Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
Στο ξεκίνημα σήμερα της νέας σχολικής χρονιάς (2011-12), ίσως η πιο επίκαιρη αναφορά είναι ο προβληματισμός μας για την ίδια την παιδεία. Χωρίς να τρέφουμε αυταπάτες ότι ενδεχομένως κάτι θα αλλάξει σ’ αυτήν, είμαστε υποχρεωμένοι τουλάχιστον να καταθέτουμε κάποιες σκέψεις, σαν ένα είδος προσανατολισμού, πρωτίστως για εμάς τους ίδιους, και έπειτα και για όποιον άλλον θελήσει καλοπροαίρετα να δει πιο σοβαρά τα πράγματα στο καίριο και τεράστιο αυτό θέμα.
Το πιο σημαντικό πρόβλημα στη φιλοσοφία και γενικώς στον χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών σήμερα είναι, εξ όσων γνωρίζουμε, το πρόβλημα του ανθρώπου: ποιος είναι ο άνθρωπος! Η απάντηση είναι παρόμοια με αυτήν που δίνεται στην ψυχολογία, στην προσπάθειά της να δώσει ορισμό της ψυχής: όσοι ψυχολόγοι και ψυχολογικές σχολές, τόσοι και οι ορισμοί για την ψυχή. Κατά παρόμοιο τρόπο και εδώ. Ο κάθε φιλόσοφος ή φιλοσοφών δίνει και τον δικό του ορισμό περί ανθρώπου, ανάλογα με την κυριαρχούσα κατ’ αυτόν αξία στον άνθρωπο. Έτσι μπορεί ο άνθρωπος να ορίζεται ως ζώον πολιτικόν, ως ζώον οικονομικόν, ως ζώον θρησκευτικόν κ.ο.κ. Η παραπάνω διαπίστωση μάς συνειδητοποιεί και το πρόβλημα της παιδείας. Χωρίς ξεκάθαρες απόψεις για το τι είναι ο άνθρωπος, δεν μπορεί κανείς να μιλήσει με βεβαιότητα για τη σημασία της παιδείας, όταν βεβαίως ως παιδεία εννοούμε όχι απλώς τη διαδικασία – εντελώς απαραίτητη οπωσδήποτε και αυτή – για την απόκτηση μίας δεξιότητας ή γνώσης: ό,τι θεωρείται εκπαίδευση, αλλά όλη εκείνη την πολυποίκιλη διεργασία, προκειμένου ο άνθρωπος να γίνει άρτιος και ολοκληρωμένος, πράγματι πολιτισμένος και αληθινός άνθρωπος. Η παιδεία λοιπόν είναι όντως πρόβλημα, εφόσον υπάρχει το πρόβλημα του ίδιου του ανθρώπου, της ουσίας του και του σκοπού της υπάρξεώς του.
Η χριστιανική πίστη εν προκειμένω έρχεται να δώσει με σαφή τρόπο το στίγμα της: χωρίς να αρνείται οτιδήποτε καλό και αληθές προσφέρει η φιλοσοφία, η ψυχολογία, η κοινωνιολογία, η ίδια φωτίζει την ύπαρξη του ανθρώπου, θεωρώντας την από τη σκοπιά της αποκάλυψης του Θεού, όπως αποτυπώνεται στην Αγία Γραφή και την Πατερική ερμηνευτική παράδοση: ο άνθρωπος είναι θείο δημιούργημα, «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού», «ζώον τη προς Θεόν νεύσει θεούμενον», κατά την έκφραση των Καππαδοκών πατέρων. Με άλλα λόγια ο άνθρωπος δεν κατανοείται αυτοδύναμα και οριζόντια, με ό,τι δηλαδή ο ίδιος με τις δυνάμεις του μπορεί να επισημάνει για τον εαυτό του – αυτό που μπορεί να επισημάνει είναι εκείνο που διαπιστώνει ένας άνθρωπος για τον γύρω του χώρο ψηλαφώντας μέσα στο σκοτάδι! Ο άνθρωπος κατανοείται, όπως είπαμε, όταν λάβει κανείς υπ’ όψη τη θεία καταγωγή του, άρα όταν τον δει υπέρ φύση και πνευματικά. Αφότου μάλιστα σαρκώθηκε ο Θεός, που σημαίνει ότι ο Θεός προσέλαβε τον άνθρωπο και τον ένωσε με τον Εαυτό Του, ο άνθρωπος κατανοείται μόνον εν Χριστώ, ως μέλος Εκείνου και πραγματική προέκτασή Του, πνευματικά και σωματικά.
