραφῶν.


Οἱ πρῶτοι ὑμνογράφοι τῆς περιόδου αὐτῆς ἦταν κατ' ἀρχήν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί ὅπως ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς (κεφ. κδ' 53) «καί ἦσαν διά παντός ἐν τῷ ἱερῷ αἱνοῦντες καί εὐλογοῦντες τόν Θεόν». Ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὁ Ἱερόθεος ὁ Α' Ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν, ὁ Πολύκαρπος Ἐπίσκοπος Σμύρνης, ὁ μάρτυς Ἰουστῖνος ὁ φιλόσοφος, ὁ Εἰρηναῖος Ἐπίσκοπος, ὁ Κλήμης Ἀλεξανδρεύς, ὁ Ὡριγένης ὁ Μέγας καί πολλοί ἄλλοι.


Τούς ὕμνους τούς συνέθεταν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μέ θέμα τήν Ἁγία Τριάδα, τόν Χριστό, τήν Παναγία καί τούς μαρτυρήσαντες Ἁγίους.


Ἡ μουσική τῆς περιόδου αὐτῆς, ἀλλά καί μετέπειτα ἦταν μονοφωνική καί ποτέ δέν χρησιμοποιήθηκε πολυφωνικό σύστημα μέ συνοδεία ὀργάνων.


Ἐρχόμαστε στήν Β' περίοδο ἀπό τό 300-700 μ.Χ. Τό 313 ὁ Μέγας Κων/νος καί ὁ Λικίνιος ἐξέδωσαν τό περίφημο διάταγμα τῶν Μεδιολάνων, μέ τό ὁποῖο σταμάτησαν οἱ διωγμοί κατά τῶν Χριστιανῶν καί ἀναγνωρίσθηκε τό δικαίωμα τῶν Χριστιανῶν νά ἀσκοῦν ἐλεύθερα τή λατρεία τους. Ἔγινε ἡ μεταφορά τοῦ Κέντρου τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας στήν Κωνσταντινούπολη, στή Νέα Ρώμη καί ἄρχισε ἡ καλλιέργεια καί ἡ ἀνάπτυξη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, μαζί μέ τίς ἄλλες τέχνες.


Τήν περίοδο αὐτή ἡ Μουσική τῆς Ἐκκλησίας γνωρίζει ἁλματώδη ἄνθιση τόσο στήν ὑμνολογία ὅσο καί στή μελωδία, αὐτό εἶχε σάν ἀποτέλεσμα νά ὀνομασθεῖ πλέον ἡ Ἐκκλησιαστική Μουσική, Βυζαντινή Μουσική, ἐπειδή ἀναπτύχθηκε τήν περίοδο τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας.


Τόν Δ' αἰώνα οἱ Ἅγιοι Πατέρες γιά νά περιορίσουν τήν ἐξάπλωση τῶν αἱρέσεων συνέθεσαν ἐντυπωσιακούς ὕμνους πού ἀναφέρονταν στήν Ἁγία Τριάδα, στόν Ἰησοῦ Χριστό, τήν Παναγία Μητέρα καί στούς Ἁγίους Πατέρες μέ πλουσιώτερα καί τεχνικώτερα μέλη.


Ὁ αὐτοκράτωρ Ἰουστινιανός συνέθεσε ὕμνους καί ἔδωσε τίτλους καί ἀξιώματα στούς ψάλτες ἀναγνωρίζοντας τό σπουδαῖο ἔργο τους.


Μεγάλη φυσιογνωμία ἐκτός τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου καί ἄλλων εἶναι ὁ Ρωμανός ὁ Μελωδός ποιητής τῶν Κοντακίων. Ἔγραψε πάνω ἀπό 1000 κοντάκια καί μεταξύ αὐτῶν διακρίνονταν τό «ἡ Παρθένος σήμερον» Κοντάκιον τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων «Ἐπεφάνης σήμερον». Χαρακτηρίζεται δέ ὡς ὁ Πίνδαρος τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Τέχνης.


Ἀκολουθεῖ ἡ Γ' Περίοδος (700-1453 μ.Χ.)


Ἤδη ἡ μουσική τῆς Θείας Λατρείας τήν περίοδο αὐτή ἔχει φθάσει σέ τέτοιο βαθμό τελειότητας, ὥστε νά θεωρεῖται σήμερα ἀπό ἐπιφανεῖς μουσικολόγους σάν τό πιό τέλειο καί θαυμαστό μουσικό σύστημα.


Αὐτό ὀφείλεται σέ ἰδιοφυεῖς ἀνυπέρβλητους ὑμνογράφους καί μελουργούς ἱερωμένους ἤ λαϊκούς.


Ἐξέχουσα, λοιπόν, μορφή τῆς περιόδου αὐτῆς εἶναι κατ' ἀρχάς ὁ Ἰωάννης Δαμασκηνός, Μέγας φιλόσοφος, μουσικός καί Θεολόγος, τόν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μας κατέταξε στή χορεία τῶν Ἁγίων. Εἶναι ἡ πρώτη πηγή τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Δημιούργησε τήν «Ὀκτώηχον» λειτουργικό βιβλίο μέ τούς ὀχτώ ἤχους (τήν Παρακλητικήν). Ἔγραψε κανόνες Ἰαμβικούς, χρησιμοποίησε τά τρία γένη τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς μουσικῆς -Διατονικό- ἐναρμόνιο- χρωματικό, προσαρμοσμένα ὅμως στά χριστιανικά δόγματα καί στό αὐστηρό πνευματικό πνεῦμα τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.


Εἰσήγαγε ἁπλούστερο σύστημα παρασημαντικῆς τήν ἀγκιστροειδῆ γραφή.


Ξεκαθάρισε τό ἐκκλησιαστικό μέλος ἀπό τήν θυμελική μουσική τοῦ θεάτρου καί τῶν κοσμικῶν τελετῶν καί μελοποίησε ποικίλα καί πολυάριθμα ἐκκλησιαστικά μέλη καί κατέγραψε πολλά παλαιά μέλη. Ἀναθεώρησε τό παλαιό τυπικό τοῦ Σάββα τοῦ ἡγιασμένου καί πέτυχε τήν Ἐκκλησιαστική ἑνότητα στήν ὁμοιόμορφη τέλεση τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν σέ ὅλες τίς ἐκκλησίες.


Ἄλλοι μελωδοί τῆς περιόδου αὐτῆς εἶναι ὁ Κοσμᾶς ὁ Μελωδός ποιητής πολλῶν κανόνων Στέφανος Σαββαΐτης, Θεόδωρος Στουδίτης, Κασσιανή Μοναχή ἡ ὁποία ἔγραψε τούς Εἱρμούς τοῦ Κανόνα «Κύματα Θαλάσσης» καί τό γνωστό τροπάριο τῆς Μ.Τρίτης τό «Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή...».


Ἄλλη μεγάλη μορφή εἶναι ὁ Ἰωάννης Κουκουζέλης περίφημος μελοποιός καί πρωτοψάλτης, ὁ διδάσκαλος τῶν διδασκάλων καί ἡ δεύτερη πηγή τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς μετά τόν Ἰωάννη Δαμασκηνό.


Κατεκόσμησε τήν ἐκκλησιαστική ψαλμῳδία μέ μελισταγῆς ἄσματα καί βελτίωσε τήν παρασημαντική Γραφή τοῦ Δαμασκηνοῦ μέ κυκλική γραφή. Μέγα ἴσον.


Ἡ τρίτη πηγή τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Εἶναι ὁ Ἰωάννης Κλαδᾶς, Λαμπαδάριος στήν Ἁγία Σοφία ὅπου ἔψαλλε πολλά χρόνια καί ἄφησε πλούσιον ἔργον καί φθάνουμε στήν τελευταία περίοδο.


Δ' Περίοδος. Ἀπό τῆς Ἁλώσεως μέχρι σήμερον.