Από την άποψη αυτή και η παιδεία αποκτά άλλες διαστάσεις. Παιδεία σημαίνει την αγωγή που δέχεται ο άνθρωπος με τη χάρη του Θεού μέσα στην Εκκλησία και που τον οδηγεί στο να γίνει αυτό που του δόθηκε διά του αγίου βαπτίσματος: να είναι μέλος Χριστού. Αυτό είναι το όραμα του αρτίου και ολοκληρωμένου ανθρώπου, όπως το έχει πει και ο απόστολος Παύλος: «μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες…εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4,13). Κατά συνέπεια, όποιος εντάσσεται στην Εκκλησία και στο μέτρο των δυνατοτήτων του ακολουθεί την ησυχαστική μυστική παράδοση αυτής, με την προσευχή και τη νηστεία, τη μελέτη του λόγου του Θεού, τη συμμετοχή στα μυστήρια και μάλιστα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, την τήρηση των αγίων εντολών του Χριστού, αυτός πραγματικά «παιδεύεται» και γίνεται αληθινά πολιτισμένος και πλήρης άνθρωπος.
Είναι ευνόητο έτσι ότι για την Εκκλησία οι όντως πεπαιδευμένοι δεν είναι απλώς οι καλλιεργημένοι στα γράμματα, οι σοφοί κατά κόσμον, οι οποίοι μπορεί και να είναι και οι πιο απολίτιστοι – ας θυμηθούμε το αρχαίο ρητό «πάσα επιστήμη χωριζομένη αρετής πανουργία και ου σοφία φαίνεται» - αλλά οι άγιοι που ενεργοποιούν τη χάρη του Θεού, χάρη αγάπης και προσφοράς για κάθε συνάνθρωπο, ακόμα και τον εχθρό! Ποιοι όμως ζουν ως άγιοι; Δυστυχώς σ’ ένα μεγάλο ποσοστό και οι χριστιανοί βρισκόμαστε στο τέλμα μίας τυπικής μόνο συμμετοχής μας στην Εκκλησία, αν υπάρχει και αυτή, οπότε η έννοια της παιδείας περιορίζεται δραματικά σε όσους πράγματι αγωνίζονται τον δρόμο της πνευματικής ζωής.
Ποιο το συμπέρασμα; Δυστυχώς η παιδεία που κατανοείται σήμερα κυρίως κοσμικά και όχι εκκλησιαστικά, δηλαδή ως καλλιέργεια επί μέρους διαστάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης και όχι της ολότητάς της, θα βρίσκεται μονίμως σε κατάσταση σύγχυσης και αποπροσανατολισμού – βλέπε για παράδειγμα την υποβάθμιση των προστατών της αληθινής παιδείας, των τριών Ιεραρχών - οι συζητήσεις και οι συγκρούσεις γι’ αυτήν θα αυξάνουν, ό,τι προσπάθειες γίνονται θα είναι για θέματα εκπαίδευσης χωρίς κάποιο γενικότερο όραμα, ενώ εκκλησιαστικά, όπως αναφέραμε και παραπάνω, θα υπάρχει εκεί που θα καλλιεργείται πάντοτε η αγιότητα.
Το πιο σημαντικό πρόβλημα στη φιλοσοφία και γενικώς στον χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών σήμερα είναι, εξ όσων γνωρίζουμε, το πρόβλημα του ανθρώπου: ποιος είναι ο άνθρωπος! Η απάντηση είναι παρόμοια με αυτήν που δίνεται στην ψυχολογία, στην προσπάθειά της να δώσει ορισμό της ψυχής: όσοι ψυχολόγοι και ψυχολογικές σχολές, τόσοι και οι ορισμοί για την ψυχή. Κατά παρόμοιο τρόπο και εδώ. Ο κάθε φιλόσοφος ή φιλοσοφών δίνει και τον δικό του ορισμό περί ανθρώπου, ανάλογα με την κυριαρχούσα κατ’ αυτόν αξία στον άνθρωπο. Έτσι μπορεί ο άνθρωπος να ορίζεται ως ζώον πολιτικόν, ως ζώον οικονομικόν, ως ζώον θρησκευτικόν κ.ο.κ. Η παραπάνω διαπίστωση μάς συνειδητοποιεί και το πρόβλημα της παιδείας. Χωρίς ξεκάθαρες απόψεις για το τι είναι ο άνθρωπος, δεν μπορεί κανείς να μιλήσει με βεβαιότητα για τη σημασία της παιδείας, όταν βεβαίως ως παιδεία εννοούμε όχι απλώς τη διαδικασία – εντελώς απαραίτητη οπωσδήποτε και αυτή – για την απόκτηση μίας δεξιότητας ή γνώσης: ό,τι θεωρείται εκπαίδευση, αλλά όλη εκείνη την πολυποίκιλη διεργασία, προκειμένου ο άνθρωπος να γίνει άρτιος και ολοκληρωμένος, πράγματι πολιτισμένος και αληθινός άνθρωπος. Η παιδεία λοιπόν είναι όντως πρόβλημα, εφόσον υπάρχει το πρόβλημα του ίδιου του ανθρώπου, της ουσίας του και του σκοπού της υπάρξεώς του.