Μετά τήν ἅλωση οἱ ἄρχοντες πρωτοψάλτες καί Λαμπαδάριοι τοῦ Πατριαρχικοῦ ναοῦ ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο στή διάδοση καί διάσωση τῆς Θείας Τέχνης τοῦ Ἱεροῦ Δαμασκηνοῦ. Στήν πλειάδα λοιπόν τῶν πρωτοψαλτῶν καί Λαμπαδαρίων τῆς περιόδου αὐτῆς ξεχωρίζει ὁ Λαμπαδάριος Πέτρος Πελοποννήσιος Μεγάλος μουσικός τοῦ 18ουαἰώνα, εἶχε καί τήν ἐκτίμηση τῶν Μωαμεθανῶν καί Ἀραβοπερσῶν ὡς γνώστης τῆς μουσικῆς τους. Μέγας δάσκαλος.


Διακρίνεται γιά τό ἁπλό καί ἀπέριττο ὕφος τῶν μελῶν του. Ἁπλοποίησε τόν τρόπο γραφῆς καί μετέφερε τά παλαιότερα μαθήματα καί κατέγραψε μέλη πού ἐψάλλοντο μόνο μέ τήν προφορική παράδοση. Δικαίως ὀνομάσθηκε ἡ τέταρτη πηγή τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς καί εἶναι ὁ πρόδρομος τῆς νέας γραφῆς πού θά ἐφεύρουν οἱ μαθητές του ἀργότερα.


Οἱ ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα λοιπόν, ἀποτελοῦν σταθμό πρόσημο στήν Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.


Τήν ἐποχή αὐτή, λοιπόν, συναντήθηκαν καί συνεργάσθηκαν τρεῖς μεγάλοι δάσκαλοι ὁ Γρηγόριος ὁ Λευΐτης πρωτοψάλτης ὁ Χουρμούζιος Χαρτοφύλακας καί ὁ Χρύσανθος Μητροπολίτης Δυρραχίου καί πρότειναν τό 1814 μέ νέα ἁπλουστευμένη γραφή τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς πού καθιστοῦσε εὔκολη τήν ἐκμάθησή της.


Γραφή ἡ ὁποία δοκιμάσθηκε, ἀλλά μέ πατριαρχική ἀπόφαση ἀνεγνωρίσθηκε καί ἀποτελεῖ σήμερα τήν σημειογραφία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.


Ἡ νέα γραφή ἀναγνωρίσθηκε ὡς «ἐφεύρεση» καί χαρακτηρίστηκε ἐθνική εὐεργεσία καί οἱ τρεῖς δάσκαλοι θεωροῦνται εὐεργέται τοῦ Ἔθνους.


Μετέφεραν στή νέα γραφή ὅλα τά ἀρχαῖα κείμενα, ὁ Χρύσανθος ἔγραψε τό Μέγα Θεωρητικόν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς καί δίδαξαν στήν Πατριαρχική Μουσική Σχολή ἀπ' ὅπου ἀποφοίτησαν πάρα πολλοί σπουδαστές. Ἡ προσπάθεια τῶν τριῶν διδασκάλων ὁλοκληρώθηκε μέ τήν ἐπιτροπή τοῦ 1881 πού καθόρισε τά διαστήματα τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς καί συνέταξε θεωρητικό γιά τήν διδασκαλία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, σάν συμπλήρωμα τῶν θεωρητικῶν τοῦ Χρύσανθου.


Ἡ Βυζαντινή Μουσική στήν ἀπελευθερωμένη Ἑλλάδα πέρασε ἀπό πολλές δοκιμασίες, ἔτυχε κακῆς ἐκμετάλλευσης ἀπό τούς ἑρμηνευτές της κινδύνεψε μέ τίς τετραφωνίες καί τίς καντάδες πού ἤθελαν νά ἐπιβάλουν κάποιοι τῆς περιόδου αὐτῆς.


Καθοριστικό ρόλο ὅμως γιά τήν ἐξέλιξη τῶν μουσικῶν πραγμάτων καί τήν ἐπιβολή τῆς Βυζαντινῆς Τέχνης στήν Ἑλλάδα ἦταν ὁ ἐρχομός τοῦ Κωνσταντίνου Ψάχου στήν Ἀθήνα μέ ἐντολή τοῦ Πατριάρχου καί ἡ ἵδρυση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς Σχολῆς στό Ὠδεῖο Ἀθηνῶν, ὅπου φοίτησαν πλῆθος μαθητῶν ἄξιοι συνεχιστές τῆς ψαλτικῆς παράδοσης, τόσο στό ἀναλόγιο ὅσο καί στή διδασκαλία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.


Πρωτοψάλτες λοιπόν, μουσικολόγοι, χοράρχες, μουσικές Σχολές, Ὠδεῖα, Σωματεῖα, Σύλλογοι καί οἱ Ἱερές Μητροπόλεις ἐπιδεικνύουν ἀξιοθαύμαστες ἐπαινετές δραστηριότητες γιά τήν προβολή καί διάδοση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.


Μιά τέτοια Σχολή λειτουργεῖ καί στήν Ἱερά Μητρόπολη Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων ὑπό τίς εὐλογίες τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ.Σεραφείμ μέ στόχο τή διδασκαλία τῆς ψαλτικῆς τέχνης καί τή συνέχιση τῆς μουσικῆς παράδοσης, τή δημιουργία χορῳδίας καί μεταλαμπάδευση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς στή νέα γενιά.


Ἡ Βυζαντινή Μουσική καί ἡ ἐκκλησιαστική ὑμνολογία εἶναι ἀκατάλυτες πηγές ἠθικῆς διδασκαλίας, χριστιανικῆς διαπαιδαγώγισης καί διαμόρφωσης ὑγιοῦς ψυχισμοῦ, χαρακτήρων, γι' αὐτό παρακαλοῦμε νά προτρέπεται τά παιδιά σας στή μάθηση τῆς ψαλμωδίας, ἀλλά καί οἱ μεγάλοι νά συμμετέχουμε ὥστε ἡ Ὀρθόδοξη ψαλτική τέχνη νά παραμείνει στούς αἰῶνες διατηρώντας τόν Ἑλληνικό της χαρακτῆρα, τά ἰδιαίτερα γνωρίσματά της, τήν ἁπλότητά της, τό μεγαλεῖο της καί νά γεμίζει μέ τίς παναρμόνιες καί θεῖες μελωδίες της τούς ὀρθόδοξους Ἱερούς Ναούς καί τίς ψυχές τῶν προσευχομένων χριστιανῶν.



Τό Δημοτικό μας Τραγούδι
τοῦ κ.Γεωργίου Λουράντου-Θεολόγου


klirikolaiki_24_07_2011_04

Τό Δημοτικό τραγούδι εἶναι ἡ ποιητική καί μουσική ἔκφραση τῶν Ἑλλήνων διαμέσου τῶν αἰώνων. Εἶναι τό καταστάλαγμα τῆς λαϊκῆς εὐαισθησίας πού μέσα ἀπό τόν ποιητικό καί μουσικό λόγο ἐκφράζει μεγάλα καί μικρά συναισθήματα, ἀνθρώπινες καταστάσεις, περιστατικά καί γεγονότα πού συγκινοῦν καί ἀγγίζουν τόν ἁπλό λαό, ὅλα βγαλμένα ἀπό τήν ἴδια τή ζωή.


Δημιούργημα τοῦ ἴδιου τοῦ λαοῦ, ἀνωνύμων καί προικισμένων δημιουργῶν, συνταιριάζει στίχους, τραγούδι καί χορό, γιά νά ἐπιστρέψει πάλι σέ αὐτόν καί νά γίνει κτῆμα του, κομμάτι τῆς δικῆς του ζωῆς. Γιά νά θυμίσει ἤ νά ὑμνήσει συναισθήματα, νά ἀφηγηθεῖ ἀνθρώπινες καταστάσεις καί γεγονότα, ὅλες τίς πτυχές τῆς ζωῆς. Καί γιά νά τόν συντροφέψει σέ λύπες καί χαρές, στή δουλειά καί τήν ἀνάπαυση, σέ γλέντια καί γιορτές, στόν πόλεμο, στή ξενιτιά καί στό θάνατο.