Η χριστιανική πίστη εν προκειμένω έρχεται να δώσει με σαφή τρόπο το στίγμα της: χωρίς να αρνείται οτιδήποτε καλό και αληθές προσφέρει η φιλοσοφία, η ψυχολογία, η κοινωνιολογία, η ίδια φωτίζει την ύπαρξη του ανθρώπου, θεωρώντας την από τη σκοπιά της αποκάλυψης του Θεού, όπως αποτυπώνεται στην Αγία Γραφή και την Πατερική ερμηνευτική παράδοση: ο άνθρωπος είναι θείο δημιούργημα, «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού», «ζώον τη προς Θεόν νεύσει θεούμενον», κατά την έκφραση των Καππαδοκών πατέρων. Με άλλα λόγια ο άνθρωπος δεν κατανοείται αυτοδύναμα και οριζόντια, με ό,τι δηλαδή ο ίδιος με τις δυνάμεις του μπορεί να επισημάνει για τον εαυτό του – αυτό που μπορεί να επισημάνει είναι εκείνο που διαπιστώνει ένας άνθρωπος για τον γύρω του χώρο ψηλαφώντας μέσα στο σκοτάδι! Ο άνθρωπος κατανοείται, όπως είπαμε, όταν λάβει κανείς υπ’ όψη τη θεία καταγωγή του, άρα όταν τον δει υπέρ φύση και πνευματικά. Αφότου μάλιστα σαρκώθηκε ο Θεός, που σημαίνει ότι ο Θεός προσέλαβε τον άνθρωπο και τον ένωσε με τον Εαυτό Του, ο άνθρωπος κατανοείται μόνον εν Χριστώ, ως μέλος Εκείνου και πραγματική προέκτασή Του, πνευματικά και σωματικά.
Από την άποψη αυτή και η παιδεία αποκτά άλλες διαστάσεις. Παιδεία σημαίνει την αγωγή που δέχεται ο άνθρωπος με τη χάρη του Θεού μέσα στην Εκκλησία και που τον οδηγεί στο να γίνει αυτό που του δόθηκε διά του αγίου βαπτίσματος: να είναι μέλος Χριστού. Αυτό είναι το όραμα του αρτίου και ολοκληρωμένου ανθρώπου, όπως το έχει πει και ο απόστολος Παύλος: «μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες…εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4,13). Κατά συνέπεια, όποιος εντάσσεται στην Εκκλησία και στο μέτρο των δυνατοτήτων του ακολουθεί την ησυχαστική μυστική παράδοση αυτής, με την προσευχή και τη νηστεία, τη μελέτη του λόγου του Θεού, τη συμμετοχή στα μυστήρια και μάλιστα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, την τήρηση των αγίων εντολών του Χριστού, αυτός πραγματικά «παιδεύεται» και γίνεται αληθινά πολιτισμένος και πλήρης άνθρωπος.
Είναι ευνόητο έτσι ότι για την Εκκλησία οι όντως πεπαιδευμένοι δεν είναι απλώς οι καλλιεργημένοι στα γράμματα, οι σοφοί κατά κόσμον, οι οποίοι μπορεί και να είναι και οι πιο απολίτιστοι – ας θυμηθούμε το αρχαίο ρητό «πάσα επιστήμη χωριζομένη αρετής πανουργία και ου σοφία φαίνεται» - αλλά οι άγιοι που ενεργοποιούν τη χάρη του Θεού, χάρη αγάπης και προσφοράς για κάθε συνάνθρωπο, ακόμα και τον εχθρό! Ποιοι όμως ζουν ως άγιοι; Δυστυχώς σ’ ένα μεγάλο ποσοστό και οι χριστιανοί βρισκόμαστε στο τέλμα μίας τυπικής μόνο συμμετοχής μας στην Εκκλησία, αν υπάρχει και αυτή, οπότε η έννοια της παιδείας περιορίζεται δραματικά σε όσους πράγματι αγωνίζονται τον δρόμο της πνευματικής ζωής.
Ποιο το συμπέρασμα; Δυστυχώς η παιδεία που κατανοείται σήμερα κυρίως κοσμικά και όχι εκκλησιαστικά, δηλαδή ως καλλιέργεια επί μέρους διαστάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης και όχι της ολότητάς της, θα βρίσκεται μονίμως σε κατάσταση σύγχυσης και αποπροσανατολισμού – βλέπε για παράδειγμα την υποβάθμιση των προστατών της αληθινής παιδείας, των τριών Ιεραρχών - οι συζητήσεις και οι συγκρούσεις γι’ αυτήν θα αυξάνουν, ό,τι προσπάθειες γίνονται θα είναι για θέματα εκπαίδευσης χωρίς κάποιο γενικότερο όραμα, ενώ εκκλησιαστικά, όπως αναφέραμε και παραπάνω, θα υπάρχει εκεί που θα καλλιεργείται πάντοτε η αγιότητα.
pgdorbas.blogspot.com/