Τό δημοτικό μας τραγούδι, ἀναπόσπαστο κομμάτι τῆς λαϊκῆς μας παράδοσης, ζυμώθηκε μέ τή νεότερη ἑλληνική ἱστορία, μέ ἰδιαίτερο σταθμό τήν περίοδο τῆς ἑλληνικῆς ἐπανάστασης τοῦ '21. Ἀποτέλεσε ἔτσι ἕνα πολύτιμο συστατικό τῆς ἱστορικῆς πορείας τοῦ τόπου, κρατώντας ζωντανή τήν ἱστορική μνήμη καί ἀναλλοίωτη τήν ἐθνική συνείδηση. Στήν πολύπαθη καί περιλάλητη τούτη χώρα, σέ αὐτόν ἐδῶ «τόν κόσμο τό μικρό τό μέγα», τῶν θρύλων, τῶν μύθων καί τῶν μουσῶν ἡ λαϊκή μοῦσα μέ περίσσια συναισθηματική φόρτιση τραγούδησε μάχες καί γεγονότα, δεινά καί κατορθώματα, μορφές ἡρώων, ποιμενικές σκηνές καί στιγμιότυπα.


Καί περνώντας ἀπό στόμα σέ στόμα, ἀπό γενιά σέ γενιά, διαμορφώθηκε, τροποποιήθηκε ἤ προσαρμόστηκε σύμφωνα μέ τά τοπικά χαρακτηριστικά καί τίς ἱστορικές συγκυρίες, γιά νά φτάσει μέχρι τίς μέρες μας, κακοποιημένο ἐνίοτε, παραμένοντας ὅμως γνήσιο κτῆμα, πνευματικό ἐργαλεῖο καί αὐθεντικός τρόπος ἔκφρασης τοῦ λαοῦ. Γιά νά ἐπαληθευτεῖ ἔτσι ὅτι ἀποτελεῖ «τό ἀψευδές κάτοπτρο πάνω στό ὁποῖο καθρεπτίζεται ὁ κατ' οὐσίαν ἀτομικός καί ἐθνικός βίος ἑνός λαοῦ».


Ἡ ἀξία τοῦ δημοτικοῦ τραγουδιοῦ ἔχει ἀναγνωριστεῖ ἀπό κορυφαίους ξένους καί Ἕλληνες μελετητές, λογοτέχνες καί διανοούμενους.


Ὁ δημοσιογράφος Παντελῆς Μπουκάλας στήν Καθημερινή τῆς Κυριακῆς ἔγραψε πρόσφατα γιά τό δημοτικό τραγούδι «...Τό ὕμνησε ὁ Γκαῖτε. Τό λάτρεψε ὁ Σολωμός. Τό προσκύνησε ὁ Βαλαωρίτης. Τό ἀγάπησε ὁ Παλαμᾶς κι ὁ Μαλακάσης βέβαια καί ὁ Κρυστάλλης. Τό ἐκτίμησε ἰδιαίτερα ὁ Καβάφης. Τό ἐκθείασε ὁ Σεφέρης, πού τό μετροῦσε σάν «ἀτόφια ἑλληνική φωνή». Τό σεβάστηκε ὁ Ἐλύτης... Ὁ Γκάτσος μαθήτευσε σέ αὐτό ὅπως καί ὁ Ρίτσος. Καί ἄλλοι πολλοί τό ὑπηρέτησαν καί τό τίμησαν μέ τόν τρόπο του ὁ καθένας. Πλούσιο μέσα στήν ποικιλία του τό δημοτικό τραγούδι, εὐαίσθητο, ἐλευθερωμένο ἀπό προκαταλήψεις καί συμπλέγματα, ἅρα καί συναρπαστικά ἐλευθερωτικό, ἀπέσπασε κάτι βαθύτερο ἀπό τόν θαυμασμό καί πνευματικά γονιμότερο : τό σέβας...» (ἐφημερίδα «Καθημερινή τῆς Κυριακῆς» τῆς 29-3-2011, ἄρθρο τοῦ Παντελῆ Μπουκάλα μέ τίτλο «ἡ «ἄγρια τόλμη» τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν»).


Ἀλλά καί μεγάλοι Ἕλληνες μουσουργοί καί συνθέτες ἐμπνεύσθηκαν ἀπό τό δημοτικό τραγούδι. Ὁ Μανόλης Καλομοίρης, ὁ Ἀντίοχος Εὐαγγελᾶτος, ὁ Νίκος Σκαλκώτας, ὁπωσδήποτε ἐπηρεάστηκαν ἀπό γνωστά κλέφτικα δημοτικά μοτίβα.


Στό ἑλληνικό δημοτικό τραγούδι, σέ ὅλα σχεδόν τά εἴδη του (παραλογές τῆς ἀγάπης, ἐρωτικά, λατρευτικά, ἀκριτικά, κλέφτικα, ἱστορικά, μοιρολόγια, παιδικά, μαντινάδες κ.ἄ.) κυριαρχεῖ μία αὐθεντική ἁπλότητα καί χάρη, ὅπως καί ἕνας ἀπαράμιλλος λυρισμός. Σήμερα πλέον εἶναι εὑρέως ἀποδεκτό ὅτι ἀποτελεῖ τό πρῶτο μεγάλο σταθμό τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας καί ἕνα σημαντικό μνημεῖο τοῦ νεοελληνικοῦ λυρισμοῦ.


Παράλληλα σημαντική εἶναι καί ἡ ἱστορική καί ἡ τεχνική του ἀξία ἀπό πλευρᾶς μουσικῆς καί ρυθμοῦ. Οἱ ξένοι καί οἱ Ἕλληνες εἰδικοί ἐντυπωσιάζονται ἀπό τήν ποιητική φαντασία, τή ρυθμική ποικιλία, τόν πλοῦτο τῶν ἰδιωματισμῶν, τήν ἐπανάληψη τῶν συλλαβῶν. Ὅλα συνθέτουν ἕνα τέτοιο πολύπτυχο ἰδιαιτεροτήτων, πού καθιστοῦν τό δημοτικό μας τραγούδι μοναδικό στό εἶδος του σέ παγκόσμια κλίμακα.


Ὡστόσο οἱ ἔπαινοι πού κέρδισαν τά δημοτικά τραγούδια δέν σχετίζονται ἀποκλειστικά μέ τό καλλιτεχνικό τους ὕφος, τή λογοτεχνική τους εὐφυΐα καί διαύγεια, τήν ἐκπληκτική τους οἰκονομία. Ἀνταποκρίνονται σέ ὁρισμένα γνωρίσματά τους πού σπάνια κάμπτονται ἤ ὑποχωροῦν. Τέτοια εἶναι ἡ εὐθύτητα, ἡ δικαιοσύνη καί ἡ τιμιότητα μέ τήν ὁποία θεωροῦν τά ἀνθρώπινα πράγματα, ἡ βαθειά συγκίνηση πού προκαλοῦν ἀλλά καί ἡ ἁπλότητά τους ὅταν μετρᾶνε ἤ ζυγίζουν τόν κόσμο ἤ ὅταν ἑρμηνεύουν ποικίλες ἐκδηλώσεις του, εὐφρόσυνες ἤ πικρές, εἰρηνικές ἤ πολεμικές. Αὐτή ἡ «ἄγρια τόλμη» γιά τήν ὁποίαν διακρίνουμε ὄχι μόνο στήν εἰκονοποιΐα καί τήν τεχνική τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν, ἀλλά καί στήν στάση τους σέ ὅσα συμβαίνουν, μία στάση πού μποροῦμε νά τήν θεωρήσουμε φυσική καί αὐθόρμητη, καρπό ἑνός λαϊκοῦ πολιτισμοῦ πού κρατάει τίς ἀξίες του, καί ὄχι προϊόν κάποιας θεωρητικῆς σύλληψης.


Γιά τόν ἁπλό λαό πού τραγουδᾶ καί βιώνει τό δημοτικό τραγούδι, ἡ ἀξία του εἶναι πρώτιστα αἰσθητική. Ἡ δημοτική μουσική ἐλάφρωνε τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν τραχύτητα τῶν ὅρων διαβίωσης καί τίς ξένες ἐπιβουλές καί κυριαρχίες, ξορκίζοντας τήν ἀδικία καί μεταφέροντας μίαν αἴσθηση ἐρωτισμοῦ καί ἐλπίδας. Ἄλλωστε κάτι ἀνάλογο ἔγινε καί στό νησί μας ὅπου ὁ τσιριγώτικος λαός τραγούδησε μέσα ἀπό αὐτά τίς λαχτάρες καί τίς ἐπιθυμίες του, τίς χαρές καί τίς λύπες του, τόν πόνο τῆς ξενιτιᾶς, τήν ἀγάπη στή φύση, τήν ἀγάπη σέ πρόσωπα ἀκριβά καί ἀγαπημένα ἀκόμα καί τήν πίστη του στούς τοπικούς Ἁγίους καί τή Μυρτιδιώτισσά μας.


Σήμερα τό δημοτικό τραγούδι ἀκούγεται στά πανηγύρια μας καί στίς ἐθνικές ἑορτές μας καί πραγματικά συγκινεῖ ὅταν ἑρμηνεύεται ἀπό γνήσιους καί σοβαρούς ἑρμηνευτές, μέ προσεγμένα ἠχητικά, πού δέν ἀναλώνονται στήν ἠχορύπανση, τήν ἠλεκτρονική καί μουσική ἀλλοίωση καί δέν ταυτίζονται μέ κάποια σαχλοτράγουδα χάριν τῆς κατανάλωσης. Σέ διαφορετική περίπτωση, καί δέν εἶναι λίγες οἱ φορές, προξενοῦν ἀποστροφή καί ἀπογοήτευση.


Ἡ σημερινή ἐκδήλωση πού ὀργάνωσε ἡ Ἱερά Μητρόπολη Κυθήρων πιστεύω πώς δέν ἔγινε μόνο γιά νά δοθεῖ μία ἀκόμα πνευματική ἀπόλαυση. Ἴσως ἔγινε καί γιά αὐτό. Ἡ βαθύτερη αἰτία πιστεύω εἶναι ἄλλη καί στηρίζεται στήν ἀκράδαντη πίστη μας πώς τό δημοτικό τραγούδι, ὅπως ἄλλωστε καί ἡ μοναδική βυζαντινή μουσική μας περιέχει, γιά μᾶς τουλάχιστον, ἀξίες ζωντανές καί ἀκατάλυτες μέ ἀνυπολόγιστη δύναμη καί σημασία.


Γιά αὐτό εἶναι ὑποχρέωση ὅλων μας αὐτό τόν Ἐθνικό Πλοῦτο, τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, τό «τζιβαϊρικόν πολυτίμητο» κατά τόν Στρατηγό Μακρυγιάννη «τήν ἁγιασμένη κιβωτό» καί τό «ἀσάλευτο θεμέλιο» κατά τόν Φώτη Κόντογλου, μέ τήν ἐνεργή βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πολιτείας νά διατηρήσουμε σάν ἄσβεστο φάρο πού στό πέρασμα τοῦ χρόνου θά φωτίζει καί θά κατευθύνει τίς ἐπερχόμενες γενιές ἀλλά καί μέσα στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη νά ἀποτελεῖ τόν πρέσβη τῆς χώρας μας στόν πνευματικό καί πολιτισμικό χῶρο.


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...